<-1. Ο γρίφος τού Ξενοφώντος | 3. Το ιστορικό περιβάλλον-> |
Τα γεγονότα τής Κύρου Ανάβασης συνέβησαν το 401-399 π.Χ., ενώ ο Ξενοφών συνέταξε το έργο του τριάντα περίπου χρόνια αργότερα, γύρω στο 370 π.Χ. Ήδη από το 380 π.Χ. ο Αθηναίος ρήτορας Ισοκράτης, με τον εμπρηστικό Πανηγυρικό του, κάλεσε για πρώτη φορά τούς Έλληνες να ενωθούν και να εξαπολύσουν πόλεμο εναντίον των Περσών. Στην ομιλία του αυτή ο Ισοκράτης υπογράμμιζε την πραγματική κατωτερότητα τού μεγάλου βασιλέα, ο οποίος ήταν ισχυρός μόνο χάρη στις διαφωνίες μεταξύ των ιδίων των Ελλήνων και τού οποίου την αδυναμία καθιστούσε μάλιστα σαφή με την εκστρατεία των δέκα χιλιάδων Ελλήνων μισθοφόρων τού Κύρου τού Νεότερου.1 Το 346 π.Χ., στην επιστολή του προς τον Φίλιππο Β’ (βασ. 359-336 π.Χ.), ο Ισοκράτης επαναλάμβανε και πάλι τις απαιτήσεις του και έκανε έκκληση στο ίδιο πνεύμα στον Μακεδόνα βασιλιά.2
Ακολούθησε η κυριαρχία των Μακεδόνων στον ελληνικό χώρο, η κατάλυση τής Περσικής αυτοκρατορίας από τον Αλέξανδρο, ο θάνατός του και η ίδρυση των ελληνιστικών βασιλείων των διαδόχων του. Ο ελλαδικός, μικρασιατικός και ευρύτερος ανατολικός μεσογειακός χώρος ενοποιήθηκαν πολιτιστικά και γλωσσικά υπό την εξουσία των μεταλεξανδρινών βασιλείων τού Κασσάνδρου στον ελλαδικό χώρο, τού Λυσιμάχου στη Θράκη και τη Μικρά Ασία, τού Πτολεμαίου στην Αίγυπτο και τού Σελεύκου στην Ανατολή. Σε αυτόν τον ενοποιημένο πολιτιστικά αλλά διασπασμένο πολιτικά χώρο εισέβαλαν αργότερα οι Ρωμαίοι. Η νίκη τους στη μάχη τής Πύδνας (168 π.Χ.) τερμάτισε τη βασιλεία τής δυναστείας των Αντιγονιδών στη Μακεδονία, ενώ ακολούθησε η νίκη τους στη μάχη τής Κορίνθου το 146 π.Χ., οι πόλεμοι με τον Μιθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτορα τού Πόντου μέχρι τον θάνατό του (63 π.Χ.) και η κατάκτηση τής Αιγύπτου (30 π.Χ.). Ποια ήταν άραγε η τύχη τού Ξενοφώντος και τού έργου του σε αυτόν τον πολιτιστικά, γλωσσικά και τελικά πολιτικά ενοποιημένο υπό τούς Ρωμαίους χώρο;
Ο Ξενοφών κατά τούς Ελληνιστικούς Χρόνους και τη Ρωμαϊκή Περίοδο
4ος-3ος π.Χ. αιώνας: Δημήτριος Φαληρεύς και Ξενοφών
Ο Δημήτριος Φαληρεύς (περ. 345 π.Χ. – περ. 280 π.Χ.) υπήρξε πολιτικός και περιπατητικός φιλόσοφος τής αρχαίας Αθήνας, την οποία κυβέρνησε για δέκα ολόκληρα χρόνια (317-307 π.Χ.) ως επιστάτης διορισμένος από τον βασιλιά Κάσσανδρο. Το 307 π.Χ., μετά την κατάληψη τής Αθήνας από τον Δημήτριο Α’ Πολιορκητή, διέφυγε στην Αλεξάνδρεια, όπου τον υποδέχθηκε με τιμές ο Πτολεμαίος Α’ και τού ανέθεσε την ίδρυση τής Βιβλιοθήκης τής Αλεξάνδρειας. Στον Δημήτριο Φαληρέα αποδίδεται (χωρίς βεβαιότητα) το έργο Περὶ ἑρμηνείας, το οποίο αποτελεί σημαντική πραγματεία για τη λογοτεχνική κριτική και στο οποίο σχολιάζεται, μεταξύ άλλων, το λογοτεχνικό ύφος τού Ξενοφώντος στην Κύρου Ανάβαση. Από το έργο αυτό προέρχονται τα παρακάτω αποσπάσματα:3
…Στην αρχή τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος υπάρχει παράδειγμα στην πρόταση «Δαρείου καὶ Παρυσάτιδος» μέχρι «νεώτερος δὲ Κῦρος». Πρόκειται για πλήρως ολοκληρωμένη πρόταση, τής οποίας τα εμπεριεχόμενα δύο μέλη αποτελούν τμήματα. Αλλά το καθένα από αυτά, μέσα στα δικά του όρια, μεταφέρει νόημα που είναι ολοκληρωμένο. Πάρτε τα πρώτα λόγια: «Ο Δαρείος και η Παρύσατις είχαν δύο γιους». Η σκέψη ότι οι γιοι γεννήθηκαν από τον Δαρείο και την Παρυσάτιδα έχει τη δική της πληρότητα. Το δεύτερο μέλος, με τον ίδιο τρόπο, μεταφέρει την ολοκληρωμένη σκέψη, ότι «μεγαλύτερος ήταν ο Αρταξέρξης και μικρότερος ο Κύρος». Συνεπώς, όπως υποστηρίζω, ένα μέλος πρέπει να γίνεται κατανοητό ότι περιλαμβάνει σκέψη, η οποία είτε αποτελεί πλήρη πρόταση ή αναπόσπαστο μέρος άλλης.4
…Μερικές φορές λοιπόν, ένα μακρύ μέλος μπορεί να είναι κατάλληλο για συγκεκριμένους λόγους. Άλλες φορές ένα βραχύ μέλος μπορεί να είναι κατάλληλο, όπως όταν το θέμα μας είναι κάτι μικρό. Ο Ξενοφών, για παράδειγμα, λέει για τον Τηλεβόα ποταμό, στο απόσπασμα όπου περιγράφει την άφιξη των Ελλήνων στις όχθες του: «δεν ήταν μεγάλος, όμως ήταν όμορφος». Ο ελαφρύς και σπασμένος ρυθμός φέρνει σε ανάγλυφο τόσο το μικρό μέγεθος όσο και την ομορφιά τού ποταμού. Αν ο Ξενοφών είχε επεκτείνει την ιδέα λέγοντας: «Αυτό το ποτάμι ήταν σε μέγεθος μικρότερο από άλλους ποταμούς, αλλά στην ομορφιά τούς ξεπερνούσε όλους», θα είχε αποτύχει ως προς το πρέπον και θα γινόταν αυτό που λέμε ψυχρός συγγραφέας. Για την ψυχρότητα όμως θα μιλήσουμε αργότερα.5
…Υπάρχουν τρία είδη πρότασης: η ιστορική, η διαλογική και η ρητορική. Η ιστορική πρόταση δεν πρέπει να είναι ούτε πολύ στρογγυλεμένη, ούτε όμως πάρα πολύ χαλαρή, αλλά κάτι μεταξύ των δύο. Να διαμορφώνεται έτσι, ώστε να μη φαίνεται ρητορική και μη πειστική από τη στρογγυλεμένη της μορφή, αλλά να παίρνει το κύρος και τη δύναμη έκθεσης από την απλότητά της, όπως η πρόταση από το «Δαρείου καὶ Παρυσάτιδος γίγνονται» μέχρι το «νεώτερος δὲ Κῦρος». Ο ρυθμός τής πρότασης εδώ μοιάζει με εδραιωμένη και βέβαιη κατάληξη.6
…Ας εξετάσουμε λοιπόν ένα διαφορετικό είδος μεταφοράς, αυτό που οδηγεί σε μικρότητα και όχι σε μεγαλείο. Οι μεταφορές πρέπει να εφαρμόζονται από το μεγαλύτερο προς το μικρότερο, όχι αντίστροφα. Ο Ξενοφών, για παράδειγμα, λέει: «Με την κίνηση, ένα μέρος τής φάλαγγας κυμάτισε πιο μπροστά από την ευθεία γραμμή». Παρομοιάζει λοιπόν μια παρέκκλιση από τη διάταξη σαν κύμα τής θάλασσας και εφαρμόζει στην παρέκκλιση αυτόν τον όρο. Αν όμως λεγόταν αντιθέτως ότι «σαν θάλασσα βγήκαν από τη φάλαγγα», η μεταφορά ενδεχομένως δεν θα ήταν κατάλληλη και σε κάθε περίπτωση θα ήταν εντελώς ασήμαντη.7
…Ο Ξενοφών λέει ότι «ο στρατός αλάλαξε», παραποιώντας με αυτόν τον τρόπο την κραυγή «ἐλελεῦ», την οποία φώναζαν οι στρατιώτες συνεχώς. Όμως η πρακτική αυτή είναι, όπως είπα, γεμάτη κινδύνους, ακόμη και για τούς ποιητές. Μπορεί να προστεθεί ότι μια σύνθετη λέξη είναι είδος κατασκευασμένης. Οτιδήποτε προέρχεται από σύνθεση αποτελείται προφανώς από κάτι προϋπάρχον.8
…Σε ορισμένες περιπτώσεις η λακωνικότητα και ιδιαίτερα η αποσιώπηση παράγουν μεγαλοπρέπεια, καθώς ορισμένα φαίνονται πιο σημαντικά όταν δεν λέγονται αλλά υπονοούνται. Σε άλλες όμως περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι κοινοτοπία. Ο εντυπωσιασμός μπορεί να προκύψει από επαναλήψεις, όπως αυτές τού Ξενοφώντος, ο οποίος λέει: «Τα άρματα ορμούσαν μπροστά, μερικά προς τις τάξεις των δικών μας, άλλα προς τις τάξεις των εχθρών». Μια τέτοια πρόταση είναι πολύ πιο εντυπωσιακή από μια άλλη που θα έλεγε «ορμούσαν μέσα από τις τάξεις τόσο των φίλων όσο και των εχθρών».9
…Ο Ξενοφών είναι επίσης εξοικειωμένος με αυτό το χαρακτηριστικό τού ύφους και μπορεί (όπως ο Όμηρος) να μετατρέψει ένα αστείο σε σαρκασμό, όπως στο απόσπασμα που περιγράφει την ένοπλη χορεύτρια. «Ένας Έλληνας ρωτήθηκε από τον Παφλαγόνα αν οι γυναίκες πολεμούσαν στο πλευρό τους και τού απάντησε ότι εκείνες ήσαν που έτρεψαν τον βασιλιά σε φυγή». Αυτό το αστείο έχει σαφώς διπλή χάρη, εννοώντας αρχικά ότι δεν ήσαν απλές γυναίκες εκείνες που τούς συνόδευαν, αλλά Αμαζόνες. Ταυτόχρονα χλευάζει τον Μεγάλο Βασιλέα, που ήταν τόσο αδύναμος, ώστε να τρέπεται σε φυγή από γυναίκες.10
…Η πρώτη χάρη τού ύφους είναι εκείνη που προκύπτει από τη συμπίεση, όταν μια σκέψη που θα είχε γίνει άχαρη αν επεκτεινόταν, γίνεται χαριτωμένη με ελαφρύ και γρήγορο άγγιγμα, όπως στον Ξενοφώντα: «Αυτός ο άνθρωπος δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα, γιατί έχω παρατηρήσει ότι έχει και τα δυο του αυτιά τρυπημένα σαν Λυδός. Και έτσι ήταν». Το επιλεγόμενο «και έτσι ήταν» δίνει γοητεία με τη συντομία του. Αν η σκέψη είχε αναπτυχθεί, όπως για παράδειγμα «αυτό που είπε ήταν αλήθεια, γιατί ο άνθρωπος είχε προφανώς τα αυτιά του τρυπημένα», θα είχαμε ανιαρή αφήγηση αντί για χάρη.11
…Η χάρη τού ύφους προέρχεται, κατά δεύτερο λόγο, από τη διάταξη. Η ίδια σκέψη η οποία, αν τοποθετιόταν στην αρχή ή στη μέση μιας φράσης, δεν θα είχε καμία γοητεία, είναι συχνά γεμάτη χάρη, όταν έρχεται στο τέλος. Αυτό ισχύει σε ένα απόσπασμα τού Ξενοφώντος σχετικό με τον Κύρο: «Τού έδωσε και δώρα, άλογο, ένδυμα και περιδέραιο, καθώς και την εξαίρεση των εδαφών του από περαιτέρω λεηλασία». Η τελευταία φράση σε αυτή την πρόταση (δηλαδή η διαβεβαίωση ότι η χώρα του δεν θα λεηλατιόταν πια) είναι εκείνη που αποτελεί τη χάρη της, αφού το δώρο είναι τόσο παράξενο και μοναδικό. Και η γοητεία οφείλεται στη θέση τής φράσης. Αν είχε τοποθετηθεί πρώτη, θα είχε λιγότερη χάρη, όπως (για παράδειγμα) «τού έδωσε ως δώρα τη διαβεβαίωση ότι η χώρα του δεν επρόκειτο πια να λεηλατηθεί, καθώς επίσης και άλογο, ένδυμα και περιδέραιο». Όπως είναι, έχει βάλει πρώτα τα συνηθισμένα δώρα και άφησε τελευταίο το νέο και ασυνήθιστο. Η συνολική επίδραση είναι εκείνη που προσδίδει τη χάρη.12
…Ο εμπαιγμός μπορεί μερικές φορές να γίνεται να μοιάζει με λεπτότητα. Στον Ξενοφώντα για παράδειγμα ο Ηρακλείδης, που είναι με τον Σεύθη, πλησιάζει καθέναν από τούς καλεσμένους στο τραπέζι και τον προτρέπει να δώσει ό,τι μπορεί στον Σεύθη. Υπάρχει κάποια λεπτότητα σε αυτό και ταυτόχρονα εμπαιγμός.13
3ος-1ος π.Χ. αιώνες: Ο Ξενοφών και οι Ρωμαίοι
O Ξενοφών υπήρξε από τούς αγαπημένους των Ρωμαίων αναγνωστών, στους οποίους περιλαμβάνονταν ο Κάτων ο Πρεσβύτερος (234-149 π.Χ.), ο Κικέρων (106-43 π.Χ.), ο Ιούλιος Καίσαρ (100-44 π.Χ.) και ο Μάρκος Αντώνιος (83-30 π.Χ.), οι οποίοι προτιμούσαν τις στρατιωτικές του γνώσεις και τον απλό τρόπο γραφής του. O Κικέρων γράφει ότι ο Ρωμαίος στρατηγός Σκιπίων ο Αφρικανός (236-183 π.Χ.) είχε συνεχώς στα χέρια του την Κύρου Παιδεία τού Ξενοφώντος:14
Πάρε την περίπτωση τού διάσημου Κύρου, που παρουσιάζεται από τον Ξενοφώντα, όχι ως ιστορικό χαρακτήρα, αλλά ως υπόδειγμα δίκαιου κυβερνήτη, η σοβαρή αξιοπρέπεια τού χαρακτήρα τού οποίου παρουσιάζεται από τον φιλόσοφο ως συνδυασμένη με ιδιόμορφη ευγένεια. Και πράγματι δεν ήταν άσκοπο ότι ο ήρωάς μας ο Αφρικανός είχε συνεχώς στα χέρια του εκείνα τα βιβλία, γιατί δεν υπάρχει κανένα καθήκον προσεκτικού και δίκαιου κυβερνήτη που να μη βρίσκεται σε αυτά.15
Ο Οικονομικός τού Ξενοφώντος θεωρείτο από τούς Ρωμαίους τόσο χρήσιμος, που ο Κικέρων τον μετέφρασε στα λατινικά γύρω στο 85 π.Χ.:16
Αυτά τα πράγματα ο Ξενοφών, ο μαθητής τού Σωκράτη, τα έχει συζητήσει διεξοδικά στο βιβλίο του Οικονομικός, το οποίο, όταν ήμουν περίπου στη σημερινή σας ηλικία, μετέφρασα στα λατινικά.17
Ο Κικέρων παρουσιάζει επίσης τον Κάτωνα τον Πρεσβύτερο να συνιστά τον Οικονομικό τού Ξενοφώντος, αν και δεν υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στο βιβλίο αυτό και στο γεωργικό εγχειρίδιο τού Κάτωνα:18
Τα γραπτά τού Ξενοφώντος είναι ιδιαίτερα χρήσιμα σε πολλά πράγματα. Σάς παρακαλώ λοιπόν να τα διαβάσετε με μεγάλη επιμέλεια…19
Ο φιλοσοφικός διάλογος τού Κικέρωνα δεν πρέπει να υπερτιμηθεί ως ιστορική πηγή, αλλά δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλλουμε ότι ο Κάτων ήταν εξοικειωμένος με τον Οικονομικό. Δεν αναφέρει καμία από τις πηγές του στο έργο του Περί γεωργίας (De agri cultura), αλλά το κείμενο είναι γεμάτο με ελληνικές λέξεις και τουλάχιστον δύο αποσπάσματά του φαίνονται να προέρχονται κατευθείαν από ελληνικές πηγές.20 Ο Ρωμαίος συγγραφέας Σουετώνιος (Gaius Suetonius Tranquillus, περ. 69–122 μ.Χ.) γράφει για τον Ιούλιο Καίσαρα:21
Σε ένα πράγμα σχεδόν όλοι συμφωνούν πλήρως: ότι συνάντησε τα είδος τού θανάτου που επιθυμούσε. Γιατί όταν διάβασε κάποτε στον Ξενοφώντα ότι ο Κύρος στην τελευταία του ασθένεια έδωσε οδηγίες για την κηδεία του,22 εξέφρασε τον αποτροπιασμό του για τέτοιου είδους παρατεταμένο τέλος και την επιθυμία του για ένα γρήγορο και απότομο. Και τη μέρα πριν από τη δολοφονία του, σε συνομιλία που προέκυψε σε δείπνο στο σπίτι τού Μάρκου Λέπιδου, ως προς το ποιος τρόπος θανάτου ήταν πιο επιθυμητός, είχε εκφράσει την προτίμησή του για ξαφνικό και απροσδόκητο θάνατο.23
Ο Πλούταρχος (46-120 μ.X) γράφει για τον Μάρκο Αντώνιο (83-30 π.Χ.) κατά τη διάρκεια τής καταστροφικής παρθικής εκστρατείας τού τελευταίου:24
Κι ενώ σκοτώνονταν πολλοί [Ρωμαίοι] και οι Πάρθοι δεν σταματούσαν, λένε ότι ο Αντώνιος φώναξε πολλές φορές «Ω Μύριοι!», εκφράζοντας τον θαυμασμό του για τον στρατό τού Ξενοφώντος, ο οποίος, αν και έκανε ακόμη μεγαλύτερη πορεία προς τη θάλασσα από τη Βαβυλωνία και πολέμησε εναντίον περισσότερων εχθρών, κατόρθωσε να διασωθεί.25
Ας δούμε όμως τι γράφουν για τον Ξενοφώντα οι γνωστότεροι ελληνόφωνοι ιστορικοί, γεωγράφοι και λόγιοι τής εποχής.
2ος π.Χ. αιώνας: Πολύβιος, Ξενοφών και Κάθοδος των Μυρίων
Ο Πολύβιος (203-120 π.Χ.), Έλληνας ιστορικός τής ελληνιστικής περιόδου καταγόμενος από τη Μεγαλόπολη τής Αρκαδίας, περιγράφει στην ιστορία του την άνοδο τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την οποία καλύπτει λεπτομερώς για την περίοδο 220-146 π.Χ. O Πολύβιος θεωρεί την Κάθοδο των Μυρίων ως μια από τις αιτίες τής εκστρατείας τού Αλέξανδρου στην Περσία:26
Οι πραγματικές αιτίες και οι απαρχές τής εισβολής τού Αλέξανδρου στην Περσία είναι προφανείς σε όλους. Πρώτη ήταν η πορεία επιστροφής των Ελλήνων με τον Ξενοφώντα μέσα από τις άνω σατραπείες, κατά τη διάρκεια τής οποίας, αν και σε ολόκληρη την Ασία οι πληθυσμοί ήσαν εχθρικοί, κανένας βάρβαρος δεν τόλμησε να τούς αντιμετωπίσει. Δεύτερη ήταν η εισβολή στη Μικρά Ασία τού Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίλαου, κατά την οποία, αν και υποχρεώθηκε από τα προβλήματα στην Ελλάδα να επιστρέψει χωρίς να ολοκληρώσει την εκστρατεία του, δεν βρήκε όμως καμία σημαντική ή ουσιαστική αντίσταση.27
Αυτές οι συνθήκες έπεισαν τον Φίλιππο για τη δειλία και αναποτελεσματικότητα των Περσών, συγκρίνοντας την οποία με την αποδοτικότητα στον πόλεμο τού ίδιου και των Μακεδόνων και βάζοντας μπροστά στα μάτια του το μεγαλείο από τα οφέλη που θα προέκυπταν από έναν τέτοιο πόλεμο και τη δημοτικότητα που θα τού έφερνε στην Ελλάδα, αποφάσισε με μεγάλη προθυμία να αναλάβει αυτόν τον πόλεμο, με το πρόσχημα τής εκδίκησης για τα πλήγματα που είχαν προξενήσει οι Πέρσες στην Ελλάδα και μάλιστα κατά τον χρόνο τού θανάτου του έκανε κάθε είδους προετοιμασίες γι’ αυτόν τον πόλεμο.28
1ος π.Χ. αιώνας: Διονύσιος Αλικαρνασσεύς και Ξενοφών
Ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς (περ. 60 π.Χ. – μετά το 7 π.Χ.), Έλληνας ιστορικός και δάσκαλος τής ρητορικής που άκμασε κατά τη διάρκεια τής βασιλείας τού Καίσαρα Αυγούστου (27-14 π.Χ.), πήγε στη Ρώμη μετά τον τερματισμό των εμφυλίων πολέμων και αφιέρωσε εικοσιδύο χρόνια στη μελέτη τής λατινικής γλώσσας και λογοτεχνίας και στην προετοιμασία τού υλικού για την ιστορία του. Κύριος σκοπός του ήταν να συμφιλιώσει τούς Έλληνες με την εξουσία τής Ρώμης προβάλλοντας τα καλά χαρακτηριστικά των κατακτητών τους και ισχυριζόμενος επίσης, με βάση αρχαίες πηγές, ότι οι Ρωμαίοι ήσαν γνήσιοι απόγονοι των παλαιοτέρων Ελλήνων. Ο Διονύσιος γράφει για τον Ξενοφώντα:29
… Ο Ξενοφών υπήρξε μιμητής τού Ηροδότου και στο θέμα και στη γλώσσα. Κατ’ αρχάς τα ιστορικά θέματα που επέλεξε είναι ωραία και εντυπωσιακά και τέτοια που αρμόζουν σε φιλόσοφο: η εκπαίδευση τού Κύρου, η εικόνα ενός καλού και ευημερούντος βασιλιά και η ανάβαση τού Κύρου τού Νεότερου, στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος ο Ξενοφών, στην οποία εκθειάζει τόσο πολύ τη γενναιότητα των Ελλήνων που συμμετείχαν στην εκστρατεία. Επίσης η ελληνική ιστορία, την οποία άφησε ημιτελή ο Θουκυδίδης, στην οποία ο Ξενοφών περιγράφει την ανατροπή των Τριάκοντα Τυράννων και την ανοικοδόμηση των αθηναϊκών τειχών που είχαν κατεδαφίσει οι Σπαρτιάτες. Στον Ξενοφώντα αξίζουν έπαινοι όχι μόνο για την επιλογή των θεμάτων του κατά μίμηση τού Ηροδότου, αλλά και για τη διάταξη τού υλικού του. Παντού αρχίζει και τελειώνει με τον πιο ταιριαστό και κατάλληλο τρόπο, ενώ ο μερισμός είναι καλός, όπως και η σειρά και η ποικιλία τής γραφής του. Επιδεικνύει ευσέβεια, εντιμότητα, καρτερικότητα και ευπρέπεια, με μια λέξη όλες τις αρετές που κοσμούν τον χαρακτήρα. Τέτοιος είναι ο τρόπος με τον οποίο ασχολείται με το αντικείμενό του.30
Στην έκφραση είναι άλλοτε όμοιος με τον Ηρόδοτο και άλλοτε κατώτερος. Τού μοιάζει στην έντονη καθαρότητα και διαύγεια τού λεξιλογίου. Επιλέγει όρους που είναι συνηθισμένοι και σύμφωνοι με το θέμα και τούς βάζει μαζί με όχι λιγότερη γοητεία και χάρη απ’ όση ο Ηρόδοτος. Αλλά ο Ηρόδοτος διαθέτει επίσης ύψος και ομορφιά και μεγαλοπρέπεια και εκείνο που συγκεκριμένα ονομάζεται ιστορική φλέβα. Ο Ξενοφών όχι μόνο δεν μπόρεσε να πάρει αυτό από εκείνον, αλλά περιστασιακά, όταν θέλει να ζωντανέψει το ύφος του, φυσάει για λίγο σαν αύρα από την ακτή, που γρήγορα πέφτει. Μάλιστα σε πολλά σημεία είναι αδικαιολόγητα μακρόσυρτος. Δεν προσαρμόζει τη γλώσσα του στους χαρακτήρες του όπως ο Ηρόδοτος, αλλά, εξετάζοντάς τον αυστηρά, είναι συχνά απρόσεκτος στο θέμα αυτό.31
1ος π.Χ. αιώνας: Στράβων, Σωκράτης και Ξενοφών
Ο Στράβων (64/63 π.Χ. – μετά το 23 μ.Χ.), Ρωμαίος πολίτης ελληνικής καταγωγής γεννημένος στην Αμάσεια τού Πόντου, συγκαταλέγεται ως γεωγράφος στους διασημότερους τής αρχαίας εποχής. Περιγράφοντας τη Βοιωτία ο Στράβων αναφέρει περιστατικό με τον Σωκράτη και τον Ξενοφώντα:32
…Ύστερα φτάνει κανείς στο Δήλιον,33 στο ιερό τού Απόλλωνα, που είναι απομίμηση εκείνου τής Δήλου. Πρόκειται για κωμόπολη των Ταναγραίων που απέχει τριάντα στάδια από την Αυλίδα και όπου οι Αθηναίοι, μετά την ήττα τους σε μάχη, τράπηκαν σε φυγή. Στη φυγή αυτή ο Σωκράτης ο φιλόσοφος, που υπηρετούσε ως πεζός στρατιώτης, είδε τον Ξενοφώντα, τον γιο τού Γρύλλου, να κείται στο έδαφος έχοντας πέσει από το άλογό του, το οποίο είχε φύγει μακριά. Τον πήρε στους ώμους του και τον διέσωσε μεταφέροντάς τον για πολλά στάδια, μέχρι εκεί όπου τερματίστηκε η φυγή.34
Το επεισόδιο αυτό περιγράφει και ο Αλκιβιάδης στο Συμπόσιον τού Πλάτωνος.35 Σε δείπνο τού Αγάθωνος επαινεί τον Σωκράτη, που έσωσε τον ίδιο ως οπλίτη κατά την πολιορκία τής Ποτείδαιας (430 π.Χ.), καθώς και άλλον στρατιώτη στο Δήλιον (424 π.Χ.). Λέει λοιπόν ο Αλκιβιάδης:
Αν όμως σάς ενδιαφέρει να ακούσετε γι’ αυτόν [για τον Σωκράτη] σε μάχες, τότε είναι δίκαιο να αποδοθεί σε εκείνον και αυτό: Στη μάχη λοιπόν στην οποία κέρδισα βραβείο ανδρείας από τούς διοικητές μας, από ολόκληρο τον στρατό εκείνος ήταν που μού έσωσε τη ζωή. Ήμουν πληγωμένος και δεν ήθελε να με εγκαταλείψει, αλλά με βοήθησε να σώσω τα όπλα μου και να σωθώ και ο ίδιος. Κι εγώ, Σωκράτη, ζήτησα τότε από τούς στρατηγούς να απονείμουν σε σένα το βραβείο ανδρείας και νομίζω ότι εδώ δεν θα με επιπλήξεις, ούτε θα πεις ότι λέω ψέματα. … Επίσης, φίλοι, θα άξιζε να βλέπατε τον Σωκράτη, όταν ο στρατός αποχωρούσε σε φυγή από το Δήλιον. Έτυχε να βρίσκομαι εκεί ως ιππέας και εκείνος ως οπλίτης. Οι στρατιώτες έφευγαν σε απόλυτη αταξία και μαζί τους εκείνος και ο Λάχης. Έτυχε να βρεθώ κοντά τους και μόλις τούς είδα τούς προέτρεψα να μη φοβούνται, λέγοντας ότι δεν θα τούς εγκαταλείψω. Εδώ μάλιστα είδα τον Σωκράτη ακόμη καλύτερα απ’ όσο στην Ποτείδαια, γιατί είχα λιγότερους λόγους να φοβάμαι, αφού ήμουν έφιππος. Παρατήρησα κατ’ αρχάς πόσο ξεπερνούσε τον Λάχητα σε ψυχραιμία. Έπειτα μού φάνηκε, Αριστοφάνη, για να χρησιμοποιήσω μια δική σου φράση, ότι βάδιζε και εκεί όπως βαδίζει στους δρόμους μας, «με το κεφάλι ψηλά και το βλέμμα στα πλάγια», ρίχνοντας ήρεμα λοξές ματιές σε φίλους και εχθρούς, πείθοντας καθέναν ακόμη και από μακριά, ότι όποιος τα βάλει με αυτόν τον άνδρα θα αντιμετωπίσει ισχυρή αντίσταση. Έτσι τόσο ο ίδιος όσο και ο σύντροφός του ξέφυγαν αλώβητοι. Γιατί κατά κανόνα δεν αγγίζουν αυτούς που αντιμετωπίζουν έτσι τον πόλεμο, αλλά καταδιώκουν εκείνους που τρέπονται σε ραγδαία φυγή. Υπάρχουν και πολλά άλλα υπέροχα πράγματα, για τα οποία θα μπορούσε κανείς να επαινέσει τον Σωκράτη…36
Στο παραπάνω απόσπασμα από το Συμπόσιον τού Πλάτωνος ο Αλκιβιάδης όχι μόνο δεν αναφέρει τον Ξενοφώντα, αλλά αναφέρει δύο φορές ως πεζό σύντροφο τού Σωκράτη τον Λάχητα. Άραγε από πού άντλησε ο Στράβων την πληροφορία του; Μάλιστα το ίδιο γεγονός πιστοποιεί και ο Διογένης Λαέρτιος, που γράφει για τον Σωκράτη:37
Επίσης φρόντιζε πολύ τη σωματική άσκηση και βρισκόταν πάντοτε σε άριστη κατάσταση. Συμμετείχε λοιπόν στην εκστρατεία στην Αμφίπολη και έσωσε κουβαλώντας τον Ξενοφώντα στη μάχη τού Δηλίου, όταν είχε πέσει από το άλογό του…38
Ο Ξενοφών δεν αναφέρει σε κανένα βιβλίο του αυτό το περιστατικό με τον Σωκράτη στη μάχη τού Δηλίου. Ούτε ο Αλκιβιάδης, ή μάλλον ο Πλάτων δια τού Αλκιβιάδη στο Συμπόσιον, αναφέρει το όνομα τού Ξενοφώντος στο περιστατικό. Αν το λάθος είναι τού Στράβωνος και τού Διογένη Λαέρτιου, τότε δικαιολογούνται οι Ξενοφών και Πλάτων. Αν όμως οι Στράβων και Διογένης Λαέρτιος περιγράφουν πραγματικό περιστατικό, τότε η αποσιώπηση τού γεγονότος από τον Ξενοφώντα εξακολουθεί να παραμένει ανεξήγητη, αλλά η αποσιώπηση τού ονόματος τού Ξενοφώντος από τον Πλάτωνα ίσως έχει σχέση με τη μεταξύ τους αντιπαλότητα, στην οποία αναφέρεται ο Διογένης Λαέρτιος:39
…Φαίνεται επίσης ότι ο Ξενοφών δεν είχε καλές σχέσεις μαζί του [με τον Πλάτωνα]. Γιατί έγραψαν για τα ίδια πράγματα σαν να βρίσκονταν σε φιλονικία μεταξύ τους, δηλαδή το Συμπόσιον, την Απολογία Σωκράτους και τα ηθικά τους Απομνημονεύματα. Ύστερα ο ένας έγραψε την Πολιτεία και ο άλλος την Κύρου Παιδεία. Και στους Νόμους ο Πλάτων λέει ότι η εκπαίδευση τού Κύρου είναι πλάσμα τής φαντασίας του [τού Ξενοφώντος], γιατί ο Κύρος δεν αντιστοιχούσε σε αυτή την περιγραφή. Επίσης, αν και αναφέρουν και οι δύο τον Σωκράτη, δεν αναφέρει πουθενά ο ένας τον άλλο, εκτός από την αναφορά τού Ξενοφώντος στον Πλάτωνα στον τρίτο τόμο των Απομνημονευμάτων του.40
1ος μ.Χ. αιώνας: Δίων Χρυσόστομος και Ξενοφών
Την ίδια περίπου εποχή ο Δίων Χρυσόστομος (περ. 40 – περ. 120 μ.Χ.), Έλληνας ρήτορας, συγγραφέας, φιλόσοφος και ιστορικός τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που καταγόταν από την Προύσα τής Βιθυνίας, τη σημερινή τουρκική Μπούρσα, γράφει για τον Ξενοφώντα:41
Έρχομαι τώρα στους σωκρατικούς συγγραφείς, οι οποίοι, δηλώνω υπεύθυνα, είναι πολύ απαραίτητοι για κάθε άνθρωπο που φιλοδοξεί να γίνει ρήτορας. Γιατί ακριβώς όπως το ανάλατο κρέας δεν είναι ευχάριστο στη γεύση, έτσι κατά τη γνώμη μου κανένα λογοτεχνικό είδος δεν είναι ευχάριστο στο αυτί, αν δεν έχει τη σωκρατική χάρη.42
Θα ήταν δύσκολο έργο να επαινέσω τούς άλλους, αφού και η ανάγνωσή τους δεν είναι εύκολο πράγμα. Νομίζω όμως ότι ο Ξενοφών και μόνο αυτός απ’ όλους τούς αρχαίους μπορεί να ικανοποιήσει όλες τις απαιτήσεις από έναν πολιτικό άνδρα. Είτε κανείς διοικεί στρατό σε εποχή πολέμου, είτε καθοδηγεί τις υποθέσεις κράτους, είτε απευθύνεται σε λαϊκή συνέλευση ή σε συμβουλευτικό όργανο, αλλά είτε απευθύνεται σε δικαστήριο, θέλοντας να πει στη δίκη όχι μόνο εκείνα που αρμόζουν σε επαγγελματία ρήτορα αλλά και σε πολιτικό και βασιλικό άνδρα, το καλύτερο πρότυπο απ’ όλους κατά τη γνώμη μου και ο πιο ωφέλιμος για όλους αυτούς τούς σκοπούς είναι ο Ξενοφών. Γιατί όχι μόνο οι ιδέες του είναι σαφείς και απλές και είναι εύκολο να τις καταλάβει καθένας, αλλά και το αφηγηματικό του ύφος είναι ελκυστικό, ευχάριστο και πειστικό, ισχύει σε μεγάλο βαθμό στη ζωή, έχει πολλή γοητεία και αποτελεσματικότητα, έτσι ώστε να δείχνει ως προς τη δύναμή του όχι μόνο ως ευφυΐα, αλλά ως πραγματική μαγεία. Αν για παράδειγμα θελήσεις να διαβάσεις πολύ προσεκτικά το έργο του για την Ανάβαση, δεν θα βρεις καμία ομιλία, όπως εκείνες που κάποτε θα έχεις την ικανότητα να κάνεις, με το αντικείμενο τής οποίας δεν θα έχει ασχοληθεί και δεν θα έχει προσφέρει κάποιου είδους κανόνα για κάθε άνθρωπο, που θέλει να κατευθύνει την πορεία του με βάση εκείνον ή να τον μιμηθεί.43
Όταν ένας πολιτικός χρειάζεται να ενθαρρύνει εκείνους που έχουν πέσει σε μεγάλη απελπισία, ο συγγραφέας μάς δείχνει επίσης πολλές φορές πώς να το κάνουμε αυτό. Ή όταν είναι ανάγκη να παρακινήσει και να προτρέψει, κανένας που καταλαβαίνει την ελληνική γλώσσα δεν θα μπορούσε να μην παρακινηθεί από τις προτρεπτικές ομιλίες τού Ξενοφώντος. Εγώ τουλάχιστον συγκινούμαι βαθιά και μερικές φορές δακρύζω ακόμη, όταν διαβάζω τα λόγια του για όλες αυτές τις πράξεις ανδρείας. Ή όταν είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστούν με σύνεση εκείνοι που είναι ματαιόδοξοι και περήφανοι, ώστε αφενός να αποφευχθεί οποιοδήποτε κακό από τη δυσαρέσκειά τους, αλλά ούτε να υποδουλώσει κανείς το πνεύμα του σε εκείνους κάνοντας πάντοτε αυτό που θέλουν, ο τρόπος θα βρεθεί και πάλι στον Ξενοφώντα. Εκεί θα βρει κανείς επίσης πώς να κάνει απόρρητες συζητήσεις, τόσο με τούς στρατηγούς χωρίς τούς στρατιώτες, όσο και με τούς ίδιους τούς στρατιώτες, επίσης τον σωστό τρόπο συνομιλίας με τούς βασιλείς και τούς ηγεμόνες, καθώς και τον τρόπο εξαπάτησης αφενός των εχθρών για να τούς βλάψει και αφετέρου των φίλων για δικό τους όφελος. Εκεί θα βρει πώς να λέει την καθαρή αλήθεια σε εκείνους που ταράζονται άσκοπα χωρίς να προσβάλλει, πώς να μην εμπιστεύεται πολύ εύκολα όσους βρίσκονται στην εξουσία, καθώς και τα μέσα με τα οποία τα πρόσωπα αυτά εξαπατούν τούς κατωτέρους και τούς τρόπους με τούς οποίους εκείνοι καταστρατηγούν και οι άνθρωποι καταστρατηγούνται. Για όλα αυτά το έργο τού Ξενοφώντος δίνει επαρκείς πληροφορίες.44
