5. Υπόδειγμα χρονολόγησης για την Κύρου Ανάβαση

<-4. Πρώτη προσέγγιση τής διαδρομής 6. Διαδρομή και παρασάγγες->

Παρά τις πρώτες προσπάθειες,1 καθώς και εκείνες που ακολούθησαν,2 υπάρχει ακόμη αβεβαιότητα για τη διαδρομή των Μυρίων τού Ξενοφώντος κατά το τελευταίο στάδιο τής Καθόδου τους. Οι χάρτες που έχουν φτιαχτεί επιτρέπουν πολλούς βρόγχους τής πορείας, τόσο λόγω τού ορεινού ανάγλυφου, όσο και λόγω τού γεγονότος ότι η περιγραφή φαίνεται ότι περιλαμβάνει πάρα πολλούς παρασάγγες, ώστε να μπορέσουν αυτοί να χωρέσουν στον χάρτη.3 Επίσης στην πορεία από την Αρμενία προς την Τραπεζούντα υπάρχουν πολλά παραδείγματα πορειών μετρημένων σε παρασάγγες χωρίς κατονομαζόμενο σημείο τερματισμού.

«Κανένα λεπτομερές κείμενο που θα αναφερόταν στην ίδια διαδρομή … δεν θα άφηνε τον Ξενοφώντα να προσφέρει τόσο ασαφώς προσδιοριζόμενη εικόνα».4

Σε αυτό το κεφάλαιο εξετάζουμε μήπως αυτή η ασαφής εικόνα ήταν σκόπιμη και μήπως η αβεβαιότητα οφείλεται στην επιμονή ότι σύμφωνα με την περιγραφή τού Ξενοφώντος μια πόλη Γυμνιάς έπρεπε να βρίσκεται στην περιοχή τής σημερινής Μπαϊμπούρτ. Ελέγχουμε την υπόθεση μήπως η Γυμνιάς βρισκόταν πολύ πιο πέρα, στο Γκυουμρί τής σημερινής βορειοδυτικής Αρμενίας. Σε όρους απόστασης η υπόθεση αυτή παίρνει υπόψη της τη δήλωση τού Διόδωρου Σικελιώτη, που είναι η μόνη διασωζόμενη άλλη αρχαία πηγή για τα γεγονότα τής Καθόδου των Μυρίων, γιατί ακόμη κι αν ο Κτησίας είχε πάρει κάποιες πληροφορίες μέσω Κλεάρχου κατά τη διάρκεια τής φυλάκισης τού τελευταίου στη Βαβυλώνα και τις είχε συμπεριλάβει στα χαμένα τώρα τμήματα των Περσικών του, αυτές οι πληροφορίες δεν θα μπορούσαν να έχουν σχέση με τα γεγονότα τής Καθόδου μετά τη σύλληψη των στρατηγών από τον Τισσαφέρνη.

Σε όρους χρόνου η υπόθεσή μας παίρνει λοιπόν υπόψη τις 29 επιπλέον ημέρες που παρέχει ο Διόδωρος, δηλαδή 10 επιπλέον ημέρες πορείας από την πόλη Γυμνιάς στο όρος Θήχης (14.29.3) και 19 επιπλέον ημέρες ανάπαυσης (14.29.1).

Το αποτέλεσμα είναι διπλό: μια πρόταση για τη διαδρομή τού τελευταίου σκέλους τής καθόδου, καθώς και ένα σταθερό υπόδειγμα χρονολόγησης για ολόκληρη την Κύρου Ανάβαση.

Έλεγχοι αυτού τού υποδείγματος για εναλλακτικές ημερομηνίες παρήγαγαν σύνολο που είναι συμβατό με τις περιβαλλοντικές και κλιματικές πληροφορίες που παρέχονται στο βιβλίο. Αυτό το σύνολο ανήκει στην κατηγορία τής τοποθέτησης των γεγονότων σε χρόνο μεταγενέστερο από τον αντίστοιχο τής επικρατούσας άποψης και περιορίζει το λεγόμενο «κενό τού χιονιού»5 στον ένα επιπλέον μήνα τού Διόδωρου.

Σύγχρονες απόψεις για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων

Οι απόψεις για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων, από τη διάβαση τού ποταμού Κεντρίτη μέχρι την άφιξη στην Τραπεζούντα, δεν έχουν αλλάξει σημαντικά από την εποχή των πρωτοπόρων τού 19ου αιώνα. Μπορούμε να τις ακολουθήσουμε διαιρώντας τη διαδρομή σε τρία σκέλη.

1. Από τον ποταμό Κεντρίτη στον Φάσι

Ο Ξενοφών ονομάζει τούς ποταμούς με τη σειρά Κεντρίτη, Τηλεβόα, Ευφράτη, Φάσι. Εν γένει δεν υπάρχει αντίρρηση ότι Κεντρίτης είναι ο σημερινός Μποτάν και Φάσις ο Αράξης (Αράς). Υπάρχουν δύο ομάδες προτάσεων, βασισμένες στο κατά πόσον οι Έλληνες πορεύτηκαν επτά ημέρες δίπλα στον Αράξη, ή πορεύτηκαν αυτή την απόσταση προκειμένου να φτάσουν σε αυτόν τον ποταμό.

Η πρώτη ομάδα προτάσεων δέχεται ότι το «παρὰ τὸν ποταμόν» τού Ξενοφώντος σημαίνει ακριβώς «δίπλα στο ποτάμι». Προκειμένου λοιπόν να εφαρμόσει πορεία επτά ημερών κατά μήκος τού Αράξη, είτε προχωρά κατευθείαν προς βορρά από τη Μους στο Κιοπρουκιόι επί τού Αράξη μέσω Χουνούς θεωρώντας ότι «Ευφράτης» εδώ ήταν κάποιος δευτερεύων ποταμός, ή έχοντας διασχίσει τον «Ευφράτη» (στην περίπτωση αυτή τον Μουράτ) στο Μαντζικέρτ, στρέφεται δυτικά προς τη Χουνούς και από εκεί βόρεια προς Κιοπρουκιόι.6

Η δεύτερη ομάδα προτάσεων θεωρεί ως Τηλεβόα τού Ξενοφώντος τον τοπικό ποταμό (Καρασού) τής Μους και ως Ευφράτη τον Ανατολικό Ευφράτη (Μουράτ) στην περιοχή τού Μαντζικέρτ,7 έτσι ώστε να επιτρέπει βορειοανατολική πορεία έξι ημερών από τον Τηλεβόα στον Ευφράτη. Ερμηνεύει το «παρὰ τὸν ποταμόν» τού Ξενοφώντος ως «προς το ποτάμι»8 και εισηγείται πορεία επτά ημερών σχεδόν προς βορρά, από τον Μουράτ στο Μαντζικέρτ μέχρι τον Αράξη στο Καγιζμάν.9

2. Από τον ποταμό Φάσι στον Άρπασο

Η πρώτη ομάδα προτάσεων αρνείται πορεία κατά μήκος τού Αράξη. Η διαδρομή διασχίζει τον ποταμό και κατευθύνεται βορειοανατολικά. Διάφορες διαδρομές έχουν προταθεί, που ξεκινούν από το Καγιζμάν επί τού Αράξη και φτάνουν στο Γιουσουφέλι επί τού Τσορούχ ή σε κάποιο πιο ανατολικό σημείο επί αυτού τού ποταμού.

Η δεύτερη ομάδα πορεύεται δίπλα στον Αράξη, στις περισσότερες περιπτώσεις από το Κιοπρουκιόι μέχρι το Καγιζμάν, όπου η πορεία στρέφεται προς τα βορειοανατολικά και ταιριάζει με την προηγούμενη ομάδα προτάσεων.10

3. Από τον ποταμό Άρπασο στην πόλη Γυμνιάς και στο όρος Θήχης

Σχεδόν όλες οι προτάσεις δέχονται ως Άρπασο τον ποταμό Τσορούχ και υιοθετούν δυτική πορεία στην κοιλάδα του προς την πόλη Γυμνιάς τού Ξενοφώντος (στη Μπαϊμπούρτ). Καταφέρνουν να βολέψουν τούς 40 παρασάγγες τού Ξενοφώντος σε αυτό το τμήμα,11 αλλά δεν εξηγούν γιατί οι Μύριοι, περιπλανώμενοι και χωρίς οδηγούς, πορεύτηκαν προς τις πηγές στο φαράγγι τού ποταμού που είχαν μόλις συναντήσει. Η πορεία κατά τη ροή τού ποταμού θα ήταν πιο λογική, μικρότερου μήκους και θα τούς οδηγούσε κατευθείαν στη θάλασσα. Αν βάδισαν προς τις πηγές επειδή ήξεραν ότι ήταν η σωστή κατεύθυνση, οι προτάσεις αυτές δεν εξηγούν γιατί, όταν έφτασαν στην πόλη Γυμνιάς (Μπαϊμπούρτ), χρειάζονταν οδηγό για να τούς πάει στην Τραπεζούντα, παρά το γεγονός ότι στη Μπαϊμπούρτ είχαν μόλις φτάσει στην κύρια διαδρομή καραβανιών που κατευθυνόταν στην Τραπεζούντα.

Η αξιοπιστία τής αφήγησης τού Διόδωρου

Οι δέκα επιπλέον ημέρες πορείας, τις οποίες αναφέρει ο Διόδωρος, είναι στο βιβλίο αυτό κεντρικής σημασίας για την υπόθεση ότι η διαδρομή περνά από το Γκυουμρί τής Αρμενίας ως πόλη Γυμνιάς τού Ξενοφώντος. Απασχόλησαν άραγε τούς ερευνητές τής διαδρομής οι πρόσθετες πληροφορίες τού Διόδωρου; Ας κάνουμε μια μικρή αναδρομή. Θα ξεκινήσουμε από τον Ρένελ (1816), που υπήρξε από τούς κορυφαίους γεωγράφους, χαρτογράφους και ωκεανογράφους τής εποχής του, καθώς και από τούς πρωτοπόρους στη μελέτη τής διαδρομής των Μυρίων. Ο Ρένελ στο βιβλίο του αναφέρεται στον Διόδωρο είκοσι φορές,12 αναζητώντας πιθανές διαφορές ανάμεσα στην αφήγησή του και εκείνη τού Ξενοφώντος. Όμως ο Ρένελ δεν σχολίασε τις διαφορές που μάς ενδιαφέρουν εδώ, πράγμα το οποίο, με δεδομένη τη σχολαστική του προσέγγιση, προκαλεί απορίες. Πρέπει λοιπόν κατ’ αρχάς να προσδιορίσουμε ποια μετάφραση τού Διόδωρου βρισκόταν στη διάθεση τού Ρένελ. Προφανώς δεν είχε πρόσβαση στις ελληνο-λατινικές εκδόσεις τού Διόδωρου κατά Μπέκκερ (1853),13 Ντίντορφ (1842)14 και Λειψίας (1829).15 Εκδόθηκαν όλες μετά το βιβλίο του και αναφέρουν όλες τις δεκαεννέα ημέρες στάθμευσης και τις δεκαπέντε ημέρες πορείας. Μια αγγλική μετάφραση τού 1814 αναφέρει επίσης αυτές τις ημέρες,16 αλλά προφανώς δεν υπήρξε διαθέσιμη στον Ρένελ, αφού ο ίδιος σημειώνει στο βιβλίο του: «… καθώς το έργο αυτό γράφτηκε αρχικά το 1794 και το 1795 και ξαναγράφτηκε απλώς στην παρούσα μορφή του το 1812…».17 Ίσως ο Ρένελ είχε διαβάσει την αγγλική μετάφραση (ή ανατύπωσή της) μιας έκδοσης τού 1721.18 Πρόκειται όμως επίσης για μετάφραση τού Μπουθ και δεν μπορεί κανείς να πιστεύει ότι θα ήταν διαφορετική από εκείνη τής έκδοσης τού 1814.

Ας επιμείνουμε για λίγο ακόμη στον Ρένελ. Κατά τον Ξενοφώντα (Ανάβ. 4.8.22) οι Έλληνες, ύστερα από το επεισόδιο με το «τρελό μέλι», φτάνουν στην Τραπεζούντα με πορεία δύο ημερών. Ο Διόδωρος (14.30.3) δεν αναφέρει τη διάρκεια τής πορείας, αλλά ο Ρένελ παρατηρεί: «Μάλλον τρεις ημέρες πορείας, όπως λέει ο Διόδωρος».19 Η μετάφραση Μπουθ στην έκδοση τού 1814 γράφει στη σελ. 610: «Όταν λοιπόν συνήλθαν, ύστερα από τρεις ημέρες, έφτασαν στην Τραπεζούντα, ελληνική πόλη».20 Ο Ρένελ είχε ερμηνεύσει τη διάρκεια τής ανάνηψης ως διάρκεια τής πορείας. Άρα είχε χρησιμοποιήσει τη μετάφραση τού Μπουθ από προηγούμενη έκδοση, εκείνη τού 1721. Αν δεν έλειπε κάποια σελίδα από το βιβλίο εκείνο, ο Ρένελ έπρεπε να είχε σχολιάσει αντιστοίχως τις δεκαπέντε ημέρες πορείας προς το όρος Θήχης, αφού στην έκδοση τού 1814 το σχετικό απόσπασμα υπάρχει στην αμέσως προηγούμενη σελίδα.21 Οι πρόσθετες πληροφορίες τού Διόδωρου22 θα έδιναν απαντήσεις σε πολλά από τα ερωτήματα τού Ρένελ, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι ο Ρένελ φέρνει τούς Μύριους κοντά στο Γκυουμρί, στον άνω ρου τού ποταμού Άρπασου (Άρπα τσάι), και από εκεί πίσω πάλι στην περιοχή τού Ερζερούμ, προκειμένου να βρει μια πόλη Γυμνιάς σε απόσταση συμβατή με τις πέντε ημέρες τού Ξενοφώντος. O Ρένελ είχε επίσης παρατηρήσει το έλλειμα ανάμεσα στη συγκεντρωτική αθροιστική και στο άθροισμα τής αναλυτικής πληροφορίας:

«Είναι σωστό να αναφέρουμε, ότι ο συνολικός χρόνος ανάμεσα στη μάχη στα Κούναξα και την άφιξη τού στρατού στα Κοτύωρα, ο οποίος παρέχεται από τον Ξενοφώντα απερίφραστα ως 8 μήνες, έχει βρεθεί από τις λεπτομέρειες να είναι μόνο περίπου 7 μήνες και μία εβδομάδα. Αν ο Ξενοφών πραγματικά έγραψε 8 μήνες, τότε υπάρχει φυσικά μια ανεπάρκεια τριών εβδομάδων, η οποία δεν είναι δυνατό να καλυφθεί».23

Μάλιστα είχε υποψιαστεί ότι «ίσως η διαφορά οφείλεται στην παράλειψη ημερών στάθμευσης».24

Αφού τα σχετικά αποσπάσματα τού Διόδωρου δεν εντοπίστηκαν από τον Ρένελ, τα πράγματα στη συνέχεια ακολούθησαν κι εδώ την παραδοσιακή κατεύθυνση που επιβάλλει ένα κυρίαρχο παράδειγμα. Στα επόμενα βιβλία εκείνης τής εποχής οι αναφορές στον Διόδωρο άρχισαν να λιγοστεύουν. Ο Κίνεϊρ αναφέρει τον Διόδωρο μια μόνο φορά, σε σχέση με μια βασίλισσα των Αμαζόνων.25 Ο Έϊνσγουερθ (1844), όσον αφορά το τέταρτο βιβλίο τού Ξενοφώντος για αυτό το σκέλος τής Καθόδου, αναφέρει τον Διόδωρο μια μόνο φορά, σε σχέση με το «τρελό μέλι».26 Ο Έϊνσγουερθ (1854) δεν περιλαμβάνει αναφορές στον Διόδωρο, εκτός από μια γενική στην εισαγωγή (σελ. 269) και άλλη μια επίσης γενική σε σχέση με τις διώρυγες στη Μεσοποταμία (σελ. 294).27 Οι επτά αναφορές τού Λέιαρντ στον Διόδωρο έχουν όλες σχέση με τη Μεσοποταμία και την Ασσυρία.28

Στη σύγχρονη βιβλιογραφία, όσον αφορά τα γεγονότα και τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων, υπάρχουν ελάχιστες αναφορές στον Διόδωρο, ενώ καμία από αυτές δεν έχει σχέση με τις δικές του πρόσθετες ημέρες πορείας και στάθμευσης. Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν αναφορές στον Διόδωρο στη Σαγκόνα29 ή στον Μπρέναν.30 Ο Λη αναφέρει τον Διόδωρο δύο μόνο φορές, αλλά σε σχέση με την απουσία αναφοράς τού τελευταίου στον Ξενοφώντα.31 Ο Λέντλε αναφέρει τις επιπλέον ημέρες ανάπαυσης και πορείας τις οποίες παρέχει ο Διόδωρος (14.29.1, 3),32 αλλά δεν τις λαμβάνει υπόψη και συμπεραίνει:

«Συνυπολογίζοντας όλα, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, ότι η αναφορά τού Ξενοφώντος είναι άξια μεγαλύτερης εμπιστοσύνης».33

Όμως για γεγονότα εκείνης τής εποχής έχει σημειωθεί, ότι αν δεν υπήρχαν ο Διόδωρος, τα Ἑλληνικά Ὀξυρύγχια και ιστορικές επιγραφές, θα βρισκόμασταν στο έλεος τού Ξενοφώντος. Ας σημειώσουμε εδώ ότι Ἑλληνικά Ὀξυρύγχια είναι το όνομα που δίνεται σε ιστορία τού τέλους τού 5ου και των αρχών τού 4ου π.Χ. αιώνα στην αρχαία Ελλάδα, αποσπάσματα παπύρων τής οποίας ξεθάφτηκαν στην Οξύρυγχο, πόλη τής Άνω Αιγύπτου, 160 χλμ νότια τού Καΐρου. Ένα από τα δύο μεγάλα τμήματα, ο λεγόμενος πάπυρος Λονδίνου, που βρέθηκε το 1906, ασχολείται με τις μάχες στα τέλη τού Πελοποννησιακού Πολέμου και ιδιαίτερα τη ναυμαχία τού Νοτίου. Το άλλο, ο φλωρεντινός πάπυρος, που βρέθηκε το 1942, ασχολείται με τα γεγονότα στις αρχές τού 4ου π.Χ. αιώνα. Ολόκληρη η ιστορία φαίνεται ως συνέχιση εκείνης τού Θουκυδίδη, καλύπτοντας γεγονότα από το 411 έως το 394 π.Χ. Η ανακάλυψη τού πρώτου παπύρου το 1906 οδήγησε σε μετατόπιση τού βαθμού αξιοπιστίας που απέδιδαν οι ιστορικοί στις αρχαίες πηγές τής περιόδου. Τον 19ο αιώνα ο Ξενοφών, σύγχρονος των γεγονότων που περιέγραφε, θεωρούνταν καθολικά προτιμότερος τού πολύ μεταγενέστερου Διόδωρου Σικελιώτη. Ωστόσο ο ιστορικός τής Οξυρύγχου, το έργο τού οποίου επαινέθηκε για τον πραγματισμό και το ύφος του, σε ορισμένα βασικά ζητήματα βρέθηκε να συμφωνεί περισσότερο με την αφήγηση τού Διόδωρου παρά με εκείνη τού Ξενοφώντος. Αυτό οδήγησε σε επαναξιολόγηση τής αξίας των πηγών και οι σύγχρονοι ιστορικοί προτιμούν τώρα σε ορισμένα σημεία την αφήγηση τού Διόδωρου από εκείνη τού Ξενοφώντος, ο οποίος παραλείπει σημαντικά γεγονότα και ανθρώπους, χωρίς να είναι σαφές αν αυτό οφείλεται σε κακή μνήμη και προσωπική προκατάληψη ή στον λογοτεχνικό στόχο να τονίσει ηθικά και πολιτικά μαθήματα και όχι την πλήρη κάλυψη των γεγονότων.34

Κρατώντας κατά νου αυτό το επιχείρημα, το οποίο θα συζητήσουμε πιο κάτω, εδώ πρέπει να εξετάσουμε τις πιθανές πηγές τού Διόδωρου, όσον αφορά κυρίως τον προαναφερθέντα πρόσθετο χρόνο. Υπάρχει εδώ και πολύ καιρό η πεποίθηση ότι άμεση πηγή τού Διόδωρου είναι το έργο τού Εφόρου.35 Πρόκειται για τον μόνο συγγραφέα τον οποίον επικαλείται ο Διόδωρος (14.22.2) σχετικά με την εκστρατεία τού Κύρου:

Είχε συνολικά όχι λιγότερους από τετρακόσιες χιλιάδες στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένου τού ιππικού, όπως γράφει ο Έφορος.36

Υπάρχει αβεβαιότητα για το ποιες υπήρξαν οι πηγές που χρησιμοποίησε ο Έφορος για να αφηγηθεί αυτή την εκστρατεία. Σε γενικές γραμμές, ως πηγές του θεωρούνται κυρίως η Κύρου Ανάβασις τού Ξενοφώντος, τα Περσικά τού Κτησία και μια Ανάβασις που αποδίδεται στον Σοφαίνετο.37 Τα Περσικά τού Κτησία δεν θα μπορούσαν να έχουν σχέση με την Κάθοδο των Μυρίων μέσω Αρμενίας στην Τραπεζούντα. Ακόμη κι αν ο Κτησίας είχε αποκτήσει κάποιες πληροφορίες από τον Κλέαρχο, κατά τη διάρκεια τής φυλάκισης τού τελευταίου στα Σούσα, και είχε ενσωματώσει αυτές τις πληροφορίες στα χαμένα τμήματα των Περσικών του, οι πληροφορίες αυτές δεν ήταν δυνατό να έχουν σχέση με τα γεγονότα τής Καθόδου των Μυρίων μετά τη σύλληψη και θανάτωση των στρατηγών. Η Κύρου Ανάβασις τού Ξενοφώντος ήταν διαθέσιμη, αλλά αυτό δεν εξηγεί γιατί ο Διόδωρος καταγράφει διαφορετική από τον Ξενοφώντα διάρκεια πορείας από την πόλη Γυμνιάς στο όρος Θήχης καθώς και επιπλέον ημέρες στάθμευσης. Καθώς προηγούμενοι ερευνητές έχουν εντοπίσει μεγάλες λεκτικές ομοιότητες μεταξύ Ξενοφώντος και Διόδωρου, έχει διατυπωθεί το συμπέρασμα ότι ο Διόδωρος συμπλήρωσε το έργο τού Ξενοφώντος με μια περσική άποψη, εκείνη τού Κτησία.38 Αντίστροφα, έχει υποστηριχθεί ότι η εκδοχή τού Διόδωρου δεν εξαρτάται από τον Ξενοφώντα ως κύρια αυθεντία της, αν και φαίνεται ότι περιορισμένη ποσότητα συμπληρωματικού υλικού του προέρχεται από την Κύρου Ανάβαση.39

Όμως οι απόψεις αυτές δεν αντιμετωπίζουν το ερώτημά μας. Εδώ μάς ενδιαφέρει κυρίως όχι ποιος επηρέασε τον Διόδωρο, αλλά από πού άντλησε ο Διόδωρος τις πρόσθετες ημέρες του. Έτσι, πηγή θα μπορούσε να είναι η Ανάβασις τού Σοφαίνετου. Έχει υποστηριχθεί ότι ο Ξενοφών έγραψε αντιδρώντας σε αυτή την προγενέστερη Ανάβαση.40 Άλλοι το αμφισβητούν.41 Επιπλέον, είναι επικίνδυνο να υποστηρίζουμε ότι ένα έργο, για το οποίο γνωρίζουμε πολλά, γράφτηκε ως αντίδραση σε ένα έργο, για το οποίο γνωρίζουμε πολύ λίγα.42 Μάλιστα η Κύρου Ανάβασις τού Ξενοφώντος δεν έχει πραγματικό λογοτεχνικό αντίστοιχο, ιδιαίτερα αν αμφισβητείται η αυθεντικότητα τής αφήγησης τού Σοφαίνετου.43 Μοναδική μας πηγή για το έργο τού Σοφαίνετου είναι ο Στέφανος Βυζάντιος,44 που παραθέτει τέσσερα μόνο αποσπάσματα, τα οποία μοιάζουν με αποσπάσματα από ταξιδιωτικό βιβλίο45 και δεν απαντούν στο ερώτημά μας.

