Βιβλίο δεύτερο -> |
1.1. Συγκέντρωση ελληνικών στρατευμάτων από τον Κύρο
Ο Δαρείος1 και η Παρύσατις2 είχαν δύο γιους: ο μεγαλύτερος ονομαζόταν Αρταξέρξης3 και ο μικρότερος Κύρος.4 Καθώς ο Δαρείος ήταν άρρωστος και ένιωθε ότι πλησίαζε το τέλος τής ζωής του, ήθελε να βρίσκονται κοντά του και οι δυο του γιοί.5
Ο μεγαλύτερος γιος τύχαινε να είναι παρών, αλλά τον Κύρο έστειλε να τον καλέσουν από την επαρχία τής οποίας τον είχε κάνει σατράπη και είχε επίσης διορίσει στρατηγό όλων των δυνάμεων που συναθροίζονταν στην πεδιάδα τού Καστωλού.6 Έτσι ο Κύρος ανέβηκε στην Περσία παίρνοντας μαζί του τον Τισσαφέρνη7 ως φίλο και συνοδευόμενος επίσης από σώμα τριακοσίων Ελλήνων οπλιτών υπό τις διαταγές τού Ξενία8 τού Παρράσιου.9
Όταν λοιπόν πέθανε ο Δαρείος και ανέβηκε στον θρόνο τής αυτοκρατορίας ο Αρταξέρξης, ο Τισσαφέρνης συκοφαντούσε τον Κύρο στον αδελφό του τον βασιλιά, ότι συνωμοτούσε εναντίον του. Και ο Αρταξέρξης πείστηκε από τα λόγια τού Τισσαφέρνη και συνέλαβε τον Κύρο με σκοπό να τον θανατώσει. Αλλά παρενέβη η μητέρα του για λογαριασμό του και ο βασιλιάς τον ξανάστειλε πίσω στη σατραπεία του.10
Στη συνέχεια, έχοντας έτσι ξεφύγει με κίνδυνο και ατίμωση, ο Κύρος άρχισε να σκέφτεται, όχι μόνο με ποιον τρόπο θα μπορούσε να αποφύγει να ξαναβρεθεί κάτω από την εξουσία τού αδελφού του, αλλά με ποιον τρόπο, αν ήταν δυνατό, θα μπορούσε να γίνει βασιλιάς στη θέση του. Η μητέρα του Παρύσατις βρισκόταν στο πλευρό του, γιατί τον αγαπούσε περισσότερο από τον βασιλεύοντα Αρταξέρξη.11
Η συμπεριφορά τού Κύρου απέναντι σε όσους έρχονταν σε αυτόν από την αυλή τού βασιλιά ήταν τέτοια, που όταν τούς ξανάστελνε πίσω, ήσαν καλύτεροι φίλοι με αυτόν παρά με τον βασιλιά αδελφό του. Φρόντιζε και τούς βαρβάρους στη δική του υπηρεσία, ώστε να είναι ταυτόχρονα ικανοί πολεμιστές και αφοσιωμένοι οπαδοί του.12
Τέλος άρχισε να συγκεντρώνει τον ελληνικό στρατό του, αλλά με απόλυτη μυστικότητα, έτσι ώστε να μπορέσει να βρει τον βασιλιά κατά το δυνατόν απροετοίμαστο. Συγκέντρωνε τα στρατεύματα ως εξής:
Πρώτον, έστειλε διαταγές στους διοικητές των φρουρών στις πόλεις που κατείχε, να προσλαμβάνει καθένας όσο περισσότερους και καλύτερους Πελοποννήσιους στρατιώτες μπορούσε, επειδή δήθεν ο Τισσαφέρνης είχε κακά σχέδια εναντίον των πόλεών τους. Και πραγματικά αυτές οι πόλεις τής Ιωνίας13 αρχικά ανήκαν στον Τισσαφέρνη, έχοντας δοθεί σε αυτόν από τον βασιλιά, αλλά εκείνη τη στιγμή, με την εξαίρεση τής Μιλήτου,14 είχαν επαναστατήσει όλες και είχαν προσχωρήσει στον Κύρο.15
Στη Μίλητο ο Τισσαφέρνης, έχοντας πληροφορηθεί παρόμοια σχέδια, είχε προλάβει τούς συνωμότες, θανατώνοντας μερικούς και εκτοπίζοντας τούς υπόλοιπους. Ο Κύρος από την πλευρά του καλωσόρισε αυτούς τούς φυγάδες και έχοντας συγκεντρώσει στρατό πολιόρκησε τη Μίλητο από θάλασσα και στεριά, προσπαθώντας να επαναφέρει τούς εξόριστους. Και αυτό τού έδινε κι άλλη πρόφαση για τη συγκέντρωση στρατεύματος.16
Έστειλε και αγγελιοφόρο στον βασιλιά και ισχυρίστηκε, ότι επειδή ήταν ο αδελφός τού βασιλιά, οι πόλεις αυτές έπρεπε να δοθούν σε εκείνον και όχι να συνεχίζει να τις κυβερνά ο Τισσαφέρνης. Και στο θέμα αυτό η μητέρα έπαιρνε το μέρος του. Έτσι ο βασιλιάς όχι μόνο απέτυχε να αντιληφθεί τον εναντίον του σχεδιασμό, αλλά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Κύρος ξόδευε τα χρήματά του σε στρατεύματα για να κάνει πόλεμο με τον Τισσαφέρνη. Ούτε τον στενοχωρούσε ιδιαίτερα που οι δύο βρίσκονταν σε πόλεμο μεταξύ τους, αφού μάλιστα ο Κύρος φρόντιζε να στέλνει στον βασιλιά τον φόρο υποτέλειας από τις πόλεις που ανήκαν στον Τισσαφέρνη.17
Ένα τρίτο στράτευμα συγκεντρωνόταν γι’ αυτόν στη Θρακική Χερσόνησο,18 στην απέναντι από την Άβυδο19 πλευρά τού Ελλησπόντου,20 με την εξής προέλευση: Υπήρχε ένας Σπαρτιάτης εξόριστος, ονομαζόμενος Κλέαρχος,21 με τον οποίο ο Κύρος είχε αποκτήσει σχέσεις. Ο Κύρος θαύμαζε τον άνδρα και τού έκανε δώρο δέκα χιλιάδες δαρεικούς.22 Ο Κλέαρχος παίρνοντας τα χρήματα συγκέντρωσε με αυτά στρατό και με βάση τη Χερσόνησο πολεμούσε εναντίον των Θρακών που κατοικούσαν βόρεια τού Ελλησπόντου, προς το συμφέρον των Ελλήνων και με τόσο καλό αποτέλεσμα, που οι Ελλησποντιακές πόλεις,23 με δική τους πρωτοβουλία, ήσαν πρόθυμες να συνεισφέρουν χρήματα για την υποστήριξη των στρατευμάτων του. Με τον τρόπο αυτόν άλλο ένα στράτευμα συντηρούνταν κρυφά για τον Κύρο.24
Υπήρχε επίσης ο Θεσσαλός Αρίστιππος, που ήταν φίλος τού Κύρου, ο οποίος, υπό την πίεση τής αντίπαλης πολιτικής παράταξης στην πατρίδα, είχε έρθει στον Κύρο και είχε ζητήσει από αυτόν δύο χιλιάδες μισθοφόρους πληρωμένους για τρεις μήνες, πράγμα που θα τού επέτρεπε, έλεγε, να πάρει το πάνω χέρι απέναντι στους ανταγωνιστές του. Ο Κύρος τού έδωσε τέσσερις χιλιάδες μισθοφόρους πληρωμένους για έξι μήνες, ζητώντας μόνο από τον Αρίστιππο, να μην καταλήξει σε συμβιβασμό με τούς ανταγωνιστές του χωρίς τελική διαβούλευση με τον ίδιο. Με τον τρόπο αυτόν εξασφάλισε για τον εαυτό του τη μυστική διατήρηση ενός τέταρτου στρατεύματος.25
Επιπλέον κάλεσε τον Πρόξενο τον Βοιωτό, που ήταν άλλος φίλος, να πάρει όσους άνδρες μπορούσε και να ενωθεί μαζί του σε εκστρατεία, την οποία σκεφτόταν εναντίον των Πισίδων,26 οι οποίοι προκαλούσαν προβλήματα στην επικράτειά του. Με τον ίδιο τρόπο δύο άλλοι φίλοι, ο Σοφαίνετος από τον Στύμφαλο27 και ο Σωκράτης από την Αχαΐα, πήραν εντολή να πάρουν μαζί τους όσο περισσότερους άνδρες μπορούσαν και να έρθουν σε αυτόν, για να πολεμήσουν εναντίον τού Τισσαφέρνη μαζί με τούς Μιλήσιους εξόριστους. Και αυτοί το έκαναν.28
1.2. Από τις Σάρδεις τής Λυδίας στην Ταρσό τής Κιλικίας
Όταν τού φάνηκε ότι είχε φτάσει η κατάλληλη στιγμή για να ξεκινήσει την ανάβασή του προς την Περσία, χρησιμοποίησε το πρόσχημα ότι επιθυμία του ήταν να διώξει τούς Πισίδες εντελώς από τη χώρα. Και συγκέντρωνε τα βαρβαρικά και τα ελληνικά στρατεύματά του δήθεν εναντίον αυτών των ανθρώπων. Έφυγαν λοιπόν γρήγορα από τις Σάρδεις29 οι διαταγές του προς κάθε κατεύθυνση: Προς τον Κλέαρχο να ενωθεί μαζί του με το σύνολο τού στρατού του. Προς τον Αρίστιππο να συμβιβαστεί με τούς ανταγωνιστές του στην πατρίδα και να τού στείλει όσα στρατεύματα είχε. Προς τον Ξενία από την Αρκαδία, ο οποίος ενεργούσε ως στρατιωτικός διοικητής των ξένων στρατευμάτων στις πόλεις τής Λυδίας,30 να παρουσιαστεί μαζί με όλους τούς διαθέσιμους άνδρες, με εξαίρεση μόνον εκείνους που χρειάζονταν πραγματικά για να φρουρούν τις ακροπόλεις των πόλεων.31
Στη συνέχεια κάλεσε τα στρατεύματα που ασχολούνταν με την πολιορκία τής Μιλήτου, καθώς και τούς εξόριστους, να τον ακολουθήσουν στην εκστρατεία του, ενώ τούς υποσχέθηκε ότι αν πετύχαιναν στον στρατιωτικό τους σκοπό, δεν θα σταματούσε ποτέ την πολιορκία μέχρι να τούς παλινορθώσει στη γενέτειρά τους. Ανταποκρίθηκαν ευχαρίστως σε αυτή την πρόσκληση, επειδή πίστευαν σε αυτόν. Και παίρνοντας τα όπλα τους παρουσιάστηκαν στις Σάρδεις.32
Έτσι έφτασε και ο Ξενίας στις Σάρδεις με τα αποσπάσματα από τις πόλεις, τέσσερις χιλιάδες οπλίτες.33 Ήρθε επίσης ο Πρόξενος με χίλιους πεντακόσιους οπλίτες και πεντακόσιους γυμνήτες,34 όπως και ο Σοφαίνετος από τον Στύμφαλο με χίλιους οπλίτες, ο Σωκράτης από την Αχαΐα με πεντακόσιους, ενώ ο Πασίων από τα Μέγαρα ήρθε με τριακόσιους οπλίτες και τριακόσιους πελταστές.35 Αυτός ο τελευταίος, όπως και ο Σωκράτης, ανήκαν στη δύναμη που πολιορκούσε τη Μίλητο. Όλοι αυτοί ενώθηκαν με τον Κύρο στις Σάρδεις.36
Αλλά ο Τισσαφέρνης κατάλαβε τι συνέβαινε. Ένα τόσο μεγάλο στράτευμα σκόπευε σε κάτι περισσότερο από απλή εισβολή στην Πισιδία. Και έσπευσε στον βασιλιά με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα, συνοδευόμενος από πεντακόσιους περίπου ιππείς.37
Ο βασιλιάς από την πλευρά του, μόλις άκουσε από τον Τισσαφέρνη για τις μεγάλες πολεμικές προετοιμασίες τού Κύρου, άρχισε να ετοιμάζεται και ο ίδιος. Και ο Κύρος, με τα στρατεύματα που έχω αναφέρει, ξεκίνησε από τις Σάρδεις και προχώρησε μέσω τής Λυδίας τρεις σταθμούς,38 εικοσιδύο παρασάγγες,39 φτάνοντας στον ποταμό Μαίανδρο.40 Αυτό το ποτάμι είχε πλάτος δύο πλέθρα41 και υπήρχε εκεί γέφυρα από ζευγμένα πλοία.42
Διασχίζοντας το ποτάμι ο Κύρος προχώρησε μέσα στη Φρυγία ένα σταθμό, οκτώ παρασάγγες, φτάνοντας στις Κολοσσές,43 κατοικούμενη πόλη, ευημερούσα και μεγάλη.44 Παρέμεινε επτά ημέρες και εκεί ενώθηκε μαζί του ο Μένων ο Θεσσαλός, που έφτασε με χίλιους οπλίτες και πεντακόσιους πελταστές, Δόλοπες,45 Αινιάνες46 και Ολύνθιους.47 48
Από την πόλη αυτή προχώρησε τρεις σταθμούς, είκοσι παρασάγγες, φτάνοντας στις Κελαινές,49 πολυάνθρωπη πόλη τής Φρυγίας,50 μεγάλη και ευημερούσα. Εδώ ο Κύρος είχε παλάτι και μεγάλο πάρκο, 1800 γεμάτο με άγρια θηρία, στο οποίο κυνηγούσε έφιππος όποτε ήθελε να γυμνάσει τον εαυτό του και τα άλογα. Μέσα από το πάρκο έτρεχε ο ποταμός Μαίανδρος, οι πηγές τού οποίου βρίσκονταν μέσα στο παλάτι. Ο Μαίανδρος περνούσε επίσης από την πόλη των Κελαινών.52
Ο μεγάλος βασιλιάς53 είχε επίσης παλάτι στις Κελαινές σε οχυρό τόπο, στις πηγές άλλου ποταμού, τού Μαρσύα, κάτω από την ακρόπολη. Και αυτός ο ποταμός περνούσε από την πόλη, χυνόταν στον Μαίανδρο και είχε πλάτος εικοσιπέντε πόδια. Λεγόταν ότι εκεί ο Απόλλων έγδαρε τον Μαρσύα,54 όταν τον νίκησε σε διαγωνισμό περί σοφίας και κρέμασε το δέρμα του στο σπήλαιο όπου βρίσκονταν οι πηγές. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο ο ποταμός ονομαζόταν Μαρσύας.55
Λεγόταν ότι ο Ξέρξης,56 όταν αποχώρησε από την Ελλάδα έχοντας ηττηθεί στη μάχη,57 έχτισε εκεί το παλάτι καθώς και την ακρόπολη των Κελαινών. Εκεί ο Κύρος έμεινε τριάντα ημέρες, στη διάρκεια των οποίων έφτασε ο Σπαρτιάτης Κλέαρχος με χίλιους οπλίτες, οκτακόσιους Θράκες πελταστές και διακόσιους Κρητικούς τοξότες. Έφτασε επίσης ο Σώσις ο Συρακούσιος58 με τριακόσιους οπλίτες και ο Σοφαίνετος ο Αρκάς 1808 με χίλιους οπλίτες. Και εκεί ο Κύρος επιθεώρησε το στράτευμα και καταμέτρησε τούς Έλληνες στο πάρκο, βρίσκοντας ότι ήσαν συνολικά έντεκα χιλιάδες οπλίτες και περίπου δύο χιλιάδες πελταστές.60
Από το σημείο εκείνο συνέχισε την πορεία του για δύο σταθμούς, δέκα παρασάγγες, φτάνοντας στους Πέλτες,61 πολυάνθρωπη πόλη, όπου παρέμεινε τρεις ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Ξενίας ο Αρκάς γιόρτασε τα Λύκαια με θυσία και οργάνωσε αγώνες.62 Τα έπαθλα ήσαν χρυσοί κεφαλόδεσμοι, ενώ τούς αγώνες παρακολούθησε και ο ίδιος ο Κύρος.63 Από εκεί προχώρησε δύο σταθμούς, δώδεκα παρασάγγες, φτάνοντας στην Κεράμων Αγορά,64 πολυάνθρωπη πόλη, τελευταία πριν από τα σύνορα τής Μυσίας.65 66
Από εκεί πορεία τριών σταθμών, τριάντα παρασαγγών, τον έφερε στο Καΰστρου Πεδίον,67 πολυάνθρωπη πόλη. Εκεί ο Κύρος σταμάτησε για πέντε ημέρες, ενώ οι στρατιώτες, στους οποίους οφείλονταν ήδη πια μισθοί τριών μηνών, πήγαν πολλές φορές στην πόρτα τού Κύρου ζητώντας τα οφειλόμενα. Και ο Κύρος τούς απομάκρυνε με ωραία λόγια δίνοντάς τους ελπίδες, αλλά δεν μπορούσε να κρύψει τον εκνευρισμό του, γιατί δεν ήταν δικός του τρόπος να έχει και να μην πληρώνει.68
Έφτασε στο Καΰστρου Πεδίον για να επισκεφτεί τον Κύρο η Επύαξα, η σύζυγος τού Συέννεσι, τού βασιλιά των Κιλίκων.69 Και λεγόταν ότι έφερε στον Κύρο πολλά χρήματα. Τότε ο Κύρος έδωσε στον στρατό μισθούς τεσσάρων μηνών. Τη βασίλισσα συνόδευε σωματοφυλακή από Κίλικες και Ασπένδιους, ενώ λεγόταν ότι η βασίλισσα τής Κιλικίας είχε στενές σχέσεις με τον Κύρο. 70 71
