Ο «Αρταξέρξης» στους «Βίους Παράλληλους» τού Πλουτάρχου

Στο δεύτερο κεφάλαιο αναφερθήκαμε στον Πλούταρχο (46-120 μ.X),1 ελληνικής καταγωγής Ρωμαίο πολίτη, ιστορικό και βιογράφο που γεννήθηκε στη Χαιρώνεια τής Βοιωτίας, πιο διάσημο από τα έργα τού οποίου είναι οι Βίοι Παράλληλοι. Σε αυτό βιογραφούνται διάσημες προσωπικότητες τής αρχαιότητας ταξινομημένες σε ζεύγη, ένας Έλληνας και ένας Ρωμαίος, για να φωτίζονται οι κοινές ηθικές αρετές και τα ελαττώματά τους. Οι διασωζόμενοι Βίοι περιλαβάνουν εικοσιτέσσερα ζεύγη, ενώ υπάρχουν και τέσσερις ασύζευκτοι Βίοι, μεταξύ των οποίων και εκείνος τού Αρταξέρξη [Β’], τού αδελφού τού Κύρου και Πέρση αυτοκράτορα στην Κύρου Ανάβαση.

Έχουμε αναφέρει ότι ο Πλούταρχος, στη δική του περιγραφή τής μάχης στα Κούναξα, παρέχει μερικές λεπτομέρειες που δεν υπάρχουν στον Ξενοφώντα, όπως το όνομα τού τόπου και τη θέση του σε σχέση με τη Βαβυλώνα.2 Αναφέραμε επίσης3 ότι κατά τον Πλούταρχο ήταν η δειλία τού Κλεάρχου και όχι η βιασύνη τού Κύρου εκείνη που προκάλεσε την πτώση τού τελευταίου. Ο Κλέαρχος προσπάθησε να πείσει τον Κύρο πριν από τη μάχη να τον αφήσει στην οπισθοφυλακή και τελικά κατέλαβε τη δεξιά πλευρά, για να απολαμβάνει τής προστασίας τού ποταμού.

Ο Πλούταρχος μάς δίνει αρκετά στοιχεία για τον Τιρίβαζο, τον σατράπη τής Δυτικής Αρμενίας (Ανάβ. 4.4.4) την εποχή τής Καθόδου των Μυρίων, ο οποίος συνήψε συνθήκη με τούς Έλληνες (Ανάβ. 4.4.6) και τούς ακολουθούσε από κοντά στην πορεία τους (Ανάβ. 4.4.7). Περιγράφει επίσης τη στενή σχέση τού Τιρίβαζου με τον βασιλιά Αρταξέρξη Β’. Ο Τιρίβαζος πήγαινε για κυνήγι μαζί με τον βασιλιά (5.2). Ήταν ο πρώτος που τόλμησε να πει στον βασιλιά ότι δεν έπρεπε να αποφύγει τη μάχη με τον αδελφό του Κύρο (7.2). Στη μάχη στα Κούναξα ανέβασε σε άλλο άλογο τον βασιλιά, όταν ο Κύρος τραυμάτισε το άλογο τού βασιλιά και εκείνος έπεσε στο έδαφος (10.1). Αργότερα ο Τιρίβαζος οργάνωσε συνθήκη με τούς Καδουσίους για λογαριασμό τού βασιλιά (24.2-24.5). Στο τέλος όμως έγινε εντελώς εχθρός τού βασιλιά Αρταξέρξη, που ενώ είχε υποσχεθεί να δώσει την κόρη του Άμαστρι σε γάμο στον Τιρίβαζο, παντρεύτηκε ο ίδιος την Άμαστρι και αρραβώνιασε τον Τιρίβαζο με την άλλη κόρη του Άτοσσα (27.4), αλλά σύντομα ερωτεύτηκε και την Άτοσσα και την παντρεύτηκε κι αυτήν (27.5). Ο Τιρίβαζος οργάνωσε συνωμοσία υπέρ τού πρίγκιπα Δαρείου, γιου τού βασιλιά Αρταξέρξη (28.1-28.3), η οποία όμως απέτυχε και θανατώθηκε ο Δαρείος, ενώ σκοτώθηκε και ο Τιρίβαζος (29.1-29.4).

Ο Πλούταρχος μάς δίνει πρόσθετες πληροφορίες (26.3-5) για την Ασπασία, τη γυναίκα από τη Φώκαια, την παλλακίδα τού Κύρου, την οποία άρπαξαν οι άνθρωποι τού βασιλιά όταν λεηλάτησαν το στρατόπεδο τού Κύρου στα Κούναξα (Ανάβ. 1.10.2). Περιγράφει επίσης τη διάσταση μεταξύ τού βασιλιά Αρταξέρξη και τού γιου του Δαρείου για λογαριασμό τής Ασπασίας (27.1-27.3).

Για τον θάνατο τού Κύρου ο Πλούταρχος παρουσιάζει τόσο την άποψη τού Κτησία, ότι προηγήθηκε ο τραυματισμός τού βασιλιά Αρταξέρξη από τον Κύρο, όσο και εκείνη του Δείνωνος, όπου ο Κύρος τραυμάτισε το άλογο τού βασιλιά αλλά όχι τον ίδιο.

Ας δούμε όμως το κείμενο τού Πλουτάρχου:

1. Καταγωγή ονομάτων Αρταξέρξη και Κύρου

Ο πρώτος Αρταξέρξης4 από τούς βασιλείς τής Περσίας που διακρίθηκε για πραότητα και μεγαλοψυχία ονομαζόταν Μακρόχειρ επειδή το δεξί του χέρι ήταν μακρύτερο από το αριστερό και ήταν γιος τού Ξέρξη. Ο δεύτερος Αρταξέρξης,5 για τον οποίο γράφονται τα παρόντα, ονομαζόταν Μνήμων και ήταν εγγονός τού πρώτου από την κόρη του Παρυσάτιδα. Γιατί ο Δαρείος6 και η Παρύσατις είχαν τέσσερις γιους, με μεγαλύτερο τον Αρταξέρξη, ύστερα από αυτόν τον Κύρο και μικρότερους από αυτούς τον Οστάνη και τον Οξάθρη.7

Ο Κύρος πήρε το όνομά του από τον Κύρο τον παλαιό,8 ο οποίος, όπως λένε, ονομάστηκε έτσι από τον ήλιο. Γιατί «Κύρος» είναι η περσική λέξη για τον ήλιο. Ο Αρταξέρξης αρχικά ονομαζόταν Αρσίκας, αν και ο Δείνων9 δίνει το όνομα ως Οάρσης. Είναι όμως απίθανο να αγνοούσε ο Κτησίας το όνομα τού βασιλιά στην αυλή τού οποίου ζούσε ως γιατρός τού ίδιου, τής γυναίκας, τής μητέρας και των παιδιών του, ακόμη κι αν έχει βάλει στο έργο του τέλειο συνονθύλευμα από εξωφρενικές και απίστευτες ιστορίες.10

2. Η Παρύσατις προωθεί τον Κύρο ως διάδοχο

Ο Κύρος λοιπόν, από τα πρώτα του χρόνια, ήταν δυναμικός και ορμητικός, αλλά ο Αρταξέρξης φαινόταν πιο ήπιος σε όλα και φυσικά πιο ήπιος στις παρορμήσεις του. Τη γυναίκα του, όμορφη και εξαίρετη, την παντρεύτηκε σύμφωνα με την εντολή των γονιών του και την κράτησε παρά τη διαφωνία τους. Γιατί αφού ο βασιλιάς σκότωσε τον αδελφό της, ήθελε να σκοτώσει επίσης κι εκείνη.11

Αλλά ο Αρσίκας, πέφτοντας στα πόδια τής μητέρας του και παρακαλώντας την με πολλά δάκρυα, πήρε τελικά την υπόσχεσή της ότι δεν θα σκοτωνόταν η γυναίκα του ούτε θα χωριζόταν από αυτόν. Όμως η μητέρα αγαπούσε περισσότερο τον Κύρο και ήθελε να διαδεχθεί εκείνος στον θρόνο. Γι’ αυτό, όταν ο πατέρας του ήταν τώρα άρρωστος, κλήθηκε ο Κύρος από την ακτή τής θάλασσας και ανέβαινε γεμάτος ελπίδα, ότι με τις προσπάθειες τής μητέρας του θα οριζόταν διάδοχος τής αυτοκρατορίας.12

Γιατί η Παρύσατις είχε ένα εύσχημο επιχείρημα, το ίδιο που χρησιμοποίησε ο Ξέρξης ο Πρεσβύτερος με τη συμβουλή τού Δημάρατου: είχε γεννήσει τον Αρσίκα για τον Δαρείο όταν εκείνος ιδιώτευε, αλλά τον Κύρο όταν ήταν βασιλιάς.13 Δεν μπόρεσε όμως να επικρατήσει και ανακηρύχθηκε βασιλιάς ο μεγαλύτερος γιος με το νέο όνομα Αρταξέρξης, ενώ ο Κύρος παρέμεινε σατράπης τής Λυδίας και διοικητής των δυνάμεων στις παραθαλάσσιες επαρχίες.14 15

3. Μύηση Αρταξέρξη. Αποκάλυψη συνωμοσίας Κύρου

Λίγο μετά τον θάνατο τού Δαρείου ο νέος βασιλιάς εξόρμησε στις Πασαργάδες, για να λάβει τη βασιλική μύηση από τούς Πέρσες ιερείς. Εκεί υπάρχει ιερό πολεμικής θεάς που θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι είναι η Αθηνά.16

Σε αυτό το ιερό πρέπει να περάσει ο υποψήφιος για μύηση, και αφού αφήσει στην άκρη το δικό του κατάλληλο ένδυμα, πρέπει να φορέσει εκείνο που φορούσε ο Κύρος ο Πρεσβύτερος πριν γίνει βασιλιάς. Τότε πρέπει να φάει μια πίτα με σύκα, να μασήσει λίγο ξύλο τερεβίνθου και να πιει ένα φλιτζάνι ξινόγαλο. Οτιδήποτε άλλο γίνεται πέρα από αυτά είναι άγνωστο στους αμύητους.17

Καθώς ο Αρταξέρξης ετοιμαζόταν να πραγματοποιήσει αυτές τις ιεροτελεστίες, έφτασε ο Τισσαφέρνης φέρνοντάς του έναν ιερέα, που είχε καθοδηγήσει τον Κύρο μέσω τής συνήθους αγωγής για τα αγόρια, τού είχε διδάξει τη σοφία των Μάγων και θεωρούνταν ότι ήταν πιο στενοχωρημένος από όλους τούς Πέρσες, επειδή ο μαθητής του δεν είχε ανακηρυχθεί βασιλιάς.18

Για αυτόν τον λόγο επίσης η κατηγορία του εναντίον τού Κύρου κέρδισε αξιοπιστία. Τον κατηγόρησε ότι περίμενε σε ενέδρα μέσα στο ιερό μέχρι να βγάλει το ένδυμά του ο βασιλιάς και τότε να πέσει πάνω του και να τον σκοτώσει. Κάποιοι λένε ότι ο Κύρος συνελήφθη λόγω αυτής τής ψευδούς κατηγορίας. Άλλοι ότι όντως μπήκε στο ιερό, κρύφτηκε εκεί και παραδόθηκε κρυπτόμενος από τον ιερέα.19

Τώρα όμως, καθώς επρόκειτο να θανατωθεί, η μητέρα του τον έσφιξε στην αγκαλιά της, τύλιξε τις μπούκλες των μαλλιών της γύρω του, πίεσε τον λαιμό του πάνω στον δικό της, και με πολύ θρήνο και ικεσία επέβαλε στον βασιλιά και τον λυπήθηκε και τον έστειλε πίσω στην ακτή. Εκεί δεν ήταν ικανοποιημένος με το αξίωμα που τού είχε ανατεθεί, ούτε θυμόταν την αποφυλάκισή του, αλλά μόνο τη σύλληψή του. Και ο θυμός του τον έκανε πιο πρόθυμο από πριν να εξασφαλίσει τον θρόνο της αυτοκρατορίας.20

4. Χαρακτήρας τού βασιλιά Αρταξέρξη

Κάποιοι λένε ότι [ο Κύρος] επαναστάτησε από τον βασιλιά, επειδή το επίδομά του δεν έφτανε για τα καθημερινά του γεύματα, κάτι που είναι παράλογο. Γιατί αν δεν υπήρχαν άλλοι πόροι δικοί του, η μητέρα του είχε αρκετούς πόρους και τού έδινε δωρεάν από τα δικά της πλούτη όλα όσα ήθελε να πάρει και να χρησιμοποιήσει. Το ότι είχε πλούτη αποδεικνύεται από τα μισθοφορικά στρατεύματα που διατηρούσαν για λογαριασμό του σε πολλά μέρη οι φίλοι και οι διασυνδέσεις του, όπως μάς λέει ο Ξενοφών.21 Γιατί δεν τούς συγκέντρωνε μαζικά, αφού ακόμη προσπαθούσε να κρύψει τις προετοιμασίες, αλλά [συγκέντρωνε] σε ένα μέρος κάποιους και σε άλλο άλλους, ενώ με πολλές προφάσεις συνέχιζε να στρατολογεί ξένους.22

Όσον αφορά τις υποψίες τού βασιλιά, η μητέρα του, που βρισκόταν στην αυλή, προσπαθούσε να τις απομακρύνει, ενώ ο ίδιος ο Κύρος έγραφε πάντοτε με υποταγή, μερικές φορές ζητώντας χάρη από αυτόν και μερικές φορές κατηγορώντας τον Τισσαφέρνη, σαν να ήταν εναντίον εκείνου η σφοδρή διαμάχη του.23