Έχει επίσης προταθεί ότι κύρια πηγή ήταν η αφήγηση τού συγγραφέα των Ελληνικών Οξυρυγχίων, η οποία μεταβιβάστηκε μέσω Εφόρου στον Διόδωρο. Πιθανότατα η αφήγηση αυτή προερχόταν κυρίως από προφορικές αναφορές και όχι από γραπτά έργα.46

Είτε λοιπόν υπήρχε Ανάβαση γραμμένη από τον Σοφαίνετο και αυτή πέρασε στα Ελληνικά Οξυρύγχια, είτε Ανάβαση γραμμένη από τον Σοφαίνετο δεν υπήρξε ποτέ και η αφήγηση στα Ελληνικά Οξυρύγχια προερχόταν κυρίως από προφορικές αναφορές, η περιγραφή αυτή μεταβιβάστηκε μέσω Εφόρου στον Διόδωρο. Πρέπει λοιπόν να αποτελεί την πηγή για τις δέκα επιπλέον ημέρες πορείας, καθώς και για τις δεκαεννέα επιπλέον ημέρες στάθμευσης, αφού, πέρα από αυτές τις διαφορές, η αφήγηση τού Διόδωρου για το συγκεκριμένο τουλάχιστον σκέλος τής Καθόδου των Μυρίων μοιάζει πολύ με εκείνη τού Ξενοφώντος. Συνεπώς, όπως έχει προταθεί, η αφήγηση τού Διόδωρου Σικελιώτη έχει σημαντική αξία και δεν πρέπει να απορρίπτεται ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ.47

Η διαχείριση των «παρεμβολών» στην Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος

Ορισμένα αποσπάσματα τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος, τα οποία χρησιμοποιούμε εδώ, θεωρούνται συχνά παρεμβολές. Στη φιλολογία, ιδιαίτερα στα αρχαία χειρόγραφα, παρεμβολή είναι ένα κομμάτι τού κειμένου, που δεν γράφτηκε από τον αρχικό δημιουργό. Καθώς μεσολαβούν συχνά πολλές γενιές ανάμεσα στο διασωζόμενο αντίγραφο ενός αρχαίου κειμένου και το πρωτότυπο, όπου κάθε χειρόγραφο είναι γραμμένο από διαφορετικόν γραφέα, με την πάροδο τού χρόνου υπάρχει ο κίνδυνος να εισάγεται εξωγενές υλικό σε τέτοια κείμενα.

Οι παρεμβολές ίσως εισάγονταν αρχικά ως αυθεντικές επεξηγηματικές σημειώσεις. Κάποιες επίσης ίσως συμπεριλήφθηκαν κάποια στιγμή στο κείμενο για δόλιο σκοπό. Οι περισσότερες όμως παρεμβολές προέκυψαν από σφάλματα και ανακρίβειες κατά τη διάρκεια τής χειρόγραφης αναπαραγωγής. Για παράδειγμα, αν ένας γραφέας έκανε λάθος κατά την αντιγραφή κειμένου και παρέλειπε μερικές γραμμές, θα προσπαθούσε να συμπεριλάβει στο περιθώριο τού κειμένου το υλικό που είχε παραλείψει.

Όμως, σε όλα σχεδόν τα χειρόγραφα, υπάρχουν και σημειώσεις περιθωρίου από αναγνώστες. Έτσι ένας επόμενος γραφέας, που θα επιχειρούσε, ίσως πολλά χρόνια αργότερα, να παραγάγει αντίγραφο αυτού τού χειρογράφου, θα δυσκολευόταν πολύ να προσδιορίσει αν μια σημείωση στο περιθώριο ήταν επανόρθωση παράλειψης τού προηγούμενου γραφέα, κομμάτι δηλαδή που έπρεπε κανονικά να συμπεριλαμβάνεται στο κείμενο, ή απλώς σημείωση ενός αναγνώστη, που έπρεπε να αγνοηθεί ή να παραμείνει στο περιθώριο. Οι ευσυνείδητοι γραφείς είχαν την τάση να αντιγράφουν οτιδήποτε υπήρχε σε ένα χειρόγραφο, αλλά σε κάθε περίπτωση το ζήτημα εξαρτιόταν από την προσωπική τους κρίση. Καθώς η διαδικασία αυτή ήταν υποκειμενική, πολλές επεξηγηματικές σημειώσεις έτειναν να συμπεριλαμβάνονται στο σώμα τού κειμένου.

Στο πρωτότυπο κείμενο τής Κύρου Ανάβασης που ακολουθεί σε αυτό το βιβλίο, οι πιθανές παρεμβολές-παράγραφοι παρουσιάζονται μέσα σε αγκύλες. Οι «παρεμβολές» αυτές περιλαμβάνονται σε όλα τα διασωζόμενα χειρόγραφα και επομένως δεν πρόκειται για μεσαιωνικές ή μεταγενέστερες προσθήκες. Θα ξεκινήσουμε με την προτελευταία παράγραφο τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος (7.8.25), στην οποία εμφανίζεται για πρώτη φορά το όνομα των Εσπεριτών (Σασπείρων). Η παράγραφος αυτή θεωρείται συχνά παρεμβολή,48 επειδή κάποια αναφερόμενα δεν φαίνεται να είναι ιστορικά ακριβή, ή επειδή λαοί έχουν παραλειφθεί, ενώ λαοί που δεν αναφέρονται στο σώμα τού κειμένου κάνουν εδώ την εμφάνισή τους.49 Έχει επίσης προταθεί, ότι η παράγραφος αυτή ίσως είναι παρεμβολή δανεισμένη από το έργο τού Σοφαίνετου.50

Η ιστορική ακρίβεια αυτής τής παραγράφου αμφισβητείται με το επιχείρημα ότι ο Κύρος και ο Τισσαφέρνης ήσαν οι σατράπες τής Λυδίας και τής Καρίας, όχι οι Αρτίμας και Αρτακάμας.51 Όμως γι’ αυτή την αναφορά έχει δοθεί η εξήγηση, ότι αναχωρώντας ο Κύρος από τις Σάρδεις για την εκστρατεία τοποθέτησε υπο-σατράπη, δηλαδή αναπληρωτή του, τον Αρτίμα.52 Άλλωστε ο Διόδωρος αναφέρει ότι ο Κύρος διόρισε Πέρσες συγγενείς του ως διοικητές τής Λυδίας και τής Φρυγίας:53

Και ο Κύρος, αφού συγκέντρωσε στις Σάρδεις τούς στρατολογημένους στη Μικρά Ασία και δεκατρείς χιλιάδες μισθοφόρους, διόρισε διοικητές τής Λυδίας και τής Φρυγίας Πέρσες συγγενείς του.54

Κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να ισχύει και για τον Αρτακάμα, αφού και ο Τισσαφέρνης είχε αφήσει την σατραπεία του στην Καρία, σπεύδοντας να συμπαραταχθεί με τον βασιλιά Αρταξέρξη Β’. Φαίνεται λοιπόν ότι την εποχή τού Διόδωρου το απόσπασμα αυτό υπήρχε στο κείμενο τής Κύρου Ανάβασης. Παρόμοια σύγχρονη εξήγηση έχει επίσης προσφερθεί γι’ αυτή την αναφορά.55 Μελετητές οι οποίοι δεν είχαν προσέξει την παραπάνω παρατήρηση τού Διόδωρου, έχουν επίσης υποστηρίξει ότι αν πρόκειται για παρεμβολή, πρέπει να είναι πολύ αρχαία.56

Για τούς λαούς που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο έχει επίσης διατυπωθεί το επιχείρημα, ότι αν πρόκειται για παρεμβολή, πρέπει να είναι πολύ αρχαία, γιατί η συγκεκριμένη τουλάχιστον είναι σαφές ότι δεν βασίζεται απλώς σε αναπαραγωγή ονομάτων από το ίδιο το κείμενο από μεταγενέστερο παρεμβολέα:

«Το απόσπασμα αυτό [7.8.25] θεωρείται γενικά παρεμβολή, αλλά, αν είναι παρεμβολή, πρέπει να είναι πολύ αρχαία, γιατί η συγκεκριμένη, τουλάχιστον, είναι σαφές ότι δεν βασίζεται απλώς σε απόσπαση ονομάτων από το ίδιο το κείμενο από μεταγενέστερο επεξεργαστή. Γιατί οι Εσπερίτες δεν αναφέρονται στο κείμενο. Σίγουρα πρόκειται για περίεργο απόσπασμα και αν έχει κάποια αξία, είναι ότι αποδεικνύει ότι οι Φασιανοί και οι Εσπερίτες (Σάσπειρες) κατοικούσαν στην Αρμενία και ότι τα όρια μεταξύ των Αρμενίων και των ανεξαρτήτων φυλών τής σατραπείας τής Μηδίας βρίσκονταν μεταξύ Φασιανών και Σασπείρων από τη μια μεριά και των Ταόχων και των ανεξαρτήτων Χαλδίων από την άλλη».57

Προτείνουμε ότι κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να έχει τη γνώση για να προσθέσει τούς Εσπερίτες και τούς Κοίτους, εκτός από κάποιον που είχε συμμετάσχει στην εκστρατεία. Όσον αφορά τούς Σκυθηνούς (Σκυτίνους κατά Διόδωρο), κανένας άλλος εκτός από τον ίδιο τον Ξενοφώντα δεν θα μπορούσε είτε να τούς εξαιρέσει από αυτόν τον κατάλογο ή να τούς συγκαλύψει κάτω από το όνομα των κατά τα άλλα άγνωστων Κοίτων, οι οποίοι δεν αναφέρονται στο κείμενο. Κρίνοντας από την επιχειρηματολογία που έχει αναπτυχθεί, φαίνεται λοιπόν ότι η απόρριψη τής γνησιότητας αυτής τής παραγράφου κάθε άλλο παρά οριστική είναι.

Ο Μπριάν πιστεύει ότι

«η χρήση τού “καταλόγου σατραπειών” στην Κύρου Ανάβαση 7.8.25 είναι πολύ επικίνδυνη και η θεωρία τού Μπιβάρ φέρει έτσι μεγάλο συντελεστή αβεβαιότητας».58

Ο Μπιβάρ απάντησε ότι

«υπέρμετρο σκεπτικισμό, φαίνεται ότι αποκαλύπτει και πάλι η κακολογία με την οποία αντιμετωπίζεται το απόκρυφο υστερόγραφο τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος (7.8.25). Το απόσπασμα αυτό, που ενδεχομένως είναι παρεμβολή (και καταστέλλεται διεστραμμένα από ορισμένους επιμελητές), έχει εμφάνιση που αντανακλά αξιόπιστη πηγή».59

Ο Λέντλε υπερασπίστηκε την Ξενοφώντεια προέλευση αυτού τού καταλόγου. Γράφει:

Αναμφισβήτητα αυτή η ενότητα δεν αποτελεί μέρος τής “Κύρου Ανάβασης”, η οποία σχεδιάστηκε και δημοσιεύθηκε ως λογοτεχνικό έργο. Ως εκ τούτου, ορθώς απορρίπτεται από τούς επιμελητές. Όμως αναμφισβήτητα αντιστοιχεί επίσης στις άλλες δύο περιλήψεις (2.2.6 και 5.5.4), τις οποίες ο Ξενοφών είχε προφανώς προσθέσει ως πρόσθετες σημειώσεις στο δικό του αντίγραφο και οι οποίες αργότερα έγιναν μέρος τής παράδοσης ενάντια στην πρόθεσή του. Στην πραγματικότητα μιλάει για τον εαυτό του σε πρώτο πρόσωπο μόνο στα σημεία 2.2.6 και 7.8.25. Επομένως μπορεί να υποτεθεί ότι αυτή η τελευταία ενότητα ανήκει επίσης στον ίδιο τον Ξενοφώντα, αλλά δεν προοριζόταν από αυτόν για δημοσίευση (τα γεγονότα δεν μπορούν να κατανοηθούν με την απλή εναλλακτική “πραγματική” ή “ψευδής”). Από αυτήν την άποψη, ο κατάλογος των ηγεμόνων [7.8.25] πρέπει να εκτιμηθεί ως πολύτιμο ιστορικό έγγραφο. Ο Λέμαν-Χάουπτ εξέτασε λεπτομερώς τις πληροφορίες που παρέχονται εκεί [7.8.25] και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αντιστοιχούν στις πραγματικές περιστάσεις και ως εκ τούτου αντανακλούν ορισμένες αλλαγές που είχαν λάβει χώρα στη διαίρεση των σατραπειών μετά τον Δαρείο Α’. Ο αναγνώστης πρέπει να παρακολουθεί στενά το γεγονός ότι ο Ξενοφών θέλει ρητά να απαριθμήσει “τούς ηγεμόνες εκείνου τού τμήματος τής χώρας τού βασιλιά από το οποίο περάσαμε”, δηλαδή τούς τοπικούς ἄρχοντες. Αυτοί ήσαν φυσικά σε μεγάλο βαθμό πανομοιότυποι με τούς σατράπες (πέρα από τούς σατράπες Βέλεσυ, Τιρίβαζο, Κορύλα και Φαρνάβαζο που αναφέρονται σε άλλα μέρη στην “Κύρου Ανάβαση”, οι Δέρνης και Ροπάρας προστίθενται εδώ). Αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούνταν επίσης “υπο-σατράπες” σε ορισμένα μέρη μεγάλων σατραπειών, όπως ο Αρτίμας [γι’ αυτόν βλέπε Μπιβάρ] και ο Αρτακάμας, ή είχαν ιδιαίτερο ειδικό καθεστώς όπως ο Συέννεσις τής Κιλικίας. Ενώ ο Τιρίβαζος, ο σατράπης τής δυτικής Αρμενίας, ονομάζεται κυβερνήτης των Φασιανών (και των άλλων άγνωστων Εσπεριτών, οι οποίοι μπορεί να ταυτιστούν με τους Σάσπειρες) μόνο επειδή το σώμα των “Μυρίων” πέρασε από την επικράτειά τους, ο Ορόντας, ο σατράπης τής Ανατολικής Αρμενίας, δεν εμφανίζεται καθόλου στον κατάλογο, επειδή οι αυτόνομοι Χάλδιοι ζούσαν στην ακραία νοτιοδυτική γωνία τής σατραπείας του, αγγίζοντας την πορεία των “Μυρίων”. Είναι σαφές ότι ο γενικός όρος τῆς βασιλέως χώρας δεν ισχύει για τον Σεύθη που αναφέρεται τελευταίος και πιθανώς αυτό υπονοείται έμμεσα από την αναφορά στην Ευρώπη. Ωστόσο πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχει μια γλωσσική ασάφεια εδώ. Καμία δήλωση δεν μπορεί να γίνει για τούς Κοίτους, που κατονομάζονται μεταξύ των Μοσσυνοίκων και των Τιβαρηνών (μόνο σε αυτό το σημείο). Συνολικά, η σειρά των τόπων που διασχίστηκαν και των ἀρχόντων τους τηρείται αυστηρά στον κατάλογο. Δεδομένου ότι αυτός περιέχει πολλά ονόματα που δεν αναφέρονται διαφορετικά στην “Κύρου Ανάβαση”, δεν μπορεί να έχει αναπτυχθεί από παρεμβολέα. Μια άλλη ερώτηση είναι πώς γνώριζε ο Ξενοφών τα επιπλέον ονόματα. Εκτός από το δικό του ημερολόγιο, τα “Περσικά” τού Κτησία και η “Ανάβαση” τού Σοφαινέτου πρέπει να θεωρούνται πηγές».60

Υπάρχουν τρεις ακόμη παράγραφοι στην Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος (2.2.6, 5.5.4 και 7.8.26), που σχετίζονται με αθροιστικές πληροφορίες χρόνου και απόστασης. Οι παράγραφοι αυτές χρησιμοποιήθηκαν εδώ, αλλά θεωρούνται επίσης παρεμβολές.61 Όμως ήδη από τα τέλη τού 19ου αιώνα διατυπώνονταν απόψεις ότι οι παράγραφοι αυτές δεν αποτελούσαν μεταγενέστερες παρεμβολές, αλλά προσθήκες από κάποιους κοντά στον Ξενοφώντα. Μια τέτοια δημοσιευμένη άποψη δέχτηκε την εξής κριτική:

«Αυτό το εξεζητημένο και κάπως φλύαρο άρθρο εκθέτει τη θεωρία ότι πολλά χωρία τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος δεν αποτελούν μεταγενέστερες παρεμβολές, αλλά προσθήκες, κατά πάσα πιθανότητα, από τον πρώτο επιμελητή ή κάποιον κοντά στον Ξενοφώντα. Φυσικά, υπάρχουν προσθήκες χονδροειδέστερες και αρκετά προφανούς είδους, όπως οι περιλήψεις στην αρχή των βιβλίων II, III, IV, V και VII, καθώς και η γενική περίληψη των φυλών και των εθνών στο τέλος τής Κύρου Ανάβασης…. Το [κρινόμενο] άρθρο μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμο για την παρουσίαση μιας σύνοψης αμφίβολων ή δύσκολων χωρίων στην Κύρου Ανάβαση. Ταυτόχρονα δεν μπορεί κανείς παρά να αισθάνεται, ότι ο κριτικός έψαξε γύρω για περισσότερο υλικό, όταν ολοκληρώθηκε η πρόσοψη τής κριτικής του μομφής. Αυτή είναι η εντύπωση που δίνουν οι επικρίσεις του στην παρ. 3.4.7 (Λάρισα και Μέσπιλα), όπου οι μικρές δυσκολίες επεκτείνονται σημαντικά και όπου τα σχόλιά του επί λεπτομερειών φαίνονται προκατειλημμένα υπέρ τής γενικής θεωρίας του».62

Πριν εξετάσουμε χωριστά καθεμιά από αυτές τις τρεις παραγράφους, ας δούμε τα βασικά σημεία τής επιχειρηματολογίας ότι πρόκειται για παρεμβολές. Ένα πρώτο είναι ότι σε μια από αυτές (2.2.6) ο Ξενοφών φέρεται να μιλά σε πρώτο ενικό πρόσωπο, ενώ σε ολόκληρο το βιβλίο μιλά σε τρίτο ενικό. Αληθεύει όμως αυτό; Παραβλέποντας φυσικά τις περιπτώσεις όπου ο Ξενοφών στους λόγους του μιλά σε πρώτο πρόσωπο, υπάρχει και άλλη σε πρώτο πρόσωπο αναφορά στην Κύρου Ανάβαση: για παράδειγμα στη νεκρολογία τού Κύρου:

Από αυτά που ακούω, πιστεύω ότι κανένας άνθρωπος, Έλληνας ή βάρβαρος, δεν αγαπήθηκε ποτέ από μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων.63

Ένα δεύτερο σημείο είναι ότι σε δύο από αυτές τις παραγράφους (5.5.4 και 7.8.26) και μόνο σε αυτές σε ολόκληρο το βιβλίο εμφανίζεται η λέξη «κατάβασις» για να περιγράψει την πορεία επιστροφής, την «Κάθοδο των Μυρίων». Ωστόσο αυτή ακριβώς η λέξη εμφανίζεται πολλές φορές στο έργο τού Ξενοφώντος.64

Κι ένα τρίτο σημείο είναι ότι μόνο στις τρεις αυτές παραγράφους μετατρέπονται οι παρασάγγες στα ισοδύναμά τους στάδια. Βέβαια αποστάσεις σε στάδια παρέχονται συχνά στην Κύρου Ανάβαση,65 ενώ σε μια ακόμη περίπτωση ο Ξενοφών εκτιμά την απόσταση των Μυρίων από την πατρίδα σε χιλιάδες στάδια:

Βρίσκονταν μακριά από την Ελλάδα περισσότερα από δέκα χιλιάδες στάδια.66

Οπωσδήποτε τα επιχειρήματα αυτά δεν μοιάζουν ακλόνητα, αλλά ας δούμε τις παραγράφους μία-μία.