Από αυτό το μέρος πορεύτηκε δύο σταθμούς, δέκα παρασάγγες, μέχρι το Θύμβριον,72 πολυάνθρωπη πόλη. Εκεί υπήρχε δίπλα στον δρόμο η ονομαζόμενη πηγή τού Μίδα, τού βασιλιά τής Φρυγίας, όπου ο Μίδας σύμφωνα με τον μύθο συνέλαβε τον Σάτυρο, έχοντας ρίξει κρασί στην πηγή.73 74
Στη συνέχεια προχώρησε δύο σταθμούς, δέκα παρασάγγες, φτάνοντας στο Τυριαίον,75 πολυάνθρωπη πόλη. Εκεί σταμάτησε για τρεις ημέρες και λεγόταν ότι η Κιλίκια βασίλισσα ζήτησε από τον Κύρο να τής επιδείξει το στράτευμά του. Θέλοντας λοιπόν να τής το επιδείξει, έκανε επιθεώρηση των Ελλήνων και των βαρβάρων στην πεδιάδα.76
Διέταξε τούς Έλληνες να παραταχθούν και να πάρουν θέσεις με τον τρόπο που το έκαναν στις μάχες, οργανώνοντας κάθε στρατηγός το δικό του στρατιωτικό σώμα. Παρατάχθηκαν λοιπόν σε βάθος τεσσάρων γραμμών. Τη δεξιά πλευρά είχε ο Μένων και οι δικοί του, την αριστερή ο Κλέαρχος και οι άνδρες του, ενώ στο κέντρο βρίσκονταν οι υπόλοιποι στρατηγοί με τούς δικούς τους.77
Ο Κύρος επιθεώρησε πρώτα τούς βαρβάρους, που παρέλασαν μπροστά του παραταγμένοι κατά ίλες ιππικού και λόχους πεζικού. Στη συνέχεια επιθεώρησε τούς Έλληνες, παρελαύνοντας μπροστά τους με άρμα και η βασίλισσα με άμαξα. Φορούσαν όλοι ορειχάλκινα κράνη, μωβ χιτώνες, περικνημίδες και είχαν τις ασπίδες τους ακάλυπτες.78 79
Όταν παρέλασε μπροστά από ολόκληρο το στρατιωτικό σώμα, σταμάτησε το άρμα του μπροστά από το κέντρο τής γραμμής μάχης και έστειλε στους στρατηγούς των Ελλήνων τον Πίγρητα, τον διερμηνέα του, με εντολή να παρουσιάσουν όπλα και να προχωρήσουν κατά μήκος ολόκληρης τής γραμμής. Η εντολή επαναλήφθηκε από τούς στρατηγούς προς τούς στρατιώτες. Και όταν ήχησε η σάλπιγγα, προβάλλοντας τις ασπίδες και τα δόρατά τους προχώρησαν προς τα εμπρός. Ο ρυθμός επιταχύνθηκε και με αυθόρμητη κραυγή οι στρατιώτες άρχισαν να τρέχουν προς την κατεύθυνση των σκηνών.80
Οι βάρβαροι πανικοβλήθηκαν. Η Κιλίκια βασίλισσα έστρεψε και έφευγε με την άμαξά της, ενώ οι πωλητές από την αγορά παράτησαν τα είδη τους και τράπηκαν σε φυγή. Οι Έλληνες έφτασαν γελώντας στις σκηνές. Και η Κιλίκια βασίλισσα θαύμασε βλέποντας τη λαμπρότητα και την τάξη τού στρατεύματος. Ο Κύρος χάρηκε βλέποντας τον φόβο που είχαν προξενήσει οι Έλληνες στους βαρβάρους.81
Από εκεί προχώρησε τρεις σταθμούς, είκοσι παρασάγγες, φτάνοντας στο Ικόνιο,82 την τελευταία πόλη τής Φρυγίας, όπου παρέμεινε τρεις ημέρες. Στη συνέχεια προχώρησε μέσα από τη Λυκαονία83 πέντε σταθμούς, τριάντα παρασάγγες. Ήταν εχθρική χώρα και επέτρεψε στους Έλληνες να τη λεηλατήσουν.84
Από εκεί ο Κύρος έστειλε την Κιλίκια βασίλισσα πίσω στη χώρα της από τη συντομότερη διαδρομή. Για συνοδεία έστειλε μαζί της τούς στρατιώτες τού Μένωνα και τον ίδιο τον Μένωνα. Με το υπόλοιπο στράτευμα συνέχισε την πορεία του μέσα από την Καππαδοκία,85 τέσσερις σταθμούς, εικοσιπέντε παρασάγγες, φτάνοντας στη Δάνα (Τύανα),86 πολυάνθρωπη πόλη, μεγάλη και ευημερούσα. Εκεί σταμάτησαν για τρεις ημέρες και στο διάστημα αυτό ο Κύρος θανάτωσε με την κατηγορία τής συνωμοσίας έναν Πέρση ευγενή ονομαζόμενο Μεγαφέρνη με τον βαθμό τού φοινικιστή, που φορούσε δηλαδή τη βασιλική πορφύρα, ενώ μαζί με αυτόν θανάτωσε κι άλλον έναν υψηλό αξιωματούχο από τούς υποτελείς του διοικητές.87
Από το μέρος εκείνο προσπάθησαν να εισβάλουν στην Κιλικία. Η είσοδος θα γινόταν από αμαξιτή οδό, που ήταν πολύ ανηφορική και θα ήταν πολύ δύσκολο να προχωρήσει ένας στρατός, αν εμποδιζόταν από αντιστεκόμενη δύναμη. Λεγόταν μάλιστα ότι στην κορυφή τού περάσματος βρισκόταν ο Συέννεσις, για να αποτρέψει την εισβολή. Σταμάτησαν λοιπόν για μια μέρα στην πεδιάδα. Την επομένη όμως ήρθε αγγελιοφόρος, ενημερώνοντας ότι ο Συέννεσις είχε εγκαταλείψει το πέρασμα, όταν έμαθε ότι το στράτευμα τού Μένωνα βρισκόταν ήδη στην Κιλικία, έχοντας περάσει από την εσωτερική πλευρά των βουνών. Είχε μάθει επίσης ότι ταξίδευαν από την Ιωνία προς την Κιλικία πολεμικές τριήρεις, που ανήκαν στους Σπαρτιάτες και στον ίδιο τον Κύρο και είχαν ως ναύαρχο τον Ταμώς.88
Ο Κύρος λοιπόν ανέβηκε στα βουνά χωρίς να τον εμποδίσει κανένας και είδε τις σκηνές στο σημείο που φρουρούσαν οι Κίλικες. Από το σημείο εκείνο άρχισε να κατεβαίνει σε μεγάλη και όμορφη πεδιάδα, καλά ποτιζόμενη και πυκνά καλυμμένη από κάθε είδους δέντρα και αμπέλια. Αυτή η πεδιάδα παρήγαγε άφθονα σουσάμι, καθώς επίσης κεχρί, κριθάρι και σιτάρι.89 Και ήταν κλεισμένη απ’ όλες τις πλευρές από απότομο και ψηλό τείχος βουνών, από θάλασσα σε θάλασσα.90
Κατεβαίνοντας προχώρησε μέσα από αυτή την πεδιάδα τέσσερις σταθμούς, εικοσιπέντε παρασάγγες, φτάνοντας στην Ταρσό,91 μεγάλη και ευημερούσα πόλη τής Κιλικίας. Εκεί βρισκόταν το ανάκτορο τού Συέννεσι, του βασιλιά τής χώρας. Την πόλη διέτρεχε ο ποταμός που ονομαζόταν Κύδνος92 και είχε πλάτος δύο πλέθρα [διακόσια πόδια].93
Η πόλη είχε εγκαταλειφθεί από τούς κατοίκους της, που είχαν καταφύγει μαζί με τον Συέννεσι σε οχυρωμένο τόπο στα βουνά. Είχαν φύγει όλοι, εκτός από τούς καταστηματάρχες τροφίμων. Είχαν παραμείνει επίσης οι κάτοικοι των παραθαλάσσιων πόλεων Σόλοι94 και Ισσός.95 96
Η Επύαξα, η σύζυγος τού Συέννεσι, είχε φτάσει στην Ταρσό πέντε ημέρες πριν από τον Κύρο. Κατά το πέρασμά τους από τα βουνά στην πεδιάδα είχαν χαθεί δύο λόχοι τού Μένωνα. Κάποιοι έλεγαν ότι τούς είχαν κατακόψει οι Κίλικες, όταν είχαν επιχειρήσει κάποια λεηλασία, ενώ άλλοι έλεγαν ότι έχοντας μείνει πίσω και μη μπορώντας να βρουν το υπόλοιπο στράτευμα ή τον δρόμο, περιπλανήθηκαν και χάθηκαν. Ήσαν εκατό οπλίτες.97
Όταν έφτασαν οι υπόλοιποι, όντας οργισμένοι για την καταστροφή των συντρόφων τους, ξέσπασαν λεηλατώντας την πόλη τής Ταρσού και το παλάτι που βρισκόταν σε αυτήν. Μπαίνοντας ο Κύρος στην πόλη, έστειλε να καλέσουν τον Συέννεσι να τον συναντήσει. Αλλά εκείνος απάντησε, ότι δεν είχε ποτέ θέσει τον εαυτό του ακόμη στα χέρια κάποιου ανωτέρου του, ούτε ήταν πρόθυμος τώρα να δεχτεί την πρόταση τού Κύρου. Τελικά η σύζυγός του τον έπεισε και δέχθηκε τις υποσχέσεις καλής πίστης.98
Ύστερα από αυτό συναντήθηκαν και ο Συέννεσις έδωσε στον Κύρο μεγάλο χρηματικό ποσό για να βοηθήσει το στράτευμα, ενώ ο Κύρος τού έκανε δώρα θεωρούμενα ως αντάξια ενός βασιλιά, δηλαδή άλογο με χρυσά χαλινάρια, χρυσό περιδέραιο, χρυσό βραχιόλι, χρυσό σπαθί, περσικό φόρεμα και τέλος την εξαίρεση των εδαφών του από περαιτέρω λεηλασία. Επίσης το προνόμιο να πάρει πίσω τούς σκλάβους που είχαν συλληφθεί, όπου κι αν βρίσκονταν.99
1.3. Το στράτευμα τού Κλεάρχου αρνείται να προχωρήσει
Στην Ταρσό ο Κύρος και ο στρατός του έμειναν είκοσι ημέρες. Οι στρατιώτες αρνούνταν να προχωρήσουν πιο πέρα, επειδή υποψιάζονταν πια, ότι η εκστρατεία κατευθυνόταν στην πραγματικότητα εναντίον τού βασιλιά. Επέμεναν ότι δεν είχαν εκμισθώσει τις υπηρεσίες τους για τέτοιο σκοπό. Πρώτος ο Κλέαρχος έδωσε το παράδειγμα, προσπαθώντας να πιέσει τούς στρατιώτες του να συνεχίσουν την πορεία τους. Μόλις όμως τέθηκε επικεφαλής τού στρατεύματός του, άρχισαν να βάλλουν εναντίον του και εναντίον τού συρμού αποσκευών του.100
Ο Κλέαρχος μόλις διέφυγε από λιθοβολισμό μέχρι θανάτου. Αργότερα, όταν συνειδητοποίησε ότι ήταν άσκοπο να προσπαθεί να τούς εξαναγκάσει, συγκάλεσε συνέλευση των ανδρών του. Αρχικά παρέμεινε για αρκετό χρόνο όρθιος και δακρυσμένος και οι άνδρες τον κοιτούσαν σιωπηλοί με έκπληξη. Στη συνέχεια είπε τα εξής:101
«Άνδρες στρατιώτες, μην απορείτε που με στενοχωρούν πολύ τα τωρινά πράγματα. Ο Κύρος δεν υπήρξε συνηθισμένος φίλος για μένα. Όταν ήμουν εξόριστος, με τίμησε με διάφορους τρόπους και μού έκανε επίσης δώρο δέκα χιλιάδες δαρεικούς. Τούς οποίους εγώ δέχθηκα, όχι για να τούς καταθέσω για προσωπική μου χρήση, ούτε για να τούς κατασπαταλήσω σε απολαύσεις, αλλά τούς δαπάνησα σε εσάς.102
Και πρώτα απ’ όλα πήγα σε πόλεμο με τούς Θράκες και τούς τιμώρησα μαζί σας για λογαριασμό τής Ελλάδας, διώχνοντάς τους από τη Χερσόνησο, όταν θέλησαν να στερήσουν από τούς Έλληνες κατοίκους τα εδάφη τους. Αλλά μόλις με κάλεσε ο Κύρος, πήγα παίρνοντας εσάς μαζί μου, έτσι ώστε, αν ο ευεργέτης μου είχε κάποια ανάγκη, να τού ανταποδώσω τη δική του καλή μεταχείριση.103
Από τη στιγμή όμως που δεν είστε διατεθειμένοι να συνεχίσετε την πορεία μαζί μου, πρέπει εγώ ή να προδώσω για χάρη σας τη φιλία μου με τον Κύρο, ή εξαπατώντας εκείνον να μείνω μαζί σας. Δεν ξέρω αν κάνω ή όχι το σωστό, αλλά θα διαλέξω εσάς και ας πάθω μαζί σας ό,τι κι αν συμβεί. Και ποτέ δεν θα πει κανείς για μένα, ότι οδηγώντας τούς Έλληνες εναντίον των βαρβάρων πρόδωσα τούς Έλληνες και επέλεξα τη φιλία των βαρβάρων.104
Αφού δεν θέλετε να με υπακούσετε, θα σάς ακολουθήσω εγώ και ας πάθω μαζί σας ό,τι κι αν συμβεί. Γιατί πιστεύω ότι εσείς είστε η πατρίδα μου, οι φίλοι μου, οι σύμμαχοί μου και νομίζω ότι μαζί σας θα τιμηθώ, όπου κι αν βρίσκομαι, ενώ χωρίς εσάς δεν βλέπω πώς μπορώ να βοηθήσω φίλο ή να βλάψω εχθρό. Η απόφασή μου έχει ληφθεί. Όπου κι αν πάτε, θα πάω κι εγώ».105
Αυτά ήσαν τα λόγια του. Και οι στρατιώτες, όχι μόνο οι δικοί του, αλλά και οι υπόλοιποι, όταν άκουσαν τι είπε, ότι δεν θα πορευόταν δίπλα στον βασιλιά, επιδοκίμασαν. Και περισσότεροι από δύο χιλιάδες άνδρες τού Ξενία και τού Πασίωνα πήραν τα όπλα τους και τον συρμό αποσκευών και ήρθαν και στρατοπέδευσαν με τον Κλέαρχο.106
Ο Κύρος όμως, σε αμηχανία και στενοχώρια με όλα αυτά, έστειλε να φωνάξουν τον Κλέαρχο. Εκείνος αρνήθηκε να πάει, αλλά κρυφά από τούς στρατιώτες έστειλε αγγελιοφόρο στον Κύρο, λέγοντάς του να μείνει ψύχραιμος, γιατί θα τα φρόντιζε όλα με τον σωστό τρόπο. Τον προέτρεψε να συνεχίσει να στέλνει να τον φωνάξουν, ενώ ο ίδιος θα αρνιόταν να πάει.107
Ύστερα από αυτά συγκέντρωσε τούς δικούς του στρατιώτες και εκείνους που είχαν ενταχθεί σε αυτόν, καθώς και όποιον άλλο επέλεγε να έρθει μαζί του και είπε τα εξής:
«Άνδρες στρατιώτες, είναι προφανές ότι οι σχέσεις τού Κύρου με εμάς είναι ίδιες με τις δικές μας σχέσεις με τον Κύρο. Δεν είμαστε πια στρατιώτες του, αφού έχουμε πάψει να τον ακολουθούμε, ούτε εκείνος είναι πια αυτός που μάς πληρώνει.108
Εκείνος όμως, χωρίς αμφιβολία, θεωρεί ότι έχει ζημιωθεί από εμάς. Αν και συνεχίζει να στέλνει να με φωνάξουν, δεν θέλω να πάω σε αυτόν, κυρίως από ντροπή, γιατί πρέπει να παραδεχτώ ότι τον έχω εξαπατήσει εντελώς, αλλά και επειδή φοβάμαι μη με συλλάβει και μού επιβάλει ποινή για τα λάθη που κατά τη γνώμη του έχω κάνει.109
Νομίζω λοιπόν ότι δεν είναι ώρα να πάμε για ύπνο, ούτε να τα παραμελήσουμε όλα αυτά, αλλά να συζητήσουμε τι πρέπει να κάνουμε στη συνέχεια. Για όσο διάστημα εξακολουθούμε να μένουμε εδώ, πιστεύω ότι πρέπει να σκεφτούμε με ποιον τρόπο θα μείνουμε με ασφάλεια. Αν όμως είμαστε αποφασισμένοι να φύγουμε αμέσως, τότε να σκεφτούμε με ποιον τρόπο θα φύγουμε με ασφάλεια και θα εξασφαλίσουμε προμήθειες. Γιατί χωρίς προμήθειες δεν έχει κανένα κέρδος ούτε ο στρατηγός, ούτε ο ιδιώτης στρατιώτης.110
Ο άνθρωπος τον οποίο έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι εξαιρετικός φίλος για τούς φίλους του, αλλά πολύ επικίνδυνος εχθρός για τούς εχθρούς του. Και υποστηρίζεται από δύναμη πεζικού, ιππικού και πλοία, που όλοι βλέπουμε πολύ καλά και γνωρίζουμε. Μάλιστα δύσκολα μπορεί να ειπωθεί ότι έχουμε εγκατασταθεί σε μεγάλη απόσταση από αυτόν. Αν λοιπόν έχει κανείς να κάνει πρόταση, τώρα είναι η ώρα να μιλήσει».