Πιστεύω ότι αυτό συμβαίνει επειδή ο Ξενοφών συνδυάζει τις πράξεις με τα λόγια, επειδή δεν έμαθε ούτε από φήμες ούτε αντιγράφοντας. Αλλά κάνοντας ο ίδιος έργα και μιλώντας ο ίδιος γι’ αυτά, έκανε πολύ πειστικά τα λόγια του σε όλα του τα έργα και ιδιαίτερα σε εκείνο που έτυχε να αναφέρω. Και να είστε σίγουροι ότι δεν θα μετανιώσετε με κανένα τρόπο, αλλά ότι τόσο στη σύγκλητο όσο και ενώπιον τού λαού θα βρείτε αυτόν τον μεγάλο άνδρα να σάς προσφέρει χέρι βοήθειας, αν τον διαβάσετε με προθυμία και επιμέλεια.45
1ος μ.Χ. αιώνας: Πλούταρχος, Αρταξέρξης, Μύριοι, Αγησίλαος, Ξενοφών
Ο Πλούταρχος (46-120 μ.X) ήταν ελληνικής καταγωγής Ρωμαίος πολίτης, ιστορικός και βιογράφος, που γεννήθηκε στη Χαιρώνεια τής Βοιωτίας. Πιο διάσημο από τα έργα του είναι οι Βίοι Παράλληλοι, στο οποίο βιογραφούνται διάσημες προσωπικότητες τής αρχαίας εποχής, μεταξύ των οποίων και ο Πέρσης βασιλιάς Αρταξέρξης Β’. Ο Πλούταρχος, όπως θα δούμε και στο τελευταίο μέρος αυτού τού βιβλίου, γράφει:46
Ο βασιλιάς δεν ήταν λιγότερο πρόθυμος να συλλάβει τούς Έλληνες που είχαν έρθει με τον Κύρο απ’ όσο ήταν να επιβληθεί τού Κύρου και να διατηρήσει τον θρόνο του. Ωστόσο δεν μπόρεσε να τούς συλλάβει και παρά το γεγονός ότι είχαν χάσει τον ηγέτη τους Κύρο και τούς δικούς τους διοικητές, κατόρθωσαν να σωθούν μέσα από το ίδιο του το παλάτι, όπως θα μπορούσε να πει κανείς, αποδεικνύοντας έτσι ξεκάθαρα στον κόσμο ότι η αυτοκρατορία των Περσών και ο βασιλιάς τους είχαν άφθονο χρυσάφι, πολυτέλεια και γυναίκες, αλλά κατά τα άλλα δεν ήσαν παρά κενή αλαζονεία.47
Έτσι όλη η Ελλάδα πήρε θάρρος και περιφρονούσε τούς βαρβάρους, ενώ οι Σπαρτιάτες ιδιαίτερα σκέφτηκαν ότι θα ήταν παράξενο, αν τώρα τουλάχιστον δεν θα μπορούσαν να σώσουν από την υποτέλεια τούς Έλληνες που κατοικούσαν στη Μικρά Ασία και να θέσουν τέλος στην εξωφρενική μεταχείρισή τους από τούς Πέρσες. Πολέμησαν λοιπόν αρχικά υπό τον Θίμβρωνα και στη συνέχεια υπό τον Δερκυλλίδα, αλλά επειδή δεν κατάφεραν τίποτε αξιόλογο, ανέθεσαν τελικά τη διεξαγωγή τού πολέμου στον βασιλιά τους Αγησίλαο, που πέρασε στην Ασία με στόλο και άρχισε αμέσως τις μάχες, κέρδισε μεγάλη φήμη, νίκησε τον Τισσαφέρνη σε μάχη κατά παράταξη και ξεσήκωσε τις ελληνικές πόλεις σε εξέγερση.48
Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Αρταξέρξης σκεφτόταν με ποιον τρόπο έπρεπε να συνεχίσει τον πόλεμο με τον Αγησίλαο και έστειλε τον Ρόδιο Τιμοκράτη στην Ελλάδα με μεγάλο χρηματικό ποσό, με εντολή να το χρησιμοποιήσει για να διαφθείρει τούς πιο σημαντικούς άνδρες σε εκείνες τις πόλεις και να υποκινήσει πόλεμο των Ελλήνων εναντίον τής Σπάρτης. Ο Τιμοκράτης έκανε αυτά που τού ζητήθηκαν, οι πιο σημαντικές πόλεις ενώθηκαν εναντίον τής Σπάρτης, η Πελοπόννησος βρισκόταν σε αναταραχή και οι Σπαρτιάτες άρχοντες κάλεσαν τον Αγησίλαο να επιστρέψει από τη Μικρά Ασία. Τότε ήταν που, όπως λένε, επιστρέφοντας στην πατρίδα του ο Αγησίλαος είπε στους φίλους του: “Ο βασιλιάς με έδιωξε από τη Μικρά Ασία με τριάντα χιλιάδες τοξότες”. Γιατί το περσικό νόμισμα έχει πάνω του την εικόνα ενός τοξότη.49
Στο έργο του Αγησίλαος,50 ο Πλούταρχος αναφέρεται πάλι στους Μύριους, αυτή τη φορά και στον Ξενοφώντα:
Ο Τισσαφέρνης στην αρχή φοβήθηκε τον Αγησίλαο και έκανε συνθήκη ότι θα αφήσει σε εκείνον τις ελληνικές πόλεις ως αυτόνομες από τον βασιλιά, αλλά ύστερα, όταν συγκέντρωσε επαρκή δύναμη, αποφάσισε να πολεμήσει, πράγμα που δέχθηκε με χαρά ο Αγησίλαος. Γιατί υπήρχαν μεγάλες προσδοκίες από αυτή την εκστρατεία, ενώ ο ίδιος δεν θεωρούσε τιμητικό ότι οι Μύριοι, που έφτασαν στη θάλασσα με τον Ξενοφώντα, όσες φορές θέλησαν, τόσες νίκησαν τον βασιλιά, ενώ εκείνος, που ήταν βασιλιάς των Σπαρτιατών, οι οποίοι κυβερνούσαν σε στεριά και θάλασσα, θα φαινόταν στους Έλληνες ότι δεν είχε κάνει κανένα αξιόλογο κατόρθωμα…51
2ος μ.Χ. αιώνας: Αρριανός, Αλέξανδρος και Ξενοφών
Ο Αρριανός (86-160 μ.Χ.), ελληνικής καταγωγής Ρωμαίος πολίτης από τη Νικομήδεια τής Βιθυνίας, τη σημερινή τουρκική Ιζμίτ, ήταν ιστορικός, κρατικός αξιωματούχος, στρατιωτικός διοικητής και φιλόσοφος. Σημαντικότερο από τα ιστορικά του έργα είναι η Ἀνάβασις Ἀλεξάνδρου, δηλαδή η ιστορία τής εκστρατείας τού Μεγάλου Αλέξανδρου στην Ανατολή (334-323 π.Χ.). Ο Αρριανός, που ήταν θαυμαστής τού Ξενοφώντος, περιγράφει σε σχέση με την Κάθοδο των Μυρίων τούς λόγους που τον ώθησαν να αναλάβει τη συγγραφή αυτού τού έργου:52
…Ούτε είχε ποτέ τραγουδηθεί [ο Αλέξανδρος] σε λυρικό ποίημα, με τον τρόπο που επαινέθηκαν ο Ιέρων, ο Γέλων, ο Θήρων και πολλοί άλλοι, που δεν ήσαν καθόλου συγκρίσιμοι με τον Αλέξανδρο,53 με αποτέλεσμα τα κατορθώματα τού Αλεξάνδρου να είναι πολύ λιγότερο γνωστά από τα πιο ασήμαντα επιτεύγματα τής αρχαιότητας. Για παράδειγμα η ανάβαση των δέκα χιλιάδων με τον Κύρο στην Περσία εναντίον τού βασιλιά Αρταξέρξη, η τραγική μοίρα τού Κλεάρχου και όσων συνελήφθησαν μαζί του, καθώς και η κάθοδος των ίδιων ανδρών μέχρι τη θάλασσα, στην οποία οδηγήθηκαν από τον Ξενοφώντα, είναι γεγονότα πολύ περισσότερο γνωστά στους ανθρώπους από την αφήγηση τού Ξενοφώντος, απ’ όσο ο Αλέξανδρος και τα επιτεύγματά του. Κι όμως! Ο Αλέξανδρος ούτε συμμετείχε στην εκστρατεία άλλου άνδρα, ούτε διαφεύγοντας ο ίδιος από τον μεγάλο βασιλέα επικράτησε εκείνων που εμπόδιζαν την πορεία του προς τη θάλασσα. Μάλιστα δεν υπάρχει άλλος τέτοιος άνδρας μεταξύ των Ελλήνων ή των βαρβάρων, που να πέτυχε τόσο πολλά και τέτοια κατορθώματα στο πλήθος και στο μέγεθός τους. Αυτός ήταν ο λόγος που με παρακίνησε να αναλάβω την παρούσα συγγραφή, θεωρώντας ότι δεν ήμουν ακατάλληλος να κάνω γνωστά στους ανθρώπους τα κατορθώματα τού Αλεξάνδρου.54
Έργο τού Αρριανού είναι και ο Περίπλους Ευξείνου Πόντου. Έχει τη μορφή επιστολής τού συγγραφέα προς τον αυτοκράτορα Αδριανό στη Ρώμη και περιλαμβάνει ακριβή τοπογραφική αποτύπωση των ακτών τού Ευξείνου Πόντου. Ο Περίπλους ξεκινά με την Τραπεζούντα και τον Ξενοφώντα:
Αυτοκράτορα Καίσαρα Τραϊανέ Αδριανέ Σεβαστέ, ο Αρριανός σού εύχεται υγεία και ευημερία.55
Φτάσαμε ταξιδεύοντας στην Τραπεζούντα, ελληνική παραθαλάσσια πόλη, όπως μάς πληροφορεί ο γνωστός Ξενοφών, αποικία τής Σινώπης, και παρατηρήσαμε με μεγάλη ευχαρίστηση τη θάλασσα τού Ευξείνου Πόντου από το ίδιο σημείο, από το οποίο την είδες κι εσύ στο παρελθόν αλλά και ο Ξενοφών.56
Βωμοί από ακατέργαστη πέτρα υπάρχουν ακόμη εκεί, αλλ΄ από την τραχύτητα τού υλικού τα γράμματα που έχουν χαραχτεί πάνω τους δεν φαίνονται καθαρά, ενώ και η ίδια η επιγραφή είναι ανορθόγραφα γραμμένη, πράγμα συνηθισμένο σε βάρβαρους λαούς. Σκέφτομαι λοιπόν να στήσω βωμούς από μάρμαρο και να χαράξω τις επιγραφές με καλοσχεδιασμένα και ξεχωριστά γράμματα. Ο δικός σου αδριάντας, που βρίσκεται εκεί, έχει χάρη τόσο σαν ιδέα όσο και σαν σχέδιο, καθώς σε παριστάνει να δείχνεις προς τη θάλασσα. Αλλά δεν έχει μεγάλη ομοιότητα με την πραγματική φυσιογνωμία σου, ενώ η εκτέλεση είναι κατά τα άλλα αδιάφορη. Στείλε λοιπόν ένα άγαλμα αντάξιο να ονομάζεται δικό σου, ίδιο σε σχέδιο με εκείνο που βρίσκεται εδώ τώρα, καθώς ο τόπος είναι πολύ κατάλληλος για να διαιωνίζει τη μνήμη σου.57
Υπάρχει εκεί και ναός φτιαγμένος με τετράγωνες πέτρες και είναι όμορφος. Αλλά το άγαλμα τού Ερμή που υπάρχει εκεί δεν είναι αντάξιο ούτε τού ναού, ούτε τού τόπου. …58
…Θυσίασα κι εγώ ένα βόδι εδώ, όχι όπως εκείνος ο Ξενοφών στον Λιμένα Κάλπης, που πήρε ένα βόδι από άμαξα, λόγω της σπανιότητας των προς θυσία ζώων.59 Εδώ οι ίδιοι οι Τραπεζούντιοι οργάνωσαν μια καθόλου περιφρονητέα θυσία. Εξετάσαμε τα εντόσθια των ζώων που θυσιάστηκαν και κάναμε τις σπονδές μας πάνω σε αυτά.60
2ος μ.Χ. αιώνας: Πολύαινος, Κύρου Ανάβαση, Ξενοφών και Κλέαρχος
Ο Πολύαινος γεννήθηκε τον 2ο μ.Χ. αιώνα στη Βιθυνία (ίσως στη Νικομήδεια). Συνέγραψε τα Στρατηγήματα και αφιέρωσε άλλα στον Μάρκο Αυρήλιο και άλλα στον Λούκιο Ουήρο. Τα Στρατηγήματα αποτελούνται από οκτώ βιβλία και αποτελούν συλλογή αξιοπερίεργων στρατιωτικών τεχνασμάτων από την ανάγνωση τής διαθέσιμης γραμματείας. Μεταξύ των ανδρών στα στρατηγήματα των οποίων αναφέρεται ο Πολύαινος περιλαμβάνονται ο Ξενοφών και ο Κλέαρχος. Παρουσιάζουμε εδώ τα σχετικά κείμενα, τα οποία ιδιαίτερα για τον Κλέαρχο, τον Σπαρτιάτη στρατιωτικό διοικητή των Ελλήνων στην Κύρου Ανάβαση, ρίχνουν φως στην προγενέστερη σταδιοδρομία του στο Βυζάντιο και τη Θράκη. Γράφει λοιπόν ο Πολύαινος για τον Ξενοφώντα:61
Ο Ξενοφών έφερνε πίσω τούς Μυρίους.62 Όταν το ιππικό τού Τισσαφέρνη ενοχλούσε τον συρμό αποσκευών των Ελλήνων, πρότεινε να κάψουν τα κάρρα και τα περιττά πράγματα που μετέφεραν, ώστε να μην εμποδίζουν τούς Έλληνες να προχωρούν, ούτε να χρειάζεται να σκοτωθούν γι’ αυτά, προκειμένου να τα διασώσουν.63
Ο Ξενοφών, όταν κατά την πορεία οι βάρβαροι τούς πίεζαν, παρέταξε τη φάλαγγα με δύο παράλληλα διαμήκη σκέλη, ανάμεσα στα οποία έβαλε όσα σκευοφόρα ήσαν απαραίτητα, ενώ στην οπισθοφυλακή τοποθέτησε ιππείς, ακοντιστές και ελαφρά οπλισμένο πεζικό [πελταστές],64 οι οποίοι απέκρουαν τούς βαρβάρους που έπεφταν πάνω τους.65
Ο Ξενοφών, όταν οι βάρβαροι είχαν προλάβει να καταλάβουν στενό τόπο, από τον οποίο ήταν υποχρεωτικό να περάσουν οι Έλληνες, βλέποντας από κάποιο βουνό ότι ο λόφος πάνω στον οποίο οι βάρβαροι είχαν τη φρουρά ήταν ευκολοδιάβατος, αφού πήρε όσους Έλληνες θεωρούσε ότι ήσαν ικανοί, πορεύτηκε προς τον λόφο, θέλοντας να βρεθεί πάνω από τούς βαρβάρους.66 Οι βάρβαροι, όταν είδαν τούς εχθρούς να έχουν βρεθεί από πάνω τους, τράπηκαν σε φυγή. Και ο Ξενοφών πέρασε τούς Έλληνες από τον στενό τόπο με ασφάλεια.67
Ο Ξενοφών, όταν επιχειρώντας να διαβεί ποτάμι παρεμποδιζόταν από τούς βαρβάρους που είχαν παραταχθεί στην απέναντι όχθη, διάλεξε χίλιους από τούς Έλληνες και τούς έστειλε να περάσουν από άλλο σημείο.68 Ο ίδιος, προχωρώντας κατά μέτωπο, παρεμποδιζόταν να περάσει. Όταν εκείνοι που είχαν σταλεί πέρασαν το ποτάμι και βρέθηκαν πάνω από εκείνους που είχαν αντιπαραταχθεί, τούς προκάλεσαν πολλές ζημιές και ο στρατός που βρισκόταν με τον Ξενοφώντα πέρασε το ποτάμι χωρίς κίνδυνο.69
Ο Πολύαινος γράφει και για τον Κλέαρχο:70
Ο Κλέαρχος επικεφαλής μεγάλης στρατιάς, έφτασε σε ποτάμι, που από τη μια μεριά ήταν ευκολοδιάβατο με το νερό να φτάνει μέχρι την κνήμη, κι από την άλλη βαθύ με το νερό μέχρι το στήθος. Αρχικά προσπάθησε να οδηγήσει το στράτευμα από το ευκολοδιάβατο μέρος. Οι εχθροί όμως από την απέναντι όχθη τού ποταμού σφεντόνιζαν και τόξευαν και παρεμπόδιζαν εκείνους που προσπαθούσαν να περάσουν. Ο Κλέαρχος λοιπόν οδήγησε τούς οπλίτες από το βαθύτερο σημείο, ώστε να καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος τού σώματός τους μέσα στο νερό και να προστατεύουν το έξω από το νερό με την ασπίδα. Έτσι οι μεν οπλίτες, περνώντας απέναντι με ασφάλεια, έτρεψαν σε φυγή τούς εχθρούς, η δε υπόλοιπη στρατιά πέρασε από το ευκολοδιάβατο μέρος τού ποταμού χωρίς να παρεμποδίζεται.71
Ο Κλέαρχος, όταν πέθανε ο Κύρος, αναχωρώντας μαζί με τούς Έλληνες στρατοπέδευσε σε χωριό που είχε άφθονα τρόφιμα. Ο Τισσαφέρνης έστειλε πρεσβευτές και απαίτησε να παραμείνουν εκεί οι Έλληνες, παραδίδοντάς του τα όπλα τους. Ο Κλέαρχος υποκρίθηκε ότι δέχθηκε, ώστε ο Τισσαφέρνης, ελπίζοντας σε εκεχειρία, να στείλει τούς περισσότερους Πέρσες στρατιώτες πίσω στα χωριά τους. Εκείνος λοιπόν, νομίζοντας ότι υποχωρούσε ο Κλέαρχος, διέλυσε τη δύναμή του.72 Και ο Κλέαρχος, οδηγώντας μακριά τούς Έλληνες, πορεύτηκε όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα, αφού ο Τισσαφέρνης άργησε να ξανασυγκεντρώσει τον στρατό του, που είχε διαλυθεί.73
Ο Κλέαρχος συμβούλευε τον Κύρο να μη διακινδυνεύσει, αλλά να παρακολουθήσει τη μάχη. Γιατί αν πολεμούσε ο ίδιος, δεν θα πρόσφερε τίποτε σημαντικό στο στράτευμα, ενώ αν πάθαινε κάτι στη μάχη, θα χάνονταν όλοι ύστερα από αυτόν. Και τη φάλαγγα των Ελλήνων την οδήγησε αρχικά με βήμα πεζού, εκπλήσσοντας τούς βαρβάρους με την καλή της διάταξη. Έδωσε εντολή να τρέξουν μόλις βρεθούν μέσα στο βεληνεκές των βελών, για να μην υποστούν καμία ζημιά από τα βέλη.74 Μάλιστα σε εκείνο που τού είχε ανατεθεί, το ελληνικό στράτευμα νίκησε τούς Πέρσες.75
Ο Κλέαρχος μετά τον θάνατο τού Κύρου, όταν οι Έλληνες είχαν καταλάβει μεγάλη και καλή περιοχή (την οποία κύκλωνε ποτάμι σχεδόν ολοκληρωτικά, ώστε ένας στενός μόνο ισθμός να την ξεχωρίζει από νησί) και ενώ προσπαθούσε να τούς πείσει να μη στρατοπεδεύσουν εκεί μέσα δεν μπορούσε να τούς πείσει, έστειλε κάποιον δήθεν λιποτάκτη από τούς Πέρσες να φωνάξει «ο βασιλιάς απειλεί να αποκλείσει με τείχος τον ισθμό».76 Μόλις το άκουσαν οι Έλληνες και αφού πείστηκαν από τον Κλέαρχο, στρατοπέδευσαν έξω από τον ισθμό.77
Ο Κλέαρχος, κουβαλώντας πολλά λάφυρα και έχοντας κυκλωθεί πάνω σε λόφο, τον οποίο περιχαράκωναν οι εχθροί, όταν τού ζητούσαν οι οδηγοί να διακινδυνεύσει να προχωρήσει, πριν περιχαρακωθεί ολόκληρος ο λόφος, τούς πρόσταξε να έχουν θάρρος, γιατί η μάχη για το χαράκωμα θα γινόταν απέναντι σε λίγους. Καθώς λοιπόν βράδιαζε, αφήνοντας τα λάφυρα όρμησε στην περιοχή που δεν είχε ακόμη περιχαρακωθεί, σφάζοντας όσους συναντούσε σε στενό χώρο.78
Ο Κλέαρχος, έχοντας λεηλατήσει τη Θράκη και μη προλαβαίνοντας να επιστρέψει στο Βυζάντιο, στρατοπέδευσε κοντά στο Θράκιον όρος. Καθώς μαζεύονταν οι Θράκες, καταλαβαίνοντας ότι θα συγκεντρώνονταν σε ένα σημείο για να επιτεθούν στον στρατό του τη νύχτα από τα βουνά, έδωσε εντολή στους δικούς του να παραμένουν ένοπλοι και να πυκνώσουν τις φρουρές. Και ο ίδιος, αφού ήταν νύχτα χωρίς φεγγάρι, παίρνοντας μέρος τού στρατεύματος ξεπρόβαλλε χτυπώντας τα όπλα με τον τρόπο που το κάνουν οι Θράκες. Ήσαν λοιπόν έτοιμοι να πολεμήσουν μόλις εμφανίζονταν οι εχθροί. Τότε φάνηκαν και οι Θράκες, που σκόπευαν να τούς σκοτώσουν στον ύπνο τους. Αυτοί όμως βρίσκονταν σε εγρήγορση και οπλισμένοι και αντιμετώπισαν τούς επιδρομείς, από τούς οποίους σκότωσαν τούς περισσότερους.79
Ο Κλέαρχος, όταν αποστάτησαν οι Βυζάντιοι και ο ίδιος τιμωρήθηκε από τούς εφόρους τής Σπάρτης, κατέπλευσε στη Λάμψακο έχοντας τέσσερα πλοία. Και έμενε εκεί, προσποιούμενος ότι μεθούσε και γλεντούσε. Τούς Βυζαντίους τούς πολιορκούσαν οι Θράκες. Κι εκείνοι έστειλαν τούς στρατηγούς για να ζητήσουν βοήθεια από τον Κλέαρχο. Αυτός, ισχυριζόμενος ότι δεν μπορούσε να τούς συναντήσει λόγω μέθης, εμφανίστηκε την τρίτη μέρα. Και όταν τού ζήτησαν να τούς λυπηθεί, τούς έδωσε την υπόσχεση ότι θα συστρατευτεί μαζί τους. Αφού γέμισε με στρατιώτες δύο από τα τέσσερα πλοία, κατέπλευσε στο Βυζάντιο. Και αφού συγκάλεσε συνέλευση, συμβούλευσε όλους τούς ιππείς και τούς οπλίτες να επιβιβαστούν στα πλοία, δήθεν για να επιτεθούν από πίσω στους Θράκες. Στους κυβερνήτες των πλοίων έδωσε εντολή να ανοιχτούν στη θάλασσα και να αγκυροβολήσουν, μέχρι να δουν να τούς κάνει από τη στεριά το σινιάλο για τη μάχη. Έτσι λοιπόν, όταν ανοίχτηκαν όλοι στη θάλασσα, ο Κλέαρχος είπε στους στρατηγούς ότι διψούσε. Και βλέποντας κοντά μια ταβέρνα, μπήκε μαζί τους βάζοντας στην πόρτα φρουρά και τούς σκότωσε μέσα και τούς δύο. Αφού έκλεισε την ταβέρνα και διέταξε τον ταβερνιάρη να μην πει τίποτε, με το στράτευμα των Βυζαντίων απομακρυσμένο, με τούς πολίτες απροετοίμαστους, έβαλε γρήγορα μέσα στην πόλη τούς δικούς του στρατιώτες και κατέλαβε το Βυζάντιο.80
Ο Κλέαρχος λεηλατούσε τη Θράκη και σκότωνε πολλούς Θράκες. Εκείνοι έστειλαν πρέσβεις, για να ζητήσουν να σταματήσει ο πόλεμος. Και ο Κλέαρχος, θεωρώντας την ειρήνη επιζήμια, διέταξε τούς μάγειρες να τεμαχίσουν δύο ή τρία σώματα νεκρών Θρακών και να τα κρεμάσουν. Αν οι Θράκες ρωτούσαν γιατί τα είχαν κρεμάσει, έδωσε εντολή να τούς πουν ότι «ετοιμάζεται το δείπνο τού Κλεάρχου». Μόλις τα είδαν αυτά οι πρέσβεις των Θρακών, έφυγαν με φρίκη, χωρίς να τολμήσουν να πουν τίποτε για σταμάτημα τού πολέμου.81
Ο Κλέαρχος, έχοντας σε πεδιάδα βαριά οπλισμένους πεζούς στρατιώτες [οπλίτες], όταν παρατάχθηκαν οι ιππείς τού εχθρού, που ήταν ανώτερος σε ιππικό, παρέταξε το στράτευμα σε βάθος οκτώ οπλιτών με αραιή διάταξη, σε σχήμα τετραγώνου. Κι έδωσε εντολή να πέσουν στα γόνατα με το ξίφος στο χέρι κάτω από την ασπίδα και να σκάψουν βαθύ χαντάκι. Το έσκαψαν λοιπόν και ο Κλέαρχος ξαναοδήγησε τούς οπλίτες στο μπροστινό μέρος τής πεδιάδας. Έδωσε εντολή, όταν αρχίσουν να κινούνται εναντίον τους οι ιππείς τού εχθρού, να τρέξουν μέχρι τα χαντάκια. Οι εχθροί, που δεν ήξεραν τίποτε, κάλπαζαν ορμητικά με τα άλογα και έπεφταν στα χαντάκια ο ένας πάνω στον άλλο. Και οι στρατιώτες τού Κλεάρχου σκότωναν τούς ιππείς που ήσαν πεσμένοι κάτω.82
Ο Κλέαρχος βρισκόταν στη Θράκη. Τούς στρατιώτες τούς καταλάμβαναν νυκτερινοί φόβοι. Τότε ο Κλέαρχος έδωσε εντολή, αν ακουγόταν τη νύχτα θόρυβος να μη σηκωνόταν κανένας και όποιον σηκωνόταν, να τον σκότωναν ως εχθρό. Η εντολή αυτή δίδαξε τούς στρατιώτες να αψηφούν τον νυκτερινό φόβο. Έτσι σταμάτησαν να πετάγονται πάνω τη νύχτα και να ταράζονται».83
2ος μ.Χ. αιώνας: Λουκιανός, Κύρου Ανάβαση και Ξενοφών
Ο Λουκιανός (125 – μετά το 180 μ.Χ.), ρήτορας και σατιρικός, έγραψε αποκλειστικά στην ελληνική γλώσσα, αν και από καταγωγή ήταν Ασσύριος έχοντας γεννηθεί στα Σαμόσατα, στην Αντιόχεια τής Κομμαγηνής, πρωτεύουσα τού ομώνυμου ελληνιστικού βασιλείου.84 Ήταν γνωστός για τη διασκεδαστική και χλευαστική γραφή του. Σε διάφορα σημεία των έργων τού Λουκιανού μνημονεύονται η Κύρου Ανάβαση και ο Ξενοφών. Ο δέκατος τέταρτος των Νεκρικών Διαλόγων του, ο διάλογος μετά θάνατον τού Φίλιππου και τού Αλέξανδρου, αρχίζει έτσι:85
Φίλιππος: Να λοιπόν Αλέξανδρε, που δεν μπορείς να αρνηθείς αυτή τη φορά ότι είσαι γιος μου. Γιατί δεν θα είχες πεθάνει, αν ήσουν γιος τού Άμμωνα Δία.86
Αλέξανδρος: Ήξερα πάντοτε πατέρα ότι είμαι γιος τού Φίλιππου, τού γιου τού Αμύντα, αλλά δέχθηκα τον χρησμό τού μαντείου, επειδή τον θεώρησα χρήσιμο για τα πράγματα.87
Φίλιππος: Τι είπες; Σού φάνηκε χρήσιμο να αφήσεις να σε ξεγελάσουν τα ψέματα των ιερέων;88
Αλέξανδρος: Όχι αυτό, αλλά οι βάρβαροι τρομοκρατήθηκαν από μένα και πιστεύοντας ότι αντιμετώπιζαν θεό δεν αντιστέκονταν, με αποτέλεσμα να τούς κατακτήσω εύκολα.89
Φίλιππος: Και ποιους άραγε κατάκτησες, που ήσαν δυνατοί στη μάχη, αφού αντίπαλοί σου ήσαν πάντοτε δειλά πλάσματα, με μικρά τόξα και μικρές ασπίδες από λυγαριά; Άλλο πράγμα ήταν η κατάκτηση των Ελλήνων: Βοιωτών, Φωκαέων και Αθηναίων, οπλιτών από την Αρκαδία και θεσσαλικού ιππικού, ακοντιστών από την Ηλεία, πελταστών από τη Μαντίνεια, Θρακών, Ιλλυριών, Παιόνων. Να υποτάξει κανείς τέτοιους [όπως εγώ], ήταν κάτι σημαντικό. Αλλά τούς Μήδους, τούς Πέρσες και τούς Χαλδαίους, ανθρώπους ντυμένους στο χρυσάφι και θηλυπρεπείς, άραγε δεν είχες ακούσει ότι πριν από σένα τούς νίκησαν ανεβαίνοντας εκεί δέκα χιλιάδες άνδρες υπό τον Κλέαρχο και ότι ο εχθρός δεν τολμούσε να τούς αντιπαραταχθεί, αλλά τρεπόταν σε φυγή πριν ριχτεί βέλος;90
Ο Λουκιανός επίσης, στο έργο του «Πώς πρέπει να γράφεται η Ιστορία», μνημονεύει τρεις φορές τον Ξενοφώντα. Κατ’ αρχάς τον κατατάσσει μαζί με τούς δύο αξιόλογους προκατόχους του, τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη:91
… αλλά από τη στιγμή που ξεκίνησαν τα πρόσφατα γεγονότα, δηλαδή ο πόλεμος με τούς βαρβάρους, η καταστροφή στην Αρμενία και οι συνεχείς νίκες, δεν υπάρχει κανένας που να μη γράφει ιστορία. Καθένας που συναντάμε είναι Θουκυδίδης και Ηρόδοτος και Ξενοφών, ώστε, βλέποντας πόσοι συγγραφείς γεννήθηκαν μονομιάς, να φαίνεται αληθινό εκείνο που λέγεται, ότι “πόλεμος πατήρ πάντων”.92
Στη συνέχεια σημειώνει ότι πολλοί μιμούνται τον Ξενοφώντα, ξεκινώντας να γράφουν χωρίς πρόλογο:93
Υπάρχουν επίσης πολλοί τέτοιοι συγγραφείς, που βάζουν το κεφάλι τού Κολοσσού τής Ρόδου πάνω σε σώμα νάνου. Από την άλλη πλευρά άλλοι παρουσιάζουν ακέφαλα τα σώματα και χωρίς προοίμιο μπαίνουν αμέσως στη διήγηση. Αυτοί νομίζουν ότι ακολουθούν το παράδειγμα τού Ξενοφώντος, που ξεκίνησε γράφοντας “Δαρείου καὶ Παρυσάτιδος γίγνονται παῖδες δύο”, καθώς και άλλων αρχαίων. Αγνοούν ότι η διήγηση έχει πολλές φορές και τη δύναμη τού προοιμίου, όπως θα δείξουμε αλλού.94
Τέλος μνημονεύει στο ίδιο έργο τον Ξενοφώντα, αναφερόμενος στην αντικειμενικότητα που πρέπει να διακρίνει τον ιστορικό:95
Το καθήκον λοιπόν τού συγγραφέα είναι ένα: να διηγηθεί τα πράγματα όπως έγιναν. Αλλά αυτό δεν θα μπορέσει να το κάνει όταν φοβάται τον Αρταξέρξη, τού οποίου είναι γιατρός96 ή ελπίζει να πάρει πορφυρό μανδύα και χρυσό περιδέραιο και άλογο από τη Μηδία ως αμοιβή για τα εγκώμια που έγραψε στην ιστορία του. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν θα έκανε ποτέ ένας Ξενοφών, δίκαιος συγγραφέας, ούτε ένας Θουκυδίδης, αλλά ακόμη και αν προσωπικά μισούσε κάποιους, θα θεωρούσε πολύ πιο αναγκαίο το κοινό συμφέρον και θα φρόντιζε πολύ περισσότερο για την αλήθεια παρά για την έχθρα του, ενώ αν επρόκειτο για φίλο, δεν θα παρέβλεπε τα σφάλματά του…97
2ος μ.Χ. αιώνας: Παυσανίας, Σκιλλούς και Ξενοφών
Ο Παυσανίας, Έλληνας περιηγητής και γεωγράφος τού 2ου μ.Χ. αιώνα, έζησε την εποχή τού Αδριανού, τού Αντωνίνου Πίου και τού Μάρκου Αυρήλιου. Eίναι διάσημος για την περιγραφή τής αρχαίας Ελλάδας στο έργο του Ἑλλάδος περιήγησις. Στο έργο αυτό ο Παυσανίας μάς παρέχει πληροφορίες για τη Σκιλλούντα τής Τριφυλίας και το κτήμα που έδωσαν εκεί οι Σπαρτιάτες στον Ξενοφώντα:98
Μετά τον Άνιγρο, ταξιδεύοντας αρκετά μέσα σε περιοχή γενικά αμμώδη που έχει άγρια πεύκα, βλέπει κανείς πίσω και αριστερά του τα ερείπια τής Σκιλλούντος. Αυτή ήταν μια από τις πόλεις τής Τριφυλίας, αλλά στον πόλεμο μεταξύ Πισαίων και Ηλείων οι κάτοικοι τής Σκιλλούντος πήραν ανοιχτά το μέρος των Πισαίων εναντίον των Ηλείων και γι’ αυτόν τον λόγο οι Ηλείοι κατέστρεψαν την πόλη τους ολοκληρωτικά.99
Αργότερα οι Σπαρτιάτες χώρισαν τη Σκιλλούντα από την Ήλιδα και την έδωσαν στον Ξενοφώντα, τον γιο τού Γρύλλου, όταν εκείνος εξορίστηκε από την Αθήνα. Ο λόγος τής εξορίας του ήταν ότι είχε πάρει μέρος σε εκστρατεία τού Κύρου, που ήταν από τούς μεγαλύτερους εχθρούς τού αθηναϊκού λαού, εναντίον τού Πέρση βασιλιά, που όπως λέγεται ήταν ευνοϊκός απέναντί τους. Μάλιστα ο Κύρος, με έδρα τις Σάρδεις, διέθετε χρήματα στον Λύσανδρο, τον γιο τού Αριστόκριτου, και στους Σπαρτιάτες για τον στόλο τους. Έτσι λοιπόν διώχτηκε ο Ξενοφών, κατοίκησε στη Σκιλλούντα και έφτιαξε προς τιμή τής Εφέσιας Άρτεμης ιερό και ναό.100
Η Σκιλλούς είναι επίσης κυνηγότοπος για αγριογούρουνα και ελάφια και την περιοχή διασχίζει ποταμός που ονομάζεται Σελινούς. Αυτοί που γνωρίζουν την Ήλιδα λένε ότι οι Ηλείοι ανέκτησαν πάλι την Σκιλλούντα και ότι ο Ξενοφών δικάστηκε από την ολυμπιακή βουλή, επειδή είχε δεχτεί τη γη από τούς Σπαρτιάτες, αλλά οι Ηλείοι τον συγχώρησαν και κατοικούσε χωρίς φόβο στη Σκιλλούντα. Επίσης σε μικρή απόσταση από το ιερό δείχνουν τάφο, πάνω στον οποίο υπάρχει άγαλμα από πεντελικό μάρμαρο. Οι γείτονες λένε ότι είναι ο τάφος τού Ξενοφώντος.101
2ος μ.Χ. αιώνας: Ιούλιος Πολυδεύκης και Ξενοφών
Ο Ιούλιος Πολυδεύκης υπήρξε Έλληνας φιλόσοφος που γεννήθηκε στη Ναύκρατι τής Αιγύπτου και άκμασε περί το 180 μ.Χ. Το μόνο που διασώθηκε από τα έργα του είναι το Ὀνομαστικὸν, ένα είδος λεξικού, που αποτελείται από δέκα βιβλία και στο οποίο ξεχωρίζουν τα τμήματα για το θέατρο και το αθηναϊκό πολίτευμα.
Στο Ὀνομαστικὸν102 γίνεται συχνά παραπομπή στον Ξενοφώντα σε λήμματα όπως Τὰ ἔνδον τοῦ πυλῶνος καὶ διὰ στύλων βασταζόμενα (Βιβλίον Α’, 80, σελ. 24), Περὶ σκευῶν ἤ ὅπλων νηός (94, σελ. 28), Περὶ ἀνέμου (112, σελ. 33), Περὶ ἱππικῶν ὀνομάτων (182, σελ. 52), Περὶ σώματος καὶ γνώμης ἵππου ἀγαθοῦ καὶ μὴ τοιούτου (188, σελ. 54), Ψόγος ἵππου (191, σελ. 54), Περὶ τῶν πραττομένων τῷ ϊπποκόμῳ (199, σελ. 57), Τίσιν ὅπλοις δεῖν τὸν πολεμιστὴν χρῆσθαι (212, σελ. 60), Ὅπως δεῖ καθεδεῖσθαι ἐφ’ ἵππου (220, σελ. 62), Περὶ γεωργικῶν καὶ κηπευτικῶν ὀνομάτων (221, σελ. 63), Περὶ δένδρων ἀκάρπων (233, σελ. 65), Περὶ ὀνομάτων, ἐλαίας, σύκων, άμπέλου, καὶ φοινίκων (Βιβλίον Β’, 244, σελ. 68), Περὶ ἀνθρώπου ἀπὸ τοκετοῦ αὐτοῦ μέχρι καὶ ἐσχάτου γήρως (7, σελ. 75), Περὶ γερόντων (13, σελ. 77), Περὶ ῥημάτων ἐσχηματισμένων ἀπὸ ἡλικιῶν (20, σελ. 78), Περὶ κουρέων καὶ τῶν ἐργαλείων αὐτῶν (34, σελ. 82), Νοσήματα κεφαλῆς (41, σελ. 84), κλπ.