Υπήρχε επίσης μια κάποια αναβλητικότητα στη φύση τού βασιλιά, την οποία οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούσαν επιείκεια. Επιπλέον, στην αρχή φαινόταν να μιμείται τελείως την πραότητα τού Αρταξέρξη τού οποίου το όνομα έφερε, παρουσιάζοντας τον εαυτό του πολύ ευχάριστο στις συναναστροφές και απονέμοντας μεγαλύτερες τιμές και χάρες από ό,τι πραγματικά άξιζε καθένας, ενώ από όλες τις τιμωρίες του αφαιρούσε το στοιχείο τής προσβολής ή τής εκδικητικής ευχαρίστησης, και κατά την αποδοχή και απονομή ευεργεσιών φαινόταν όχι λιγότερο γοητευτικός και ευγενικός στους δωρητές απ’ όσο στους αποδέκτες.24

Γιατί δεν υπήρχε κανένα δώρο τόσο μικρό που να μην το δεχόταν με προθυμία. Μάλιστα όταν κάποιος Ωμίσης τού έφερε ένα μόνο ρόδι υπερβολικού μεγέθους, είπε: «Μα τον Μίθρα, αυτός ο άνθρωπος θα έκανε γρήγορα μια πόλη μεγάλη από μικρή, αν τού την εμπιστεύονταν».25

5. Χαρακτήρας τού Τιρίβαζου και τής Στάτειρας

Μια φορά που βρισκόταν σε ταξίδι και διάφοροι τού πρόσφεραν διάφορα πράγματα, ένας εργάτης, που δεν έβρισκε τίποτε άλλο εκείνη τη στιγμή, έτρεξε στο ποτάμι και παίρνοντας λίγο νερό στα χέρια του, τού το πρόσφερε. Ο Αρταξέρξης χάρηκε τόσο πολύ, που τού έστειλε ένα χρυσό κύπελλο και χίλιους δαρεικούς.26 Στον Σπαρτιάτη Ευκλείδα, που τού έλεγε συχνά τολμηρά και αυθάδη πράγματα, έστειλε τον αξιωματικό τής φρουράς του να τού πει αυτά τα λόγια: «Είναι στη δύναμή σου να λες ό, τι θέλεις, αλλά είναι στο χέρι μου να λέω και να κάνω».27

Και πάλι, όταν μια φορά κυνηγούσε και ο Τιρίβαζος τού έδειξε ότι το παλτό του ήταν σχισμένο, τον ρώτησε τι έπρεπε να γίνει. Και όταν ο Τιρίβαζος απάντησε, «Φόρεσε άλλο εσύ, κι αυτό δώσε το σε μένα», ο βασιλιάς το έκανε, λέγοντας: «Σού το δίνω αυτό, Τιρίβαζε, αλλά σού απαγορεύω να το φορέσεις». Ο Τιρίβαζος δεν έδωσε σημασία σε αυτήν την εντολή (δεν ήταν κακός άνθρωπος, αλλά μάλλον ελαφρύς και παρασυρόμενος) και αμέσως φόρεσε το παλτό τού βασιλιά και στολίστηκε με χρυσά περιδέραια και γυναικεία στολίδια βασιλικής λαμπρότητας. Όλοι αγανάκτησαν με αυτό (γιατί ήταν κάτι απαγορευμένο). Αλλά ο βασιλιάς απλώς γέλασε και είπε: «Σού επιτρέπω να φοράς τα μπιχλιμπίδια ως γυναίκα και την ενδυμασία ως τρελός».28

Επίσης κανείς δεν μοιραζόταν το τραπέζι ενός Πέρση βασιλιά εκτός από τη μητέρα του ή την παντρεμένη σύζυγό του, με τη σύζυγο να κάθεται μετά [κάτω] και τη μητέρα πριν [πάνω] από αυτόν. Όμως ο Αρταξέρξης καλούσε στο ίδιο τραπέζι μαζί του τούς αδελφούς του, τον Οστάνη και τον Οξάθρη, αν και ήσαν μικρότεροί του. Αυτό όμως που ευχαριστούσε περισσότερο τούς Πέρσες ήταν το θέαμα τής άμαξας τής συζύγου του Στάτειρας, που εμφανιζόταν πάντοτε χωρίς κουρτίνες και έτσι επέτρεπε στις γυναίκες τού λαού να πλησιάζουν και να χαιρετούν τη βασίλισσα. Αυτό έκανε τη βασιλεία αγαπητή από τον απλό λαό.29

6. Ο Κύρος οργανώνει στρατό εναντίον τού Αρταξέρξη

Όμως οι ανήσυχοι και δραστήριοι άνθρωποι νόμιζαν ότι οι υποθέσεις χρειάζονταν τον Κύρο, άνθρωπο που είχε λαμπρό πνεύμα, εξαιρετική ικανότητα στον πόλεμο και μεγάλη αγάπη για τούς φίλους του. Και ότι το μέγεθος τής αυτοκρατορίας απαιτούσε βασιλιά με υψηλό φρόνημα και φιλοδοξίες. Κατά συνέπεια ο Κύρος, όταν άρχιζε τον πόλεμο, βασιζόταν τόσο στους ανθρώπους τής [περσικής] ενδοχώρας όσο και σε εκείνους τής δικής του επαρχίας και διοίκησης.30

Έγραψε επίσης στους Σπαρτιάτες, καλώντας τους να τον βοηθήσουν και να τού στείλουν άνδρες και υποσχόμενος ότι θα έδινε σε όσους έρχονταν, άλογα αν ήσαν πεζοί, άρματα και ζεύγη αλόγων αν ήσαν ιππείς, χωριά αν είχαν χωράφια, και πόλεις αν είχαν χωριά. Και την αμοιβή των στρατιωτών δεν θα τη μετρούσαν αλλά θα τη ζύγιζαν.31

Επιπλέον, μαζί με πολλές βαρύγδουπες κουβέντες για τον εαυτό του, έλεγε ότι είχε πιο γερή καρδιά από τον αδελφό του, ήταν περισσότερο φιλόσοφος, πιο έμπειρος στη σοφία των Μάγων και μπορούσε να πίνει και να αντέχει περισσότερο κρασί από εκείνον. Ο αδελφός του, έλεγε, ήταν πολύ θηλυπρεπής και δειλός είτε για να καθίσει στο άλογό του στο κυνήγι είτε στον θρόνο του σε εποχή κινδύνου.32

Οι Σπαρτιάτες λοιπόν έστειλαν μήνυμα στον Κλέαρχο, προστάζοντάς τον να παράσχει στον Κύρο κάθε βοήθεια.33 Έτσι ο Κύρος βάδιζε εναντίον τού βασιλιά με μεγάλη δύναμη βαρβάρων και σχεδόν δεκατρείς χιλιάδες Έλληνες μισθοφόρους,34 ισχυριζόμενος το ένα πρόσχημα μετά το άλλο για την εκστρατεία του. Αλλά ο πραγματικός της σκοπός δεν κρύφτηκε για πολύ, γιατί ο Τισσαφέρνης πήγε αυτοπροσώπως στον βασιλιά και τον ενημέρωσε γι’ αυτό. Τότε υπήρξε μεγάλη αναταραχή στην αυλή, όπου η Παρύσατις κατηγορήθηκε περισσότερο για τον πόλεμο και οι φίλοι της αντιμετώπισαν υποψίες και κατηγορίες.35

Πάνω απ’ όλα ήταν θυμωμένη με την Παρυσάτιδα η Στάτειρα, που την στενοχωρούσε πολύ ο πόλεμος και συνέχιζε να φωνάζει: «Πού είναι τώρα αυτές οι υποσχέσεις σου; Και πού είναι οι ικεσίες με τις οποίες έσωσες τον άνθρωπο που είχε συνωμοτήσει εναντίον τής ζωής τού αδελφού του, μόνο για να μάς μπλέξει σε πόλεμο και συμφορά;». Γι’ αυτό η Παρύσατις μισούσε τη Στάτειρα, και όντας από τη φύση της σκληρή και άγρια στην οργή και την αγανάκτησή της, σχεδίαζε να τη σκοτώσει.36

Ο Δείνων λέει ότι η συνωμοσία της εκτελέστηκε κατά τη διάρκεια τού πολέμου. Ο Κτησίας όμως λέει ότι ολοκληρώθηκε εκ των υστέρων, και δεν είναι πιθανό να αγνοούσε τον χρόνο, αφού βρισκόταν στη σκηνή τής δράσης, ούτε είχε κάποιον λόγο, στην αφήγησή του για την πράξη, να αλλάξει τον χρόνο της σκόπιμα, όσο συχνά κι αν απομακρύνεται η ιστορία του από την αλήθεια, μετατρεπόμενη σε μύθο και δράμα. Θα δώσω λοιπόν στο γεγονός τον τόπο που τού έχει ορίσει εκείνος.37 38

7. Οι δύο αντίπαλοι πλησιάζουν στο πεδίο τής μάχης

Καθώς ο Κύρος προχωρούσε στην πορεία του, φήμες και αναφορές έφταναν στα αυτιά του ότι ο βασιλιάς είχε αποφασίσει να μην πολεμήσει αμέσως και δεν ήθελε να έρθει κοντά του, αλλά μάλλον να περιμένει στην Περσία, μέχρι να συγκεντρωθούν εκεί οι δυνάμεις του από όλα τα μέρη. Γιατί είχε σκάψει όρυγμα πλάτους δέκα οργιών39 και βάθους άλλων τόσων, επί μήκους τετρακοσίων σταδίων μέσα από την πεδιάδα. Και όμως επέτρεψε στον Κύρο να το διασχίσει και να φτάσει σε μικρή απόσταση από την ίδια τη Βαβυλώνα.40 41

Και ήταν ο Τιρίβαζος, όπως μάς λένε, εκείνος που πρώτος τόλμησε να πει στον βασιλιά ότι δεν έπρεπε να αποφεύγει τη μάχη, ούτε να αποσυρθεί από τη Μηδία και τη Βαβυλώνα, καθώς και από τα Σούσα, και να κρύβεται στην Περσία, όταν είχε δύναμη πολλαπλάσια από εκείνη τού εχθρού και αμέτρητους σατράπες και στρατηγούς, που ξεπερνούσαν τον Κύρο σε σοφία και στρατιωτική ικανότητα. Έτσι ο βασιλιάς αποφάσισε να αντιμετωπίσει το ζήτημα το συντομότερο δυνατό.42

Καταρχάς λοιπόν, με την ξαφνική εμφάνισή του με στρατό εννιακοσίων χιλιάδων ανδρών σε λαμπρή διάταξη τρόμαξε τόσο πολύ και τάραξε τον εχθρό, ο οποίος βάδιζε ασύντακτος και χωρίς όπλα, εξαιτίας τής τόλμης και τής περιφρόνησής του για τον βασιλιά, που ο Κύρος με δυσκολία μπόρεσε να τούς φέρει σε διάταξη μάχης μέσα σε πολλή αναταραχή και κραυγές. Έπειτα, οδηγώντας τις δυνάμεις του αργά και σιωπηλά, γέμισε τούς Έλληνες με έκπληξη για την καλή του πειθαρχία, αφού περίμεναν από τόσο μεγάλο πλήθος άτακτες φωνές και πηδήματα, με μεγάλη σύγχυση και διάσπαση των γραμμών τους.43

Εκτός από αυτό, έκανε καλά που παρέταξε μπροστά στη δική του φάλαγγα και εναντίον των Ελλήνων τα ισχυρότερα από τα δρεπανηφόρα άρματά του, ώστε, με τη δύναμη τής εφόδου τους, να κομματιάσουν τις τάξεις των Ελλήνων πριν αυτοί πλησιάσουν.44

8. Η μάχη στα Κούναξα

Καθώς πολλοί συγγραφείς μάς έχουν αναφέρει αυτή τη μάχη και αφού ο Ξενοφών45 τα φέρνει όλα μπροστά στα μάτια μας και με το σφρίγος τής περιγραφής του κάνει τον αναγνώστη του να συμμετέχει πάντοτε στα συναισθήματα και τούς κινδύνους τού αγώνα, σαν να ανήκει όχι στο παρελθόν αλλά στο παρόν, θα ήταν ανόητο να την περιγράψω ξανά, εκτός αν έχει παραλείψει πράγματα που αξίζει να αναφερθούν.46

Το μέρος λοιπόν όπου παρατάχθηκαν τα στρατεύματα ονομάζεται Κούναξα και απέχει πεντακόσια στάδια από τη Βαβυλώνα. Και μάς λένε ότι ο Κύρος πριν από τη μάχη, όταν ο Κλέαρχος τον παρακάλεσε να μείνει πίσω από τούς μαχητές και να μη διακυνδυνεύσει τη ζωή του, απάντησε: «Μα τι λες, Κλέαρχε; Προστάζεις εμένα, που λαχταρώ το βασίλειο, να είμαι ανάξιος για ένα βασίλειο;»47

Ήταν μεγάλο λάθος για τον Κύρο που βυθίστηκε βιαστικά στη μέση τής μάχης, αντί να προσπαθήσει να αποφύγει τούς κινδύνους της. Αλλά δεν ήταν μικρότερο λάθος, μάλλον ακόμη μεγαλύτερο, που ο Κλέαρχος αρνήθηκε να παρατάξει τούς Έλληνες εναντίον τού βασιλιά, αλλά κράτησε τη δεξιά του πτέρυγα κοντά στο ποτάμι για να μην τον περικυκλώσουν. Γιατί αν επιζητούσε την ασφάλεια πάνω από οτιδήποτε άλλο και είχε ως κύριο στόχο του να αποφύγει τις απώλειες, το καλύτερο θα ήταν να μείνει στο σπίτι του.48

Είχε όμως βαδίσει δέκα χιλιάδες στάδια από την ακτή με όπλα, χωρίς να τον εξαναγκάζει κανείς, αλλά για να εγκαταστήσει τον Κύρο στον βασιλικό θρόνο. Και ύστερα, αναζητώντας ένα μέρος και μια θέση που θα τού επέτρεπε όχι να σώσει τον αρχηγό και εργοδότη του, αλλά να πολεμήσει με ασφάλεια και όπως ήθελε, ήταν σαν κάποιον ο οποίος, λόγω τού φόβου τού στιγμιαίου κινδύνου, είχε παραμερίσει τα σχέδια που είχαν γίνει για γενική επιτυχία και είχε εγκαταλείψει τον σκοπό τής εκστρατείας.49