Και έχοντας πει αυτά, σταμάτησε να μιλάει. 111
Τότε σηκώθηκαν διάφοροι ομιλητές, μερικοί με δική τους πρωτοβουλία για να προβάλουν τις απόψεις τους, άλλοι βαλμένοι από τον Κλέαρχο για να αναπτύξουν την απελπιστική δυσκολία, είτε έμεναν, είτε έφευγαν χωρίς την καλή διάθεση τού Κύρου.112
Μάλιστα ένας από αυτούς, προσποιούμενος ότι είχε άγχος να αρχίσει αμέσως την πορεία προς την Ελλάδα, ζήτησε να επιλέξουν άμεσα άλλους στρατηγούς, αν ο Κλέαρχος δεν ήταν ο ίδιος έτοιμος να τούς οδηγήσει πίσω:
«Να αγοράσουμε προμήθειες (η αγορά βρισκόταν στο στρατόπεδο των βαρβάρων) και να συσκευάσουμε τις αποσκευές μας. Να πάμε στον Κύρο και να τού ζητήσουμε πλοία για να επιστρέψουμε από τη θάλασσα. Αν αρνηθεί να μάς δώσει πλοία, να τού ζητήσουμε οδηγό, που θα μάς οδηγήσει πίσω μέσα από φιλική περιοχή. Αν δεν μάς δώσει ούτε οδηγό, να συνταχθούμε σε διάταξη πορείας το συντομότερο δυνατό και να στείλουμε απόσπασμα να καταλάβει το πέρασμα, πριν το καταλάβουν ο Κύρος ή οι Κίλικες, πολλούς από τούς οποίους έχουμε λεηλατήσει, όπως και την περιουσία τους».113
Εκείνος αυτά είπε. Στη συνέχεια ο Κλέαρχος είπε μόνο τα εξής:
«Να μην προτείνει κανείς να είμαι εγώ στρατηγός σε αυτή την περίπτωση. Βλέπω πολλούς λόγους, για τούς οποίους δεν πρέπει να το κάνω. Όσο για τον άνδρα τον οποίο θα διαλέξετε, θα τού προσφέρω πληρέστατη υπακοή, για να δείτε ότι και να διοικούμαι γνωρίζω, όπως ο καλύτερος από εσάς».114
Μετά τον Κλέαρχο σηκώθηκε άλλος και επισήμανε την αφέλεια τού ομιλητή που είχε προτείνει να ζητήσουν πλοία, σαν να ήταν ο Κύρος διατεθειμένος να παραιτηθεί από την εκστρατεία και να γυρίσει πάλι πίσω. Και επισήμανε επίσης ότι ήταν αφελές να ζητούν οδηγό από τον άνθρωπο, τού οποίου χαλούσαν τα σχέδια:
«Αν μπορούμε να εμπιστευτούμε κάθε οδηγό που θα μάς δώσει ο Κύρος, τότε τι εμποδίζει τον Κύρο να διατάξει να καταλάβουν το πέρασμα πριν από εμάς;115
Από την πλευρά μου θα το σκεφτόμουν πολύ πριν μπω στα ιστιοφόρα πλοία που θα μάς έδινε, φοβούμενος μη μάς βυθίσουν με τις τριήρεις. Θα δίσταζα επίσης να ακολουθήσω τον οδηγό που θα μάς έδινε, μήπως μάς οδηγήσει σε τόπο από τον οποίο δεν θα μπορέσουμε να βγούμε. Θα προτιμούσα, αν επρόκειτο να επιστρέψω στην πατρίδα ενάντια στη θέληση τού Κύρου, να φύγω κρυφά. Αυτό όμως είναι αδύνατο.116
Αλλά μού φαίνεται ότι όλα αυτά είναι παράλογα. Προτείνω λοιπόν να πάνε στον Κύρο οι κατάλληλοι άνδρες μαζί με τον Κλέαρχο και να τον ρωτήσουν πώς προτίθεται να μάς χρησιμοποιήσει. Και αν η δουλειά μας είναι παρόμοια με εκείνη στην οποία χρησιμοποίησε και πριν ένα σώμα αλλοδαπών, ας ακολουθήσουμε κι εμείς και ας δείξουμε ότι δεν είμαστε κατώτεροι εκείνων που τον συνόδευσαν στο παρελθόν στην ανάβασή του στην Περσία.117 118
Αλλά αν το σχέδιο αποδειχτεί μεγαλύτερο από το προηγούμενο, πιο κοπιαστικό και πιο επικίνδυνο, να τού ζητήσουμε είτε να μάς πείσει για τούς λόγους για τούς οποίους πρέπει να τον ακολουθήσουμε ή αλλιώς να πειστεί να μάς στείλει σε φιλική χώρα. Με αυτόν τον τρόπο, αν τον ακολουθήσουμε θα το πράξουμε ως φίλοι και με προθυμία, ενώ αν γυρίσουμε πίσω, θα γυρίσουμε με ασφάλεια. Η απάντηση που θα δώσει, πρέπει να αναφερθεί σε εμάς εδώ. Όταν την ακούσουμε, θα σκεφτούμε τι είναι καλύτερο να κάνουμε».119
Η πρόταση εγκρίθηκε και επέλεξαν άνδρες, τούς οποίους έστειλαν μαζί με τον Κλέαρχο, για να θέσουν στον Κύρο τα ερωτήματα που είχε συμφωνήσει το στράτευμα. Ο Κύρος απάντησε ότι όπως είχε μάθει, ο εχθρός του Αβροκόμας βρισκόταν στον Ευφράτη ποταμό, δώδεκα ημέρες μακριά.120 Σκοπός του ήταν να βαδίσει εναντίον τού Αβροκόμα. Αν ήταν ακόμη εκεί, ήθελε να τον τιμωρήσει, αλλά αν είχε φύγει, εκεί θα συζητούσαν τι ήταν καλύτερο να κάνουν.121
Η αντιπροσωπεία πήρε την απάντηση και την ανέφερε στους στρατιώτες. Εκείνοι υποψιάζονταν ότι τούς οδηγούσε εναντίον τού βασιλιά, αλλά τούς φάνηκε καλύτερο να τον ακολουθήσουν. Ζήτησαν αύξηση μισθού και ο Κύρος υποσχέθηκε να τούς δώσει τα μισά επιπλέον απ΄ όσα είχαν πάρει μέχρι τότε, δηλαδή ενάμιση δαρεικό τον μήνα για κάθε άνδρα αντί για ένα δαρεικό. Ούτε εδώ άκουσε κανείς με ανοιχτό και δημόσιο τρόπο, ότι τούς οδηγούσε εναντίον τού βασιλιά.122
1.4. Από την Ταρσό στη Θάψακο τού Ευφράτη
Από εκεί ο Κύρος προχώρησε δύο σταθμούς, δέκα παρασάγγες, φτάνοντας στον ποταμό Ψάρο,123 που είχε πλάτος τρία πλέθρα [τριακόσια πόδια], ενώ από τον Ψάρο προχώρησε ένα σταθμό, πέντε παρασάγγες, μέχρι τον ποταμό Πύραμο,124 που είχε πλάτος ενός σταδίου. Από τον Πύραμο προχώρησε δύο σταθμούς, δεκαπέντε παρασάγγες, φτάνοντας στην Ισσό, την τελευταία πόλη τής Κιλικίας, που βρισκόταν πάνω στη θάλασσα, πολυάνθρωπη πόλη, μεγάλη και ευημερούσα.125
Εκεί σταμάτησαν για τρεις ημέρες και εκεί ο Κύρος ενώθηκε με τον στόλο του. Υπήρχαν τριανταπέντε πλοία από την Πελοπόννησο με επικεφαλής τον Σπαρτιάτη ναύαρχο Πυθαγόρα. Τα είχε οδηγήσει εκεί από την Έφεσο126 ο Ταμώς ο Αιγύπτιος, που είχε ο ίδιος άλλα εικοσιπέντε πλοία που ανήκαν στον Κύρο, με τα οποία πολιορκούσε τη Μίλητο, όταν η πόλη είχε πάρει το μέρος τού Τισσαφέρνη. Τα είχε επίσης χρησιμοποιήσει σε προσφορά άλλων στρατιωτικών υπηρεσιών προς τον Κύρο εναντίον αυτού τού σατράπη.127
Ήταν και ο Σπαρτιάτης Χειρίσοφος πάνω στον στόλο, που είχε σταλεί από τον Κύρο και είχε γυρίσει φέρνοντας μαζί του επτακόσιους οπλίτες, των οποίων ήταν στρατηγός στην υπηρεσία τού Κύρου. Τα πλοία αγκυροβόλησαν απέναντι από το αντίσκηνο τού Κύρου.128 Εκεί εμφανίστηκε και σώμα τετρακοσίων οπλιτών, Ελλήνων μισθοφόρων, που βρίσκονταν στην υπηρεσία τού Αβροκόμα, αποστάτησαν από εκείνον, ήρθαν στο πλευρό τού Κύρου και ενώθηκαν μαζί του στην εκστρατεία εναντίον τού βασιλιά.129
Από την Ισσό προχώρησε ένα σταθμό, πέντε παρασάγγες, φτάνοντας στις πύλες Κιλικίας και Συρίας.130 Ήταν διπλό φρούριο. Το εσωτερικό προς την πλευρά τής Κιλικίας κατείχε ο Συέννεσις και φρουρά Κιλίκων. Το εξωτερικό, που βρισκόταν μπροστά από τη Συρία, λεγόταν ότι το φρουρούσαν στρατιώτες τού βασιλιά. Μεταξύ των δύο φρουρίων έρρεε ποταμός που ονομαζόταν Κάρσος131 και είχε πλάτος ένα πλέθρο [εκατό πόδια], ενώ ολόκληρο το ενδιάμεσο διάστημα δεν ήταν φαρδύτερο από τρία στάδια. Ήταν αδύνατη η βίαιη διέλευση, επειδή η δίοδος ήταν πολύ στενή και τα τείχη έφταναν στη θάλασσα, ενώ από την άλλη πλευρά υπήρχαν απόκρημνοι βράχοι. Και στα δύο τείχη υπήρχαν πύλες.132
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Κύρος είχε αναγκαστεί να καλέσει τον στόλο, ώστε να μεταφέρει οπλίτες από την περιοχή μπροστά στην πύλη τού ενός φρουρίου σε εκείνη πίσω από την πύλη τού άλλου και έτσι να περάσει από τον εχθρό, αν αυτός φρουρούσε την πύλη τής Συρίας, όπως ο Κύρος πίστευε ότι θα έκανε ο Αβροκόμας με μεγάλο στρατό. Όμως ο Αβροκόμας δεν το είχε κάνει αυτό, αλλά μόλις έμαθε ότι ο Κύρος βρισκόταν στην Κιλικία, έστρεψε και βγήκε από τη Φοινίκη133 για να ενωθεί με τον βασιλιά, έχοντας, όπως λεγόταν, στρατό τριακοσίων χιλιάδων ανδρών.134
Από εκεί ο Κύρος συνέχισε την πορεία του μέσω τής Συρίας135 για ένα σταθμό, πέντε παρασάγγες, φτάνοντας στη Μυρίανδο,136 πόλη επί τής ακτής κατοικούμενη από Φοίνικες. Ήταν εμπορικό λιμάνι και πολλά εμπορικά πλοία αγκυροβολούσαν εκεί. Παρέμειναν στη Μυρίανδο επτά ημέρες.137
Ο Αρκάς στρατηγός Ξενίας και ο Πασίων από τα Μέγαρα, αφού μπήκαν σε εμπορικό πλοίο και ανέβασαν σε αυτό τα πιο πολύτιμα από τα υπάρχοντά τους, σάλπαραν για την πατρίδα. Οι περισσότεροι άνδρες πίστευαν ότι το είχαν κάνει αυτό από ζήλια, επειδή ο Κύρος είχε επιτρέψει στον Κλέαρχο να κρατήσει τούς στρατιώτες τους, που τούς είχαν εγκαταλείψει και είχαν πάει σε εκείνον, με την ελπίδα ότι θα επέστρεφαν στην Ελλάδα και δεν θα εκστράτευαν εναντίον τού βασιλιά. Όταν εξαφανίστηκαν και οι δύο, διαδόθηκε η φήμη ότι τούς καταδίωκε ο Κύρος με πολεμικές τριήρεις. Κάποιοι έλπιζαν ότι θα έπιαναν τούς δειλούς, ενώ άλλοι τούς λυπούνταν, αν τούς έπιαναν.138
Ο Κύρος κάλεσε τούς στρατηγούς και τούς είπε:
«Ο Ξενίας και ο Πασίων λιποτάκτησαν από εμάς. Ας ξέρουν όμως καλά, ότι δεν έχουν ξεφύγει από μένα. Γνωρίζω πού πηγαίνουν. Ούτε θα διαφύγουν με την ταχύτητα. Γιατί έχω πολεμικές τριήρεις, που μπορούν να συλλάβουν το σκάφος τους. Ορκίζομαι όμως στους θεούς ότι δεν θα τούς καταδιώξω, ούτε θα πει κανείς ποτέ για μένα ότι χρησιμοποιώ τούς ανθρώπους όσο μένουν μαζί μου, αλλά μόλις αποφασίσουν να φύγουν, τούς συλλαμβάνω, τούς κακομεταχειρίζομαι και τούς στερώ την περιουσία τους. Όχι, ας φύγουν, αλλά γνωρίζοντας ότι η συμπεριφορά τους απέναντί μου είναι χειρότερη από τη δική μου απέναντί τους. Έχω βέβαια τα παιδιά και τις συζύγους τους υπό ασφαλή φρούρηση στις Τράλλεις,139 αλλά ούτε αυτά θα τούς στερήσω και θα τα πάρουν πίσω σε αντάλλαγμα για τις καλές υπηρεσίες που μού πρόσφεραν στο παρελθόν».140
