<-11. Έλεγχος των αποστάσεων επί τού χάρτη |
Στο βιβλίο αυτό αξιολογήσαμε τις επιπτώσεις από την υιοθέτηση των πρόσθετων ημερών πορείας και στάθμευσης που προσφέρει ο Διόδωρος, πρώτον, επί τής χρονολόγησης τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος, δεύτερον, επί τής έννοιας τού παρασάγγη τού Ξενοφώντος και, τρίτον, επί τής διαδρομής τής Καθόδου των Μυρίων. Αυτές οι πρόσθετες ημέρες κλείνουν τα κενά στην αφήγηση τού Ξενοφώντος. Δεν υπάρχει ανάγκη να θεωρήσουμε τρίμηνη περίοδο «κενού χιονιού». Η έννοια τού παρασάγγη τού Ξενοφώντος δεν είναι φευγαλέα. Οι Σκυθηνοί δεν βρίσκονταν πάνω από την Τραπεζούντα: ήσαν οι Σκύθες τής Υπερκαυκασίας. Οι Χάλυβες τού τέταρτου βιβλίου τού Ξενοφώντος ήσαν οι Χάλδιοι, τα απομεινάρια των Ουραρτού. Η διαδρομή τής Καθόδου περνούσε από το Γκυουμρί τής Αρμενίας που ήταν η Γυμνιάς τού Ξενοφώντος. Το τελευταίο το είχαν σκεφτεί εδώ και πολύ καιρό, αλλά δεν μπορούσαν να το αποδείξουν με τη διάρκεια πορείας τού Ξενοφώντος από την πόλη Γυμνιάς στο όρος Θήχης (πέντε ημέρες).
Περαιτέρω έρευνα καθώς και αρχαιολογικά ευρήματα θα οδηγήσουν ενδεχομένως στον εντοπισμό των θέσεων τού Ξενοφώντος που εξακολουθούν να παραμένουν αβέβαιες (π.χ. Χάλος, Δάρδας, Θάψακος, Κούναξα, Παρυσάτιδος Κώμαι, πορεία στους Ταόχους και Χαλδίους κλπ.). Ωστόσο δεν φαίνεται πιθανό ότι θα αμφισβητήσουν τη γενική μορφή μιας διαδρομής, που πιστοποιήθηκε εδώ τόσο από την άποψη τού χρόνου όσο και τής απόστασης.
Προσπαθώντας να προσδιορίσουν τη διαδρομή των Μυρίων κατά το τελευταίο στάδιο τής Καθόδου τους, όλες οι προτάσεις που έχουν διατυπωθεί μέχρι τώρα βασίζονται στη δήλωση τού Ξενοφώντος για πορεία πέντε ημερών μέχρι το όρος Θήχης. Έτσι τοποθετούν την πόλη Γυμνιάς στη Μπαϊμπούρτ ή σε κοντινή με αυτήν απόσταση (Γκουμούσχανε, Ισπίρ). Η απόσταση τής Μπαϊμπούρτ από τα βουνά είναι λιγότερη από απόσταση πορείας πέντε ημερών, αλλά οι προτάσεις αυτές υποθέτουν επιπλέον ότι οι Μύριοι ακολούθησαν κυκλική διαδρομή, έχοντας εξαπατηθεί από τον οδηγό τους. Όμως, όπως έχουμε δείξει, υπάρχουν πολλές αντιφάσεις με την πόλη Γυμνιάς στη Μπαϊμπούρτ. Αν οι Μύριοι είχαν φτάσει στη Μπαϊμπούρτ, πρώτον, δεν χρειάζονταν τον οδηγό, ο οποίος μάλιστα τούς πήγε στα βουνά και όχι στην Τραπεζούντα: η Μπαϊμπούρτ βρισκόταν πάνω στον κύριο δρόμο των καραβανιών από Ερζερούμ προς Τραπεζούντα. Δεύτερον, θα υπήρχαν στη Μπαϊμπούρτ κάποιου είδους σκυθικά αρχαιολογικά ευρήματα και/ή ιστορικά στοιχεία, που δεν υπάρχουν. Τρίτον, με τούς Σκύθες στη Μπαϊμπούρτ, οι Μάκρωνες έπρεπε να βρίσκονται αλλού. Όμως οι αρχαίοι συγγραφείς τούς τοποθετούν ακριβώς εκεί. Τέταρτον, τα χιλιόμετρα που αντιστοιχούν σε διαδρομή προς την πόλη Γυμνιάς (στη Μπαϊμπούρτ) μέσω των κοιλάδων των ποταμών Τορτούμ και Όλτου είναι πολύ λιγότερα. Οδηγούν λοιπόν στην ανάγκη να αμφισβητηθεί η έννοια τού παρασάγγη τού Ξενοφώντος. Πέμπτον, με την πόλη Γυμνιάς στη Μπαϊμπούρτ και με βάση την επικρατούσα άποψη για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων (μέσω Τορτούμ και Γιουσουφέλι), λείπουν μήνες. Προκύπτει λοιπόν η ανάγκη για υποκειμενικές ερμηνείες τής χρονολόγησης.
Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να αποφευχθούν με την υιοθέτηση τής δήλωσης τού Διόδωρου, ότι η Γυμνιάς βρισκόταν σε απόσταση δεκαπέντε (και όχι πέντε) ημερών πορείας από το όρος Θήχης. Υιοθετώντας αυτή τη δήλωση δεν υπάρχει καμία ανάγκη για πειραματισμούς όσον αφορά τη θέση των Σκυθών, την έννοια τού παρασάγγη και τη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης. Όμως, εκτός από την αποσιώπηση των πρόσθετων ημερών πορείας και στάθμευσης τού Διόδωρου, οι επικρατούσες απόψεις για τη χρονολόγηση, τούς παρασάγγες και τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων φαίνεται ότι υποπίπτουν επίσης σε βασικά σφάλματα:
Πρώτον, θεωρούν αυθαίρετα ότι Ευφράτης τού Ξενοφώντος κατά την Κάθοδο των Μυρίων ήταν ο Αρσανίας τής αρχαιότητας, ο σημερινός Μουράτ (Ανατολικός Ευφράτης) και όχι ο Ευφράτης όλων των εποχών, ο σημερινός Φρατ ή Καρασού (Δυτικός Ευφράτης). Έτσι, προκειμένου να διαβούν τον Ευφράτη τού Ξενοφώντος «κοντά στις πηγές του», οι προτάσεις αυτές (Μπουσέρ, Λέμαν-Χάουπτ, Μανφρέντι) οδηγούν τούς Μύριους στις πηγές τού Μουράτ, στη νοτιοανατολική άκρη τής σημερινής Τουρκίας, ενώ προορισμός των Μυρίων ήταν η θάλασσα στον βορρά. Άλλες προτάσεις που επίσης θεωρούν ως Ευφράτη τού Ξενοφώντος τον Μουράτ, αλλά τον διαβαίνουν 200 χλμ δυτικά από τις πηγές του (Κίπερτ, Λέντλε), δεν εξηγούν τον λόγο για τον οποίο αυτή η απόσταση των 200 χλμ είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως «κοντά στις πηγές» και μάλιστα με τα δεδομένα χρόνου και διανύσεων τού 4ου π.Χ. αιώνα.
Δεύτερον, ερμηνεύουν λανθασμένα την έκφραση τού Ξενοφώντος «παρὰ τὸν ποταμόν». Προτάσεις για τη διαδρομή που εκτρέπονται από τη Μους προς τα βορειοανατολικά, προκειμένου να φτάσουν στον Αράξη σε επτά ημέρες και όχι να βαδίσουν δίπλα σε αυτό το ποτάμι για την ίδια χρονική περίοδο, αποδίδουν διαφορετικό νόημα σε αυτή την απλή, συνηθισμένη και όχι διφορούμενη διατύπωση.