Γιατί αν οι Έλληνες είχαν επιτεθεί σε εκείνους που είχαν τοποθετηθεί γύρω από τον βασιλιά, κανένας από αυτούς δεν θα μπορούσε να κρατήσει τη θέση του. Και αν εκείνοι κατατροπώνονταν, τότε και ο βασιλιάς είτε θα σκοτωνόταν είτε θα τρεπόταν σε φυγή. Ο Κύρος θα είχε κερδίσει με τη νίκη του όχι μόνο τη σωτηρία αλλά και την αυτοκρατορία. Αυτό είναι σαφές από την πορεία των γεγονότων. Επομένως η επιφυλακτικότητα τού Κλεάρχου και όχι η παράλογη τόλμη τού Κύρου πρέπει να θεωρηθεί υπεύθυνη για την καταστροφή τού Κύρου και τής υπόθεσής του.50

Γιατί αν ο ίδιος ο βασιλιάς είχε αναζητήσει ένα μέρος, παρατάσσοντας στο οποίο τούς Έλληνες, η επίθεσή τους θα ήταν λιγότερο επιζήμια για αυτόν, δεν θα μπορούσε να βρει άλλο από εκείνο που ήταν πιο απομακρυσμένο από τον ίδιο και τούς άμεσους ακόλουθούς του, αφού ο ίδιος δεν γνώριζε ότι οι δυνάμεις του είχαν ηττηθεί εκεί, ενώ ο Κύρος δεν μπορούσε να εκμεταλλευτεί καθόλου τη νίκη τού Κλεάρχου, γιατί σκοτώθηκε πολύ νωρίς. Κι όμως ο Κύρος ήξερε καλά τι ήταν το καλύτερο και διέταξε τον Κλέαρχο να πάρει ανάλογα τη θέση του στο κέντρο.51

Ο Κλέαρχος όμως, αφού είπε στον Κύρο ότι θα φρόντιζε να γίνει το καλύτερο, τα κατέστρεψε όλα.52

9. Ο Κύρος σκοτώνει τον Αρταγέρση

Γιατί οι Έλληνες νικούσαν όσο ήθελαν τούς βαρβάρους και προχωρούσαν σε πολύ μεγάλη απόσταση καταδιώκοντάς τους. Αλλά τον Κύρο, που βρισκόταν πάνω σε άλογο μεγαλόσωμο αλλά άγριο και δύσκολο να οδηγηθεί (το όνομά του ήταν Πασακάς, όπως μάς λέει ο Κτησίας), τον συνάντησε σε πλήρη πορεία ο Αρταγέρσης, διοικητής των Καδουσίων, ο οποίος φώναξε με δυνατή φωνή:53

«Ω εσύ που ξεφτιλίζεις το όνομα τού Κύρου εκείνου, το ευγενέστατο όνομα μεταξύ των Περσών, πιο άδικε και ανόητε των ανθρώπων, ήρθες με κακούς Έλληνες σε κακό ταξίδι διεκδικώντας τα καλά πράγματα των Περσών και ελπίζεις να σκοτώσεις τον δικό σου αδελφό και αφέντη σου, που έχει ένα εκατομμύριο υπηρέτες που είναι καλύτεροι από σένα. Και θα έχεις αμέσως απόδειξη γι’ αυτό. Γιατί θα χάσεις το κεφάλι σου εδώ, πριν δεις το πρόσωπο τού βασιλιά».54

Με αυτά τα λόγια πέταξε το δόρυ του στον Κύρο. Αλλά ο θώρακας τού Κύρου αντιστάθηκε σθεναρά και ο Κύρος δεν τραυματίστηκε, αν και κουβαριάστηκε από το τράνταγμα τού δυνατού χτυπήματος. Τότε, καθώς ο Αρταγέρσης έστρεψε το άλογό του, ο Κύρος εκσφενδόνισε το δόρυ του, τον χτύπησε και πέρασε την αιχμή του μέσα από τον τράχηλό του τρυπώντας το περιλαίμιο.55

Έτσι πέθανε ο Αρταγέρσης από τα χέρια τού Κύρου, όπως συμφωνούν όλοι σχεδόν οι συγγραφείς. Αλλά όσον αφορά τον θάνατο τού ίδιου τού Κύρου, αφού ο Ξενοφών κάνει απλή και σύντομη αναφορά σε αυτόν,56 επειδή δεν ήταν παρών όταν συνέβη, ίσως δεν υπάρχει αντίρρηση να αφηγηθώ πρώτα τι λέει ο Δείνων για αυτόν και στη συνέχεια τι λέει ο Κτησίας.57

10. Θάνατος Κύρου κατά τον Δείνωνα

Ο Δείνων λοιπόν λέει ότι όταν έπεσε ο Αρταγέρσης, ο Κύρος επιτέθηκε με μανία σε εκείνους που είχαν παραταχθεί μπροστά στον βασιλιά, τραυμάτισε το άλογο τού βασιλιά και εκείνος έπεσε στο έδαφος.58 Όμως ο Τιρίβαζος τον ανέβασε γρήγορα σε άλλο άλογο, λέγοντας, «Βασιλιά, θυμήσου αυτή τη μέρα, γιατί δεν αξίζει να ξεχαστεί». Τότε ο Κύρος όρμησε ξανά και κατέβασε τον Αρταξέρξη από το άλογο.59

Αλλά στην τρίτη του επίθεση ο βασιλιάς, εξαγριωμένος πια και λέγοντας σε εκείνους που ήσαν μαζί του ότι ο θάνατος ήταν καλύτερος, όρμησε εναντίον τού Κύρου, ο οποίος επιτίθετο βιαστικά και απερίσκεπτα πάνω στις βολές των αντιπάλων του. Ο ίδιος ο βασιλιάς τον χτύπησε με ένα δόρυ, ενώ τον χτύπησαν και οι γύρω από τον βασιλιά.60

Έπεσε λοιπόν ο Κύρος, όπως λένε μερικοί, από τραύμα που προκάλεσε ο βασιλιάς, αλλά όπως λένε πολλοί άλλοι, από το χτύπημα ενός Κάρα, ο οποίος ανταμείφθηκε από τον βασιλιά για αυτό το κατόρθωμα με το προνόμιο να κουβαλά πάντοτε έναν χρυσό πετεινό στο δόρυ του, μπροστά από τη γραμμή, κατά τη διάρκεια εκστρατειών. Γιατί οι Πέρσες αποκαλούν τούς ίδιους τούς Κάρες πετεινούς, λόγω των λοφίων με τα οποία στολίζουν τα κράνη τους.61

11. Θάνατος Κύρου κατά τον Κτησία

Όμως η αφήγηση τού Κτησία, για να τη δώσουμε σε πολύ συντομευμένη μορφή, είναι κάπως έτσι: Αφού σκότωσε τον Αρταγέρση, ο Κύρος προέλασε εναντίον τού ίδιου τού βασιλιά και ο βασιλιάς εναντίον του, σιωπηλοί και οι δύο. Ο Αριαίος, ο φίλος τού Κύρου, έριξε προηγουμένως το δόρυ του στον βασιλιά, αλλά δεν τον τραυμάτισε. Και ο βασιλιάς, ρίχνοντας το δόρυ του στον Κύρο, δεν τον χτύπησε, αλλά χτύπησε και σκότωσε τον Σατιφέρνη, έμπιστο φίλο τού Κύρου και άνδρα ευγενούς καταγωγής.62

Ο Κύρος λοιπόν πέταξε το δόρυ του στον βασιλιά και τον τραυμάτισε στο στήθος μέσα από τον θώρακα, έτσι ώστε το κοντάρι βυθίστηκε σε βάθος δύο δακτύλων και ο βασιλιάς έπεσε από το άλογό του με το χτύπημα. Μέσα στη σύγχυση που ακολούθησε και τη φυγή των άμεσων οπαδών του, ο βασιλιάς σηκώθηκε όρθιος και με λίγους συντρόφους του, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Κτησίας, κατέλαβε έναν λόφο κοντά και παρέμενε εκεί ήσυχος. Αλλά τον Κύρο, που ήταν κυκλωμένος από τούς εχθρούς του, το αφηνιασμένο άλογό του τον μετέφερε σε μεγάλη απόσταση και επειδή ήταν τώρα σκοτάδι, οι εχθροί του δεν τον αναγνώριζαν και οι φίλοι του δεν μπορούσαν να τον βρουν.63

Με έπαρση από τη νίκη του και γεμάτος ορμητικότητα και αυτοπεποίθηση ίππευε ανάμεσα στους εχθρούς του, φωνάζοντας: «Ανοίξτε δρόμο, ζητιάνοι!» Έτσι φώναξε πολλές φορές στα περσικά και εκείνοι τού άνοιγαν δρόμο προσκυνώντας.64 Όμως η τιάρα τού Κύρου έπεσε από το κεφάλι του65 και ένας νεαρός Πέρσης, που ονομαζόταν Μιθριδάτης, τρέχοντας δίπλα του τον χτύπησε με το δόρυ του στον κρόταφο, κοντά στο μάτι, χωρίς να ξέρει ποιος ήταν.66 67

Ανάβλυσε πολύ αίμα από την πληγή και ο Κύρος, έκπληκτος και ζαλισμένος, έπεσε στο έδαφος. Το άλογό του διέφυγε και περιπλανιόταν στο πεδίο, αλλά το κάλυμμα τής κεφαλής τού αλόγου,68 που είχε γλιστρήσει, το έπιασε ο συνοδός τού άνδρα που είχε χτυπήσει τον Κύρο και ήταν ποτισμένο με αίμα.69 Στη συνέχεια, καθώς ο Κύρος συνερχόταν αργά και με δυσκολία από το χτύπημα, μερικοί ευνούχοι που ήσαν κοντά προσπάθησαν να τον βάλουν πάνω σε άλλο άλογο και να τον οδηγήσουν σε ασφαλές μέρος.70

Επειδή όμως δεν μπορούσε να ιππεύσει και ήθελε να πάει με τα πόδια του, τον στήριζαν και τον οδηγούσαν. Το κεφάλι του ήταν βαρύ και παραπατούσε,71 αλλά νόμιζε ότι ήταν νικητής, επειδή άκουγε τούς φυγάδες να χαιρετούν τον Κύρο ως βασιλιά και να τον παρακαλούν να τούς λυπηθεί. Στο μεταξύ μερικοί Καύνιοι, άτομα που πλήττονται από τη φτώχεια και ακολουθούν τον στρατό τού βασιλιά για να προσφέρουν ταπεινή υπηρεσία, έτυχε να ανακατευτούν ως φίλοι με εκείνους που βρίσκονταν γύρω από τον Κύρο.72

Όταν όμως αντιλήφθηκαν τελικά ότι οι χιτώνες πάνω από τούς θώρακές τους ήσαν πορφυρού χρώματος, ενώ όλοι οι άνθρωποι τού βασιλιά φορούσαν λευκούς, τότε κατάλαβαν ότι ήσαν εχθροί. Ένας λοιπόν από αυτούς, μη γνωρίζοντας ποιος ήταν ο Κύρος, τόλμησε να τον χτυπήσει από πίσω με το δόρυ του. Η φλέβα στον μηρό τού Κύρου έσπασε κι εκείνος έπεσε, ενώ ταυτόχρονα χτύπησε τον τραυματισμένο κρόταφό του σε μια πέτρα και έτσι πέθανε.73 Αυτή είναι η ιστορία τού Κτησία, στην οποία, σαν να έχει αμβλύ σπαθί, θέλει αυτός πολύ να σκοτώσει τον Κύρο, αλλά τον σκοτώνει τελικά.74

12. Ο βασιλιάς μαθαίνει ότι ο Κύρος είναι νεκρός

Όταν πέθανε πια ο Κύρος, ο Αρτασύρας, το μάτι τού βασιλιά,75 έτυχε να περνάει έφιππος και αναγνωρίζοντας τούς ευνούχους καθώς θρηνούσαν, ρώτησε τον πιο έμπιστο από εκείνους: «Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, Παρίσκα, δίπλα στον οποίο κάθεσαι θρηνώντας;» Και ο Παρίσκας απάντησε: «Ω Αρτασύρα, δεν βλέπεις τον Κύρο νεκρό;» Αφού λοιπόν εξεπλάγη γι’ αυτό ο Αρτασύρας, ζήτησε από τον ευνούχο να έχει θάρρος και να φυλάει το νεκρό σώμα, ενώ ο ίδιος πήγε βιαστικά στον Αρταξέρξη (ο οποίος είχε ήδη εγκαταλείψει την υπόθεσή του απογοητευμένος και επιπλέον βρισκόταν σωματικά σε άθλια κατάσταση από δίψα και από το τραύμα του) και τού είπε με χαρά ότι είχε δει με τα μάτια του τον Κύρο νεκρό. Στην αρχή ο βασιλιάς ξεκίνησε αμέσως να πάει αυτοπροσώπως στον τόπο και διέταξε τον Αρτασύρα να τον οδηγήσει εκεί. Αλλά επειδή γινόταν πολύς λόγος για τούς Έλληνες και υπήρχε φόβος ότι καταδίωκαν και νικούσαν και επικρατούσαν παντού, αποφάσισε να στείλει μεγαλύτερη ομάδα για να δει πού βρισκόταν ο Κύρος. Στάλθηκαν λοιπόν τριάντα άνδρες με πυρσούς.76

Στο μεταξύ, καθώς ο βασιλιάς πέθαινε σχεδόν από δίψα, ο ευνούχος Σατιβαρζάνης έτρεχε να τού βρει κάτι να πιεί. Γιατί ο τόπος δεν είχε νερό και το στρατόπεδο βρισκόταν μακριά. Στο τέλος λοιπόν έπεσε πάνω σε έναν από εκείνους τούς Καυνίους που ζούσαν με στερήσεις, ο οποίος είχε άθλιο και μολυσμένο νερό σε ελεεινό ασκί, δύο περίπου λίτρα συνολικά. Το πήρε, το έφερε στον βασιλιά και τού το έδωσε. Όταν ο βασιλιάς το ήπιε όλο, ο ευνούχος τον ρώτησε αν τον είχε αηδιάσει καθόλου το ποτό.77