3ος μ.Χ. αιώνας: Διογένης Λαέρτιος και Ξενοφών
Στον Διογένη Λαέρτιο103 θα σταματήσουμε λίγο περισσότερο, γιατί στο έργο του «Ζωή και απόψεις διαπρεπών φιλοσόφων» υπάρχουν συγκεντρωμένα τα περισσότερα απ’ όσα γνωρίζουμε για τον Ξενοφώντα. Γράφει λοιπόν ο Διογένης:104
Ο Ξενοφών, γιος τού Γρύλλου, Αθηναίος πολίτης, καταγόταν από τον δήμο τής Ερχείας και ήταν άνδρας με μεγάλη σεμνότητα και υπερβολικά όμορφος.105
Λένε ότι τον συνάντησε ο Σωκράτης σε στενό δρομάκι, άπλωσε το μπαστούνι του και τον εμπόδιζε να περάσει, ρωτώντας τον πού πουλιούνταν τα αναγκαία πράγματα. Όταν τού απάντησε, τον ξαναρώτησε πού γίνονταν οι άνδρες καλοί και ενάρετοι. Καθώς δεν ήξερε, τού είπε “ακολούθησέ με και μάθε”. Και από τότε ο Ξενοφών έγινε ακροατής τού Σωκράτη.106
Ήταν ο πρώτος που μετέφερε στους ανθρώπους τις συνομιλίες όπως συνέβησαν και έδωσε σε αυτές τον τίτλο Απομνημονεύματα. Ήταν επίσης ο πρώτος που έγραψε ιστορία των φιλοσόφων.107
Και ο Αρίστιππος, στο τέταρτο βιβλίο τής διατριβής του για την καλοπέραση των αρχαίων Ελλήνων,108 λέει ότι ο Ξενοφών αγαπούσε τον Κλινία και ότι τού είπε:109 “Τώρα βλέπω τον Κλινία με περισσότερη ευχαρίστηση απ’ όση βλέπω όλα τα άλλα όμορφα πράγματα που υπάρχουν στους ανθρώπους. Θα προτιμούσα να είμαι τυφλός για όλα τα άλλα, παρά να μη βλέπω τον Κλινία. Στενοχωριέμαι ακόμη και με τη νύχτα και τον ύπνο, γιατί τότε δεν τον βλέπω. Αλλά είμαι πολύ ευγνώμων στον ήλιο και στο φως τής ημέρας, γιατί μού δείχνουν τον Κλινία”.110
Έγινε φίλος τού Κύρου με τον εξής τρόπο. Είχε γνωριμία με κάποιον Πρόξενο από τη Βοιωτία, μαθητή τού Γοργία από τούς Λεοντίνους και φίλο τού Κύρου. Αυτός, διαμένοντας στις Σάρδεις στην αυλή τού Κύρου, έστειλε επιστολή στον Ξενοφώντα στην Αθήνα, καλώντας τον να έρθει και να γίνει φίλος τού Κύρου. Ο Ξενοφών έδειξε την επιστολή στον Σωκράτη και ζήτησε τη συμβουλή του. Και ο Σωκράτης τον πρόσταξε να πάει στους Δελφούς και να ζητήσει τη συμβουλή τού θεού.111
Ο Ξενοφών πείστηκε και πήγε στους Δελφούς. Ωστόσο δεν ρώτησε αν έπρεπε ή όχι να πάει στον Κύρο, αλλά με ποιον τρόπο έπρεπε να πάει, πράγμα για το οποίο τον κατηγόρησε ο Σωκράτης, αλλά τον συμβούλευσε να πάει. Έτσι πήγε στον Κύρο και έγινε σε εκείνον όχι λιγότερο αγαπητός απ’ όσο ο Πρόξενος. Και ο ίδιος έχει διηγηθεί σε εμάς όλες τις περιστάσεις τής εκστρατείας και τής καθόδου.112
Αντιμετώπιζε όμως εχθρικά τον Μένωνα από τα Φάρσαλα, ο οποίος ήταν διοικητής των ξένων στρατευμάτων την εποχή τής ανάβασης. Ανάμεσα σε άλλες λοιδορίες λέει ότι ήταν πολύ εξαρτημένος από το χειρότερο είδος ακολασίας. Περιγελά επίσης κάποιον Απολλωνίδη που είχε τρυπημένα τα αυτιά του.113
Αλλά μετά την ανάβαση και τις καταστροφές που συνέβησαν στον Πόντο και τις παραβιάσεις των συμφωνιών από τον Σεύθη, τον βασιλιά των Οδρυσών, πήγε στην Ασία με τον Αγησίλαο, τον βασιλιά τής Σπάρτης, φέρνοντας σε αυτόν ως μισθοφόρους και τούς στρατιώτες τού Κύρου. Και έγινε πολύ καλός φίλος τού Αγησίλαου. Τότε περίπου καταδικάστηκε σε εξορία από τούς Αθηναίους, με την κατηγορία ότι ήταν φίλος των Σπαρτιατών. Πηγαίνοντας λοιπόν στην Έφεσο με χρηματικό ποσό σε χρυσάφι, έδωσε το μισό στον Μεγάβυζο, τον ιερέα τής Άρτεμης, να τού το φυλάξει μέχρι την επιστροφή του, ενώ αν δεν επέστρεφε, να φτιάξει με αυτό άγαλμα και να το αφιερώσει στη θεά. Το άλλο μισό ποσό το έστειλε σε προσφορές στους Δελφούς. Από εκεί επέστρεψε με τον Αγησίλαο στην Ελλάδα, καθώς ο Αγησίλαος κλήθηκε να λάβει μέρος στον πόλεμο εναντίον των Θηβαίων. Και οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν τον Ξενοφώντα φίλο τής πόλης τους.114
Ύστερα από αυτό, αφήνοντας τον Αγησίλαο πήγε στη Σκιλλούντα, τόπο τής Ήλιδας που δεν απείχε πολύ από την πόλη. Τον ακολουθούσε και γυναίκα που ονομαζόταν Φιλησία, όπως λέει ο Δημήτριος από τη Μαγνησία, καθώς και οι δύο γιοί του, ο Γρύλλος και ο Διόδωρος, όπως αναφέρει ο Δείναρχος στην αγωγή κατά τού Ξενοφώντος, οι οποίοι αποκαλούνταν και Διόσκουροι. Και όταν ήρθε ο Μεγάβυζος στη χώρα με την ευκαιρία κάποιας δημόσιας συνέλευσης, τού έδωσε πίσω τα χρήματα, με τα οποία αγόρασε ένα κομμάτι γης και το αφιέρωσε στη θεά, από το οποίο περνούσε ποτάμι που ονομαζόταν Σελινούς, ήταν δηλαδή συνώνυμο με το ποτάμι στην Έφεσο. Ζούσε εκεί κυνηγώντας, ψυχαγωγώντας τούς φίλους του και γράφοντας ιστορικά έργα.115
Αλλά ο Δείναρχος λέει ότι οι Σπαρτιάτες τού έδωσαν σπίτι και γη. Λένε επίσης ότι ο Σπαρτιάτης Φυλοπίδας τού έστειλε εκεί ως δώρο μερικούς σκλάβους, κατοίκους τής Δαρδάνου, που είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι στον πόλεμο και ότι εκείνος τούς χρησιμοποίησε με τον τρόπο που έκρινε καλύτερο. Λέει επίσης ότι οι Ηλείοι, έχοντας κάνει εκστρατεία εναντίον τής Σκιλλούντος, κατέλαβαν τον τόπο, καθώς οι Σπαρτιάτες καθυστέρησαν να σπεύσουν σε βοήθειά της.116
Στη συνέχεια όμως οι γιοι του διέφυγαν μυστικά στο Λέπρεον με λίγους υπηρέτες, ενώ ο ίδιος ο Ξενοφών διέφυγε στην Ήλιδα πριν πέσει ο τόπος. Από εκεί πήγε στο Λέπρεον στα παιδιά του και από εκεί διέφυγε μαζί τους διασωζόμενος στην Κόρινθο και εγκαταστάθηκε σε αυτή την πόλη.117
Στο μεταξύ, καθώς οι Αθηναίοι είχαν αποφασίσει με ψηφοφορία να σπεύσουν σε βοήθεια των Σπαρτιατών, έστειλε τούς γιους του στην Αθήνα, για να συμμετάσχουν στην εκστρατεία σε επικουρία των Σπαρτιατών. Γιατί είχαν εκπαιδευτεί στη Σπάρτη, όπως αναφέρει ο Διοκλής στους Βίους των Φιλοσόφων. Ο Διόδωρος επέστρεψε ασφαλής, χωρίς να διακριθεί καθόλου στη μάχη. Είχε μάλιστα κι ένα γιο, που είχε το ίδιο όνομα με τον αδελφό του, τον Γρύλλο. Αλλά ο Γρύλλος, που υπηρετούσε στο ιππικό —και η μάχη έγινε στην περιοχή τής Μαντινείας— πολέμησε με μεγάλη γενναιότητα και σκοτώθηκε, όπως μάς λέει ο Έφορος στο εικοστό πέμπτο βιβλίο του, όταν διοικητής τού ιππικού ήταν ο Κηφισόδωρος και αρχηγός τού στρατεύματος ο Αγησίλαος. Σε αυτή τη μάχη σκοτώθηκε και ο Επαμεινώνδας.118
Λένε ότι τότε ο Ξενοφών θυσίαζε φορώντας στεφάνι στο κεφάλι του και όταν τού πήγαν την είδηση τού θανάτου τού γιου του έβγαλε το στεφάνι, αλλά το ξαναφόρεσε όταν άκουσε ότι είχε πέσει ένδοξα. Μερικοί λένε ότι δεν δάκρυσε καν, αλλά είπε, “ήξερα ότι ήμουν πατέρας θνητού ανθρώπου”. Και ο Αριστοτέλης λέει ότι αμέτρητοι συγγραφείς έγραψαν πανηγυρικούς και επιτάφιους για τον Γρύλλο, εν μέρει από επιθυμία να ικανοποιήσουν τον πατέρα του. Αλλά και ο Έρμιππος, στην πραγματεία του Περί Θεοφράστου, λέει ότι και ο Ισοκράτης επίσης έγραψε εγκώμιο για τον Γρύλλο. Ωστόσο ο Τίμων τον περιγελά με αυτά τα λόγια:119
“Ανόητη δυάδα ή τριάδα
ή ακόμη περισσότερες ομιλίες,
ακριβώς όπως εκείνες που μπορούσε
να γράψει ο Ξενοφών ή ο μέτριος Αισχίνης.
Αυτή ήταν λοιπόν η ζωή τού Ξενοφώντος”.120
Βρισκόταν στο αποκορύφωμά του κατά το τέταρτο έτος τής ενενηκοστής τέταρτης Ολυμπιάδας και πήρε μέρος στην ανάβαση τού Κύρου την εποχή που άρχοντας τής Αθήνας ήταν ο Ξεναίνετος, το έτος πριν από τον θάνατο τού Σωκράτη. Και πέθανε, όπως αναφέρει ο Αθηναίος Στησικλείδης στον κατάλογο των Αρχόντων και των Ολυμπιονικών, κατά το πρώτο έτος τής εκατοστής πέμπτης Ολυμπιάδας, την εποχή τού άρχοντα Καλλιμήδη, τότε που άρχισε να βασιλεύει στους Μακεδόνες ο Φίλιππος, ο γιος τού Αμύντα. Πέθανε μάλιστα στην Κόρινθο, όπως λέει ο Δημήτριος ο Μαγνήσιος, σε πολύ προχωρημένη ηλικία.121
Ήταν άνθρωπος πολύ διακεκριμένος σε όλα και μεγάλος λάτρης των αλόγων και των σκύλων, καθώς και ειδικός στην τακτική, όπως είναι προφανές από τα γραπτά του. Ήταν ευσεβής, τού άρεσε να θυσιάζει στους θεούς και είχε την ικανότητα να ερμηνεύει τα σφάγια, ενώ ήταν ένθερμος θαυμαστής και μιμητής τού Σωκράτη.122
Έγραψε σαράντα περίπου βιβλία, τα οποία διάφοροι κατατάσσουν διαφορετικά. Έγραψε περιγραφή τής Κύρου Ανάβασης, προτάσσοντας περίληψη σε κάθε βιβλίο της, αν και δεν έδωσε περίληψη για ολόκληρη την ιστορία. Έγραψε επίσης την Κύρου Παιδεία, τα Ελληνικά και τα Απομνημονεύματα, καθώς και το Συμπόσιον, το Οικονομικόν, το Περί Ιππικής, το Κυνηγετικόν και το Ιππαρχικόν, όπως επίσης την Απολογία Σωκράτους, το Περί Πόρων, τον Ιέρωνα ή Τυραννικόν, τον Αγησίλαo και την Αθηναίων και Λακεδαιμονίων Πολιτεία, για την οποία ωστόσο ο Μαγνήσιος Δημήτριος λέει ότι δεν είναι έργο τού Ξενοφώντος. Λέγεται επίσης ότι πήρε κρυφά στην κατοχή του τα βιβλία τού Θουκυδίδη, που ήσαν προηγουμένως άγνωστα και τα έκανε γνωστά ο ίδιος.123
Ονομαζόταν επίσης Αττική Μούσα λόγω τής γλυκύτητας τού ύφους του, για το οποίο υπήρχε πνεύμα αντιπαλότητας ανάμεσα σε εκείνον και τον Πλάτωνα, όπως θα περιγράψουμε περαιτέρω, όταν θα μιλήσουμε για τον Πλάτωνα. Και εμείς έχουμε συνθέσει επίγραμμα για τον Ξενοφώντα, που είναι το εξής:124
“Ο Ξενοφών όχι μόνο ανέβηκε
μέχρι τούς Πέρσες για τον Κύρο,
αλλά αναζητούσε το μονοπάτι που οδηγεί
στην αιώνια βασίλεια τού Δία,
γιατί εξιστορώντας τα μεγάλα έργα στην Ελλάδα,
δείχνει τη σοφία τού δασκάλου του Σωκράτη”.125
Επίσης το παρακάτω όταν πέθανε:126
“Ω Ξενοφών, σε εξόρισαν οι συμπατριώτες σου
της πόλης τού Κραναού και τού Κέκροπος,
ζηλεύοντας για την εύνοια που σού έδειξε ο Κύρος.
Σε δέχθηκε όμως φιλόξενα η Κόρινθος
και έζησες εκεί ευτυχισμένα.
Και έτσι αποφάσισες να παραμείνεις εκεί”.127
Ωστόσο έχω βρει σε άλλα γραπτά να αναφέρεται ότι άκμασε την εποχή τής ογδοηκοστής ένατης Ολυμπιάδας, ταυτόχρονα με τούς άλλους Σωκρατικούς. Και ο Ίστρος λέει ότι εξορίστηκε με διάταγμα τού Εύβουλου και ότι ανακλήθηκε πίσω με άλλο διάταγμα τού ίδιου ανθρώπου.128
Υπήρξαν όμως επτά άνδρες με το όνομα Ξενοφών. Πρώτος ήταν αυτός. Δεύτερος ένας Αθηναίος, αδελφός τού Νικόστρατου που έγραψε το ποίημα Θησηΐς και άλλα έργα, μεταξύ των οποίων τη ζωή τού Επαμεινώνδα και τού Πελοπίδα. Τρίτος ήταν ένας γιατρός από την Κω. Τέταρτος κάποιος που έγραψε την ιστορία τού Αννίβα. Πέμπτος εκείνος που έγραψε βιβλίο γεμάτο υπέροχα θαύματα. Έκτος ένας πολίτης τής Πάρου, που ήταν γλύπτης. Έβδομος ένας συγγραφέας τής αρχαίας κωμωδίας.129
Ο Ξενοφών στη Βασιλεία Ρωμαίων [Ανατολική Ρωμαϊκή («Βυζαντινή») Αυτοκρατορία]
To 330 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος, ο αποκληθείς Μέγας, μετέφερε την πρωτεύουσα τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στο ελληνικό Βυζάντιο. Αρχίζει λοιπόν περίοδος έντεκα αιώνων, στη διάρκεια των εννέα πρώτων από τούς οποίους, δηλαδή μέχρι την άλωση τής Κωνσταντινούπολης από τούς σταυροφόρους τής 4ης Σταυροφορίας το 1204, η Ανατολική Ρωμαϊκή («Βυζαντινή») Αυτοκρατορία υπήρξε το μεγαλύτερο, ισχυρότερο και πλουσιότερο ευρωπαϊκό κράτος. Ας δούμε την τύχη τού Ξενοφώντος σε αυτό το κράτος, που ήταν χριστιανικό και υποτίθεται εχθρικό προς κάθε στοιχείο που προερχόταν από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, τού οποίου τη γλώσσα είχε υιοθετήσει.
4ος αιώνας: Θεμίστιος και Ξενοφών
Ο Θεμίστιος (317-390), ο αποκαλούμενος Εὐφραδής, ήταν πολιτικός, ρήτορας και φιλόσοφος, που άκμασε επί αυτοκρατόρων Κωνσταντίου Β’ (337-361), Ιουλιανού (360-363), Ιοβιανού (363-364), Βαλεντιανού (364-378), Γρατιανού (367-383) και Θεοδοσίου Α’ (379-395). Απολάμβανε τής εύνοιας όλων αυτών των αυτοκρατόρων παρά τις πολλές μεταξύ τους διαφορές και παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν ήταν χριστιανός. Εισήλθε στη γερουσία επί Κωνσταντίου το 355 και ήταν έπαρχος Κωνσταντινούπολης το 384, όταν έγινε αυτοκράτορας ο Θεοδόσιος. Από τα πολλά του έργα έχουν διασωθεί τριαντατρείς ομιλίες, καθώς και σχόλια και επιτομές των έργων τού Αριστοτέλη. Στις ομιλίες του ο Θεμίστιος αναφέρεται συχνά στον Ξενοφώντα και σε άλλους αρχαίους, Έλληνες και Ρωμαίους. Στην ομιλία του για την εξουσία αναφέρεται στη συμμετοχή των φιλοσόφων στην κοινωνική ζωή φέρνοντας ως παραδείγματα τον Σωκράτη και τον Ξενοφώντα:130
Γιατί ούτε εκείνος ο Σωκράτης κατέβηκε από τη φιλοσοφία για να ασκήσει καθήκοντα πρύτανη στην αθηναϊκή δημοκρατία. Είχε ήδη αντισταθεί στους τριάντα τυράννους. Ούτε ο άριστος Ξενοφών κατέβηκε από τη φιλοσοφία για να γίνει στρατηγός των Μυρίων. Γιατί έσωσε τούς Έλληνες από πολύ μεγάλους κινδύνους.131
Το ίδιο θέμα αναπτύσσει και στην ομιλία του για το ενδιαφέρον τού αυτοκράτορα να ακούει πράγματα:132
…Δεν νεωτερίζουμε λοιπόν, ούτε εισάγουμε στο κράτος ανάρμοστα πράγματα, αλλά ζηλεύουμε τούς αρχαίους Ρωμαίους, στους οποίους άνδρες όπως ο Σκιπίων, ο Βάρων και ο Κάτων, όντας φιλόσοφοι ασχολούνταν με τα κοινά και κατέλαβαν υψηλότατα κρατικά αξιώματα, ενώ ο Θρασίας, ο Πρίσκος και ο Βίβος ενάλλασσαν τα φθαρμένα στρατιωτικά πανωφόρια με τις τηβέννους των συγκλητικών, όπως ακριβώς και στους Έλληνες ο Ξενοφών και ο Σωκράτης, ο ένας ως στρατηγός και ο άλλος ως πρύτανης.133
Σε ομιλία του προς τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο αναφέρεται στη σχέση τού Ξενοφώντος με τον Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίλαο και στο κτήμα που τού διέθεσαν οι Σπαρτιάτες στη Σκιλλούντα:134
Και γνωρίζω ότι ο Ξενοφών, ο συνομιλητής τού Σωκράτη, δεν παρέλειπε να επαινεί τον βασιλιά τής Σπάρτης Αγησίλαο και να τον ανταμείβει με μακροσκελές βιβλίο, επειδή εκείνος πέτυχε να τού παραχωρηθεί κάποιος τόπος μεταξύ Ήλιδας και Αρκαδίας, όχι μακριά από τη Σκιλλούντα, όταν εξορίστηκε.135
Στην υποστήριξη τού Αγησίλαου από τον Ξενοφώντα αναφέρεται και σε ομιλία του υπέρ Κωνσταντινούπολης, που εκφωνήθηκε στη Ρώμη όπου είχε μεταβεί ως πρεσβευτής:136
… αλλά ανεβαίνοντας σε αυτό το ψηλό βήμα και αφού σταθώ ανάμεσα στους ανθρώπους, δεν θα αρνηθώ να διακηρύξω για σένα με παρρησία μεγαλύτερη απ’ όση ο Ξενοφών για τον Αγησίλαο και ο Αριστοτέλης για τον Αλέξανδρο…137
Τέλος, καταγόμενος ο ίδιος από την Παφλαγονία, σε ομιλία του για την αναγκαιότητα να μη δίνεται σημασία στην προέλευση ενός ανθρώπου αλλά στον ίδιο τον άνθρωπο, φέρνει σαν παράδειγμα τα διαφορετικά χαρακτηριστικά αλόγων και σκυλιών από διαφορετικές περιοχές, όπως τα παρουσίασε ο Ξενοφών στα έργα του Περὶ ἱππικῆς και Κυνηγετικόν:138
Αν και ένα άλογο τής Μηδίας είναι πιο δειλό από ένα σκυθικό, ενώ άλλη ομορφιά έχει ένας σκύλος από τη Σπάρτη, ένας Καστορίδης, κι άλλη ένας Αλωπεκίδης, τής ράτσας δηλαδή που κατάγεται από την αλεπού, όπου την ομορφιά κάθε ράτσας ξεχωρίζει ο σοφός σε όλα Ξενοφών…139
4ος αιώνας: Ευνάπιος, Ξενοφών και Αλέξανδρος
Ο Ευνάπιος (346-414), Έλληνας φιλόσοφος και ιστορικός από τις Σάρδεις τής Λυδίας, πήγε το 362 μ.Χ. στην Αθήνα, όπου υπήρξε μαθητής τού ρήτορα Προαιρέσιου. Επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου επιδόθηκε στο συγγραφικό του έργο καθώς και στην ιατρική. Έγραψε τούς Βίους Φιλοσόφων και Σοφιστών, συλλογή βιογραφιών εικοσιτριών φιλοσόφων και σοφιστών παλαιότερων και συγχρόνων τού συγγραφέα, που είναι πολύτιμη ως η μοναδική πηγή για την ιστορία τού Νεοπλατωνισμού αυτής τής περιόδου. Ο Ευνάπιος ξεκινά τούς Βίους Φιλοσόφων και Σοφιστών ως εξής:140
Ο φιλόσοφος Ξενοφών είναι ο μόνος άνδρας απ’ όλους τούς φιλοσόφους που κόσμησε τη φιλοσοφία με λόγια αλλά και με έργα, αφού στους λόγους και στα γράμματά του γράφει για την ηθική τής αρετής, αλλά και στις πράξεις ήταν άριστος, ενώ γέννησε και υποδειγματικούς στρατηγούς. Επίσης ο Μέγας Αλέξανδρος δεν θα γινόταν μέγας, αν δεν υπήρχε ο Ξενοφών. Λένε ότι πρέπει να γράφονται και τα δευτερεύοντα των σπουδαίων ανδρών. Εγώ όμως δεν θα οδηγήσω τη γραφή στα δευτερεύοντα των σπουδαίων αλλά στα έργα τους. Γιατί αν είναι άξιο λόγου το παιχνίδι τής αρετής, θα ήταν ασέβεια αν το αποσιωπούσαμε με οποιονδήποτε τρόπο.141
4ος-5ος αιώνας: Συνέσιος Κυρηναίος, Ξενοφών και Κάθοδος των Μυρίων
Ο Συνέσιος (περ. 373 – περ. 414) γεννήθηκε στην Πεντάπολη τής Κυρηναϊκής. Ήταν φιλόσοφος και συγγραφέας, νεοπλατωνικός, μαθητής τής Υπατίας. Το 398 στάλθηκε ως απεσταλμένος τής Κυρήνης στην Κωνσταντινούπολη. Συνέθεσε και απηύθυνε στον αυτοκράτορα Αρκάδιο έναν λόγο με τον τίτλο Περί βασιλείας. Το 410 ο Συνέσιος εξελέγη από τον λαό ως επίσκοπος Πτολεμαΐδας. Από την Περί βασιλείας επιστολή του προς τον αυτοκράτορα Αρκάδιο διαβάζουμε για τον Αγησίλαο τού Ξενοφώντος:142
Eπιπλέον, ο χωλός εκείνος βασιλιάς, τον οποίο επαινεί ο Ξενοφών σε όλη την αφήγηση, δεν χλευάστηκε από εκείνους των οποίων ηγήθηκε, ούτε από τα έθνη μέσω των οποίων τούς οδήγησε, ούτε από εκείνους εναντίον των οποίων είχε εκστρατεύσει, παρά το γεγονός ότι διέμενε στα πιο δημόσια μέρη κάθε πόλης. Στο μεταξύ ήταν πιο εμφανής σε όλες τις ενέργειές του, για όλους όσους ήθελαν να δουν τον ηγεμόνα της Σπάρτης.143
Αλλά περνώντας στη Μικρά Ασία με μικρό στρατό, σχεδόν κατάφερε να αφαιρέσει την εξουσία από τον άνθρωπο που προσκυνούσαν αμέτρητα έθνη. Γιατί την αλαζονεία τού την αφαίρεσε. Και έτσι, όταν ανακλήθηκε από τούς εφόρους στην πόλη του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία, πέτυχε πολλές νίκες στην Ελλάδα και ηττήθηκε στη μάχη από έναν μόνο άνθρωπο [τον Επαμεινώνδα], από τον μοναδικό άνθρωπο που θα μπορούσε ενδεχομένως να ξεπεράσει τον Αγησίλαο, αν ο αγώνας ήταν για τη λιτότητα τού τρόπου ζωής.144
Στην προς Παιόνιον επιστολή του διαβάζουμε για τον Ξενοφώντα και την Κάθοδο των Μυρίων:145
Και ο Ξενοφών, παραλαμβάνοντας τούς Μύριους, οι οποίοι είχαν ήδη απελπιστεί τόσο από τις συμφορές που οι περισσότεροι επιθυμούσαν πάνω απ’ όλα να πεθάνουν, τούς κατέβασε στη θάλασσα μέσα από ολόκληρη την επικράτεια των Περσών, ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο.146
5ος αιώνας: Στέφανος Βυζάντιος, Ξενοφών και Κύρου Ανάβαση
Ο Στέφανος από το Βυζάντιο ή Στέφανος Βυζάντιος, που πέθανε στις αρχές τού 6ου μ.Χ. αιώνα, ήταν συγγραφέας σημαντικού γεωγραφικού λεξικού που ονομαζόταν Ἐθνικά. Από το ίδιο το λεξικό διασώζονται μόνο πενιχρά αποσπάσματα, αλλά υπάρχει επιτομή που συντάχθηκε από κάποιον Ερμόλαο. Στα Ἐθνικά υπάρχουν συχνές παραπομπές στον Ξενοφώντα, όπως:
Από το πρώτο βιβλίο τής Κύρου Ἀνάβασης:147
Μυρίανδρος: Πόλη τής Συρίας στη Φοινίκη (την αναφέρει ο Ξενοφών στο πρώτο βιβλίο τής Ανάβασης). Παράδειγμα τού κτητικού Μυριανδρικός κόλπος.148 Από το τρίτο βιβλίο:149
Καρδούχοι: Λαός τής Μηδίας, προς τούς οποίους γράφει ο Ξενοφών στο τρίτο βιβλίο τής Ανάβασης ότι οδήγησε το στράτευμα. Είπαν γι’ αυτούς ότι κατοικούσαν στα βουνά, ήσαν φιλοπόλεμοι και δεν υπάκουαν στον Πέρση βασιλιά. Μιλά γι’ αυτούς και ο Σοφαίνετος στη δική του Κύρου Ανάβαση.150
Μίσπιλα: Πόλη των Μήδων. Την αναφέρει ο Ξενοφών στο τρίτο βιβλίο τής Ανάβασης. Το όνομα τού καταγόμενου από εκεί είναι Μισπιλάτης.151
Από το τέταρτο βιβλίο:152
Σκυθηνοί: Λαός όχι μακριά από τούς Μάκρωνες, όπως αναφέρει ο Ξενοφών στο τέταρτο βιβλίο τής Ανάβασης.153
Από το πέμπτο βιβλίο:154
Δρίλες: Κατοικημένη περιοχή όχι μακριά από την Τραπεζούντα τού Πόντου, όπως αναφέρει ο Ξενοφών στο πέμπτο βιβλίο τής Ανάβασης.155
Από το έκτο βιβλίο:156
Αρμένη: Χωριό τής Παφλαγονίας. Την αναφέρει ο Μένιππος στον Περίπλου και ο Ξενοφών στο έκτο βιβλίο τής Ανάβασης με ήτα. Ο καταγόμενος από την Αρμένη ονομάζεται Αρμεναίος, όπως Κασμένη-Κασμεναίος, ενώ από την Αρμήνη ονομάζεται Αρμήνιος, όπως Μεσσήνιος, Παλλήνιος.157
Από το έβδομο βιβλίο:158
Μελινοφάγοι: Λαός τής Θράκης. Τούς αναφέρει ο Ξενοφών στο έβδομο βιβλίο τής Ανάβασης και ο Θεόπομπος στο τεσσαρακοστό ένατο βιβλίο του.159
6ος αιώνας: Προκόπιος, Κύρος Β’ ο Μέγας και Ξενοφών
Ο Προκόπιος (500-565) ήταν διακεκριμένος λόγιος από την Καισάρεια τής Παλαιστίνης. Συνοδεύοντας τον στρατηγό Βελισσάριο στους πολέμους τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α’ έγινε ο κύριος ιστορικός τού 6ου μ.Χ. αιώνα. Ο Προκόπιος είχε διαβάσει τον Ξενοφώντα, όπως προκύπτει από τα γραφόμενά του:160
Λένε ότι ο καλύτερος βασιλιάς για τον οποίο γνωρίζουμε από την παράδοση υπήρξε ο Πέρσης Κύρος και σε αυτόν οφείλεται κυρίως η ίδρυση τής Περσικής αυτοκρατορίας για τούς ανθρώπους τής φυλής του. Ωστόσο δεν έχω τρόπο να γνωρίζω αν ο Κύρος ήταν πραγματικά τέτοιος άνθρωπος, όπως εκείνος τού οποίου η εκπαίδευση από την παιδική ηλικία περιγράφεται από τον Αθηναίο Ξενοφώντα. Γιατί ίσως υπερίσχυσε η επιδεξιότητα τού συγγραφέα σε αυτή την περιγραφή. Τέτοια ήταν η εξαιρετική ευγλωττία του, που ίσως πρόκειται απλώς για εξωραϊσμό των πραγματικών γεγονότων.161
Εκτός από την Κύρου Παιδεία, φαίνεται ότι ο Προκόπιος είχε διαβάσει και τα Ελληνικά τού Ξενοφώντος, πράγμα το οποίο προτείνεται μέσω τής σύγκρισης δύο αποσπασμάτων:162 Κατά τον Ξενοφώντα, στα τέλη τού 395 ή στις αρχές τού 394 π.Χ. ο βασιλιάς τής Σπάρτης Αγησίλαος μπήκε στον πειρασμό να αποσπάσει τον σατράπη τής Φρυγίας Φαρνάβαζο από τον βασιλιά τής Περσίας Αρταξέρξη Β’. Ο Ξενοφών αφηγείται μια σύσκεψη μεταξύ τους, στην οποία ο Αγησίλαος αντιπαραβάλλει την κατάσταση τού Φαρνάβαζου ως «δούλου» και υπηκόου τού Πέρση βασιλιά, με την ελευθερία που θα απολάμβανε ως σύμμαχος των Σπαρτιατών. Η δεσποτεία την οποία ασκούσε ο βασιλιάς πάνω στους «συναδέλφους δούλους» (ὁμοδούλους) τού Φαρνάβαζου, όπως το θέτει ο Αγησίλαος, ήταν η δεσποτεία την οποία θα μπορούσε να διεκδικήσει ο Φαρνάβαζος για τον εαυτό του, κάνοντας πόλεμο και υποτάσσοντάς τους (Ελληνικά 4.1.35-36):
Και αν επρόκειτο να αλλάξεις απλώς αφέντη, και αντί τον βασιλέα να έχεις εμάς, από την πλευρά μου δεν θα σε συμβούλευα να το κάνεις. Είναι όμως στο χέρι σου να έρθεις με το μέρος μας, να μην έχεις ανάγκη να προσκυνάς κανέναν, ούτε να έχεις αφέντη, αλλά να ζεις απολαμβάνοντας τα αγαθά σου. Εγώ πάντως πιστεύω ότι το να είναι κάποιος ελεύθερος αξίζει όσο κάθε άλλο αγαθό. Και δεν σε προτρέπουμε να το κάνεις αυτό μένοντας ελεύθερος αλλά φτωχός. Αντίθετα, χρησιμοποιώντας εμάς ως συμμάχους, να μεγαλώσεις τη δική σου εξουσία, όχι εκείνη τού βασιλιά, υποτάσσοντας εκείνους που είναι τώρα δικοί σου συνάδελφοι, δούλοι όπως και συ, για να τούς κάνεις δικούς σου υπηκόους. Και αν, όντας ελεύθερος γινόσουν συνάμα και πλούσιος, τί θα σού έλειπε για να είσαι απολύτως ευτυχισμένος;163
Το αντίστοιχο απόσπασμα στον Προκόπιο επικεντρώνεται επίσης στις συνέπειες μιας αλλαγής νομιμοφροσύνης. Σύμφωνα με την αφήγησή του, κατά τον πόλεμο τού Ιουστινιανού εναντίον των Βανδάλων στην Αφρική ο Γελίμερ, ο ηττημένος αρχηγός τους, κατέφυγε στους Μαυριτανούς στο όρος Παπούα τον χειμώνα τού 533/534 μ.Χ. Εκεί πολιορκήθηκε από στρατεύματα τού Βελισάριου υπό τη διοίκηση ενός Ερούλου που ονομαζόταν Φάρας. Μη μπορώντας να εισβάλει στον τόπο, ο Φάρας απεύθυνε κατά τον Προκόπιο επιστολή στον Γελίμερ ζητώντας τη συνθηκολόγησή του. Ισχυριζόταν ότι η εξάρτηση τού Γελίμερ από τούς Μαυριτανούς που τον προστάτευαν ήταν δυσμενής, συγκρινόμενη με τα οφέλη που θα αποκόμιζε αν υποτασσόταν στον Ιουστινιανό (εγγραφή στη Γερουσία, τίτλος πατρικίου, κτήματα, πλούτη), αν δηλαδή γινόταν «συνάδελφος δούλος» (ξυνδοῦλος) με τον στρατηγό Βελισάριο (Προκόπιος, Ὑπὲρ Πολέμων 4.6.17-22):
Τι έχεις πάθει, αγαπητέ μου Γελίμερ, κι έχεις ρίξει όχι μόνο τον εαυτό σου αλλά και ολόκληρη την οικογένειά σου σε αυτόν τον λάκκο, προσπαθώντας να αποφύγεις να γίνεις δούλος; Σίγουρα αυτό δεν είναι τίποτε περισσότερο από νεανική ανοησία, το να χρησιμοποιείς την «ελευθερία» ως πρόσχημα, σαν να αξίζει να την κατέχεις σε αντάλλαγμα για όλη αυτή τη δυστυχία! Και, τελικά, άραγε δεν θεωρείς ότι είσαι, ακόμη και τώρα, δούλος των πιο άθλιων από τούς Μαυριτανούς, αφού η μόνη σου ελπίδα σωτηρίας, στην καλύτερη περίπτωση, είναι να είσαι μαζί τους; Και όμως, γιατί άραγε δεν θα ήταν καλύτερο από κάθε άποψη να είσαι δούλος μεταξύ των Ρωμαίων και επαίτης, από το να εξουσιάζεις Μαυριτανούς στο όρος Παπούα; Φυσικά, όμως, σού φαίνεται ως αποκορύφωμα τής ντροπής ακόμη και να είσαι συνάδελφος-δούλος με τον Βελισάριο! Μακριά από τέτοιες σκέψεις, άριστε Γελίμερ. Ή μήπως κι εμείς, που επίσης γεννηθήκαμε από ευγενείς οικογένειες, δεν καυχιόμαστε ότι υπηρετούμε τώρα έναν αυτοκράτορα;164
Έχουν επίσης παρασχεθεί ενδείξεις αναφοράς τού Προκόπιου στο Συμπόσιον και την Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος.165
6ος αιώνας: Αγαθίας, παρασάγγης και Ξενοφών
Ο Αγαθίας ή Αγαθίας Σχολαστικός (περ. 530-582/594) από τη Μυρίνη τής Αιολίδας στη δυτική Μικρά Ασία ήταν Έλληνας ποιητής και ο κύριος ιστορικός τού μέρους τής βασιλείας τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού μεταξύ 552 και 558. Ο Αγαθίας είχε διαβάσει τον Ξενοφώντα, αφού, όπως θα σχολιάσουμε πιο κάτω στο κεφάλαιο 7, γράφει:166
Ένας παρασάγγης ισούται σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα με τριάντα στάδια, ενώ στις ημέρες μας οι Ίβηρες [Γεωργιανοί] και οι Πέρσες λένε ότι ισούται με εικοσιένα στάδια. Οι Λαζοί έχουν επίσης την ίδια μονάδα μέτρησης, αλλά την ονομάζουν με το διαφορετικό όνομα «ανάπαυλες» και νομίζω για προφανή λόγο. Γιατί οι αχθοφόροι τους σταματούν για λίγο για να ξεκουραστούν όταν διανύουν έναν παρασάγγη και ακουμπούν κάτω το φορτίο τους…167
Ας σημειώσουμε εδώ και την άποψη τού Αγαθία κατά τον 6ο μ.Χ. αιώνα για τούς Λαζούς, τούς Κόλχους τού παρελθόντος, τούς οποίους συναντούμε στην Κύρου Ανάβαση:168
Οι Λαζοί είναι μεγάλος και περήφανος λαός και εξουσιάζουν άλλους πολύ σημαντικούς λαούς. Υπερηφανεύονται για τη σχέση τους με το αρχαίο όνομα των Κόλχων και έχουν μεγάλη άποψη για τον εαυτό τους, δικαιολογημένα ίσως. Από τούς λαούς που είναι υπήκοοι άλλης αυτοκρατορίας, δεν γνωρίζω κανέναν άλλο που να διαθέτει τόσο άφθονους ανθρώπινους πόρους ή που να είναι ευλογημένος με τόσον υπερβολικό πλούτο, με τόσο ιδανική γεωγραφική θέση, με τέτοια αφθονία όλων των αναγκαίων τής ζωής και με τόσο υψηλό επίπεδο πολιτισμού και λεπτότητας. Οι αρχαίοι κάτοικοι τού τόπου όντως δεν γνώριζαν τα οφέλη τής ναυσιπλοΐας και δεν είχαν ακούσει καν για πλοία μέχρι την άφιξη τής περίφημης Αργούς. Τώρα βγαίνουν στη θάλασσα όποτε μπορούν και ασκούν ακμάζον εμπόριο.169
6ος αιώνας: Ιωάννης Μαλάλας, Χρονογραφία και Ξενοφών
Ο Ιωάννης Μαλάλας (περ. 491-578 μ.Χ.) ήταν χρονογράφος από την Αντιόχεια. Μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο τού Ιουστινιανού (πιθανώς μετά τη λεηλασία τής Αντιόχειας από τούς Πέρσες το 540). Έγραψε τη Χρονογραφία του σε 18 βιβλία, η αρχή και το τέλος των οποίων έχουν χαθεί. Τα κείμενα που διασώζονται ξεκινούν με την μυθολογία τής αρχαίας Αιγύπτου και τελειώνουν με την εκστρατεία τού Μαρκιανού, ανηψιού τού Ιουστινιανού, στη βόρεια Αφρική το 563. Στη Χρονογραφία του ο Μαλάλας αναφέρεται και στον Ξενοφώντα ως εξής:170
Κατά την εποχή τού ιδίου Πλάτωνος υπήρχαν και άλλοι φιλόσοφοι που εκπαίδευαν τούς Έλληνες, ο Ξενοφών, ο Αισχίνης και ο Αριστοτέλης, οι οποίοι εισήγαγαν στους ανθρώπους την πλάνη τής μετεμψύχωσης. Έτσι έλεγαν ότι η Καλλίστη, η θυγατέρα τού Λυκάονος, είχε μετεμψυχωθεί σε αρκούδα και η Ιππομένη, η θυγατέρα τού Μεγαρέως, σε λιοντάρι, ενώ η Ιώ, η θυγατέρα τού Ινάχου, σε νεαρή αγελάδα και η Αταλάντη, η θυγατέρα τού Σχοινέως, σε παγώνι και η Φιλομήλα, η θυγατέρα τού Πανδίονος, σε χελιδόνι και η αδελφή της Πρόκνη σε αηδόνι και η Νιόβη, η θυγατέρα τού Ταντάλου, σε πέτρα. Και άλλους τέτοιους μύθους υποστήριζαν αυτοί και εκείνοι που ήσαν μαζί τους.171
Ο Ξενοφών στη Βασιλεία Ρωμαίων κατά τη διάρκεια τού λατινικού Μεσαίωνα
Άραγε εξαφανίστηκαν η αρχαία ελληνική γνώση και γραμματεία με τη διάλυση τής Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την άλωση τής Ρώμης από τούς Βησιγότθους (410 μ.Χ.), τούς Βάνδαλους (455 μ.Χ.) και τούς Οστρογότθους (546 μ.Χ.); Ο λατινικός Μεσαίωνας, που διαρκεί για δέκα περίπου αιώνες με συμβολική αφετηρία το έτος 529 μ.Χ., με το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών τής Αθήνας από τον Ιουστινιανό και την ίδρυση την ίδια χρονιά από τον μοναχό Βενέδικτο τής μονής τού Μόντε Κασσίνο στη νότια Ιταλία (Καμπανία), θεωρείται πανευρωπαϊκό, αν όχι παγκόσμιο, φαινόμενο. Με βάση την άποψη αυτή, οι χριστιανοί που κυριάρχησαν στη Νέα Ρώμη (Βυζάντιο, Κωνσταντινούπολη) τής Ανατολής αναπαρήγαγαν απλώς σε χειρόγραφα ό,τι παλιό εύρισκαν, ενώ κάπως έτσι διέσωσαν και οι Άραβες κάποια κείμενα που έπεσαν στα χέρια τους με την κατάκτηση παλαιών ελληνιστικών κέντρων (Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια κλπ.). Αυτή προβάλλεται πάνω-κάτω ως η κατάσταση που επικρατούσε στις παραμονές τής Ιταλικής Αναγέννησης (15ος αιώνας). Την κατάσταση άλλαξε άρδην η παρουσία μεταξύ άλλων τού Μανουήλ Χρυσολωρά στην Ιταλία, η αναβίωση τής διδασκαλίας των ελληνικών, η μετάβαση Ιταλών ανθρωπιστών στην Κωνσταντινούπολη στις παραμονές τής άλωσης (Φιλέλφο, Αουρίσπα κλπ.) και η μεταφορά πολλών αρχαιοελληνικών χειρογράφων στις ιταλικές πόλεις λίγο πριν από την ανακάλυψη τής τυπογραφίας. Ποια ήταν όμως η κατάσταση στην Ανατολή κατά τούς δέκα περίπου αιώνες τού λατινικού Μεσαίωνα; Πρόκειται ασφαλώς για Λατινικό Μεσαίωνα, γιατί για τούς πέρα από τούς Λατίνους, για τούς «ουλτραμοντάνες» (ultramontanes) όπως τούς αναφέρουν συχνά τα παπικά κείμενα, δηλαδή για τούς «υπερόρειους», τούς πέρα από τις Άλπεις, ο «Μεσαίωνας», με διάλειμμα τη λίγων αιώνων ρωμαϊκή κατάκτηση, αποτελούσε περίοδο που εκτεινόταν προς τα πίσω, από τον 15ο μ.Χ. αιώνα προς την προϊστορία. Η εποχή τού Ιουστινιανού σηματοδοτεί λοιπόν την κατάλυση τής Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τούς βαρβάρους. Σε περιβάλλον συνεχών εισβολών, συγκρούσεων και πολέμων μεταξύ των φυλών, στη Δύση εξαφανίζονται όχι μόνο η αρχαία ελληνική γλώσσα και γραμματεία, αλλά σε μεγάλο βαθμό και η γνώση τής ίδιας τής λατινικής γλώσσας, πρωτοπόρος για την αναβίωση τής οποίας υπήρξε ο Πετράρχης (1304-1374) αρκετούς αιώνες αργότερα. Το πρώτο μέρος αυτής τής περιόδου (6ος-9ος μ.Χ. αιώνας) χαρακτηρίζεται και στην Ανατολική Αυτοκρατορία από αλλεπάλληλους πολέμους εναντίον ανταγωνιστών και εισβολέων: Περσών, Γότθων Βανδάλων, Αράβων, Σλάβων, Αβάρων, Βουλγάρων και άλλων. Μέσα σε αυτό το ζοφερό πολεμικό κλίμα, το οποίο επιδείνωναν οι απώλειες εδαφών και η θρησκευτικο-πολιτική διαμάχη δύο αιώνων μεταξύ εικονομάχων και εικονολατρών, ποια ήταν άραγε η τύχη τής αρχαιοελληνικής γραμματείας, κρίνοντας τουλάχιστον από τον Ξενοφώντα, στον οποίο είμαστε υποχρεωμένοι να περιοριστούμε εδώ; Ας προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε συνοπτικά τι συνέβη με τον Ξενοφώντα και την Κύρου Ανάβαση στους αιώνες που μεσολάβησαν μέχρι την κατάλυση τής («Βυζαντινής») Βασιλείας Ρωμαίων, την Ιταλική Αναγέννηση και την ανακάλυψη τής τυπογραφίας, με τρία δηλαδή γεγονότα που σχεδόν ταυτίζονται χρονικά και θεωρούνται σχηματικά ως αφετηρία τής σύγχρονης εποχής.