Στην πρώτη από τις τρεις αυτές παραγράφους (2.2.6) οι ημέρες πορείας και οι παρασάγγες τής Ανάβασης μέχρι τα Κούναξα μετρούνται αθροιστικά από την Έφεσο και όχι από τις Σάρδεις, όπως στο σώμα τού κειμένου. Αυτό έχει γίνει κατανοητό εδώ και καιρό. Για παράδειγμα:

«Καθώς ο Ξενοφών, στο πρώτο βιβλίο, έχει απαριθμήσει μόνο 84 μέρες πορείας, 517 παρασάγγες, που αντιστοιχούν σε 15.510 στάδια, ο Zeune πιστεύει ότι οι 9 μέρες πορείας και οι 18 παρασάγγες, που προστέθηκαν εδώ, πρέπει να κατανοηθούν ως η διαδρομή από την Έφεσο στις Σάρδεις. Ο Krueger έχει την τάση να θεωρεί το απόσπασμα αυτό ως παρεμβολή».67

Ωστόσο ο Ξενοφών μάς έχει πει ότι έφτασε στην Έφεσο με πλοίο (Ανάβ. 3.1.8):

Έτσι, χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση, ο Ξενοφών θυσίασε στους θεούς που είχε κατονομάσει το μαντείο και ξεκίνησε το ταξίδι του με πλοίο.68

Η Έφεσος ήταν το κύριο λιμάνι τής περιοχής και συνδεόταν οδικά με τις Σάρδεις,69 ενώ ο Ξενοφών έχει επίσης πει ότι ξεκίνησε από την Έφεσο το χερσαίο ταξίδι του (Ανάβ. 6.1.23):

Όταν ξεκινούσε από την Έφεσο για να τον συστήσουν στον Κύρο…70

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (5.54) η απόσταση Εφέσου-Σάρδεων ήταν 540 στάδια, τα οποία, με 30 στάδια στον παρασάγγη (5.53), ήσαν 18 παρασάγγες. Η απόσταση Εφέσου-Σάρδεων, όπως προκύπτει από την παράγραφο 2.2.6, συμπίπτει λοιπόν με την απόσταση που παρέχει ο Ηρόδοτος, αφού, αφαιρώντας το άθροισμα των παρασαγγών στα αναλυτικά στοιχεία τού Ξενοφώντος για το σκέλος Σάρδεις-Κούναξα (517 παρασάγγες) από τούς αθροιστικούς παρασάγγες σε αυτή την «παρεμβολή» (535 παρασάγγες), η απόσταση είναι πάλι 18 παρασάγγες. Όμως η διάρκεια τού ταξιδιού δεν συμπίπτει. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (5.54), το ταξίδι κρατούσε τρεις ημέρες. Αλλά αφαιρώντας το άθροισμα των ημερών πορείας στα αναλυτικά στοιχεία τού Ξενοφώντος για το σκέλος Σάρδεις-Κούναξα (86 ημέρες πορείας) από τις αθροιστικές ημέρες πορείας σε αυτή την «παρεμβολή» (93 ημέρες πορείας), υπάρχουν 7 ημέρες πορείας μεταξύ Εφέσου και Σάρδεων αντί για τις 3 ημέρες πορείας τού Ηροδότου. Θα ήταν λοιπόν παράξενο να αντιγράψει ένας παρεμβολέας την απόσταση από τον Ηρόδοτο, αλλά να εισαγάγει την προσωπική του αυθαίρετη εκτίμηση για τη διάρκεια τού ταξιδιού, εκτίμηση μάλιστα που διαφέρει από εκείνη τού Ηροδότου, η οποία περιλαμβάνεται στο ίδιο απόσπασμα, στο οποίο προσδιορίζεται η απόσταση.

Η δεύτερη παράγραφος (5.5.4) παρέχει αθροιστικά ημέρες και παρασάγγες τής Καθόδου των Μυρίων από τα Κούναξα στα Κοτύωρα. Δικαιούται παρατήρησης όμοιας με εκείνη που αναφέρθηκε προηγουμένως.71 Αν πρόκειται για παρεμβολή, πρέπει να είναι πολύ αρχαία, γιατί δεν πρόκειται για άθροισμα βασισμένο στην πρόσθεση αριθμών από το σώμα τού κειμένου. Εδώ οι ημέρες και οι παρασάγγες διαφέρουν από τα αθροίσματα που προκύπτουν από την πρόσθεση των αριθμών στο κείμενο που έχει προηγηθεί. Μάλιστα ο αθροιστικός αριθμός ημερών σε αυτή την παράγραφο ισούται, όπως δείξαμε, με το άθροισμα τού αριθμού ημερών στο κείμενο τού Ξενοφώντος και των πρόσθετων 29 ημερών πορείας και στάθμευσης που αναφέρει ο Διόδωρος. Αξίζει λοιπόν τον κόπο να εξεταστεί, μήπως δεν πρόκειται απλώς για σύμπτωση.

Τέλος η τρίτη παράγραφος (7.8.26) παρέχει αθροιστικά ημέρες και παρασάγγες για την Ανάβαση και την Κάθοδο από την Έφεσο στα Κοτύωρα. Εδώ οι αριθμοί ημερών και παρασαγγών έπρεπε να αποτελούν τα αθροίσματα των αντίστοιχων αριθμών στις δύο προηγούμενες «παρεμβολές». Αυτό ισχύει για τις ημέρες, αλλά, όπως σημειώσαμε, η διάνυση που αναφέρεται είναι 5 παρασάγγες μικρότερη από το αντίστοιχο άθροισμα. Επίσης υπάρχει σφάλμα στη μετατροπή παρασαγγών σε στάδια, με αποτέλεσμα η σχέση παρασάγγη προς στάδιο να μην είναι 30, όπως στις δύο προηγούμενες «παρεμβολές», αλλά να είναι παραδόξως 29,79. Αυτά αποτελούν ενδείξεις απόπειρας χειραγώγησης, η οποία δύσκολα μπορεί να αποδοθεί σε παρεμβολέα. Ο Λέντλε γράφει:72

«Για την προσωπική του “Ανάβαση” από την Έφεσο μέχρι τα Κούναξα ο Ξενοφών υπολόγισε 93 σταθμούς και 535 παρασάγγες ή 16.050 (= 30 x 535) στάδια (2.2.6), ενώ για την “Κατάβαση” τού στρατού από τα Κούναξα μέχρι τα Κοτύωρα [υπολόγισε] 122 σταθμούς και 620 παρασάγγες ή 18.600 (= 30 x 620) στάδια (5.5.4). Ο τελικός υπολογισμός [7.8.26] συνίσταται τώρα απλώς στην πρόσθεση των προαναφερθέντων αριθμών. Όμως μόνο οι [93 + 122 =] 215 σταθμοί προσδιορίζονται σωστά. Αντίθετα, σφάλματα έχουν παρεισφρύσει στους μεγάλους αριθμούς: Έτσι εδώ παρέχονται 1.155 αντί για τους σωστούς 1.150 παρασάγγες και 34.255 (= 29.7869 x 1.150) αντί για τα σωστά 34.650 (= 30 x 1.150) στάδια. Είναι προφανές ότι αυτοί οι αποκλίνοντες αριθμοί δεν έχουν ιστορική εγγενή αξία. Όπως συμβαίνει συχνά με μεγάλους αριθμούς σε αρχαία κείμενα, έχουν παραμορφωθεί κατά τη [χειρόγραφη] αναπαραγωγή. Δεδομένου ότι τα πρωτότυπά τους είναι σαφώς εμφανή, οι συντάκτες πρέπει να τούς διορθώσουν χωρίς δισταγμό. Ο Ξενοφών όρισε τον απαιτούμενο χρόνο για την “Ανάβαση” σε 7 μήνες και για την “Κατάβαση” μέχρι τα Κοτύωρα σε 8 μήνες (5.5.4). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τού Γκάσνερ (1-12), αυτά συνέβησαν από τον μήνα Μάιο τού 401 π.Χ. μέχρι τον Ιούλιο τού 400 π.Χ.»

Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι οι ερευνητές, λόγω αδυναμίας κατανόησης τού σκοπού μιας αντίφασης, δημιουργούν πολλαπλές «ιστορικιστικές» υποθέσεις (χρονολόγηση, παρεμβολές κλπ.), προσπαθώντας να την εξαλείψουν.73 Στο βιβλίο αυτό θα χρησιμοποιήσουμε και τις τέσσερις παραπάνω παραγράφους που έχουν χαρακτηριστεί «παρεμβολές» και θα προσπαθήσουμε να παράσχουμε εξηγήσεις για τις αντιφάσεις ανάμεσα σε αυτές και στο υπόλοιπο κείμενο τού Ξενοφώντος.

Η προτεινόμενη διαδρομή

Σύμφωνα με τον Λέντλε, κατά τη διάσχιση τού Κεντρίτη και την είσοδο στην Αρμενία τον στρατό αποτελούσαν 20.000 περίπου άτομα.74 Η διαδρομή που προτείνεται εδώ υποθέτει ότι μια φάλαγγα χιλιάδων ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων συνοδών, ομήρων κλπ., έπρεπε να ακολουθεί καθορισμένους δρόμους.

Αναλαμβάνουμε τη διαδρομή τής Καθόδου κατά την έξοδο από τη χώρα των Καρδούχων διασχίζοντας τον ποταμό Κεντρίτη (σήμερα Μποτάν) και την είσοδο στην Αρμενία. Διέσχισαν τον ποταμό στις 8 Φεβρουαρίου 400. Ο τρόπος υπολογισμού των ημερομηνιών συζητιέται πιο κάτω σε αυτό το κεφάλαιο.

Προχώρησαν βόρεια για 5 παρασάγγες φτάνοντας σε μεγάλο χωριό με παλάτι. Η απόσταση ανάμεσα στο προτεινόμενο σημείο διέλευσης (2 χλμ βόρεια τού Τσάτεπε)75 και τη Σιρτ είναι 31 χλμ, 5,4 παρασάγγες.76

Πέρασαν κοντά από τις πηγές τού Ανατολικού Τίγρη ύστερα από πορεία 10 παρασαγγών. Η διαφορά μεταξύ τής απόστασης που αναφέρεται από τον Ξενοφώντα και τής πραγματικής απόστασης μεταξύ Σιρτ και Μπιτλίς (99 χλμ ή 17,2 παρασάγγες) έχει οδηγήσει σε προτάσεις για κατευθείαν προς βορρά πορεία από τη Σιρτ στη Μους, αν και άλλοι δεν βλέπουν τέτοια εναλλακτική λύση.77

Συνέχισαν για 15 παρασάγγες και έφτασαν στον Τηλεβόα (τον Ανατολικό Ευφράτη ή Μουράτ). Συνάντησαν πολλά χωριά γύρω από το ποτάμι (Aνάβ. 4.4.3). Υπάρχει γενικά συμφωνία ότι έφτασαν στην περιοχή τής Μους. Η απόσταση μεταξύ Μπιτλίς και Μους είναι 83 χλμ (14,4 παρασάγγες). Βόρεια όμως τής Μους οι περισσότερες προτάσεις γίνονται περίπλοκες χωρίς λόγο γιατί, όπως φαίνεται στον Χάρτη 5.1, είτε οι Έλληνες προχώρησαν μέσω Μπιτλίς είτε κατευθύνθηκαν απευθείας προς βορρά, έφτασαν στον πιο νότιο από τούς δύο πολύ σημαντικούς κύριους δρόμους καραβανιών από τα δυτικά προς τα ανατολικά.78 Δεν είχαν κανένα λόγο να στραφούν βορειοανατολικά ή βορειοδυτικά, επειδή η Μους βρισκόταν σε σταυροδρόμι. Εκτός από το ότι βρισκόταν πάνω στον νοτιότερο από τούς διαδρόμους δύσης-ανατολής, βρισκόταν επίσης πάνω σε μια από τις δύο κύριες συνδέσεις βορρά-νότου.

Image

Χάρτης 5.1: Κύριες διαδρομές καραβανιών μεταξύ Μους και Τραπεζούντας

Οι Έλληνες δεν είχαν συναντήσει ακόμη χιόνι, ώστε να κινδυνεύουν να χάσουν τον δρόμο και/ή τον προσανατολισμό τους. Επίσης στη Μους είχαν κάνει συνθήκη με τον Τιρίβαζο, τον Πέρση υπο-σατράπη (4.4.6). Περνώντας διαδοχικά από πολυπληθείς τόπους στις περιοχές τής Σιρτ, τής Μους και αργότερα τής Χουνούς, είχαν περισσότερες από μία φορά την ευκαιρία να επιβεβαιώσουν τη διαδρομή. Ευρισκόμενοι στην περιοχή τής Μους στις 13 Φεβρουαρίου 400 π.Χ. είχαν δύο επιλογές (βλέπε Χάρτη 5.1):

(α) Να ακολουθήσουν προς τα δυτικά τη νοτιότερη κύρια διαδρομή καραβανιών προς Μελιτηνή (Μαλάτυα), φτάνοντας όμως έτσι στην περσική βασιλική οδό από Σούσα προς Σάρδεις με όλους τούς συνεπαγόμενους κινδύνους. Υπενθυμίζουμε ότι είχαν κινηθεί προς τα βουνά των Καρδούχων ακριβώς για να ξεφύγουν από τούς Πέρσες υπό τον Τισσαφέρνη. Οι Πέρσες είχαν συνεχίσει την προς τα δυτικά πορεία τους κατά μήκος τής περσικής βασιλικής οδού.

(β) Να ακολουθήσουν την κύρια σύνδεση βορρά-νότου προς Χουνούς και Κιοπρουκιόι και να συνεχίσουν δυτικά προς Ερζερούμ και Άσκαλε στη βόρεια από τις δύο κύριες διαδρομές ανατολής-δύσης.79

Δεν γνωρίζουμε την απόφασή τους σε εκείνο το σημείο, καθώς ο Ξενοφών δεν αναφέρει προορισμό. Αναφέρει την Τραπεζούντα για πρώτη φορά μόνο κατά την άφιξη στην πόλη αυτή:

Κι έφτασαν στη θάλασσα στην Τραπεζούντα, που ήταν πολυάνθρωπη ελληνική πόλη στον Εύξεινο Πόντο.80

Σύμφωνα με τον Διόδωρο το σχέδιό τους ήταν προς την Παφλαγονία, δηλαδή προς ελληνικές παράκτιες πόλεις πιο δυτικά (Αμισό, Σινώπη, Ηράκλεια):

Θεωρούσαν ότι δεν έπρεπε να επιστρέψουν από τη διαδρομή από την οποία είχαν έρθει, επειδή μεγάλο μέρος εκείνης τής περιοχής ήταν έρημο και δεν μπορούσαν να αναμένουν να βρουν προμήθειες διαθέσιμες, με εχθρικό στρατό να τούς ακολουθεί. Αποφάσισαν λοιπόν να κινηθούν προς την Παφλαγονία και ξεκίνησαν προς αυτή την κατεύθυνση με τον στρατό, προχωρώντας με αργό ρυθμό, καθώς βαδίζοντας συγκέντρωναν προμήθειες.81

Φτάνοντας λοιπόν στο Άσκαλε (βλέπε Χάρτη 5.1), ανάλογα με το σχέδιό τους, μπορούσαν είτε να συνεχίσουν δυτικά κατά μήκος τής βόρειας από τις κύριες διαδρομές ανατολής-δύσης και τής κοιλάδας τού Ευφράτη (Kαρασού) ή να πάρουν την κύρια διαδρομή καραβανιών προς Τραπεζούντα και Εύξεινο Πόντο μέσω Μπαϊμπούρτ.82

Από την περιοχή τής Μους και τού ποταμού Τηλεβόα βάδισαν 15 παρασάγγες σε πεδιάδα και έφτασαν σε παλάτι με πολλά χωριά (4.4.7). Είχαν βρεθεί στην περιοχή τής σημερινής Χουνούς, σε υψόμετρο 1700 μ. Η απόσταση μεταξύ Μους και Χουνούς είναι 97 χλμ, 16,8 παρασάγγες. Στο σημείο αυτό ο Ξενοφών αναφέρει χιόνι για πρώτη φορά (4.4.8). Οι Μύριοι βρέθηκαν εκεί μεταξύ 16 και 19 Φεβρουαρίου 400. Επιτέθηκαν στο στρατόπεδο τού Τιρίβαζου, πορεύτηκαν με πλήρη ταχύτητα πάνω στο χιόνι, διέσχισαν το ορεινό πέρασμα και στρατοπέδευσαν με ασφάλεια (4.5.1). Συνέχισαν την προς βορρά πορεία τους για 15 παρασάγγες και σύμφωνα με τον Ξενοφώντα διέσχισαν τον Ευφράτη κοντά στις πηγές του (4.5.2). Έχοντας πορευτεί 15 παρασάγγες από το ορεινό πέρασμα, είναι πιθανό ότι δεν διέσχισαν τον Ευφράτη (Καρασού) κοντά στις πηγές του, αλλά τον γειτονικό ποταμό Αράξη (Αράς), επίσης κοντά στις πηγές του, στο Κιοπρουκιόι.

Ωστόσο, μετά την επίθεσή τους στο στρατόπεδο τού Τιρίβαζου στη Χουνούς και τη διέλευση από το ορεινό πέρασμα, πιθανώς παρέκκλιναν προς τα βορειοδυτικά από την πορεία τους επί τής κύριας διαδρομής καραβανιών βορρά-νότου, φοβούμενοι ότι θα τούς περίμεναν στο Κιοπρουκιόι επί τού Αράξη. Στην περίπτωση αυτή βάδισαν στους βορειοανατολικούς-βόρειους πρόποδες τού βουνού Παλαντόκεν στα νότια τού Ερζερούμ, μπήκαν στην πεδιάδα από τα νοτιοανατολικά, δεν έφτασαν στον Αράξη στο Κιοπρουκιόι και διέσχισαν τον Δυτικό Ευφράτη (Καρασού) κοντά στις πηγές του. Έτσι ο Ξενοφών έχει κατονομάσει σωστά και αυτόν τον ποταμό.

H απόσταση τού Κιοπρουκιόι από το ορεινό πέρασμα, 20 χλμ βόρεια τής Χουνούς, είναι 73 χλμ, 16,1 παρασάγγες. Έφτασαν στον Αράξη στις 23 Φεβρουαρίου 400. Συνέχισαν για 3 ημέρες, 15 παρασάγγες, πάνω σε πεδιάδα και μέσα από βαθύ χιόνι. Με τον βοριά η πορεία τής τρίτης ημέρας αποδείχθηκε δύσκολη (4.5.3) και πιθανότατα θα προχωρούσαν λιγότερο από τον μέσο όρο. Η απόσταση τού Κιοπρουκιόι από το Ερζερούμ είναι 66 χλμ (14,9 παρασάγγες). Υποθέτοντας αργή πορεία, οι Μύριοι βρίσκονταν στα βορειοανατολικά τού Ερζερούμ. Βάδισαν ολόκληρη την επόμενη μέρα μέσα στο χιόνι (4.5.7). Μερικοί στρατιώτες έπεφταν και δεν προχωρούσαν. Κάθονταν κοντά σε θερμή πηγή και αρνούνταν να πάνε πιο πέρα (4.5.15). 15 χλμ δυτικά τού Ερζερούμ, το χωριό Ελίτζα (Ilıca, σήμερα Αζιζιγιέ) είναι ο τόπος των μετέπειτα διάσημων θερμών πηγών τής Ελεγείας.83

Ο στρατός πέρασε εκείνη τη νύχτα στον δρόμο, εκτός από την εμπροσθοφυλακή τού Χειρισόφου, που είχε ήδη φτάσει στο πρώτο χωριό (4.5.21). Το επόμενο πρωί συνέχισαν την πορεία τους και πριν συμπληρώσουν 20 στάδια (4 χλμ) έφτασαν σε αυτό το χωριό (4.5.22). Καθώς οι πρώτοι από αυτούς που πέρασαν τη νύχτα στον δρόμο βρίσκονταν 4 χλμ από το χωριό, ενώ οι τελευταίοι βρίσκονταν στη θερμή πηγή, μπορούμε να τοποθετήσουμε το κέντρο τού συμπλέγματος των αρμενικών χωριών 15 χλμ δυτικά αυτής τής πηγής, στη μέση περίπου τής απόστασης 60 χλμ μεταξύ Ερζερούμ και Άσκαλε.

Σε διαφορετικό πλαίσιο έχει προταθεί ότι σύμπλεγμα χωριών εκείνης τής περιόδου θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στην κοιλάδα μεταξύ Ερζερούμ και Άσκαλε. Η Σαγκόνα αναφέρεται στα χωριά κοντά στον Τηλεβόα (Aνάβ. 4.4.3–4), παίρνοντας ως Τηλεβόα όχι τον Μουράτ (Ανατολικό Ευφράτη), αλλά τον Καρασού (Δυτικό Ευφράτη) κοντά στις πηγές του. Όμως, σύμφωνα με τη χρονολόγησή μας, οι Μύριοι διέσχισαν τον Τηλεβόα στις 14 Φεβρουαρίου 400 και ο Ξενοφών δεν έχει αναφέρει ακόμη χιόνι, κάτι που οπωσδήποτε θα έκανε αν αυτά τα χωριά κοντά στον Τηλεβόα βρίσκονταν οπουδήποτε στην κοιλάδα μεταξύ Ερζερούμ και Άσκαλε. Υιοθετούμε λοιπόν το επιχείρημά της ότι ένα σύμπλεγμα χωριών εκείνης τής εποχής θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στην κοιλάδα μεταξύ Ερζερούμ και Άσκαλε, αλλά υποστηρίζουμε ότι αυτά βρίσκονταν στην κοιλάδα τού Ευφράτη τού Ξενοφώντος (δηλαδή τού Δυτικού Ευφράτη ή Καρασού).84 Καθώς τέτοια χωριά μπορούν να εντοπιστούν σε αυτή την κοιλάδα,85 προτείνουμε ότι ήσαν τα αρμενικά χωριά τού Ξενοφώντος με τα υπόγεια σπίτια τους, για τούς εξής λόγους:

Πρώτον, βρίσκονταν πάνω ή κοντά στην κύρια διαδρομή καραβανιών προς τη θάλασσα.

Δεύτερον, η εγγύτητά τους προς το Ερζερούμ και το Άσκαλε δικαιολογεί τη δήλωση τού Ξενοφώντος ότι ο σατράπης βρισκόταν έναν περίπου παρασάγγη μακριά (A νάβ. 4.5.10). Ο σατράπης (εν προκειμένω ο Τιρίβαζος) είχε πιθανώς επισκεφτεί το Ερζερούμ ή το Άσκαλε, καθώς τα μέρη αυτά υπήρχαν κατά τη διάρκεια τής εποχής των Αχαιμενιδών με τα ονόματα Κάριν και Σίναρα αντίστοιχα. Για παράδειγμα:

«Η αρμενική ονομασία τής πόλης, Κάριν, από την αρχαία ονομασία τής περιοχής, δείχνει ότι οικισμός, αν όχι πόλη, υπήρχε από την αρχαιότητα στον χώρο τού φρουρίου τής Θεοδοσιούπολης [δηλαδή τού Ερζερούμ]».86

Επίσης:

«Η Σίναρα… βρισκόταν στις νότιες πλαγιές τού Κοπ Νταγ μεταξύ των σύγχρονων Άσκαλε και Λιτς».87

Τρίτον, οι θερμές πηγές τής Ελεγείας (Ελίτζα, Αζιζιγιέ) παρέχουν το σκηνικό για την περιγραφή τού Ξενοφώντος (4.5.15).

Τέταρτον, οι Μύριοι είχαν βαδίσει προς αυτά τα χωριά πάνω σε βαθύ χιόνι σε πεδιάδα (4.5.3), στην πραγματικότητα στην πεδιάδα τού Ερζερούμ.