Αλλά ο βασιλιάς ορκιζόταν στους θεούς ότι δεν είχε πιει ποτέ κρασί ή πιο ελαφρύ και αγνό νερό με τόση ευχαρίστηση. «Γι’ αυτό», είπε ο βασιλιάς, «αν δεν μπορέσω να βρω και να ανταμείψω τον άνθρωπο που σού έδωσε αυτό το ποτό, προσεύχομαι στους θεούς να τον κάνουν πλούσιο και ευτυχισμένο».78

13. Κόβουν το δεξί χέρι και το κεφάλι τού νεκρού Κύρου

Έρχονταν τώρα οι τριάντα αγγελιοφόροι με χαρά και αγαλλίαση στα πρόσωπά τους, ανακοινώνοντας στον βασιλιά την απροσδόκητη καλή του τύχη. Ήδη ενθαρρυνόταν επίσης από πλήθος ανδρών που συνέρρεαν πίσω του και παρατάσσονταν σε διάταξη μάχης και έτσι κατέβαινε από τον λόφο, κάτω από το φως πολλών πυρσών.79

Και αφού σταμάτησε στο νεκρό σώμα τού Κύρου και τού έκοψαν το δεξί χέρι και το κεφάλι σύμφωνα με νόμο των Περσών, διέταξε να τού φέρουν το κεφάλι. Και αρπάζοντάς το από τα μαλλιά, που ήσαν μακριά και σγουρά, το έδειξε σε εκείνους που ήσαν ακόμη αμφιταλαντευόμενοι και έτοιμοι να τραπούν σε φυγή. Εκείνοι έμειναν κατάπληκτοι και προσκυνούσαν τον βασιλιά κι έτσι πολύ σύντομα εβδομήντα χιλιάδες άνδρες τον πλησίασαν και επέστρεψαν μαζί του στο στρατόπεδό τους.80

Είχε βγει στη μάχη, όπως λέει ο Κτησίας, με τετρακόσιες χιλιάδες άνδρες. Αλλά ο Δείνων και ο Ξενοφών λένε ότι ο στρατός που πολέμησε κάτω από αυτόν ήταν πολύ μεγαλύτερος. Ως προς τον αριθμό των νεκρών του, ο Κτησίας λέει ότι αναφέρθηκε στον Αρταξέρξη ως εννέα χιλιάδες, αλλά ότι ο ίδιος νόμιζε ότι οι σκοτωμένοι δεν ήσαν λιγότεροι από είκοσι χιλιάδες. Το θέμα λοιπόν αμφισβητείται. Όμως είναι σίγουρα κραυγαλέο ψέμα εκείνο που λέει ο Κτησίας, ότι στάλθηκε ο ίδιος στους Έλληνες μαζί με τον Φαλίνο τον Ζακύνθιο και ορισμένους άλλους.81

Γιατί ο Ξενοφών γνώριζε ότι ο Κτησίας συνόδευε τον βασιλιά, αφού τον αναφέρει και προφανώς είχε διαβάσει τα έργα του. Αν λοιπόν ο Κτησίας είχε έρθει στους Έλληνες και λειτουργούσε ως διερμηνέας σε μια τόσο βαρυσήμαντη συνομιλία, ο Ξενοφών δεν θα τον άφηνε ανώνυμο κατονομάζοντας μόνο τον Φαλίνο τον Ζακύνθιο.82 Η αλήθεια είναι ότι ο Κτησίας, όντας εξαιρετικά φιλόδοξος, όπως φαινόταν, και πάντως μεροληπτικός υπέρ τής Σπάρτης και τού Κλεάρχου, αφήνει πάντοτε σημαντικό χώρο στην αφήγησή του για τον εαυτό του, και εκεί λέει πολλά ωραία πράγματα για τον Κλέαρχο και τη Σπάρτη.83 84

14. Θανάτωση τού Κάρα πού χτύπησε πρώτος τον Κύρο

Μετά τη μάχη, ο βασιλιάς έστειλε τα μεγαλύτερα και ωραιότερα δώρα στον γιο εκείνου τού Αρταγέρση που είχε πέσει από τα χέρια τού Κύρου. Έδωσε επίσης γενναιόδωρες αμοιβές στον Κτησία και σε άλλους, ενώ όταν ανακάλυψε τον Καύνιο που τού είχε δώσει το ασκί με το νερό, τον ανέβασε από την αφάνεια και τη φτώχεια στην τιμή και τα πλούτη. Δόθηκε επίσης μεγάλη προσοχή στην τιμωρία όσων είχαν σφάλλει.85

Για παράδειγμα, στην περίπτωση τού Αρβάκη, ενός Μήδου που είχε διαφύγει στον Κύρο κατά τη διάρκεια τής μάχης ενώ, όταν ο Κύρος έπεσε, είχε αλλάξει ξανά, ο βασιλιάς τον κήρυξε ένοχο, όχι για προδοσία, ούτε καν για κακία, αλλά για δειλία και αδυναμία, και τον διέταξε να πάρει μια γυμνή πόρνη καβάλα στον λαιμό του και να την περιφέρει στην αγορά για μια ολόκληρη μέρα. Και στην περίπτωση ενός άλλου άνδρα, ο οποίος, εκτός από το ότι πήγε με τούς εχθρούς, είχε καυχηθεί ψευδώς ότι είχε σκοτώσει δύο από αυτούς, ο βασιλιάς διέταξε να τού τρυπήσουν τη γλώσσα με τρεις βελόνες.86

Επιπλέον, πιστεύοντας, και θέλοντας να σκεφτούν όλοι και να πουν ότι είχε σκοτώσει τον Κύρο με το ίδιο του το χέρι, έστειλε δώρα στον Μιθριδάτη, εκείνον που χτύπησε πρώτος τον Κύρο, και διέταξε εκείνους που πήγαν τα δώρα να πουν: «Με αυτά σε τιμά ο βασιλιάς, επειδή βρήκες και τού έφερες το κάλυμμα τής κεφαλής τού αλόγου τού Κύρου».87 Και πάλι, όταν ο Κάρας από τον οποίο ο Κύρος δέχτηκε το χτύπημα στον μηρό που τον έριξε κάτω, ζήτησε να λάβει κι εκείνος ένα δώρο, ο βασιλιάς διέταξε τούς υπασπιστές του να πουν: «Ο βασιλιάς σού δίνει αυτά τα πράγματα ως δεύτερο βραβείο για τα καλά νέα. Γιατί πρώτος ήρθε ο Αρτασύρας, και μετά από αυτόν ήρθες εσύ με την είδηση τού θανάτου τού Κύρου».88

Ο Μιθριδάτης αποχώρησε λοιπόν χωρίς να μιλήσει, αν και ήταν θυμωμένος. Αλλά τον άθλιο Κάρα, μέσα στην ανοησία του, τον έπιασε το ίδιο πάθος. Γιατί έχοντας διαφθαρεί, όπως φαίνεται, από τα καλά πράγματα που είχε, και έχοντας οδηγηθεί από αυτά να διεκδικεί αμέσως πράγματα πάνω από τις δυνάμεις του, δεν καταδεχόταν τα δώρα που τού δίνονταν ως ανταμοιβή για τα καλά του νέα, αλλά αγανακτούσε καλώντας ανθρώπους ως μάρτυρες και φωνάζοντας δυνατά, ότι τον Κύρο τον είχε σκοτώσει ο ίδιος και κανείς άλλος και ότι τού είχαν κλέψει άδικα τη δόξα. Όταν το άκουσε αυτό ο βασιλιάς, θύμωσε σφοδρά και έδωσε εντολή να αποκεφαλιστεί ο άνδρας.89

Τότε η μητέρα τού βασιλιά, που ήταν παρούσα, τού είπε: «Βασιλιά, μην απαλλάξεις τόσο εύκολα αυτόν τον καταραμένο Κάρα από τον όλεθρο. Αλλά άφησέ τον σε μένα και θα λάβει την κατάλληλη ανταμοιβή για τα παράτολμα λόγια του». Έτσι ο βασιλιάς έστειλε τον άνδρα στην Παρυσάτιδα, η οποία διέταξε τούς δήμιους να τον πάρουν και να τον βασανίσουν στον τροχό για δέκα μέρες, μετά να τού βγάλουν τα μάτια και τελικά να τού ρίξουν λιωμένο ορείχαλκο στα αυτιά μέχρι να πεθάνει.90

15. Ο Μιθριδάτης καυχιέται ότι σκότωσε τον Κύρο

Λίγο μετά έφθασε και ο Μιθριδάτης σε άθλιο τέλος, από την ίδια ανοησία. Γιατί όταν προσκλήθηκε σε συμπόσιο στο οποίο ήσαν παρόντες ευνούχοι τού βασιλιά και τής βασίλισσας, πήγε στολισμένος με ενδύματα και χρυσάφι που είχε λάβει από τον βασιλιά.91

Και όταν η παρέα έπινε, ο αρχιευνούχος τής Παρυσάτιδος τού είπε: «Μιθριδάτη, πόσο όμορφο είναι αυτό το ένδυμα που σού έδωσε ο βασιλιάς και τι όμορφα τα περιλαίμια και τα βραχιόλια! Επίσης ακριβό είναι το ξίφος. Αλήθεια, ο βασιλιάς σε έκανε ευτυχισμένο και θαυμαστό σε όλους τούς ανθρώπους». Τότε ο Μιθριδάτης, σε έξαψη από το κρασί, απάντησε: «Σπαραμίζη, τι σημαίνουν αυτά; Σίγουρα οι υπηρεσίες μου στον βασιλιά εκείνη την ημέρα άξιζαν μεγαλύτερα και πιο όμορφα δώρα».92

Τότε ο Σπαραμίζης χαμογέλασε και τού είπε: «Δεν υπάρχει καμία κακία για σένα, Μιθριδάτη. Αλλά επειδή, όπως λένε οι Έλληνες, υπάρχει αλήθεια στο κρασί, τι μεγάλο ή λαμπρό κατόρθωμα ήταν να βρεις το κάλυμμα κεφαλής που είχε πέσει από ένα άλογο και να το φέρεις στον βασιλιά;» Λέγοντας αυτό, ο Σπαραμίζης δεν αγνοούσε την αλήθεια, αλλά ήθελε να ξεσκεπάσει τον Μιθριδάτη στην παρέα και γι’ αυτό υποκινούσε πονηρά τη ματαιοδοξία τού ανθρώπου, που με το κρασί γινόταν φλύαρος και έχανε τον αυτοέλεγχο.93

Έτσι ο Μιθριδάτης είπε χωρίς αυτοσυγκράτηση: «Μπορείτε να λέτε ό,τι θέλετε για καλύμματα κεφαλής αλόγων και τέτοιες ανοησίες. Όμως σάς δηλώνω ρητά ότι ο Κύρος σκοτώθηκε από αυτό το χέρι μου. Γιατί δεν εξακόντισα, όπως ο Αρταγέρσης, ένα άστοχο και άσκοπο δόρυ, αλλά λίγο αστόχησα από το μάτι του, τον χτύπησα στον κρόταφο, τον τρύπησα και έριξα κάτω τον άνδρα. Και από αυτό το τραύμα πέθανε».94

Οι υπόλοιποι τής παρέας, που έβλεπαν ήδη το τέλος τού Μιθριδάτη και την άτυχη μοίρα του, έσκυψαν τα πρόσωπά τους προς το έδαφος. Και ο οικοδεσπότης τους είπε: «Καλέ μου Μιθριδάτη, ας φάμε και ας πιούμε τώρα, σεβόμενοι την καλή τύχη τού βασιλιά, και ας αφήσουμε τα λόγια που είναι πολύ βαριά για εμάς».95

16. Θανάτωση Μιθριδάτη με το βασανιστήριο με τις σκάφες

Ύστερα ο ευνούχος μίλησε για το θέμα στην Παρυσάτιδα και εκείνη στον βασιλιά. Και ο βασιλιάς εξοργίστηκε, καθώς κατηγορούνταν ανοιχτά ότι έλεγε ψέματα και κινδύνευε να χάσει το ωραιότερο και πιο ευχάριστο χαρακτηριστικό τής νίκης του. Γιατί ήθελε όλοι οι βάρβαροι και όλοι οι Έλληνες να πεισθούν πλήρως ότι, όταν αυτός και ο αδελφός του είχαν επιτεθεί και συμπλακεί μεταξύ τους, ο ίδιος είχε δώσει και δεχτεί χτύπημα τραυματιζόμενος μόνο αλλά σκοτώνοντας τον αδελφό του. Έδωσε λοιπόν εντολή να θανατωθεί ο Μιθριδάτης με το βασανιστήριο με τις σκάφες.96 97

Αυτό το μαρτύριο με τις σκάφες έχει ως εξής. Παίρνουν δυο σκάφες που είναι έτσι φτιαγμένες, ώστε να ταιριάζουν απόλυτα μεταξύ τους. Στη μία από αυτές ξαπλώνουν ανάσκελα το θύμα. Ύστερα τοποθετούν την άλλη πάνω από την πρώτη και την προσαρμόζουν προσεκτικά, ώστε το κεφάλι, τα χέρια και τα πόδια τού θύματος να αφήνονται να προεξέχουν, ενώ το υπόλοιπο σώμα του να είναι πλήρως καλυμμένο. Τότε τού δίνουν να φάει και αν αρνηθεί, τον αναγκάζουν να φάει κεντώντας τα μάτια του. Αφού φάει, τού δίνουν να πιεί ένα μίγμα γάλακτος με μέλι, το οποίο χύνουν στο στόμα του και ρίχνουν επίσης στο πρόσωπό του.98

Στη συνέχεια κρατούν τα μάτια του πάντοτε στραμμένα προς τον ήλιο, ενώ σμήνος από μύγες κάθεται πάνω στο πρόσωπό του και το κρύβει εντελώς. Κι ενώ μέσα στη σκάφη κάνει εκείνο που κάνουν οι άνθρωποι όταν τρώνε και πίνουν, κοινά σκουλήκια και σκουλήκια εντόμων βγαίνουν από την αλλοίωση και σαπίλα των περιττωμάτων, καταβροχθίζοντας το σώμα του και διεισδύοντας στα εσωτερικά του όργανα.99