Τρίτον, δεν λαμβάνουν υπόψη το υφιστάμενο δίκτυο διαδρομών την εποχή τού Ξενοφώντος. Βγαίνοντας από τη χώρα των Καρδούχων και φτάνοντας σε μεγάλο χωριό με παλάτι (Σιρτ), οι Έλληνες δεν στερούνταν την ευκαιρία να μάθουν με ποιον τρόπο θα προχωρούσαν. Όταν έφτασαν στην περιοχή τού ποταμού Τηλεβόα (Μους), τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο σαφή. Συνέχισαν να πορεύονται και έφτασαν εκεί όπου έπρεπε να φτάσουν: κοντά στους πρόποδες τής οροσειράς Κοπ, εκεί όπου η διαδρομή καραβανιών από το Ερζερούμ ανηφόριζε προς τη Μπαϊμπούρτ και την Τραπεζούντα. Βρήκαν όμως αυτόν τον δρόμο αποκλεισμένο από το χιόνι. Έτσι ακολούθησαν μια από τις διαθέσιμες εναλλακτικές επί τής κύριας βόρειας διαδρομής δύσης-ανατολής των καραβανιών, θεωρώντας ότι ο Αράξης (Φάσις) ήταν ο Φάσις τής Κολχίδας. Γι’ αυτό κινήθηκαν προς τα ανατολικά.
Τέταρτον, αγνοούν συστηματικά ή ερμηνεύουν εσφαλμένα την έκφραση τού Ξενοφώντος «πάλιν εἰς Φᾶσιν». Παρά την απόκρυψη τής πορείας προς τα ανατολικά, ο Ξενοφών καθιστά σαφές ότι ένα ταξίδι στη Φάση τής Κολχίδας ήταν στο μυαλό του, ακόμη κι όταν οι Μύριοι είχαν φτάσει στα Κοτύωρα. Δηλώνει επίσης ξεκάθαρα, ότι κατηγορήθηκε ότι σκόπευε να εξαπατήσει τούς στρατιώτες και να τούς οδηγήσει ξανά (ή πίσω ξανά) στην πόλη τής Φάσης. Η ελληνική γλώσσα δεν επιτρέπει άλλο νόημα στην έκφραση «πάλιν εἰς Φᾶσιν». Επομένως κάθε πρόταση για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι επιχειρήθηκε πορεία προς τη Φάση τής Κολχίδας.
Πέμπτον, δεν συμβιβάζονται με την τοπογραφική περιγραφή τού Ξενοφώντος όταν δέχονται Σκυθηνούς στη στενή κοιλάδα τού Τσορούχ (θεωρούμενου ως Άρπασου) και στη Μπαϊμπούρτ (υποτιθέμενη Γυμνιάς), πράγμα που υποχρεώνει αυτές τις απόψεις να ισχυρίζονται, ότι η ομαλή πεδιάδα επί τής οποίας οι Μύριοι πορεύτηκαν για τέσσερις ημέρες, από τον ποταμό Άρπασο μέχρι τα χωριά αναψυχής, πριν από την άφιξή τους στην πόλη Γυμνιάς, ήταν η κοιλάδα τού ποταμού Άκαμψι (Τσορούχ), από τη συμβολή του με τον ποταμό Όλτου στην περιοχή τού σημερινού Γιουσουφέλι και στην αντίθετη κατεύθυνση από τη ροή τού ποταμού, προς την Ισπίρ. Όμως κάθε φορά που ο Ξενοφών αναφέρει πεδιάδα (πεδίον) στην Κύρου Ανάβαση, η πεδιάδα υπάρχει.1 