Πέμπτον, οι μέσες θερμοκρασίες τού Ερζερούμ και τού Άσκαλε όλο τον χρόνο και ιδιαίτερα τον Φεβρουάριο είναι πλήρως συμβατές με αυτή την πρόταση και δικαιολογούν υπόγεια διαβίωση κατά τον χειμώνα την εποχή τού Ξενοφώντος.88

Οι Μύριοι έμειναν σε αυτά τα χωριά από τις 27 Φεβρουαρίου μέχρι τις 7 Μαρτίου 400 π.Χ. Βρίσκονταν ακριβώς ή κοντά στο σημείο από το οποίο ο θερινός δρόμος από το Ερζερούμ ανηφόριζε προς Μπαϊμπούρτ και Τραπεζούντα, αλλά βρίσκονταν κάτω από αντίξοες χειμερινές συνθήκες και δεν μπορούσαν να ανεβούν το βουνό προς Μπαϊμπούρτ. Δύο επιλογές είχαν διαθέσιμες (βλέπε Χάρτη 5.1): να ακολουθήσουν την κύρια διαδρομή καραβανιών προς τα δυτικά, προς Ερζιντζάν, στην κοιλάδα τού Ευφράτη (Καρασού) ή να ακολουθήσουν την ίδια κύρια διαδρομή προς τα ανατολικά, προς το Ερζερούμ και πέρα από αυτό, στην κοιλάδα τού Αράξη (Φάσι, Αράς). Είκοσι χιλιάδες περίπου άνθρωποι δεν μπορούσαν να παραμείνουν πια σε αυτά τα χωριά, τα οποία ήσαν σκεπασμένα από το χιόνι και κατά πάσα πιθανότητα ξέμεναν από τρόφιμα. Φαίνεται ότι η απόφαση που πήραν συνδέεται με παρανόηση τού Αράξη:

«Ίσως πλησιέστερα προς την αλήθεια βρίσκεται η άποψη κάποιων ερευνητών, που πιστεύουν ότι οι στρατιώτες τού Ξενοφώντος εξέλαβαν λανθασμένα αυτόν τον μεγάλο ποταμό [δηλαδή τον Αράξη] ως τον Φάσι, τον μυθικό ποταμό των Αργοναυτών, ελπίζοντας ότι θα τούς οδηγούσε στη θάλασσα».89

Ο Αράξης, στο αρχικό του τμήμα, ονομαζόταν τόσο Φάσις όσο και Αράξης (Ἔραξ).90 Όταν έμαθαν ότι ένας ποταμός Φάσις (ο Αράξης) πήγαζε από την περιοχή, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν, υποθέτοντας ότι ήταν ο κολχικός Φάσις και ότι έτσι θα έφταναν στις εκβολές του στον Εύξεινο, στην πλούσια πόλη τής Φάσης (βλέπε Χάρτη 5.1). Η Φάσις (σήμερα Πότι στη Γεωργία), που είχε ιδρυθεί από Μιλήσιους, βρισκόταν στις εκβολές τού ομώνυμου ποταμού. Στην ενδοχώρα της βρισκόταν η Αία, πόλη τού μυθικού βασιλιά Αιήτη, πατέρα τής Μήδειας. Οι Μύριοι πιθανώς γνώριζαν τον μύθο των Αργοναυτών και τού Χρυσόμαλλου Δέρατος, που υποδήλωνε τον πλούτο τής περιοχής. Ο Στράβων γράφει ότι οι ντόπιοι στην Κολχίδα μάζευαν ψήγματα χρυσού από τα νερά των ποταμών χρησιμοποιώντας προβιές.91 Το ίδιο αναφέρει και ο Αππιανός.92 Ο Ξενοφών αφιερώνει μεγάλο μέρος τής αφήγησής του (5.6.15-5.7.10) στα γεγονότα στα Κοτύωρα, όταν ο στρατός έμαθε ότι είχε την πρόθεση να προτείνει κίνηση προς τη Φάση:

Ο Νέων είπε ότι ο Ξενοφών είχε πάρει με το μέρος του τούς άλλους στρατηγούς και σκόπευε να εξαπατήσει τούς στρατιώτες και να τούς οδηγήσει πίσω στον [ή ξανά στην] Φάσι.93

Στις περισσότερες μεταφράσεις η έκφραση «πάλιν εἰς Φᾶσιν» θεωρείται ότι εννοεί «πίσω στον [ποταμό] Φάσι». Το «πάλιν» δεν σημαίνει «πίσω» σε αντίθεση με το «μπροστά». Στις περισσότερες περιπτώσεις στην Κύρου Ανάβαση το «πάλιν» σημαίνει σαφώς «ξανά».94 Υπάρχουν περιπτώσεις όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι σημαίνει «ξανά» ή «πίσω ξανά»,95 όπως εδώ. Όμως δεν υπάρχει καμία περίπτωση όπου το «πάλιν» σημαίνει «πίσω», ούτε στην Κύρου Ανάβαση ούτε στα αρχαία ή σύγχρονα ελληνικά.

Η Φάση δεν βρισκόταν στον δρόμο τους. Φαίνεται λοιπόν ότι οι στρατιώτες ενοχλήθηκαν επειδή, έχοντας βαδίσει προηγουμένως προς τη Φάση τής Κολχίδας, είχαν καταλήξει πολύ μακριά από την πόλη αυτή, στα υψίπεδα τής Αρμενίας.

Έτσι οι Μύριοι ξεκίνησαν την πορεία προς τα ανατολικά. Κάπου μετά το Ερζερούμ ο οδηγός τους απέδρασε (4.6.2), αλλά σύντομα έφτασαν στη βόρεια όχθη τού Αράξη, δίπλα στον οποίο βάδισαν για επτά ημέρες (4.6.4): «μετὰ τοῦτο ἐπορεύθησαν ἑπτὰ σταθμοὺς ἀνὰ πέντε παρασάγγας τῆς ἡμέρας παρὰ τὸν Φᾶσιν ποταμόν». Όμως πολλοί πιστεύουν ότι το απόσπασμα αυτό σημαίνει «ύστερα από αυτό προχώρησαν επτά πορείες, πέντε παρασάγγες την ημέρα, μέχρι που έφτασαν στον ποταμό Φάσι».

Μάλλον δεν βρίσκονταν πια απλώς σε κύρια διαδρομή καραβανιών, αλλά σε πλακόστρωτο περσικό βασιλικό δρόμο.96 Βάδισαν δίπλα στον Αράξη προς τα ανατολικά, περνώντας από τα εδάφη των Φασιανών, των Ταόχων και των Χαλδίων.

Η Φασιανή, η χώρα των Φασιανών τού Ξενοφώντος, ήταν περιοχή κατά μήκος τής κοιλάδας τού Αράξη μεταξύ των πηγών του (κοντά στο Ερζερούμ) και κάποιου σημείου προς τα ανατολικά.97 Σήμερα σε αυτή την περιοχή, 40 χλμ ανατολικά τού Ερζερούμ, το όνομα τής τουρκικής πόλης Πασινλέρ προέρχεται από τη Φασιανή και τούς Φασιανούς. Σε χάρτες τού 19ου και των αρχών τού 20ού αιώνα η περιοχή αναφέρεται ως Πάσιν.

Η χώρα των Ταόχων περιλάμβανε τις κοιλάδες τού Όλτου, τού Ναρμάν και τού Τορτούμ.98 Ο Στράβων 11.14.4–5 δίνει στην περιοχή το όνομα Φαυνίτις και Φαυηνή. Αρμένιοι ιστορικοί γράφουν ότι στο βασίλειο του Αρταξία-Αρτάση περιλαμβανόταν η Ταΐκ (Φαυνίτις), δηλαδή η χώρα των Ταόχων.99

Τα εδάφη των Χαλδίων, των απομειναριών των Ουραρτού, βρίσκονταν κυρίως στα βόρεια τού Αράξη, σε περιοχή όπου στο παρελθόν κυριαρχούσαν οι Ουραρτού, ιδιαίτερα στην κοιλάδα τού μικρού ποταμού Ζίβιν βορειοανατολικά τού Χορασάν.100 Έχει προταθεί ότι

«οι Ουραρτού πρέπει να είχαν μεταναστεύσει από κάπου δυτικά στο οροπέδιο των Αρμενίων… Αυτοαποκαλούνταν Χάλδιοι (δεν πρέπει να συγχέονται με τον λαό τής Χαλδαίας) ή παιδιά τού θεού Χάλντι, ακριβώς όπως το όνομα των Ασσυρίων αντικατοπτρίζει το όνομα τού θεού τους, τού Ασσούρ».101

Επίσης,

«οι άνθρωποι τού παλαιού βασιλείου των Ουραρτού αυτοαποκαλούνταν Χαλντίνι από τον κύριο θεό τους Χάλντι».102

Έτσι οι Χάλδιοι που αντιμετώπισαν οι Μύριοι ήσαν τα απομεινάρια των Ουραρτού, μετά την παρακμή αυτής τής αυτοκρατορίας κατά τον 6ο αιώνα.

Δεχόμενοι ότι ο οδηγός είχε δραπετεύσει 40 περίπου χλμ ανατολικά των αρμενικών χωριών, δυτικά τού Πασινλέρ, οι Μύριοι βρήκαν τον Αράξη κοντά στο Κιοπρουκιόι. Κατά μήκος τής διαδρομής, σταμάτησαν για τέσσερις ημέρες δίπλα στον ποταμό (Διόδ. 14.29.1). Πορεύτηκαν δίπλα στον Αράξη 35 παρασάγγες και έφτασαν στο Καγιζμάν. Αυτή η απόσταση είναι 150 χλμ (26,0 παρασάγγες) μετρώντας από το Κιοπρουκιόι και 181 χλμ (31,4 παρασάγγες) μετρώντας από το σημείο απόδρασης τού οδηγού. Αυτές οι 7 ημέρες πορείας (Aνάβ. 4.6.4) και 4 ημέρες παραμονής (Διόδ. 14.29.1) ήσαν μεταξύ 11 και 21 Μαρτίου 400. Από το Καγιζμάν πορεύτηκαν 2 ημέρες, 10 παρασάγγες. Στο πέρασμα που οδηγούσε στην πεδιάδα αντιμετώπισαν σώμα Χαλδίων, Ταόχων και Φασιανών (4.6.5). Αυτό το πέρασμα προς βορρά τού Αράξη απέχει 25 περίπου χλμ (4.3 παρασάγγες) από το Καγιζμάν. Οι Μύριοι νίκησαν τούς εχθρούς σε μάχη, κατέλαβαν τη χώρα τους που ήταν γεμάτη προμήθειες και έμειναν εκεί 15 ημέρες.103 Αντιμετώπισαν τούς συνασπισμένους εχθρούς στις 23 Mαρτίου. Οι 5 ημέρες πορείας (4.7.1) και 15 ημέρες παραμονής (Διόδ. 14.29.1) στη χώρα των Ταόχων ήσαν μεταξύ 24 Μαρτίου και 12 Απριλίου. Ακολουθούσαν τον Αράξη προς την ανατολή πιστεύοντας ότι ήταν ο κολχικός ποταμός Φάσις. Επομένως η προς βορρά απόκλισή τους από τη διαδρομή τους δίπλα στον Αράξη ήταν υποχρεωτική και συνδεόταν με την έλλειψη τροφίμων. Η Σαγκόνα αναφέρει έλλειψη οικισμών στα ανατολικά τού Πασινλέρ. Οι περισσότεροι από τούς οικισμούς τής Εποχής τού Σιδήρου στα βόρεια τής πεδιάδας τού Πασινλέρ είναι κοντά στις χαμηλότερες πλαγιές, δυτικά τού Πασινλέρ, ενώ υπάρχει αξιοσημείωτη έλλειψη αρχαιολογικών χώρων στο δάπεδο τής ίδιας τής κοιλάδας τού Αράξη.104 Αυτός ήταν ο λόγος για την κίνηση προς βορρά.

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για την πορεία των Μυρίων στη χώρα των Ταόχων, ούτε στη χώρα των Χαλδίων. Ο Ξενοφών μιλά εδώ για Χάλυβες, αλλά ο Διόδωρος 14.29.1–2 αναφέρεται σε Χαλδίους (Χαλδαῖοι). Ας σημειωθεί όμως ότι ο Ξενοφών, απευθυνόμενος στους πρεσβευτές τής Σινώπης στα Κοτύωρα (5.5.17), λέει:

«Φυλές όπως οι Καρδούχοι, οι Τάοχοι και οι Χαλδαίοι [Χάλδιοι], αν και δεν ήσαν υπήκοοι τού μεγάλου βασιλιά, υπήρξαν φοβεροί εχθροί. Τούς υποτάξαμε με τα όπλα μας εξαιτίας τής ανάγκης να προμηθευτούμε τα απαραίτητα, επειδή αρνήθηκαν να μάς παράσχουν αγορά».

Προφανώς αναφέρεται στους ανθρώπους που αποκαλεί εδώ Χάλυβες, γιατί διαφορετικά, εκτός από αυτή τη φράση, υπάρχουν μόνο άλλες δύο, αλλά όχι σχετικές, αναφορές σε Χαλδαίους (Χαλδίους) στην Κύρου Ανάβαση (4.3.4, 7.8.25).

Η περιοχή στην οποία κατέβηκαν είναι ακόμη γεμάτη με διάσπαρτα ερείπια κάστρων (Mιτζινγκίρτ, Ζίβιν, Σεμίκαλε, Όλτου, Ερκέκ, Καρς, Κετσιβάν και άλλα). Κάποια από αυτά τα κάστρα ή απόκρημνα μέρη ήσαν εκείνα στα οποία αναφέρεται ο Ξενοφών, όταν λέει ότι οι Τάοχοι (4.7.1) και οι Χάλδιοι (4.7.17) ζούσαν σε οχυρά και αποθήκευαν όλες τις προμήθειές τους σε αυτά. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα πορεύτηκαν 5 ημέρες (30 παρασάγγες) στη χώρα των Ταόχων και 7 ημέρες (50 παρασάγγες) στη χώρα των Χαλύβων (Χαλδίων). Ο Διόδωρος (14.29.2) αναφέρει επίσης πορεία 7 ημερών στη χώρα των Χαλδαίων (Χαλδίων), αλλά εδώ οι 80 παρασάγγες τού Ξενοφώντος (περίπου 400-480 χλμ) είναι πάρα πολλοί για να χωρέσουν στη διαδρομή.

Καθώς περιφέρονταν τώρα έξω από μεγάλο δρόμο, η ωριαία πορεία τους μειωνόταν πιθανότατα στο μισό και οι παρασάγγες τού Ξενοφώντος εδώ είναι ανάλογοι με τις αποστάσεις που αναφέρει κατά μήκος τού Ευφράτη, από τον παραπόταμό του Χαμπούρ μέχρι τα Κούναξα και τη μάχη,105 ή με τον αριθμό των πορειών που αναφέρει στη χώρα των Μοσσυνοίκων.106 Διαφορετικά ο Ξενοφών ίσως έχει μεταφέρει εδώ τούς 50 παρασάγγες (πορεία 10 ημερών), που έχει αφαιρέσει από το επόμενο σκέλος μεταξύ πόλης Γυμνιάς και όρους Θήχης, προκειμένου να διασφαλίσει την αξιοπιστία των αθροιστικών του στοιχείων σε αυτό το σκέλος τής διαδρομής, αν τα αθροιστικά στοιχεία δεν αποτελούσαν μεταγενέστερη παρεμβολή.107

Έχοντας κινηθεί βόρεια τού Αράξη από ανάγκη, ψάχνοντας για τροφή, οι Μύριοι, προτείνουμε, δεν άλλαξαν το αρχικό τους σχέδιο. Επέστρεψαν στη βόρεια όχθη τού Αράξη κάπου πριν από τη συμβολή του με τον Άρπασο. Ακολούθησαν τον Αράξη ακόμη κι όταν διέβησαν τον παραπόταμό του και πορεύτηκαν 4 ημέρες (20 παρασάγγες) στη χώρα των Σκυθηνών, πάνω σε ομαλή πεδιάδα, φτάνοντας σε κάποια χωριά, όπου παρέμειναν τρεις ημέρες και αναζωογονήθηκαν. Ο Ξενοφών (4.7.18) γράφει ότι, αφού πέρασαν τον Άρπασο, πορεύτηκαν πάνω στο έδαφος των Σκυθηνών τέσσερις ημέρες, είκοσι παρασάγγες (100–120 χλμ), πάνω σε ομαλή πεδιάδα. Ο Διόδωρος 14.29.2 γράφει επίσης ότι η προέλαση τούς έφερε να περνούν από το έδαφος των Σκυθηνών, πάνω σε δρόμο, διασχίζοντας πεδιάδα. Αν Άρπασος ήταν ο ποταμός Τσορούχ και αν τον είχαν διασχίσει στο Γιουσουφέλι, όπως προτείνουν οι περισσότερες προτάσεις, τότε πού άραγε ήταν αυτή η πεδιάδα;

Η απόσταση τού Ερεβάν (η περιοχή που προτείνουμε ως τοποθεσία των χωριών αναψυχής) από τον Άρπασο (Άρπα τσάι στα τουρκικά, Αχουριάν στα αρμενικά) είναι 108 χλμ (18,7 παρασάγγες).108 Φαίνεται ότι κοντά στο Ερεβάν, βλέποντας την προς νότο στροφή του Αράξη, οι Μύριοι κατάλαβαν το λάθος τους. Ο Ρένελ ανέφερε κάτι παρόμοιο, αν και πίστευε ότι οι Μύριοι συνάντησαν τον Άρπασο πιο βόρεια.109 Σύμφωνα με τον Μανφρέντι πορεύτηκαν προς τα ανατολικά δίπλα στον Αράξη μέχρι την προς νότο στροφή του.110 Βρίσκονταν στη χώρα που ήταν γνωστή στον Ξενοφώντα ως χώρα των Σκυθηνών και στον Πτολεμαίο ως Σακασηνή, οι άνθρωποι τής οποίας ονομάζονταν Σακασσάνι από τον Πλίνιο και Σάκαι από τον Ηρόδοτο. Ένα μεγάλο μέρος των Πρώιμων Σκυθών είχαν διασχίσει την οροσειρά τού Καυκάσου, είχαν προχωρήσει κατά μήκος τής δυτικής ακτής τής Κασπίας και είχαν εγκατασταθεί εκεί μεταξύ τού γηγενούς πληθυσμού.111

Οι Μύριοι λοιπόν κινήθηκαν προς βορρά πάνω στην παλαιά διαδρομή των καραβανιών,112 20 παρασάγγες σε τέσσερις ημέρες σύμφωνα με τον Ξενοφώντα. Έφτασαν σε μεγάλη και ευημερούσα πόλη που ονομαζόταν Γυμνιάς (4.7.19). Ο Διόδωρος (14.29.2) αναφέρει επίσης πορεία τεσσάρων ημερών και ονομάζει την πόλη Γυμνασία. Η απόσταση μεταξύ Ερεβάν (η προτεινόμενη θέση των χωριών αναψυχής) και Γκυουμρί (η προτεινόμενη Γυμνιάς) είναι 121 χλμ (21,0 παρασάγγες). Η αρμενική πόλη Γκυουμρί είχε θεωρηθεί εδώ και πολύ καιρό ως η Γυμνιάς τού Ξενοφώντος.113

Το Γκυουμρί είναι η δεύτερη πιο σημαντική πόλη τής σημερινής Αρμενίας. Σε πρώιμα αρμενικά ονομαζόταν Κουμαϊρί, που σηματοδοτεί την παρουσία Κιμμερίων.114 Στην αρχαιότητα οι όροι «Κιμμέριοι» και «Σκύθες» ήσαν εναλλάξιμοι. Στις ασσυριακές επιγραφές η ονομασία «Σκύθες» (Ισκουζάι) εμφανίζεται σπάνια. Στην ακκαδική γλώσσα τόσο οι Κιμμέριοι όσο και οι Σκύθες ορίζονταν ως «Κιμμέριοι» (Γκιμιρράι).115 Έτσι το Γκυουμρί ικανοποιεί την απαίτηση: η πόλη Γυμνιάς κατοικούνταν από «Σκυθηνούς», δηλαδή από Σκύθες. Στην πόλη Γυμνιάς οι Μύριοι εφοδιάστηκαν με οδηγό, που τούς πήγε σε δεκαπέντε ημέρες116 στο όρος Θήχης,117 περνώντας από τη χώρα των Σασπείρων (Εσπεριτών), των εχθρών των Σκυθηνών. Ο Ξενοφών δεν κατονομάζει αυτούς τούς εχθρούς. Όμως στην καταληκτική «παρεμβεβλημένη» παράγραφο τής Κύρου Ανάβασης εμφανίζεται για πρώτη φορά το έθνος των Εσπεριτών (7.8.25). Οι Εσπερίτες έχουν ταυτιστεί με τούς Σάσπειρες.118 Καταλάμβαναν την περιοχή γύρω από την αρχαία πόλη Σπερ (σήμερα Ισπίρ στην περιοχή Συσπιρίτις) και έτσι βρίσκονταν στον δρόμο των Μυρίων από το Γκυουμρί προς το όρος Θήχης. Από την άλλη πλευρά, η περιγραφή τού Ξενοφώντος για τις ασπίδες των εχθρών των Σκυθηνών, «ασπίδες καλυμένες με ακατέργαστα δέρματα δασύτριχων βοδιών» (γέρρα δασειῶν βοῶν ὠμοβόεια, Ανάβ. 4.7.22) μοιάζει με εκείνη τού Ηροδότου για κάποιους λαούς αυτής τής περιοχής, που συμμετείχαν στην εκστρατεία τού Ξέρξη το 480 π.Χ., «ασπίδες από ακατέργαστο δέρμα βοδιών» (7.79, ἀσπίδας δὲ ὠμοβοΐνας), δηλαδή τούς Κόλχους, τούς Αλαρόδιους και τούς Σάσπειρες.

Ο Ηρόδοτος δεν μιλά για την περιοχή των Αλαροδίων. Με δεδομένη όμως τη φωνητική σύνδεση με τούς Ουραρτού (και το Αραράτ), μελετητές τούς τοποθετούν στα ανατολικά τής λίμνης Βαν, στο πρώην κέντρο των Ουραρτού.119 Έτσι οι Αλαρόδιοι δεν θα μπορούσαν να είναι οι εχθροί των Σκυθηνών στη διαδρομή των Μυρίων προς το όρος Θήχης. Επομένως οι Εσπερίτες (Σάσπειρες) και όχι οι Κόλχοι ήσαν οι μη κατονομαζόμενοι εχθροί των Σκυθηνών, επειδή σε όλη τη διαδρομή από την Κολχίδα στα ανατολικά μέχρι τη Σπερ στα δυτικά ζούσαν οι Εσπερίτες (Σάσπειρες), μεταξύ των Σκυθηνών και των Κόλχων (Ηρόδοτος 1.104.1, 4.37.1).

Οι Μύριοι είδαν τη θάλασσα από τα ύψη τού όρους Θήχης, 8 περίπου χλμ βόρεια τής σημερινής Χαρτ (Αϊντίντεπε). [Σε επόμενο κεφάλαιο, όπου εξετάζεται αναλυτικά η τοπογραφία βόρεια τής Χαρτ (Αϊντίντεπε), δείχνεται ότι η απόσταση είναι 15 και όχι 8 χλμ, δηλαδή ένας επιπλεόν παρασάγγης]. Η απόσταση τής πόλης Γυμνιάς (Γκυουμρί) από το όρος Θήχης είναι 442 χλμ (76,6 παρασάγγες) και υπολογίζεται ως εξής: Γκυουμρί [12 χλμ] Αχουρίκ (μεθόριος) [110 χλμ] Γκιόλε [124 χλμ] Γιουσουφέλι [77 χλμ] Ισπίρ [111 χλμ] Χαρτ (Αϊντίντεπε) [8 χλμ] Όρος Θήχης. Η απόσταση αυτή ταιριάζει με την απόσταση που καλύπτεται με πορεία δεκαπέντε ημερών (75 παρασάγγες).