Αυτά είπε και οι Έλληνες, ακόμη κι εκείνοι που είχαν απογοητευθεί κάπως με την πορεία ανάβασης, όταν άκουσαν τη μεγαλοψυχία τού Κύρου συνέχισαν την πορεία τους με μεγαλύτερη προθυμία και ικανοποίηση. Στη συνέχεια ο Κύρος βάδισε τέσσερις σταθμούς, είκοσι παρασάγγες, φτάνοντας στον ποταμό Χάλο,141 που είχε πλάτος ένα πλέθρο [εκατό πόδια] και ήταν γεμάτος μεγάλα, ήμερα ψάρια, τα οποία οι Σύριοι θεωρούσαν θεούς και δεν επέτρεπαν σε κανένα να τα πειράξει, όπως ούτε τα περιστέρια. Τα χωριά στα οποία στρατοπέδευσαν ανήκαν στην Παρυσάτιδα, ως μέρος των χρημάτων της για προσωπικά της έξοδα.142 143
Από το σημείο εκείνο προχώρησαν πέντε σταθμούς, τριάντα παρασάγγες, μέχρι τις πηγές τού ποταμού Δάρδα,144 που είχε πλάτος ένα πλέθρο [εκατό πόδια]. Εδώ βρισκόταν το ανάκτορο τού Βέλεσυ, τού ηγεμόνα τής Συρίας, με πάρκο πολύ μεγάλο και όμορφο και γεμάτο δέντρα και φυτά όλων των εποχών. Αλλά ο Κύρος έβαλε να κόψουν τα δέντρα και να κάψουν το παλάτι.145
Από εκεί προχώρησαν τρεις σταθμούς, δεκαπέντε παρασάγγες, φτάνοντας στον ποταμό Ευφράτη, που είχε πλάτος περίπου τέσσερα στάδια. Στις όχθες του βρισκόταν η Θάψακος,146 μεγάλη και πλούσια πόλη. Εκεί σταμάτησαν για πέντε ημέρες και ο Κύρος έστειλε να φωνάξουν τούς στρατηγούς των Ελλήνων και τούς είπε ότι η πορεία από εκεί θα ήταν προς τη Βαβυλώνα,147 εναντίον τού μεγάλου βασιλιά. Και τούς προέτρεψε να ενημερώσουν τούς στρατιώτες και να τούς πείσουν να ακολουθήσουν.148
Οι στρατηγοί συγκάλεσαν συνέλευση και ανακοίνωσαν την είδηση στους στρατιώτες, οι οποίοι αγανάκτησαν και οργίστηκαν με τούς στρατηγούς, κατηγορώντας τους ότι είχαν κρατήσει μυστικό εκείνο που γνώριζαν εδώ και καιρό. Και αρνήθηκαν να προχωρήσουν, εκτός αν τούς δίνονταν τα χρήματα που είχαν δοθεί και στους προηγούμενους από αυτούς, όταν πήγαν με τον Κύρο στην αυλή τού πατέρα του, όχι όπως τώρα για να δώσουν μάχη, αλλά για μια ήσυχη επίσκεψη τού γιου προς τον πατέρα του που τον καλούσε.149 150
Οι στρατηγοί τα ανέφεραν αυτά στον Κύρο, που ανέλαβε να δώσει σε κάθε άνδρα πέντε ασημένιες μνες151 όταν θα έφταναν στη Βαβυλώνα, καθώς και όλους τούς μισθούς τους, μέχρι να τούς μεταφέρει και πάλι με ασφάλεια πίσω στην Ιωνία. Με αυτόν τον τρόπο πείστηκε η πλειοψηφία τού ελληνικού στρατεύματος. Μάλιστα ο Μένων, πριν γίνει σαφές τι θα έκαναν οι υπόλοιποι στρατιώτες, αν θα ακολουθούσαν ή όχι τον Κύρο, μάζεψε χωριστά τούς δικούς του στρατιώτες και τούς είπε τα εξής:152
«Άνδρες, αν με ακούσετε, μπορείτε να κερδίσετε την ειδική εύνοια τού Κύρου περισσότερο από τούς υπόλοιπους στρατιώτες, χωρίς να κινδυνεύσετε ή να ταλαιπωρηθείτε. Αν ρωτάτε τι πρέπει να κάνετε, σάς λέω: αυτή τη στιγμή ο Κύρος ικετεύει τούς Έλληνες να τον ακολουθήσουν για να επιτεθεί στον βασιλιά. Εγώ λοιπόν σάς λέω ότι πρέπει να διασχίσετε τον Ευφράτη αμέσως, πριν γίνει σαφές τι θα απαντήσουν οι υπόλοιποι Έλληνες στον Κύρο.153
Αν ψηφίσουν να ακολουθήσουν, θα θεωρηθεί ότι εσείς δώσατε το καλό παράδειγμα και ο Κύρος θα σάς είναι ευγνώμων. Θα πιστεύει ότι έχετε πάρει πιο εγκάρδια απ’ όλους την υπόθεσή του και θα σάς το ανταποδώσει με τον καλύτερο τρόπο. Ενώ, αν οι υπόλοιποι αποφασίσουν να μην περάσουν τον ποτάμι, τότε θα γυρίσουμε κι όλοι εμείς πίσω. Αλλά επειδή θα έχετε αποδειχτεί οι πιο πιστοί, σε εσάς θα εμπιστευτεί ο Κύρος τις θέσεις των διοικητών στις φρουρές ή των λοχαγών. Θα μπορείτε να ζητήσετε ό,τι θέλετε και θα το πάρετε από αυτόν, γιατί θα είστε οι φίλοι τού Κύρου».154
Οι άνδρες άκουσαν και υπάκουσαν και πέρασαν το ποτάμι πριν απαντήσουν οι υπόλοιποι. Όταν ο Κύρος αντιλήφθηκε ότι το στράτευμα τού Μένωνα είχε περάσει απέναντι, ευχαριστήθηκε πολύ και έστειλε τον Γλου με το εξής μήνυμα:
«Άνδρες, δεχτείτε προς το παρόν τις ευχαριστίες μου. Αν δεν φροντίσω να με ευχαριστήσετε αργότερα κι εσείς, τότε το όνομά μου δεν θα είναι Κύρος».155
Οι στρατιώτες λοιπόν δεν μπορούσαν παρά να προσεύχονται ολόκαρδα για την επιτυχία του. Τόσο μεγάλες ελπίδες είχαν, ενώ λεγόταν ότι στον Μένωνα είχε στείλει πλουσιοπάροχα δώρα. Στη συνέχεια ο Κύρος προχώρησε για να διασχίσει το ποτάμι. Και τον ακολούθησε ολόκληρο το στράτευμα. Καθώς διέσχιζαν το ποτάμι, κανένας δεν βράχηκε από τα νερά πάνω από το στήθος.156
Οι Θαψακηνοί έλεγαν μάλιστα ότι ποτέ μέχρι τότε δεν είχε κανείς διασχίσει το ποτάμι πεζός, αλλά πάντοτε χρειάζονταν πλοία, τα οποία ο προπορευόμενος Αβροκόμας είχε κάψει, για να μη μπορέσει να περάσει ο Κύρος. Θεωρούσαν λοιπόν τη διάβαση τού ποταμού ως θεϊκό θαύμα, όπου ο ποταμός είχε σαφώς υποχωρήσει ενώπιον τού Κύρου, όπως υποκλινόταν κανείς μπροστά στον μελλοντικό βασιλιά.157 158
Από το σημείο εκείνο συνέχισαν την πορεία μέσω τής Συρίας για εννέα ημέρες, πενήντα παρασάγγες, φτάνοντας στον ποταμό Αράξη.159 Εκεί υπήρχαν πολλά χωριά γεμάτα σιτάρι και κρασί. Έμειναν λοιπόν τρεις ημέρες και ανεφοδιάστηκαν.160
1.5. Πορεία στον Ευφράτη, από τη Θάψακο στη Χαρμάνδη
Από εκεί πορεύτηκαν μέσω τής Αραβίας,161 έχοντας συνεχώς τον Ευφράτη στα δεξιά τους, επί πέντε ημέρες χωρίς να συναντήσουν ανθρώπους, προχωρώντας τριανταπέντε παρασάγγες. Στην περιοχή εκείνη το έδαφος ήταν όλο μια ομαλή πεδιάδα, που εκτεινόταν πολύ σαν τη θάλασσα και ήταν γεμάτη από αψέντι, ενώ όσα άλλα φυτά ή καλαμιές υπήρχαν, όλα ευωδίαζαν σαν αρώματα.162
Δεν υπήρχε κανένα δέντρο, αλλά υπήρχαν άγρια ζώα κάθε είδους, άφθονοι όναγροι και πολλές στρουθοκάμηλοι. Υπήρχαν επίσης ωτίδες163 και αντιλόπες. Τα πλάσματα αυτά κάποιες φορές τα κυνηγούσαν οι ιππείς. Οι όναγροι, όταν τούς καταδίωκαν, έτρεχαν για ένα διάστημα και μετά σταματούσαν, γιατί ήσαν πολύ πιο γρήγοροι από τα άλογα. Και όταν τούς πλησίαζαν τα άλογα, έκαναν πάλι το ίδιο. Ο μόνος τρόπος για να τούς πιάσουν ήταν να αναπτύσσονται οι ιππείς κατά διαστήματα και να τούς κυνηγούν διαδοχικά. Το κρέας εκείνων που πιάστηκαν ήταν παραπλήσιο με το κρέας τού ελαφιού, αλλά κάπως μαλακότερο.164
Κανένας δεν μπόρεσε να πιάσει στρουθοκάμηλο. Όσοι ιππείς προσπάθησαν, γρήγορα εγκατέλειψαν. Γιατί το πουλί, στην προσπάθειά του να διαφύγει, ταχύτατα απομακρυνόταν πολύ από τούς διώκτες του, είτε τρέχοντας πολύ ή πετώντας χαμηλά, χρησιμοποιώντας τα φτερά του σαν πανιά. Τις ωτίδες δεν ήταν δύσκολο να τις πιάσει κανείς, αν ξεκινούσε ξαφνικά. Γιατί τα πουλιά αυτά πετούσαν για λίγο σαν τις πέρδικες και σύντομα κουράζονταν. Το κρέας τους ήταν γλυκύτατο.165
Καθώς ο στρατός πορευόταν μέσα από αυτή τη χώρα, έφτασαν στον ποταμό Μάσκα,166 που είχε πλάτος ένα πλέθρο [εκατό πόδια]. Εδώ βρισκόταν μεγάλη έρημη πόλη που ονομαζόταν Κορσωτή,167 την οποία περιέβαλλε κυκλικά ο Μάσκας.168
Εκεί σταμάτησαν για τρεις ημέρες και ανεφοδιάστηκαν. Από εκεί συνέχισαν την πορεία τους για δεκατρείς ημέρες χωρίς να συναντήσουν ανθρώπους, προχωρώντας ενενήντα παρασάγγες, με τον Ευφράτη πάντοτε στα δεξιά τους, μέχρι να φτάσουν στις Πύλες.169 Στην πορεία αυτή πολλά από τα υποζύγια χάθηκαν από την πείνα, γιατί δεν υπήρχε ούτε γρασίδι, ούτε πρασινάδα, ούτε κανενός είδους δέντρο, αλλά ολόκληρη η χώρα ήταν γυμνή από βλάστηση. Οι κάτοικοι εξόρυσσαν μυλόπετρες κοντά στο ποτάμι, τις οποίες επεξεργάζονταν και πήγαιναν στη Βαβυλώνα και πωλούσαν, αγοράζοντας με τα χρήματα τρόφιμα, με τα οποία ζούσαν.170
Ο στρατός δεν διέθετε σιτάρι και δεν υπήρχε τρόπος να αγοραστεί, παρά μόνο στη λυδική αγορά, που λειτουργούσε στον βαρβαρικό στρατό τού Κύρου. Εκεί μια καπίθη171 σιτάλευρου ή κριθαράλευρου κόστιζε τέσσερις σίγλους,172 όπου ο σίγλος αντιστοιχούσε σε επτάμιση αττικούς οβολούς,173 ενώ η καπίθη ήταν το αντίστοιχο δύο αττικών χοινίκων.174 Έτσι οι στρατιώτες έτρωγαν μόνο κρέας για όλη αυτή την περίοδο.175
Μερικές από τις διαδρομές ήσαν πολύ μεγάλου μήκους, ιδιαίτερα όταν έψαχναν να βρουν νερό ή ζωοτροφές. Κάποια στιγμή βρέθηκαν σε στενό δρόμο, όπου το βαθύ στρώμα λάσπης εμπόδιζε τα κάρρα να προχωρήσουν. Ο Κύρος σταμάτησε με τούς ευγενείς του για να ελέγξει την κατάσταση και διέταξε τον Γλου και τον Πίγρητα να πάρουν άνδρες από το σώμα των βαρβάρων και να βοηθήσουν στον απεγκλωβισμό των κάρρων.176