7ος αιώνας: Πασχάλιον Χρονικόν και Ξενοφών
Στο ονομαζόμενο Πασχάλιον Χρονικόν, εκτεταμένο χρονικό γραμμένο από άγνωστο κληρικό τής Κωνσταντινούπολης στα χρόνια τού αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641), αναφέρονται για τον Ξενοφώντα τα εξής:172
«103η Ολυμπιάς (368 π.Χ.)
37. Γίνονται γνωστοί ο Πλάτων, ο Ξενοφών και οι άλλοι Σωκρατικοί.
38. …
39. …173
104η Ολυμπιάς (364 π.Χ.)
40. … Γίνονται γνωστοί ο Ξενοφών τού Γρύλλου και ο Κτησίας, ενώ ο φιλόσοφος Σωκράτης πεθαίνει στη φυλακή πίνοντας το κώνειο, έχοντας ζήσει 90 χρόνια.
41. Στους Πέρσες βασίλευσε για 27 έτη ο Αρταξέρξης ο αποκαλούμενος και Ώχος».174
8ος αιώνας: Γεώργιος Σύγγελος, Κύρου Ανάβαση και Ξενοφών
Ο Γεώργιος Σύγγελος πέθανε πριν από το 810 μ.Χ. και προσονομάστηκε έτσι επειδή ήταν συγκάτοικος σε κελλί (σύγκελλος) σε μοναστήρι τής Παλαιστίνης με τον μετέπειτα πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιο (730-805 μ.Χ.). Έγραψε την Ἐκλογή Χρονογραφίας ἀπὸ Άδὰμ μέχρι Διοκλητιανοῦ. Τον Γεώργιο Σύγγελο μνημονεύει ο χρονικογράφος Θεοφάνης ο Ομολογητής (758/760-817/818 μ.Χ.) στην εισαγωγή τής δικής του Χρονογραφίας, την οποία ξεκινά από το σημείο στο οποίο σταμάτησε ο Σύγγελος,175 ο οποίος στο δικό του έργο αναφέρεται στην Ανάβαση τού Κύρου και στην Κάθοδο των Μυρίων με τρόπο που προέρχεται από τον Ξενοφώντα:176
Την εποχή τού βασιλιά Αρταξέρξη τού Μνήμονος, ο αδελφός του Κύρος, γιος τού Δαρείου τού Νόθου και τής Παρυσάτιδος, που διέμενε στη Μικρά Ασία, εκστρατεύει εναντίον τού αδελφού του διεκδικώντας τον βασιλικό θρόνο με μεγάλο ελληνικό στράτευμα, στο οποίο συμμετείχε και ο ιστορικός Ξενοφών, που έγραψε την ανάβαση τού Κύρου. Σε μάχη που έγινε πάνω από τον Τίγρη ποταμό, σε απόσταση τριακοσίων εξήντα σταδίων κατά τον Ξενοφώντα, σκοτώνεται μεν ο Κύρος από τραύμα, αλλά οι Έλληνες επικρατούν των Περσών. Ο Αρταξέρξης όμως, που δεν κατάφερε να επικρατήσει των Ελλήνων στη μάχη, ούτε να επανέλθει ατάραχος σε αυτήν, έπεισε με δόλο τούς στρατηγούς μέσω τού Τισσαφέρνη και τούς σκότωσε παραβιάζοντας την εκεχειρία. Αλλά ο Ξενοφών παρέλαβε τούς Έλληνες και τούς διέσωσε στην Ελλάδα, περνώντας από εχθρικά έθνη, φτάνοντας στον Εύξεινο Πόντο και από εκεί στο Βυζάντιο. Από το Βυζάντιο πήγε στη Θράκη στον βασιλιά τον Θρακών Σεύθη και μετά οδήγησε τούς στρατιώτες περνώντας τους στην Πέργαμο στον ναύαρχο των Σπαρτιατών Θίβρωνα, για να πολεμήσουν μαζί με τούς Σπαρτιάτες.177
Υπάρχει και δεύτερη αναφορά στον Ξενοφώντα, λίγο πιο κάτω στη Χρονογραφία τού Σύγγελου. Το πρώτο της μέρος προέρχεται από το Χρονικό τού Ευσέβιου: Κύρου Πέρσου ἀνάβασις, ἣν ἱστορεῖ Ξενοφῶν ὁ Γρύλλου.178 Το δεύτερο μέρος υποδηλώνει ότι ο Κύρος οδήγησε τον ελληνικό στρατό από την Ελλάδα:179
Και ο Κύρος που ανέβηκε από την Ελλάδα εναντίον τού αδελφού του, τού Αρταξέρξη, σκοτώνεται, όπως εξιστορεί ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβαση, ο οποίος ηγήθηκε των Μυρίων στην κάθοδο.180
9ος αιώνας: Φώτιος Α’ και Ξενοφών
Ο Φώτιος (810-893) υπήρξε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 858 μέχρι το 867 και από το 877 μέχρι το 886. Έχει αναγνωριστεί στις ανατολικές ορθόδοξες εκκλησίες ως Άγιος Φώτιος ο Μέγας. Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με την εκκλησιαστική ιστορία και τον ρόλο τού Φωτίου στον εκχριστιανισμό των Σλάβων και στο πρώτο Σχίσμα των Εκκλησιών (863-867 μ.Χ.). Θα σημειώσουμε ότι από τα γραπτά έργα τού Φωτίου το πιο γνωστό είναι η Βιβλιοθήκη του ή Μυριόβιβλος, συλλογή αποσπασμάτων και συνόψεων από τόμους 280 κλασικών συγγραφέων,181 τα πρωτότυπα των οποίων έχουν πια χαθεί σε μεγάλο βαθμό. Στον Φώτιο οφείλουμε σχεδόν όλα όσα διασώζονται από τα έργα τού Κτησία, τού Μέμνονος Ηρακλείας, τού Κόνωνος, από τα χαμένα βιβλία τού Διόδωρου και από τα χαμένα γραπτά τού Αρριανού. Από την ανάγνωση τής Βιβλιοθήκης τού Φωτίου, φαίνεται ότι αυτός μνημονεύει τον Ξενοφώντα στη σύνοψη-κριτική τριών τουλάχιστον βιβλίων: στα Παρθικά τού Αρριανού, στα Περσικά τού Κτησία και στις Σοφιστικές παρασκευές τού Φρυνίχου:
Διάβασα τα Παρθικά τού Αρριανού, που αποτελούνται από δεκαεπτά βιβλία.182 … Αυτός ο Αρριανός ήταν φιλόσοφος, από τούς συνομιλητές τού Επικτήτου, ενώ έγινε γνωστός την εποχή τού Αδριανού, τού Αντωνίνου Πίου και τού Μάρκου Αντωνίνου. Τον αποκαλούσαν μάλιστα νέον Ξενοφώντα. Τον εμπιστεύτηκαν λόγω τής ξεχωριστής παιδείας του και των πολιτικών του αρχών και έφτασε στο αξίωμα τού υπάτου. Έγραψε επίσης και άλλα βιβλία, αφενός τις «Επικτήτου διατριβές» τού δασκάλου του, τα οκτώ βιβλία που γνωρίζουμε, καθώς και δώδεκα βιβλία με ομιλίες τού Επικτήτου. Είναι αδύνατος στην έκφραση και πραγματικά μιμητής τού Ξενοφώντος.183
Διάβασα τα Περσικά τού Κτησία από την Κνίδο, που αποτελούνται από εικοσιτρία βιβλία.184 Ωστόσο στα πρώτα έξι ασχολείται με τούς Ασσύριους και με όσα έγιναν πριν από τούς Πέρσες, ενώ τα Περσικά εξετάζει από το έβδομο βιβλίο και μετά. Στα βιβλία 7, 8, 10, 11, 12 και 13 εξετάζει την εποχή τού Κύρου Β’, τού Καμβύση Β’ και τού μάγου που τον διαδέχθηκε, καθώς και τού Δαρείου Α’ και τού Ξέρξη Α’, ιστορώντας, σχεδόν σε όλα, πράγματα αντίθετα από τον Ηρόδοτο, τον οποίο κατηγορεί επίσης ως ψεύτη σε πολλές περιπτώσεις, ενώ τον αποκαλεί και λογοποιό. Γιατί ο Κτησίας είναι μεταγενέστερος τού Ηροδότου. Και λέει ότι στα περισσότερα απ’ όσα εξιστορεί ο ίδιος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας, ενώ για εκείνα στα οποία δεν ήταν παρών, τα άκουσε από τούς ίδιους τούς Πέρσες. Με αυτόν τον τρόπο έγραψε την ιστορία του. Όχι μόνο εξιστορεί τα αντίθετα από τον Ηρόδοτο, αλλά σε μερικά διαφωνεί και με τον Ξενοφώντα, τον γιο τού Γρύλλου. Έγινε γνωστός την εποχή τού Κύρου, τού γιου τού Δαρείου και τής Παρυσάτιδος, που ήταν αδελφός τού Αρταξέρξη, στον οποίο πέρασε η Περσική αυτοκρατορία.185
Διάβασα το Σοφιστικαὶ Παρασκευαὶ τού Φρυνίχου τού Αραβίου, που αποτελείται από τριάντα ομιλίες.186 … Το βιβλίο είναι προφανώς χρήσιμο για εκείνους που θέλουν να μάθουν να γράφουν ή να μιλούν. Λέει ότι έχει διαιρέσει τις φράσεις που συνέλεξε ως εξής: σε εκείνες που πρέπει να χρησιμοποιούνται από ρήτορες, σε εκείνες που πρέπει να χρησιμοποιούνται από συγγραφείς, σε εκείνες που πρέπει να χρησιμοποιούνται σε συζητήσεις, καθώς και μερικές που υπάγονται σε σκωπτικό ύφος ή και σε ερωτικό τρόπο έκφρασης. Λέει ότι τα καλύτερα παραδείγματα καθαρού και αττικού λόγου είναι ο Πλάτων και ο Δημοσθένης μαζί με τον χορό άλλων εννέα ρητόρων, στους οποίους περιλαμβάνει τον Θουκυδίδη και τον Ξενοφώντα, τον σωκρατικό Αισχίνη τού Λυσανίου, τον Κριτία τού Καλλαίσχρου και τον Αντισθένη στις γνήσιες ομιλίες του Περὶ Κύρου και Περὶ Ὀδυσσείας. Περιλαμβάνει επίσης από τούς συγγραφείς τής κωμωδίας τον Αριστοφάνη και την ομάδα του που χρησιμοποιούν την αττική διάλεκτο, ενώ από τούς τραγικούς τον πολύ μεγαλόφωνο Αισχύλο, τον απαλό Σοφοκλή και τον πάνσοφο Ευριπίδη.187
Άλλο γνωστό έργο τού Φωτίου είναι η Λέξεων Συναγωγή, ένα λεξικό τής ελληνικής γλώσσας, έργο πολύτιμο, γιατί ο Φώτιος είχε υπόψη του λεξικά που κατόπιν χάθηκαν. Στο λεξικό του ο Φώτιος παραπέμπει στον Ξενοφώντα ως πηγή των λέξεων που ακολουθούν (με τον αριθμό σελίδας στην έκδοση που αναφέρθηκε): Ἀγώγιον 6, Ἀγωνιαῖ 7, Εὐθύωρον 33, Ζειραί 52, Ἤλεγχον 66, Θίασος 92, Καρδιώττειν 131, Καρπαία 133, Λεωργόν 218, Μελίνη 255, Μηχανικόν 269, Νεᾶν 290, Ξυήλην 310, Οὐροδόκην 361, Πέμπτα 408, Ποδοστράβη 436, Ῥαδιουργός 480, Σικυῶν 511, Ὑπερδέξιον 622, Ὑποκοριζόμενοι 628, Ὑποτεμνόμενος 631, Φλιοῦντα 651, κλπ.188 Ούτε ο Ξενοφών ούτε ο Θουκυδίδης αξιώθηκαν κάποιου σχολιασμού ή περίληψης των έργων τους στη Βιβλιοθήκη τού Φωτίου, από την οποία απουσιάζουν οι κλασικοί ελληνικοί πόλεμοι, αν και ο Φώτιος φαίνεται ότι σχεδίαζε να συμπεριλάβει ιστορικές περιλήψεις τους, ώστε να δημιουργήσει συνολική εικόνα τού παρελθόντος. Αυτές οι παραλείψεις θα μπορούσαν να οφείλονται στο ότι τα συγκεκριμένα έργα ήσαν σχολικά κείμενα, διαβασμένα από τον Φώτιο και τον αδελφό του Ταράσιο στα νιάτα τους. Επιπλέον, η απουσία τής Κύρου Παιδείας και τής Κύρου Ανάβασης ίσως εξηγείται από επιθυμία αποφυγής αλληλεπικαλυπτομένων αφηγήσεων, καθώς ο Κτησίας ήταν ο συγγραφέας που είχε επιλεγεί από τον Φώτιο για την παροχή πληροφοριών σχετικών με την ιστορία των Περσών. Ο Κτησίας ήταν άμεσος ανταγωνιστής τού Ξενοφώντος στην αφήγηση των κατορθωμάτων τού Κύρου τού Πρεσβύτερου, ενώ ήταν κυριολεκτικά αντίπαλός του, όταν οι στρατοί τού Κύρου τού Νεότερου και τού Αρταξέρξη συγκρούστηκαν στα Κούναξα το 401 π.Χ., καθώς ο Κτησίας ήταν με την πλευρά τού Αρταξέρξη, τα τραύματα τού οποίου φρόντισε. Όπως είδαμε πιο πάνω, ο Φώτιος αναφέρει ότι ο Κτησίας διαφωνεί σε ορισμένα σημεία με τον Ξενοφώντα, αλλά δεν παραθέτει αυτά τα σημεία διαφωνίας μεταξύ των δύο ιστορικών.189 Ο Φώτιος, στην επιστολή αφιέρωσης προς τον αδελφό του Ταράσιο, κάνει ειδική αναφορά στα έργα ιστορίας τής Βιβλιοθήκης, σαν να αποτελούσαν αυτά ειδική ομάδα αναγνωσμάτων:190
Δεν θα είναι δύσκολο, αν το επιθυμεί κανείς, να συγκεντρωθούν από τη μία πλευρά εκείνα (τα αντίγραφα) ιστορικής φύσης και από την άλλη όσα ανήκουν σε αυτό ή σε οποιοδήποτε άλλο θέμα.191
Η Βιβλιοθήκη τού Φωτίου περιλαμβάνει μερικές ενδιαφέρουσες, αν και αμφίβολης ιστορικότητας, σημειώσεις για τον Ξενοφώντα. Η πρώτη προέρχεται από τον Ιμέριο στην αντίστοιχη εκτεταμένη εγγραφή:192
Γιατί και ο Ξενοφών πήρε μέρος σε εκστρατείες. Μετά τον Σωκράτη και ο Ξενοφών έφερε δόρυ.193
Ένα άλλο κομμάτι βιογραφικών πληροφοριών βρίσκεται στο τμήμα τής Βιβλιοθήκης για τον Ισοκράτη:194
Και έγιναν μαθητές του ο Ξενοφών, γιος τού Γρύλλου, ο Θεόποµπος από τη Χίο και ο Έφορος από την Κύμη, τούς οποίους ενθάρρυνε [ο Ισοκράτης] να ασχοληθούν με το γράψιμο Ιστορίας και τούς ανέθετε θέματα που ανταποκρίνονταν στις δεξιότητες και τις προτιμήσεις τους.195
Η συμπερίληψη τού Ξενοφώντος στους μαθητές τού Ισοκράτη θα μπορούσε να προέρχεται από το εδάφιο τής Βιβλιοθήκης για τον Θεόπομπο, όπου η σχολή τού Ισοκράτη επανεμφανίζεται, με διατύπωση που θα μπορούσε να σημαίνει τη συμπερίληψη τού Ξενοφώντος ως συγγραφέα των Ελληνικών:196
Αυτά λοιπόν για τον Θεόπομπο. Λέγουν μάλιστα ότι αυτός και ο Έφορος υπήρξαν μαθητές τού Ισοκράτη. Αυτό είναι φανερό από τις ομιλίες του. Γιατί σε μεγάλο μέρος τού έργου τού Θεόπομπου υπάρχει μίμηση τού ύφους τού Ισοκράτη, αν και υστερεί στην ακρίβεια τής εργασίας. Μάλιστα στις ιστορικές υποθέσεις προβάλλει ο δάσκαλος τού Θεόπομπου, που ήταν ο Έφορος για τα παλαιά χρόνια και ο συγγραφέας των Ελληνικών για τα μετά τον Θουκυδίδη, που προσαρμόστηκαν ανάλογα με τη φύση και το έργο καθενός.197
Η Βιβλιοθήκη τού Φωτίου προκάλεσε ενδιαφέρον για πολλά έργα που είχαν από καιρό πάψει να διαβάζονται και των οποίων θα ανακαλύπτονταν τώρα νέες αρετές. Ένα τέτοιο έργο, τα Περσικά τού Κτησία, που δεν επέζησε τής καταστροφής τού 1204 και επομένως δεν διαβάστηκε από λόγιους τής Παλαιολόγειας περιόδου, διασώθηκε μέσα από την εκτεταμένη σύνοψη τού Φωτίου, που περιλαμβάνεται εδώ, στο τελευταίο μέρος τού βιβλίου. Ο Φώτιος, αριστοκρατικός και με καλές διασυνδέσεις αξιωματούχος ακόμη και πριν τοποθετηθεί στον πατριαρχικό θρόνο, είχε ακροατήριο με επιρροή, το οποίο αποτελούσαν άλλοι αυτοκρατορικοί και εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι, πολλαπλασιαζόμενοι από τούς μαθητές και τούς οπαδούς του, μεταξύ των οποίων υπήρχαν μέλη τής αυτοκρατορικής οικογένειας καθώς και ο ίδιος ο αυτοκράτορας, όπως θα δούμε αμέσως μετά.
9ος-10ος αιώνας: O Ξενοφών στην αυλή τού Λέοντος ΣΤ’ Σοφού
Σύμφωνα με τον Βίο Βασιλείου,198 στον Βασίλειο Α’ (βασ. 867-886), τον ιδρυτή τής Μακεδονικής δυναστείας, λέγεται ότι199
άρεσε να ακούει ιστορικές αφηγήσεις, πολιτικές συμβουλές, ηθικές διδασκαλίες και πατερικές και πνευματικές νουθεσίες και συμβουλές, … ενώ εξέταζε τις ζωές και τις συνήθειες στρατηγών και αυτοκρατόρων, τον τρόπο με τον οποίο αυτοί διεκπεραίωναν τις υποθέσεις τους και οδηγούσαν τις μάχες τους…200
Ίσως σε αυτό το απόσπασμα ο Κωνσταντίνος Ζ’ Πορφυρογέννητος (βασ. 913-959) αντικατόπτριζε στο πρόσωπο τού παππού του το δικό του ενδιαφέρον για την ιστορία. Η επιρροή τού Φωτίου στην αυλή τής Μακεδονικής δυναστείας αναβίωσε τη μελέτη τού παρελθόντος. Ο Φώτιος ήταν δάσκαλος των παιδιών τού αυτοκράτορα Βασίλειου Α’,201 των μελλοντικών αυτοκρατόρων Λέοντος ΣΤ’ (βασ. 886-912) και Αλέξανδρου (βασ. 912-913). Είδαμε ότι ο Λέων ΣΤ’ μελετούσε στρατιωτικά έργα και ιστορία ως ένα από τα καθήκοντά του. Γνωρίζουμε ότι ο αυτοκράτορας είχε στην κατοχή του χειρόγραφο τής Κύρου Ανάβασης, τού οποίου διασώζεται αντίγραφο από το 1320, που περιλαμβάνει επίσης την Κύρου Παιδεία τού Ξενοφώντος. Στο χειρόγραφο αυτό, ανάμεσα στο τέλος τής Κύρου Παιδείας και την αρχή τής Κύρου Ανάβασης, ο αντιγραφέας έχει συμπεριλάβει ένα ποίημα σε ιαμβικό μέτρο που απευθύνεται στον Λέοντα ΣΤ’, πράγμα που δείχνει ότι ένα χειρόγραφο τής Κύρου Ανάβασης, το πρωτότυπο εκείνου που αντιγράφηκε το 1320, είχε παρουσιαστεί ή δοθεί στον αυτοκράτορα. Το ποίημα-αφιέρωση ξεκινά ως εξής:202
Τίποτε τόσο ευχάριστο, όσο ένα αρχαίο κείμενο
που ξεχειλίζει από αττική ευγλωττία,
όταν μάλιστα δείχνει καθαρά την αλήθεια,
απεικονίζοντας την κατάσταση των πραγμάτων.
Τότε διδάσκει τη ζωή στους σοφούς κάνοντάς τους
ακόμη σοφότερους, για να ξέρουν τι να πράξουν.
Δίνει θάρρος και διάθεση για δράση,
παρακινεί στις πιο αληθινές ιδέες
και κάνει τούς νέους πιο ώριμους σε εμπειρίες
μέσα από την αρχαία γνώση των πραγμάτων.
Μίλα Ξενοφών, στήριξε αυτό που λέω!
Σκοπός εδώ στα λόγια μου είναι ο άρχοντάς μας,
ο Λέων, το λαμπρό στολίδι τής αυτοκρατορίας,
που μελετώντας αρχαία γραπτά,
έχει τρυγήσει από εκεί τη γνώση τού κόσμου
και είναι το μάτι ολόκληρης τής οικουμένης.
Ποιός, βλέποντας εδώ τον Κύρο τον Νεότερο,
καθώς σηκώνει την ασπίδα του με ενθουσιασμό
κρατώντας όπλα ενάντια στον Κύρο τον Πρώτο,
δεν θα νιώσει αμέσως τη συμφορά τής φιλαρχίας;
Γιατί αυτός, ξεφυσώντας από θυμό και κακία,
ορμώντας, αλλά χωρίς αίσθηση κατεύθυνσης,
έπεσε θύμα των δικών του απείθαρχων ορμών.
Νομίζω ότι ο Κλέαρχος, διάσημος Σπαρτιάτης,
κατέστρεψε ολόκληρο το εγχείρημα από δειλία,
περιφρονώντας τη σοφή στρατηγική τού Κύρου.203
Σύμφωνα με ερμηνεία που έχει δοθεί, η χρονολόγηση τού ποιήματος και κατ’ επέκταση τού αρχικού χειρογράφου τής Κύρου Ανάβασης είναι στο έτος 904. Το κύριο επιχείρημα είναι η ταύτιση τού Κύρου τού Πρεσβύτερου με τον Λέοντα ΣΤ’ και τού Κύρου τού Νεότερου με τον Αλέξανδρο, τον αδελφό του (στίχοι 17-20), ο οποίος φαίνεται ότι προσπάθησε να δολοφονήσει τον Λέοντα το 903. Δεδομένου ότι τον επόμενο χρόνο η Θεσσαλονίκη έπεσε για λίγο στα χέρια των Αράβων λόγω τής δειλίας τού στρατηγού Ιμέριου, κατηγορία την οποία υιοθετεί το ποίημα αποδίδοντας ἀτολμία στον Κλέαρχο (στίχοι 24-26), τον Σπαρτιάτη στρατηγό που πολέμησε στο πλευρό τού Κύρου στα Κούναξα, το ποίημα πρέπει να χρονολογείται στο έτος 904. Ο ποιητής, ο οποίος γνωρίζει την Κύρου Ανάβαση, όπως τη γνωρίζει και ο παραλήπτης τού χειρογράφου, έχει παίξει με τούς χαρακτήρες για να καταγγείλει στον αυτοκράτορα την απειλή που αντιπροσώπευε γι’ αυτόν η λαχτάρα τού αδελφού του Αλέξανδρου για εξουσία και η δειλία τού Ιμέριου. Το πρόβλημα σε αυτήν την ερμηνεία είναι ότι το ποίημα απευθύνεται σε έναν νεαρό Λέοντα (στίχος 9), ο οποίος όμως το 904 ήταν 38 ετών. Ωστόσο το τελευταίο μέρος τής αφιέρωσης, που τού εύχεται πολλά χρόνια ειρηνικής εξουσίας, δείχνει επίσης ότι βρισκόμαστε στην αρχή τής βασιλείας του (έτος 886). Η Κύρου Ανάβαση φαινόταν κατάλληλο δώρο για έναν νέο αυτοκράτορα, που είχε καταλάβει την εκπαιδευτική αξία τής ιστορίας και την είχε μελετήσει σε βάθος, όπως δείχνει η αρχή τού ποιήματος. Φαίνεται λοιπόν ότι η χρονολόγηση τού ποιήματος είναι στο έτος 886. Στο έργο, που αφιερώνεται στον Λέοντα ΣΤ’, ο Κύρος ο Νεότερος παίρνει τα όπλα εναντίον τού νόμιμου αυτοκράτορα Αρταξέρξη, ο οποίος έχει μόλις κληρονομήσει ολόκληρη την Περσική Αυτοκρατορία. Το 886, μετά τον θάνατο τού Βασιλείου Α’, οι συναυτοκράτορες Λέων ΣΤ’ και Αλέξανδρος είχαν αναλάβει τα ηνία τού Βυζαντίου. Η φιλαρχία την οποία καταγγέλλει το ποίημα πρέπει να αναφέρεται στη μόνιμη ένταση μεταξύ των συναυτοκρατόρων. Όμως αυτό δεν εξηγεί γιατί ο συγγραφέας τού ποιήματος αλλάζει τον Αρταξέρξη με τον Κύρο τον Μεγάλο. Ούτε οι στίχοι 24-26 εξηγούνται από την ταύτιση τού Κλεάρχου με τον Ιμέριο. Αξίζει να σημειωθεί ότι, αποδίδοντας την ήττα στα Κούναξα στην ανυπακοή και τη δειλία τού Κλεάρχου, ο ποιητής δεν ακολουθεί τον Ξενοφώντα (Ανάβ. 1.8.13-14), που αποδίδει την ήττα σε λανθασμένο υπολογισμό τού Κύρου, ο οποίος διέταξε τούς Έλληνες οπλίτες τού Κλεάρχου να καταλάβουν τη δεξιά πτέρυγα, δίπλα στον Ευφράτη, ενώ ο ίδιος κατέλαβε το κέντρο. Όμως τα καλύτερα στρατεύματα τού Αρταξέρξη, που βρίσκονταν στο κέντρο τής διάταξης, όντας πιο πολυάριθμα, τύλιγαν την αριστερή πτέρυγα τού Κύρου. Μόλις το κατάλαβε, ο Κύρος έδωσε εντολή στον Κλέαρχο να καταλάβει το κέντρο, δηλαδή να τοποθετηθεί μπροστά από τον Αρταξέρξη, αλλά αυτό θα απαιτούσε διαγώνια προέλαση και τοποθέτηση ανάμεσα στον υπόλοιπο στρατό και τις βασιλικές μονάδες, κάτι που ο Κλέαρχος δεν ήθελε να κάνει. Ο Πλούταρχος, στη δική του περιγραφή τής μάχης (Ἀρταξέρξης 8.1), παρέχει μερικές λεπτομέρειες που δεν υπάρχουν στον Ξενοφώντα, όπως το όνομα τού τόπου (Κούναξα) και τη θέση του σε σχέση με τη Βαβυλώνα. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, ο Κλέαρχος προσπάθησε να πείσει τον Κύρο πριν από τη μάχη να τον αφήσει στην οπισθοφυλακή και τελικά κατέλαβε τη δεξιά πλευρά, για να απολαμβάνει τής προστασίας τού ποταμού (8.2-3). Κατά τον Πλούταρχο, ήταν η δειλία τού Κλεάρχου και όχι η βιασύνη τού Κύρου εκείνη που προκάλεσε την πτώση τού τελευταίου:204
Γιατί αν οι Έλληνες είχαν επιτεθεί σε εκείνους που είχαν τοποθετηθεί γύρω από τον βασιλιά, κανένας από αυτούς δεν θα μπορούσε να κρατήσει τη θέση του. Και αν εκείνοι κατατροπώνονταν, τότε και ο βασιλιάς είτε θα σκοτωνόταν είτε θα τρεπόταν σε φυγή. Ο Κύρος θα είχε κερδίσει με τη νίκη του, όχι μόνο τη σωτηρία, αλλά και την αυτοκρατορία. Αυτό είναι σαφές από την πορεία των γεγονότων. Επομένως η επιφυλακτικότητα τού Κλεάρχου και όχι η παράλογη τόλμη τού Κύρου πρέπει να θεωρηθεί υπεύθυνη για την καταστροφή τού Κύρου και τής υπόθεσής του.205
10ος αιώνας: Κωνσταντίνος Ζ’ Πορφυρογέννητος, Κύρου Ανάβαση και Ξενοφών
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ’ Πορφυρογέννητος (905-959), γιος τού αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ’ Σοφού και πατέρας τού αυτοκράτορα Ρωμανού Α’, ήταν διάσημος για τις ικανότητές του ως συγγραφέας και λόγιος. Στα έργα του συμπεριλαμβάνονται τα «Περὶ τῆς διοικήσεως τῆς αὐτοκρατορίας» (De administrando imperio), «Ἔκθεσις περί βασιλείου τάξεως» (De ceremoniis), και «Περὶ τῶν θεμάτων τῶν ἀνηκόντων τῇ βασιλείᾳ τῶν Ῥωμαίων» (De thematibus). Στο «Περὶ θεμάτων» ο Κωνσταντίνος ορίζει και περιγράφει τα θέματα (τούς νομούς) τής αυτοκρατορίας κατά την εποχή του. Για το θέμα Χαλδίας γράφει:206
Όγδοο θέμα είναι το ονομαζόμενο Χαλδίας. Το θέμα που ονομάζεται Χαλδία και η πρωτεύουσά του Τραπεζούς είναι αποικίες Ελλήνων, όπως γράφει και ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβαση. Οι πάνω από την ακτή και μεσογειακές περιοχές είναι οι αρχές τής μικρής Αρμενίας.207
Με αφορμή τον Πορφυρογέννητο ας σημειώσουμε το εξής: Στη σύγχρονη εποχή τα έργα τής ανατολικής ρωμαϊκής («βυζαντινής») πατρολογίας και ιστοριογραφίας, γραμμένα στα ελληνικά, πρωτοεκδόθηκαν σε δύο μεγάλες συλλογές: στην ονομαζόμενη Ελληνική Πατρολογία (Patrologia Graeca, 161 τόμοι), που τυπώθηκε στο Παρίσι την περίοδο 1857-66 με επιμέλεια τού αββά J. P. Migne και στο Σώμα Συγγραφέων Βυζαντινής Ιστορίας (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, 50 τόμοι) που τυπώθηκε στην Κολωνία την περίοδο 1828-55 με επιμέλεια τού E. Bekker και άλλων. Οι εκδόσεις αυτές περιλαμβάνουν το ελληνικό πρωτότυπο κείμενο και τη λατινική του μετάφραση. Διεθνώς οι παραπομπές σε καθένα από αυτά τα έργα γίνονται με τον λατινικό τίτλο τής αντίστοιχης έκδοσης, πράγμα που οδηγεί ενδεχομένως στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για έργα γραμμένα στα λατινικά. Κάθε άλλο! Το σύνολο σχεδόν τής ανατολικής ρωμαϊκής («βυζαντινής») πατρολογίας και ιστοριογραφίας είναι γραμμένο στα ελληνικά, περιλαμβανομένων των ιστορικών έργων, από το πρώτο, αυτό τού Ευσεβίου Παμφίλου Καισαρείας για τη ζωή τού Μεγάλου Κωνσταντίνου («Εἰς τὸν βίον Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως»), μέχρι το τελευταίο, την Ξυγγραφὴ Ἱστοριῶν τού Κριτόβουλου για την άλωση τής Κωνσταντινούπολης και τον Μωάμεθ Β’ Πορθητή. Αυτό μάς λέει για τη γλώσσα και ο ίδιος ο Πορφυρογέννητος ήδη από τον 10ο μ.Χ. αιώνα:208
Γιατί η γλώσσα των Ελλήνων χωρίζεται σε πέντε διαλέκτους: πρώτον την αττική διάλεκτο, δεύτερον την ιωνική, τρίτον την αιολική, τέταρτον τη δωρική και πέμπτον την κοινή, την οποία χρησιμοποιούμε όλοι.209
Όμως την πρώτη θέση ανάμεσα στις εγκυκλοπαιδικές συνθέσεις τού Πορφυρογέννητου κατέχει η περίφημη ιστορική εγκυκλοπαίδεια απανθισμάτων από τούς αρχαίους ιστορικούς, γνωστή κυρίως με την ονομασία Επιλογαί (Excerpta). Ένιωθε ότι οι ιστορικές μελέτες είχαν παραμεληθεί σοβαρά, κυρίως λόγω τού πλήθους των ιστοριών. Αποφάσισε λοιπόν ότι έπρεπε να γίνει επιλογή πενηντατριών τίτλων απ’ όλους τούς σημαντικούς ιστορικούς που διασώζονταν στην Κωνσταντινούπολη, ελπίζοντας ότι έτσι θα συγκέντρωνε σε πιο διαχειρίσιμο σώμα τα πιο πολύτιμα τμήματα κάθε συγγραφέα. Αυτά συνέβαιναν στην Κωνσταντινούπολη τον 10ο μ.Χ. αιώνα, την εποχή τού λατινικού Μεσαίωνα που έχει θεωρηθεί γενικά «Μεσαίωνας», περιλαμβάνοντας και τη Βασίλεια Ρωμαίων, την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Από τούς πενηντατρείς τίτλους στους οποίους χωρίστηκαν τα αποσπάσματα, διασώζονται μόνον έξι: Περὶ ἀρετῆς καὶ κακίας, Περὶ γνωμῶν, Περὶ ἐπιβουλῶν κατὰ βασιλέων γεγονυιῶν, Περί στρατηγημάτων, Περί πρεσβειῶν τῶν ἐθνῶν πρὸς τοὺς Ῥωμαίους και Περί πρεσβειῶν τῶν Ῥωμαίων πρὸς ἔθνη. Παρατίθενται ενδεικτικά αποσπάσματα για τον Ξενοφώντα από τα έργα αυτά.