Δεν φαίνεται πιθανό ότι ο Ξενοφών (4.7.18), καθώς και ο Διόδωρος (14.29.2), όταν αφηγείται πορεία 120 περίπου χλμ (20 παρασαγγών) πάνω σε ομαλή πεδιάδα, είχε κατά νου την άνω κοιλάδα τού Τσορούχ. Η αντίφαση αυτή υπογραμμίζεται στον Χάρτη 12.1, όπου το μέρος Α απεικονίζει την πρότασή μας για την πεδιάδα στην οποία βάδισαν στο χιόνι (Ανάβ. 4.5.3: ἐντεῦθεν ἐπορεύοντο διὰ χιόνος πολλῆς καὶ πεδίου), το μέρος Β απεικονίζει την πρότασή μας για την ομαλή πεδιάδα μετά τη διάσχιση τού Άρπασου (4.7.18: ἐντεῦθεν ἐπορεύθησαν διὰ Σκυθηνῶν σταθμοὺς τέτταρας παρασάγγας εἴκοσι διὰ πεδίου εἰς κώμας), ενώ το μέρος Γ απεικονίζει την επικρατούσα άποψη για τη δεύτερη αυτή ομαλή πεδιάδα λαμβάνοντας ως ποταμό Άρπασο τον Τσορούχ. Η κλίμακα στα τρία τμήματα τού χάρτη είναι η ίδια και όλες οι ισοϋψείς καμπύλες είναι σε διαστήματα υψομέτρου 200 μέτρων. Στην τοπογραφία οι πυκνές ισοϋψείς καμπύλες εκφράζουν ακριβώς το αντίθετο τής ομαλής πεδιάδας. Επομένως στο τμήμα Γ δεν υπάρχει πεδιάδα στη στενή κοιλάδα τού Τσορούχ από το Γιουσουφέλι μέχρι την Ισπίρ.
Χάρτης 12.1: Τρόποι ερμηνείας τής έκφρασης «πεδιάδα» (πεδίον) στον Ξενοφώντα
Έκτον, δεν εξηγούν ποιους εννοεί ο Ξενοφών ως Χάλυβες στο τέταρτο βιβλίο τής Κύρου Ανάβασης και αν οι Χάλυβες αυτοί έχουν σχέση με τούς Χάλυβες τού πέμπτου βιβλίου. Προφανώς ήταν αδύνατο να βρισκόταν ο ίδιος λαός σε θέσεις διαμετρικά αντίθετες (νοτιοανατολικά και βορειοδυτικά) ως προς τις Ποντικές Άλπεις, πολύ περισσότερο επειδή οι ανίκητοι πολεμιστές τού τέταρτου βιβλίου, δηλαδή οι Χάλδιοι (Ουραρτού), περιγράφονται από τον Ξενοφώντα ως πολύ διαφορετικοί από τούς μεταλλωρύχους και καμινευτές υποτελείς των Μοσσυνοίκων τού πέμπτου (Χάλυβες).
Έβδομον, οι επικρατούσες απόψεις σχετίζονται με απροθυμία διασταύρωσης τής περιοχής διαμονής των Σκυθών με βάση τα ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία. Εκτός από τα γραπτά των αρχαίων συγγραφέων (Ηρόδοτος, Πλίνιος, Στράβων), υπάρχει συνεχής βιβλιογραφία για τούς Σκύθες στην Υπερκαυκασία, δηλαδή στις περιοχές τής σημερινής Αρμενίας, τη Γεωργίας και τού Αζερμπαϊτζάν, καθώς και για σχετικά αρχαιολογικά ευρήματα. Δεν υπάρχει κανένα τέτοιο στοιχείο για τη σημερινή Μπαϊμπούρτ.