Καθώς εκείνοι αργούσαν στη δουλειά, στράφηκε θυμωμένα προς τούς Πέρσες ευγενείς και τούς πρόσταξε να βάλουν ένα χέρι για να ξεκολλήσουν τα κάρρα. Αυτό που έγινε αποτελούσε παράδειγμα καλής πειθαρχίας. Πετώντας ο καθένας τον πορφυρό του μανδύα εκεί που έτυχε να στέκεται, ρίχτηκε στη δουλειά με τόση προθυμία, σαν να ήταν έφοδος για τη νίκη. Έτρεξαν στην απότομη πλαγιά με τούς ακριβούς χιτώνες και τα κεντημένα παντελόνια τους, κάποιοι με τα διαδήματα γύρω από τούς λαιμούς τους και βραχιόλια στα χέρια τους. Πήδηξαν αμέσως μέσα στη λάσπη και σε λιγότερο χρόνο απ’ όσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί, ξεκόλλησαν τα κάρρα σαν να τα σήκωναν στον αέρα.177 178
Ήταν προφανές ότι ο Κύρος επέσπευδε την πορεία και δεν χρονοτριβούσε, παρά μόνο όταν ήταν απαραίτητο να σταματήσει για ανεφοδιασμό ή άλλη αναγκαία αιτία, επειδή ήταν πεισμένος ότι όσο πιο γρήγορα προέλαυνε, τόσο πιο απροετοίμαστο για τη μάχη θα εύρισκε τον βασιλιά, ενώ όσο περισσότερο καθυστερούσε, τόσο περισσότερα στρατεύματα θα συγκέντρωνε ο βασιλιάς. Μάλιστα ο προσεκτικός παρατηρητής έβλεπε με μια ματιά, ότι αν και η αυτοκρατορία τού βασιλιά ήταν ισχυρή στην εδαφική της έκταση και στον αριθμό των κατοίκων της, τη δύναμη αυτή εξασθενούσε το μεγάλο μήκος των δρόμων και η αναπόφευκτη διασπορά των αμυντικών δυνάμεων, όταν ένας εισβολέας προωθούσε τον πόλεμο με γρήγορες πορείες.179
Στην απέναντι πλευρά τού Ευφράτη, σε κάποιο σημείο που έφτασαν κατά τις διαδρομές αυτές μέσα στις ερήμους, υπήρχε μεγάλη και ευημερούσα πόλη που ονομαζόταν Χαρμάνδη.180 Από την πόλη αυτή οι στρατιώτες αγόραζαν τα απαραίτητα διασχίζοντας το ποτάμι με σχεδίες, που έφτιαχναν με τον εξής τρόπο: Έπαιρναν τα δέρματα που χρησιμοποιούσαν ως στέγαστρα όταν κατασκήνωναν και τα γέμιζαν με σανό. Στη συνέχεια τα συμπίεζαν και τα έραβαν στενά μεταξύ τους στα άκρα, ώστε το νερό να μη μπορεί να αγγίξει τον σανό. Πάνω σε αυτά περνούσαν το ποτάμι και έπαιρναν προμήθειες, δηλαδή κρασί φτιαγμένο από τον χουρμά τού φοίνικα και αλεύρι από κεχρί που αφθονούσε στη χώρα.181
Υπήρξε κάποια διαμάχη μεταξύ των στρατιωτών τού Μένωνα και εκείνων τού Κλεάρχου, για την οποία ο Κλέαρχος θεώρησε υπεύθυνο έναν από τούς άνδρες τού Μένωνα και τον μαστίγωσε. Εκείνος γύρισε στο δικό του στράτευμα και τούς το είπε. Μαθαίνοντας οι στρατιώτες τι είχε συμβεί, στενοχωρήθηκαν και εξοργίστηκαν πολύ με τον Κλέαρχο.182
Την ίδια μέρα ο Κλέαρχος επισκέφθηκε το πέρασμα τού ποταμού και ύστερα από επιθεώρηση τής αγοράς εκεί, επέστρεφε έφιππος με λίγους άνδρες του στη σκηνή του και έπρεπε να περάσει μέσα από το στράτευμα τού Μένωνα. Ο Κύρος δεν είχε φτάσει ακόμη, αλλά προέλαυνε. Ένας από τούς άνδρες τού Μένωνα που έκοβε ξύλα, μόλις είδε τον Κλέαρχο να περνά, προσπάθησε να τον χτυπήσει με το τσεκούρι του, αλλά αστόχησε. Ένας άλλος τού πέταξε πέτρα, ύστερα και τρίτος και στη συνέχεια πολλοί, με φωνές και σφυρίγματα.183
Ο Κλέαρχος έσπευσε στο δικό του στράτευμα και διέταξε να πάρουν αμέσως τα όπλα. Πρόσταξε τούς οπλίτες του να παραμείνουν στη θέση τους με τις ασπίδες να ακουμπούν στα γόνατά τους, ενώ ο ίδιος, παίρνοντας τούς Θράκες και τούς ιππείς, από τούς οποίους είχε περισσότερους από σαράντα, ως επί το πλείστον Θράκες, προέλασε εναντίον των στρατιωτών τού Μένωνα, με αποτέλεσμα να πανικοβληθούν εκείνοι και ο Μένων και να τρέξουν να πάρουν τα δικά τους όπλα. Μερικοί παρέμεναν ακόμη καθηλωμένοι στο σημείο, με αμηχανία για το περιστατικό.184
Ακριβώς τότε ερχόταν ο Πρόξενος, αφού τύχαινε να ακολουθεί με τούς δικούς του οπλίτες. Χωρίς δισταγμό βάδισε στον ανοιχτό χώρο μεταξύ των αντιπάλων μερών, ακούμπησε στο έδαφος τα δικά του όπλα και παρακαλούσε τον Κλέαρχο να σταματήσει αυτά τα πράγματα. Ο τελευταίος δεν ήταν σε θέση να μιλήσει με ήπιο τρόπο, αφού είχε μόλις διαφύγει από λιθοβολισμό μέχρι θανάτου και διέταξε τον Πρόξενο να φύγει από τη μέση.185
Στο μεταξύ έφτασε και ο Κύρος και ρωτούσε τι συνέβαινε. Άρπαξε στα χέρια του τα ακόντιά του και συνοδευόμενος από μερικούς από τούς πιστούς σωματοφύλακές του που ήσαν παρόντες, κάλπασε ανάμεσα στους αντιμαχόμενους και είπε τα εξής:186
«Κλέαρχε, Πρόξενε κι εσείς οι άλλοι Έλληνες εκεί πέρα, δεν ξέρετε τι κάνετε. Αν αρχίσετε να πολεμάτε ο ένας τον άλλο, να είστε σίγουροι ότι αυτήν ακριβώς τη μέρα θα με κόψουν σε κομμάτια, καθώς κι εσάς όχι πολύ αργότερα. Γιατί μόλις μάς συμβεί κάποιο κακό, όλοι αυτοί οι βάρβαροι που βλέπετε γύρω θα γίνουν χειρότεροι αντίπαλοι για εμάς, από εκείνους που υπηρετούν τώρα τον βασιλιά».187
Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο Κλέαρχος συνήλθε και σταματώντας όλοι τη διαμάχη έβαλαν στην άκρη τα όπλα.188
1.6. Η δίκη τού Ορόντα έξω από τη Χαρμάνδη
Καθώς προχωρούσαν από αυτό το σημείο (απέναντι από τη Χαρμάνδη), συναντούσαν ίχνη αλόγων και κοπριά. Φαίνονταν σαν ίχνη δύο χιλιάδων περίπου αλόγων. Προπορευόμενοι τού στρατεύματος, αυτοί οι άνθρωποι έκαιγαν το χορτάρι και οτιδήποτε άλλο χρήσιμο υπήρχε. Ένας Πέρσης που ονομαζόταν Ορόντας, που είχε στενή σχέση με τον βασιλιά και θεωρείτο από τούς καλύτερους Πέρσες σε ζητήματα σχετικά με τον πόλεμο, είχε κατά το παρελθόν πολεμήσει τον Κύρο και αργότερα συμφιλιωθεί μαζί του.189
Είπε στον Κύρο, ότι αν τού έδινε χίλιους ιππείς, θα αντιμετώπιζε εκείνους που έκαιγαν τα πάντα μπροστά τους, είτε σφάζοντάς τους σε ενέδρα ή συλλαμβάνοντας πολλούς από αυτούς ζωντανούς. Θα σταματούσε την επιθετικότητά τους και τούς εμπρησμούς και θα μεριμνούσε, ώστε να μη μπορέσουν αυτοί να αναγγείλουν ποτέ στον βασιλιά ότι είδαν τον στρατό τού Κύρου. Ο Κύρος θεώρησε ωφέλιμη την πρόταση που άκουσε και διέταξε τον Ορόντα να πάρει μια ομάδα ιππέων από καθέναν από τούς στρατηγούς και να προχωρήσει.190
Εκείνος, νομίζοντας ότι τού είχαν ήδη δοθεί οι ιππείς, έγραψε επιστολή προς τον βασιλιά, ανακοινώνοντας ότι θα ερχόταν με όσο περισσότερους ιππείς μπορούσε να φέρει. Έγραφε επίσης στον βασιλιά να πει στους δικούς του ιππείς, να τον υποδεχθούν ως φίλο. Η επιστολή περιείχε ορισμένες περαιτέρω υπενθυμίσεις τής πρώην φιλίας και τής νομιμοφροσύνης του. Την παρέδωσε σε έμπιστό του άνδρα, όπως νόμιζε. Αλλά εκείνος που την πήρε, την παρέδωσε στον Κύρο.191
Μόλις ο Κύρος διάβασε την επιστολή, συνέλαβε τον Ορόντα και κάλεσε στη σκηνή του επτά από τούς ευγενέστερους Πέρσες τής προσωπικής του συνοδείας, ενώ διέταξε τούς στρατηγούς των Ελλήνων να φέρουν σώμα οπλιτών, που θα έπαιρνε θέση γύρω από τη σκηνή του. Οι στρατηγοί το έκαναν αυτό, φέρνοντας τρεις περίπου χιλιάδες οπλίτες.192
Ο Κλέαρχος μάλιστα κλήθηκε μέσα για να βοηθήσει στην εκδίκαση, λόγω τής θέσης που κατείχε μεταξύ των άλλων Ελλήνων στρατηγών, κατά τη γνώμη όχι μόνο τού Κύρου, αλλά και των άλλων. Όταν βγήκε, αφηγήθηκε στους φίλους του τον τρόπο διεξαγωγής τής δίκης τού Ορόντα, που δεν ήταν άλλωστε απόρρητη.193
Είπε ότι ο Κύρος ξεκίνησε με τα εξής λόγια:
«Σάς κάλεσα εδώ, φίλοι μου, για να αποφασίσω μαζί σας τι είναι δίκαιο για τούς θεούς και τούς ανθρώπους να κάνω με αυτόν τον Ορόντα. Αυτόν τον άνθρωπο μού τον έδωσε αρχικά ο πατέρας μου ως δικό μου υποτελή. Όταν όμως τοποθετήθηκε, όπως λέει ο ίδιος, κάτω από τις διαταγές τού αδελφού μου, με πολέμησε κατέχοντας την ακρόπολη των Σάρδεων κι εγώ πολέμησα εναντίον του και τον ανάγκασα να θεωρήσει πιο συνετό να σταματήσει τον πόλεμο εναντίον μου, οπότε δώσαμε το δεξί μας χέρι».
Στη συνέχεια ο Κύρος είπε:
«Ορόντα, σε αδίκησα σε κάτι;» 194
Εκείνος απάντησε, «Όχι». Ξαναρώτησε λοιπόν ο Κύρος:
«Αργότερα, ενώ όπως ο ίδιος παραδέχεσαι δεν υπέστης καμία βλάβη από μένα, δεν αποστάτησες στους Μυσούς και έκανες στα εδάφη μου όσο περισσότερη ζημιά μπορούσες;»
«Έκανα», ήταν η απάντηση.
«Στη συνέχεια», είπε ο Κύρος, «όταν για μια ακόμη φορά κατάλαβες τα όρια τής δύναμής σου, δεν κατέφυγες στον ναό τής Άρτεμης φωνάζοντας ότι μετανόησες και αφού με έπεισες και πάλι, ανταλλάξαμε όρκους φιλίας;»
Ο Ορόντας συμφώνησε και πάλι ότι έτσι έγινε. 195
«Τότε λοιπόν πού σε έχω αδικήσει;» ρώτησε ο Κύρος, «ώστε για τρίτη φορά να αποκαλύπτεται προδοσία σου εναντίον μου;»
Και όταν ο Ορόντας είπε ότι δεν αδικήθηκε πουθενά, ο Κύρος τον ρώτησε:
«Ομολογείς λοιπόν ότι ήσουν εσύ άδικος μαζί μου;»
«Έπρεπε να το κάνω», απάντησε ο Ορόντας.
Στη συνέχεια ο Κύρος ρώτησε πάλι:
«Δηλαδή μπορεί να ξανάρθει μια μέρα, που θα είσαι και πάλι εχθρός τού αδελφού μου και δικός μου φίλος και πιστός;»
Ο άλλος απάντησε:
«Ακόμη κι αν γινόταν, Κύρε, εσύ δεν θα το πίστευες ποτέ».196
Σε αυτό το σημείο ο Κύρος στράφηκε προς τούς παρόντες και είπε:
«Αυτή ήταν η συμπεριφορά τού άνδρα στο παρελθόν και αυτά λέει τώρα. Κλέαρχε, πες μας πρώτος εσύ τι νομίζεις».