Από το Περὶ γνωμῶν (De Sententiis):210
…Αν λοιπόν λέγεται για τον Κύρο Β’, τον γιο τού Καμβύση, ότι πρώτα υποκλίθηκαν στον Κύρο οι άνθρωποι και από τότε διατήρησαν αυτή την υποταγή στους Πέρσες και στους Μήδους, χρειάζεται να θυμόμαστε ότι εκείνον τον Κύρο τον έβαλαν στη θέση του οι Σκύθες, άνθρωποι φτωχοί και ανεξάρτητοι, τον Δαρείο Α’ επίσης άλλοι Σκύθες, τον Ξέρξη Α’ οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες, τον Αρταξέρξη Β’ ο Κλέαρχος, ο Ξενοφών και οι δέκα χιλιάδες που ήσαν μαζί τους και τέλος τον Δαρείο Γ’ ο Αλέξανδρος, που δεν υποκλίθηκε μπροστά του.211
Από το Περὶ ἀρετῆς καὶ κακίας (De Virtutibus et de Vitiis):212
Στον κατάλογο των ιστορικών πηγών που χρησιμοποιούνται στο βιβλίο αποσπασμάτων Περὶ ἀρετῆς καὶ κακίας, ο Ξενοφών (αριθ. θʹ: Ξενοφῶντος Κύρου παιδείας καὶ ἀναβάσεως Κύρου τοῦ Παρυσάτιδος) εκπροσωπεί την κλασική ελληνική ιστορία μαζί με τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη. Δεν βρίσκουμε όμως κανένα ίχνος από τα Ελληνικά τού Ξενοφώντος σε αυτά τα βιβλία, ούτε στα άλλα των Επιλογών (Excerpta), παρά μόνο τής Κύρου Παιδείας και τής Κύρου Ανάβασης. Τα αποσπάσματα από την Κύρου Παιδεία ξεκινούν ως εξής:
Από την ιστορία τού Ξενοφώντος: Κύρου Παιδεία. Βιβλίο θʹ περί αρετής και κακίας. Θεωρούμε ότι είναι άξιος θαυμασμού αυτός ο άνδρας [Κύρος], ο οποίος, έχοντας αυτή την καταγωγή, αυτή τη φύση και αυτή την παιδεία, ασχολήθηκε τόσο πολύ με τη διοίκηση ανθρώπων. Όσα λοιπόν μάθαμε και νομίζουμε ότι γνωρίζουμε γι’ αυτόν, θα προσπαθήσουμε να τα διηγηθούμε.213
Τα αποσπάσματα από την Κύρου Ανάβαση που ακολουθούν εκείνα τής Κύρου Παιδείας έχουν υποστεί ατύχημα που οδήγησε στην απώλεια τού τελευταίου μέρους, μαζί με τα αποσπάσματα από την Αλεξάνδρου Ανάβαση τού Αρριανού και την αρχή των αποσπασμάτων από τον Διονύσιο Αλικαρνασσέα. Τα αποσπάσματα από την Κύρου Ανάβαση δεν επιχειρούν να πουν την ιστορία των Μυρίων. Περιλαμβάνονται στατικά γεγονότα, όπως το πορτρέτο τού Κύρου τού Νεότερου από το τέλος τού Πρώτου Βιβλίου (Ἐκ τῆς ἀναβάσεως Κύρου Παρυσάτιδος 17, Ανάβ. 1.9.1-31) και οι χαρακτηρισμοί τού Κλεάρχου (ηγέτη των Ελλήνων), τού Πρόξενου (τού φίλου τού Ξενοφώντος) και τού Μένονα (τού προδότη) από το τέλος τού Δευτέρου Βιβλίου (18, Ανάβ. 2.6.1-30). Περιλαμβάνεται επίσης η εξήγηση τής συμμετοχής τού Ξενοφώντος στην εκστρατεία (19, Ανάβ. 3.1.4-9), η οποία περιέχει δράση αλλά αποτελεί επίσης ηθικό επιχείρημα. Το τελευταίο απόσπασμα (20, Ανάβ. 5.3.5-11) είναι μια παρεκβολή που απεικονίζει την ευσέβεια τού Ξενοφώντος και εξηγεί μια σημαντική στιγμή στη βιογραφία του, καθώς αυτό το απόσπασμα αναφέρει ότι ο Ξενοφών έδωσε μέρος των λαφύρων του από την Κερασούντα στον ναό τού Απόλλωνα στους Δελφούς, στο όνομά του και σε αυτόν τού φίλου του Πρόξενου, που είχε σκοτωθεί, καθώς και άλλο μέρος σε έναν ιερέα τής Άρτεμης. Αργότερα, κατά την εξορία του στη Σκιλλούντα κοντά στην Ολυμπία, ο Ξενοφών χρησιμοποίησε τα χρήματα για να αγοράσει ένα κομμάτι γης που είχε εξαιρετικό κυνήγι, για να χτίσει βωμό και ναό στην Άρτεμη, όπου έκανε ετήσιες προσφορές. Οι πιο πάνω Επιλογές (Excerpta) από την Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος στο Περὶ ἀρετῆς καὶ κακίας (De Virtutibus et de Vitiis) τού Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου δεν αναπαράγονται εδώ, επειδή ταυτίζονται με ενότητες του έργου του Ξενοφώντος που παρατίθενται αυτούσιες (κείμενο και μετάφραση) στο δεύτερο μέρος του παρόντος βιβλίου.
Από το Περὶ Δημηγοριῶν:
Ένα διάσημο χειρόγραφο214 αντιγράφηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το 950-960 και έχει συνδεθεί με την αυτοκρατορική βιβλιοθήκη και με μέλη τής αυλής τού Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου, συγκεκριμένα με τον παρακοιμώμενο Βασίλειο Λεκαπηνό. Περιέχει θραύσματα αρχαίας ιστοριογραφίας που ενσωματώνονται σε σώμα στρατιωτικών έργων την εποχή τής Μακεδονικής δυναστείας. Έχει επισημανθεί ότι το χειρόγραφο συνδέεται στενά με το κείμενο τού (χαμένου) τόμου των Επιλογών (Excerpta) με τίτλο Περὶ δημηγοριῶν.215 Οι οκτώ ομιλίες που προέρχονται από τον Ξενοφώντα υπάρχουν στο χειρόγραφο με την πρωτότυπη σειρά τους, αναπαράγουν ολόκληρο το κείμενο (με μικρές παραλείψεις) και εισάγονται με ξεχωριστούς τίτλους:
1. Δηµηγορία Κύρου πρὸς τοὺς αὐτοὺς στρατιώτας (Κύρου Παιδεία 1.5.7–14).
2. Δηµηγορία τοῦ Ἀσσυρίων βασιλέως πρὸς τοὺς αὐτοῦ στρατιώτας (Κύρου Παιδεία 3.3.44–45).
3. Δηµηγορία Κύρου πρὸς τοὺς συµµάχους Ἕλληνας (Ανάβ. 1.7.3–4).
4. Δηµηγορία Ξενοφῶντος πρὸς τοὺς Κύρου συµµάχους Ἕλληνας µετὰ τὴν ἐκείνου ἐν τῷ πρὸς βασιλέα Ἀρταξέρξην τὸν αὐτοῦ ἀδελφὸν ἀναίρεσιν ἀπιέναι βουλόµενον εἰς τὰ οἰκεῖα (Ανάβ. 3.1.15–18, 21–25).
5. Δηµηγορία Ξενοφῶντος πρὸς Ἑλληνικὸν στράτευµα (Ανάβ. 3.1.35–44).
6. Δηµηγορία Χειρισόφου πρὸς τοὺς αὐτοὺς Ἕλληνας (Ανάβ. 3.2.2–3).
7. Δηµηγορία Ξενοφῶντος πρὸς τοὺς αὐτοὺς Ἕλληνας (Ανάβ. 3.2.10, 21, 26–32).
8. Δηµηγορία τοῦ αὐτοῦ πρὸς τοὺς αὐτούς (Ανάβ. 3.2.39).
Η Συλλογὴ Τακτικῶν:
Η Συλλογὴ Τακτικῶν, που αποδίδεται λανθασμένα στον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’, ενώ στην πραγματικότητα συνδέεται με τη δραστηριότητα τού Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου γύρω στο 950, χρησιμοποιεί αρχαίες πηγές και τα Τακτικά τού Λέοντος ΣΤ’, αν και ανανεώνει τις πληροφορίες τους για στρατιωτικό εξοπλισμό και τακτική ιππικού. Το έργο περιλαμβάνει αναφορά στον Ξενοφώντα σχετικά με τον περσικό παρασάγγη:216
Ο παρασάγγης είναι περσική μονάδα µέτρησης. Δεν συμφωνούν όλοι στην αντιστοιχία του ως μέτρο. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι ισοδυναμεί με σαράντα στάδια, ο Ξενοφών με τριάντα στάδια, άλλοι με εξήντα στάδια και άλλοι με ακόμη περισσότερα, όπως λέει ο Στράβων, επικαλούμενος τη μαρτυρία τού πολυμαθούς Ποσειδώνιου.217
Ένα από τα κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν για τη σύνθεση τής Συλλογῆς Τακτικῶν είναι υπεύθυνο για την έμμεση διάδοση τού έργου τού Ξενοφώντος. Πρόκειται για μια συλλογή των Στρατηγημάτων τού Πολύαινου τού 2ου μ.Χ. αιώνα, στην οποία ήδη αναφερθήκαμε (βλέπε πιο πάνω σε αυτό το κεφάλαιο), γνωστή ως Υποθέσεις.
10ος αιώνας: Θεοδόσιος Διάκονος, Άλωση Κρήτης και Ξενοφών
Ο Θεοδόσιος Διάκονος γεννήθηκε πριν από το 937 μ.Χ., χωρίς να είναι γνωστός ούτε ο τόπος γέννησής του ούτε ο τόπος και η ημερομηνία θανάτου του. Πέθανε πιθανώς προς τα τέλη τού 10ου αιώνα. Οι μόνες πληροφορίες που υπάρχουν για τον Θεοδόσιο Διάκονο είναι εκείνες που προκύπτουν από το μόνο διασωζόμενο έργο του, το πανηγυρικό ποίημά του για την ανάκτηση τής Κρήτης από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Β’ Φωκά το 961 μ.Χ. Στο ποίημα αυτό ο Θεοδόσιος μνημονεύει και τον Ξενοφώντα:218
Δημοσθένη, ο Φίλιππος δεν «έχει ισχύ»,
Πλούταρχε, ο Καίσαρ «δεν έχει ελευθερία λόγου»,
Δίωνα, ο Σύλλας είναι «μάταια» δημοκράτωρ.
Άφησε, Ξενοφώντα, τούς ανίκητους να γράφουν,
Θαύμαζε τον Ρωμανό και μόνο γράφε…219
10ος αιώνας: Ιωάννης Γεωμέτρης και Ξενοφών
Ο Ιωάννης Γεωμέτρης (περ. 935–1000), από τούς κορυφαίους ποιητές και ρήτορες τής εποχής του, τού οποίου ο πατέρας ήταν «πιστός υπηρέτης» (ὀτρηρὸς θεράπων)220 τού αυτοκράτορα, υπηρέτησε και ο ίδιος στον αυτοκρατορικό στρατό ως αξιωματικός (πρωτοσπαθάριος). Ο Γεωμέτρης μπορεί να θεωρηθεί ως πρόδρομος τής προ-αναγέννησης τού 11ου αιώνα.221 Σε μια από τις ωδές του γράφει: 222
127. Στον Ξενοφώντα:
Η γλώσσα τού Ξενοφώντος
είναι πρώτα γλώσσα ρητόρων,
ενώ η ψυχή και ο νους του
είναι πρώτα ψυχή και νους φιλοσόφων.223
11ος αιώνας: Μιχαήλ Ψελλός, παρήχηση και Ξενοφών
Ο Μιχαήλ Ψελλός (1018-1078) ήταν λόγιος, ιστορικός, φιλόσοφος, πολιτικός και διπλωμάτης με μεγάλο διδακτικό και συγγραφικό έργο σε όλους τούς κλάδους των γραμμάτων και των επιστημών. Είχε σημαντική προσφορά στον χώρο τής παιδείας, στην οργάνωση και ανάπτυξη τής οποίας κατά τον 11ο αιώνα η συμβολή του υπήρξε καίρια. Γνωστότερο έργο του είναι η Χρονογραφία, η εξιστόρηση των γεγονότων τής περιόδου 976-1078. Στα Ποιητικά του προς τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ’ Μονομάχο ο Ψελλός εξηγεί την παρήχηση με παράδειγμα από τον Ξενοφώντα:224
Παρήχηση είναι η ομορφιά παρόμοιων ονομάτων
που ηχούν όμοια, άρχοντα, έχοντας άλλο νόημα,
όπως είπε και ο Ξενοφών το “πείθει τον Πειθία”.225
Ο Ψελλός αναφέρεται στο παρακάτω απόσπασμα από τα Ελληνικά τού Ξενοφώντος:226
Ο Επαμεινώνδας, από την άλλη πλευρά, που επιθυμούσε να οδηγήσει τούς Αχαιούς στο πλευρό των Θηβαίων, ώστε οι Αρκάδες και οι άλλοι σύμμαχοι να τούς προσέξουν περισσότερο, αποφάσισε ότι έπρεπε να εκστρατεύσει εναντίον τής Αχαΐας. Έπεισε λοιπόν τον Πεισία, που ήταν στρατηγός στο Άργος, να καταλάβει το Όνειον.227
Ο Ψελλός δίνει άλλο ένα παράδειγμα με τη λέξη «Ξενοφῶν»:228
Δεσπότη, τής γραμματικής το πέμπτο μέρος είναι
η ακρίβεια των υπολογισμών τής αναλογίας,
δηλαδή τής παράθεσης τού όμοιου προς όμοιο.
Τα «∆ημοφών» και «Ξενοφών» δεσπότη ίσα είναι,
όμοιου μια παράθεση κατά αναλογία.229
11ος αιώνας: Σούδα (ή Σούιδας), Ξενοφών και Κύρου Ανάβαση
Η Σούδα είναι ογκωδέστατη ελληνική εγκυκλοπαίδεια τού αρχαίου κόσμου τής Μεσογείου, που έχει, λανθασμένα ίσως, αποδοθεί σε συγγραφέα που ονομαζόταν Σούιδας. Περιλαμβάνει 30.000 λήμματα, τα οποία προέρχονται από πηγές που έχουν πια χαθεί. Ίσως το όνομά της προερχόταν από τη μεσαιωνική ελληνική λέξη «σούδα», που σήμαινε φρούριο ή οχυρό, ενώ το όνομα Σούιδας ίσως προέρχεται από λάθος τού Ευστάθιου Θεσσαλονίκης, που εξέλαβε το όνομά της ως όνομα τού συγγραφέα της. Στη Σούδα υπάρχει το εξής λήμμα για τον Ξενοφώντα:230
Ξενοφών, γιος τού Γρύλλου, Αθηναίος, σωκρατικός φιλόσοφος. Ήταν ο πρώτος που έγραψε βίους φιλοσόφων και απομνημονεύματα. Από τη Φιλησία είχε δύο γιους, τον Γρύλλο και τον Διόδωρο, που αποκαλούνταν επίσης Διόσκουροι. Ο ίδιος επονομαζόταν Αττική μέλισσα. Υπήρξε συμφοιτητής τού Πλάτωνος και άκμαζε την εποχή τής 95ης Ολυμπιάδας. Έγραψε περισσότερα από σαράντα βιβλία, μεταξύ των οποίων την Κύρου Παιδεία σε οκτώ βιβλία, την Κύρου Ανάβαση σε επτά, τα Ελληνικά σε επτά, το Συμπόσιον και πολλά άλλα.231
Σούδα υπάρχει και δεύτερο λήμμα για τον Ξενοφώντα και την Κύρου Ανάβαση:232
Ο Ξενοφών, μαθητής τού Σωκράτη, εκστράτευσε εναντίον των Περσών μετά την ένταξή του στον στρατό τού Κύρου, μαζί με τον οποίο ανέβηκε εναντίον τού αδελφού του Αρταξέρξη. Ο Κύρος είχε διοριστεί από τον πατέρα του Δαρείο ως επικεφαλής τής Μικράς Ασίας μετά τον Τισσαφέρνη. Ύστερα από τον θάνατο τού Δαρείου, ο Αρταξέρξης ήθελε να σκοτώσει τον Κύρο, που είχε συκοφαντηθεί από τον Τισσαφέρνη, αλλά υπέκυψε στις παρακλήσεις τής μητέρας του Παρυσάτιδος, η οποία διατήρησε τη στρατιωτική του διοίκηση για λογαριασμό του. Στη συνέχεια ο Κύρος συγκέντρωσε στρατό για να πολεμήσει εναντίον τού Τισσαφέρνη, γνωρίζοντας ότι θα ήταν πόλεμος εναντίον τού αδελφού του. Τετρακόσιοι εγκατέλειψαν τον Κύρο, ενώ έφυγαν από το στράτευμα 3.500 οπλίτες και πελταστές. Ο Ξενοφών βάδισε μαζί του. Έτσι, αφού συγκέντρωσε στρατό εκατό χιλιάδων, πορευόταν δήθεν εναντίον των Πισίδων. Όταν όμως πέρασε από τούς λαούς εναντίον των οποίων είχε δήθεν εκστρατεύσει, οι Έλληνες που ήσαν μαζί του φοβήθηκαν ότι η πορεία ήταν εναντίον τού βασιλιά και δίσταζαν να προχωρήσουν. Αλλά όταν ο Κλέαρχος είπε ότι η επιστροφή ήταν αδύνατη αν δεν συναινούσε ο Κύρος, συμφώνησαν. Ο Κύρος πολεμούσε με ακάλυπτο κεφάλι εναντίον τού Τισσαφέρνη, παρόλο που ο Κλέαρχος τον είχε συμβουλεύσει να μην πολεμήσει, και πέθανε. Οι Έλληνες που βρίσκονταν κάτω από τη διοίκηση τού Κλεάρχου πρότειναν τον Αριαίο ως βασιλιά τους, αλλά εκείνος αρνήθηκε. Ο βασιλιάς έκοψε το κεφάλι και το χέρι τού Κύρου και τα έστειλε στους Έλληνες απαιτώντας τα όπλα τους ως ηττημένων. Εκείνοι όμως δεν τα παρέδωσαν. Τότε ο Τισσαφέρνης, παραβιάζοντας τούς όρκους του, πρόδωσε στον βασιλιά τούς Έλληνες και τον Κλέαρχο και τον Μένονα και εκείνος τούς σκότωσε. Ο Ξενοφών ανέλαβε ηγέτης τους και νίκησε όλους. Όταν έφτασαν στη Θράκη, οι δέκα χιλιάδες διασωθέντες τέθηκαν υπό τις διαταγές τού βασιλιά Σεύθη ως μισθοφόροι.233
Στη Σούδα υπάρχουν επίσης μερικές εκατοντάδες λήμματα προερχόμενα από έργα τού Ξενοφώντος, όπως Ἁβροκόμας, Ἀγαθά, Ἀγαπητὰ ἤθη, Ἀγασθῶ τινι, Ἀγαστὸς, Ἀγησίλαος, Ἀγκράτως ἐλαύνοντα, Ἀγλευκές, Ἀγωγεύς, Ἀγώγιον, Ἀγωνίᾳ, Ἀγυιάν κλπ.234
11ος-13ος αιώνες: Η επίδραση τού Ξενοφώντος στην ιστοριογραφία τής εποχής
Η ιστορία τής εποχής από την τελική περίοδο τής μεγάλης μακεδονικής δυναστείας μέχρι την άλωση τής Κωνσταντινούπολης από τούς σταυροφόρους τής 4ης Σταυροφορίας έχει γραφεί από ιστορικούς όπως ο Μιχαήλ Ατταλειάτης (1034-1079), ο Ιωάννης Ζωναράς, ο Νικηφόρος Βρυέννιος (1062–1137), η Άννα Κομνηνή (1083-1153), ο Ιωάννης Κίνναμος (1118-1180) και ο Nικήτας Χωνιάτης (1155-1216).
Οι ιστορικοί αυτοί γράφοντας ακολούθησαν λίγο-πολύ το στυλ των μεγάλων ιστορικών τής αρχαιότητας, δηλαδή τού Ηροδότου, τού Θουκυδίδη και τού Ξενοφώντος. Πιο κάτω θα δώσουμε συγκεκριμένα παραδείγματα αναφοράς ορισμένων από αυτούς στον Ξενοφώντα. Ωστόσο για τον τρόπο γραφής τού Νικηφόρου Βρυέννιου και τής Άννας Κομνηνής σημειώνουμε εδώ τα εξής:
Ο Νικηφόρος Βρυέννιος (1062–1137), στρατηγός, πολιτικός και ιστορικός, γεννήθηκε στην Ορεστιάδα τού θέματος τής Μακεδονίας. Ήταν σύζυγος τής Άννας Κομνηνής, κόρης τού αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Κομνηνού και έπαιξε σπουδαίο ρόλο στις υποθέσεις τού κράτους υπό τον Αλέξιο και τον γιο του Ιωάννη Β’ Κομνηνό. Το ύφος τού Βρυέννιου είναι μάλλον απλό και δεν έχει τίποτε από την τεχνητή τελειότητα που συναντά κανείς στο έργο τής συζύγου του. Στο έργο του είναι φανερή η επιρροή τού Ξενοφώντος:
«Δεν ήταν λοιπόν αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η κόρη τού Αλεξίου ήταν εξαιρετικά μορφωμένη, ούτε ότι ο σύζυγός της, ο Νικηφόρος Βρυέννιος, ήταν ιστορικός όπως και η ίδια, αν και, όπως ο Ιούλιος Καίσαρ, περιέγραψε το έργο του συγκρατημένα ως απλή διάθεση “των υλικών για εκείνους που ήθελαν να γράψουν ιστορία”. … Έχοντας ως πρότυπο τον Ξενοφώντα, έναν άλλο στρατιώτη-λογοτέχνη, είχε, όπως ο Ατταλειάτης, πολύ απλούστερο και άμεσο στυλ από τη μορφωμένη σύζυγό του. Το στρατιωτικό του πεζογράφημα, αν και αποτελεί εξύμνηση τού πεθερού του, είναι ευχάριστο στην ανάγνωση».235
Το λογοτεχνικό ύφος τής Άννας Κομνηνής (1083-1153) είναι διαμορφωμένο με βάση τον Θουκυδίδη, τον Πολύβιο και τον Ξενοφώντα:236
«Παρουσιάζει λοιπόν προσπάθεια για αττικισμό, που αποτελούσε χαρακτηριστικό τής περιόδου, με αποτέλεσμα η προκύπτουσα γλώσσα να είναι σε μεγάλο βαθμό τεχνητή. Κατά το μεγαλύτερο μέρος η χρονολογική σειρά των γεγονότων στην Αλεξιάδα τής Άννας είναι σωστή, εκτός από εκείνα που συνέβησαν μετά την εξορία της στο μοναστήρι, όπου δεν είχε πια πρόσβαση στα αυτοκρατορικά αρχεία. Παρ’ όλα αυτά, η ιστορία της ικανοποιεί τα πρότυπα τής εποχής της».
12ος αιώνας: Ιωάννης Ζωναράς και Ξενοφών
Ο Ιωάννης Ζωναράς υπήρξε χρονογράφος, θεολόγος και νομικός που έζησε στην Κωνσταντινούπολη. Οι λιγοστές πληροφορίες για τη ζωή του αντλούνται κυρίως μέσα από τα έργα του. Οι ιστορικοί υποθέτουν ότι ήταν υψηλόβαθμος αξιωματούχος (μέγας δρουγγάριος τῆς βίγλης καὶ πρωτασηκρῆτις) επί αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Κομνηνού. Το σημαντικότερο έργο του είναι το χρονικό Επιτομή Ιστοριών, που καλύπτει την εποχή «ἀπὸ κτίσεως κόσμου» έως το έτος 1118 και θεωρείται από τα πληρέστερα έργα τού είδους. Στο έργο αυτό ο Ζωναράς αναφέρεται συχνά στον Ξενοφώντα:237
…Αυτοκρατορίες οι ίδιες ήσαν εκείνη των Μήδων και εκείνη των Περσών. Επικεφαλής τής πρώτης ήταν ο Αστυάγης και εκείνης των Περσών ο Καμβύσης. Αυτός ζούσε με την κόρη τού Αστυάγη που ονομαζόταν Μανδάνη, η οποία γέννησε στον Καμβύση γιο, τον Κύρο. Ο Κύρος, έχοντας ανατραφεί με τα έθιμα των Περσών, έγινε πολύ ανδρείος και πολύ λογικός, μυαλωμένος και πολύ δίκαιος. Και τα ήθη και έθιμα των Περσών ήσαν όπως τα περιέγραψε ο Ξενοφών.238
…Ο Ξενοφών λοιπόν, ιστορώντας τα γεγονότα τού Κύρου [Β’ τού Μεγάλου] δεν αναφέρει το όνομα τού κατακτηθέντος βασιλιά των Ασσυρίων, αλλά ο Ιώσηπος στο δέκατο βιβλίο τής Αρχαιολογίας του τον ονομάζει Βαλτάσαρ, προς τον οποίο εμφανίστηκε βγαίνοντας από το τείχος το χέρι που έγραψε εκείνα που έχουν ήδη αναφερθεί, τη σημασία των οποίων εξήγησε ο Δανιήλ.239
…Αυτά λοιπόν εξιστορεί ο Ξενοφών για τον Κύρο. Όμως ο Ηρόδοτος από την Αλικαρνασσό λέει άλλα για την εκπαίδευση και τον θάνατο τού Κύρου και για την υπόλοιπή ζωή του, που θα χρειαζόταν πολύς χώρος για να τα διηγηθούμε.240
…Ο Καμβύσης είχε αδελφό, ο οποίος κατά τον Ξενοφώντα ονομαζόταν Ταναοξάρης και κατά τον Ηρόδοτο Σμέρδης.241
Ο Ζωναράς αναφέρεται επίσης ως συγγραφέας τού Λεξικού,242 στο οποίο υπάρχουν επίσης παραπομπές στον Ξενοφώντα σε πολλά λήμματα όπως ἀγωνία, ἀγώγιον, ἀγκράτως ἐλαὐνοντας, αἴθειν, ἀλεεινὸς, ἀλέξασθαι, ἄμαχος, ἀμηχάνητοι, ἀναβεβαμένοι, ἀναβὰς, ἀναγαγὼν, ἀναθέντας, ἀνάξοιτο, ἀναχωρίζει, ἀνέβαλλεν, ἀπαλλάξαι, ἀπαυθημερίζειν, ἀπέδειξεν, ἀπεκάλει, κλπ. Κατ’ άλλους το Λεξικὸν είναι έργο τού Αντωνίου Μοναχού.
12ος αιώνας: Ιωάννης Κίνναμος και Ξενοφών
Ο Ιωάννης Κίνναμος ήταν ιστορικός. Ήταν αυτοκρατορικός γραμματέας («γραμματικός») τού αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ Κομνηνού (βασ. 1143–1180) και τον συνόδευσε στις εκστρατείες του στην Ευρώπη και τη Μικρά Ασία. Έγραψε την Ἐπιτομή Ἱστοριῶν, ιστορία τής περιόδου 1118-1176, συνεχίζοντας από εκεί που τελείωνε η Ἀλεξιάς τής Άννας Κομνηνής και καλύπτοντας τις βασιλείες τού Ιωάννη Β’ και τού Μανουήλ Α’ Κομνηνού. Το έργο του «είναι καλά οργανωμένο και το στυλ του, με υπόδειγμα τον Ξενοφώντα, είναι απλό, ιδιαίτερα σε σύγκριση με το πολύ περίτεχνο γράψιμο άλλων βυζαντινών συγγραφέων».243
Στην εισαγωγή κιόλας τού έργου του ο Κίνναμος, γράφοντας για τη σημασία τής ιστορίας, αναφέρεται στον Ηρόδοτο και στην Κύρου Παιδεία τού Ξενοφώντος:244
Το έργο τής ιστορικής γραφής δεν κρίθηκε επαίσχυντο από τούς αρχαίους σοφούς. Μάλιστα πολλοί από αυτούς έγιναν ιδιαίτερα αγαπητοί με αυτόν τον τρόπο. Ο ένας συμπεριέλαβε στην ιστορία του τα έργα των Ελλήνων, ο άλλος περιέγραψε την εκπαίδευση τού Κύρου από την παιδική ηλικία και τις πράξεις του όταν έγινε άνδρας. Μόλις αυτά που είχαν αποκαλυφθεί από τον χρόνο κινδύνευαν και πάλι να κρυφτούν, τότε εκείνοι οι άνδρες τα έγραψαν σε βιβλία, σαν να τα αποτύπωναν σε άφθαρτες στήλες και τα παρέδωσαν στη ζωή που συνεχιζόταν. Τέτοιου είδους είναι το έργο αυτό.245
12ος αιώνας: Ευστάθιος Θεσσαλονίκης και Ξενοφών
Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης (1115–1195/6) ήταν Κωνσταντινουπολίτης λόγιος και κληρικός. Έγινε αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης το 1178 και είναι κυρίως γνωστός για την ιστορία που συνέγραψε για την άλωση τής Θεσσαλονίκης από τούς Νορμανδούς το 1185.246 Ο Ευστάθιος έγραψε επίσης ερμηνευτικά σχόλια για τον Όμηρο (Παρεκβολαὶ εἰς τὴν Ὁμήρου Ἰλιάδα καὶ Ὀδύσσειαν), με τα οποία αντιμετωπίζει ζητήματα γραμματικής, ετυμολογίας, μυθολογίας, ιστορίας και γεωγραφίας. Το έργο τού Ευστάθιου αποτελεί εγκώμιο για το επίπεδο τής κλασικής φιλολογίας και των βιβλιοθηκών τής Κωνσταντινούπολης κατά τον 12ο μ.Χ. αιώνα. Στα σχόλιά του για τον Όμηρο ο Ευστάθιος αναφέρεται και στον Ξενοφώντα. Στην Ιλιάδα για παράδειγμα:247
…Και εδώ γράφουν οι αρχαίοι ότι υπάρχει συστολή όταν γνωρίζει ο ένας τον άλλο. Ενώ όταν είναι άγνωστοι μεταξύ τους, συμπεριφέρονται απερίσκεπτα σαν να βρίσκονται στο σκοτάδι. Μάλιστα συντελεί στη μεταξύ τους γνωριμία όχι μόνο το να βρίσκονται μαζί οι περισσότεροι, πράγμα που επαινεί ο καλός Ξενοφών, απαιτώντας να μένουν μαζί στις σκηνές οι στρατιώτες, αλλά ακόμη περισσότερο το να είναι συμπατριώτες και από την ίδια φυλή εκείνοι που μένουν μαζί στη σκηνή, πράγμα που γνώριζε και αγαπούσε ο Ομηρικός Νέστωρ και το παρέδωσε και στους επόμενους.248
…Φάλαγγα δεν είναι μόνο στρατιωτική διάταξη, πράγμα που είναι το μόνο νόημα τής λέξης που γνωρίζει ο ποιητής,249 αλλά και η αράχνη για τούς μεταγενέστερους, όχι μόνο η μεγάλη, αλλά και εκείνη που αποκαλείται χαϊδευτικά φαλάγγιον, όπως αναφέρει και ο Ξενοφών στα Απομνημονεύματα.250
…Ο Ξενοφών αναφέρει και «γίγγρηνους» αυλούς μικρούς σαν μια πιθαμή, που έφτιαχναν οι Φοίνικες και έβγαζαν οξύ και γοερό ήχο και τούς οποίους χρησιμοποιούσαν και οι Κάρες.251 Μάλιστα η χρήση των «γίγγρων» προερχόταν από τούς θρήνους για τον Άδωνι, τον οποίο οι Φοίνικες ονόμαζαν Γίγγρη.252
Και στην Οδύσσεια:253
…το δοχείο λοιπόν τού κρασιού των Φοινίκων λεγόταν βίκος και άνοιγε από κάτω, πράγμα που σημαίνει ότι ο βίκος δεν ήταν μικρό δοχείο. Ενώ εκείνο που αναφέρεται από τον Ξενοφώντα στην Ανάβαση και από μερικούς άλλους, φαίνεται ότι είχε το μέγεθος φλασκιού. Σημειώστε λοιπόν εδώ, που γράφει για το κρασί των Φοινίκων, ότι και οι Φοίνικες πατούσαν σταφύλια, ενώ με τον ίδιο τρόπο πατούσαν και λωτούς.254
Eπίσης: 255
…Λένε λοιπόν ότι αυτού τού είδους ο χορός αποτελεί μίμηση των πραγμάτων που εννοεί η λέξη, την οποία παρουσιάζει ο Ξενοφών στην Ανάβαση, περιγράφοντας χορούς με όπλα και με μεγάλα και ελαφρά πηδήματα, καθώς και με σπαθιά…256
Στις Παρατηρήσεις για τον Διονύσιο Περιηγητή ο Ευστάθιος παραπέμπει συχνά στην Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος:257
…Υπόψη ότι ο Ξενοφών αναφέρει και κάποιον τόπο τής Θράκης που ονομαζόταν Δέλτα.258
…Γνώριζε και ο Ξενοφών κάποιαν Ασιατική Θράκη, που ξεκινούσε από το στόμιο τού Ευξείνου Πόντου και έφτανε ταξιδεύοντας προς τα δεξιά μέχρι την Ηράκλεια.259
…Ο Ξενοφών εξιστορεί ότι οι Μοσσύνοικοι χρησιμοποιούσαν το λίπος δελφινιών όπως οι Έλληνες το ελαιόλαδο και είχαν πολλά καρύδια από τα πλατιά, δηλαδή εκείνα που δεν έχουν καμία σχισμή [φουντούκια].260
…Ο Ξενοφών λέει ότι αυτοί [οι Χάλυβες] ήσαν λίγοι και υπήκοοι των Μοσσυνοίκων και ότι στη ζωή τους ασχολούνταν κυρίως με τη σιδηρουργία.261
…Επίσης ο Ξενοφών, ιστορώντας και αυτός τούς Σινωπείς, λέει ότι ζούσαν στην Παφλαγονία, αλλά ήσαν άποικοι των Μιλησίων και ότι οι Κοτυωρίτες, οι Κερασούντιοι και οι Τραπεζούντιοι πλήρωναν στους Σινωπείς φόρο. Λέει επίσης ότι η Κερασούς ήταν ελληνική πόλη πάνω στη θάλασσα, αποικία των Σινωπέων στη χώρα τής Κολχίδας.262
…Ο Ξενοφών λοιπόν λέει ότι η Ηράκλεια στον Πόντο ήταν αποικία των Μεγαρέων. Στην πεδιάδα εκείνη έτρεχε ο ποταμός που ονομαζόταν Λύκος και είχε πλάτος διακόσια πόδια.263
Σε άλλο κείμενό του ο Ευστάθιος, εξετάζοντας ζητήματα τού μοναστικού βίου με σκοπό τη διόρθωσή τους, γράφει με παράδειγμα από τον Ξενοφώντα:264
…ώστε ακόμη κι αν ο Πέρσης τού καλού Ξενοφώντος εμποδιζόταν να χρησιμοποιήσει τα πόδια του για να βαδίσει, είτε θα αποκαλούσε Κένταυρο το άλογο ή θα παρακινούνταν να προχωρήσει στον δρόμο με τα δικά του πόδια.265
Προφανώς αναφέρεται στο παρακάτω απόσπασμα από την Κύρου Παιδεία (4.3.22):
Κι έτσι ρώτησε ο Κύρος: «Αφού λοιπόν συμφωνούμε όλοι σε αυτό το ζήτημα, μήπως πρέπει να κάνουμε κανόνα για τον εαυτό μας, ότι θα θεωρείται ανάρμοστο για οποιονδήποτε από εμάς, στον οποίο διαθέτω άλογο, να τον δει κανείς να πηγαίνει με τα πόδια, είτε η απόσταση που πρέπει να διανύσει είναι μεγάλη ή μικρή, ώστε οι άνθρωποι να πιστεύουν ότι είμαστε πραγματικά Κένταυροι;»266
Τέλος σε επιστολή του προς τον κριτή τού βήλου Γρηγόριο Αντίοχο ο Ευστάθιος γράφει:267
Σε πόλεμο μακριά από την πατρίδα μοχθούσε ο γλυκός Ξενοφών και διάνυε μεγάλες αποστάσεις στη γη. Είχε όμως τον Ερμή να πετά δίπλα του και τον χορό των Μουσών να κατασκηνώνει μαζί του και καθόλου δεν απομακρύνθηκε από τη γλώσσα, ούτε αποξενώθηκε από την ελληνική παιδεία παραμένοντας τόσον καιρό με τούς βαρβάρους.268
12ος αιώνας: Ιωάννης Τζέτζης και Ξενοφών
Ο Βυζαντινός λόγιος, συγγραφέας και ποιητής Ιωάννης Τζέτζης (1110-1180) πρώτος έγραψε ποιήματα στον πολιτικό ή δημοτικό στίχο, τον δεκαπεντασύλλαβο, με θεματολογία από την αρχαιότητα. Ο Τζέτζης έχει περιγραφεί ως κοσμικός συγγραφέας, αλλά από την αλληλογραφία του φαίνεται ότι βρισκόταν κοντά στην Εκκλησία και τούς αξιωματούχους τής πατριαρχικής αυλής.269
Στο έργο του270 ο Τζέτζης αναφέρεται τρεις τουλάχιστον φορές στον Ξενοφώντα. Πρώτα στο ποίημά του για τον Κροίσο, σε σχέση με τον Κύρο Β’ τον Μεγάλο:271
Αυτά λοιπόν ο Ηρόδοτος, μα ο Ξενοφώντας λέει,
όχι κακό δεν έπαθε ο Κροίσος απ’ τον Κύρο,
αλλά και τον εξέπληξε η μεγαλοψυχία.