Κατέβηκαν από το βουνό από τη (νότια) πλευρά από την οποία είχαν ανέβει, προκειμένου να ακολουθήσουν την παλαιά διαδρομή καραβανιών, λίγο-πολύ κατά μήκος τού σημερινού δρόμου Μπαϊμπούρτ-Γκουμούσχανε-Τραπεζούντας. Πριν μπουν σε αυτόν τον δρόμο, βρέθηκαν αντιμέτωποι με τούς Μάκρωνες κοντά στη συμβολή των ποταμών Άκαμψι (Τσορούχ) και Γκιοκτσέντερε. Έτσι, κατά την άποψή μας, η Γυμνιάς δεν ήταν στη Μπαϊμπούρτ, από την οποία οι Μύριοι δεν πέρασαν καν, γιατί κινήθηκαν στα βόρειά της σε κατεύθυνση από ανατολή προς δύση (βλέπε Χάρτη 5.2). Λεπτομέρειες τής πρότασής μας για τις θέσεις τού όρους Θήχης και τής συνάντησης με τούς Μάκρωνες παρέχονται σε επόμενο κεφάλαιο.120 Οι Μάκρωνες ήσαν εγκαταστημένοι στα νότια των Ποντικών Άλπεων, κυρίως στην πάνω κοιλάδα τού Άκαμψι (Τσορούχ) και τού Χαρσιώτη (Χαρσίτ), γύρω από τις σημερινές Μπαϊμπούρτ και Γκουμούσχανε, δηλαδή στην περιοχή την οποία, σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη καταλάμβαναν οι Σκυθηνοί. Αρχαίοι και μεταγενέστεροι συγγραφείς121 παρέχουν στοιχεία γι’ αυτή την περιοχή εγκατάστασης των Μακρώνων/Σάννων/Τζάνων. Συμφιλιώθηκαν και οι Μάκρωνες συνόδευσαν οι Έλληνες (προτείνουμε κατά μήκος τής διαδρομής των καραβανιών προς Τραπεζούντα) στο βόρειο σύνορό τους, δηλαδή στο νότιο όριο των Κόλχων. Σε αυτό το μέρος υπήρχε μεγάλο βουνό και πάνω σε αυτό το βουνό οι Κόλχοι είχαν παραταχθεί για μάχη (4.8.9). Προτείνουμε ότι οι Έλληνες είχαν φτάσει στην περιοχή τού περάσματος Ζύγαινας, υψόμετρο 2.030 μ., 40 περίπου χλμ βόρεια τής Γκουμούσχανε. [Η άποψη αυτή τροποποιείται στο Κεφάλαιο 9, κατά την αναλυτική διερεύνηση τής διαδρομής από το όρος Θήχης στην Τραπεζούντα]. Οι Κόλχοι βρίσκονταν πιο κοντά στη θάλασσα και εκτείνονταν από τον ποταμό Φάσι προς τα δυτικά. Ο Ηρόδοτος τούς αναφέρει συχνά και προσδιορίζει τη θέση τους (1.104 και 4.37). Η Κολχίδα ήταν πολύ γνωστή στον Στράβωνα (11.2) και τον Αρριανό (Περίπλους Ευξείνου Πόντου, 10-15). Οι Μύριοι έτρεψαν τον εχθρό σε φυγή και αφού ολοκλήρωσαν την ανάβαση, ανέλαβαν καταλύματα σε πολλά χωριά, τα οποία περιείχαν προμήθειες σε αφθονία (4.8.19).

Image

Χάρτης 5.2: Η Κάθοδος των Μυρίων με βάση τον Διόδωρο

Σε γενικές γραμμές δεν βρήκαν τίποτε εκεί παράξενο, αλλά οι κυψέλες των μελισσών στην περιοχή ήσαν πολλές και οι στρατιώτες που έφαγαν το μέλι υπέφεραν όλοι (4.8.20). Το επεισόδιο με το «τρελό «μέλι» συνέβη λοιπόν στα νότια τής Ματσούκας. Όταν οι Μύριοι συνήλθαν, ύστερα από τέσσερις ημέρες, συνέχισαν την πορεία τους επί τής παλαιάς διαδρομής καραβανιών προς Τραπεζούντα (4.8.22), όπου έφτασαν στις 25 Μαΐου 400 π.Χ.

Ύστερα από παραμονή ενός μηνός στην Τραπεζούντα, βάδισαν προς την Κερασούντα (Γκίρεσουν). Η απόσταση είναι 134 χλμ (23,2 παρασάγγες), αλλά ο Ξενοφών λέει ότι έφτασαν σε 3 ημέρες (5.3.2). Έφτασαν στην Κερασούντα στις 27 Ιουνίου. Παρέμειναν εκεί δέκα ημέρες. Οι στρατιώτες επιθεωρήθηκαν οπλισμένοι και μετρήθηκαν. Αποδείχθηκε εκεί ότι είχαν απομείνει 8.600 άνδρες (5.3.3). Από την Κερασούντα συνέχισαν το ταξίδι τους, οι ικανοί πορευόμενοι και οι υπόλοιποι πάνω σε πλοία των Τραπεζουντίων (5.4.1). Έφτασαν στα σύνορα των Μοσσυνοίκων και έστειλαν να ρωτήσουν αν θα τούς επέτρεπαν να περάσουν μέσα από τη χώρα τους ως φίλοι (5.4.2). Οι Ανατολικοί Μοσσύνοικοι τούς αρνήθηκαν τη διέλευση. Έτσι οι Έλληνες συμμάχησαν με τούς Δυτικούς Μοσσυνοίκους, βάδισαν στη χώρα, τη λεηλάτησαν και την παρέδωσαν στους συμμάχους τους (5.4.3-31). Ο Ξενοφών λέει ότι βάδισαν 8 ημέρες στη χώρα των Μοσσυνοίκων, τόσο των Ανατολικών εχθρών όσο και των Δυτικών συμμάχων (5.5.1). Στη συνέχεια πέρασαν από τη χώρα των Χαλύβων που εξόρυσσαν και σφυρηλατούσαν το σίδερο όντας υπήκοοι των Μοσσυνοίκων (5.5.1). Έφτασαν στις 20 Ιουλίου στα Κοτύωρα, ελληνική πόλη στη χώρα των Τιβαρηνών (5.5.3). Η πρότασή μας για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων από τη διάβαση τού Κεντρίτη μέχρι τα Κοτύωρα αποτυπώνεται στον Χάρτη 5.2.

Αναλυτικές και αθροιστικές πληροφορίες

Ο Ξενοφών αναφέρει τις αποστάσεις σχεδόν αποκλειστικά σε πολλαπλάσια των 5 παρασαγγών. Έχει υπάρξει εκτεταμένη συζήτηση για την έννοια τού παρασάγγη. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ισούται με 30 στάδια (Ηρόδοτος 5.53), δηλαδή με 5,768 ή 5,322 χλμ, ανάλογα με τον ορισμό τού σταδίου. Έχει επίσης διατυπωθεί η άποψη ότι ο παρασάγγης δεν ήταν ακριβώς προσδιορισμένο μέτρο απόστασης, αλλά μάλλον υποδείκνυε τον απαιτούμενο χρόνο για τη διάνυση δεδομένης απόστασης: σε ταξίδια επί δρόμων το μέτρο αυτό ήταν ίσο με 30 στάδια, διαφορετικά μειωνόταν πολύ. Έχει όμως επισημανθεί ότι ο Ξενοφών δεν κάνει καμία προσπάθεια να εξηγήσει τον παρασάγγη. Έτσι, αν πίστευε πραγματικά ότι ήταν μονάδα μέτρησης χρόνου, δεν θα μπορούσε να περιμένει από τον αναγνώστη να το καταλάβει: η πιο γνωστή εξήγηση ήταν εκείνη τού Ηροδότου και ο Ξενοφών δεν θα μπορούσε να βασίζεται στην υπόθεση ότι οι αναγνώστες του είχαν αποκτήσει μη-Ηροδότεια άποψη για το ζήτημα από κάποια άλλη συνηθισμένη πηγή.122 Τέλος, από εμπειρικούς υπολογισμούς βασισμένους στην Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος, έχει επίσης διατυπωθεί η άποψη ότι ένας παρασάγγης ισούται με 4,9 χλμ.123

Παίρνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, καθώς και το γεγονός ότι ο Ξενοφών στρογγυλεύει τις αποστάσεις σε πολλαπλάσια των 5 παρασαγγών, ορίσαμε αρχικά τον παρασάγγη, προσεγγιστικά αλλά όχι ανακριβώς, ως ίσο με 6 περίπου χλμ και κατά συνέπεια ορίσαμε τη μονάδα βάσης τού Ξενοφώντος, τούς 5 παρασάγγες, ως 30 χλμ. Αυτή η μονάδα βάσης εφαρμόστηκε γραφικά επί τής διαδρομής τής ανάβασης και τής καθόδου, υιοθετώντας για την κάθοδο τη διαδρομή που προτείνεται εδώ. Προέκυψε ότι οι παρασάγγες που αναφέρονται από τον Ξενοφώντα, όπως δείξαμε στην περιγραφή τής διαδρομής, αντιστοιχούσαν στις περισσότερες περιπτώσεις στις πραγματικές αποστάσεις. Προέκυψε επίσης ότι οι ποταμοί που αναφέρονται από τον Ξενοφώντα ήσαν εκείνοι που είναι γνωστοί με τις αρχαίες και/ή σύγχρονες ονομασίες τους, με την πιθανή σύγχυση μεταξύ Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) και Αράξη (Αράς) στην περιοχή των γειτονικών τους πηγών.

Από τη στιγμή που η γενική διαδρομή κατέστη πιθανή, ακόμη και στο πιο ασαφές σκέλος της, ενώ επαληθεύτηκαν και οι ακριβείς επιμέρους χιλιομετρικές αποστάσεις, περαιτέρω υπόθεση ήταν ότι έπρεπε να υπάρχει τρόπος για τον υπολογισμό τής χρονολόγησης των γεγονότων. Το τελευταίο μέρος αυτού τού κεφαλαίου αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο προέκυψαν οι ημερομηνίες που αναφέρονται στην πιο πάνω περιγραφή τής διαδρομής. Όπως φαίνεται στον Πίνακα 5.1, σε αυτό το σκέλος από τα αρμενικά χωριά με τα υπόγεια σπίτια μέχρι την πόλη Γυμνιάς ο Διόδωρος αναφέρει 19 περισσότερες ημέρες ανάπαυσης από τον Ξενοφώντα, καθώς και 10 περισσότερες ημέρες πορείας μεταξύ πόλης Γυμνιάς και όρους Θήχης. Οποιεσδήποτε κι αν ήσαν οι πηγές τού Διόδωρου μέσω Εφόρου, είτε η Ανάβαση τού Σοφαίνετου, είτε τα Ελληνικά Οξυρύγχια είτε και τα δύο, αυτές οι διαφορές μεταξύ των δύο αφηγήσεων είναι ξεκάθαρες. Οι διαφορές δεν έχουν ποτέ εξεταστεί, ούτε καν από τον Ρένελ.

Πίνακας 5.1: Κάθοδος των Μυρίων. Από τα χωριά τής Αρμενίας στο όρος Θήχης. Σύγκριση περιγραφών Ξενοφώντος και Διόδωρου

Ξενοφών

Διόδωρος

Τοποθεσία

Αριθμός
πορειών

Ημέρες
στάσης

Ημέρες
στάσης

Αριθμός
πορειών

Τοποθεσία

Στα χωριά τής Αρμενίας

Στα χωριά τής Αρμενίας

Πορεία με τον αρχηγό τού χωριού

3

Στον ποταμό Αράξη χωρίς οδηγό

7

4

Στον ποταμό Αράξη

Με Χάλυβες, Ταόχους, Φασιανούς

2

15

Σε Χάους, Φασιανούς

Στο φρούριο των Ταόχων

5

Σε Χάλυβες και Άρπασο ποταμό

7

7

Σε Χαλδαίους και Άρπαγο ποταμό

Στη χώρα των Σκυθηνών

4

3

3

Στη χώρα των Σκυτίνων

Στην πόλη Γυμνιάς

4

4

Στην πόλη Γυμνασία

Σύνολα (ημέρες)

32

3

22

11

Σύνολα (ημέρες)

Χωριά-Γυμνιάς (ημέρες)

35

33

Χωριά-Γυμνασία (ημέρες)

Γυμνιάς-όρος Θήχης (ημέρες)

5

15

Γυμνασία-όρος Χήνιον (ημέρες)

Ο επιπλέον χρόνος τού Διόδωρου θα ήταν δυνατό να αγνοηθεί, αν ήσαν λυμένα τα κρίσιμα προβλήματα τής διαδρομής και τής χρονολόγησης. Αλλά με τόσο πολλές προτάσεις για τη διαδρομή και τη χρονολόγηση, θα ήταν μάλλον πολυτέλεια να απορρίψουμε τη μόνη άλλη διαθέσιμη πηγή.

Η Κύρου Ανάβασις τού Ξενοφώντος παρέχει δύο είδη πληροφορίας για τον χρόνο και την απόσταση. Για τα περισσότερα τμήματα τής πορείας βρίσκουμε τις λεπτομέρειες που παρουσιάζονται αναλυτικά στον Πίνακα 5.2 και συνοψίζονται στον Πίνακα 5.3.

Πίνακας 5.2: Αναλυτικές Πληροφορίες Χρόνου και Απόστασης στην Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος

Τοποθεσία

Παρα-
σάγγες

Ημέρες
πορείας

Ημέρες
στάθμευσης

Ημέρες
σύνολο

Παράγρ.
βιβλίου

Σάρδεις

1.2.5

Μαίανδρος ποταμός

22

3

1.2.6

Κολοσσαί

8

1

7

1.2.7

Κελαιναί

20

3

30

1.2.10

Πέλται

10

2

3

1.2.10

Κεράμων Αγορά

12

2

1.2.11

Καΰστρου Πεδίον

30

3

5

1.2.13

Θύμβριον

10

2

1.2.5

Τυριαίον

10

2

3

1.2.14

Ικόνιον

20

3

3

1.2.19

Μέσω Λυκαονίας

30

5

1.2.19

Μέσω Καππαδοκίας στα Τύανα

25

4

3

1.2.20

Ορεινή Διάβαση Κιλικίας

2

1.2.21

Ταρσός

25

4

20

1.2.23

Ψάρος ποταμός

10

2

1.4.1

Πύραμος ποταμός

5

1

1.4.1

Ισσός

15

2

3

1.4.1

Πύλες Κιλικίας-Συρίας

5

1

1.4.4

Μυρίανδος

5

1

7

1.4.6

Σάρδεις-Μυρίανδος

262

41

86

127

Μυρίανδος

Χάλος ποταμός

20

4

1.4.9

Δάρδας ποταμός

30

5

1.4.10

Θἀψακος, Ευφράτης ποταμός

15

3

5

1.4.11

Αρἀξης (Αβόρρας) ποταμός

50

9

3

1.4.19

Κορσωτή

35

5

3

1.5.1

Πύλαι

90

13

1.5.5

Μέσω Βαβυλωνίας προς πεδίο μάχης

12

3

1.7.1

3

1

1.7.14

1

1.7.19

Στα Κούναξα και τη μάχη

1

1.7.20

Επιστροφή στο στρατόπεδο

1.10.1-18

Μυρίανδος-Κούναξα

255

45

11

56

Αναχώρηση από το στρατόπεδο

Με τον Αριαίο

4

1

2.2.8, 1.10.1

Στα λεηλατημένα χωριά

1

2.2.15-17

Εκεχειρία. Προς χωριά Βαβυλωνίας

1

3

2.3.1-2.3.17

Άφιξη-αναχώρηση Τισσαφέρνη

3

2.3.25

Αναμονή Τισσαφέρνη

20

2.4.1-8

Στο Τείχος Μηδίας

3

2.4.12

Σιττάκη

8

2

2.4.13

Ώπις

20

4

2.4.25

Παρυσάτιδος Κώμαι

30

6

2.4.27

Ζαπάτας. Δολοφονία στρατηγών

20

4

3

2.4.28-2.5.1

Επίθεση Μιθριδάτη

1

1

1

3.3.11, 3.4.1

Νέα επίθεση, άφιξη στη Λάρισα

1

3.4.2-7

Μέσπιλα

6

1

3.4.10

Επίθεση Τισσαφέρνη

4

1

3.4.13

Σε χωριά με προμήθειες

1

3.4.18

Στους λόφους

5

3

3.4.24-31

Νέα επίθεση Τισσαφέρνη

1

1

3.4.34

Απόδραση από Τισσαφέρνη

3

3.4.37

Στην πεδιάδα κοντά στον Τίγρη

1

3.5.1

Στα Όρη Καρδούχων

1

4.1.7-8

Κούναξα-Όρη Καρδούχων

93

37

35

72

Στα Όρη Καρδούχων

Στη χώρα των Καρδούχων

7

4.3.2

Κεντρίτης ποταμός

1

4.3.34

Σε χωριό με παλάτι

5

1

4.4.1

Πηγές Ανατολικού Τίγρη

10

2

4.4.3

Τηλεβόας (Ανατ. Ευφράτης) ποταμός

15

3

4.4.3

Στα χωριά με το πρώτο χιόνι

15

3

4.4.7

Επίθεση στον Τιρίβαζο

3

4.4.8-22

Διάσχιση ορεινής διάβασης

1

4.5.1

(Δυτικός) Ευφράτης ποταμός

15

3

4.5.2

Βόρεια πορεία στο χιόνι

15

3

4.5.3

Ο Χειρίσοφος φτάνει σε χωριά

4.5.9

Ο στρατός φτάνει την επόμενη μέρα

1

4.5.22

Παραμονή στα Αρμενικά χωριά

8

4.6.1

Πορεία με τον αρχηγό τού χωριού

3

4.6.2

Πορεία πλάι στον Αράξη χωρίς οδηγό

35

7

4.6.4

Τάοχοι, Φασιανοί, Χαλδαίοι

10

2

4.6.5

Στη χώρα των Ταόχων

30

5

4.7.1

Στους Χαλδαίους και τον Άρπασο

50

7

4.7.15

Στη χώρα των Σκυθηνών

20

4

3

4.7.18

Στην πόλη Γυμνιάς

20

4

4.7.19

Στο όρος Θήχης

5

4.7.20-21

Στη χώρα των Μακρώνων

10

3

4.8.1

Στα σύνορα τής χώρας των Κόλχων

1

4.8.9

Αρρώστια από το άγριο μέλι

4

4.8.20-21

Στην Τραπεζούντα

7

2

4.8.22

Όρη Καρδούχων-Τραπεζούς

257

67

19

86

Στην Τραπεζούντα

30

4.8.22

Στην Κερασούντα

3

10

5.3.2-5.3.3

Στα σύνορα των Μοσσυνοίκων

1

2

5.4.1

Στη χώρα των Μοσσυνοίκων

8

5.5.1

Στα Κοτύωρα

2

5.5.2-3

Τραπεζούς-Κοτύωρα

14

42

56

Στα Κοτύωρα

45

5.5.2-3

Στη Σινώπη

1

5

6.1.17

Στην Ηράκλεια

2

6.2.2-19

Στον Λιμένα Κάλπης

6.4

Στη Χρυσούπολη

6.6

Πέρασμα στο Βυζάντιο

7.1

Στην Πέρινθο

7.2

Με τον Σεύθη στο Δέλτα Θράκης

7.3

Με τον Σεύθη στη χώρα των Θινών

7.4

Με τον Σεύθη στη Σαλμυδησσό

7.5

Πέρασμα στην Ασία. Στην Πέργαμο

7.8

Κοτύωρα-Βυζάντιο-Πέργαμος

Πίνακας 5.3: Σύνοψη αναλυτικών πληροφοριών χρόνου και απόστασης

Τμήμα

Παρα-
σάγγες

Ημέρες
πορείας

Ημέρες
ανάπαυσης

Ημέρες
συνολικά

Παράγραφοι
Ξεν. Ανάβ.

Σάρδεις-Μυρίανδος

262

41

86

127

1.2.5-1.4.6

Μυρίανδος-Κούναξα

255

45

11

56

1.4.9-1.10.18

Σάρδεις-Κούναξα

517

86

97

183

Κούναξα-Όρη Καρδούχων

93

37

35

72

2.2.8-4.1.8

Όρη Καρδούχων-Τραπεζούς

257

67

19

86

4.3.2-4.8.22

Τραπεζούς-Κοτύωρα

14

42

56

4.8.22-5.3.3

Κούναξα-Κοτύωρα

118

96

214

Επίσης, σε τρία σημεία στο κείμενό του, ο Ξενοφών παρέχει τις αθροιστικές πληροφορίες που παρουσιάζονται στον Πίνακα 5.4, όπου, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, υπάρχει ένα μικρό λάθος: το σύνολο των παρασαγγών (1.150) είναι μικρότερο κατά 5 παρασάγγες από το άθροισμα των παρασαγγών στην Ανάβαση (535) και στην Κάθοδο των Μυρίων (620). Στην Ανάβαση οι λεπτομερείς και οι αθροιστικοί παρασάγγες βρίσκονται σε συμφωνία. Έτσι, αν υπήρχαν 620 παρασάγγες στην Κάθοδο, τότε το σύνολο είναι 1.155 παρασάγγες. Αντίθετα, αν το σύνολο είναι 1.150 παρασάγγες, τότε υπήρχαν 615 παρασάγγες στην Κάθοδο των Μυρίων. Έχουμε αναφέρει ότι αυτή η αθροιστική πληροφορία έχει θεωρηθεί παρεμβολή, ενώ έχουμε εξηγήσει τούς λόγους για τούς οποίους τα «παρεμβεβλημένα» αθροίσματα δεν μοιάζουν να έχουν γραφεί από αντιγραφέα ή άλλο ξένο χέρι και αξίζει τουλάχιστον να αξιολογηθούν.

Οι αθροιστικές πληροφορίες τού Πίνακα 5.4 προσδιορίζουν οκτώ συνθήκες που τιτλοφορούνται με τα γράμματα α έως θ. Οι συνθήκες α έως ε αναφέρονται στον χρόνο και εξετάζονται εδώ. Οι συνθήκες ζ έως θ αναφέρονται σε διανύσεις (σε παρασάγγες) και εξετάζονται στο επόμενο κεφάλαιο.

Πίνακας 5.4: Αθροιστική «παρεμβληθείσα» πληροφορία στην Κύρου Ανάβαση

Ημέρες
πορείας

Παρα-
σάγγες

Ημέρες
ανάπαυσης

Ημέρες
συνολικά

Παράγραφος
Ξεν. Ανάβ.