Γιατί όταν τελικά ο άνθρωπος είναι σαφώς νεκρός και αφαιρείται η πάνω σκάφη, φαίνεται ότι η σάρκα του έχει φαγωθεί, ενώ γύρω από τα εντόσθιά του σμήνη τέτοιων ζωϋφίων, σαν εκείνα που ανέφερα, προσκολλώνται γρήγορα και τρώνε. Με αυτόν τον τρόπο φαγώθηκε σιγά-σιγά ο Μιθριδάτης για δεκαεπτά ημέρες και τελικά πέθανε.100

17. Θανάτωση τού Μασαβάτη, ευνούχου τού βασιλιά

Και τώρα απέμενε ένας στόχος για την εκδίκηση τής Παρυσάτιδος: ο άνθρωπος που έκοψε το κεφάλι και το δεξί χέρι τού Κύρου, ο Μασαβάτης, ευνούχος τού βασιλιά. Καθώς λοιπόν αυτός ο άνδρας δεν τής έδινε καμία ευκαιρία να τον καταδικάσει, η Παρύσατις επινόησε δολοπλοκία τού εξής είδους.101

Ήταν γενικά έξυπνη γυναίκα και τρομερή στα ζάρια. Για αυτόν τον λόγο συχνά έπαιζε ζάρια με τον βασιλιά πριν από τον πόλεμο, ενώ όταν τελείωσε ο πόλεμος και συμφιλιώθηκε μαζί του, δεν προσπαθούσε να αποφύγει τα φιλικά του ανοίγματα, αλλά μάλιστα λάμβανε μέρος στις εκτροπές του και συμμετείχε στα ερωτικά του με τη συνεργασία και την παρουσία της, ενώ, με μια λέξη, άφηνε πολύ λίγο τον βασιλιά να συνυπάρχει με τη Στάτειρα και να τη συναναστρέφεται. Γιατί μισούσε τη Στάτειρα πιο πολύ από όλους και ήθελε να έχει η ίδια τη μεγαλύτερη επιρροή.102

Έτσι μια μέρα, βρίσκοντας τον Αρταξέρξη να προσπαθεί να διασκεδάσει σε ώρα αναψυχής, τον κάλεσε να παίξουν ζάρια με στοίχημα χίλιους δαρεικούς.103 Τον άφησε να κερδίσει το παιχνίδι και πλήρωσε τα χρήματα. Στη συνέχεια, προσποιούμενη ότι ήταν στενοχωρημένη για την ήττα της και ότι ζητούσε εκδίκηση, κάλεσε τον βασιλιά να ξαναπαίξουν με στοίχημα έναν ευνούχο αυτή τη φορά κι εκείνος δέχτηκε.104

Συμφώνησαν ότι μπορούσαν και οι δύο να εξαιρέσουν από το στοίχημα πέντε από τούς πιο έμπιστους ευνούχους τους, αλλά από τούς υπόλοιπους ο ηττημένος έπρεπε να δώσει όποιον επέλεγε ο νικητής. Έπαιξαν λοιπόν το παιχνίδι τους με αυτούς τούς όρους. Η Παρύσατις πήρε το ζήτημα πολύ σοβαρά, ήταν πολύ ενθουσιώδης στο παιχνίδι της, και επειδή την ευνόησαν και τα ζάρια, κέρδισε το παιχνίδι και επέλεξε τον Μασαβάτη. Γιατί αυτός δεν περιλαμβανόταν σε εκείνους που είχαν εξαιρεθεί.105

Πριν λοιπόν υποψιαστεί ο βασιλιάς το σχέδιό της, παρέδωσε τον ευνούχο στα χέρια των εκτελεστών, οι οποίοι πήραν εντολή να τον γδάρουν ζωντανό, να μπήξουν το σώμα του με το πλάι σε τρεις πασσάλους και να καρφώσουν το δέρμα του σε έναν τέταρτο. Έγινε αυτό, και όταν ο βασιλιάς εξοργίστηκε πικρά μαζί της, εκείνη τον ειρωνεύτηκε γελώντας: «Πόσο γλυκός είσαι και ευτυχισμένος, που θυμώνεις εξαιτίας ενός άθλιου γέρου ευνούχου, όταν εγώ, που έχασα στα ζάρια χίλιους δαρεικούς, αποδέχομαι τη ζημιά μου χωρίς να πω λέξη».106

Έτσι ο βασιλιάς, αν και λυπήθηκε που εξαπατήθηκε, έμεινε σιωπηλός για το θέμα, αλλά η Στάτειρα αντιτασσόταν ανοιχτά στην Παρυσάτιδα σε άλλα θέματα και κυρίως θύμωνε μαζί της επειδή, για χάρη τού Κύρου, σκότωνε σκληρά και άδικα ευνούχους και άλλους που ήσαν πιστοί στον βασιλιά.107

18. Θάνατος Κλεάρχου

Όταν ο Τισσαφέρνης εξαπάτησε τον Κλέαρχο και τούς άλλους στρατηγούς108 και παραβιάζοντας τούς επίσημους όρκους τούς συνέλαβε και τούς έστειλε αλυσοδεμένους στον βασιλιά, ο Κτησίας μάς λέει ότι τού ζήτησε ο Κλέαρχος να τού προμηθεύσει μια χτένα. Ο Κλέαρχος πήρε τη χτένα και χτένισε τα μαλλιά του, και ευχαριστημένος από την υπηρεσία που τού πρόσφερε ο Κτησίας, τού έδωσε το δαχτυλίδι του ως ένδειξη φιλίας, το οποίο θα μπορούσε να δείξει στους συγγενείς και τούς φίλους του στη Σπάρτη. Στη σφραγίδα ήταν σκαλισμένη ομάδα Καρυάτιδων που χόρευε.109

Επιπλέον, όπως λέει ο Κτησίας, τις προμήθειες που στέλνονταν στον Κλέαρχο τις άρπαζαν οι στρατιώτες που ήσαν αιχμάλωτοι μαζί του, οι οποίοι τις κατανάλωναν και έδιναν μικρό μόνο μέρος τους στον Κλέαρχο. Αυτή τη δυσκολία ο Κτησίας λέει ότι διόρθωσε επίσης, στέλνοντας περισσότερες προμήθειες στον Κλέαρχο και ξεχωριστή προμήθεια στους στρατιώτες. Και αυτές τις υπηρεσίες λέει ότι τις πρόσφερε και τις παρείχε για να ευχαριστήσει την Παρυσάτιδα και με υπόδειξή της.110

Λέει επίσης ότι στελνόταν καθημερινά στον Κλέαρχο ένα χοιρομέρι για να συμπληρώνει το μερίδιό του και ότι ο Κλέαρχος τον παρακάλεσε και τον συμβούλευσε να κρύψει ένα μικρό μαχαίρι στο κρέας και να τού το στείλει έτσι κρυμμένο, ώστε να μην επιτρέψει να καθοριστεί η μοίρα του από τη σκληρότητα τού βασιλιά. Ο Κτησίας όμως φοβόταν και δεν συναινούσε να το κάνει. Ο βασιλιάς, λέει ο Κτησίας, ύστερα από παρότρυνση τής μητέρας του, συμφώνησε και ορκίστηκε να μην σκοτώσει τον Κλέαρχο. Τον έπεισε όμως και πάλι η Στάτειρα και σκότωσε όλους τούς στρατηγούς εκτός από τον Μένονα.111

Εξαιτίας αυτού, λέει ο Κτησίας, η Παρύσατις συνωμότησε κατά τής ζωής τής Στάτειρας και τής ετοίμασε το δηλητήριο.112 Ωστόσο είναι απίθανη ιστορία, που δίνει παράλογο κίνητρο στην πράξη της, αν δεχτούμε ότι έτσι έδρασε η Παρύσατις και διακινδύνευσε εξαιτίας τού Κλεάρχου, τολμώντας να σκοτώσει τη νόμιμη σύζυγο τού βασιλιά, που ήταν μητέρα παιδιών του τα οποία ανατρέφονταν για να ανέβουν στον θρόνο.113

Όχι, είναι προφανές ότι προσθέτει αυτή τη συγκλονιστική λεπτομέρεια σεβόμενος τη μνήμη τού Κλεάρχου. Γιατί λέει ότι αφού θανατώθηκαν οι στρατηγοί, οι υπόλοιποι ξεσχίστηκαν από σκυλιά και όρνεα, αλλά ότι στην περίπτωση τού Κλεάρχου ένα φύσημα ανέμου μετέφερε μεγάλη μάζα χώματος και τη σώρευσε σε τύμβο που κάλυψε το σώμα του. Τότε έπεσαν μερικοί χουρμάδες εδώ κι εκεί, και σε λίγο φύτρωσε υπέροχο άλσος δένδρων και σκίασε τον τόπο, έτσι ώστε ακόμη και ο βασιλιάς να μετανιώσει πολύ, πιστεύοντας ότι σκοτώνοντας τον Κλέαρχο είχε σκοτώσει έναν άνθρωπο που αγαπούσαν οι θεοί.114

19. Η Παρύσατις δηλητηριάζει τη Στάτειρα

Η Παρύσατις λοιπόν, τής οποίας από την αρχή υπόβοσκε το μίσος και η ζήλια για τη Στάτειρα, έβλεπε ότι η δική της επιρροή στον βασιλιά βασιζόταν σε αισθήματα σεβασμού και τιμής, ενώ εκείνη τής Στάτειρας εδραιωνόταν γρήγορα και δυνατά στην αγάπη και την εμπιστοσύνη. Επομένως συνωμότησε εναντίον τής ζωής της και έπαιξε για εκείνο που πίστευε ότι ήταν το μεγαλύτερο στοίχημα.115

Είχε μια έμπιστη υπηρέτρια που ονομαζόταν Γίγις, η οποία είχε πάνω της μεγάλη επιρροή και τη βοήθησε στην προετοιμασία τού δηλητηρίου, σύμφωνα με τον Δείνωνα, αν και ο Κτησίας λέει ότι ήταν απλώς ενήμερη για την πράξη, και αυτό παρά τη θέλησή της. Τον άνδρα που έδωσε το δηλητήριο εκείνος τον ονομάζει Βελιτάρα, ενώ ο Δείνων δίνει το όνομά του ως Μελάντας. Ύστερα από μια περίοδο διχόνοιας και καχυποψίας, οι δύο γυναίκες116 είχαν αρχίσει και πάλι να συναντιούνται και να δειπνούν μαζί, αν και ο αμοιβαίος φόβος και η επιφυλακτικότητά τους τις οδηγούσε να τρώνε από τα ίδια πιάτα που σερβίρονταν από τα ίδια χέρια.117

Υπάρχει ένα μικρό πουλί στην Περσία που δεν έχει περιττώματα, αλλά μέσα του είναι όλο γεμάτο λίπος. Το πλάσμα πιστεύεται ότι ζει με αέρα και δροσιά. Το όνομά του είναι «ρυντάκης». Ένα πουλί αυτού τού είδους, σύμφωνα με τον Κτησία, έκοψε η Παρύσατις στα δύο με μικρό μαχαίρι, αλειμμένο με δηλητήριο στη μία πλευρά, περνώντας έτσι το δηλητήριο στο ένα μόνο μέρος τού πουλιού. Το αμόλυντο και καθαρό μέρος το έβαλε μετά στο δικό της στόμα και το έφαγε, αλλά έδωσε στη Στάτειρα το δηλητηριασμένο μέρος.118

Ο Δείνων όμως λέει ότι δεν ήταν η Παρύσατις, αλλά ο Μελάντας εκείνος που έκοψε το πουλί με το μαχαίρι και τοποθέτησε μπροστά στη Στάτειρα τη σάρκα που ήταν δηλητηριασμένη. Όπως και να έγινε, η γυναίκα πέθαινε με μεγάλους πόνους και σπασμούς, κατάλαβε το κακό που τής είχε συμβεί και έκανε τον βασιλιά να υποψιαστεί τη μητέρα του, τής οποίας γνώριζε την άγρια και αδυσώπητη φύση.119

Ο βασιλιάς λοιπόν ξεκίνησε αμέσως ανάκριση, συνέλαβε τούς υπηρέτες και τούς τραπεζοκόμους τής μητέρας του και τούς βασάνισε. Τη Γίγι όμως την είχε η Παρύσατις για πολύ καιρό μαζί της στο σπίτι και δεν την παρέδωσε, αν και τη ζητούσε ο βασιλιάς. Όμως ύστερα από λίγο η ίδια η Γίγις παρακάλεσε να την αφήσουν να πάει στο σπίτι της το βράδυ. Ο βασιλιάς το έμαθε, τής έστησε ενέδρα, τη συνέλαβε και την καταδίκασε σε θάνατο.120

Ο νόμιμος τρόπος θανάτου των δηλητηριαστών στην Περσία είναι ο εξής. Υπάρχει μια πλατιά πέτρα και πάνω σε αυτήν τοποθετείται το κεφάλι τού ενόχου. Ύστερα, με μια άλλη πέτρα, χτυπούν και σφυροκοπούν, μέχρι να συνθλίψουν σε πολτό το πρόσωπο και το κεφάλι. Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν πέθανε η Γίγις. Αλλά στην Παρυσάτιδα ο Αρταξέρξης δεν είπε τίποτε άλλο κακό ούτε την έβλαψε, παρά μόνο την έστειλε στη Βαβυλώνα, σύμφωνα με την επιθυμία της, λέγοντας ότι όσο ζούσε εκείνη, ο ίδιος δεν θα έβλεπε τη Βαβυλώνα. Αυτή ήταν η κατάσταση των οικογενειακών υποθέσεων τού βασιλιά.121