Και ο Κλέαρχος απάντησε:
«Η συμβουλή μου είναι να βγάλεις αυτό το άτομο από τον δρόμο σου το συντομότερο δυνατό, ώστε να μη χρειάζεται να τον παρακολουθείς και να έχεις περισσότερο ελεύθερο χρόνο σε ό,τι τον αφορά και να ανταμείβεις τις υπηρεσίες εκείνων, των οποίων η φιλία είναι ειλικρινής». 197
Στην ίδια γνώμη, έλεγε ο Κλέαρχος, προσχώρησαν και οι άλλοι τού δικαστήριου. Ύστερα από αυτό, έλεγε, όταν διέταξε ο Κύρος, σηκώθηκαν καθένας από τούς παρόντες με τη σειρά του, ακόμη και οι συγγενείς τού Ορόντα, και τον έπιασαν από τη ζώνη, που σήμαινε ότι τον καταδίκαζαν σε θάνατο. Στη συνέχεια τον οδήγησαν έξω εκείνοι που πήραν τη σχετική εντολή. Και εκείνοι που υποκλίνονταν μπροστά του στο παρελθόν, υποκλίνονταν και τώρα, αν και γνώριζαν ότι τον οδηγούσαν προς τον θάνατο.198
Αφού τον έβαλαν στη σκηνή τού Αρταπάτη, τού πιο έμπιστου ραβδοφόρου τού Κύρου, δεν ξαναείδε ποτέ κανείς τον Ορόντα, ούτε ζωντανό ούτε νεκρό, ούτε μπορούσε να πει κανείς ότι γνώριζε με ποιον τρόπο είχε θανατωθεί. Καθένας διατύπωνε διαφορετικές εικασίες, αλλά τον τάφο του δεν τον είδε ποτέ κανείς.199
1.7. Φτάνοντας στη Βαβυλωνία
Από το σημείο εκείνο ο Κύρος πορεύτηκε μέσω τής Βαβυλωνίας200 για τρεις ημέρες, δώδεκα παρασάγγες. Την τρίτη μέρα, περίπου τα μεσάνυχτα, ο Κύρος επιθεώρησε τούς Έλληνες και τούς βαρβάρους στην πεδιάδα, επειδή πίστευε ότι το επόμενο πρωί θα έφτανε ο βασιλιάς με τον στρατό του για να πολεμήσει. Έδωσε εντολές στον Κλέαρχο να αναλάβει τη διοίκηση τής δεξιάς πτέρυγας και στον Μένωνα τον Θεσσαλό τής αριστερής, ενώ ο ίδιος ανέλαβε προσωπικά τη διάταξη των δικών του δυνάμεων.201
Μετά την επιθεώρηση, όταν ξημέρωσε, ήρθαν λιποτάκτες από τον μεγάλο βασιλιά, φέρνοντας στον Κύρο πληροφορίες για το βασιλικό στράτευμα. Τότε ο Κύρος κάλεσε τούς στρατηγούς και λοχαγούς των Ελλήνων και έκανε πολεμικό συμβούλιο για τον καθορισμό τού σχεδίου τής μάχης. Βρήκε επίσης την ευκαιρία να ενθαρρύνει τούς Έλληνες με τα παρακάτω λόγια:202
«Άνδρες Έλληνες, δεν σάς έχω πάρει να πολεμήσετε μαζί μου επειδή στερούμαι βαρβάρων, αλλά επειδή νομίζω ότι είστε καλύτεροι και πιο δυνατοί από πολλούς βαρβάρους. Γι’ αυτό σάς έχω προσλάβει. Φροντίστε λοιπόν να αποδειχθείτε αντάξιοι τής ελευθερίας την οποία έχετε και για την οποία σάς ζηλεύω. Να είστε βέβαιοι, ότι θα προτιμούσα την ελευθερία απ’ όλα όσα κατέχω, ακόμη και από πολλαπλάσια αυτών.203
Αλλά για να ξέρετε σε τι είδους αγώνα προσέρχεστε, θα σάς εξηγήσω εγώ που γνωρίζω. Ο αριθμός τους είναι μεγάλος και έρχονται με πολλές κραυγές. Αν όμως μπορέσετε να αντισταθείτε στα δύο αυτά πράγματα, ομολογώ ότι ντρέπομαι να σκεφτώ πόσο θλιβερούς θα βρείτε τούς κατοίκους αυτής τής χώρας. Αλλά είστε άνδρες και πρέπει να είστε γενναίοι ως άνδρες. Όποιος επιθυμεί να επιστρέψει στην πατρίδα του, δεσμεύομαι να τον στείλω πίσω, έτσι που θα τον ζηλεύουν οι φίλοι του, ενώ πιστεύω ότι θα πείσω πολλούς από εσάς να προτιμήσετε αυτό που θα σάς προσφέρω εδώ, από εκείνο που αφήσατε στην πατρίδα».204
Τότε ο Γαυλίτης, ένας εξόριστος από τη Σάμο205 και έμπιστος φίλος τού Κύρου, που ήταν παρών, είπε:
«Ναι Κύρε, αλλά μερικοί μπορεί να λένε ότι τώρα υπόσχεσαι πολλά, γιατί βρίσκεσαι σε μεγάλο επικείμενο κίνδυνο. Αλλά αν τα πράγμα πάνε καλά για σένα, θα ξεχάσεις, λένε, αυτά που είπες. Μάλιστα κάποιοι προσθέτουν, ότι ακόμη κι αν δεν ξεχάσεις, δεν θα είσαι σε θέση να τηρήσεις όλα όσα υπόσχεσαι».206
Όταν τα άκουσε αυτά, ο Κύρος απάντησε:
«Άνδρες, η αυτοκρατορία τού πατέρα μου απλώνεται προς τα νότια μέχρι περιοχές όπου οι άνθρωποι δεν μπορούν να κατοικήσουν λόγω τής ζέστης και βόρεια μέχρι περιοχές ακατοίκητες λόγω κρύου. Και σε όλες τις ενδιάμεσες περιοχές, σατράπες είναι οι φίλοι τού αδελφού μου.207
Αν λοιπόν νικήσω εγώ, πρέπει να βάλω τούς δικούς μου φίλους κυρίους σε αυτές τις περιοχές. Αυτό που φοβάμαι δεν είναι ότι δεν θα έχω αρκετά να δώσω σε καθέναν από τούς φίλους μου, αλλά μήπως δεν έχω τόσους φίλους, στους οποίους να παραχωρήσω εκείνα που έχω να δώσω. Στον καθέναν από εσάς, Έλληνες, θα δώσω ένα χρυσό στέμμα».208
Όταν άκουσαν αυτά τα λόγια, οι ίδιοι οι στρατηγοί και λοχαγοί ήσαν πολύ πιο πρόθυμοι και έφεραν τα νέα στους άλλους Έλληνες. Και πήγαν ενώπιόν του οι στρατηγοί και μερικοί από τούς άλλους Έλληνες, ζητώντας να μάθουν τι θα έπαιρναν σε περίπτωση νίκης. Ο Κύρος ικανοποίησε τις προσδοκίες όλων και τούς έδιωξε.209
Όλοι όσοι συνομίλησαν μαζί του, τον προέτρεψαν να μην πάρει μέρος στη μάχη, αλλά να σταθεί πίσω τους. Με την ευκαιρία αυτή ο Κλέαρχος τον ρώτησε:
«Νομίζεις, Κύρε, ότι ο αδελφός σου θα πολεμήσει εναντίον σου;»
«Ναι, μα τον Δία», είπε ο Κύρος, «αν είναι πραγματικά γιος τού Δαρείου και τής Παρυσάτιδας και αδελφός μου, δεν θα κερδίσω αυτό το βραβείο χωρίς μάχη».210
Στην τελική επιθεώρηση για τη μάχη καταμετρήθηκαν και ήσαν οι μεν Έλληνες δέκα χιλιάδες τετρακόσιοι οπλίτες και δύο χιλιάδες πεντακόσιοι πελταστές, ενώ οι βάρβαροι τού Κύρου ήσαν συνολικά εκατό χιλιάδες και είχαν περίπου είκοσι άρματα δρεπανηφόρα.211
Λεγόταν ότι οι δυνάμεις τού εχθρού ήσαν ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες, με διακόσια άρματα δρεπανηφόρα, καθώς και έξι χιλιάδες ιππείς υπό τον Αρταγέρση, που αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή τού ίδιου τού βασιλιά.212
Ο βασιλικός στρατός είχε τέσσερις στρατηγούς, άρχοντες και ηγεμόνες, καθένας με τριακόσιες χιλιάδες άνδρες υπό τις διαταγές του. Τα ονόματά τους ήσαν Αβροκόμας, Τισσαφέρνης, Γωβρύας και Αρβάκης. Αλλά από το σύνολο αυτό στη μάχη δεν συμμετείχαν περισσότεροι από εννιακόσιες χιλιάδες, με εκατόν πενήντα άρματα δρεπανηφόρα. Μάλιστα ο Αβροκόμας, ερχόμενος από τη Φοινίκη, έφτασε πέντε ημέρες μετά τη μάχη.213
Αυτά ανέφεραν στον Κύρο οι λιποτάκτες που ήρθαν από τον στρατό τού βασιλιά πριν από τη μάχη, ενώ επιβεβαιώθηκαν μετά τη μάχη από εκείνους τού εχθρού που πιάστηκαν αιχμάλωτοι.214
Από το σημείο εκείνο ο Κύρος προχώρησε μια μέρα, τρεις παρασάγγες, έχοντας παραταγμένο μαζί για μάχη ολόκληρο το στράτευμά του, το ελληνικό καθώς και το βαρβαρικό. Ανέμενε τον βασιλιά να δώσει μάχη εκείνη ακριβώς τη μέρα, γιατί κατά τη μέση τής πορείας εκείνης τής ημέρας έφτασαν σε βαθιά σκαμμένη τάφρο, με πλάτος πέντε και βάθος τρεις οργιές.215 216
Η τάφρος εκτεινόταν προς το εσωτερικό μέσα από την πεδιάδα σε απόσταση δώδεκα παρασαγγών, μέχρι το τείχος τής Μηδίας.217 [Εδώ υπήρχαν σκαμμένα μεγάλα κανάλια που έτρεχαν από τον ποταμό Τίγρη.218 Ήσαν τέσσερα, με πλάτος ένα πλέθρο και πολύ βαθιά, ενώ μέσα τους έπλεαν πλοία που κουβαλούσαν σιτάρι. Τα μεγάλα κανάλια χύνονταν στον Ευφράτη, απείχαν το ένα από το άλλο ένα παρασάγγη και από πάνω τους υπήρχαν γέφυρες.] Μεταξύ τού Ευφράτη και τής τάφρου υπήρχε στενή δίοδος με πλάτος είκοσι μόνο πόδια.219
Την τάφρο αυτή είχε κατασκευάσει ο μεγάλος βασιλιάς ως οχυρωματικό έργο, όταν έμαθε ότι ο Κύρος πλησίαζε. Από αυτή τη στενή δίοδο πέρασαν ο Κύρος και ο στρατός του και βρέθηκαν με ασφάλεια μέσα από την τάφρο.220
Δεν υπήρξε λοιπόν μάχη με τον βασιλιά εκείνη τη μέρα, αλλά ήσαν φανερά πολλά ίχνη αλόγων και ανθρώπων που υποχωρούσαν.221
Εκεί ο Κύρος κάλεσε τον Σιλανό, τον Αμπρακιώτη222 μάντη, και τού έδωσε τρεις χιλιάδες δαρεικούς, γιατί πριν από έντεκα ημέρες ο μάντης τού είχε πει ότι ο βασιλιάς δεν θα πολεμούσε τις επόμενες δέκα ημέρες και ο Κύρος είχε απαντήσει:
«Αν δεν πολεμήσει αυτές τις δέκα ημέρες, δεν θα πολεμήσει καθόλου. Και αν η προφητεία σου βγει αληθινή, σού υπόσχομαι δέκα τάλαντα».
Έτσι, τώρα που είχαν περάσει οι δέκα ημέρες, τού έδωσε αυτό το ποσό. 223 224
Αλλά καθώς ο βασιλιάς είχε αποτύχει να εμποδίσει το πέρασμα τού στρατού τού Κύρου από την τάφρο, ο ίδιος ο Κύρος και οι υπόλοιποι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι είχε μάλλον εγκαταλείψει την ιδέα να δώσει μάχη. Την επόμενη μέρα λοιπόν ο Κύρος πορευόταν με λιγότερη προσοχή.225
Την τρίτη μέρα συνέχιζε την πορεία καθισμένος στην άμαξά του, με μικρό μόνο σώμα στρατιωτών συνταγμένο μπροστά του. Η μάζα τού στρατού προχωρούσε χωρίς τάξη. Οι στρατιώτες είχαν φορτώσει τα βαριά όπλα τους στα κάρρα ή στα υποζύγια.226
1.8. Η μάχη στα Κούναξα και ο θάνατος τού Κύρου
Ήταν ήδη πια η ώρα που στις πόλεις η αγορά ήταν γεμάτη κόσμο,227 καθώς πλησίαζαν στο σημείο στο οποίο ο στρατός επρόκειτο να στρατοπεδεύσει, όταν ο Πατηγύας, ένας Πέρσης έμπιστος τού προσωπικού τού Κύρου, ήρθε καλπάζοντας με πλήρη ταχύτητα πάνω στο λουσμένο στον ιδρώτα άλογό του και σε καθένα που συναντούσε φώναζε στα ελληνικά και στα περσικά, ότι ο βασιλιάς προχωρούσε με μεγάλο στρατό, έτοιμος για μάχη.228
Ακολούθησε μεγάλη αναταραχή. Οι Έλληνες και όλοι οι άλλοι πίστευαν ότι θα δέχονταν επίθεση πριν προλάβουν να οργανώσουν τις γραμμές τους.229
Ο Κύρος πήδηξε από το άρμα του και φόρεσε τον θώρακά του. Ύστερα ανέβηκε στο άλογό του παίρνοντας στα χέρια τα κοντάρια και έδινε εντολή σε όλους να εξοπλίζονται και να μπαίνει καθένας στη γραμμή του.230
Τότε προχώρησαν με μεγάλη βιασύνη για να πάρουν τις θέσεις τους, καταλαμβάνοντας ο Κλέαρχος το δεξιό άκρο τής ελληνικής πτέρυγας προς τον Ευφράτη ποταμό, ο Πρόξενος δίπλα του και οι άλλοι δίπλα στον Πρόξενο, ενώ ο Μένων και ο στρατός του κατέλαβαν το αριστερό άκρο τής ελληνικής πτέρυγας.231
Όσο για τούς βάρβαρους, χίλιοι Παφλαγόνες232 ιππείς πήραν θέση δίπλα στον Κλέαρχο στη δεξιά πτέρυγα, όπως έκαναν και οι Έλληνες πελταστές, ενώ στην αριστερή ήταν ο Αριαίος, ο υπαρχηγός τού Κύρου, με το υπόλοιπο βαρβαρικό στράτευμα.233
Ο Κύρος βρισκόταν στη μέση με εξακόσιους περίπου ιππείς σωματοφύλακές του, εξοπλισμένους με θώρακες, παραμηρίδες και κράνη, όλοι εκτός από την Κύρο, που πήγαινε στη μάχη με το κεφάλι του απροστάτευτο. [Μάλιστα λεγόταν ότι και οι άλλοι Πέρσες διακινδύνευαν, αφήνοντας στη μάχη απροστάτευτα τα κεφάλια τους.]234
Όλα τα άλογά [εκείνων που ήσαν με τον Κύρο] είχαν προμετωπίδες και προστερνίδια, ενώ οι ιππείς, εκτός από τα άλλα όπλα τους, είχαν και ελληνικά σπαθιά.235
Ήταν πια μεσημέρι και ο εχθρός δεν είχε ακόμη φανεί στον ορίζοντα. Αλλά το απόγευμα φάνηκε σκόνη σαν λευκό σύννεφο και ύστερα από κάποιο διάστημα σαν μαύρο πέπλο, που απλώθηκε μακριά και ψηλά πάνω από την πεδιάδα. Όπως έρχονταν πιο κοντά, άστραφταν εδώ κι εκεί τα ορειχάλκινα κράνη και τα δόρατα, ενώ διακρίνονταν πια οι τάξεις τού εχθρού.236
Αριστερά υπήρχαν ιππείς με λευκούς θώρακες. Λεγόταν ότι επικεφαλής τους ήταν ο Τισσαφέρνης. Δίπλα τους υπήρχε σώμα ανδρών με ασπίδες και παραδίπλα οπλίτες με μακριές ξύλινες ασπίδες που έφταναν μέχρι τα πόδια. Έλεγαν ότι αυτοί ήσαν οι Αιγύπτιοι. Στη συνέχεια υπήρχαν άλλοι ιππείς, άλλοι τοξότες. Όλοι πορεύονταν κατά έθνη, με κάθε έθνος να προχωρά σε τετράγωνο γεμάτο ανθρώπους.237
Και μπροστά απ’ όλους αυτούς, σε αποστάσεις μεταξύ τους, υπήρχαν τα ονομαζόμενα δρεπανηφόρα άρματα. Είχαν τα δρεπάνια τους προσαρμοσμένα στους άξονες των τροχών λοξά προς τα έξω, ενώ άλλα προεξείχαν κάτω από τα καθίσματα των αρμάτων κοιτώντας προς το έδαφος, ώστε να κόβουν όποιον συναντούσαν. Το σχέδιο ήταν να τα αφήσουν να πέσουν με ορμή και πλήρη ταχύτητα στις τάξεις των Ελλήνων και να τούς πετσοκόψουν.238
Παραδόξως διαψεύστηκε η πρόβλεψη τού Κύρου στο πολεμικό συμβούλιο, που είχε προειδοποιήσει τούς Έλληνες να αντισταθούν στις κραυγές των βαρβάρων. Όχι μόνο δεν κραύγαζαν, αλλά έρχονταν μέσα σε βαθιά σιωπή, ήρεμα και αργά, με ομαλό βηματισμό.239
Εκείνη τη στιγμή ο Κύρος, καλπάζοντας και συνοδευόμενος από τον διερμηνέα του Πίγρητα και τρεις ή τέσσερις άλλους, φώναξε δυνατά στον Κλέαρχο να προωθήσει το στράτευμα στο κέντρο τού εχθρού, γιατί εκεί βρισκόταν ο βασιλιάς.