Έφεσος-Κούναξα

α

93

ζ

535

1191

2122

2.2.6

Κούναξα-Κοτύωρα

β

122

η

620

1221

δ

244

5.5.4

Έφεσος-Κοτύωρα

γ

215

θ

1.1503

2411

ε

456

7.8.26

1 Προκύπτει ως Ημέρες συνολικά – Ημέρες πορείας

2 Προκύπτει ως Ημέρες συνολικά Έφεσος-Κοτύωρα – Ημέρες συνολικά Κούναξα-Κοτύωρα

3 Σφάλμα 5 παρασαγγών στο σύνολο

α-θ: Συνθήκες που πρέπει να πληρούνται

Ανεπάρκεια των αναλυτικών πληροφοριών σε σύγκριση με τις αθροιστικές

Έχει παρατηρηθεί εδώ και καιρό, ότι υπάρχει ανεπάρκεια τριών εβδομάδων μεταξύ τού συνολικού χρόνου από τη μία πλευρά και τού αθροίσματος των λεπτομερών ημερών πορείας και στάθμευσης στην Κάθοδο των Μυρίων από την άλλη, δηλαδή μεταξύ τής μάχης στα Κούναξα και τής άφιξης τού στρατού στα Κοτύωρα:

«Είναι σωστό να αναφέρουμε, ότι το συνολικό χρονικό διάστημα ανάμεσα στη μάχη στα Κούναξα και την άφιξη τού στρατού στα Κοτύωρα, το οποίο δίνεται από τον Ξενοφώντα απερίφραστα ως οκτώ μήνες, έχει βρεθεί από τον λεπτομερή υπολογισμό να είναι περίπου επτά μήνες και μία βδομάδα και όχι περισσότερο. Αν (ο Ξενοφών) είχε πραγματικά γράψει οκτώ μήνες, τότε υπάρχει φυσικά μια ανεπάρκεια τριών εβδομάδων, την οποία δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε».124

Πίνακας 5.5: Σύγκριση αναλυτικών και αθροιστικών χρονολογικών πληροφοριών στον Ξενοφώντα

Τμήμα

Παρα-
σάγγες1

Ημέρες
πορείας1

Ημέρες
στάθμευσης1

Ημέρες
σύνολο1

Ημέρες
αθροιστικά2

Ανεπάρκεια
(ημέρες)3

Σάρδεις-Μυρίανδος

262

41

86

127

Μυρίανδος-Κούναξα

255

45

11

56

Σάρδεις-Κούναξα

517

86

97

183

Κούναξα-Όρη Καρδούχων

93

37

35

72

Όρη Καρδούχων-Τραπεζούς

257

67

19

86

Τραπεζούς-Κοτύωρα

14

42

56

Κούναξα-Κοτύωρα

118

96

214

2434

29

ΣΑΡΔΕΙΣ-ΚΟΤΥΩΡΑ

204

193

397

4265

29

1 Παρασάγγες, ημέρες πορείας, ημέρες στάθμευσης και ημέρες σύνολο από λεπτομέρειες (Πίνακα 5.2).

2 Ημέρες αθροιστικά από παραγράφους 5.5.4 και 7.8.26 αντίστοιχα (Πίνακα 5.3).

3 Ανεπάρκεια (ημέρες) = Ημέρες αθροιστικά – Ημέρες σύνολο.

4 Οι 8 μήνες (Κύρου Ανάβασις, 5.5.4) είναι 4 x 31 + 4 x 30 = 244 ημέρες. Αλλά, όπως θα δείξουμε αργότερα, η πορεία Κούναξα-Κοτύωρα διάρκεσε από τις 20 Νοεμβρίου μέχρι τις 20 Ιουλίου. Άρα οι 8 μήνες είναι 11 + 31 + 31 + 28 + 31 + 30 + 31 + 30 + 20 = 243 ημέρες.

5 Αφαιρώντας ένα μήνα για το διάστημα μεταξύ τής αναχώρησης από την Έφεσο και τής αναχώρησης από τις Σάρδεις (βλέπε παραπάνω στο κείμενο), αντί για τον ένα χρόνο και τρεις μήνες τής συνολικής διάρκειας (Κύρου Ανάβασις, 7.8.26), έχουμε ένα χρόνο και δύο μήνες, δηλαδή 365 + 30 + 31 = 426 ημέρες.

Όμως, όπως φαίνεται στον Πίνακα 5.5, η πορεία από τα Κούναξα στα Κοτύωρα είχε διάρκεια 214 ημερών και όχι 8 μηνών (243 ημερών), όπως αναφέρεται απερίφραστα στην «παρεμβεβλημένη» παράγραφο τής Κύρου Ανάβασης.125 Επομένως υπάρχει ανεπάρκεια ενός μηνός.

Επίσης έχει παρατηρηθεί,126 ότι μετά την αφαίρεση ενός μήνα για το ταξίδι από την Έφεσο στις Σάρδεις, καθώς και για τις προετοιμασίες για την αναχώρηση από εκεί, η συνολική «παρεμβεβλημένη» διάρκεια τού ταξιδιού μεταξύ Σάρδεων και Κοτυώρων127 είναι ένα έτος και δύο μήνες. Όπως φαίνεται στην τελευταία γραμμή τού Πίνακα 5.5, υπάρχει και πάλι ανεπάρκεια ενός μηνός σε σύγκριση με τις αναλυτικές πληροφορίες που παρέχονται στο βιβλίο.

Απόψεις για τη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης

Αυτή η ανεπάρκεια ενός μηνός στην Κάθοδο των Μυρίων επεκτάθηκε από ορισμένους μελετητές τής πορείας σε τρεις μήνες. Επομένως, πριν προχωρήσουμε, θα ήταν χρήσιμο να αναφερθούμε στη βιβλιογραφία σχετικά με τη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης.

Η παραδοσιακή άποψη

Έχει γραφεί ότι το 1850 προτάθηκε128 η ημερομηνία 6 Μαρτίου 401 π.Χ. ως ημερομηνία έναρξης τής εκστρατείας (αναχώρηση από τις Σάρδεις) χωρίς καμία αιτιολόγηση, πέρα από το γεγονός ότι η ημερομηνία αυτή φαινόταν πιθανή. Από τότε η συμβατική αυτή ημερομηνία έχει υιοθετηθεί ευρέως.129 Ωστόσο η ημερομηνία αυτή, εκτός από πιθανή, είχε ακριβώς προταθεί το 1816, δηλαδή 34 χρόνια νωρίτερα.130 Η επιλογή από το 1816 τής ημερομηνίας 6 Μαρτίου 401 π.Χ. ως ημερομηνίας έναρξης τής εκστρατείας προέκυπτε μετρώντας προς τα πίσω από την υποτιθέμενη ημερομηνία συγκομιδής των χουρμάδων στα χωριά τής Βαβυλωνίας μετά τη μάχη στα Κούναξα:

«Υποθέτοντας λοιπόν τις 10 Σεπτεμβρίου ως ημέρα άφιξής τους στα χωριά όπου είδαν τούς χουρμάδες, οι οποίοι φαίνεται ότι είχαν κοπεί πρόσφατα από τα δέντρα, τότε η μάχη στα Κούναξα, η οποία δόθηκε τρεις ημέρες πιο πριν, πρέπει να έλαβε χώρα στις 7 Σεπτεμβρίου. Το πέρασμα τού Ευφράτη στη Θάψακο, που συνέβη 36 μέρες πριν από την άφιξή τους στα χωριά, πρέπει να έγινε στις 5 Αυγούστου. Και η έναρξη των επιχειρήσεων στην Ανάβαση, δηλαδή η ημερομηνία κατά την οποία ο Κύρος έφυγε από τις Σάρδεις, πρέπει να ήταν στις 6 Μαρτίου ή με άλλα λόγια έξι μήνες και μια μόνο επιπλέον ημέρα πριν από τη μάχη».131

Σύμφωνα με τις απόψεις των υποστηρικτών τής λεγόμενης παραδοσιακής χρονολόγησης,132 ο στρατός διασχίζει τον Ευφράτη στα τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου 401 π.Χ.,133 πολεμά στα Κούναξα στις αρχές Σεπτεμβρίου134 και βλέπει τη Μαύρη Θάλασσα από το όρος Θήχης στα τέλη Ιανουαρίου – αρχές Φεβρουαρίου 400 π.Χ.135 Όμως η δυνατότητα συνεχούς χειμερινής πορείας στην ανατολική Ανατολία αμφισβητήθηκε από την αρχή κιόλας. Το 1818, δύο χρόνια μετά τη δημοσίευση τού βιβλίου που περιλάμβανε την πρώτη διατύπωση τής παραδοσιακής χρονολόγησης,136 διατυπώθηκε ο ισχυρισμός ότι θα ήταν αδύνατο να είχαν ταξιδέψει οι Μύριοι συνεχώς αυτές τις αποστάσεις μέσα στο καταχείμωνο:137

«Επαναλαμβάνω επίσης την πεποίθησή μου, ότι ήταν αδύνατο να βαδίσει ένας στρατός δέκα χιλιάδων ανδρών με ρυθμό πέντε παρασαγγών την ημέρα για τόσο πολλές ημέρες διαδοχικά, μέσα από χώρα όπου το χιόνι είχε βάθος μια οργιά [1,828 μέτρα].

Ο εισηγητής τής παραδοσιακής χρονολόγησης είχε επίσης υποψιαστεί, ότι ενδεχομένως η αγκύρωση τού χρονολογικού του πλαισίου χρειαζόταν μια μετατόπιση προς τα εμπρός:

«Παρά το γεγονός ότι στη διάταξη τού πίνακα [που συνοδεύει το βιβλίο του] οι ημερομηνίες έχουν κυρίως προσδιοριστεί από τον χρόνο συλλογής των χουρμάδων, δεν είναι απίθανο να είχαν φτάσει οι Έλληνες στα χωριά σε κάπως μεταγενέστερη περίοδο, γιατί η χαμηλή στάθμη τού Ευφράτη και οι πρώτες βαριές χιονοπτώσεις θα ήταν αναμενόμενο να συμβούν μάλλον αργότερα από την ημερομηνία που υποδεικνύει ο χρόνος συλλογής των χουρμάδων».138

Μεταγενέστερη χρονολόγηση τής έναρξης τής Κύρου Ανάβασης

Εκατό περίπου χρόνια αργότερα, τη δεκαετία τού 1930, ένας Γερμανός βοτανολόγος με βάση την Τραπεζούντα, έκανε έρευνες για τις περιπέτειες των Μυρίων στην περιοχή τής Μαύρης Θάλασσας. Σύμφωνα με ένα από τα συμπεράσματά του, δεν θα ήταν δυνατό να διασχίσει ο στρατός τα βουνά τού Πόντου τον χειμώνα.139 Καθώς λοιπόν τόσο η διέλευση από τις Ποντικές Άλπεις όσο και η κατασκευή βωμού στο όρος Θήχης θα ήσαν αδύνατες τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο λόγω τού χιονιού, προτάθηκε ότι αυτά συνέβησαν τον Μάιο τού 400 π.Χ. Όπως θα δούμε πιο κάτω, η μεταγενέστερη χρονολόγηση είναι συμβατή με την αναφορά τού Ξενοφώντος (Ανάβ. 5.4.27), ότι οι Έλληνες στη χώρα των Μοσσυνοίκων βρήκαν σωρούς αποθεμάτων ψωμιού, τα περυσινά αποθέματα όπως τούς είπαν οι Μοσσύνοικοι, ενώ το νέο σιτάρι ήταν αποθηκευμένο χωριστά, με τα στάχυα του ακόμη. Καθώς οι Μύριοι κινούνταν στη χώρα των Μοσσυνοίκων 14-22 μέρες μετά την αναχώρησή τους από την Τραπεζούντα, έχοντας παραμείνει στην πόλη αυτή 30 μέρες, με συγκομιδή σταριού στα τέλη Ιουνίου η άφιξη τού στρατού στην Τραπεζούντα μπορεί να τοποθετηθεί στα μέσα Μαΐου.

Με τη χρησιμοποίηση στοιχείων από τη μορφολογία τού εδάφους και από τον φυσικό κόσμο οικοδομήθηκε έτσι μια υπόθεση μεταχρονολογημένης πορείας, με μετάθεση τής διάβασης τού Ευφράτη στη Θάψακο στις αρχές Σεπτεμβρίου και των μετέπειτα συναντήσεων με τα αρδευτικά κανάλια και τούς χουρμάδες τον Νοέμβριο.140 Όμως δεν εξηγήθηκαν επαρκώς τα κενά που εμφανίζονταν στην περιγραφή ως αποτέλεσμα τής μεταγενέστερης χρονολόγησης. Για παράδειγμα, ο στρατός θεωρείται ότι διέσχισε τον Ευφράτη στις αρχές Σεπτεμβρίου, όχι πολύ περισσότερο από ένα μήνα μετά την ημερομηνία στην οποία είχε τοποθετήσει τη διέλευση η παραδοσιακή χρονολόγηση (27 Ιουλίου) θεωρώντας ως αφετηρία τής εκστρατείας τις 6 Μαρτίου,141 αλλά παρ’ όλα αυτά ο στρατός φτάνει στο όρος Θήχης τον Μάιο,142 αφήνοντας ανεξήγητο κενό στην περιγραφή, γεγονός που υπονόμευσε την επίδραση αυτής τής προσέγγισης. Ένας πιο πρόσφατος υπέρμαχος τής μεταγενέστερης χρονολόγησης αντιμετώπισε παρόμοια κριτική, για τον τρόπο με τον οποίο φαινόταν ότι είχε επεκτείνει το χρονικό πλαίσιο τής Καθόδου των Μυρίων: πρότεινε ότι ο στρατός βρίσκεται στα Κούναξα τον Οκτώβριο τού 401 π.Χ. (σελ. 105-106), αλλά δεν φτάνει στην Τραπεζούντα πριν από τον Ιούνιο τού 400 π.Χ. (σελ. 291, 329).143

Προγενέστερη έναρξη τής Κύρου Ανάβασης

Τα επιχειρήματα για «πιο πρώιμο» πλαίσιο χρονικής αναφοράς βασίζονται στην άποψη ότι η αρκαδική γιορτή Λύκαια, την οποία γιόρτασαν οι Έλληνες στην πόλη Πέλται (Ανάβ. 1.2.10), γιορταζόταν κατά την εαρινή ισημερία (22 Μαρτίου). Έτσι η έναρξη τής πορείας τοποθετείται στις αρχές Φεβρουαρίου, με επακόλουθη χρονολόγηση ένα μήνα νωρίτερα από εκείνη τού παραδοσιακού χρονικού πλαισίου.144 Με τη χρονολόγηση αυτή ο στρατός διασχίζει τον Ευφράτη στα τέλη Ιουνίου, φτάνει στη Βαβυλωνία στις αρχές Αυγούστου και στο όρος Θήχης στα τέλη Δεκεμβρίου. Το πλεονέκτημα τής «πιο πρώιμης» χρονολόγησης είναι η αποφυγή τής δυσμενέστερης χειμερινής περιόδου, αλλά δεν επιλύονται τα προβλήματα που συνδέονται με τη διέλευση από τις Ποντικές Άλπεις, ούτε η περίφημη συνάντηση στους λόφους τής Κολχίδας με το παραισθησιογόνο μέλι (Ανάβ. 4.8.20-21), η οποία έχει χρονολογηθεί πειστικά στα τέλη τής άνοιξης. Λαμβάνοντας υπόψη αφενός ότι οι μέλισσες ζουν τον χειμώνα με τα αποθέματα μελιού που έχουν παραγάγει κατά τη διάρκεια τής ανθοφορίας και αφετέρου ότι οι Μύριοι συνάντησαν προφανώς μεγάλες ποσότητες μελιού, ο Γκάσνερ αντιλήφθηκε ότι οι Μύριοι πρέπει να συνάντησαν νέο μέλι σε προχωρημένη χρονική στιγμή τής περιόδου παραγωγής του (Απρίλιος-αρχές Ιουνίου). Υποστήριξε λοιπόν ότι το περιστατικό συνέβη προς το τέλος Μαΐου 400 π.Χ.145 Άλλοι όμως αμφισβητούν την αξία τού επεισοδίου αυτού για τη χρονολόγηση τής πορείας. Παραβλέποντας προφανώς τις πιο πάνω πριν από δεκαετίες επισημάνσεις, δείχνουν να πιστεύουν ότι δέκα τουλάχιστον χιλιάδες άνθρωποι έφαγαν μέσα στο καταχείμωνο άφθονες κηρήθρες, τις οποίες είχαν παραγάγει οι αγριομέλισσες τής Ματσούκας τού Πόντου την προηγούμενη άνοιξη (τού 401 π.Χ.). Μάλιστα έφαγαν μέσα στο καταχείμωνο περυσινές κηρήθρες σε τέτοιες ποσότητες, που τούς προκάλεσαν έντονα προβλήματα.146

Πέρα από το γεγονός ότι η «πιο πρώιμη» χρονολόγηση δεν ταιριάζει καλά με σειρά άλλων χρονολογικών δεικτών στο κείμενο, ορισμένοι μελετητές αμφιβάλλουν αν τα Λύκαια γιορτάζονταν στην Αρκαδία τόσο νωρίς, δηλαδή τον Μάρτιο, αν όχι για άλλο λόγο, τουλάχιστον για το γεγονός ότι το στάδιο βρισκόταν σε οροπέδιο, σε υψόμετρο 1.170 μ.147 Έχει επίσης εκφραστεί η άποψη ότι οι αγώνες στους Πέλτες έγιναν για την ενίσχυση τού ηθικού των στρατιωτών148 κατά την έναρξη τής πορείας και ότι δεν ήταν απαραίτητο να υπήρχε κάποια σχέση με καθορισμένη ημερομηνία εορτασμού. Έτσι η αγκύρωση σε «πιο πρώιμο» χρονικό πλαίσιο δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ασφαλής.

Tο παραλειφθέν τμήμα τής Καθόδου των Μυρίων

Ένας ερευνητής ο οποίος διάνυσε όλη την πορεία των Μυρίων επί σειρά ετών, υιοθέτησε τα επιχειρήματα για την άφιξη τού στρατού στην Τραπεζούντα στο τέλος τής άνοιξης ή στις αρχές τού καλοκαιριού τού 400 π.Χ.149 Όμως, λιγότερο ικανοποιημένος με την καθυστερημένη ημερομηνία αναχώρησης από τις Σάρδεις, πρότεινε την είσοδο τού στρατού στη Βαβυλωνία στις αρχές Σεπτεμβρίου 401 π.Χ., ημερομηνία η οποία παρείχε ταυτόχρονα μια σταθερά για την έναρξη τής χρονολόγησης τής Καθόδου των Μυρίων. Η άφιξη τού στρατού στη Βαβυλωνία στις αρχές Σεπτεμβρίου θεμελιώνεται στο γεγονός ότι ο Κύρος επιθεώρησε το στράτευμα (πριν από τη μάχη) τα μεσάνυχτα (Ανάβ. 1.7.1), λόγω τής ζέστης στη Μεσοποταμία εκείνη την εποχή τού έτους, καθώς και στο επιχείρημα ότι το κλίμα τής κάτω Μεσοποταμίας μπορούσε να οδηγήσει στην ωρίμανση των χουρμάδων κατά την πρώτη εβδομάδα τού Σεπτεμβρίου. Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με άφιξη στη Βαβυλωνία στις αρχές Σεπτεμβρίου και άφιξη στη θάλασσα όχι νωρίτερα από τον Μάιο, παρουσιαζόταν κενό τριών περίπου μηνών στην περιγραφή τής Καθόδου των Μυρίων από τον Ξενοφώντα. Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε περαιτέρω μέσα από τη μελέτη τής ανθοφορίας τού φυτού Αζαλέα Ποντική και την οριοθέτηση τής χρονολόγησης τού επεισοδίου με το «τρελό μέλι».150 Το συμπέρασμα ήταν, ότι η προηγουμένως διαδεδομένη αντίληψη ότι οι Μύριοι είχαν φτάσει στην Τραπεζούντα τον Φεβρουάριο τού 400 π.Χ. ήταν λάθος. Έσφαλλε τόσο λόγω τής απουσίας χιονιού, το οποίο μια τέτοια εποχή θα είχε αποκλείσει τα περάσματα, αλλά πάνω απ’ όλα έσφαλλε σε σχέση με την ακριβή εποχή ανθοφορίας τής αζαλέας στην περιοχή τής Ματσούκας τού Πόντου. Στην περιοχή αυτή το νέο «τρελό μέλι» αποτελεί φαινόμενο που εμφανίζεται μεταξύ μέσων Μαΐου και αρχών Ιουνίου. Αν εξεταστεί προς τα πίσω η διαδρομή τού Ξενοφώντος με αυτή την αφετηρία, θα βρεθούν οι Έλληνες να συναντούν τις πρώτες χιονοπτώσεις κοντά στον ποταμό Κεντρίτη, καθώς εισέρχονταν στην Αρμενία, στα τέλη τού 401 π.Χ. Στην περιοχή αυτή το χιόνι αρχίζει κανονικά στα τέλη Νοεμβρίου ή το πολύ στις αρχές Δεκεμβρίου. Με βάση λοιπόν τα στοιχεία τής αφήγησης και μόνον αυτά, οι Έλληνες έπρεπε να είχαν φτάσει στο μέλι και στα χωριά των Κόλχων στα μέσα Φεβρουαρίου. Στην πραγματικότητα δεν έφτασαν εκεί μέχρι τα μέσα Μαΐου ή τις αρχές Ιουνίου. Έτσι λοιπόν οι υποστηρικτές αυτής τής θεωρίας ισχυρίζονται ότι τουλάχιστον τρεις μήνες της Καθόδου των Μυρίων έχουν παραλειφθεί στην αφήγηση τού Ξενοφώντος.