20. Οι Σπαρτιάτες εκστρατεύουν στη Μικρά Ασία

Ο βασιλιάς δεν ήταν λιγότερο πρόθυμος να συλλάβει τούς Έλληνες που είχαν έρθει με τον Κύρο, απ’ όσο ήταν να επιβληθεί τού Κύρου και να διατηρήσει τον θρόνο του. Δεν μπόρεσε όμως να τούς συλλάβει και παρά το γεγονός ότι είχαν χάσει τον ηγέτη τους Κύρο και τούς δικούς τους διοικητές, κατόρθωσαν να σωθούν μέσα από το ίδιο του το παλάτι, όπως θα μπορούσε να πει κανείς, αποδεικνύοντας έτσι ξεκάθαρα στον κόσμο ότι η αυτοκρατορία των Περσών και ο βασιλιάς τους είχαν άφθονο χρυσάφι, πολυτέλεια και γυναίκες, αλλά κατά τα άλλα δεν ήσαν παρά κενή αλαζονεία.122

Έτσι όλη η Ελλάδα πήρε θάρρος και περιφρονούσε τούς βαρβάρους, ενώ οι Σπαρτιάτες ιδιαίτερα σκέφτηκαν ότι θα ήταν παράξενο, αν τώρα τουλάχιστον δεν θα μπορούσαν να σώσουν από την υποτέλεια τούς Έλληνες που κατοικούσαν στη Μικρά Ασία και να θέσουν τέλος στην εξωφρενική μεταχείρισή τους από τούς Πέρσες. Πολέμησαν λοιπόν αρχικά υπό τον Θίμβρωνα και στη συνέχεια υπό τον Δερκυλλίδα, αλλά επειδή δεν κατάφεραν τίποτε αξιόλογο, ανέθεσαν τελικά τη διεξαγωγή τού πολέμου στον βασιλιά τους Αγησίλαο.123

Εκείνος πέρασε στην Ασία με στόλο και άρχισε αμέσως τις μάχες, κέρδισε μεγάλη φήμη, νίκησε τον Τισσαφέρνη σε μάχη κατά παράταξη και ξεσήκωσε τις ελληνικές πόλεις σε εξέγερση. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Αρταξέρξης σκεφτόταν με ποιον τρόπο έπρεπε να συνεχίσει τον πόλεμο με τον Αγησίλαο και έστειλε τον Ρόδιο Τιμοκράτη στην Ελλάδα με μεγάλο χρηματικό ποσό, με εντολή να το χρησιμοποιήσει για να διαφθείρει τούς πιο σημαντικούς άνδρες σε εκείνες τις πόλεις και να υποκινήσει πόλεμο των Ελλήνων εναντίον τής Σπάρτης.124

Ο Τιμοκράτης έκανε αυτά που τού ζητήθηκαν, οι πιο σημαντικές πόλεις ενώθηκαν εναντίον τής Σπάρτης, η Πελοπόννησος βρισκόταν σε αναταραχή και οι Σπαρτιάτες άρχοντες κάλεσαν τον Αγησίλαο να επιστρέψει από τη Μικρά Ασία. Τότε ήταν που, όπως λένε, επιστρέφοντας στην πατρίδα του ο Αγησίλαος είπε στους φίλους του: «Ο βασιλιάς με έδιωξε από τη Μικρά Ασία με τριάντα χιλιάδες τοξότες». Γιατί το περσικό νόμισμα έχει πάνω του την εικόνα ενός τοξότη.125 126

21. Ήττα των Σπαρτιατών. Ανταλκίδειος ειρήνη

Ο βασιλιάς έδιωξε επίσης τούς Σπαρτιάτες από τη θάλασσα, χρησιμοποιώντας ως διοικητή τον Κόνωνα τον Αθηναίο μαζί με τον Φαρνάβαζο. Γιατί ο Κόνων περνούσε την ώρα του στην Κύπρο μετά τη ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς,127 όχι ικανοποιημένος με απλή ασφάλεια, αλλά περιμένοντας μια μεταβολή στην πορεία των πραγμάτων, όπως εκείνη που προκαλεί μια αλλαγή τού ανέμου στη θάλασσα.128

Βλέποντας λοιπόν ότι τα δικά του σχέδια χρειάζονταν στρατιωτική δύναμη και ότι η δύναμη τού βασιλιά χρειαζόταν έναν σοφό ηγέτη, έγραψε επιστολή στον βασιλιά εξηγώντας τούς σκοπούς του. Αυτή την επιστολή διέταξε τον κομιστή, αν ήταν δυνατόν, να την έδινε στον βασιλιά με το χέρι τού Ζήνωνος τού Κρητικού ή τού Πολυκρίτου τού Μενδαίου (ο Ζήνων ήταν δάσκαλος τού χορού και ο Πολύκριτος γιατρός). Αλλά αν αυτοί δεν ήσαν στην αυλή, να την έδινε με το χέρι τού γιατρού Κτησία.129

Και λέγεται ότι ο Κτησίας, μόλις έλαβε την επιστολή, πρόσθεσε στις υποδείξεις που έκανε ο Κόνων στον βασιλιά ένα αίτημα να τού στείλει και τον Κτησία, που θα τού ήταν χρήσιμος σε θέματα τής θαλάσσιας ακτής. Ο Κτησίας όμως λέει ότι ο βασιλιάς με τη θέλησή του τού ανέθεσε αυτό το νέο καθήκον.130

Αλλά όταν ο Αρταξέρξης, με τη ναυμαχία που κέρδισαν γι’ αυτόν ο Φαρνάβαζος και ο Κόνων στα ανοιχτά τής Κνίδου, αφαίρεσε από τούς Σπαρτιάτες την εξουσία τους στη θάλασσα, έφερε ολόκληρη την Ελλάδα σε εξάρτηση από αυτόν, έτσι που υπαγόρευσε στους Έλληνες τη διάσημη ειρήνη που ονομαζόταν Ειρήνη τού Ανταλκίδα.131 132

Ο Ανταλκίδας ήταν Σπαρτιάτης, γιος τού Λέοντα, και ενεργώντας προς το συμφέρον τού βασιλιά παρότρυνε τούς Σπαρτιάτες να παραδώσουν στον βασιλιά όλες τις ελληνικές πόλεις τής Ασίας και όλα τα νησιά όσα γειτονεύουν με την Ασία, για να τα κατέχει έναντι πληρωμής φόρου. Και έτσι εγκαθιδρύθηκε ειρήνη μεταξύ των Ελλήνων, αν μπορεί να ονομαστεί ειρήνη η κοροϊδία και η προδοσία τής Ελλάδας. Μια ειρήνη από την οποία κανένας πόλεμος δεν έφερε πιο άδοξο τέλος στους ηττημένους.133

22. Αυτοκτονία Ανταλκίδα. Θανάτωση Αθηναίου Τιμαγόρα

Γι’ αυτόν τον λόγο ο Αρταξέρξης, αν και πάντοτε έβλεπε με βδελυγμία τούς άλλους Σπαρτιάτες και τούς θεωρούσε, όπως μάς λέει ο Δείνων, τούς πιο ξεδιάντροπους από όλους τούς ανθρώπους, έδειξε μεγάλη στοργή για τον Ανταλκίδα όταν εκείνος ανέβηκε στην Περσία. Σε μια περίπτωση, πήρε ένα στεφάνι με λουλούδια, το βούτηξε στο πιο ακριβό μύρο και το έστειλε στον Ανταλκίδα μετά το δείπνο. Και όλοι οι άνθρωποι απορούσαν για αυτή τη φιλοφροσύνη.134 135

Αλλά ο Ανταλκίδας ήταν κατάλληλος, όπως φαινόταν, για να τού φέρονται εξαίσια και να παραλαμβάνει τέτοιο στεφάνι, τώρα που είχε προδώσει στους Πέρσες την ωραία φήμη τού Λεωνίδα και τού Καλλικρατίδα. Γιατί ο Αγησίλαος, όπως φαινόταν, όταν κάποιος τού είπε: «Αλίμονο στην Ελλάδα, τώρα που μηδίζουν οι Σπαρτιάτες», απάντησε: «Δεν λακωνίζουν μάλλον οι Μήδοι;» Όμως η ευφυΐα τού λόγου δεν μπορούσε να αφαιρέσει τη ντροπή τής πράξης και οι Σπαρτιάτες έχασαν την κυριαρχία τους στην καταστροφική μάχη των Λεύκτρων,136 αν και η δόξα τής Σπάρτης είχε χαθεί προηγουμένως από αυτή τη συνθήκη.137

Όσον καιρό λοιπόν η Σπάρτη διατηρούσε την πρώτη θέση στην Ελλάδα, ο Αρταξέρξης αντιμετώπιζε τον Ανταλκίδα ως φιλοξενούμενό του και τον αποκαλούσε φίλο του. Αλλά όταν οι Σπαρτιάτες ηττήθηκαν στα Λεύκτρα, έπεσαν τόσο χαμηλά ώστε να ζητιανεύουν χρήματα και έστειλαν τον Αγησίλαο στην Αίγυπτο, ενώ ο Ανταλκίδας ανέβηκε στον Αρταξέρξη για να τού ζητήσει να καλύψει τις ανάγκες των Λακεδαιμονίων. Ο βασιλιάς όμως τόσο τον παραμέλησε, τον κατατρόπωσε και τον απέρριψε, ώστε, όταν γύρισε στην πατρίδα, τον χλεύαζαν οι εχθροί του και φοβούμενος τούς εφόρους αυτοκτόνησε.138

Ο Ισμηνίας ο Θηβαίος επίσης, καθώς και ο Πελοπίδας, που είχε μόλις νικήσει στη μάχη των Λεύκτρων, ανέβηκαν στον βασιλιά.139 Ο Πελοπίδας δεν έκανε τίποτε για να ντροπιάσει τον εαυτό του. Αλλά ο Ισμηνίας, όταν διατάχτηκε να προσκυνήσει τον βασιλιά, πέταξε το δαχτυλίδι του στο έδαφος μπροστά του, και μετά έσκυψε και το σήκωσε, κάνοντας έτσι τούς ανθρώπους να πιστεύουν ότι έκανε την προσκύνηση.140

Όμως με τον Τιμαγόρα τον Αθηναίο, που τού έστειλε με τον γραμματέα του, τον Βηλούριδα, μυστικό γραπτό μήνυμα, ο βασιλιάς χάρηκε τόσο πολύ, που τού έδωσε δέκα χιλιάδες δαρεικούς141 και ογδόντα γαλακτοφόρες αγελάδες να ακολουθούν στον συρμό του, επειδή ήταν άρρωστος και χρειαζόταν αγελαδινό γάλα. Τού έστειλε επίσης ανάκλιντρο με κλινοσκεπάσματα και υπηρέτες για να στρώνουν το κρεβάτι (με την αιτιολογία ότι οι Έλληνες δεν είχαν μάθει την τέχνη να στρώνουν κρεβάτια), καθώς και τραυματιοφορείς για να τον μεταφέρουν μέχρι την ακτή, καθώς ήταν εξασθενημένος.142 143

Επιπλέον, κατά τη διάρκεια τής παρουσίας του στην αυλή, τού έστελνε υπέροχο δείπνο, έτσι ώστε να πει ο Οστάνης, ο αδελφός τού βασιλιά: «Τιμαγόρα, να θυμάσαι αυτό το τραπέζι. Δεν είναι μικρή η ανταπόδοση που πρέπει να προσφέρεις για μια τέτοια παράταξη». Αυτό ήταν μάλλον μομφή για την προδοσία του παρά υπενθύμιση τής εύνοιας τού βασιλιά. Εν πάση περιπτώσει, για τη δωροδοκία του ο Τιμαγόρας καταδικάστηκε σε θάνατο από τούς Αθηναίους.144

23. Θανάτωση Τισσαφέρνη. Ο Αρταξέρξης νυμφεύεται την κόρη του Άτοσσα

Αλλά υπήρχε ένα πράγμα με το οποίο ο Αρταξέρξης χαροποίησε τις καρδιές των Ελλήνων, σε αντάλλαγμα για όλα τα κακά που τούς έκανε, και αυτό ήταν ότι θανάτωσε τον Τισσαφέρνη, τον πιο μισητό και κακόβουλο εχθρό τους.145 Και τον θανάτωσε ως συνέπεια κατηγοριών εναντίον του, τις οποίες υποστήριξε η Παρύσατις. Γιατί ο βασιλιάς δεν επέμεινε για πολύ στην οργή του εναντίον τής μητέρας του, αλλά συμφιλιώθηκε μαζί της και την κάλεσε στην αυλή, αφού είδε ότι είχε μυαλό και υψηλό πνεύμα αντάξιο μιας βασίλισσας, και αφού δεν υπήρχε πια λόγος για να υποπτεύονται και να στενοχωρούν ο ένας τον άλλον, όταν ήσαν μαζί.146

Ύστερα από αυτό εκείνη υπηρετούσε την ευχαρίστηση τού βασιλιά σε όλα τα πράγματα και εγκρίνοντας όλα όσα έκανε, αποκτούσε επιρροή πάνω του και πετύχαινε όλους τούς σκοπούς της. Κατάλαβε ότι ο βασιλιάς ήταν απελπισμένα ερωτευμένος με μια από τις δύο κόρες του, την Άτοσσα, και ότι, κυρίως λόγω τής μητέρας του, προσπαθούσε να κρύψει και να συγκρατήσει το πάθος του, αν και μερικοί λένε ότι είχε ήδη κρυφή επαφή με το κορίτσι.147

Όταν λοιπόν η Παρύσατις υποψιάστηκε το ζήτημα, έδειχνε στην κοπέλα περισσότερη στοργή από πριν, και μιλούσε στον Αρταξέρξη επαινώντας την ομορφιά της και το ήθος της, λέγοντας ότι ήταν πραγματικά βασιλική και μεγαλοπρεπής. Τελικά λοιπόν έπεισε τον βασιλιά να παντρευτεί την κοπέλα και να την ανακηρύξει νόμιμη σύζυγό του, αγνοώντας τις απόψεις και τούς νόμους των Ελλήνων και θεωρώντας τον εαυτό του διορισμένο από τον θεό να είναι νόμος για τούς Πέρσες και κριτής τού καλού και τού κακού.148