Λένε πως όταν πιάστηκε αιχμάλωτος ο Κροίσος,
είπε “τώρα καλύτερα περνάω τη ζωή μου”.
Κι ο Ξενοφώντας άριστα τη μάχη περιγράφει.272
Έπειτα σε εκείνο για τον Κύρο Β’ τον Μεγάλο:273
Ο Πέρσης Κύρος που ήταν γιος Καμβύση και Μανδάνης,
όπως ο Γρύλλου Ξενοφών στην Κύρου Παιδεία γράφει.274
Και πιο κάτω:275
Τού Κύρου γράφει ο Ξενοφών, μα των Περσών τού κράτους
οι Κτησίας και Ηρόδοτος γράφουν την ιστορία.276
Τέλος αναφορά στην Κύρου Ανάβαση υπάρχει και στο ποίημά του για τον Φειδία, που αφιέρωσε το άγαλμα τού Δία και τής Νέμεσης στη Ραμνούντα τής Αττικής στον Αγοράκριτο τού Παρίου:277
Το ίδιο κάνει ο Ξενοφών στον πόλεμο τού Κύρου:
τού αγαπημένου το όνομα έβαλε στο βιβλίο,
ως Κύρου Ανάβαση γνωστό, χαρίζοντας τη δόξα
ως έργο Συρακούσιου, κάποιου Θεμιστογένη,
αν κι επικράτησε ξανά να λέμε Ξενοφώντος.
Κι ο Πλάτων ο φιλόσοφος στο όνομα των φίλων
τούς Διαλόγους έγραψε, όπως χιλιάδες άλλοι.278
Κατά τον Πλούταρχο279
ο Ξενοφών έγραψε τη δική του ιστορία ως στρατηγού και τις επιτυχίες του, παρουσιάζοντας το βιβλίο ως γραμμένο από τον Θεμιστογένη τον Συρακούσιο, με σκοπό να κερδίσει μεγαλύτερη αξιοπιστία για την περιγραφή του, παρουσιάζοντάς την ως γραμμένη από άλλον, χαρίζοντας έτσι σε άλλον τη δόξα τής συγγραφής τού βιβλίου. Αλλά και άλλοι ιστορικοί, όπως ο Κλειτόδημος, ο Δίυλλος, ο Φιλόχορος και ο Φύλαρχος, έχουν υπάρξει για τα κατορθώματα άλλων αυτό που είναι οι ηθοποιοί στα θεατρικά έργα, παρουσιάζοντας τα κατορθώματα στρατηγών και βασιλέων και υποδυόμενοι τις δικές τους μνήμες, για να κερδίσουν κάποια λάμψη και φως. Γιατί από τούς ανθρώπους τής δράσης αντανακλάται στους ανθρώπους των γραμμάτων το είδωλο μιας άλλης δόξας, που εμφανίζεται από την πράξη στα λόγια όπως μέσα σε καθρέφτη.280
13ος αιώνας: Νικήτας Χωνιάτης και Ξενοφών
Ο Νικήτας Χωνιάτης (περ. 1155-1215/1216), όπως αναφέρθηκε αμέσως πιο πάνω, ανήκει στην κατηγορία των Ελλήνων ιστορικών, που θεωρείται ότι επηρεάστηκαν ιδιαίτερα από τούς αρχαίους συναδέλφους τους (Ηρόδοτο, Θουκυδίδη, Ξενοφώντα). Ωστόσο σε κάποια σημεία τού έργου του υπάρχουν στοιχεία περισσότερα από απλό επηρεασμό. Ακολουθεί απόσπασμα από το έκτο βιβλίο τής ιστορίας του,281 που αναφέρεται στην πορεία τού αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ Κομνηνού από την Κωνσταντινούπολη προς το Μυριοκέφαλον:
Φεύγοντας λοιπόν από τη βασιλεύουσα και αφού πέρασε από τη Φρυγία και τη Λαοδίκεια έφτασε στις Χώνες, πόλη ευημερούσα και μεγάλη, που ονομαζόταν κάποτε Κολοσσαί, δική μου γενέτειρα, τού συγγραφέα. Και αφού εισήλθε στον ναό τού Αρχαγγέλου Μιχαήλ, που ήταν τεράστιος, ωραιότατος και στολισμένος θαυμάσια από τα χέρια των καλλιτεχνών, φεύγοντας από εκεί έφτασε στη Λάμπη282 και στην πόλη Κελαιναί, όπου βρίσκονται οι πηγές τού Μαιάνδρου και ρέει και ο Μαρσύας ποταμός, που χύνεται στον Μαίανδρο. Λέγεται ότι ο Απόλλων έγδαρε τον Μαρσύα κάπου εκεί, όταν αυτός, παρασυρμένος από ορμητικό μυωπικό οίστρο, άρχισε να φιλονικεί με τον Απόλλωνα για τη μουσική.283
Υπάρχει μεγάλη ομοιότητα με την περιγραφή τού Ξενοφώντος που παρέχεται πιο κάτω (Ανάβ. 1.2.6-8) για την πορεία τού Κύρου, με διέλευση από τα ίδια μέρη και σε ορισμένες περιπτώσεις με πανομοιότυπη περιγραφή. Έχει επίσης γραφεί,284 ότι τρία βιβλία τής ιστορίας τού Νικήτα ξεκινούν με περιγραφή ενός είδους αυτοκρατορικού οικογενειακού δέντρου, αντηχώντας απλώς τα λόγια τού ανοίγματος τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος, Στα βιβλία α’ και ε’ αυτό γίνεται συνοπτικά για τον Αλέξιο Α’ Κομνηνό και τον Ούγγρο Γκέζα Β’ αντίστοιχα, ενώ στο βιβλίο ιδ’ το οικογενειακό δέντρο απλώνεται πιο αναλυτικά.
13ος αιώνας: Μιχαήλ Χωνιάτης και Ξενοφών
Ο Μιχαήλ Χωνιάτης (περ. 1140-1220), αδελφός τού ιστορικού Νικήτα, ήταν συγγραφέας και εκκλησιαστικός. Γεννήθηκε κι αυτός στις Χώνες (ή Χωνές), σήμερα Χόναζ, τής Μικράς Ασίας και σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη με δάσκαλο τον Ευστάθιο, τον μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Γύρω στο 1175 διορίστηκε αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Παρέμεινε στην Αθήνα μέχρι το 1205, όταν παρέδωσε την πόλη στους σταυροφόρους τής 4ης Σταυροφορίας που είχαν αλώσει την προηγούμενη χρονιά την Κωνσταντινούπολη. Αποσύρθηκε στην Κέα (Τζια) και προς το τέλος τής ζωής του σε μοναστήρι στη Βουδουνίτσα τής Φθιώτιδας (1217), όπου πέθανε. Ο Μιχαήλ Χωνιάτης-Ακομινάτος αναφέρεται στον Ξενοφώντα σε πολλές επιστολές του.
Σε επιστολή, στην οποία αναφέρεται στη γενέτειρά του, τις αρχαίες Κολοσσές τής Μικράς Ασίας, γράφει:285
… Γνώριζαν την πόλη οι καλοί Ξενοφών και Ηρόδοτος και την εξιστόρησαν εξυμνώντας την ως ευημερούσα και μεγάλη, ενώ την τιμά και ο σοφότατος Παύλος…286
Σε προσφώνηση προς τον νέο κυβερνήτη τής Αθήνας, που είχε διοριστεί από την Κωνσταντινούπολη, γράφει για την πόλη:287
…Και η φήμη της έκανε διαδρομή όση και ο ήλιος, ενώ ο Ολύμπιος Περικλής έκρινε άξιο να συγκαλεί τούς πολίτες αστράφτοντας και βροντώντας στις ομιλίες του και ξεσηκώνοντας όλους τούς παρόντες και ο Δημοσθένης τούς ενέπνευσε με μεγαλύτερη σφοδρότητα απ’ όλους τούς ρήτορες, για να μην αναφερθούμε και στις χάρες και τις γλυκύτητες τού Ξενοφώντος και στις σειρήνες τού Ισοκράτη.288
Για την Αθήνα πάλι, ο Μιχαήλ λέει στον αυτοκράτορα:289
…και τα δυο της χέρια θα εκτείνει, όπως έχει μάθει, το ένα δίπλα στο άλλο, ενώ θα κρατά δόρατα και στα δύο, όπως οι αρχαίοι Περικλείς και Ξενοφώντες και Δίωνες, που στις ομιλίες βροντούσαν, ενώ στα όπλα άστραφταν και υποδούλωναν τούς μεν υπηκόους με πειστικότητα λόγων και γοητεία σοφίας, τούς δε εχθρούς με οπλοφορία και στρατηγήματα.290
Ο Μιχαήλ Χωνιάτης παρομοιάζει τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Ευστάθιο με τον Σπαρτιάτη Κλέαρχο τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος:291
Και ο Σπαρτιάτης Κλέαρχος, όπως έχει εξιστορήσει ο Ξενοφών, είχε βλοσυρό παρουσιαστικό και τραχιά φωνή.292 Στις δυσκολίες όμως, αυτή η σκυθρωπότητά του φαινόταν στους στρατιώτες σαν χαρούμενη διάθεση. Αλλά και σένα, πάντοτε όταν σε έβλεπαν να μιλάς, οι χάριτες χαμογελούσαν χαρούμενες στους συνομιλητές σου, ενώ δεν φαίνονταν να χαμογελούν λιγότερο και όταν υπερθερμαινόσουν από δίκαιο πάθος εναντίον εκείνων που ήσαν πιο μοχθηροί και χρειάζονταν να τούς ταρακουνήσεις πιο άγρια.293
Προσφωνώντας τον κουνιάδο τού αυτοκράτορα, ο Μιχαήλ λέει για την Αθήνα:294
Τώρα έπρεπε οι σειρήνες τού Ισοκράτη να τραγουδούν ζωηρά, τώρα να εκθειάζει η ηχώ τού Δημοσθένη, τώρα να παρευρίσκονται οι χάρες τού Λυσία και τού Ξενοφώντος και η χωρίς στόμφο ευχέρεια τού Θουκυδίδη, ενώ και αν κάποια άλλη ντόπια Μούσα, που κάθεται πάνω από τις ωραίες στα λιβάδια, τις σηκώσει όλες στον χορό και τις βάλει σε κύκλο, ας δοξάσει με χρυσά στεφάνια στα μαλλιά αυτό το πολύ τιμημένο κεφάλι και ας οδηγήσει αυτή την παναθηναϊκή γιορτή σε πανελλήνια πανήγυρη.295
Σε επιστολή προς τον Γεώργιο, τον γιο τού Δημητρίου Καρύστου, ο Μιχαήλ αναφέρεται στον βόρειο άνεμο με παράδειγμα από την Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος:296
…Ο βοριάς δείχνει κατανόηση σε εκείνους που τον παρακαλούν και αυτό το ξέρεις από πολλές ιστορίες. Γιατί συγκινήθηκε όταν ο Αχιλλέας τον κάλεσε πάνω από την πυρά τού Πατρόκλου, αυτόν και όλο τον χορό των ανέμων,297 ενώ και στον θαυμάσιο Ξενοφώντα οι Μύριοι, όταν ξέραινε και μούδιαζε τούς ανθρώπους, τον μαλάκωσαν θυσιάζοντας.298 Αλλά και η καλή νύφη των ασμάτων, σαν να μπορεί να την ακούσει, “ξεσηκώσου”, λέει, “βοριά”.299
Η αναφορά αυτή στη νύφη που φωνάζει τον βοριά προέρχεται από την απόδοση τού Άσματος Ασμάτων τού Σολομώντος από τον Μιχαήλ Ψελλό:300
…Τόσο πολύ υψώθηκες στις αρετές μού λένε,
ώστε να στέλνεις και αυτή την πρόσκληση σε μένα.
Γιατί είμαι εγώ πραγματικά γλυκού νερού πηγάδι,
βροχή από τον ουρανό σαν το μαλλί προβάτου
από ψηλή βουνοκορφή τού θαυμαστού Λιβάνου.
Φύσηξε δυνατά βοριά, έλα κι εσύ νοτιά μου,
Σκόρπισε μεσ’ στον κήπο μου όλα τ’ αρώματά μου….301
Τέλος σε επιστολή προς τον Ευθύμιο Τορνίκη ο Μιχαήλ, με παραπομπές στον Ξενοφώντα και σε άλλους φιλοσόφους, σχολιάζει τούς υπερβολικά αρνητικούς χαρακτηρισμούς του για την πρώιμη Φραγκοκρατία στην Ελλάδα:302
Πολύ μορφωμένε και έντιμε δεσπότη, σε αυτά που μού στέλνεις, υπερβάλλεις πολύ για την ιταλική τυραννία. Και αν, όπως παλιά, φτιάχνονταν τώρα ελληνικά θέατρα και σκηνή και παρευρίσκονταν θεατές και ακροατές, θα σε θαύμαζαν ιδιαιτέρως για την περιπαθή μεγαλοφωνία σου. Αλλά αφού σε θαύμασα κι εγώ γι’ αυτήν, δεν θα θεωρούσα παράξενο, αν μια γλώσσα σαν τη δική σου, τόσο γυμνασμένη να μιλά καλά, ώστε και τα μικρά να ερμηνεύει μεγαλοπρεπώς και με μεγάλη σεμνότητα τα ευτελή, να μπορεί στη συνέχεια να μιλά και για τα μεγάλα με την ανάλογη μεγαλειότητα. Εκείνο μάλιστα που μού φαίνεται πιο παράξενο και άτεχνα παρομοιαζόμενο με τον Μωυσή, είναι ότι επέλεξες να ταλαιπωρείσαι μάλλον μαζί με τον ομόφυλο λαό στη Χαλκίδα, παρά να απολαμβάνεις στη Βιθυνία προσωρινή άνεση.303 Ή ίσως, όπως κατά τον μαθητή τού Σωκράτη Ξενοφώντα το κυνήγι είναι μελέτη πολέμου με κινδύνους, έτσι κι εσύ, έχεις κάνει άσκηση μαρτυρίου όχι ακίνδυνη, το να εκτίθεσαι σε βαρβάρους πιο μισάνθρωπους από κάθε θηρίο. Γιατί πραγματικά, αποτελούν κατά κάποιον τρόπο δοκιμασία τής αρετής τού φιλοσόφου οι τυραννικοί καιροί, όταν ακούς να χτυπούν το σώμα τού Ανάξαρχου σε γουδί και το πόδι τού Επίκτητου να έχει δεσμά, χωρίς να είναι δεμένο.304
Ο φιλόσοφος Ανάξαρχος (περ. 380-320 π.Χ.) υπήρξε προσωπικός φίλος τού Μεγάλου Αλεξάνδρου και τον ακολούθησε στην εκστρατεία του. Όταν ο Ανάξαρχος προσάραξε στην Κύπρο λόγω θαλασσοταραχής, ο τύραννος Νικοκρέων τον συνέλαβε και διέταξε να τον ρίξουν σε μεγάλο κυλινδρικό δοχείο και να τον χτυπούν με σιδερένια γουδοχέρια. Λέγεται ότι κατά τη διάρκεια τού βασανιστηρίου ο Ανάξαρχος έλεγε:305
Χτύπα το σώμα τού Ανάξαρχου, γιατί τον Ανάξαρχο δεν θα τον χτυπήσεις.306
Ο φιλόσοφος Επίκτητος από την Ιεράπολη τής Φρυγίας, δάσκαλος τού Αρριανού από τον οποίο γνωρίζουμε γι’ αυτόν, αφού ο ίδιος δεν άφησε κανένα σύγγραμμα, αναφέρεται ως παιδί δούλων. Φτάνοντας στη Ρώμη υπήρξε αρχικά και αυτός δούλος, ενώ όταν έγινε απελεύθερος, άρχισε να διδάσκει τη Στωική φιλοσοφία.
Ο Ξενοφών στη Λασκαρίδεια και Παλαιολόγεια περίοδο
Την ιστορία τής τελευταίας εποχής τής αυτοκρατορίας μεταξύ των δύο αλώσεων, δηλαδή από την ίδρυση τής αυτοκρατορίας τής Νικαίας (1205), ύστερα από την κατάληψη τής Κωνσταντινούπολης από τούς σταυροφόρους (1204), μέχρι την άλωση τής Πόλης από τούς Οθωμανούς (1453), ύστερα από την ανακατάκτησή της (1261) και την Παλαιολόγεια περίοδο, έχουν γράψει ιστορικοί όπως οι Γεώργιος Ακροπολίτης (1217/1220-1262), Γεώργιος Παχυμέρης (1242-περ. 1310), Νικηφόρος Γρηγοράς (1295-1360), Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός (βασ. 1341-1354), Γεώργιος Σφραντζής (1401-1480), Δούκας (περ. 1400-1470), Κριτόβουλος (περ. 1410-1470), Λαόνικος Χαλκοκονδύλης (1430-1490) και Ψευδο-Σφραντζής (Μακάριος Μελισσηνός, μέσα 16ου-αρχές 17ου αιώνα). Οι ιστορικοί αυτοί ακολούθησαν επίσης λίγο-πολύ το στυλ των μεγάλων ιστορικών τής αρχαιότητας. Πιο κάτω θα δώσουμε συγκεκριμένα παραδείγματα αναφοράς ορισμένων από αυτούς στον Ξενοφώντα.
13ος αιώνας: Νικηφόρος Βλεμμύδης, Κύρου Ανάβαση και Κύρος
Ο Νικηφόρος Βλεμμύδης (1197-1272) υπήρξε ο κατ’ εξοχήν σοφός τής προ-Αναγεννησιακής περιόδου τής αυτοκρατορίας τής Νικαίας (1205-61). Το έργο του είναι πολυσχιδές, ενώ ο ίδιος δεν επιδίωξε ποτέ αξιώματα, διαβάζοντας, γράφοντας και διδάσκοντας σε μοναστήρια. Ανάμεσα στα επιμέρους έργα τού Βλεμμύδη υπάρχει και ομιλία του προς τον αυτοκράτορα τής Νικαίας Θεόδωρο Β’ Λάσκαρι (1222-58), η οποία αναφερόταν στα επιθυμητά προτερήματα ενός βασιλιά και χαρακτηρίστηκε «βασιλικός ανδριάντας». Στην ομιλία αυτή ο Βλεμμύδης εκθειάζει τη βασιλική ανιδιοτέλεια, με παραδείγματα, μεταξύ άλλων, από τον Κύρο τον Νεότερο και την Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος:307
…Ο Αλέξανδρος, ξεπερνώντας λοιπόν το πάθος του, κατευνάζοντας και καταστέλλοντάς το, λίγο χρόνο χρειάστηκε για να υποτάξει ολόκληρη την οικουμένη. Γιατί εκείνος, θεωρώντας θησαυρούς τούς φίλους που τον περιέβαλλαν και τον δόξαζαν, απαλλάχτηκε από τούς διχασμούς με τον καλύτερο τρόπο και εξυψώθηκε πάνω από τόσους βασιλείς. Την ίδια άποψη είχε και ο Κύρος, ο οποίος, δίνοντας τα πάντα στους φίλους του, θεωρούσε ότι ο ίδιος τα είχε όλα. Πλουτίζοντας και στολίζοντάς τους, χαιρόταν και ευχαριστιόταν. Και όταν κάποτε τον ρώτησαν αυτοί “Eσύ Κύρε, πότε θα στολίσεις τον εαυτό σου;” τούς απάντησε “Γιατί, μήπως δεν είμαι στολισμένος βλέποντας όλους εσάς στολισμένους;” Και τι απάντησε σε κάποιους που τον ρώτησαν “Γιατί δεν πλουτίζεις;” “Μήπως δεν πλουτίζω υπερβολικά, ξέροντας ότι όλοι οι δικοί μου πλουτίζουν;” Τον αποκαλούσαν πατέρα γιατί συμμεριζόταν τις ανάγκες αυτών που διοικούσε και μηχανευόταν πάντοτε το καλύτερο γι’ αυτούς. Τον Καμβύση πάλι αποκαλούσαν πικρό τύραννο, λόγω τής αυστηρότητας και τής αδιαφορίας του. Επίσης τον Δαρείο ονόμαζαν κάπηλο, επειδή ήταν φιλάργυρος, είχε χυδαίους τρόπους και παραποιούσε και ανακάτευε τις υποθέσεις. Αλλά ο Επαμεινώνδας, ο στρατηγός των Θηβαίων, θεωρούσε τόσο αηδιαστική μια τέτοια ντροπή, που όταν κάποτε είδε έναν από τούς υπασπιστές του να δέχεται λύτρα από αιχμάλωτο, τού πήρε την ασπίδα και τον έδιωξε από το στράτευμα…308
14ος αιώνας: Θεόδωρος Μετοχίτης και Ξενοφών
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης (1270-1332) ήταν λόγιος, ανώτατος αξιωματούχος και πανεπιστήμων, από τούς σπουδαιότερους συγγραφείς τού Βυζαντίου, πρόδρομος τής ανθρωπιστικής αναγέννησης τού 15ου αιώνα. Αναρριχήθηκε σε όλα τα αξιώματα τής διοίκησης και έφτασε στο αξίωμα τού πρωθυπουργού τού κράτους το 1315. Στα σημαντικότερα συγγράμματά του ανήκει η συλλογή Υπομνηματισμοί και σημειώσεις γνωμικαί σε 120 κεφάλαια, με θέματα κυρίως από την κλασσική παιδεία, στην οποία ο Μετοχίτης αξιολογεί στο κεφάλαιο 20 το έργο τού Ξενοφώντος:309
Εκείνον τον Ξενοφώντα τον αποκαλούσαν Αττική μέλισσα, γιατί σε τόσο μεγάλη υπόληψη είχαν τη γλώσσα του και λαχταρούσαν την ανθοφορία της, ενώ μερικοί από τούς αρχαίους υπογραμμίζουν ότι είχε τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, που δεν δίσταζε να συγκριθεί με τον θαυμαστό Πλάτωνα και φέρνουν το παράδειγμα ότι μάλιστα σκοπίμως επιχείρησε να γράψει τα ίδια πράγματα για τον Σωκράτη, λέγοντας πολλά για εκείνον και γύρω από εκείνον, μεταξύ των οποίων έγραψε και το Συμπόσιον σε αντιπαραβολή με τον Πλάτωνα, επικεντρωμένο στον Σωκράτη.310
Και ο Σωκράτης εμφανίζεται μεγάλος σε όλα αυτά τα βιβλία και ιδιαίτερα στα Απομνημονεύματα, τα οποία θεωρώ ότι είναι το καλύτερο απ’ όλα τα έργα τού Ξενοφώντος και υπερέχει πολύ από τα άλλα.311
Σε αυτά λοιπόν τα απομνημονεύματα μιλά τις περισσότερες φορές σαν να συζητά ο Σωκράτης, γράφοντας σε γενικές γραμμές τα ίδια με τον Πλάτωνα, καθώς και για τα ίδια ζητήματα όπως εκείνος, σαν να διασφαλίζει την αξιοπιστία των γραφομένων. Όπως λοιπόν ούτε ο Πλάτων, με τα πολλά που γράφει, λέει ψέματα για τον Σωκράτη, μιλώντας πάντοτε εκ μέρους του, όπως συνηθίζεται, για να τιμήσει τον άνδρα, ενώ στην πραγματικότητα ορισμένα μόνο απ’ όσα γράφονται ανήκουν σε εκείνον και δεν συκοφαντείται ποτέ από αυτόν ο Σωκράτης, λέγοντας στους δικούς του τότε ανθρώπους τα καλύτερα για εκείνους και όχι για τον ίδιο, μέχρι να φτάσουν τώρα σε εμάς και σε όλους που ακολουθούν μαζί μας.312
Και αυτό είναι που κατόρθωσε ο Πλάτων δια τού Σωκράτη. Ο Πλάτων λοιπόν μάς λέει αυτά που πρέπει μέσα από τα λόγια εκείνου, αλλά υπάρχουν και πράγματα, τα οποία, έχοντας πραγματικά διδαχτεί από εκείνον, κρίνει άξιο να υπενθυμίσει και να γράψει και επιχειρεί να εκπαιδεύσει με αυτά εκείνους που συναντά. Ασφαλώς για τις ίδιες υποθέσεις και ο Ξενοφών τα ίδια μάς λέει για τον Σωκράτη, πράγμα το οποίο νομίζω όμως ότι δεν πρέπει να φανεί σε κανέναν παράλογο, ενώ μάς προσφέρει πραγματικά πολλές αποδείξεις τής σοφίας και τής καλοκαγαθίας τού Σωκράτη.313
Αλλά εγώ, μια για πάντα, κρίνω ότι δεν μπορώ να συγκρίνω τον Ξενοφώντα με τον Πλάτωνα χωρίς να υποστώ την οργή τού Θεού, ενώ, αν βρεθώ απέναντι σε αντίθετη καλοπροαίρετη άποψη ή και τρέλλα, θα διαφωνήσω με ειλικρίνεια, αν υπάρξει αντίθετος ισχυρισμός, έχοντας τη γνώμη ότι αυτοί οι δύο πουθενά δεν είναι παραπλήσιοι στα ζητήματα τής φιλοσοφίας, ούτε στη θεωρία περί των όντων και για όποιο είδος της μπορούσε να μιλήσει κάποιος, ούτε στην ευχέρεια τής γραφής, γιατί ο άνδρας αυτός υπολείπεται κατά πολύ τού Πλάτωνος σε όλα.314
Μάλιστα για τον Ξενοφώντα, το ότι θεωρείται για πολλούς λόγους από τούς άξιους Έλληνες, θα θαύμαζα εκείνον, που δεν το γνωρίζει και πείθεται πολύ καλά, τόσο μέσα από τις ιστορίες και τις κρίσεις, καθώς και από τη δόξα και τη φήμη του μεταξύ των αρχαίων, όσο και προσπαθώντας ο ίδιος και ερχόμενος σε επαφή με τον άνδρα μέσα από τα βιβλία τα οποία συνέγραψε, που όντας αφιερωμένα και στη φιλοσοφία φέρνουν με τον καλύτερο τρόπο στο φως τον άνδρα, μάλιστα εκείνον που ακολουθεί τον σωκρατικό τρόπο στις ηθικές και πρακτικές δοκιμασίες και είναι έτοιμος να πει τη γνώμη του, ακόμη κι όταν δεν είναι άφθονα γεμάτος και διεισδυτικός σε βάθος και με προσοχή, ενώ κάποιες φορές στοχάζεται και οραματίζεται απλοϊκά, εκλεπτυσμένα όμως και πετυχαίνοντας εύκολα το αποφασιστικό. Επίσης μπορεί από τη φύση του να γράφει καλά, ενώ δεν τού λείπουν τα ρητορικά και πολιτικά τεχνάσματα.315
Και στα νομικά ζητήματα είναι λοιπόν καταρτισμένος όπως δείχνει στις δημηγορικές και αντιθετικές χρήσεις στα ιστορικά του έργα. Επίσης στα ζητήματα παροχής συμβουλών είναι πετυχημένος και πειστικός, ενώ και η ευφυΐα του δεν είναι ευκαταφρόνητη, αλλά και στις δημόσιες ομιλίες είναι συναρπαστικός, ακόμη κι όταν δεν φροντίζει τη γραπτή διατύπωση, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις είναι καίριος και με ήθος και οδηγεί το γαλήνιο και υπονοούμενο υψώνοντάς το για κάποιο λόγο, πυκνώνοντας τα νοήματα, αν και το κάνει τόσο έντονα, όσο δεν γνωρίζω αν το κάνει άλλος, έχοντας απλότητα τόσο από τη φύση του όσο και σκόπιμα, σαν να ελέγχεται πια πάνω στη σκηνή και με πειστικό μάλιστα τρόπο, ενώ χρησιμοποιεί δύναμη και επιδεξιότητα, για να πετύχει ύφος, που φαίνεται φυσικά απλό και αφτιασίδωτο. Μάλιστα είναι εντελώς αδιάφορος για αξιώματα και επικράτηση και αυτό οφείλεται, όπως είπα, στον χαρακτήρα του.316
Αλλά και τα περισσότερα από αυτά που γράφει δεν είναι «μη ρητορικά», ούτε τούς λείπει η προσποίηση και η μέθοδος ώστε να είναι αποτελεσματικά, ενώ είναι αδύνατος στη γοργότητα τής περιγραφής και ξένος με την επιτήδευση.317
Και ελάχιστα θα δει κανείς στα τόσα και τόσα έργα του να υπάρχουν κάποια εξωτερικά στολίδια, ούτε να στρογγυλεύεται κάπως από επαναλαμβανόμενη συντόμευση εκείνο που πρέπει να ειπωθεί, αλλά πάντοτε σε όλα τα έργα του το υπονοούμενο παρουσιάζεται άμεσα και αντιμετωπίζεται χαρούμενα. Τέτοιος είναι ο τρόπος γραφής του. Δεν είναι ανεπαρκής στις κρατικές υποθέσεις, ούτε σε σύγκριση με τούς άλλους που φιλοσοφούσαν τότε, παρουσιάζοντας σε κείμενα την πολιτική αρετή.318
Πώς; Στρατηγικότατος και αυτοχειροτόνητος, αποφασιστικός και ανθεκτικός, μπαίνει επικεφαλής των Μυρίων και διασώζει στην Ελλάδα τούς άνδρες. Διαφεύγοντας όμως πέρασε το μεγαλύτερο μάλιστα μέρος τής ζωής του χωρίς να παίρνει μέρος στις δημόσιες υποθέσεις στην πατρίδα του λόγω τής τύχης, γιατί μη έχοντας αντιμετωπίσει καλά την Αθήνα, δεν τον έβλεπαν εκεί με ευχαρίστηση, ούτε μπορούσε και εκείνος να δει με ευχαρίστηση την πατρίδα του.319
Κατά συνέπεια έζησε μεγάλο μέρος τής ζωής του μακριά από την πόλη του, ενώ οι συμπατριώτες του δεν θεωρούσαν ότι είχε ιδιαίτερα καλή διάθεση απέναντί τους. Αγαπούσε τούς Σπαρτιάτες και ιδιαίτερα τον Αγησίλαο, με τον οποίο έζησε μαζί για πολλά χρόνια συνυπάρχοντας ευχάριστα, αποδεικνυόμενος χρήσιμος σε εκείνον και χωρίς να εξυπηρετείται καθόλου λιγότερο από εκείνον, όπως λέει ο ίδιος, σε κάθε είδους καλοσύνη, αφού δεν αμέλησε για τις ανάγκες τής ζωής του, αλλά τού δώρισε εκεί αγρό, που δεν απέφερε πολλά, αλλά τόσα εισπράττοντας τα οποία μπορούσε να ζει χωρίς προβλήματα.320
14ος αιώνας: Νικηφόρος Γρηγοράς, Ηράκλεια Ποντική και Κάθοδος των Μυρίων
Ο Νικηφόρος Γρηγοράς (1295-1360), που γεννήθηκε στην Ηράκλεια τού Πόντου (σήμερα Καραντενίζ Ερεγλί), ήταν αστρονόμος, ιστορικός και άνθρωπος τής μάθησης. Κύριο έργο του είναι η Ρωμαϊκὴ Ἱστορία σε 37 βιβλία για τα έτη 1204-1359, η οποία συμπληρώνει και συνεχίζει το έργο τού Γεώργιου Παχυμέρη. Σε κάποιο σημείο τής Ρωμαϊκής Ιστορίας του ο Νικηφόρος Γρηγοράς γράφει:321
Με τον ερχομό τής άνοιξης πλήθος Σκυθών [Μογγόλων], περνώντας τον Δούναβη, έκαναν επιδρομή στη Ρωμαϊκή Θράκη μέχρι τη θάλασσα τού Ελλησπόντου. Εδώ λοιπόν συνέβη, ώστε όταν συνάντησαν κάποιους από τούς Τούρκους, οι οποίοι με ληστρικό τρόπο περνούν συνεχώς τον Ελλήσποντο και λεηλατούν ολόκληρη την παραλιακή Θράκη, άλλους έδεσαν και τούς πήραν μαζί τους, ενώ εκείνους που αντιστάθηκαν τούς κατέσφαξαν, εχθροί τούς εχθρούς, σαν σκυλιά που πέφτουν πολλές φορές πάνω σε νεκρό σώμα.322
Η σύγκριση τού εχθρού με σκύλο δεν είναι πολύ πρωτότυπη, αλλά η συγκεκριμένη έχει θεωρηθεί ότι αποδεικνύει ότι ο Γρηγοράς είχε διαβάσει ολόκληρη την Κύρου Ανάβαση,323 που γράφει (3.2.35):
Οι εχθροί, σαν τα δειλά σκυλιά, τούς περαστικούς τούς κυνηγούν και τούς δαγκώνουν, αν μπορούν, ενώ εκείνους που τα καταδιώκουν, τούς αποφεύγουν.324
Όμως το γεγονός ότι είχε διαβάσει την Κύρου Ανάβαση προκύπτει άμεσα από επιστολή του προς τον συμπατριώτη του ηγούμενο τής μονής Χορτιάτη στη Θεσσαλονίκη, όπου ο Γρηγοράς αναφέρεται στην ιστορία τής γενέτειράς τους Ηράκλειας Ποντικής και γράφει για την πόλη τους και την Κάθοδο των Μυρίων:325
Προς τον ηγούμενο Μάξιμο τής μονής Χορτιάτη στη Θεσσαλονίκη.326
Όταν διάβαζα παλαιότερα ότι ο Θαλής ο Μιλήσιος θεωρούσε τον εαυτό του ευτυχή και ευχαριστούσε πολύ την τύχη που είχε γεννηθεί άνθρωπος και όχι θηρίο, τόσο πολύ ήθελα να φωνάξω ότι συμφωνώ με τον άνδρα, ώστε να καθίσω κάπου κοντά του χωρίς να τον κατηγορώ για τη μεγάλη απουσία του. Γιατί αν με το να γίνεται κανείς άνθρωπος, ήταν ακολούθως αναγκαίο να είναι και καλός, τότε αυτό θα ήταν επιθυμητό και δεν θα χρειαζόταν κάποιος να θεωρεί τον εαυτό του ευτυχή για κάτι από το οποίο δεν θα υπολειπόταν στην πραγματικότητα. Γνωρίζουμε όμως πολλούς, τόσο στην πατρίδα μας όσο και γείτονες, που δεν έχουν κανενός είδους εντιμότητα, για τούς οποίους από πολλές απόψεις θα ήταν καλύτερο ένα από τα δύο, δηλαδή ή να μεταβάλουμε τη φύση θηρίου που έχουν ἤ μόλις πέσουν να τούς σκεπάσουμε γρήγορα ζωντανούς με πολύ χώμα, ώστε να κερδίσουμε τα πολλά γέλια εκείνων που θα βλέπουν. Όπως είναι λοιπόν φανερό, δεν είναι σωστό να θεωρεί κάποιος έτσι απλώς τον εαυτό του ευτυχή που γεννήθηκε άνθρωπος και όχι θηρίο, αλλά να τον θεωρεί ευτυχή αν, έχοντας γεννηθεί άνθρωπος, τυχαίνει να ζει για εκείνα, για τα οποία θεωρείται κανείς ευτυχής που είναι άνθρωπος.327
Εγώ λοιπόν προφανώς θα θεωρούσα τον εαυτό μου ευτυχή και θα απεύθυνα πολλές ευχαριστίες στον Θεό, που έχοντας γεννηθεί άνθρωπος, δεν γεννήθηκα σε άλλη πόλη, αλλά στην καλύτερη που υπάρχει κάτω από τον ήλιο, εκείνη που γέννησε και σένα τον τόσο μεγάλο.328
Αποτελούν λοιπόν όντως γι’ αυτήν λόγους καύχησης οι άλλες αποδείξεις τής αρχαίας ευημερίας της και τα περισσότερα από εκείνα που λέγονται γι’ αυτήν σε ολόκληρη τη γη, αλλά και για σένα. Και για να μην αμφισβητήσει κανείς ψευδόμενος τα λεγόμενά μας, θα συνεχίσω αναφέροντας τούς λόγους.329
Kαι θα παραβλέψω να πω εκείνα που έγιναν επί τής πρώτης αυτοκρατορίας των Ασσυρίων, καθώς και εκείνα που ακολούθησαν επί Περσών και Μήδων, όταν, έχοντας περιβληθεί όλη την ισχύ τής Ασίας, έμεναν μακριά μόνο από τη δική μας πόλη, σαν να δείλιαζαν μπροστά σε φλόγα που έκαιγε δυνατά όσους πλησίαζαν. Αυτά τα θεωρώ υποστηρικτικά τής παρούσας επιστολής και δεν κρίνω ότι έχει αποφασιστική σημασία να τα αναφέρω εδώ, λόγω τού πλήθους τους.330
Αλλά οι Έλληνες που ανέβηκαν μαζί με τον Κύρο, τον απόγονο τού πρώτου βασιλιά των Περσών, ο οποίος πήρε τα όπλα και τα βέλη εναντίον συγγενούς του, όταν ο Κύρος είχε σκοτωθεί κάπου πάνω από τη Βαβυλώνα και τα Σούσα και χρειάζονταν οι Έλληνες να βγουν από εκεί για να φροντίσουν τις δικές τους υποθέσεις, αφού πέρασαν από πολλές χώρες στις οποίες συνάντησαν πολλή απονιά των βαρβάρων, ενώ έχασαν πολλούς από τούς δικούς τους, αλλά κατέβαλαν περισσότερους από τούς εχθρούς, πριν φτάσουν στη δική μας πόλη δεν βρήκαν σε κανέναν απ’ όλους εκείνους τίποτε από αυτά που χρειάζονταν ψυχές βουτηγμένες σε πολλές λύπες και σώματα ήδη αποκαμωμένα. Κάνοντας όμως χρήση τού είδους που υπήρχε στην πόλη μας, εξυπηρετήθηκαν από φιλάνθρωπους, έτοιμους πάντοτε να προσφέρουν χέρι βοήθειας σε εκείνους που υπέφεραν. Την είδαν λοιπόν σαν να έβλεπαν τον ήλιο προερχόμενοι από βαθιά νύχτα και σαν λιμάνι σωτηρίας ερχόμενοι από το πέλαγος, από κακοκαιρία και φουρτούνα.331
15ος αιώνας: Βησσαρίων, Κάθοδος των Μυρίων, Τραπεζούς και Ξενοφών
Ο Βησσαρίων (1403-1472), φωτισμένος Έλληνας κληρικός και λόγιος, γεννήθηκε στην Τραπεζούντα τού Πόντου, μαθήτευσε στον Μυστρά δίπλα στον Γεώργιο Πλήθωνα-Γεμιστό, πήρε μέρος στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1443), τάχθηκε υπέρ τής Ένωσης των Εκκλησιών ως προαπαιτούμενο για την άμυνα κατά των Τούρκων και προσχώρησε στην Καθολική Εκκλησία. Ως Καθολικός καρδινάλιος ο Βησσαρίων πέρασε την υπόλοιπη ζωή του σε προσπάθεια προώθησης ευρωπαϊκής σταυροφορίας κατά των Οθωμανών την εποχή τού πάπα Πίου Β’, στη συγκέντρωση και διάσωση χειρογράφων αρχαίων ελληνικών έργων και στην προώθηση τής αρχαιοελληνικής φιλοσοφικής γνώσης.