Οι λόγοι τής παράλειψης τού Ξενοφώντος

Έχει υποστηριχθεί ότι ο Ξενοφών είχε την πρόθεση να συγκαλύψει γεγονός ή γεγονότα, που θα έθεταν σε αμφισβήτηση το αλάνθαστο τής ηγεσίας του.151 Η λανθασμένη αναγνώριση τού ποταμού Αράξη ως κολχικού Φάσι οδήγησε τον στρατό σε πορεία στην ανατολή, η οποία ίσως είχε ως αποτέλεσμα βαριές απώλειες, που οφείλονταν στις καιρικές συνθήκες.152 Η άποψη αυτή ότι οι Έλληνες εξέλαβαν τον ποταμό Αράξη ως τον κολχικό Φάσι και τον ακολούθησαν από λάθος, υιοθετείται και σε αυτό το βιβλίο. Την είχαν ήδη υποστηρίξει διάφοροι ερευνητές κατά τον 19ο αιώνα,153 αλλά δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε ολοκληρωμένη πρόταση για τη διαδρομή τής πορείας των Μυρίων, επειδή, βασιζόμενοι στον Ξενοφώντα και αγνοώντας τον Διόδωρο, αναζητούσαν την πόλη Γυμνιάς σε απόσταση πέντε και όχι δεκαπέντε ημερών από το όρος Θήχης. Έχει παρατηρηθεί ότι ο Ξενοφών παραλείπει σημαντικά γεγονότα και ανθρώπους, χωρίς να είναι σαφές αν αυτό ήταν αποτέλεσμα κακής μνήμης και προσωπικής προκατάληψης ή τού σκοπού του να γράψει είδος «παραδειγματικής» ιστορίας,154 τονίζοντας μάλλον ηθικά και πολιτικά μαθήματα και όχι την ολοκληρωμένη κάλυψη των γεγονότων. Μερικοί κριτικοί πιστεύουν ότι ο Ξενοφών προωθούσε πανελλήνια εκστρατεία και υποδεικνύουν χωρία τής Κύρου Ανάβασης που δείχνουν τον πανελλήνιο προσανατολισμό τού έργου του.155 Η ίδια η επιτυχία των Μυρίων και οι αδυναμίες που αποκάλυψε η πορεία τους στην κοινωνική και στρατιωτική δομή τής επικράτειας των Αχαιμενιδών, παρουσιάστηκαν στην Κύρου Ανάβαση εν μέρει για να προτείνουν τη βέβαιη κατάκτηση τής Περσίας από κάποια μελλοντική εκστρατεία.156 Την ίδια στιγμή που η Κύρου Ανάβαση κοιτάζει προς τα πίσω ως απαλλαγή τόσο για τον ίδιο τον Ξενοφώντα όσο και για τούς άνδρες υπό τις διαταγές του, ταυτόχρονα ατενίζει προς το μέλλον προτείνοντας παράδειγμα.157

Ίσως ο Ξενοφών αποφάσισε ότι δεν θα έκανε καλό, αν περιέγραφε στην αφήγησή του, ότι υπό τη συνδυασμένη ηγεσία του οι Μύριοι οδηγήθηκαν από λάθος τόσο ανατολικά. Πρόθεσή του δεν ήταν να πει ψέματα, αλλά να παραλείψει από την εξιστόρησή του αυτών των ασυνήθιστων γεγονότων ένα δυσάρεστο συμβάν, η ανάμνηση τού οποίου θα έβλαπτε όχι μόνο τον ίδιο προσωπικά, αλλά και τούς Μυρίους συλλογικά και τούς Έλληνες ως οντότητα, οι οποίοι είχαν ήδη αρχίσει να οικοδομούν πάνω στον θρύλο αυτής τής εκστρατείας. Η Κύρου Ανάβαση ολοκληρώθηκε από τον Ξενοφώντα γύρω στο 370 π.Χ. Δέκα χρόνια πριν, γύρω στο 380 π.Χ.,158 ο Ισοκράτης είχε γράψει στον Πανηγυρικό του, όπως προαναφέραμε, ότι οι Πέρσες είχαν αποδείξει ολοφάνερα τη δειλία τους σε κάθε σημείο τού κόσμου. Όχι μόνο είχαν υποστεί πολλές ήττες στην ακτογραμμή τής Μικράς Ασίας, αλλά όταν πέρασαν στην Ευρώπη, στην Ελλάδα, τιμωρήθηκαν. Στην Κάθοδο των Μυρίων οι Πέρσες είχαν καταλήξει να γίνουν αντικείμενο χλευασμού ακόμη και μπροστά στο παλάτι τού ίδιου τού βασιλιά τους.159

Η συγγραφή ενός είδους παραδειγματικής ιστορίας, τονίζοντας ηθικά και πολιτικά μαθήματα και όχι την πλήρη κάλυψη των γεγονότων, ίσως επίσης εξηγεί γιατί ο Ξενοφών, όντας μαθητής και θαυμαστής τού Σωκράτη, ενδεχομένως δεν δίστασε να παραλείψει από τα βιβλία του το περιστατικό με τον φιλόσοφο στη μάχη τού Δηλίου.160 Σύμφωνα με τον Δίωνα Χρυσόστομο (18.16) στον Ξενοφώντα θα βρει κανείς επίσης τον τρόπο εξαπάτησης των εχθρών για να τούς βλάψει και των φίλων για δικό τους όφελος.161

Προς μια σχετική χρονολόγηση των γεγονότων

Χρησιμοποιώντας την πληροφορία που προσθέτει ο Διόδωρος, δεν χρειάζεται να δεχθούμε παράλειψη τριών μηνών από την πλευρά τού Ξενοφώντος. Ένας μήνας λείπει (βλέπε Πίνακα 5.5) και ο μήνας αυτός δεν είναι παρά οι 10 επιπλέον ημέρες πορείας μεταξύ πόλης Γυμνιάς και όρους Θήχης, καθώς και οι 19 επιπλέον ημέρες ανάπαυσης δίπλα στον Αράξη (4 ημέρες) και στις χώρες των Φασιανών και των Ταόχων (15 ημέρες). Οι πέντε (αντί για δεκαπέντε) ημέρες πορείας τού Ξενοφώντος θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως εσκεμμένη απόκρυψη ενός δυσάρεστου επεισοδίου. Όμως η παράλειψη των 19 επιπλέον ημερών ανάπαυσης θα μπορούσε κατ’ αρχάς να θεωρηθεί ως ατυχές σφάλμα, αφού ο συγγραφέας δεν είχε κανένα λόγο να παραλείψει αυτές τις ημέρες, οι οποίες, αν δεν παραλείπονταν, θα έφερναν τα επιμέρους σύνολά του πιο κοντά στα αθροιστικά. Προτείνουμε όμως, ότι εκτός από τη μείωση τής διάρκειας τής πορείας μεταξύ πόλης Γυμνιάς και όρους Θήχης, παραλείποντας επίσης 19 ημέρες ανάπαυσης ο Ξενοφών παρουσίαζε διαφορετική περίπτωση, που έκανε τις συγκρίσεις πιο δύσκολες. Ο Ρένελ, αν και δεν είχε προσέξει αυτά τα στοιχεία τού Διόδωρου, αντιμετώπισε πολύ γενναιόδωρα το συγκεκριμένο ατυχές περιστατικό τού Ξενοφώντος. Επίσης υποψιάστηκε ως πιθανή αιτία την παράλειψη ημερών ανάπαυσης.162

Πίνακας 5.6: Υπόδειγμα σχετικής χρονολόγησης με διορθώσεις από τον Διόδωρο

Τοποθεσία

Ημέρες
πορείας

Ημέρες
ανάπαυσης

Ημέρες
σύνολο

Ημέρες από
την Έφεσο

Έφεσος

0

Σάρδεις

7

23

7

Έφεσος-Σάρδεις

7

23

30

Σάρδεις

30

Μαίανδρος ποταμός

3

33

Κολοσσαί

1

7

41

Κελαιναί

3

30

74

Πέλται

2

3

79

Κεράμων Αγορά

2

81

Καΰστρου Πεδίον

3

5

89

Θύμβριον

2

91

Τυριαίον

2

3

96

Ικόνιον

3

3

102

Μέσω Λυκαονίας

5

107

Μέσω Καππαδοκίας στα Τύανα

4

3

114

Ορεινή διάβαση Κιλικίας

2

116

Ταρσός

4

20

140

Ψάρος ποταμός

2

142

Πύραμος ποταμός

1

143

Ισσός

2

3

148

Πύλες Κιλικίας-Συρίας

1

149

Mυρίανδος

1

7

157

Σάρδεις-Μυρίανδος

41

86

127

Mυρίανδος

157

Χάλος ποταμός

4

161

Δάρδας ποταμός

5

166

Θάψακος, Ευφράτης ποταμός

3

5

174

Αράξης (Αβόρρας) ποταμός

9

3

186

Κορσωτή

5

3

194

Πύλαι

13

207

Μέσω Βαβυλωνίας προς τη μάχη

3

210

1

211

1

212

Στα Κούναξα και τη μάχη

1

213

Επιστροφή στο στρατόπεδο

213

Μυρίανδος-Κούναξα

45

11

56

Αναχώρηση από το στρατόπεδο

214

Με τον Αριαίο

1

215

Στα λεηλατημένα χωριά

1

216

Στα χωριά εκεχειρίας τής Βαβυλωνίας

1

3

220

Άφιξη-αναχώρηση Τισσαφέρνη

3

223

Επιστροφή Τισσαφέρνη

20

243

Στο Τείχος Μηδίας

3

246

Σιττάκη

2

248

Ώπις

4

252

Παρυσάτιδος Κώμαι

6

258

Zαπάτας. Δολοφονία στρατηγών

4

3

265

Επίθεση Μιθριδάτη

1

1

267

Νέα επίθεση, άφιξη στη Λάρισα

1

268

Mέσπιλα

1

269

Επίθεση Τισσαφέρνη

1

270

Σε χωριά με προμήθειες

1

271

Στους λόφους

5

3

279

Νέα επίθεση Τισσαφέρνη

1

1

281

Διαφυγή από Τισσαφέρνη

3

284

Στην πεδιάδα κοντά στον Τίγρη

1

285

Στα Όρη Καρδούχων

1

286

Κούναξα-Όρη Καρδούχων

37

35

72

Στα Όρη Καρδούχων

286

Στη χωρα των Καρδούχων

7

293

Κεντρίτης ποταμός

1

294

Σε χωριό με παλάτι

1

295

Στις πηγές τού Τίγρη

2

297

Στον Τηλεβόα ποταμό

3

300

Στα χωριά με το πρώτο χιόνι

3

303

Επίθεση στον Τιρίβαζο

3

306

Πέρασμα ορεινής διάβασης

1

307

Στον Δυτικό Ευφράτη

3

310

Βόρεια πορεία στο χιόνι

3

313

Ο Χειρίσοφος φτάνει στα χωριά

313

Ο στρατός φτάνει την επόμενη μέρα

1

314

Παραμονή στα Αρμενικά χωριά

8

322

Πορεία με τον αρχηγό τού χωριού

3

325

Πορεία στον Αράξη χωρίς οδηγό

7

332

Παραμονή στον Αράξη (κατά Διόδωρο)

42

336

Τάοχοι, Φασιανοί, Χαλδαίοι

2

338

Στη χώρα των Ταόχων

5

343

Παραμονή σε Ταόχους (κατά Διόδωρο)

152

358

Στη χώρα των Χαλδίων. Άρπασος

7

365

Στη χώρα των Σκυθηνών

4

3

372

Στην πόλη Γυμνιάς

4

376

Στο όρος Θήχης (σε 15 κατά Διόδωρο)

151

391

Στη χώρα των Μακρώνων

3

394

Στα όρια τής χώρας Κόλχων

1

395

Αρρώστια από το μέλι

4

399

Στην Τραπεζούντα

2

401

Όρη Καρδούχων-Τραπεζούς

771

382

115

Στην Τραπεζούντα

30

431

Στην Κερασούντα

3

10

444

Στα σύνορα των Μοσσυνοίκων

1

2

447

Στη χώρα των Μοσσυνοίκων

23

63

455

Στα Κοτύωρα

2

457

Tραπεζούς-Κοτύωρα

8

48

56

Στα Κοτύωρα

45

502

Στη Σινώπη

1

5

508

Στην Ηράκλεια

2

510

Στον Λιμένα Κάλπης

Στη Χρυσούπολη

Πέρασμα στο Βυζάντιο

Στην Πέρινθο

Με τον Σεύθη στο Δέλτα Θράκης

Με τον Σεύθη στη χώρα των Θινών

Με τον Σεύθη στη Σαλμυδησσό

Πέρασμα στην Ασία. Στην Πέργαμο

Κοτύωρα-Βυζάντιον-Πέργαμος

1 Προστέθηκαν 10 ημέρες πορείας σύμφωνα με τον Διόδωρο (14.29.3).

2 Προστέθηκαν ημέρες ανάπαυσης (4 και 15) σύμφωνα με τον Διόδωρο (14.29.1-2).

3 2 ημέρες πορείας και 6 ανάπαυσης αντί για τις 8 ημέρες πορείας τού Ξενοφώντος (5.5.1).

Στην πρώτη «παρεμβολή» στην Κύρου Ανάβαση (2.2.6, βλέπε Πίνακα 5.5), το μήκος και ο χρόνος τής διαδρομής μετρούνται με αφετηρία την Έφεσο. Υπονοείται ότι υπήρχαν 7 ημέρες πορείας μεταξύ Εφέσου και Σάρδεων, επειδή αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στις 93 αθροιστικά ημέρες πορείας από την Έφεσο στα Κούναξα (Πίνακας 5.4) και τις 86 ημέρες πορείας από τις Σάρδεις στα Κούναξα (Πίνακας 5.5).163 Μπορούμε λοιπόν να θεωρήσουμε ότι η εκστρατεία ξεκινά (ημέρα 0) στην Έφεσο και αναχωρεί από τις Σάρδεις την 30ή ημέρα, ύστερα από 23 ημερών παραμονή εκεί για προετοιμασίες.

Από εδώ και πέρα, προσθέτοντας μόνο την πρόσθετη πληροφορία τού Διόδωρου, τα αναλυτικά στοιχεία τού Ξενοφώντος ταιριάζουν με τα αθροιστικά: αναχώρηση από την Έφεσο την ημέρα 0, άφιξη στις Σάρδεις την ημέρα 7, αναχώρηση από τις Σάρδεις την ημέρα 30, άφιξη στα Κούναξα την ημέρα 213 και άφιξη στα Κοτύωρα την ημέρα 456. Επίσης, υιοθετώντας μια μικρή τροποποίηση,164 υπάρχουν 93 ημέρες πορείας στο τμήμα Έφεσος-Κούναξα και 122 στο τμήμα Κούναξα-Κοτύωρα, δηλαδή 215 από την Έφεσο στα Κοτύωρα. Επιπλέον, η πορεία από τα Κούναξα στα Κοτύωρα διαρκεί οκτώ μήνες και από την Έφεσο στα Κοτύωρα διαρκεί ένα έτος και τρεις μήνες.

Τώρα το υπόδειγμα σχετικής χρονολόγησης για την Κύρου Ανάβαση έχει σταθεροποιηθεί, όπως φαίνεται στον Πίνακα 5.6, όπου η τελευταία στήλη δίνει τον τακτικό αριθμό τής ημέρας κάθε γεγονότος αρχίζοντας με την Έφεσο (= 0).

Το υπόδειγμα ικανοποιεί και τις πέντε συνθήκες χρόνου α έως ε (Πίνακας 5.4), τις οποίες επιβάλλουν οι «παρεμβληθείσες» αθροιστικές πληροφορίες. Έτσι:

Συνθήκη α: Εισάγοντας τις 7 ημέρες πορείας που υπονοούνται από τον Ξενοφώντα μεταξύ Εφέσου και Σάρδεων, υπάρχουν 93 ημέρες πορείας στην Ανάβαση.

Συνθήκη β: Έχοντας δεχτεί 2 ημέρες πορείας και 6 ημέρες στάθμευσης (αντί για 8 ημέρες πορείας) στη χώρα των Μοσσυνοίκων, έχοντας δηλαδή δεχτεί 8 ημέρες πορείας μεταξύ Τραπεζούντας και Κοτυώρων, υπάρχουν 122 ημέρες πορείας στην Κάθοδο των Μυρίων.165

Συνθήκη γ: Με την ικανοποίηση τής συνθήκης β, υπάρχουν 215 ημέρες πορείας στην Ανάβαση και την Κάθοδο των Μυρίων.166

Συνθήκη δ: Η διαφορά μεταξύ τής σχετικής χρονολόγησης τής άφιξης στα Κοτύωρα (456) και στα Κούναξα (213) είναι 243 ημέρες. Η Κάθοδος των Μυρίων διάρκεσε λοιπόν οκτώ μήνες.167

Συνθήκη ε: Η διαφορά μεταξύ τής σχετικής χρονολόγησης τής άφιξης στα Κοτύωρα (456) και την αναχώρησης από την Έφεσο (0) είναι 456 ημέρες. Άρα η Κύρου Ανάβαση και η Κάθοδος των Μυρίων διάρκεσαν συνολικά ένα χρόνο και τρεις μήνες.168

Η απόλυτη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης

Έχοντας συγκροτήσει ένα σταθερό υπόδειγμα σχετικής χρονολόγησης για την Κύρου Ανάβαση, μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε και να επιχειρήσουμε τον προσδιορισμό απολύτων ημερομηνιών. Οι χρονολογικοί δείκτες στην τελευταία στήλη τού Πίνακα 5.6 είναι όλοι αλληλένδετοι. Προσδιορίζοντας λοιπόν την ημερομηνία οποιουδήποτε γεγονότος, έχουμε τις ημερομηνίες όλων των γεγονότων. Ο στόχος είναι να καταλήξουμε σε εκείνο το σύνολο ημερομηνιών, που ικανοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις πληροφορίες που παρέχονται από τον Ξενοφώντα.

Πίνακας 5.7: Η απόλυτη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης

Τοποθεσία

Χρονολόγηση

Πρώιμη

Παραδοσιακή

Προτεινόμενη

Από Έφεσο

7 Ιαν 401 π.Χ.

4 Φεβ 401 π.Χ.

20 Aπρ 401 π.Χ.

Από Σάρδεις

6 Φεβ

6 Μαρ

20 Mαϊ

Διάσχιση Ευφράτη στη Θάψακο

30 Ιουν

28 Ιουλ

11 Οκτ

Πορεία δίπλα στον Ευφράτη

30 Ιουν – 8 Αυγ

28 Ιουλ – 5 Σεπ

11 Οκτ – 19 Νοε

Μάχη στα Κούναξα

8 Αυγ 401 π.Χ.

5 Σεπ 401 π.Χ.

19 Νοε 401 π.Χ.

Προς χωριά εκεχειρίας

11 Αυγ

8 Σεπ

22 Νοε

Στα χωριά τής εκεχειρίας

11 Αυγ – 6 Σεπ

8 Σεπ – 4 Οκτ

22 Νοε – 18 Δεκ

Zαπάτας. Δολοφονία στρατηγών

26-29 Σεπ 401

24-27 Οκτ 401

7–12 Ιαν 400

Άνοδος στα Όρη Καρδούχων

20 Οκτ

17 Νοε

31 Ιαν

Διάβαση Κεντρίτη (Μποτάν)

28 Oκτ

25 Noε

8 Φεβ

Σε πόλη με παλάτι (Σιρτ)

28 Oκτ

25 Noε

8 Φεβ

Στις πηγές Ανατ. Τίγρη (Μπιτλίς)

30 Oκτ

27 Noε

10 Φεβ

Στον ποταμό Τηλεβόα (Μους)

2 Noε

30 Noε

13 Φεβ

Σε χωριά (πρώτο χιόνι, Χουνούς)

6-9 Noε

4–7 Δεκ

17–20 Φεβ

Επίθεση στο στρατόπεδο Τιρίβαζου

8 Noε

6 Δεκ

19 Φεβ

Διάβαση τού ορεινού περάσματος

9 Noε

7 Δεκ

20 Φεβ

Στον Ευφράτη

12 Noε

10 Δεκ

23 Φεβ

Πορεία στο χιόνι

12-15 Νοε

10-13 Δεκ

23–26 Φεβ

Στα Αρμενικά χωριά

16-24 Νοε

14-22 Δεκ

27 Φεβ -7 Mαρ

Πορεία με τον οδηγό

25-27 Νοε

23-25 Δεκ

8–10 Mαρ

Πορεία δίπλα στον Φάσι (Αράξη)

28 Νοε -4 Δεκ

26 Δεκ -1 Ιαν

11–17 Mαρ

Παραμονή στον Αράξη (Διόδωρος)

5-8 Δεκ

2-5 Ιαν

18–21 Mαρ

Πορεία στα βόρεια τού ποταμού

9-10 Δεκ

6-7 Ιαν

22–23 Mαρ

Αντιμετώπιση των εχθρών

10 Δεκ

7 Ιαν

23 Mαρ

Πορεία στη χώρα των Ταόχων

11-15 Δεκ

8-12 Ιαν

24-28 Mαρ

Παραμονή στους Ταόχους (Διόδ.)

16-30 Δεκ

13-27 Ιαν

29 Mαρ -12 Απρ

Πορεία στη χώρα τωνΧαλδίων

31 Δεκ – 6 Ιαν

28 Ιαν – 3 Φεβ

13-19 Απρ

Διάβαση τού Άρπασου (Άρπα τσάι)

6 Ιαν

3 Φεβ

19 Απρ

Προς τα χωριά αναψυχής

7-10 Ιαν

4-7 Φεβ

20-23 Απρ

Στα χωριά αναψυχής (Ερεβάν)

11-13 Ιαν

8-10 Φεβ

24-26 Απρ

Προς την πόλη Γυμνιάς

14-17 Ιαν

11-14 Φεβ

27-30 Απρ

Στην πόλη Γυμνιάς (Γκυουμρί)

17 Ιαν 400 π.Χ.

14 Φεβ 400 π.Χ.

30 Aπρ 400 π.Χ.

Από Γυμνιάς προς όρος Θήχης

18 Ιαν -1 Φεβ

15-29 Φεβ

1-15 Mαϊ

Στο όρος Θήχης

1 Φεβ

1 Mαρ

15 Mαϊ

Αντιμετωπίζοντας τούς Μάκρωνες

2 Φεβ

1 Mαρ

16 Mαϊ

Πορεία με τούς Μάκρωνες

3-5 Φεβ

2-4 Mαρ

17-19 Mαϊ

Αντιμετωπίζοντας τούς Κόλχους

5 Φεβ

4 Mαρ

19 Mαϊ

Αρρώστια από άγριο μέλι

6-9 Φεβ

6–9 Μαρ

20-23 Mαϊ

Προς Τραπεζούντα

10-11 Φεβ

10–11 Mαρ

24-25 Mαϊ

Στην Τραπεζούντα

11 Φεβ – 13 Mαρ

11 Μαρ – 10 Απρ

25 Μαϊ – 24 Ιουν

Προς Κερασούντα

14 Μαρ-16 Απρ

11 Απρ -14 Μαϊ

25 Μαϊ-27 Ιουν

Στην Κερασούντα

16-25 Απρ

14-23 Μαϊ

27 Ιουν-6 Ιουλ

Προς σύνορα των Μοσσυνοίκων

26 Απρ

24 Μαϊ

7 Ιουλ

Στα σύνορα των Μοσσυνοίκων

27-28 Απρ

25-26 Μαϊ

8-9 Ιουλ

Στη χώρα των Μοσσυνοίκων

29 Απρ – 6 Μαϊ

26 Μαϊ – 4 Ιουν

10-18 Ιουλ

Σε Χάλυβες και Τιβαρηνούς

6-7 Μαϊ

5-6 Ιουν

18-19 Ιουλ

Στα Κοτύωρα

8 Μαϊ – 23 Ιουν

6 Ιουν– 20 Ιουλ

20 Ιουλ – 3 Σεπ

Στη Σινώπη

24–29 Ιουν

21–26 Ιουλ

4–9 Σεπ

Στην Ηράκλεια

31 Ιουν

28 Ιουλ

11 Σεπ

Από την Ηράκλεια

[20 Σεπ]

Στον Λιμένα Κάλπης

[21-30 Σεπ]

Λιμήν Κάλπης – Χρυσούπολις

[Oκτ 400 π.Χ.]