Τέλος, ίσως οι επικρατούσες απόψεις για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων έχουν αποπροσανατολιστεί λόγω τής άκαρπης προσπάθειας μιας διακεκριμένης αυθεντίας να εντοπίσει την πόλη Γυμνιάς στην πιο πιθανή της θέση. Έχουμε σημειώσει τον βαθμό στον οποίο ο Ρένελ (1816) λαμβάνει υπόψη τη σύντομη αφήγηση τού Διόδωρου για την εκστρατεία τού Κύρου τού Νεότερου. Έχουμε επίσης αναφέρει, ότι αν δεν έλειπε σελίδα από την έκδοση τού 1721 τής μετάφρασης τού Μπουθ, η οποία ήταν ήδη 80 ετών, όταν τη χρησιμοποίησε ο Ρένελ γράφοντας το βιβλίο του το 1794-1795 και οριστικοποιώντας αυτό το 1812, θα αναμενόταν να σχολιάσει ομοίως την πορεία 15 ημερών προς το όρος Θήχης, καθώς και τις επιπλέον 19 ημέρες ανάπαυσης, όπως σχολίασε εκτεταμένα άλλα σημεία τής αφήγησης τού Διόδωρου. Δεδομένου ότι ο Ρένελ (1816) οδηγεί τούς Μύριους στην περιοχή τού Γκυουμρί, στη βόρεια λεκάνη τού ποταμού Άρπασου (Άρπα τσάι), ενώ από εκεί τούς οδηγεί πάλι πίσω στην περιοχή τού Ερζερούμ, προκειμένου να εντοπίσει μια πόλη Γυμνιάς σε απόσταση συμβατή με τις πέντε ημέρες τού Ξενοφώντος, σίγουρα θα είχε λάβει υπόψη τις αντίστοιχες παρατηρήσεις τού Διόδωρου, αν είχαν βρεθεί στη διάθεσή του. Φαίνεται ότι αυτό δεν συνέβη. Έτσι, μετά τον Ρένελ, τα πράγματα ακολούθησαν στο θέμα αυτό τον δρόμο που επιβάλλεται από το κυρίαρχο παράδειγμα.2 Οι αναφορές στον Διόδωρο λιγόστευαν ολοένα στις μεταγενέστερες μελέτες. Στις σύγχρονες εργασίες για τα γεγονότα και τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων οι αναφορές στον Διόδωρο είναι σπάνιες, ενώ καμία σχεδόν από αυτές δεν έχει σχέση με τις επιπλέον ημέρες πορείας και στάθμευσης.
Σήμερα, περισσότερα από διακόσια χρόνια από την έκδοση τού βιβλίου τού Ρένελ, μπορούμε να αναρωτηθούμε: Άραγε με ποιον τρόπο θα είχαν εξελιχθεί τα πράγματα κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων στη σχετική με την Κάθοδο των Μυρίων βιβλιογραφία, αν ο Ρένελ είχε σχολιάσει, όπως ήταν αναμενόμενο, αυτές τις επιπλέον χρονικές περιόδους τού Διόδωρου; Μπορούμε όμως επίσης να απορούμε: Πώς άραγε είναι δυνατόν εσφαλμένες απόψεις για τη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης, για την έννοια τού παρασάγγη και για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων να οφείλονται όχι μόνο στο γεγονός ότι ο Ρένελ διάβασε τον Διόδωρο από παλιά αγγλική μετάφραση σε βιβλίο από το οποίο έλειπε (ή δεν ήταν ευανάγνωστη) κάποια σελίδα, αλλά και στο ότι έκτοτε, μετά την εποχή τού Ρένελ, περιφρονείται συνεχώς αδικαιολόγητα η αφήγηση τής μόνης διαθέσιμης εναλλακτικής αρχαίας πηγής για τα γεγονότα αυτά;
Ακολουθεί στο βιβλίο το πρωτότυπο κείμενο (και δική μας απόδοση στη νεοελληνική γλώσσα) τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος. Ακολουθεί επίσης το πρωτότυπο κείμενο (και δική μας απόδοση στη νεοελληνική) τού αποσπάσματος τής Ιστορικής Βιβλιοθήκης τού Διόδωρου Σικελιώτη το οποίο αναφέρεται στα ίδια γεγονότα, καθώς και το πρωτότυπο κείμενο (και δική μας απόδοση στη νεοελληνική) τής σύνοψης των Περσικών τού Κτησία στη Μυριόβιβλο τού Φωτίου και το πρωτότυπο κείμενο (και δική μας απόδοση στη νεοελληνική) τού έργου Αρταξέρξης τού Πλουτάρχου. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με κεφάλαια για τα «Νομίσματα, Μέτρα και Σταθμά», για τα «Πρόσωπα» και για τη «Γεωγραφία» τής Κύρου Ανάβασης, καθώς και με τη βιβλιογραφία που εξετάστηκε.
<-11. Έλεγχος των αποστάσεων επί τού χάρτη |