Μερικοί όμως, μεταξύ των οποίων και ο Ηρακλείδης από την Κύμη, λένε ότι ο Αρταξέρξης παντρεύτηκε όχι μόνο μια από τις κόρες του, αλλά και δεύτερη, την Άμαστρι, για την οποία θα μιλήσουμε λίγο πιο κάτω.149 Όμως τόσο αγάπησε την Άτοσσα ο πατέρας της ως σύζυγό του, που όταν το σώμα της καλύφθηκε από λέπρα, δεν δυσαρεστήθηκε καθόλου, αλλά προσευχόταν στην Ήρα για λογαριασμό της, προσκυνώντας μόνο εκείνην από όλους τούς θεούς, αγγίζοντας με τα χέρια του το χώμα, ενώ οι σατράπες και οι φίλοι του, κατόπιν εντολής του, έστελναν στη θεά τόσο πολλά δώρα, που τα δεκαέξι στάδια150 μεταξύ τού ιερού της και τού βασιλικού παλατιού γέμιζαν με χρυσό και ασήμι και πορφύρα και άλογα.151

24. Ο Τιρίβαζος οργανώνει συνθήκη με τούς Καδουσίους

Στον πόλεμο εναντίον τής Αιγύπτου, τον οποίο διεξήγαγαν για λογαριασμό του ο Φαρνάβαζος και ο Ιφικράτης, απέτυχε λόγω των διαφωνιών αυτών των διοικητών. Εναντίον των Καδουσίων εκστράτευσε λοιπόν αυτοπροσώπως, με τριακόσιες χιλιάδες πεζούς και δέκα χιλιάδες ιππείς. Αλλά η χώρα στην οποία διείσδυσε ήταν τραχιά και δύσκολα διασχιζόταν, είχε άφθονη ομίχλη και δεν παρήγαγε σιτηρά, αν και τα αχλάδια και τα μήλα της και άλλοι τέτοιοι καρποί δένδρων υποστήριζαν τον φιλοπόλεμο και θαρραλέο πληθυσμό.152

Από άγνοια λοιπόν ενεπλάκη σε μεγάλη στενοχώρια και κίνδυνο. Γιατί δεν υπήρχαν τρόφιμα να πάρουν στη χώρα ούτε να εισαγάγουν από το εξωτερικό, και μπορούσαν μόνο να σφάζουν τα υποζύγιά τους, έτσι που το κεφάλι ενός γαϊδουριού αγοραζόταν για εξήντα τουλάχιστον δραχμές. Επιπλέον εγκαταλείφθηκαν τα βασιλικά συμπόσια και από τα άλογά τους απέμειναν μόνο λίγα, καθώς τα υπόλοιπα είχαν καταναλωθεί ως τροφή. Εδώ ήταν που εκείνος ο Τιρίβαζος, άνδρας τού οποίου η γενναιότητα τον έβαζε συχνά σε ηγετική θέση, αλλά η ελαφρότητά του συχνά τον υποβίβαζε, με αποτέλεσμα κι εκείνη τη στιγμή να είναι ντροπιασμένος και παραμελημένος, έσωσε τον βασιλιά και τον στρατό του.153

Γιατί οι Καδούσιοι είχαν δύο βασιλείς και καθένας από αυτούς στρατοπέδευε χωριστά. Έτσι ο Τιρίβαζος, ύστερα από συνάντηση με τον Αρταξέρξη, στην οποία τού εξήγησε τι σκόπευε να κάνει, πήγε ο ίδιος σε έναν από τούς βασιλείς των Καδουσίων και έστειλε τον γιο του κρυφά στον άλλο. Κάθε απεσταλμένος λοιπόν εξαπάτησε τον άνθρωπό του, λέγοντάς του ότι ο άλλος βασιλιάς έστελνε πρεσβεία στον Αρταξέρξη για να εξασφαλίσει φιλία και συμμαχία μόνο για τον εαυτό του. Έπρεπε επομένως, αν ήταν σοφός, να συναντήσει τον Αρταξέρξη πριν το κάνει ο άλλος. Ο ίδιος θα τον βοηθούσε όσο μπορούσε.154

Πείστηκαν και οι δύο βασιλείς από αυτό το επιχείρημα και νομίζοντας ο καθένας ότι προλάβαινε τον άλλον, έστειλε ο ένας τούς απεσταλμένους του με τον Τιρίβαζο και ο άλλος με τον γιο τού Τιρίβαζου. Αλλά τα πράγματα καθυστερούσαν και οι υποψίες και οι συκοφαντίες εναντίον τού Τιρίβαζου έφταναν στα αυτιά τού Αρταξέρξη, ενώ ο ίδιος ήταν άρρωστος και μετάνιωνε που είχε εμπιστευθεί τον Τιρίβαζο και έδινε αφορμή στους αντιπάλους του να τον κακολογούν.155

Όταν τελικά ήρθε ο Τιρίβαζος και ήρθε και ο γιος του, φέρνοντας και οι δύο τούς Καδούσιους απεσταλμένους τους, επικυρώθηκε ειρήνη και με τούς δύο βασιλείς. Οπότε ο Τιρίβαζος, τώρα σπουδαία και υπέροχη προσωπικότητα, ξεκίνησε για την πατρίδα με τον βασιλιά. Και ο βασιλιάς καθιστούσε τώρα ξεκάθαρο ότι η δειλία και η θηλυπρέπεια δεν οφείλονται πάντοτε στην πολυτέλεια και την υπερβολή, όπως υποθέτουν οι περισσότεροι άνθρωποι, αλλά σε ευτελή και αγενή φύση υπό την κυριαρχία κακών δογμάτων.156

Γιατί ούτε ο χρυσός, ούτε ο κρατικός μανδύας, ούτε ο στολισμός αξίας δώδεκα χιλιάδων ταλάντων που πάντοτε κάλυπτε το πρόσωπο τού βασιλιά τον εμπόδιζαν να υποστεί κόπους και κακουχίες όπως ένας απλός στρατιώτης. Όχι. Με τη φαρέτρα του πάνω του και την ασπίδα του στο μπράτσο του, βάδιζε αυτοπροσώπως επικεφαλής των στρατευμάτων του, πάνω σε απόκρημνους ορεινούς δρόμους, εγκαταλείποντας το άλογό του, έτσι ώστε ο υπόλοιπος στρατός να αποκτά φτερά και να νιώθει τα βάρη του να ελαφραίνουν, όταν έβλεπαν τη θέρμη και το σθένος του. Γιατί έκανε καθημερινές πορείες διακοσίων και περισσότερων σταδίων.157

25. Ο Αρταξέρξης γίνεται καχύποπτος

Όταν κατέβηκε σε βασιλικό σταθμό που είχε αξιοθαύμαστα πάρκα με περίτεχνη καλλιέργεια, αν και η γύρω περιοχή ήταν γυμνή και άδενδρη, επειδή έκανε κρύο, έδωσε άδεια στους στρατιώτες του να κόψουν τα δένδρα τού πάρκου για ξύλα, χωρίς να λυπηθούν ούτε πεύκο ούτε κυπαρίσσι.158

Και όταν εκείνοι δίσταζαν και είχαν την τάση να λυπηθούν τα δένδρα λόγω τού μεγάλου μεγέθους και τής ομορφιάς τους, πήρε ο ίδιος ένα τσεκούρι και έκοψε το μεγαλύτερο και πιο όμορφο δένδρο. Ύστερα από αυτό, οι άνδρες εφοδιάστηκαν με ξύλα και ανάβοντας πολλές φωτιές, πέρασαν τη νύχτα με άνεση. Έχασε όμως πολλούς και γενναίους άνδρες και σχεδόν όλα του τα άλογα πριν επιστρέψει.159

Νομίζοντας ότι οι υπήκοοί του τον περιφρονούσαν λόγω τής καταστροφικής αποτυχίας τής εκστρατείας του, ήταν καχύποπτος με τούς αρχηγούς του. Θανάτωσε πολλούς από αυτούς από θυμό και άλλους από φόβο. Γιατί η δειλία των τυράννων οδηγεί στη μεγαλύτερη αιματοχυσία, ενώ η τολμηρή αυτοπεποίθηση τούς κάνει ευγενικούς και πράους και ανύποπτους. Έτσι επίσης, μεταξύ των άγριων θηρίων, εκείνα που δύσκολα τιθασσεύονται και εξημερώνονται είναι δειλά και φοβισμένα, ενώ τα ευγενέστερα είδη οδηγούνται από το θάρρος τους να έχουν περισσότερη εμπιστοσύνη στους ανθρώπους και να μην απορρίπτουν τα φιλικά ανοίγματα.160

26. Αντιπαλότητες των γιων του Αρταξέρξη. Η Ασπασία από τη Φώκαια

Αλλά ο Αρταξέρξης, που ήταν πια σε προχωρημένη ηλικία, αντιλήφθηκε ότι οι γιοι του σχημάτιζαν αντίπαλες παρατάξεις μεταξύ των φίλων και των αρχηγών του σε σχέση με τη βασιλική διαδοχή. Γιατί οι παραδοσιακοί θεωρούσαν σωστό ότι, όπως ο ίδιος είχε λάβει τη βασιλική εξουσία λόγω αρχαιότητας, με τον ίδιο τρόπο έπρεπε να την αφήσει στον Δαρείο. Αλλά ο μικρότερος γιος του, ο Ώχος, ο οποίος είχε ορμητική και βίαιη διάθεση, όχι μόνο είχε πολλούς οπαδούς μεταξύ των αυλικών, αλλά έλπιζε να κερδίσει περισσότερο τον πατέρα του μέσω της βοήθειας τής Άτοσσας.161

Γιατί προσπαθούσε να κερδίσει την εύνοια τής Άτοσσας υποσχόμενος ότι θα ήταν γυναίκα του και θα μοιραζόταν μαζί του τον θρόνο μετά τον θάνατο τού πατέρα του. Λεγόταν μάλιστα ότι ακόμη και όσο ζούσε ο πατέρας του, ο Ώχος είχε μυστικές σχέσεις με την Άτοσσα. Αλλά ο Αρταξέρξης το αγνοούσε αυτό. Και θέλοντας να συντρίψει αμέσως τις ελπίδες τού Ώχου, ώστε να μην τολμήσει να ακολουθήσει την ίδια πορεία με τον Κύρο και έτσι να εμπλέξει ξανά την αυτοκρατορία σε πολέμους και αγώνες, ανακήρυξε τον Δαρείο, τότε πενήντα ετών, διάδοχό του στον θρόνο, και τού έδωσε την άδεια να φορέσει την όρθια «κίταρι», όπως λεγόταν η τιάρα.162

Υπάρχει ένα έθιμο μεταξύ των Περσών, εκείνος που διορίζεται στη βασιλική διαδοχή να ζητά ευλογία και αυτός που τον διορίζει να δίνει ό,τι τού ζητείται, αν είναι μέσα στις δυνάμεις του. Ο Δαρείος λοιπόν ζήτησε την Ασπασία, η οποία ήταν η ιδιαίτερη ευνοούμενη τού Κύρου και ήταν τότε παλλακίδα τού βασιλιά. Καταγόταν από τη Φώκαια τής Ιωνίας, ήταν γεννημένη από ελεύθερους γονείς και ήταν κατάλληλα μορφωμένη.163

Μια φορά, όταν ο Κύρος δειπνούσε, την οδήγησαν κοντά του μαζί με άλλες γυναίκες. Οι υπόλοιπες γυναίκες πήραν τις θέσεις που τούς είχαν δοθεί, και όταν ο Κύρος συνέχισε να παίζει μαζί τους και να αστειεύεται, δεν έδειχναν καμία δυσαρέσκεια για τη φιλικότητά του. Η Ασπασία όμως στεκόταν δίπλα στο ανάκλιντρό της σιωπηλή και δεν υπάκουε όταν τη φώναζε ο Κύρος. Και όταν οι υπηρέτες του θέλησαν να την οδηγήσουν κοντά του, εκείνη είπε: «Όποιος ακουμπήσει τα χέρια του πάνω μου, θα το μετανιώσει». Οι καλεσμένοι τη θεώρησαν λοιπόν άσεμνο και αγενές πλάσμα.164

Αλλά ο Κύρος χάρηκε και γέλασε και είπε στον άνδρα που είχε φέρει τις γυναίκες: «Καταλαβαίνεις άραγε, ότι αυτή είναι η μόνη ελεύθερη και μη διεφθαρμένη γυναίκα που μού έφερες;» Από τότε ήταν αφοσιωμένος σε αυτήν, την αγαπούσε πάνω από όλες τις γυναίκες και την αποκαλούσε σοφή. Συνελήφθη αιχμάλωτη όταν ο Κύρος έπεσε στη μάχη στα Κούναξα και το στρατόπεδό του λεηλατήθηκε.165 166

27. Ο Δαρείος ζητάει την Ασπασία από τον πατέρα του Αρταξέρξη

Αυτή ήταν η γυναίκα την οποία ζήτησε ο Δαρείος και στενοχώρησε έτσι τον πατέρα του. Γιατί ο λαός των βαρβάρων ζηλεύει τρομερά σε ό,τι αφορά τις απολαύσεις τής αγάπης, έτσι που τιμωρείται με θάνατο όχι μόνο ο άνθρωπος που έρχεται και αγγίζει μια από τις βασιλικές παλλακίδες, αλλά ακόμη κι εκείνος που περνάει ταξιδεύοντας δίπλα από τις άμαξες με τις οποίες μεταφέρονται.167

Και όμως υπήρχε η Άτοσσα, την οποία ο βασιλιάς αγαπούσε με πάθος και είχε κάνει γυναίκα του αντίθετα με τον νόμο, ενώ διατηρούσε επίσης τριακόσιες εξήντα παλλακίδες απίστευτης ομορφιάς. Ωστόσο, επειδή τού ζήτησε την Ασπασία, είπε ότι ήταν ελεύθερη γυναίκα και κάλεσε τον γιο του να την πάρει αν ήθελε, αλλά να μην τής επιβληθεί ενάντια στην επιθυμία της. Κλήθηκε λοιπόν η Ασπασία και εκείνη, αντίθετα με τις ελπίδες τού βασιλιά, επέλεξε τον Δαρείο. Και ο βασιλιάς την έδωσε στον Δαρείο, κάτω από τον περιορισμό τού εθίμου που επικρατούσε, αλλά λίγο καιρό αφού την έδωσε, την πήρε πάλι.168