«Και αν νικήσουμε σε εκείνο το σημείο», πρόσθεσε, «όλα θα γίνουν δικά μας».240
Ο Κλέαρχος, αν και μπορούσε να δει το συμπαγές σώμα στο κέντρο και είχε ενημερωθεί από τον Κύρο ότι ο βασιλιάς βρισκόταν έξω από το ελληνικό αριστερό άκρο (γιατί λόγω τής αριθμητικής τους υπεροχής ο βασιλιάς, κρατώντας το δικό του κέντρο, επικάλυπτε το αριστερό άκρο τού Κύρου), εξακολουθούσε να διστάζει να αποσπάσει από το ποτάμι τη δεξιά του πτέρυγα, φοβούμενος μην κυκλωθεί και από τις δύο πλευρές, ενώ απάντησε απλά στον Κύρο ότι θα φρόντιζε ώστε όλα να πήγαιναν καλά.241
Εκείνη τη στιγμή το βαρβαρικό στράτευμα προχωρούσε ομοιόμορφα, ενώ το ελληνικό ήταν ακόμη καθηλωμένο στο σημείο, ολοκληρώνοντας τον σχηματισμό του, καθώς προσέρχονταν τα διάφορα σώματα. Και ο Κύρος, καλπάζοντας σε κάποια απόσταση από τις γραμμές, κοίταζε πρώτα προς τη μία κατεύθυνση και έπειτα προς την άλλη, για να αποκτήσει ολοκληρωμένη εικόνα των φίλων και των εχθρών.242
Όταν ο Αθηναίος Ξενοφών, βλέποντάς τον, κάλπασε από το ελληνικό στράτευμα για να τον συναντήσει, ρωτώντας τον αν είχε να δώσει κάποιες εντολές, ο Κύρος, σταματώντας το άλογό του, τού ζήτησε να ανακοινώσει σε όλους ότι οι οιωνοί από τα σφάγια, εσωτερικά και εξωτερικά, ήσαν καλοί.243 244
Ενώ ακόμη μιλούσε, άκουσε θόρυβο να διαπερνά τις τάξεις και ρώτησε τι ήταν αυτό. Ο άλλος [ο Κλέαρχος] τού απάντησε ότι περνούσε για δεύτερη φορά το σύνθημα. Και ο Κύρος αναρωτιόταν ποιος είχε δώσει την εντολή και τον ρώτησε ποιο ήταν το σύνθημα. Και ο άλλος απάντησε:
«Δίας σωτήρας και νίκη». 245
Και ο Κύρος, όταν το άκουσε, είπε:
«Δέχομαι, ας είναι αυτό»
και κάλπασε προς τη δική του θέση. Τώρα οι δύο φάλαγγες τής μάχης δεν απείχαν περισσότερο από τρία ή τέσσερα στάδια, όταν οι Έλληνες άρχισαν να τραγουδούν τον παιάνα και ταυτόχρονα να προχωρούν εναντίον τού εχθρού.246
Αλλά με την κίνηση, ένα μέρος τής φάλαγγας βγήκε πιο μπροστά από την ευθεία γραμμή και εκείνοι που είχαν μείνει πίσω επιτάχυναν τρέχοντας. Και ταυτόχρονα μια κραυγή βγήκε από τα χείλη όλων, όπως το «ελελεύ! ελελεύ!» προς τιμή τού θεού τού πολέμου και έτρεχαν όλοι. Μερικοί έλεγαν ότι χτυπούσαν τις ασπίδες και τα δόρατά τους τρoμάζοντας τα άλογα.247
Πριν φτάσουν στο βεληνεκές των βελών των βαρβάρων, στράφηκαν οι βάρβαροι και τράπηκαν σε φυγή. Και τώρα οι Έλληνες τούς καταδίωκαν με δύναμη, φωνάζοντας ο ένας στον άλλο να μην τρέχει μπροστά, αλλά να κρατούν τις γραμμές τους.248
Τα άρματα τού εχθρού, χωρίς τούς ηνιόχους τους, ορμούσαν μπροστά, μερικά προς τις τάξεις τού ίδιου τού εχθρού, άλλα προς τούς Έλληνες. Εκείνοι, όπως τα είδαν να έρχονται, άνοιξαν κενό και τα άφησαν να περάσουν. Υπήρχε κι ένας που πιάστηκε από άρμα σαν αποσβολωμένος σε ιππόδρομο, αλλά είπαν ότι ούτε κι αυτός έπαθε τίποτε, όπως κανένας άλλος Έλληνας σε αυτή τη μάχη έπαθε κακό, εκτός από έναν, που λεγόταν ότι είχε τραυματιστεί από βέλος στην αριστερή πτέρυγα.249
Ο Κύρος, βλέποντας τούς Έλληνες να νικούν στον δικό τους τομέα και να καταδιώκουν τούς εχθρούς, ευχαριστημένος πολύ και προσκυνούμενος ήδη σαν βασιλιάς από τούς γύρω του, δεν βγήκε κι αυτός να συμμετάσχει στην καταδίωξη, αλλά κρατώντας συσπειρωμένη την εξακοσίων ιππέων μοίρα του, παρακολουθούσε τι θα κάνει ο βασιλιάς. Ήξερε ότι εκείνος βρισκόταν στο κέντρο τού περσικού στρατεύματος.250
Μάλιστα οι μονάρχες των βαρβάρων καταλάμβαναν πάντοτε αυτή τη θέση, θεωρώντας ότι έτσι βρίσκονταν στο ασφαλέστερο μέρος, έχοντας τα στρατεύματα και στις δύο πλευρές τους, ενώ αν χρειαζόταν να δώσουν κάποια εντολή, το στράτευμα θα την έπαιρνε στον μισό χρόνο.251
Και τότε λοιπόν ο βασιλιάς, αν και κατείχε θέση στο κέντρο τού στρατού του, βρισκόταν όμως έξω από την αριστερή πτέρυγα τού Κύρου. Βλέποντας ότι δεν υπήρχε κανείς αντίπαλος μπροστά του για να τον πολεμήσει, αλλά ούτε για να πολεμήσει τα δικά του στρατεύματα που βρίσκονταν μπροστά του, έστριψε για να περικυκλώσει τον εχθρό.252
Τότε ήταν που ο Κύρος, φοβούμενος μήπως ο βασιλιάς πάρει από πίσω και πετσοκόψει το ελληνικό στράτευμα, εξόρμησε να τον αντιμετωπίσει. Και επιτιθέμενος με τούς εξακόσιους ιππείς του νίκησε εκείνους που ήσαν παραταγμένοι μπροστά στον βασιλιά και έτρεψε σε φυγή τούς έξι χιλιάδες ιππείς του, ενώ λεγόταν ότι σκότωσε ο ίδιος με τα χέρια του τον στρατηγό τους Αρταγέρση.253
Αλλά μόλις άρχισε η κατατρόπωση, οι εξακόσιοι τού Κύρου σκορπίστηκαν ορμώντας στην καταδίωξη, με την εξαίρεση πολύ λίγων που παρέμειναν γύρω του, κυρίως των ονομαζόμενων ομοτράπεζών του.254
Αφημένος μόνο με αυτούς, είδε τον βασιλιά και το γύρω του στίφος. Μη μπορώντας πια να συγκρατηθεί, κραύγασε
«τον βλέπω τον άνθρωπο»,
όρμησε εναντίον του και τον χτύπησε στο στέρνο, μέσα από τον θώρακα, σύμφωνα με τον ιατρό Κτησία,255 που αναφέρει επίσης ότι ο ίδιος γιάτρεψε το τραύμα.256 257
Καθώς όμως ο Κύρος χτυπούσε, κάποιος πέταξε ακόντιο, που τον πέτυχε με δύναμη κάτω από το μάτι. Ακολούθησε αγώνας ανάμεσα στον βασιλιά και τον Κύρο και εκείνους που ήσαν γύρω τους προστατεύοντας καθέναν από αυτούς. Ο αριθμός εκείνων που έπεσαν από την πλευρά τού βασιλιά αναφέρεται από τον Κτησία, που ήταν μαζί του.258 Από την άλλη πλευρά σκοτώθηκε ο ίδιος ο Κύρος, ενώ οκτώ από τούς γενναιότερους συντρόφους του ήσαν πεσμένοι πάνω του νεκροί.259
Ο Αρταπάτης, ο πιο έμπιστος από τούς ραβδοφόρους τού Κύρου, λέγεται ότι όταν είδε πεσμένο τον Κύρο, πήδησε από το άλογό του και έπεσε πάνω του απλώνοντας τα χέρια του.260
Λένε ότι ο βασιλιάς διέταξε κάποιον να τον σφάξει πάνω στον Κύρο, ενώ άλλοι λένε ότι τράβηξε το ξίφος του και αυτοκτόνησε. Γιατί είχε χρυσό ξίφος, ενώ φορούσε επίσης περιδέραιο και βραχιόλια και όλα τα άλλα στολίδια που φορούσαν οι ευγενέστεροι Πέρσες, έχοντας τιμηθεί από τον Κύρο για την αγάπη και τη νομιμοφροσύνη του.261
1.9. Νεκρολογία Κύρου
Έτσι λοιπόν πέθανε ο Κύρος, που ήταν ο βασιλικότερος και ο πιο άξιος να κυβερνά απ’ όλους τούς Πέρσες που έζησαν μετά τον αρχαίο Κύρο,262 όπως ισχυρίζονταν όλοι όσοι φημίζονταν ότι τον γνώριζαν στενά.263
Αρχικά, όταν ήταν ακόμη παιδί, ενώ ανατρεφόταν μαζί με τον αδελφό του και άλλα παιδιά, αναγνωριζόταν ότι υπερείχε απ’ όλους σε όλα.264
Γιατί όλοι οι γιοι των ευγενέστερων Περσών εκπαιδεύονταν στο παλάτι τού βασιλιά. Εκεί διδασκόταν κανείς την εγκράτεια και τον αυτοέλεγχο, ενώ δεν θα έβλεπε ούτε θα άκουγε τίποτε άσχημο.265
Έβλεπαν εκεί τα παιδιά και άκουγαν για εκείνους που τιμούνταν από τον βασιλιά και για εκείνους που ντροπιάζονταν κι έτσι από την παιδική κιόλας ηλικία μάθαιναν να κυβερνούν και να κυβερνούνται.266
Σε αυτή την εκπαίδευση θεωρούσαν ότι ο Κύρος αφενός ήταν πρότυπο σεμνότητας μεταξύ των συνομηλίκων του, υπακούοντας στους μεγαλύτερούς του πολύ περισσότερο από τούς κατωτέρους του και αφ’ ετέρου ότι αγαπούσε πολύ τα άλογα και είχε ιδιαίτερη δεξιοτεχνία στην ιππασία. Τον θεωρούσαν επίσης ιδιαίτερα φιλομαθή και μελετηρό σε θέματα πολέμου και στη χρήση τού τόξου και τού ακόντιου.267
Όταν το επέτρεψε η ηλικία του, αγαπούσε πολύ και το κυνήγι, όχι χωρίς κάποια όρεξη για επικίνδυνες περιπέτειες στην αντιμετώπιση των άγριων θηρίων. Κάποτε τού όρμησε εξαγριωμένη μία αρκούδα και δεν δείλιασε, αλλά πέφτοντας από το άλογό του πάλεψε μαζί της παθαίνοντας πληγές, τα σημάδια από τις οποίες ήσαν ορατά σε όλη του τη ζωή. Αλλά στο τέλος σκότωσε το θηρίο, χωρίς να ξεχάσει ποτέ εκείνον που έσπευσε πρώτος να τον βοηθήσει, αλλά τον έκανε ζηλευτό στα μάτια των πολλών.268
Όταν τον έστειλε ο πατέρας του σατράπη τής Λυδίας, τής Μεγάλης Φρυγίας και τής Καππαδοκίας και τον διόρισε στρατηγό των δυνάμεων που συγκεντρώνονταν στην πεδιάδα τού Καστωλού, έδειξε με τη συμπεριφορά του ότι απέδιδε τη μεγαλύτερη σημασία στην πιστή εκπλήρωση κάθε συνθήκης και συμφώνου που σύναπτε με άλλους και στο να μην ψεύδεται ποτέ όταν υποσχόταν κάτι.269
Έτσι κέρδισε την εμπιστοσύνη τόσο των πόλεων που τού είχαν ανατεθεί, όσο και των ανθρώπων. Κι όταν γινόταν κάποιος εχθρός, πίστευε ότι μια συνθήκη με τον Κύρο αποτελούσε εγγύηση ότι δεν θα πάθαινε τίποτε που θα βρισκόταν σε αντίθεση με τούς όρους της.270
Έτσι λοιπόν, στον πόλεμο με τον Τισσαφέρνη, όλες οι πόλεις διάλεξαν μόνες τους τον Κύρο αντί για τον Τισσαφέρνη, με εξαίρεση τούς Μιλήσιους, που αποξενώθηκαν από αυτόν από φόβο, επειδή αρνήθηκε να εγκαταλείψει τούς εξόριστους συμπολίτες τους.271
Γιατί έδειχνε με έργα καθώς και με λόγια ότι ο ίδιος ποτέ δεν θα εγκατέλειπε εκείνους που είχαν γίνει κάποτε φίλοι του, ακόμη κι αν γίνονταν ακόμη λιγότεροι σε αριθμό ή συναντούσαν ακόμη χειρότερη δυστυχία.272
Ήταν επίσης προφανές ότι όταν ένας άνθρωπος έκανε κάποιο καλό ή κακό στον Κύρο, εκείνος πάντοτε προσπαθούσε να τον ξεπεράσει. Μάλιστα μερικοί άνθρωποι το ανέφεραν ως ευχή, να ζήσει αρκετό καιρό για να ξεπεράσει τόσο εκείνους που τού έκαναν καλό, όσο και εκείνους που τον πλήγωσαν.273
Έτσι λοιπόν, πολύ περισσότεροι σε αυτόν από κάθε άλλον άνθρωπο τής εποχής του, ήσαν πρόθυμοι να βάλουν στα πόδια του τα χρήματά τους, τις πόλεις τους και τη ζωή τους.274
Όμως από την άλλη πλευρά δεν μπορούσε κανείς να πει ότι επέτρεπε στους κακούργους και στους πονηρούς ανθρώπους να γελούν και να τον περιφρονούν, αλλά ήταν ανελέητος και τούς τιμωρούσε όλους. Μπορούσε κανείς να δει συχνά στους πολυσύχναστους δρόμους ανθρώπους που είχαν χάσει τα πόδια ή τα χέρια ή τα μάτια. Έτσι στη σατραπεία τού Κύρου οποιοσδήποτε Έλληνας ή βάρβαρος, υπό τον όρο ότι ήταν αθώος, μπορούσε άφοβα να ταξιδεύει όπου ήθελε, παίρνοντας μαζί του ό,τι τον ευχαριστούσε.275
Αλλά τούς γενναίους στον πόλεμο, όπως όλοι συμφωνούσαν, τούς τιμούσε ιδιαίτερα. Για παράδειγμα βρισκόταν κάποτε σε πόλεμο με τούς Πισίδες και τούς Μυσούς. Εκστρατεύοντας λοιπόν και ο ίδιος σε εκείνες τις χώρες, όποιους έβλεπε πρόθυμους να διακινδυνεύσουν, αυτούς τούς ανθρώπους διόριζε ηγεμόνες τής περιοχής που υπέτασσε, ενώ στη συνέχεια τούς τιμούσε και με άλλα δώρα.276
Φαινόταν λοιπόν ότι οι γενναίοι ευημερούσαν περισσότερο, ενώ οι δειλοί κρίνονταν κατάλληλοι να είναι σκλάβοι τους. Κατά συνέπεια ο Κύρος είχε άνδρες σε μεγάλη αφθονία, που ήσαν πρόθυμοι να ανταποκριθούν στον κίνδυνο, όπου θεωρούσαν ότι ο Κύρος θα τούς παρατηρούσε.277
Όσον αφορά τη δικαιοσύνη, αν ένας άνθρωπος έδειχνε ότι επιθυμούσε να διακριθεί σε αυτή την αρετή, ο Κύρος αισθανόταν μεγάλη χαρά κάνοντας αυτόν τον άνθρωπο πλουσιότερο από εκείνους που αναζητούσαν το κέρδος με αθέμιτο τρόπο.278
Έτσι λοιπόν και τούς άλλους τομείς τής διοίκησης διαχειρίζονταν γι’ αυτόν με δικαιοσύνη, αλλά κυρίως εξασφάλιζε τις υπηρεσίες στρατού αντάξιου τού ονόματός του. Γιατί οι στρατηγοί και οι λοχαγοί που έρχονταν με πλοία σε αυτόν για να τον υπηρετήσουν έναντι χρημάτων, έκριναν ότι η πιστή υπακοή στον Κύρο άξιζε περισσότερο από τις μηνιαίες αποδοχές τους.279