Ας δούμε τι έγραψε για τον Ξενοφώντα και την Κύρου Ανάβαση ο Βησσαρίων στο δεύτερο μισό τού 15ου αιώνα, στα πλαίσια τού εγκωμίου τής γενέτειράς του Τραπεζούντας:332
Οι δέκα λοιπόν χιλιάδες στρατιώτες τού Κλεάρχου, που συμμάχησαν με τον Κύρο τον Νεότερο εναντίον τού γιου τής Παρυσάτιδας Αρταξέρξη για να κατακτήσουν μαζί με τον Κύρο την εξουσία και την αυτοκρατορία των Περσών, όταν συνάντησε τον Κύρο δυστυχές τέλος τού πολέμου, αφού όχι μόνο δεν κατάφερε να πάρει στα χέρια του την εξουσία, αλλά έχασε και τη ζωή του, ενώ οι ίδιοι είχαν κατορθώσει εκείνο που τούς είχε ανατεθεί στη μάχη, σταμάτησαν ωστόσο τον πόλεμο όταν έμαθαν για τον θάνατο τού Κύρου, αλλά ούτε καν δέχθηκαν να ακούσουν για παράδοση των ιδίων και των όπλων τους, αν και παρεμποδίζονταν από στρατό εννιακοσίων χιλιάδων, ενώ κατόρθωσαν πολλά, αλλά υπέστησαν και πολλά, όταν ανέβηκαν μέχρι τα μακρινά μέρη τής Ασίας και στη συνέχεια κατέβηκαν από αυτά, προχωρώντας μέσα από την ξένη και εχθρική χώρα, σκοτώνοντας όποιον στεκόταν εμπόδιο στον δρόμο τους, αλλά υφιστάμενοι και απώλειες κάποιες φορές.333
Και δεν υπήρχε γι’ αυτούς καμία παρηγοριά, ούτε τρόπος αποφυγής των κακών και άφιξης σε κάποια πιο ανεκτή πόλη, όπου θα μπορούσαν να ξαλαφρώσουν από τον πολύ πόνο, ενώ δεν μπορούσαν να είναι ασφαλείς, αφού δεν εύρισκαν εκείνους που θα τούς δέχονταν. Γιατί φοβούνταν όλοι τούς Πέρσες και την εξουσία των Περσών που είχε έτσι γιγαντωθεί. Αυτοί όμως χρειάζονταν κάποια διέξοδο και κάποιαν ανάπαυλα. Γιατί είχαν ήδη κουραστεί, είχαν καταβληθεί και δεν θα μπορούσαν να αντέξουν άλλο, αν κάποιοι από εκείνους που υπήρχαν γύρω τους δεν τούς πρόσφεραν απαλλαγή από τα δεινά.334
Τότε λοιπόν μόνη και πρώτη η δική μας πόλη τούς υποδέχθηκε με λαμπρό τρόπο, τούς ξεκούρασε φιλικά και ευγενικά, τούς παρηγόρησε και τούς ψυχαγώγησε, προσφέροντας σε αυτούς και αγορά και τρόφιμα, ενώ τούς δέχθηκε ως συγκατοίκους και κάθισε μαζί τους στο τραπέζι με αλάτι και όλα όσα είχε καλά, χωρίς να υπολογίσει ούτε τις απειλές, ούτε τον κίνδυνο που κρεμόταν από πάνω της, ούτε ότι θα χρειαζόταν να συγκρουστεί με εκείνους, στους οποίους δεν αντιστεκόταν κανένας άνδρας, καμία πόλη, καμία φυλή, αλλά υποχωρούσαν όλοι και παραμέριζαν, πιο εύκολα από τον τρόπο με τον οποίο παρασύρονται τα βότσαλα από τα κύματα ή από τα νερά των χειμάρρων.335
Γιατί η γενναιότητα και το αήττητο στους πολέμους, καθώς και η φιλανθρωπία, η ημερότητα και η επιθυμία τους να μην αγνοήσουν και απωθήσουν ανθρώπους που ζητούσαν προστασία και μάλιστα ανθρώπους τού ίδιου γένους, τής ίδιας γλώσσας και φωνής, αθλητές τής ελευθερίας και γενναίους υπερασπιστές, όλα αυτά λοιπόν δεν έπειθαν καθόλου ότι μπορούσαν να ελέγξουν τη βαρβαρική ωμότητα, να περιφρονήσουν τις απειλές και να χλευάζουν ότι τούς τρόμαζαν, επειδή άλλωστε ήξεραν ότι ήσαν κατώτεροι των βαρβάρων και γι’ αυτόν τον λόγο θα πάθαιναν από εκείνους όσα παθαίνουν αυτοί που πηγαίνουν ενάντια στην εξουσία. Όμως οι πολίτες τής πόλης μας επέλεξαν για τη σωτηρία των ικετών τη δική τους ζημιά και δεν έβαλαν τίποτε πάνω από την υπηρεσία προς τον θεό των ικεσιών, θεωρώντας ότι έτσι διεκπεραίωναν μέγιστο και σαφέστατο δείγμα φιλανθρωπίας και μεγαλοψυχίας και τελειότατον όρο αγάπης, παραδίδοντας τούς εαυτούς τους στον κίνδυνο, προκειμένου να σώσουν τούς φίλους τους και κατακτώντας τον ένδοξο θάνατο αντί για την ένδοξη ζωή.336
Έπειτα, έχοντας αξιόλογη πολεμική ισχύ και όντας δυνατοί στις μάχες, είχαν εμπιστοσύνη στους εαυτούς τους και στην ανδρεία τους και πίστευαν ότι εύκολα θα τα υπέφεραν όλα και ότι με μεγάλη άνεση θα μάχονταν στον επερχόμενο πόλεμο, όχι με τη συνεχή εμφάνιση κάποιου θαύματος και τελικά έστω αναπολώντας την ανδρεία και τη γενναιότητα, ερχόμενοι σε αντιπαράθεση τόσο λίγοι με τόσους και τέτοιους αντιπάλους και ότι από αυτό δεν θα υφίσταντο κακό, όχι τόσο επειδή δεν το περίμεναν, αλλά δεν θα το πάθαιναν με τη συμπαράσταση τής τύχης.337
Ευτυχείς λοιπόν για όλα αυτά, αφού υποδέχθηκαν τούς πρόσφυγες και τούς πρόσφεραν τα εύλογα, φρόντισαν τόσο για την προσωρινή ασφάλειά τους, βάζοντάς τους μέσα από τα τείχη, καθώς και για τη μετέπειτα σωτηρία τους, εξασφαλίζοντας ότι θα βάδιζαν με απόλυτη ασφάλεια μέσα από φιλικές και ελληνικές πόλεις. Τα έκαναν αυτά χωρίς να φοβηθούν τούς βαρβάρους και χωρίς να υποψιαστούν τον από εκείνους προερχόμενο κίνδυνο.338
Έτσι ο Ξενοφών ο Αθηναίος, που ανέβηκε μαζί τους και με τον Κλέαρχο στην Ασία και ξαναγύρισε πάλι με εκείνους που κατέβηκαν, άνδρας διάσημος όχι μόνο για τη σοφία και τα γραπτά του, αλλά εξίσου καλός στην πολιτική επιστήμη και ικανότατος στα πολεμικά, που ήταν ένας από τούς στρατηγούς τους μετά τον θάνατο τού Κλεάρχου, ο οποίος όμως, όπως αναφέρει, ήταν εκείνος που εισηγήθηκε εκείνα που πέτυχαν, όντας κατά κάποιον τρόπο ο άρχοντας των αρχόντων και ο στρατηγός εκείνων που τούς οδηγούσαν, αυτός λοιπόν, γράφοντας για τούς Έλληνες και τον Κύρο και για εκείνη την εκστρατεία, λέει τα καλύτερα λόγια για τη δική μας πόλη, αποκαλώντας την παραθαλάσσια και ελληνική και μόνη από εκείνες που εμφανίστηκε φιλική προς αυτούς, σαν να φωνάζει και να διαμαρτύρεται ότι από τον κατοικημένο κόσμο και απ’ όλα τα μέρη τής γης από τα οποία πέρασαν και στα οποία πολλά υπέστησαν, αλλά και πολλά κατόρθωσαν, μόνη ελεύθερη και κυρία τού εαυτού της την πόλη μας είδαν, ενώ όλες οι άλλες ήσαν υποδουλωμένες.339
Γιατί τούς εχθρούς τού βασιλιά δεν έπρεπε κανείς να τούς αντιμετωπίζει σαν φίλους, αφού θα το μάθαινε αμέσως ο βασιλιάς. Γιατί αν ήσαν δικοί τους φίλοι, ήσαν ταυτόχρονα και εχθροί τού βασιλιά, με αποτέλεσμα, πριν επιδείξουν προς αυτούς φιλία, να χρειάζεται να αναζωπυρώσουν ακήρυκτο πόλεμο και μάχη προς εκείνον, πράγμα το οποίο δεν υπήρχε κανένας που να μην το καταλαβαίνει, όση δύναμη κι αν είχαν και όσο ελεύθεροι άνθρωποι και αήττητοι στην ψυχή κι αν ήσαν.340
Οι πατέρες μας λοιπόν, δεχόμενοι αυτούς στην πόλη μας και βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την έχθρα των Περσών, την οποία προκαλούσαν έτσι, τούς βοήθησαν να προχωρήσουν μέχρι τη Σινώπη και εκεί τούς κατέβασαν, εκεί που δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος, ούτε υποψία περσικού φόβου και των κινδύνων που προέρχονταν από τούς Πέρσες.341
Ο Ξενοφών στην Ιταλική Αναγέννηση
15ος αιώνας: Βησσαρίων, Μαρκιανή Βιβλιοθήκη και μετάφραση Ξενοφώντος
Με τον Βησσαρίωνα, που έζησε πριν και μετά την άλωση τής Κωνσταντινούπολης από τούς Οθωμανούς (1453), από τη Βασιλεία Ρωμαίων, την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή «Βυζαντινή», όπως αυτή ονομάστηκε για πρώτη φορά 104 χρόνια μετά την κατάλυσή της, περνάμε στην Ιταλική Αναγέννηση. Όπως είδαμε, τουλάχιστον στην περίπτωση τού Ξενοφώντος, κατά τη διάρκεια τού λατινικού Μεσαίωνα η αρχαιοελληνική γραμματεία καθόλου δεν είχε εξαφανιστεί στη χριστιανική Ανατολή, όπως είχε συμβεί στη Δύση. Υπήρχαν Λατίνοι που το γνώριζαν αυτό.342 Ο Αινείας Σίλβιος Πικκολομίνι, παπικός λεγάτος στην αυλή των Αψβούργων και αργότερα πάπας Πίος Β’, μαθαίνοντας για την άλωση έγραψε στις 12 Ιουλίου 1453 από το Γκρατς στον ανθρωπιστή πάπα Νικόλαο Ε’ στη Ρώμη:343
Θλίβομαι που η Αγία Σοφία, η πιο διάσημη εκκλησία σε ολόκληρο τον κόσμο, έχει καταστραφεί ή μολυνθεί. Θλίβομαι που αναρίθμητες βασιλικές αγίων, χτισμένες με θαυμαστή δεξιότητα, πρέπει να βρίσκονται κάτω από την ερήμωση ή μόλυνση τού Μωάμεθ. Τι πρέπει να πω για τα αναρίθμητα βιβλία, άγνωστα ακόμη στους Λατίνους, που βρίσκονταν εκεί [στην Κωνσταντινούπολη]; Αλίμονο, πόσα ονόματα μεγάλων ανδρών τώρα θα χαθούν! Πρόκειται για δεύτερο θάνατο τού Ομήρου και τού Πλάτωνος επίσης. Άραγε πού θα αναζητήσουμε τώρα τα έργα τής ιδιοφυΐας των φιλοσόφων και των ποιητών;344
Η πηγή των Μουσών έχει καταστραφεί. Ας ευχηθούμε να μάς έχει παραχωρηθεί αρκετό ταλέντο, ώστε να θρηνήσουμε αυτή την καταστροφή με τα κατάλληλα λόγια!345
… Τώρα βλέπουμε ότι το ένα από τα δύο φώτα τής Χριστιανοσύνης έχει σβήσει. Βλέπουμε την έδρα τής ανατολικής αυτοκρατορίας να έχει ανατραπεί, όλη τη δόξα που ήταν η Ελλάδα να λεκιάζεται.346
Ο Βησσαρίων, ζώντας στην Ιταλία, μετέφρασε στα μέσα τής δεκαετίας τού 1450 στα λατινικά τα Απομνημονεύματα τού Ξενοφώντος.347 Το βιβλίο αυτό τυπώθηκε στη Ρώμη το 1521.348 Το 1468 ο Βησσαρίων κληροδότησε την πλούσια συλλογή χειρογράφων του στην πόλη τής Βενετίας, που ήταν τότε το κέντρο των Ελλήνων τής διασποράς. Η συλλογή τού Βησσαρίωνος αποτέλεσε τη βάση για τη συγκρότηση τής Μαρκιανής Βιβλιοθήκης τής Βενετίας. Στον κατάλογο των ελληνικών έργων που κληροδότησε ο Βησσαρίων στην πόλη τής Βενετίας349 περιλαμβάνεται σε πάπυρο και η Κύρου Ανάβαση.350 Βέβαια ο Βησσαρίων ήταν Τραπεζούντιος και όχι μόνο είχε στην κατοχή του χειρόγραφο τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος, αλλά αναφέρθηκε επίσης σε αυτό, όπως είδαμε, σε δικό του έργο για τη γενέτειρά του. Στο ίδιο έργο ο Βησσαρίων υποστήριζε κατά τον 15ο αιώνα τη σχέση τής Τραπεζούντας με την Αθήνα, αφού η γενέτειρά του ήταν αποικία τής Σινώπης, η Σινώπη αποικία τής Μιλήτου και η Μίλητος αποικία τής Αθήνας:351
Εδώ Έλληνες άνθρωποι, αρνούμενοι να εγκαταλείψουν τη φωνή και τη γλώσσα των Ελλήνων και τιμώντας την ελευθερία και την ισονομία, κατοικούσαν μόνοι ανάμεσα στους βαρβάρους που τούς περικύκλωναν σε μεγάλους αριθμούς και στην εξουσία και τυραννία των Περσών, που είχαν μεγάλη δύναμη και είχαν υποδουλώσει τα πάντα, έχοντας αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος τής διοίκησης και τής εξουσίας και κυριαρχώντας κατά κάποιον τρόπο σε ολόκληρη τη γη.352
Αν και είχαν προσφάτως συγκροτήσει την πόλη και ενώ προφανώς ούτε πολλοί ήσαν, ούτε είχαν μεγάλη δύναμη, ωστόσο έδειξαν ευθύς εξ αρχής ότι ήσαν Έλληνες, γένος ανυπότακτο και αδούλωτο και το μόνο ελεύθερο στην ψυχή και στο σώμα, μιμούμενοι τούς προγόνους τους, τούς Σινωπείς και τούς Μιλήσιους και ακόμη παλαιότερα τούς Αθηναίους, όπου οι μεν έδωσαν στους βαρβάρους που βάδισαν εναντίον τους εκείνες τις απαντήσεις που γνωρίζουμε και παρουσίασαν πολύ αξιόλογα έργα, ενώ οι άλλοι, κατοικώντας ανάμεσα στους βαρβάρους, δεν τράπηκαν σε φυγή από αυτούς, αλλά στον βαθμό που μπορούσαν ξεσηκώνονταν για την ελευθερία εναντίον των τυράννων τής οικουμένης και απολαμβάνοντας ισοπολιτείας με εκείνους, δεν εγκατέλειψαν τίποτε σοβαρό και γενναίο ούτε τού φρονήματος ούτε τής ψυχής, ούτε παρουσίασαν κάτι ανάξιο των προγόνων και τής ελληνικής δόξας. Αλλά ως κληρονόμοι όχι μόνο τής χώρας εκείνων από την οποία είχαν σταλεί αλλά και τής αρετής τους, έκαναν τα πάντα με αναφορά σε εκείνους, έχοντάς τους ως πρότυπο και παράδειγμα, ενώ ζούσαν όντας εκ φύσεως εχθρικοί και ασυμβίβαστοι με τούς βαρβάρους, διαφέροντας πολύ από εκείνους τόσο στη γλώσσα όσο και στο φρόνημα και μη έχοντας τίποτε κοινό μαζί τους.353
Η ύπαρξη τής συλλογής τού Βησσαρίωνος στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, καθώς και η παρουσία πολυάριθμων εγγράμματων Ελλήνων στην παροικία τής Βενετίας, οδήγησαν τον Άλντο Μανούτσι (Teobaldo Manucci, Άλδο Μανούτιο, Aldus Manutius, 1449-1515) στην ίδρυση τού εκεί τυπογραφείου. Το 1490 ο Άλδος Μανούτιος εγκαταστάθηκε στη Βενετία και αμέσως μετά έδωσε στον κόσμο την Ηρώ και τον Λέανδρο τού Μουσαίου, τη Γαλεομυομαχία τού Πτωχοπρόδρομου και τον Ελληνικό Ψαλτήρα. Τα έργα αυτά δεν φέρουν χρονολογία, αλλά είναι τα πρώτα που βγήκαν από το πιεστήριό του και ο ίδιος τα αποκαλούσε «Προδρόμους τής Ελληνικής Βιβλιοθήκης». Υπάρχουν και τα τρία στη συλλογή χειρογράφων που δώρισε ο Βησσαρίων στην πόλη τής Βενετίας:354
Στο κουτί που σημειώνεται με A υπάρχουν αντίγραφα, των οποίων οι τίτλοι καταγράφονται πιο κάτω … Το βιβλίο τού Σιμπλικίου Περὶ Οὐρανοῦ, ατελές και σε αταξία. … Τα Ἐρωτήματα τού Πτωχοπροδρόμου κλπ. … Στο κουτί που σημειώνεται με Ε, βάρους 230 λιβρών, υπάρχουν τα παρακάτω βιβλία. … Ἡρὼ καὶ Λέανδρος τού Μουσαίου… Στο κουτί που σημειώνεται με V, βάρους 230 λιβρών, υπάρχουν τα παρακάτω βιβλία. … Ψαλτήρας τού Χρυσοστόμου. … Ψαλτήρας τού Χρυσοστόμου και τού ιδίου Περί παρθενίας και άλλες ωραίες προσευχές σε περγαμηνή…. Στο κουτί που σημειώνεται με 9, βάρους 230 λιβρών, υπάρχουν τα παρακάτω βιβλία. … Ψαλτήρας με τις εξηγήσεις πολλών από τούς καλύτερους Πατέρες, σε περγαμηνή…355
Ο ζήλος τού Άλδου και οι ικανότητες των Ελλήνων (Κρητικών κυρίως) επιμελητών, στοιχειοθετών και διορθωτών οδήγησαν στις σημαντικότερες στην ιστορία τής πρώιμης τυπογραφίας έντυπες εκδόσεις αρχαίων ελληνικών έργων. Πριν από τον Άλντο ελληνικά έργα είχαν εκδοθεί σε τέσσερις πόλεις: Στο Μιλάνο μεταξύ 1476 και 1493 η Γραμματική τού Λάσκαρι, ο Αίσωπος, ο Θεόκριτος, ο Ισοκράτης και ένας ελληνικός ψαλτήρας. Στη Βενετία τα Ερωτήματα τού Χρυσολωρά το 1484. Στη Βιτσέντσα ανατυπώσεις τής Γραμματικής τού Λάσκαρι και των Ερωτημάτων το 1488 και το 1490. Και στη Φλωρεντία ο Όμηρος τού Λορέντσο ντι Αλόπα (Lorenzo di Alopa) το 1488. Ο Άλδος Μανούτιος είχε τυπώσει τον Αριστοτέλη στο Τορίνο το 1495-98 (Libreria antiquaria Pregliasco, Torino). Το τυπογραφείο τού Άλδου τύπωσε στη Βενετία εννέα κωμωδίες τού Αριστοφάνη το 1498. Ακολούθησαν ο Θουκυδίδης, ο Σοφοκλής και ο Ηρόδοτος το 1502, τα Ελληνικά τού Ξενοφώντος και ο Ευριπίδης το 1503, ο Δημοσθένης το 1504.
Η πρώτη έντυπη έκδοση έργων τού Ξενοφώντος το 1503 πιστοποιείται από κατάλογο των βιβλίων τού πιεστηρίου τού Άλδου Μανούτιου, τον οποίο εξέδωσε το 2001 το Πανεπιστήμιο τής Καλιφόρνιας356 και στον οποίο διαβάζουμε:357
Έτος Έκδοσης: Περίπου 1504.
Τίτλος: Ξενοφών. Στον τόμο αυτό περιέχονται τα ακόλουθα έργα τού Ξενοφώντος: Κύρου Παιδεία. Κυνηγετικός. Λακεδαιμονίων Πολιτεία. Εγκώμιο τού Σπαρτιάτη βασιλιά Αγησίλαου. Απολογία Σωκράτους. Ιέρων ή Τυραννικός.
Περιεχόμενα: Τίτλος. Επιστολή από τον Φίλιππο Μπεροάλντο προς τον Γρηγόριο Φλίσκο. Ξενοφώντος Κύρου Παιδεία, μετάφραση Φραντσέσκο Φιλέλφο, μετάφραση από τα Ενετικά Ονιμπένε Λεονιτσένο. Πρόλογος στη Λακεδαιμονίων Πολιτεία από Φιλέλφο προς τον πάπα Νικόλαο Ε’. Μετάφραση Λακεδαιμονίων Πολιτείας από Φιλέλφο. Πρόλογος στον Αγησίλαο από Φιλέλφο προς τον πάπα Νικόλαο Ε’. Μετάφραση Απολογίας Σωκράτους από Λεονάρντο Μπρούνι. Πρόλογος στον Ιέρωνα από Μπρούνι. Μετάφραση Ιέρωνα από Μπρούνι.
Για τούς μεταφραστές που αναφέρονται σε αυτή την έκδοση, ας σημειώσουμε τα εξής:
Ο Φραντσέσκο Φιλέλφο (1398-1481) ήταν ανθρωπιστής τής Ιταλικής Αναγέννησης. Το 1419 διορίστηκε από το ενετικό κράτος στη θέση νοτάριου (γραμματέα) τού Ενετού βαΐλου τής Κωνσταντινούπολης. Έμαθε εκεί ελληνικά με δάσκαλο τον Ιωάννη Χρυσολωρά, ανηψιό τού πολύ γνωστού στην Ιταλία Μανουήλ Χρυσολωρά (1355-1415). Παντρεύτηκε τη Θεοδώρα, κόρη τού Ιωάννη Χρυσολωρά, το 1424 και επέστρεψε στην Ιταλία, όπου προώθησε τη γνώση και τη διάδοση των ελληνικών.
Ο Λεονάρντο Μπρούνι (περ. 1370-1444), μαθητής τού Μανουήλ Χρυσολωρά, ήταν Ιταλός ανθρωπιστής, ιστορικός και πολιτικός. Έχει αποκληθεί ο πρώτος σύγχρονος ιστορικός. Ως ανθρωπιστής ο Μπρούνι έπαιξε κεντρικό ρόλο στη μετάφραση στα λατινικά πολλών έργων τής ελληνικής φιλοσοφίας και ιστορίας, όπως εκείνων τού Αριστοτέλη και τού Προκόπιου. Οι Φλωρεντινοί βρήκαν την ευκαιρία να μάθουν ελληνικά, όταν η κυβέρνησή τους προσκάλεσε τον Έλληνα λόγιο Χρυσολωρά να έρθει να διδάξει στη Φλωρεντία, το έτος 1397. Ο Μπρούνι, που ήταν ένας από τούς πιο διάσημους μαθητές του, περιγράφει στα απομνημονεύματά του ως εξής την αντίδρασή του στην ευκαιρία αυτή:358
Τότε σπούδαζα Αστικό Δίκαιο, αν και δεν είχα άγνοια από άλλες επιστημονικές περιοχές και είχα αφιερώσει αρκετή προσπάθεια στη διαλεκτική και τη ρητορική. Ήμουν λοιπόν αναποφάσιστος όταν έφτασε ο Χρυσολωράς, γιατί θεωρούσα ντροπή να εγκαταλείψω τη μελέτη τού νόμου, θεωρώντας ταυτόχρονα έγκλημα κατά κάποιο τρόπο να χάσω μια τέτοια ευκαιρία να μάθω ελληνικά. Έτσι, με νεανικό πνεύμα, αναρωτιόμουν συχνά:
Όταν σού δίνεται ευκαιρία να γνωρίσεις και να συζητήσεις με τον Όμηρο, τον Πλάτωνα, τον Δημοσθένη και τούς άλλους ποιητές, φιλοσόφους και ρήτορες, για τούς οποίους λέγονται τόσο θαυμάσια πράγματα και να αποκτήσεις την υπέροχη εκπαίδευση που προέρχεται από τη μελέτη τους, θα αφήσεις τον εαυτό σου στη μοίρα του και θα στερηθείς αυτή την ευκαιρία; Θα αφήσεις να χαθεί αυτή η θεόσταλτη ευκαιρία;
Επτά αιώνες τώρα, κανένας στην Ιταλία δεν μπορεί να διαβάζει ελληνικά. Και όμως! Παραδεχόμαστε ότι από τούς Έλληνες έχουμε πάρει όλα τα συστήματα των γνώσεών μας. Άραγε λοιπόν, πόση συνεισφορά στις γνώσεις σου, πόσο μεγάλη ευκαιρία να εδραιώσεις τη φήμη σου και πόση αφθονία απόλαυσης δεν θα σού φέρει η γνώση αυτής τής γλώσσας! Υπάρχουν πολλοί διδάσκαλοι Αστικού Δικαίου και επομένως πάντοτε θα μπορείς να το μελετήσεις. Αλλά αυτός [ο Χρυσολωράς] είναι ο ένας και μοναδικός δάσκαλος ελληνικών. Αν εξαφανιστεί, δεν θα υπάρχει κανένας από τον οποίο θα μπορέσεις να μάθεις».
Κατανικημένος από τέτοια επιχειρήματα, πήγα στον Χρυσολωρά, με τέτοιο πάθος για μελέτη, που αυτά που μάθαινα ξύπνιος τη μέρα, τα επεξεργαζόμουν τη νύχτα, ακόμη και στον ύπνο μου.359
16ος αιώνας: Ιανός Λάσκαρις και μετάφραση στα λατινικά τής Κύρου Ανάβασης
O Ιανός Λάσκαρις (1445-1534) διέφυγε μικρός από την Κωνσταντινούπολη το 1453 και έφτασε στη Βενετία, έχοντας διαμείνει ενδιάμεσα στην Πελοπόννησο και στην Κρήτη. Ο Βησσαρίων τον έστειλε στην Πάδουα να σπουδάσει λατινικά και μετά τον θάνατο τού Βησσαρίωνα ο Λάσκαρις προσκλήθηκε από τον Λορέντσο Μέδικο να διδάξει στη Φλωρεντία, όπου παρέμεινε μέχρι την πτώση των Μεδίκων το 1494. Τότε εισήλθε στην υπηρεσία τής Γαλλίας, λειτουργώντας ως εκπρόσωπός της στη Βενετία από το 1503 μέχρι το 1508.
Όταν ο Λέων Ι’ έγινε ο πρώτος Μέδικος πάπας το 1510, ο Λάσκαρις προσκλήθηκε να εποπτεύσει τής λειτουργίας ελληνικού κολλεγίου στη Ρώμη. Το 1518 επέστρεψε στη Γαλλία και βοήθησε στην ίδρυση τής βιβλιοθήκης τού βασιλιά Φραγκίσκου Α’ στο Φονταινεμπλώ. Υπό τον δεύτερο Μέδικο πάπα, τον Κλήμεντα Ζ’, ο Λάσκαρις επέστρεψε στη Ρώμη για διάφορες περιόδους και πέθανε εκεί το 1534.360
Ο Ιανός Λάσκαρις μετέφρασε την Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος στα λατινικά, ύστερα από αίτημα τού Κλοντ ντε Σεϊσέλ (Claude de Seyssel, 1450-1520), τού οποίου η γαλλική μετάφραση, με βάση τη λατινική τού Λάσκαρι, διασώζεται στο Παρίσι,361 πράγμα για το οποίο ο Σεϊσέλ ευχαριστεί τον Λάσκαρι στην εισαγωγή τού βιβλίου:362
Και μαζί με μένα θα βρει κανείς και τον κύριο Ιανό Λάσκαρι…. Ευχαριστώ τον εν λόγω Λάσκαρι, που προσφέρθηκε να μού διασαφήσει και εκθέσει αυτή την ιστορία στα λατινικά, ύστερα από το οποίο μπόρεσα να μεταφράσω από τα λατινικά στα γαλλικά. Αυτό έγινε εύκολα.363
Δεν φαίνεται να διασώζονται χειρόγραφα ή τυπωμένες εκδόσεις τής λατινικής μετάφρασης τού Λάσκαρι.364
Άλλες Αναγεννησιακές λατινικές μεταφράσεις τής Κύρου Ανάβασης
Τής μετάφρασης τής Κύρου Ανάβασης τού Ιανού Λάσκαρι στα λατινικά είχε προηγηθεί εκείνη τού Λάμπους Μπιράγκους (Lampus Biragus), που είχε αφιερωθεί στον Μπόρσο ντ’ Έστε (Borso d ’ Este) μαζί με μετάφραση τού Αρταξέρξη τού Πλουτάρχου και χρονολογείται στην περίοδο τής παπικής θητείας τού Πίου Β’ (1458-64). Διασώζεται μόνο ο πρόλογος τού Μπιράγκους σε χειρόγραφο στην Αμβροσιανή Βιβλιοθήκη τού Μιλάνου. Αναφέρονται επίσης οι εξής μεταγενέστερες μεταφράσεις τής Κύρου Ανάβασης:365
(α) Μετάφραση τού κατά τα άλλα άγνωστου Κέλιους Μίκαελ Γκράντιους (Coelius Michael Gradius), διασωζόμενη σε χειρόγραφο στο Βερολίνο, χρονολογούμενη στις αρχές τού 16ου αιώνα και ίσως ιταλικής προέλευσης.
(β) Μετάφραση τού Ρωμύλους Αμασέους (Romulus Amasaeus). Στον πρόλογό του, γραμμένο στη Μπολώνια στις 31 Ιανουαρίου 1533, ο Αμασέους γράφει ότι η πρώτη δική του μετάφραση τής Ανάβασης χρονολογείται πριν περισσότερα από δώδεκα χρόνια (1521 ή νωρίτερα) και την ξαναδούλεψε με την ευκαιρία τής επίσκεψης στη Μπολώνια τού Αψβούργου αυτοκράτορα Καρόλου Ε’ (Δεκέμβριος 1532 έως Φεβρουάριος 1533). Η εργασία είναι αφιερωμένη στον Λούις ντε Άβιλα υ Θουνίγκα (Luis de Avila y Zuniga, 1500-1564), αρχιθαλαμηπόλο τού Καρόλου και ιστορικό των στρατιωτικών του κατορθωμάτων. Καθώς ο Άβιλα είχε διαβάσει για την εκστρατεία τού Ξενοφώντος στη Ζωή τού Αντωνίου τού Πλουτάρχου, ο Αμασέους προσφέρθηκε να τού δώσει κάποιο υλικό γι’ αυτήν και βρήκε την προηγούμενη μετάφραση στα χαρτιά του. Όταν ο Άβιλα ζήτησε πολλά αντίγραφα τού έργου, ο Αμασέους προτίμησε να το δώσει για εκτύπωση και όχι για αντιγραφή, παρά το γεγονός ότι φοβόταν ότι ένα μη διορθωμένο κείμενο θα μπορούσε να βλάψει τη φήμη του ως λόγιου. Στην τότε εκστρατεία τού Αψβούργου αυτοκράτορα εναντίον των Τούρκων ο Αμασέους έβλεπε αντιστοιχία με την εκστρατεία τού Ξενοφώντος, γιατί και οι δύο εκπροσωπούσαν τον αγώνα τού ευρωπαϊκού πολιτισμού εναντίον τής ασιατικής βαρβαρότητας.
(γ) Αναθεώρηση τής μετάφρασης τού Αμασέους από τον Ενρίκους Στέφανους (Henricus Stephanus) για τη δική του δίγλωσση έκδοση των Απάντων τού Ξενοφώντος το 1561.
(δ) Μετάφραση τού Γιοχάνες Λεβενκλάιους (Johannes Levvenklaius), που εμφανίστηκε μαζί με την Κύρου Παιδεία και τα Ελληνικά στον πρώτο τόμο τής έκδοσης 1569 των Απάντων τού Ξενοφώντος.
(ε) Μετάφραση Ανώνυμου από το Κέιμπριτζ (Anonymus Cantabrigiensis), που διασώζεται, μαζί με μεταφράσεις τής Αθηναίων Πολιτείας, τής Λακεδαιμονίων Πολιτείας και των Πόρων (ή Περί Προσόδων) στο Κολλέγιο Κλαιρ (Clare College), σε χειρόγραφο τού 16ου αιώνα γραμμένο στην Αγγλία.
Ο Ξενοφών και η διδασκαλία των ελληνικών στα Ελληνόπουλα
Θα κλείσουμε αυτό το κεφάλαιο με μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις παραπομπής στον Ξενοφώντα, από την εποχή τής Αναγέννησης μέχρι τις παραμονές τής ίδρυσης τού νεοελληνικού κράτους. Τώρα πια, με την ανακάλυψη τής τυπογραφίας και τη διάχυση τής γνώσης, τα έργα τού Ξενοφώντος αλλά και ολόκληρη η διασωζόμενη αρχαιοελληνική και μεταγενέστερη γραμματεία, ήσαν ευρέως διαθέσιμα.
16ος αιώνας: Νικόλαος Σοφιανός και Ξενοφών
Ο Νικόλαος Σοφιανός γεννήθηκε στην Κέρκυρα και εκπαιδεύτηκε στο Ελληνικό Γυμνάσιο τής Ρώμης. Εργάστηκε αρχικά ως αντιγραφέας ελληνικών χειρογράφων. Αρκετά ιδιόχειρα αντίγραφά του φυλάσσονται στη βιβλιοθήκη τού Παρισιού με χρονολογία περίπου 1534. Ο Σοφιανός παρατήρησε ότι στην Ελλάδα κυριαρχούσε βαθιά αγραμματοσύνη και ότι τα απαραίτητα για την μόρφωση τού λαού βιβλία ήσαν ανύπαρκτα. Συνέλαβε λοιπόν την ιδέα να γράψει και να τυπώσει βιβλία στη δημοτική γλώσσα. Ο Σάθας γράφει:366
Πρώτος ο Νικόλαος Σοφιανός σκέφτηκε να υπαγάγει σε μέθοδο και κανόνες την καθομιλουμένη ελληνική γλώσσα, η οποία, όπως ομολογεί στη λατινική προσφώνηση τής γραμματικής του προς τον καρδινάλιο Ιωάννη πρίγκηπα τής Λωρραίνης, δεν είναι καθόλου κατώτερη από εκείνη τού Πλάτωνος, τού Δημοσθένη και τού Ξενοφώντος, ενώ οι λέξεις που τη συγκροτούν είναι όχι μόνο καθαρές και γνήσιες και σε ένα βαθμό προερχόμενες από τούς αρχαιότατους χρόνους, αλλά είναι και θαυμάσια ολιγοσύλλαβες και τελικά η εκμάθησή της γίνεται εύκολη με λίγους και σταθερούς κανόνες.367
Συνέταξε Εισαγωγή στη Γραμματική και μετέφρασε στην καθομιλουμένη το Περί παίδων αγωγής τού Πλουτάρχου,368 το οποίο τύπωσε στο τυπογραφείο «τῆς οἰκίας Βαρθολομαίου τοῦ Καλλιγράφου». Ο Σοφιανός αποδίδει ως εξής το αντίστοιχο απόσπασμα:369
… Και ὁπόταν ἐγὼ ἀποβλέπω εἰς ἕνα πρὸς ἕνα πατέρα, ὁποῖοι εἶναι ὠμοὶ καὶ σκληροὶ διὰ τὴν ὕβριν τῶν παιδίων καὶ ἐντροπὴν, θέλουσιν ὅτι νὰ μηδὲν ἀνακατώνονται τὰ παιδία μἐκείνους τοὺς ἀγαπητικοὺς· καὶ διὰ τοῦτο ἐγὼ εὐλαβοῦμαι καὶ οὐδὲν θέλω νὰ γένω σύμβουλος καὶ διδάσκαλος εἰς τοῦτο. Ἀλλά, ὅταν πάλιν ἐνθυμηθῶ τὸν Σωκράτην, τὸν Πλάτωνα, τὸν Ξενοφῶντα, τὸν Κέβητα,370 καὶ ὅλον τὸν χορὸν τῶν σοφῶν ἐκείνων ἀνδρῶν, ὁποῖοι ἐδοκίμασαν τὸν ἔρωτα τῶν παιδίων καὶ ἐπαίδευσάν τα εἰς μεγάλην προκοπὴν καὶ τελεῖαν ἀρετὴν τῶν τρόπων, τότε πάλιν ἐγὼ ἔχω ἄλλην γνώμην, καὶ στέργω καὶ ἐπαινῶ τὴν γνώμην τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων.371
17ος-19ος αιώνες: Ο Ξενοφών στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (1679-1821)
Ο Φαναριώτικος Ελληνισμός και ανθρωπισμός βρήκαν την πληρέστερη ανάπτυξή τους στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, που βρίσκονταν έξω από την εμβέλεια τού σουλτάνου και την άμεση δικαιοδοσία τού Πατριαρχείου. Ήδη από το 1679 είχαν αρχίσει να εμφανίζονται ελληνικά σχολεία στη Βλαχία, που ιδρύθηκαν από τοπικούς εξελληνισμένους ηγεμόνες. Ένα χρόνο αργότερα, το 1680, ιδρύθηκε στο Βουκουρέστι Ελληνική Ακαδημία. Ιδρυτές της ήσαν οι αδελφοί Καντακουζηνοί, πρώιμοι Φαναριώτες-Ρουμάνοι «βυζαντινής καταγωγής και ελληνικού πολιτισμού».372 Ύστερα από λίγο η πρωτεύουσα τής Μολδαβίας, το Ιάσι, απέκτησε επίσης την Ελληνική του Ακαδημία και τα δύο ελληνικά ιδρύματα προσέλκυσαν τούς πιο διακεκριμένους Έλληνες εκπαιδευτικούς. Για όλη την Ελλάδα οι Ακαδημίες έγιναν πολύ σημαντικά κέντρα ανάπτυξης τής Ελληνο-Βυζαντινής εκπαίδευσης. O Ιόργκα γράφει:373
«Στη σχολή τού Αγίου Σάββα στο Βουκουρέστι διδάχτηκαν το 1707, όπως στην Ακαδημία τής Κωνσταντινούπολης, ο Όμηρος, ο Φωκυλίδης και ο Πυθαγόρας, ο Αίσωπος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης, ο Πίνδαρος, ο Ξενοφών, ο Θουκυδίδης, ο Πλούταρχος, ο Δημοσθένης, ο Ισοκράτης και στη συνέχεια από την ιερή λογοτεχνία ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός και Βυζαντινοί όπως ο Αγαπητός και ο Θεοφύλακτος Σιμοκάτης.