Δηλαδή την όρισε ιέρεια τής Αρτέμιδος των Εκβατάνων, που φέρει το όνομα Αναΐτις, για να μείνει αγνή για το υπόλοιπο τής ζωής της, νομίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα επέβαλε στον γιο του μια τιμωρία που δεν ήταν θλιβερή, αλλά στην πραγματικότητα εντός των ορίων και αναμειγμένη με ευχαρίστηση. Όμως η δυσαρέσκεια τού Δαρείου δεν είχε όρια, είτε γιατί ήταν βαθιά αναστατωμένος από το πάθος του για την Ασπασία, είτε γιατί νόμιζε ότι είχε προσβληθεί και χλευαστεί από τον πατέρα του.169

Ο Τιρίβαζος, που αντιλήφθηκε τα συναισθήματα τού πρίγκιπα, προσπάθησε να τον πικράνει ακόμη περισσότερο, βρίσκοντας στο παράπονό του ένα αντίστοιχο δικό του, που ήταν το εξής. Ο βασιλιάς, που είχε πολλές κόρες, υποσχέθηκε να δώσει την Απάμα για γάμο στον Φαρνάβαζο, τη Ροδογούνη στον Ορόντη και την Άμαστρι στον Τιρίβαζο. Τήρησε την υπόσχεσή του στους άλλους δύο, αλλά αθέτησε τον λόγο του στον Τιρίβαζο και παντρεύτηκε ο ίδιος την Άμαστρι, αρραβωνιάζοντας στη θέση της τον Τιρίβαζο με τη μικρότερη κόρη του, την Άτοσσα.170

Σύντομα όμως ερωτεύτηκε και την Άτοσσα και την παντρεύτηκε, όπως ειπώθηκε,171 και τότε ο Τιρίβαζος έγινε εντελώς εχθρός του. Ο Τιρίβαζος δεν είχε σε καμία στιγμή σταθερή διάθεση, αλλά ανώμαλη και παρασυρόμενη. Έτσι, όταν τη μια στιγμή βρισκόταν σε μεγάλη εύνοια και την άλλη περιφρονημένος, δεν άντεχε καμία αλλαγή τής τύχης με ταπεινότητα, αλλά όταν τον τιμούσαν, η ματαιοδοξία του τον έκανε προσβλητικό, ενώ όταν έπεφτε από την εύνοια, δεν ήταν ταπεινός ή ήσυχος, αλλά σκληρός και άγριος.172

28. Ο Τιρίβαζος οργανώνει συνωμοσία υπέρ τού Δαρείου

Όταν λοιπόν ο Τιρίβαζος προσκολλήθηκε στον νεαρό πρίγκιπα πρόσθετε φωτιά στη φωτιά και τού έλεγε πάντοτε ότι η τιάρα που στεκόταν όρθια στο κεφάλι173 δεν ήταν χρήσιμη σε όσους δεν επιδίωκαν με τις δικές τους προσπάθειες να σταθούν όρθιοι στις υποθέσεις τού κράτους. Επίσης ότι θα ήταν πολύ ανόητος αν θεωρούσε ότι ήταν βέβαιη για αυτόν η διαδοχή στον θρόνο, όταν ο αδελφός του εισερχόταν στις κρατικές υποθέσεις μέσω τού χαρεμιού και ο πατέρας του ήταν τόσο ευμετάβλητος και ανασφαλής.174

Εκείνον που για χάρη μιας Ελληνίδας εταίρας είχε οδηγηθεί στην παραβίαση τού απαράβατου εθίμου των Περσών, δεν μπορούσε να τον εμπιστευθεί ότι θα τηρούσε τις συμφωνίες του στα πιο σημαντικά ζητήματα. Επιπλέον, έλεγε ότι δεν ήταν το ίδιο να μην πάρει ο Ώχος το βασίλειο και να το στερήσουν από τον Δαρείο. Γιατί κανείς δεν θα εμπόδιζε τον Ώχο να ζήσει ευτυχισμένος ως ιδιώτης, αλλά ο Δαρείος είχε ανακηρυχθεί βασιλιάς και έπρεπε ή να είναι βασιλιάς ή να μη ζήσει καθόλου.175

Ίσως λοιπόν είναι γενικά αλήθεια, όπως λέει ο Σοφοκλής,176 ότι «η πειθώ κινείται γρήγορα, όταν οδηγεί τούς ανθρώπους στο κακό». Γιατί η ομαλή και κατηφορική πορεία είναι το πέρασμα προς αυτό που επιθυμεί κάποιος, και οι περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν το κακό λόγω απειρίας και άγνοιας τού καλού. Όμως το μέγεθος τής αυτοκρατορίας και ο φόβος που ένιωθε ο Δαρείος για τον Ώχο ήσαν εκείνα που άνοιγαν τον δρόμο για τον Τιρίβαζο, αν και «η γεννημένη στην Κύπρο θεά τού έρωτα [Αφροδίτη] δεν ήταν καθόλου αμέτοχη στην υπόθεση»,177 από τη στιγμή που είχε παρθεί η Ασπασία.178

29. Αποτυχία συνωμοσίας. Θανάτωση Δαρείου

Παραδόθηκε λοιπόν ο Δαρείος στα χέρια τού Τιρίβαζου. Και τώρα, καθώς πολλοί συμμετείχαν στη συνωμοσία, ένας ευνούχος γνωστοποίησε στον βασιλιά τη συνωμοσία και τον τρόπο της, γνωρίζοντας ακριβώς ότι οι συνωμότες είχαν αποφασίσει να μπουν στο δωμάτιο τού βασιλιά τη νύχτα και να τον σκοτώσουν στο κρεβάτι του. Όταν ο Αρταξέρξης άκουσε την ιστορία τού ευνούχου, θεώρησε ότι ήταν πολύ σοβαρό ζήτημα για να παραμελήσει τις πληροφορίες και να αγνοήσει έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο, και ακόμη σοβαρότερο να το πιστέψει χωρίς καμία απόδειξη.179

Ενήργησε λοιπόν με τον εξής τρόπο. Ανέθεσε στον ευνούχο να παρακολουθεί στενά τούς συνωμότες. Στο μεταξύ ο ίδιος έκοψε τον τοίχο τού δωματίου του πίσω από το κρεβάτι, έβαλε μια πόρτα εκεί και σκέπασε την πόρτα με ένα κρεμαστό. Έπειτα, όταν πλησίαζε η καθορισμένη ώρα και ο ευνούχος τού είπε την ακριβή ώρα, έμεινε στο κρεβάτι του και δεν σηκώθηκε από αυτό, παρά μόνο όταν είδε τα πρόσωπα εκείνων που τού επιτίθεντο και αναγνώρισε καθαρά καθέναν από αυτούς.180

Αλλά όταν τούς είδε να ορμούν πάνω του με τα ξίφη τους τραβηγμένα, παραμέρισε γρήγορα το κρεμαστό, αποσύρθηκε στο πιο μέσα δωμάτιο, έκλεισε την πόρτα με ένα χτύπημα και άρχισε να φωνάζει. Οι δολοφόνοι λοιπόν, αφού τούς είδε ο βασιλιάς και αφού δεν είχαν καταφέρει τίποτε, έφευγαν πίσω, από την πόρτα από την οποία είχαν έρθει, και έλεγαν στον Τιρίβαζο και στους φίλους του να φύγουν, αφού είχε γίνει γνωστή η συνωμοσία τους.181

Οι υπόλοιποι λοιπόν διαλύθηκαν και τράπηκαν σε φυγή. Αλλά ο Τιρίβαζος σκότωσε πολλούς από τούς φρουρούς τού βασιλιά καθώς προσπαθούσαν να τον συλλάβουν και τελικά χτυπήθηκε από δόρυ από μεγάλη απόσταση και σκοτώθηκε. Ο Δαρείος, μαζί με τα παιδιά του, οδηγήθηκε στον βασιλιά, ο οποίος τον παρέπεμψε στους βασιλικούς δικαστές για δίκη. Ο βασιλιάς δεν ήταν παρών αυτοπροσώπως στη δίκη, αλλά άλλοι έφεραν το κατηγορητήριο. Όμως ο βασιλιάς διέταξε υπηρέτες να καταγράψουν τη γνώμη κάθε δικαστή και να τού τις φέρουν όλες.182

Όλοι οι δικαστές είχαν την ίδια γνώμη και καταδίκασαν τον Δαρείο σε θάνατο, οπότε οι υπηρέτες τού βασιλιά τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν σε κοντινό οίκημα, όπου κλήθηκε ο δήμιος και ήρθε με κοφτερό μαχαίρι στο χέρι, με το οποίο κόβουν τα κεφάλια των καταδικασμένων. Αλλά όταν είδε τον Δαρείο, μπερδεύτηκε και αποσύρθηκε προς την πόρτα με αποτρεπτικό βλέμμα, δηλώνοντας ότι δεν μπορούσε και δεν θα τολμούσε να αφαιρέσει τη ζωή ενός βασιλιά.183

Επειδή όμως οι δικαστές έξω από την πόρτα τον απειλούσαν και τού έδιναν εντολές, εκείνος γύρισε πίσω και αρπάζοντας με το ένα χέρι τον Δαρείο από τα μαλλιά, τον έσυρε στο έδαφος και τού έκοψε το κεφάλι με το μαχαίρι. Μερικοί όμως λένε ότι η δίκη έγινε παρουσία τού βασιλιά και ότι ο Δαρείος, όταν καταβλήθηκε από τις αποδείξεις, έπεσε στα γόνατα και παρακαλούσε και ικέτευε για έλεος.184

Αλλά ο Αρταξέρξης σηκώθηκε θυμωμένος, τράβηξε το ξίφος του και τον χτύπησε μέχρι που τον σκότωσε. Στη συνέχεια, βγαίνοντας στην αυλή, προσκύνησε τον ήλιο και είπε: «Φύγετε με χαρά και ειρήνη, Πέρσες, και πείτε σε όλους όσους συναντάτε, ότι εκείνοι που επινόησαν ασεβή και παράνομα πράγματα τιμωρήθηκαν από τον μεγάλο Ωραμάζη».185

30. Aυτοκτονία Αριάσπη. Δολοφονία Αρσάμη. Θάνατος Αρταξέρξη

Αυτό λοιπόν ήταν το τέλος τής συνωμοσίας. Και τώρα ο Ώχος ήταν αισιόδοξος με τις ελπίδες με τις οποίες τον ενέπνευσε η Άτοσσα, αλλά εξακολουθούσε να φοβάται τον Αριάσπη, τον μοναδικό νόμιμο γιο τού βασιλιά που είχε απομείνει, καθώς και τον Αρσάμη μεταξύ των νόθων γιων. Γιατί ο Αριάσπης, όχι επειδή ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Ώχο, αλλά επειδή ήταν ήπιος και ευθύς και ανθρώπινος, θεωρούνταν από τούς Πέρσες άξιος να γίνει βασιλιάς τους. Ο Αρσάμης όμως θεωρούνταν ότι είχε σοφία, ενώ το γεγονός ότι ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στον πατέρα του δεν ήταν άγνωστο στον Ώχο.186

Συνωμοτούσε λοιπόν εναντίον τής ζωής και των δύο, και όντας ταυτόχρονα πονηρός και δολοφονικός, χρησιμοποίησε τη σκληρότητα τής φύσης του εναντίον τού Αρσάμη, αλλά την κακία και την πονηράδα του εναντίον τού Αριάσπη. Γιατί έστελνε κρυφά στον Αριάσπη ευνούχους και φίλους τού βασιλιά, οι οποίοι του έλεγαν συνεχώς διάφορα απειλητικά και τρομακτικά λόγια, που υπονοούσαν ότι ο πατέρας του είχε αποφασίσει να τον θανατώσει σκληρά και επαίσχυντα.187

Καθώς προσποιούνταν ότι αυτές οι καθημερινές αναφορές τους ήσαν μυστικά τού κράτους, και δήλωναν πότε ότι ο βασιλιάς καθυστερούσε στο ζήτημα και πότε ότι ήταν έτοιμος να ενεργήσει, τρόμαξαν τόσο πολύ τον πρίγκιπα και γέμισαν το μυαλό του με τόσο μεγάλο τρόμο, σύγχυση και απόγνωση, που ήπιε ένα θανατηφόρο δηλητήριο που ετοίμασε και έτσι απαλλάχθηκε από τη ζωή.188

Όταν ο βασιλιάς πληροφορήθηκε τον τρόπο τού θανάτου του, θρήνησε τον γιο του. Υποψιαζόταν επίσης τι είχε προκαλέσει τον θάνατό του, αλλά επειδή δεν μπορούσε λόγω τής ηλικίας του να ψάξει και να καταδικάσει τον ένοχο, ήταν ακόμη πιο τρυφερός για τον Αρσάμη, και τον έκανε ξεκάθαρα κύριο στήριγμα και έμπιστό του. Έτσι οι γύρω από τον Ώχο δεν θα ανέβαλλαν το σχέδιο, αλλά το ανέθεσαν στον Αρπάτη, έναν γιο τού Τιρίβαζου, και με το χέρι εκείνου σκότωσαν τον πρίγκιπα.189

Ο Αρταξέρξης λοιπόν, λόγω τής ηλικίας του, αιωρούνταν ήδη μεταξύ ζωής και θανάτου. Και όταν η θλιβερή μοίρα τού Αρσάμη έφτασε στα αυτιά του, δεν μπόρεσε να αντέξει ούτε για λίγο, αλλά εξέπνευσε αμέσως από τη θλίψη και την απόγνωση. Είχε ζήσει ενενηντατέσσερα χρόνια, είχε βασιλεύσει εξηνταδύο και είχε τη φήμη ότι ήταν ευγενικός και αγαπούσε τούς υπηκόους του, κυρίως επειδή ο γιος του Ώχος190 ξεπερνούσε όλους τούς ανθρώπους σε σκληρότητα και δίψα για αίμα.191

Review Your Cart
0
Add Coupon Code
Subtotal

 
error: Content is protected !!