Και πάλι, όταν ένας άνθρωπος εκτελούσε πιστά την υπηρεσία που τού έχει ανατεθεί, ο Κύρος δεν άφηνε ποτέ τον ζήλο του χωρίς ανταμοιβή. Λεγόταν λοιπόν ότι ο Κύρος είχε τούς καλύτερους υποστηρικτές για κάθε επιχείρηση.280
Επιπλέον, όταν έβλεπε ότι ένας άνθρωπος ήταν επιδέξιος και δίκαιος διαχειριστής, που οργάνωνε καλά τη χώρα την οποία διοικούσε και παρήγαγε έσοδα, ο ίδιος ποτέ δεν θα στερούσε τη χώρα από τέτοιον άνθρωπο, αλλά θα τού έδινε πάντοτε περισσότερα. Αποτέλεσμα ήταν, ότι μοχθούσαν με ευχαρίστηση και συσσώρευαν κέρδη με αυτοπεποίθηση, ενώ δεν έκρυβε κανείς από τον Κύρο την περιουσία που είχε αποκτήσει. Γιατί δεν ζήλευε εκείνους που είχαν πλουτίσει με φανερό τρόπο, αλλά προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει τα πλούτη εκείνων που τα κρατούσαν μυστικά.281
Όσο για τούς φίλους, όλοι συμφωνούσαν ότι διέπρεπε στην προσοχή που έδειχνε για όλους τούς φίλους που έκανε, τούς εύρισκε αφοσιωμένους σε αυτόν και τούς έκρινε ως κατάλληλους συνεργάτες σε ό,τι επιθυμούσε να ολοκληρώσει.282
Γιατί ακριβώς όπως ο λόγος για τον οποίο πίστευε ότι ο ίδιος χρειαζόταν φίλους ήταν να μπορεί να έχει συνεργάτες, έτσι προσπαθούσε από την πλευρά του να είναι δραστήριος συνεργός των φίλων του, εξασφαλίζοντας σε καθέναν εκείνα που νόμιζε ότι επιθυμούσε.283
Πολλά ήσαν τα δώρα που τού έκαναν, για πολλούς και διάφορους λόγους. Ίσως κανένας άνθρωπος δεν πήρε περισσότερα. Και κανένας δεν ήταν πιο έτοιμος να τα παραχωρήσει σε φίλους, παίρνοντας υπόψη τις προτιμήσεις καθενός, έτσι ώστε να ικανοποιήσει αυτό που θεωρούσε ότι χρειαζόταν καθένας.284
Πολλά από αυτά τα δώρα είχαν σταλεί σε αυτόν ως προσωπικά στολίδια τού σώματος ή για τη μάχη. Λένε λοιπόν ότι έλεγε γι’ αυτά, ότι αφενός το δικό του σώμα δεν μπορούσε να στολιστεί με όλα αυτά, ενώ θεωρούσε ως μεγαλύτερο στολίδι τού ανθρώπου τούς ωραία στολισμένους φίλους.285 286
Το γεγονός ότι ξεπερνούσε τούς φίλους του στο μεγαλείο των πλεονεκτημάτων που τούς παρείχε δεν είναι περίεργο, για τον προφανή λόγο ότι ήταν πιο ισχυρός από εκείνους. Αλλά το ότι τούς ξεπερνούσε στη φροντίδα και στην προθυμία να τούς ευχαριστεί, αυτό κατά τη γνώμη μου είναι πιο αξιοθαύμαστο.287
Συχνά, όταν είχε δοκιμάσει κάποιο εξαιρετικό κρασί, έστελνε την υπόλοιπη μισή κανάτα σε κάποιον φίλο, με μήνυμα:
«Ο Κύρος λέει ότι αυτό είναι το καλύτερο κρασί που έχει δοκιμάσει εδώ και πολύ καιρό. Γι’ αυτόν τον λόγο σού το στέλνει και ζητά να το πιείς σήμερα με φίλους τής επιλογής σου».288
Πολλές φορές έστελνε μισοφαγωμένες χήνες, μισά καρβέλια ψωμιού και άλλα τέτοια, λέγοντας σε εκείνον που τα έφερνε να πει:
«Αυτά τα έφαγε ο Κύρος και θέλει να τα δοκιμάσετε κι εσείς».289
Όταν υπήρχε μεγάλη έλλειψη ζωοτροφών, ενώ ο ίδιος μπορούσε να ανεφοδιαστεί, λόγω τού μεγάλου αριθμού των υπηρετών του και τής δικής του προνοητικότητας, διένειμε τις ζωοτροφές στους φίλους του, λέγοντάς τους να τις δώσουν στα άλογα που τούς μετέφεραν, για να μη μεταφέρουν πεινασμένα τούς φίλους του.290
Αν κάποια φορά βρισκόταν σε πορεία και θα έρχονταν πολλοί άνθρωποι να τον δουν, καλούσε τούς φίλους και συμμετείχε μαζί τους σε σοβαρή συζήτηση, προκειμένου να δείξει ποιους εκτιμούσε. Έτσι λοιπόν, από αυτά που ακούω, πιστεύω ότι κανένας άνθρωπος, Έλληνας ή βάρβαρος, δεν αγαπήθηκε ποτέ από μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων.291
Για απόδειξη αυτού μπορώ να αναφέρω το εξής γεγονός. Όταν ο Κύρος ήταν υποτελής και σκλάβος τού βασιλιά, κανένας δεν τον εγκατέλειψε ποτέ για να ενωθεί με τον βασιλιά, εκτός από τον Ορόντα που το προσπάθησε. Και ο βασιλιάς γρήγορα ανακάλυψε, ότι ο άνθρωπος τον οποίο θεωρούσε πιστό σε αυτόν, ήταν πιο αφοσιωμένος στον Κύρο απ’ όσο στον ίδιο. Από την άλλη πλευρά, πολλοί πέρασαν από τον βασιλιά στον Κύρο όταν αυτοί οι δύο έγιναν εχθροί (όντας μάλιστα οι άνδρες που είχε σε πιο μεγάλη υπόληψη ο βασιλιάς), επειδή πίστευαν ότι αν ήσαν άξιοι, θα έπαιρναν πιο κατάλληλη ανταμοιβή από τον Κύρο, από εκείνη που τούς έδινε ο βασιλιάς.292
Μια άλλη μεγάλη απόδειξη ταυτόχρονα τής δικής του αξίας και τής ικανότητάς του να διακρίνει σωστά όλους τούς πιστούς, αγαπητούς και σταθερούς φίλους, παρέχεται από περιστατικό, που ανήκει στις τελευταίες στιγμές τής ζωής του.293
Εκείνος σκοτώθηκε, αλλά παλεύοντας για τη ζωή του δίπλα του έπεσαν επίσης όλοι οι πιστοί του σωματοφύλακες, φίλοι και ομοτράπεζοι, με μόνη εξαίρεση τον Αριαίο. Αυτός ήταν παραταγμένος στην αριστερή πτέρυγα, όντας διοικητής τού ιππικού. Μόλις όμως αντιλήφθηκε την πτώση τού Κύρου, τράπηκε σε φυγή μαζί με ολόκληρο το στράτευμα τού οποίου ήταν επικεφαλής.294
1.10. Ολοκλήρωση τής μάχης εκείνης τής ημέρας
Τότε έκοψαν το κεφάλι τού Κύρου και το δεξί του χέρι, ενώ ο βασιλιάς και εκείνοι που ήσαν μαζί του όρμησαν καταδιώκοντας στο στρατόπεδο τού Κύρου. Ο στρατός τού Αριαίου δεν στάθηκε να πολεμήσει, αλλά τράπηκε σε φυγή από το δικό του στρατόπεδο, στο σημείο στο οποίο είχαν σταματήσει την προηγούμενη νύχτα, που απείχε, όπως λεγόταν, τέσσερις παρασάγγες.295
Έτσι ο βασιλιάς και εκείνοι που ήσαν μαζί του άρχισαν να αρπάζουν λάφυρα, μεταξύ των οποίων εκείνος πήρε και τη γυναίκα από τη Φώκαια,296 την παλλακίδα τού Κύρου, που λεγόταν ότι ήταν σοφή και όμορφη.297 298
Εκείνοι που ήσαν μαζί με τον βασιλιά συνέλαβαν και την πιο μικρή, τη Μιλήσια, που ξέφυγε γυμνή προς τούς Έλληνες που είχαν αφεθεί στο στρατόπεδο να φρουρούν τούς ακόλουθους. Αυτοί μπήκαν αμέσως στη γραμμή και σκότωσαν πολλούς από τούς λεηλατούντες, ενώ έχασαν και οι ίδιοι κάποιους άνδρες. Δεν τράπηκαν όμως σε φυγή, αλλά διέσωσαν αυτή τη γυναίκα, καθώς και τούς ανθρώπους και τα πράγματα που βρίσκονταν εκεί.299
Εκείνη τη στιγμή ο βασιλιάς και οι Έλληνες απείχαν μεταξύ τους τριάντα περίπου στάδια, όπου οι μεν Έλληνες καταδίωκαν τούς αντιπάλους τους νομίζοντας ότι τούς νικούσαν όλους, ενώ οι άλλοι λεηλατούσαν, σαν να ήταν γενική η νίκη τους.300
Αλλά όταν οι Έλληνες έμαθαν ότι ο βασιλιάς και τα στρατεύματά του βρίσκονταν στο στρατόπεδο τού Κύρου, ενώ ο βασιλιάς πάλι ενημερώθηκε από τον Τισσαφέρνη ότι οι Έλληνες νικούσαν στον δικό τους τομέα και προχωρούσαν καταδιώκοντας τούς αντιπάλους τους, τότε ο μεν βασιλιάς συγκέντρωσε τα στρατεύματά του και τα έβαζε στη γραμμή, ενώ ο Κλέαρχος κάλεσε τον Πρόξενο που ήταν δίπλα του και συζητούσαν αν θα έστελναν απόσπασμα στο στρατόπεδο ή θα πήγαιναν όλοι για να το σώσουν.301
Στο μεταξύ ο βασιλιάς φάνηκε και πάλι να προωθείται από τα πίσω. Και οι Έλληνες, στρέφοντας δεξιά, ετοιμάζονταν να αντιμετωπίσουν την επίθεσή του εκεί. Δεν προχώρησε όμως εναντίον τους στο σημείο αυτό, αλλά πέρασε έξω από την αριστερή πτέρυγα των αντιπάλων του και τράβηξε μακριά, παίρνοντας στο πέρασμά του και εκείνους που είχαν λιποτακτήσει στους Έλληνες κατά τη διάρκεια τής μάχης, καθώς και τον Τισσαφέρνη και τούς δικούς του.302
Γιατί ο Τισσαφέρνης δεν είχε τραπεί σε φυγή στην πρώτη σύγκρουση, αλλά είχε κάνει έφοδο παράλληλα με τον Ευφράτη προς τούς Έλληνες πελταστές. Στην έφοδο όμως αυτή δεν μπόρεσε να σκοτώσει κανέναν. Αντίθετα, οι Έλληνες άνοιγαν δρόμο για να τούς αφήσουν να περάσουν, ενώ τούς χτυπούσαν με τα σπαθιά τους και τούς έριχναν ακόντια. Ο Επισθένης από την Αμφίπολη303 ήταν επικεφαλής των πελταστών και λεγόταν ότι φέρθηκε με λογικό τρόπο.304
Και ο Τισσαφέρνης, έχοντας περάσει μέσα από τον κίνδυνο με πολλές απώλειες, δεν επέστρεψε από τον δρόμο που είχε έρθει, αλλά φτάνοντας στο στρατόπεδο των Ελλήνων συνάντησε εκεί τον βασιλιά. Τα δύο τμήματα, μπαίνοντας πάλι σε τάξη, πορεύονταν δίπλα-δίπλα.305
Όταν βρέθηκαν παράλληλα με την (αρχική) αριστερή πτέρυγα των Ελλήνων, φοβήθηκαν οι Έλληνες μην τούς επιτεθούν πλευρικά, τούς κυκλώσουν και από τις δύο πλευρές και τούς πετσοκόψουν. Αποφάσισαν λοιπόν να επεκτείνουν τη γραμμή τους, τοποθετούμενοι με το ποτάμι πίσω τους.306
Αλλά ενώ συζητούσαν αυτά, ο βασιλιάς προσπέρασε και διέταξε τα στρατεύματά του σε γραμμή για να τούς αντιμετωπίσει ακριβώς στην ίδια θέση, στην οποία είχε προχωρήσει για να πολεμήσει στην αρχή τής σύγκρουσης. Μόλις λοιπόν οι Έλληνες είδαν τούς εχθρούς να βρίσκονται κοντά και παραταγμένοι για μάχη, τραγούδησαν πάλι τον παιάνα και ξεκίνησαν επίθεση με ακόμη μεγαλύτερο ενθουσιασμό από πριν.307
Και πάλι οι βάρβαροι δεν παρέμειναν εκεί για να τούς αντιμετωπίσουν, αλλά τράπηκαν σε φυγή σε ακόμη μεγαλύτερη απόσταση από πριν.308
Οι Έλληνες τούς καταδίωξαν μέχρι κάποιο χωριό όπου σταμάτησαν, γιατί πάνω από το χωριό υπήρχε λόφος, στον οποίο ο βασιλιάς και οι δικοί του συσπειρώθηκαν και ανασυγκροτήθηκαν. Δεν είχαν πια πεζικό, αλλά ο λόφος ήταν γεμάτος ιππείς, τόσο που ήταν αδύνατο να καταλάβει κανείς τι συνέβαινε. Είδαν και τη βασιλική σημαία, όπως είπαν, χρυσό αετό με ανοιχτά τα φτερά, πάνω σε ασπίδα, υψωμένη ψηλά πάνω σε κοντάρι.309
Αλλά όταν οι Έλληνες προχώρησαν κι εδώ, οι ιππείς τού εχθρού εγκατέλειψαν το ύψωμα, όχι ως σώμα, αλλά φεύγοντας προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Γυμνώθηκε λοιπόν ο λόφος από ιππείς και τελικά έφυγαν όλοι.310
Ο Κλέαρχος δεν ανέβηκε στον λόφο, αλλά στήνοντας το στράτευμά του στους πρόποδες έστειλε τον Συρακούσιο Λύκιο κι έναν ακόμη στην κορυφή, με εντολή να επιθεωρήσουν την κατάσταση από την άλλη πλευρά τού λόφου και να αναφέρουν.311
Ο Λύκιος κάλπασε και αφού επιθεώρησε, ανέφερε ότι είχαν τραπεί σε φυγή με όλη τους τη δύναμη.312
Σχεδόν εκείνη τη στιγμή έδυσε ο ήλιος. Εκεί σταμάτησαν οι Έλληνες και εναποθέτοντας τα όπλα ξεκουράζονταν. Και απορούσαν που ο Κύρος δεν φαινόταν πουθενά, ούτε είχε έρθει κανένας άλλος από αυτόν. Γιατί δεν γνώριζαν ότι είχε πεθάνει και νόμιζαν ότι είτε είχε απομακρυνθεί καταδιώκοντας, ή είχε προχωρήσει για να καταλάβει κάποιο σημείο.313
Συζητούσαν λοιπόν αν έπρεπε να παραμείνουν εκεί που βρίσκονταν φέρνοντας εκεί και τον συρμό αποσκευών ή να επιστρέψουν στο στρατόπεδο. Αποφάσισαν να επιστρέψουν και έφτασαν στις σκηνές την ώρα περίπου τού δείπνου.314
Έτσι τελείωσε εκείνη η μέρα. Βρήκαν το μεγαλύτερο μέρος των υπαρχόντων τους λεηλατημένο, μαζί και τα τρόφιμα και τα ποτά, καθώς και τα κάρρα που ήσαν φορτωμένα με τρόφιμα και κρασί,315 τα οποία είχε ετοιμάσει ο Κύρος για να τα μοιράσει στους Έλληνες σε περίπτωση που έπεφτε η εκστρατεία σε απόλυτη ανάγκη. Υπήρχαν τετρακόσια τέτοια κάρρα, που είχαν λεηλατηθεί και αυτά από τον βασιλιά και τούς άνδρες του.316
Έτσι οι περισσότεροι Έλληνες παρέμειναν νηστικοί. Ούτε πρόγευμα είχαν πάρει, γιατί ο βασιλιάς είχε εμφανιστεί πριν κάνει στάση το στράτευμα για πρωινό. Εκείνη λοιπόν τη νύχτα με τέτοιο τρόπο την πέρασαν.317
Βιβλίο δεύτερο -> |