Χρησιμοποιούσαν τη γραμματική τού Λάσκαρι και εκείνη τού Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Κάποιος Μάρκος Πορφυρόπουλος από την Κύπρο και κάποιος Μάνος από το Άργος εργάστηκαν εκεί το 1713.
Αργότερα, γύρω στο 1720, ο μοναχός Αθανάσιος, ο οποίος καθοδηγούσε το σχολείο στο Ιάσιο, ζήτησε για τούς μαθητές του έργα τού Χρυσολωρά ή τού Κάτωνα, και “άλλες επιλογές ποίησης που χρησιμοποιούνται από αρχάριους”. Το πρόγραμμα ήταν αρκετά βυζαντινό, αντιγράφοντας όμως Ησίοδο στο Βουκουρέστι και μελετώντας την Ιλιάδα στο μαγευτικό μοναστήρι στο Βαναρέστι, κοντά στο Βουκουρέστι, που ιδρύθηκε από τον Νικόλαο Μαυροκορδάτο και είχε δίπλα βιβλιοθήκη.
Σε κατάλογο βιβλίων στο μοναστήρι τού Μπάρνοβτσι στο Ιάσιο, υπήρχαν εκτός από ανθολογία των αρχαίων ποιητών, η Οδύσσεια, η Ιλιάδα και ο σχολιασμός τού Ευστάθιου Θεσσαλονίκης, ο Θεόκριτος, ο Αισχύλος, ο Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης, ο Ξενοφών, ο Ισοκράτης, ο Δημοσθένης, το Όργανον τού Αριστοτέλη, ο Οππιανός, ο Δειπνοσοφιστής, τα έργα τού Αγίου Βασιλείου, τού Βασιλείου Σελευκείας, τού Γρηγόριου Ναζιανζηνού, τού Αγίου Ιωάννη Χρυσόστομου, τού Μάξιμου τού Πελοποννήσιου, το λεξικό Σούιδα και ο Νομοκανών τού Ματθαίου Βλαστάρη, δίπλα σε βιβλία γραμματικής από τον Λάσκαρι μέχρι τον Σεβαστό τής Τραπεζούντας και πρόσφατα θεολογικά έργα». Οι Ακαδημίες στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες διαδραμάτισαν ενεργό ρόλο στην ιστορία τής ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας. Στο Βουκουρέστι και το Ιάσι η μελέτη τής λογοτεχνίας μπορούσε τώρα να βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο ακόμη και με τις δυτικές χώρες, που ήσαν γνωστές για την επιστημονική τους παράδοση σε σχέση με την ιστορική μελέτη τής ελληνικής γλώσσας.374
18ος αιώνας: Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Κύρου Ανάβαση και Ξενοφών
Ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ (1730-1800), το πραγματικό όνομα τού οποίου δεν γνωρίζουμε, αφού εκείνο που υιοθέτησε αποτελεί αρχαιοπρεπή απόδοση τού «Μολδοβλάχος», υπήρξε δάσκαλος τού γένους και συγγραφέας, πιστός υποστηρικτής τού νεοελληνικού Διαφωτισμού. Ήταν θερμός υποστηρικτής τού Βολταίρου και πολέμιος τού σχολαστικισμού, όπως και των παλαιών παιδαγωγικών ιδεών. Πίστευε ότι τα παιδιά έπρεπε να διδάσκονται φιλοσοφία, μαθηματικά και φυσική. Διορίστηκε διευθυντής τής σχολής τού Ιασίου, όπου θέλησε να εφαρμόσει τούς πρωτοποριακούς του τρόπους διδασκαλίας. Οι μέθοδοί του τον έφεραν σε σύγκρουση με τούς συντηρητικούς και τον ανάγκασαν το 1777 να παραιτηθεί. Πήγε στο Βουκουρέστι, στη Βενετία, στην Τεργέστη και στην Βιέννη. Το 1778 σταμάτησε να διδάσκει και άρχισε να συγγράφει. Από έργο του γραμμένο το 1779 για την παιδαγωγική, βλέπουμε τη σημασία που απέδιδε στη διδασκαλία τού Ξενοφώντος:375
Ο απώτερος σκοπός τής ανάγνωσης είναι κυρίως η κατανόηση τής ελληνικής γλώσσας. Πρέπει λοιπόν να βάζουμε τα παιδιά αρχικά σε ένα συγγραφέα, τα νοήματα τού οποίου όχι μόνο να ανταποκρίνονται στη δική τους δυνατότητα κατανόησης, αλλά επίσης να τούς προκαλούν ευχαρίστηση, πράγμα το οποίο διεγείρει την περιέργειά τους και τα προθυμοποιεί περισσότερο για εκείνα που θα ακολουθήσουν. Τέτοια έργα είναι κυρίως οι λεγόμενοι μύθοι τού Αισώπου. Το πουλάκι, το σκαθάρι, ο λαγός, το αηδόνι και τα αντίστοιχα, πράγματα που είναι όλα συνήθη για τα παιδιά και προς τα οποία αυτά τρέφουν φυσική κλίση, τα προσελκύουν πολύ και λαμβάνουν μέρος στην εκπαίδευσή τους με μεγάλη προθυμία. Μετά τούς μύθους, νομίζω ότι πρέπει να τα βάζουμε στη ζωή τού Αισώπου. …376
Μετά τη ζωή τού Αισώπου, νομίζω ότι πρέπει να τα βάζουμε στο όνειρο τού Λουκιανού και πάλι ύστερα από αυτό στους νεκρικούς διαλόγους τού ίδιου συγγραφέα. …377
Μετά τον Λουκιανό, νομίζω ότι συμφέρει να τα βάζουμε στον Ηρωδιανό, έπειτα στον Αρριανό, έπειτα στην Κύρου Παιδεία, έπειτα στην ιστορία τού ίδιου Κύρου, έπειτα στην Ανάβαση τού Κύρου, που έχουν όλα γραφεί από τον Ξενοφώντα.378
18ος-19ος αιώνες: Αδαμάντιος Κοραής και Ξενοφών
Ο Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833) γεννήθηκε στη Σμύρνη από Χιώτες γονείς. Από το 1782 έζησε έξω από τη ζώνη τής Οθωμανικής δύναμης και μάλιστα στη Γαλλία, ανεξάρτητος από την ανησυχία τής Εκκλησίας ή από τη νοοτροπία και τα συμφέροντα των Φαναριωτών. Άρχισε αγώνα για τον συντονισμό τής κληρονομιάς τής αρχαίας Ελλάδας προς τις επιτεύξεις τού νεότερου δυτικού κόσμου. Πίστευε ότι το αρχαίο πνεύμα μεταφέρθηκε στη Δύση, ότι η Γαλλία ήταν διάδοχος τής αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας, ότι ο πόθος τής ελευθερίας εμφυτεύεται στην ψυχή τού ανθρώπου με την παιδεία και ότι καρπός τής παιδείας είναι η αρετή. Σκεπτόμενος έτσι, αφιέρωσε όλες τις δυνάμεις του στη «μετακένωση», όπως έλεγε, τής δυτικής παιδείας στην Ελλάδα και στην ανανέωση τής γνωριμίας τού νέου ελληνισμού με τη γραμματεία των αρχαίων: στη θεραπεία δηλαδή των δύο νοσημάτων για τα οποία έγραφε ο Μοισιόδαξ. Η περίφημη «μέση ὁδός», κανόνας πολιτικής, παιδείας και γλώσσας, τού Κοραή, εκφράζει καλύτερα από οτιδήποτε το προοδευτικό αλλά όχι επαναστατικό πνεύμα τού Διαφωτισμού: «μακρὰν ἀπὸ τὴν Σκύλλαν τῆς ἀθεΐας καὶ τὴν Χάρυβδιν τῆς δεισιδαιμονίας». Ή «μήτε τύραννοι των χυδαίων», δηλαδή των μη λογίων, των πολλών, «μήτε δούλοι τής χυδαιότητάς τους». Αυτή όμως η τοποθέτηση σήμαινε διμέτωπο αγώνα εναντίον των δύο ακροτήτων.379 Από τις σκέψεις τού Κοραή για την ελληνική παιδεία και γλώσσα δεν απουσίαζε φυσικά ο Ξενοφών:380
Προς τούς Έλληνες. …
Στη συλλογη αυτή πρέπει να βρίσκονται:
1. Μερικοί μύθοι τού Αισώπου…381
2. Μετά τούς Αισωπικούς μύθους, ας συντάξει κάποιος μια λογική επιλογή από τις μονόστιχες γνώμες τού Χρυσολωρά…382
3. Να ακολουθεί ύστερα από αυτές ολόκληρη η προς Δημόνικο παραίνεση τού Ισοκράτη.383
4. Ύστερα από αυτήν ο θαυμάσιος και θαυμάσια γραμμένος από τον Ξενοφώντα μύθος τού Προδίκου για τη νεότητα τού Ηρακλή, μύθος τού οποίου τη δύναμη γνώριζε τόσο καλά ο φιλάρετος Σωκράτης, που τον μεταχειριζόταν συνεχώς στην εκπαίδευση των νέων. …384
…Τέτοια όπλα είναι σχεδόν όλα τα ηθικά παραγγέλματα τού Σωκράτη, που βρίσκονται στον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα, αλλά πιο πολλά και πιο πειστικά στον Ξενοφώντα …385
… Από τα μεγάλα τής Ελλάδας καυχήματα ένα, ή μάλλον το πρώτο, είναι ο Σωκράτης. Όμοιό του στην αρετή, κανένα έθνος δεν γέννησε ακόμη άλλον…386
19ος αιώνας: Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος-Φυγάς, Ξενοφών και χειραφέτηση
Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (1754-1819), ο αποκαλούμενος Φυγάς, τουρκικά Φιραρής (firari), υπήρξε μεγάλος δραγουμάνος τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1783-84) και ηγεμόνας τής Μολδαβίας (1785-86). Εξαιρετικής μόρφωσης, γνώστης πολλών γλωσσών και επιδέξιος διπλωμάτης, στάλθηκε, νέος ακόμη, σε επίσημη διπλωματική αποστολή στην τότε ρωσική πρωτεύουσα, για να διαπραγματευθεί υποθέσεις τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Απέδρασε το 1786 από τη Μολδαβία, όταν ανακάλυψε ότι κινδύνευε να εκτελεστεί από τούς Τούρκους για ανατρεπτική αλληλογραφία με την Αγία Πετρούπολη. Έχοντας βρει καταφύγιο στη Ρωσία, συμμετείχε στο απελευθερωτικό κίνημα και έγινε μέλος τής Φιλικής Εταιρείας. Το 1810 δημοσίευσε ανώνυμα στη Μόσχα ποιητική συλλογή με τίτλο «Βόσπορος ἐν Βορυσθένει»,387 χαιρετίζοντας τις ελπίδες τής ελληνικής χειραφέτησης. Στη συλλογή αυτή έχει καταλογιστεί συντηρητικότητα, αντίδραση και δυσπιστία:388
«Ο Μαυροκορδάτος δημοσίευσε, χωρίς το όνομά του, το 1810, στη Μόσχα, μια ποιητική συλλογή με τον τίτλο Βόσπορος ἐν Βορυσθένει.389 Στη συλλογή αυτή, που δεν έχει αισθητική αξία, βρίσκουμε μια διασταύρωση τής παλαιάς προοδευτικότητας των Φαναριωτών μ’ ένα πνεύμα πιο συντηρητικό που θ’ αρχίσει να τούς χαρακτηρίζει: αφού οι καινούργιες γενιές, τα καινούργια γένη, φανερώνονται ανατρεπτικά, μοιραίο είναι ο φαναριωτισμός να περάσει στη συντήρηση και να φτάσει στην αντίδραση. Πρόδρομος σε αυτή τη στροφή είναι ο Βόσπορος εν Βορυσθένει. Ενώ δηλαδή από τη μια μεριά αφομοιώνει με συμπάθεια τις καινούργιες ιδέες, τις απελευθερωτικές προσπάθειες κι ελπίδες τού Γένους, από την άλλη τον βλέπουμε πολύ δύσπιστο απέναντι στη φιλοσοφία. … Η δυσπιστία αρχίζει να εκτείνεται ως την ίδια τη μάθηση.
Ένα μακρύ ποίημά του σε ζευγαρωτούς πολιτικούς στίχους, με τον τίτλο Ὄνειρον, αξίζει να κρατήσει την προσοχή μας: ο στιχουργός βρίσκεται σε ένα ωραίο φυσικό περιβάλλον με ίχνη κλασικά. Η αγάπη τής περιγραφής συνδέει τον Μαυροκορδάτο με τον περασμένο αιώνα. Ξαφνικά μια φοβερή καταιγίδα καταστρέφει τον τόπο. Η εθνική αλληγορία γίνεται εδώ φανερή ύστερα από τούς πρώτους εκατόν είκοσι στίχους. … Μέσα από την ταραχή προβάλλουν οι αρχαίοι θεοί τού Ολύμπου και συζητούν με πάθος. Θέλουν να καταστρέψουν το γένος που κατοικεί στον ευτυχισμένο αυτόν τόπο. Μάταια το γένος περιμένει την ελευθερία του από τούς ξένους. Μόνο η Αθηνά παίρνει το μέρος τού ανώνυμου αυτού γένους. Αναπτύσσει τις αρετές του, όχι μόνο τις πνευματικές και ηθικές αλλά και τις στρατιωτικές. Η Αθηνά μεταπείθει τούς θεούς, που αποφασίζουν να μην εκτελέσουν την απειλή τους. Ο τόπος ησυχάζει και πάλι, και μέσα στη γενική ευημερία παρουσιάζονται πλήθη στρατού που γυμνάζονται τακτικά. Δύο στρατάρχες, που κατάγονται ο ένας από τον Θεμιστοκλή κι ο άλλος από τον Ξενοφώντα, οδηγούν τα στρατεύματα..»
Θα κλείσουμε τις συνεχείς ελληνόφωνες αναφορές στον Ξενοφώντα από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή με το παρακάτω εκτεταμένο απόσπασμα από το ποίημα Όνειρο τού Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στην προαναφερθείσα ποιητική συλλογή390 και σε δική μας απόδοση. Το ποίημα δείχνει επίκαιρο:
Με ενοχλητικό καιρό, στα βορεινά τα μέρη,
εκεί ‘που η φύση πάσχοντας άθλια υποφέρει,
…
Για να μη βασανίζομαι από τις μαύρες σκέψεις,
στερούμενος παρηγοριά σε φίλων επισκέψεις,
Πλησίασα προς τού τζακιού τη φλόγα παγωμένος,
για να ζεστάνω το κορμί. Ένιωθα σαν χαμένος.
Και παίρνοντας στα χέρια μου βιβλίο γι’ ασχολία
εμελετούσα καθιστός παγκόσμια ιστορία.
Όμως, από την κούραση τού νου και τού κορμιού μου,
ευθύς αποκοιμήθηκα στην άκρη τού τζακιού μου.391
…
Γύρω μου άκουγα φωνές, μεγάλη φασαρία,
ανδρών, παιδιών και γυναικών σαν άλλη τρικυμία,
…
Κι ενώ βασανιζόμουνα μη βρίσκοντας τούς τρόπους,
σύννεφα βλέπω φωτεινά πιο πέρ’ από τούς τόπους.
Έβλεπα μ’ έκπληξη σ’ αυτά να είναι μαζεμένοι
οι δώδεκα παλιοί θεοί, στρυφνοί και οργισμένοι.
Έβλεπα τον Απόλλωνα, τον Δία, τον Ποσειδώνα,
τον Άρη και την Αθηνά σε φοβερόν αγώνα.
Φιλονικούσαν έντονα και μεσ’ στις φασαρίες
έσκυβαν κάτω κι έδειχναν με οργή τις κατοικίες.
Έρχονταν πια μ’ απόφαση, φώναζαν αγριεμένοι,
να τούς εξαφανίσουνε από την οικουμένη.
Να τούς εξαφανίσουνε απ’ τη σειρά των ζώντων
μαζί με αυτούς και τ’ όνομα τού γένους εκ των όντων.
Θα έφερναν κατακλυσμό τής γης εκείνης όλης,
για να χαθούν παντοτινά χώρες μαζί και πόλεις.
Και η Αθηνά φωνάζοντας ρωτούσε την αιτία
γι’ αυτή την τόσο φοβερή οργή και αδικία.
«Γιατί ‘ναι αμετάκλητη μια τέτοια τιμωρία;
Τού Δία φαίνετ’ άδικη η ετυμηγορία».392
Ο Δίας τής απάντησε με τη βαριά φωνή του
λέξη τη λέξη βγάζοντας σαν άγρια βροντή του.
«Ο λόγος τής ενάντια τους μανίας μας τής τόσης
είναι η αδιαφορία τους για αρχαίες παραδόσεις.
Τρανών ανδρών απόγονοι, απόγονοι ηρώων,
αιώνες τώρα ζουν ζωή, όμοια μ’ αυτή των ζώων!
Φέρονται σαν θηλυπρεπείς και μ’ ανοιχτό το στόμα,
χωρίς γενναίο φρόνημα, γέροι και νέοι ακόμα.
Τον ζήλο που οφείλουνε, έστω μικρή θυσία,
για την πατρίδα τους ποτέ δεν έκαναν καμία.
Κατάντησαν να γίνουνε τού κόσμου παιχνιδάκι,
παντού περιφρονούμενοι. Δεν καίγεται καρφάκι.
Βρέθηκαν κάτω από ζυγό, λαοί μαζί και τόποι,
αλλά για να βολεύονται, βρίσκονταν πάντα τρόποι.
Κι εκείνοι αδιάφοροι, ξένοι για την πατρίδα,
κακή ζωή ζουν συνεχώς, χωρίς καμιά φροντίδα.393
Βαρβάρους εκατάντησαν οι γείτονες με λόγο
να τούς χαρακτηρίζουνε, μ’ αποστροφή και ψόγο.
Και ποιο χαρακτηρίζουνε γένος με βάρβαρο ήθος;
Το γένος που τούς έλεγε κάποτε ξένο πλήθος.
Γένος που κάποτ’ άνθιζε με δόξα στη σοφία,
στα έργα τα ηρωικά και σε ψυχής ανδρεία.
Γένος που κάποτ’ έδινε νόμους στα άλλα γένη
κι ήταν πρώτο στη σύνεση σ’ όλη την οικουμένη.
Και στην ανδρεία φοβερό, σε κάθε εκστρατεία,
μα και στις γνώσεις άριστο και στη φιλοσοφία.394
Και τώρα τούς απόγονους τού περιφήμου γένους
τούς βλέπεις αξιολύπητους, φτωχούς, ταπεινωμένους,
να τούς χλευάζουν γενικά, ελεεινούς στη φύση,
αφού η ανδρεία η παλιά δεν βρίσκεται σε χρήση.
Αυτή ‘ναι η κατάσταση, τα τώρα γεγονότα,
γι’ αυτό και τα μελλούμενα θα είναι σαν τα πρώτα,
αφού αιτία τής πικρής, μαύρης τους δυστυχίας
είναι η έλλειψη κοινής γραμμής και συμφωνίας.
Όποτε η ομόνοια λείπει από ένα γένος,
σίγουρα η καταστροφή ακολουθεί με μένος.
Κι αν σε καιρό δυστυχιών τυχαίνει να λανθάνει,
φτάνει στιγμή που το κακό μ’ επιδρομή αυξάνει.395
Αυτοί όμως την ομόνοια ποτέ δεν είχαν βάση
μέσα σε τόσες συμφορές και στης ζωής τη στάση.
Το μόνο που έμαθαν καλά είναι η φιλαυτία,
η μαύρη ζήλια, οι λαμογιές και η διχογνωμία.
Κανένας το κοινό καλό τού γένους δεν φροντίζει,
μα πάντοτε για το προσωπικό συμφέρον του βαδίζει.
Τέτοιοι λοιπόν εἰν’ δυστυχώς στη σκέψη και την πράξη,
χωρίς ποτέ να μιμηθούν τού γείτονα την τάξη.
Όσο για το φιλότιμο, το πάθος τής πατρίδας,
τη μυαλωμένη επιμονή και βάση τής ελπίδας,
όσοι έχουνε, φροντίζουνε για στήριξη τού γένους
με σταθερή αντίσταση στους εναντιουμένους.
Αφού λοιπόν το χρέος τους ξεκάθαρ’ αγνοούνε,
γιατί να’ναι παράξενο που μέσ’ στη φτώχια ζούνε;396
Αλλά κι αν μάταια τρέφουνε ελπίδα βοηθείας
απ’ άλλους, ώστε να σωθούν από τη δυστυχία,
σαθρές ολότελα είν’ αυτές των στοχασμών οι βάσεις,
όπως αποδεικνύουνε τού κόσμου οι περιστάσεις.
Τού γείτονα την αρωγή, τις χάρες, όπως πρέπει,
ο τρόπος ο ηρωικός τού γένους τις προτρέπει.
Κι αυτό γιατί η υπόληψη είναι η πρώτη βάση
σε τέτοιες σαν τις τωρινές τού κόσμου περιστάσεις.397
Όταν λοιπόν δούνε καλά ότι το φρόνημά σου
είναι γενναίο, σταθερό, μαζεύονται κοντά σου.
Όμως το γένος να σωθεί, απλά αν καρτερούνε,
από γειτόνων συνδρομή, δεν είναι όπως θαρρούνε.
Γιατί θα έρθουνε στρατοί με πλήθος λεγεώνων,
αλλά ποτέ δεν θα’ ναι αυτό για το καλό τους μόνο.
Ποτέ ένα έθνος επί γης απ’ όσα έθνη άλλα
δεν βοηθήθηκε χωρίς συμφέροντα μεγάλα.398
Και το συμφέρον τώρ’ αυτών είναι σε εξουσία
πάνω στο γένος να βρεθούν, με κάθε ευκολία.
Έτσι, από υπήκοοι αυτής τής βασιλείας,
να καταντήσουν αύριο μιας άλλης δυναστείας.
Να βρίσκονται παντοτινά κάτω από ξένο χέρι,
αφού δεν σκέφτονται σωστά το γένος τι συμφέρει.
Κι έτσι το έθνος έπεσε σχεδόν σαν τούς Εβραίους,
μη έχοντας ομόνοια, ούτε ψυχής γενναίους.399
Από καιρό προσμένουμε μεταβολή καμία
τής μαύρης τους κατάστασης, μαζί με ομοφωνία,
μα βλέποντας με έκπληξη τόσο ν’ αδιαφορούνε
για την πατρίδα όλοι τους, να μην ορθοποδούνε,
αποφασίσαμε λοιπόν να καταποντιστούνε,
στον κόσμο αυτό σαν άχρηστοι που είναι να μη ζούνε.
Ν’ αφανιστούν λοιπόν κακώς σαν αίσχος των προγόνων,
ωσάν τού γένους τους ντροπή και ψόγος των γειτόνων».400
Η Αθηνά σηκώθηκε κι έλεγε με στοιχεία,
πως είν’ η απόφαση αυτή μεγάλη αδικία.
Στρεψοδικία μέγιστη, μάλιστα χωρίς λογο,
κι όλων εκεί στον Όλυμπο αυξάνοντας τον ψόγο,
«υπάρχουν», έλεγε, «σ’ αυτούς ζιζάνια αχρεία,
αλλά το γένος να χαθεί, θα είναι αδικία.
Βέβαια είναι περιττή αυτή η διχογνωμία,
γιατί επίσης προξενεί μεγάλη δυστυχία.
Κακό ‘ναι σίγουρα πολύ για όλους και στην πράξη,
τόσο για γένος ολικά, όσο για κάθε τάξη.401
Δεν πρέπει όμως γενικά τόσο μεγάλο κρίμα
να το καταλογίζετε σε κάθε γένους τμήμα.
Άψογη συμπεριφορά η φύση είν’ των ανθρώπων,
κι έτσι δεν είναι δυνατό κατά κανένα τρόπο.
Ίσως λοιπόν το γένος τους σε μερικά λαθαίνει,
αλλά των άλλων σφάλματα γενών δεν υπερβαίνει.
Δεν είναι όλα γέννημα τής ιδικής τους στάσης,
μα και τού δρόμου που τραβούν όλες οι περιστάσεις.402
Γιατί η Μοίρα δυστυχώς μόνο δεν υποτάζει
θνητούς στις αποφάσεις της, αλλά κι εμάς βιάζει.
Τη βούλησή της παρευθύς να κάνουμε όλοι πέρα,
τόσο εδώ στον Όλυμπο, μα και στης γης τη σφαίρα.
Δία, όπως τα θέλει αυτή, πάντα τα καταφέρνει
κι όπως εκείνη επιθυμεί, ο κόσμος υποφέρει.
Όσα λοιπόν ενάντια τους λέγονται μ’ αδικία,
εύκολ’ αποδεικνύονται υπέρμετρη κακία.403
Δεν είν’ ευκατοφρόνητοι, όπως τούς θεωρείτε
και ούτε καν θηλυπρεπείς, όπως το εννοείτε.
Όπως και των προγόνων τους, η τόλμη και η ανδρεία
σε περιστάσεις πάντοτε υπήρξε παρομοία.
Κανείς το θάρρος τής γερής καρδιάς τους, άνευ δόλου
με αποδείξεις ν’ αρνηθεί δεν θα μπορέσει διόλου.
Σε εκστρατείες με εχθρούς, σε μάχες τής θαλάσσης
καθώς επίσης στη στεριά έδωσαν εξετάσεις.404
Το έχουν δείξει μάλιστα στου χρόνου την πορεία
ότι με λίγη τακτική και μυαλωμένη ανδρεία,
η ναυτική η μαστοριά είναι δευτέρα φύσις
του γένους, που είν’ άξιο σε πλήθος άλλες χρήσεις.
Και επιστήμονες πολλούς και άνδρες με σοφία
βρίσκεις ανάμεσα σ’ αυτούς, χωρίς αμφιβολία.
Ποτέ απ’ την πατρίδα τους δεν λείψαν τα σχολεία,
οι μορφωμένοι δάσκαλοι, η επιστημών παιδεία.
Ούτε θα λείψουνε ποτέ των μαθημάτων χρήσεις,
αφού στην πολυμάθεια στηρίζουνε τις κλίσεις.405
Όμως, μιας και δεν έχουνε μέσα στο γένος τάξη,
την έννοια τής πολιτικής, τής τακτικής την πράξη,
άδικα μην τούς κρίνετε παντοτινά χαμένους,
αφού κάτω από ζυγό τούς βρίσκουμε δεμένους.
Κάτω από βαρβαρικούς κι από υπεροψία,
καταπατούμενους διαρκώς από την εξουσία.
Πώς άραγε μπορούν αυτοί, βρίσκοντας κάποια βάση,
να βάλουνε την ύπαρξη τού γένους τους σε τάξη;
Μπορώ να σάς το πω κι αλλιώς, γιατί καλά γνωρίζω,
ψυχή, καρδιά, παληκαριά χωρίς να ξεχωρίζω.406
Παρότι ‘ναι υπήκοοι δεσπότη σ’ όλα ξένου,
από θρησκεία κι έθιμα πολύ απομακρυσμένου,
αν έλειπε η κατάχρηση αυτής τής δυναστείας
και διοικούνταν δίκαια με τρόπους ευνομίας,
όπως η θλίψη η πολλή γεννά παραφροσύνη,
έτσι κι ο τρόπος ο καλός φέρνει ευγνωμοσύνη.
Φέρνει το χρέος σταθερής, ειλικρινούς φιλίας
σε αλλαγές των συνθηκών και τής ισορροπίας.
Και τότε οι υπήκοοι, για τούς δεσπότες μόνο,
σε κίνδυνους θα ρίχνονταν χωρίς μυαλό για πόνο.407
Γιατί το γένος έμφυτη ευγνωμοσύνη τρέφει
προς ευεργέτες γνήσιους και με χαρά συντρέχει.
Τότε η δύναμη αυτή σε Ασία και σε Δύση
τού κράτους τους, δεν θα’χε πια τόσο πολύ ξεφτίσει.
Γι’ αυτό βαδίζει στο κακό τούτη η δυναστεία,
από τις καταχρήσεις τους, την κάθε αδικία.
Και η αιτία τού κακού είναι για τη θρησκεία
η άποψή τους η σαθρή, γεμάτη αδιακρισία.
Θρησκευτικές διαφορές ποτέ δεν εμποδίζουν
τού κράτους την πολιτική. Αυτοί δεν το γνωρίζουν.408
Στης Ευρώπης τα βασίλεια, σε πάμπολλα τα μέρη
ποτέ αυτή η διαφορά κακά δεν επιφέρει.
Γιατί εκεί ο άρχοντας ποτέ δεν ασχολείται,
αν το δικό του θρήσκευμα ο κόσμος ευλαβείται.
Ούτε καν τον απασχολούν θρησκευτικές αιρέσεις,
μα τού λαού απέναντι στο κράτος οι διαθέσεις.
Όταν λοιπόν οι υπήκοοι ζούνε σε ευταξία,
σε νόμους και σε προσταγές χωρίς αντιγνωμία,
τις χάρες, τις ωφέλειες που φέρνει η βασιλεία
απολαμβάνουν όλοι τους, μαζί με ευνομία.
Και όταν ο πολύς λαός κακά δεν υπομένει
τότε των πάνω η ισχύς βέβαιη παραμένει.409
Στης Κίνας το βασίλειο τούς είδατ’ ενωμένους
τούς νικητές στα γρήγορα πλάι στους νικημένους.
Η διαφορά που έχουνε σε δόγμα και λατρεία
καθόλου δεν εμπόδισε να ζουν με αρμονία.
Σαν ένα σώμα και τα δυο τ’ αντίθετα τα γένη
δεσμό φιλίας έφτιαξαν, παντοτινά να μένει.
Κράτος λοιπόν των νικητών στέρεα εδραιώθηκε,
καθώς με τούς υπήκοους έξυπνα συνενώθηκε.410
Και χαίρονται αρμονικά, ήσυχα βασιλεύουν,
μακριά από μύριους πειρασμούς, χωρίς να κινδυνεύουν.
Να των αρχόντων φρόνηση, συμβίωσης ο τρόπος,
κι ευημερίας μέθοδος, που χαίρεται ο τόπος.411
Όμως εδώ, αντίστροφα, η τάση των ρηγάδων
είναι για καταφρόνηση τού γένους των ραγιάδων.
Εκείνοι που δεν έχουνε την πίστη τη δική τους,
νιώθουν αισχρά, αλαζονικά την περιφρόνησή τους.
Τούς τυραννούν αδιάκοπα, χωρίς καμιάν αιτία,
να τούς ξεκάνουν, να φανεί πως είναι σε δουλεία.
Κανένας όποιος απ’ αυτούς χτυπιέται μετά δόλου
δεν έχει το δικαίωμα ν’ αντισταθεί καθόλου.
Όποιος τις ύβρεις τους αυτές και τις καταφρονήσεις
δεν δέχεται παντοτινά χωρίς ανταποκρίσεις,
συκοφαντείται μονομιάς με ψευδομαρτυρία
κι αδίκαστος φορτώνεται θανάτου τιμωρία.412
Ο άνθρωπος, είναι γνωστό, σε τρία αποβλέπει
στον κόσμο όταν έρχεται και δεν τα παραβλέπει.
Σε προστασία τής τιμής και τής περιουσίας
και σε ασφάλεια ζωής, βάσεις ευημερίας.
Όμως, μέσα στο κράτος τους, άθλια και τα τρία
συνέχεια κινδυνεύουνε να γίνουνε θυσία.
Αθώος, φταίχτης, ύποπτος, μα και πιστός σε κείνους,
χωρίς καμιά διαφορά βαδίζει σε κινδύνους.413
Γι’ αυτό μεγάλος αριθμός αυτών των δυστυχούντων,
απλά για ν’ αποφύγουνε το μένος των κρατούντων,
πατρίδα και υπάρχοντα, φίλους κι αγαπημένους,
παράτησαν και έφυγαν μακριά σε τόπους ξένους.
Και φεύγουν τώρ’ από παντού με πόνο τής καρδιάς τους,
για να γλυτώσουν φεύγοντας απ’ όλα τα δεινά τους.414
Βάσανα, πόνους και καημούς τραβά αυτό το γένος
που θα καταδικάσετε άδικα και με μένος.415
Αν όμως με ρωτήσετε, «με τόση τυραννία
γιατί δεν ανακάλυψαν τρόπο για σωτηρία»,
ακόμη κι αν φανεί σωστή μια τέτοια απορία,
δεν πρέπει άκριτα να βγει η ετυμηγορία.
Πρέπει να εξετάσετε πρώτα τις περιστάσεις,
τού χρόνου τις μεταβολές, τής τύχης τις ενστάσεις,
των ηγεμόνων γύρω τους δειλίες και προλήψεις
και εξαιτίας τού ζυγού, τού γένους τις ελλείψεις.
Κι αν τα ζυγίσετε σωστά, με αμεροληψία,
δεν θα τούς κρίνετε άξιους για τέτοια τιμωρία.
Νιώθοντας σαν απόφαση τής Μοίρας τα συμβάντα
υπέφεραν αγόγγυστα, γονατιστοί τα πάντα.416
Το παλαιό βασίλειο πέρα στην Ισπανία
βρέθηκε κάποτε κι αυτό σε άλλων εξουσία,
αιώνες κάτω από ζυγό και με αφέντη ξένο,
που ‘χε θρησκεία σαν αυτών, αλλά πιο μυαλωμένο.417
(Κάνοντας σύγκριση λοιπόν κείνης τής εξουσίας
με των δικών μας, βλέπουμε διαφορά ουσίας).
Το γένος αν και βρέθηκε από κάτω ξαφνικά,
ωστόσο δεν υπέφερε παρόμοια κακά.
Ούτε έβλεπες τον βάρβαρο με τόση αλαζονεία
να τυραννάει άκριτα λαό με πειθαρχία.
Εδώ ηγεμόνες αμαθείς, εκείνοι με μαθήσεις
φιλοσοφίας, ηθικής κι επιστημών επίσης.
Έτσι και το ανθρώπινο σαν χρέος θεωρούσαν
και με καλή πολιτική σχεδίαζαν και δρούσαν.418
Όσο λοιπόν με φρόνηση το γένος διοικούσαν,
και απολάμβαν’ ο λαός όσα τού αναλογούσαν,
υπέφερε υπήκοος ξένων την εξουσία
προσφέροντας αγόγγυστα υποταγής σημεία.
Αλλ’ επειδή στους άνθρωπους αρέσει η κακία,
πιότερο σε όσους έλαχε να έχουν εξουσία,
άρχισαν έτσι και αυτών τα ήθη να χωλαίνουν
και σε κακίες συνεχείς άτακτα να προβαίνουν.
Και όπως για τον άνθρωπο, να ζει υπό δουλεία,
κάτω από ξένα έθιμα και ξένων δεσποτεία,
δυστύχημα είναι φοβερό και πλάκωμα μεγάλο,
την ευζωΐα τού λαού όταν πειράζει κι άλλο,
απελπισίας στοχασμοί κατέλαβαν το γένος
και μέθοδο απαλλαγής ζητούσε επομένως.419
Όμως οι περιστάσεις τους, όπως σε κάθε τόπο,
εδίδασκαν σαν φρόνιμο υπομονής τον τρόπο.
Κι έτσι το βάρος τού ζυγού ακόμη με ησυχία
υπέφεραν παρέχοντας υποταγής σημεία.
Κι όταν τής Μοίρας ο καιρός πλησίαζε στο τέλος
και νιώθαν τη σκλαβιά σκληρή και το πικρό της βέλος,
μαζί η γενναιότητα και η προετοιμασία
τού γένους τότε με μυαλό ξεπρόβαλλε μ’ ανδρεία.
Και τότε όλ’ η δύναμη αμέσως και με θάρρος
τίναξε όπως έπρεπε και τού ζυγού το βάρος.
Η ένδοξη προηγούμενη τής βασιλείας στάση
στηρίχτηκε με λογική πάνω σε νόμων βάση.420
Μα η εξουσία των εδώ, με τόσες αταξίες,
με μέθοδες τυραννικές, γεμάτη αδικίες,
πώς θα μπορέσει άραγε πάνω να παραμένει,
αφού στα επιζήμια το κράτος επιμένει;
Όλα, χωρίς εξαίρεση, κρέμονται από τον χρόνο,
δεμένα είναι με αυτόν, κει δίνουν λόγο μόνο.
Και επειδή τα άγνωστα, τα λάθη των ανθρώπων,
τ’ αποκαλύπτει ο καιρός που τρέχει χωρίς κόπο,
ας περιμένουμε λοιπόν τις νέες περιστάσεις,
για να φανούνε πιο καλά και οι τού γένους τάσεις.
Κι αν δεν τούς βρούμε να’ χουνε τάση για ομοψυχία
και πατριώτες γνήσιους μακριά απ’ τη φιλαυτία,
τότε τούς κρίνω και εγώ ένοχους πέρα ως πέρα,
δέχομαι την απόφαση, σιωπώ και κάνω πέρα».421
Τέτοια, για να αποτραπεί καταστροφή μεγάλη,
εφώναζε η Αθηνά μέσα στην παραζάλη.
Θαρρώντας πως το θέαμα αληθινό ήταν πράγμα,
βλέποντας τάχα ξυπνητός ψευτοθεών το τάγμα,
αγνοώντας την απόφαση τού Δία την τελευταία,
νιώθοντας η καταστροφή πως ήταν πια βεβαία,
σαν ψάρι έξω απ’ το νερό που τρέμει, σπαρταράει,
τρέμοντας έτσι σαν πουλί, που από τον φόβο σπάει,
με σκέψεις μαύρες και πικρές, προσμένοντας με ζάλη,
βλέπω ευθύς ανέλπιστη μεταβολή μεγάλη….422 …
Δύο στρατάρχες έβλεπα σαν αρχηγούς μεγάλους,
να οδηγούν το στράτευμα ενάντια σε άλλους.
Παρατηρούσα γύρω μου με προσοχή επίσης
των στρατευμάτων τις στροφές και τακτικές κινήσεις.
«Ποιοι είναι αυτοί», ερώτησα τούς θεατές, «οι δύο τους;»
Δεν είχα ακούσει ότι ευπρεπείς τούς έλεγαν στον βιό τους.
Ο ένας είν’ απόγονος τού Θεμιστοκλέους,
άνδρας, μού είπαν, μιμητής τού αρχαίου Ηρακλέους.
Κι ο άλλος είν’ απόγονος κείνου τού Ξενοφώντος
κι όπως κι εκείνος στόλισμα είν’ τής πατρίδας όντως.423
…
Κι ενώ ακόμη ήθελα να τούς ρωτήσω το άλλο,
της εκστρατείας τον σκοπό να μάθω τον μεγάλο,
Ξύπνησα και σηκώθηκα από κεί με δυσκολία,
ψάχνοντας νόημα να βρω σ’ αυτή την οπτασία.424
<-1. Ο γρίφος τού Ξενοφώντος | 3. Το ιστορικό περιβάλλον-> |