Χρυσούπολις – Bυζάντιον

[Noε 400 π.Χ.]

Bυζάντιον – Πέρινθος

[Δεκ 400 π.Χ.]

Με τον Σεύθη στην Θράκη

Χειμ. 400-399

Χειμ. 400-399

[Ιαν-Φεβ 399]

Στην Πέργαμο

Άνοιξη 399 π.Χ.

Άνοιξη 399 π.Χ.

[Mαρ 399 π.Χ.]

Η τελευταία στήλη τού Πίνακα 5.7 είναι το αποτέλεσμα σειράς δοκιμών που έγιναν με το υπόδειγμα τής σχετικής χρονολόγησης (Πίνακας 5.6). Η στήλη αυτή συνοψίζει την πιο πιθανή χρονολόγηση των γεγονότων με βάση τις κλιματικές και άλλες πληροφορίες που παρέχονται στο βιβλίο. Οι δύο άλλες στήλες παρέχουν συγκριτικές ημερομηνίες για παραδοσιακή και για πρώιμη έναρξη τής εκστρατείας.

Το κεντρικό τμήμα τού Πίνακα 5.7 (από τον Κεντρίτη στα Κοτύωρα) παρέχει στην τελευταία στήλη τις ημερομηνίες που αναφέρθηκαν σε αυτό το κεφάλαιο κατά την περιγραφή τής προτεινόμενης διαδρομής. Θεωρούμε ότι το προτεινόμενο σύνολο ημερομηνιών είναι το πιο πιθανό για τούς ακόλουθους λόγους, πολλούς από τούς οποίους έχουν ήδη παρατηρήσει άλλοι ερευνητές, χωρίς όμως να έχουν καταφέρει να τούς εντάξουν, όπως εδώ, σε ενιαίο σύστημα χρονολόγησης από την αρχή μέχρι το τέλος τής εκστρατείας.

Αναχώρηση από Σάρδεις

Η προτεινόμενη ημερομηνία 20 Μαΐου 401 π.Χ. είναι πολύ πιο εύλογη από εκείνη τής παραδοσιακής χρονολόγησης (6 Μαρτίου) αλλά και τής προχρονολογημένης έναρξης (6 Φεβρουαρίου). Οι εκστρατείες κατά την αρχαιότητα αλλά και σε μεταγενέστερες εποχές άρχιζαν όταν βελτιωνόταν ο καιρός και είχαν ξεπεραστεί οι δυσκολίες τού χειμώνα. Ο ίδιος ο Ξενοφών έφτασε στις Σάρδεις ύστερα από θαλάσσιο ταξίδι μεταξύ Πειραιά και Εφέσου. Άραγε είναι λογικό να θεωρήσουμε ότι θα έμπαινε σε πλοίο και θα ταξίδευε μέσα στο καταχείμωνο169 απλώς και μόνο για να γνωρίσει τον Κύρο, ο οποίος, όπως τού είχε γράψει ο Πρόξενος (Ανάβ. 3.1.4), ήταν ενδιαφέρων χαρακτήρας;

Διάσχιση τού Ευφράτη

Ο Κύρος προχώρησε να διασχίσει τον ποταμό, τον ακολούθησε ο στρατός και καθώς διέσχιζαν το ποτάμι, κανένας δεν βράχηκε από τα νερά πάνω από το στήθος. Οι Θαψακηνοί έλεγαν μάλιστα ότι ποτέ μέχρι τότε δεν είχε κανείς διασχίσει το ποτάμι πεζός, αλλά πάντοτε χρειάζονταν πλοία, τα οποία ο προπορευόμενος Αβροκόμας είχε κάψει (Ανάβ. 1.4.17-18). Ο Ευφράτης φτάνει στη χαμηλότερη στάθμη του τον Σεπτέμβριο/Οκτώβριο.170 Ο Λέντλε γράφει:

«Η ασυνήθιστα χαμηλή στάθμη τού νερού τού Ευφράτη είναι κατανοητή μόνο στο τέλος τής ετήσιας περιόδου ξηρασίας τον Σεπτέμβριο. Όχι τον Αύγουστο ή ακόμη και τον Ιούλιο. Είναι ένα από τα κύρια επιχειρήματα που οδήγησαν τον Γκάσνερ να κάνει διορθώσεις στη χρονολόγηση ολόκληρης τής διαδρομής».171

Έτσι, η προτεινόμενη ημερομηνία 11 Οκτωβρίου 401 π.Χ. δείχνει προτιμότερη από τις 30 Ιουνίου (προχρονολόγηση) ή τις 28 Ιουλίου (παραδοσιακή χρονολόγηση), με την πρόσθετη παρατήρηση ότι επρόκειτο για χρονιά με ασυνήθιστα χαμηλή την χαμηλότερη στάθμη τού ποταμού.

Πορεία προς τα Κούναξα

Μερικές από τις διαδρομές ήσαν πολύ μεγάλου μήκους, ιδιαίτερα όταν έψαχναν να βρουν νερό ή ζωοτροφές. Κάποια στιγμή βρέθηκαν σε στενό δρόμο, όπου το βαθύ στρώμα λάσπης εμπόδιζε τα κάρρα να προχωρήσουν (Ανάβ. 1.5.7). Ο τόπος θα μπορούσε να είναι λασπώδης στη διάρκεια τής προτεινόμενης περιόδου για πορεία δίπλα στον Ευφράτη (μεταξύ 11 Οκτωβρίου και 19 Νοεμβρίου). Άραγε όμως τι πιθανότητες θα υπήρχαν να κολλήσουν τα κάρρα στη λάσπη σε ταξίδι στη σημερινή νοτιοανατολική Συρία ή στο δυτικό Ιράκ μεταξύ 30 Ιουνίου και 8 Αυγούστου (προχρονολογημένη έναρξη εκστρατείας) ή 28 Ιουλίου και 5 Σεπτεμβρίου (παραδοσιακή χρονολόγηση), δηλαδή στην περίοδο ξηρασίας αυτών των περιοχών;

Η μάχη στα Κούναξα

Η προτεινόμενη ημερομηνία για τη μάχη είναι 19 Νοεμβρίου 401 π.Χ. Ο ήλιος είναι ακόμη δυνατός εκεί αυτή την εποχή και η μέση θερμοκρασία στην περιοχή τον Νοέμβριο (περιοχή Βαγδάτης, μέση μεγίστη 25ο C, μέση ελαχίστη 9,2ο C) είναι πολύ πιο κατάλληλη για πολεμικές επιχειρήσεις από την αντίστοιχη τής προγενέστερης έναρξης (8 Αυγούστου, μέση μεγίστη 44ο C, μέση ελαχίστη 24,5ο C) ή τής παραδοσιακής χρονολόγησης (5 Σεπτεμβρίου, μέση μεγίστη 40ο C, μέση ελαχίστη 20,7ο C).172

Τα γεμάτα νερό αρδευτικά κανάλια

Συναντούσαν τάφρους και αυλάκια γεμάτα νερό. Ο Κλέαρχος υποψιαζόταν ότι αυτές οι τάφροι δεν ήσαν πάντοτε γεμάτες νερό, επειδή δεν ήταν η εποχή για την άρδευση τής πεδιάδας, αλλά ότι ο βασιλιάς είχε αφήσει το νερό να φτάσει στην πεδιάδα, με σκοπό να προκαλέσει στους Έλληνες πολλούς κινδύνους στην πορεία τους (2.3.10-13). Η άρδευση είναι απαραίτητη μόνο κατά τη διάρκεια τής περιόδου ανομβρίας. Όταν ξεκινά η περίοδος των βροχών, τα αρδευτικά μέτρα είναι σαφώς περιττά. Στη συγκεκριμένη περιοχή η περίοδος των βροχών θα ξεκινούσε προς τα μέσα Νοεμβρίου.173 Σύμφωνα με την πρότασή μας, οι Μύριοι πορεύτηκαν προς τα χωριά τής Βαβυλωνίας στις 22 Νοεμβρίου. Ωστόσο, με προχρονολογημένη έναρξη τής εκστρατείας ή με την παραδοσιακή χρονολόγηση, η παραπάνω υποψία τού Κλεάρχου δεν έχει νόημα, αφού βρισκόμαστε ακόμη σε περίοδο ξηρασίας (11 Αυγούστου και 8 Σεπτεμβρίου αντίστοιχα) και τα αρδευτικά κανάλια είναι δικαιολογημένα γεμάτα νερό. Το ίδιο επισημαίνει και ο Λέντλε:

«Η συλλογιστική τού Κλεάρχου είναι προφανής, καθώς η ξηρά περίοδος, κατά την οποία η γη αρδευόταν τεχνητά, είχε ήδη τελειώσει πριν από έναν ολόκληρο μήνα. Οι διαδικασίες που περιγράφονται εδώ [2.3.13] πραγματοποιήθηκαν στα τέλη Οκτωβρίου/αρχές Νοεμβρίου 401».174

Στα βαβυλωνιακά χωριά τής εκεχειρίας

Ο Ξενοφών περιγράφει αφθονία χουρμάδων και κρασιού από χουρμάδες στα βαβυλωνιακά χωριά μετά τη μάχη (2.3.14-16). Δεχόμενοι κανονικό ρυθμό κατανάλωσης στη διάρκεια τού έτους, μπορούμε εύλογα να υποθέσουμε ότι δεν είχε περάσει πολύς καιρός από το τέλος τής συγκομιδής:

«Η περιγραφή των χουρμάδων στη Μεσοποταμία δείχνει ότι η συγκομιδή των καρπών είχε γίνει πρόσφατα».175

Στις ημέρες μας οι αγρότες τού Ιράκ ξεκινούν τη συγκομιδή στα μέσα Σεπτεμβρίου, με το μεγαλύτερο μέρος της να πραγματοποιείται ένα μήνα αργότερα.176 Αν το ίδιο καθεστώς καρποφορίας και συγκομιδής ίσχυε και την εποχή τού Ξενοφώντος, τότε η παραμονή τού στρατού στα χωριά τής Βαβυλωνίας μπορεί να χρονολογηθεί μετά το δεύτερο μισό τού Οκτωβρίου ή αργότερα.177 Τη συνθήκη αυτή ικανοποιεί η προτεινόμενη χρονολόγηση (παραμονή στα χωριά τής Βαβυλωνίας από 22 Νοεμβρίου μέχρι 18 Δεκεμβρίου), αλλά όχι η προχρονολογημένη έναρξη (11 Αυγούστου – 6 Σεπτεμβρίου) ή η παραδοσιακή χρονολόγηση (8 Σεπτεμβρίου – 4 Οκτωβρίου). Βλέπε και Λέντλε:

«Η συγκομιδή των τελευταίων χρονικά ποικιλιών μεγάλων χουρμάδων κεχριμπαρένιου χρώματος έγινε στα τέλη Οκτωβρίου / αρχές Νοεμβρίου».178

Στα όρη Καρδούχων λόγω τού αδιάβατου Τίγρη

Όταν οι Μύριοι έφτασαν τελικά σε σημείο, στο οποίο ο Τίγρης ποταμός ήταν απολύτως αδιάβατος λόγω τού βάθους και τού πλάτους του, ενώ δεν υπήρχε πέρασμα κατά μήκος τής όχθης, οι στρατηγοί αποφάσισαν να περάσουν μέσα από τα όρη των Καρδούχων (4.1.2-3). Ο Τίγρης φτάνει στη χαμηλότερη στάθμη του τον Σεπτέμβριο/Οκτώβριο και στη συνέχεια αρχίζει να φουσκώνει με τις πρώτες βροχές. Περί τα μέσα Δεκεμβρίου μπορεί να έχει φτάσει δυόμιση μέτρα πάνω από τη χαμηλή του στάθμη. Από το σημείο αυτό η στάθμη ανυψώνεται σταθερά, μέχρι να φτάσει στην υψηλή στάθμη (3,5 μέτρα πάνω από τη χαμηλή) στις αρχές Απριλίου.179 Επομένως η εδώ περιγραφή τού Ξενοφώντος ταιριάζει καλύτερα με χειμερινή παρά με φθινοπωρινή εποχή, κατά προτίμηση μάλιστα προς το τέλος τού χειμώνα.180 Έτσι η προτεινόμενη ημερομηνία τής στροφής προς τούς Καρδούχους (31 Ιανουαρίου) φαίνεται πιο πιθανή από εκείνες που υπονοούν η προχρονολογημένη έναρξη (15 Οκτωβρίου) ή η παραδοσιακή χρονολόγηση (14 Νοεμβρίου).

Πορείες στα χιόνια προς και πέρα από τον Ευφράτη

Σε ορισμένα μέρη ο στρατός χρειάστηκε να πορευτεί μέσα από βαθύ χιόνι (4.4.8-12, 4.5.3-8), πράγμα που πρέπει να ήταν ενδεικτικό συσσωρευμένης χιονόπτωσης. Συνάντησαν βαθύ χιόνι σε πεδιάδα και η περιγραφή υποδεικνύει συμπυκνωμένο χιόνι και όχι πρόσφατη χιονόπτωση, δηλαδή συνθήκες που αντιστοιχούν καλύτερα με το τελευταίο μέρος τού χειμώνα.181 Τα γεγονότα αυτά ταιριάζουν καλύτερα με τις προτεινόμενες ημερομηνίες μας στα χωριά με το πρώτο χιόνι και πέρα από αυτά στην προς βορρά πορεία στο χιόνι (17-26 Φεβρουαρίου), απ’ όσο με εκείνες τής πρώιμης έναρξης (6-15 Νοεμβρίου) ή τής παραδοσιακής χρονολόγησης (4-13 Δεκεμβρίου). Βλέπε και Λέντλε, σε σχολιασμό τού Ανάβ. 4.4.7-8:

«Καθώς η πορεία μέσω αυτής τής περιοχής δεν πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο τού 401 (όπως θεωρούνταν προηγουμένως), αλλά μάλλον τον Μάρτιο τού 400 σύμφωνα με τις έρευνες του Γκάσνερ, πρόκειται εδώ για βίαιο ξέσπασμα στο τέλος τού χειμώνα, γεγονός που δεν παρατηρείται σπάνια στα αρμενικά υψίπεδα».182

Στο όρος Θήχης

Από τις τρεις εναλλακτικές χρονολογήσεις τής ανάβασης των Μυρίων στα ύψη τού όρους Θήχης για να δουν τη θάλασσα (4.7.23-26), δηλαδή την 1η Φεβρουαρίου (με προχρονολογημένη έναρξη τής εκστρατείας), την 1η Μαρτίου (με την παραδοσιακή χρονολόγηση) και τις 15 Μαΐου (με βάση την προτεινόμενη εδώ χρονολόγηση), η τρίτη είναι προφανώς η πιο ευλογοφανής. Όχι μόνο επειδή τον Ιανουάριο, τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο θα ήταν πρακτικά αδύνατη ή ανάβαση στο βουνό λόγω των χιονιών, αλλά επίσης επειδή, για να ανεβούν στο βουνό μια τέτοιαν εποχή, έπρεπε να πορεύονται στην Αρμενία (παλαιά και σύγχρονη) επί σαράντα (40) τουλάχιστον ημέρες μέσα στο καταχείμωνο.

Αρρώστια από το μέλι

Το παραισθησιογόνο μέλι τού τοξικού φυτού Αζαλέα Ποντική αποτέλεσε τη βάση για τη μεταχρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης. Η κατανάλωση νέου, φρέσκου και άφθονου μελιού αυτού τού είδους χρονολογείται εδώ στις 20 Μαΐου 400 π.Χ. Αντίθετα, στις περιπτώσεις προγενέστερης έναρξης τής εκστρατείας ή παραδοσιακής χρονολόγησης, το γεγονός συμβαίνει στις 6 Φεβρουαρίου και 6 Μαρτίου αντίστοιχα. Αυτό υποδεικνύει είτε εσφαλμένη χρονολόγηση ή κατανάλωση «περυσινού» μελιού, το οποίο όμως θα ήταν παραδόξως τόσο άφθονο, ώστε να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα σε μεγάλο μέρος τού στρατεύματος.

Στην Τραπεζούντα

Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, κατά την παραμονή τους στην Τραπεζούντα οι Έλληνες οργάνωσαν και γυμναστικούς αγώνες στην πλαγιά όπου είχαν κατασκηνώσει. Οι αγώνες περιλάμβαναν ανώμαλο δρόμο ενός σταδίου για τα αγόρια, δρόμο μεγάλης απόστασης, καθώς και ιπποδρομία, στην οποία κατηφόριζαν μέχρι την ακτή, έστρεφαν εκεί και επέστρεφαν πάνω στον βωμό (4.8.25-28). Η διεξαγωγή αυτού τού είδους των αγώνων στην ύπαιθρο, τούς οποίους μάλιστα παρακολούθησαν πολλοί θεατές, ταιριάζει καλύτερα με τον ανοιξιάτικο καιρό παραμονής των Μυρίων στην Τραπεζούντα σύμφωνα με την προτεινόμενη χρονολόγηση (25 Μαΐου-24 Ιουνίου 400 π.Χ.), παρά με τον κρύο καιρό τής προχρονολογημένης έναρξης (11 Φεβρουαρίου-13 Μαρτίου) ή τής παραδοσιακής χρονολόγησης (11 Μαρτίου-10 Απριλίου). Βλέπε και Λέντλε, σε σχολιασμό τού Ανάβ. 4.8.28:

«Το πρώτο μέρος τής Κύρου Ανάβασης (βιβλία 1-4) τελειώνει με τη ζωηρά ζωγραφισμένη εικόνα τής γιορτής θυσίας, που διοργάνωσαν οι Έλληνες γύρω στα τέλη Μαΐου / αρχές Ιουνίου 400 (Γκάσνερ 1953: 12) στην Τραπεζούντα, από ευγνωμοσύνη για τη σωτηρία τους».183

Στη χώρα των Μοσσυνοίκων

Η προτεινόμενη χρονολόγηση (10-18 Ιουλίου 400 π.Χ.) είναι συμβατή με την αναφορά τού Ξενοφώντος (5.4.27) ότι οι Έλληνες, στη χώρα των Μοσσυνοίκων δυτικά τής Τραπεζούντας, «εύρισκαν σωρούς αποθεμάτων ψωμιού, τα περυσινά αποθέματα όπως τούς είπαν οι Μοσσύνοικοι, ενώ το νέο σιτάρι ήταν αποθηκευμένο χωριστά, με τα στάχυα του ακόμη». Με προχρονολογημένη ή παραδοσιακή έναρξη τής εκστρατείας οι Μύριοι θα είχαν βρεθεί στη χώρα των Μοσσυνοίκων πολύ πριν από τον θερισμό (29 Μαρτίου–6 Απριλίου και 26 Απριλίου–4 Μαΐου αντίστοιχα). Βλέπε και Λέντλε, σε σχολιασμό τού Ανάβ. 5.4.27:

«Από την αναφορά σε “συσσωρευμένα ψωμιά τού προηγούμενου έτους” (δηλαδή ψωμιά από αλεύρι τής συγκομιδής τού προηγούμενου έτους) καθώς και από το “νέο σιτάρι που βρισκόταν ακόμη με τα στάχυα του”, ο Γκάσνερ διατύπωσε ένα βασικό επιχείρημα για την επαναχρονολόγηση των γεγονότων που αναφέρονται στην Κύρου Ανάβαση: σε κάθε περίπτωση οι Έλληνες βρέθηκαν στο συγκεκριμένο σημείο μόνο μετά τη συγκομιδή τού σιταριού, με άλλα λόγια τον Αύγουστο το νωρίτερο, πράγμα που σημαίνει ότι η άφιξή τους στην Τραπεζούντα (που θεωρούνταν συνήθως ότι έγινε στις αρχές Φεβρουαρίου) πρέπει να υπολογιστεί το νωρίτερο στο τέλος Ιουνίου τού 400».184

Στην Ηράκλεια Ποντική

Η ημερομηνία τής άφιξης στην Ηράκλεια είναι η τελευταία που μπορεί να προκύψει από τα στοιχεία τού βιβλίου. Η επόμενη χρονολογική ένδειξη παρέχεται στη χώρα των Θυνών με τον Θράκα ηγεμόνα Σεύθη (Ανάβ. 7.4.3):

«Υπήρχε πολύ χιόνι και έκανε τόσο κρύο, που το νερό που έφερναν στο δείπνο έπηζε, ενώ πάγωνε το κρασί στις κανάτες και πολλών Ελλήνων υπέφεραν από κρυοπαγήματα οι μύτες και τα αυτιά».

Η προτεινόμενη άφιξη στην Ηράκλεια (11 Σεπτεμβρίου) αφήνει επαρκή χρόνο (τέσσερις περίπου μήνες) για τα γεγονότα που επακολούθησαν μέχρι την άφιξη στη χώρα των Θυνών (στον Λιμένα Κάλπης, στη Χρυσούπολη, πέρασμα στο Βυζάντιο, στην Πέρινθο, με τον Σεύθη στο Δέλτα Θράκης, με τον Σεύθη στη χώρα των Θυνών). Κατά προσέγγιση ημερομηνίες γι’ αυτά τα γεγονότα παρέχονται στις τελευταίες γραμμές τού Πίνακα 5.7 σε παρενθέσεις. Αντίθετα, η άφιξη στην Ηράκλεια στις 31 Μαΐου (πρώιμη χρονολόγηση) ή στις 28 Ιουνίου (παραδοσιακή χρονολόγηση) αφήνει πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα (επτά ή οκτώ μήνες), διάστημα που δεν δικαιολογείται από τα ίδια τα γεγονότα.

Πέρα από την Ηράκλεια

Ο Ξενοφών δεν αναφέρει ημέρες πορείας και ανάπαυσης πέρα από την Ηράκλεια, αλλά ούτε υπάρχουν ιδιαίτερα προβλήματα. Οι Μύριοι έβγαλαν τον χειμώνα τού 400-399 π.Χ. στη Θράκη με τον Σεύθη. Άλλωστε τούς το θυμίζει ο Ξενοφών (Ανάβ. 7.6.24):

«Μήπως δεν είναι αλήθεια ότι βρισκόσασταν κοντά στην Πέρινθο και ότι ο Σπαρτιάτης Αρίσταρχος σάς εμπόδισε να μπείτε σε αυτήν, κλείνοντάς σας έξω από τις πύλες της; Και όλοι σας τότε στρατοπεδεύατε στην ύπαιθρο, μέσα στον χειμώνα…».

Και πιο κάτω (7.6.31):

«Τώρα λοιπόν πώς φεύγετε από εδώ; Μήπως δεν περάσατε τον χειμώνα μέσα σε αφθονία προμηθειών;»

Ο Ξενοφών λέει επίσης ότι ενώ είχαν περάσει σχεδόν δύο μήνες, οι Σπαρτιάτες είχαν αποφασίσει να αναλάβουν εκστρατεία εναντίον τού Τισσαφέρνη και ο Θίβρων είχε ξεκινήσει να πολεμήσει και ήθελε αυτόν τον στρατό (7.6.1). Έχουμε πει ότι το 400 π.Χ. η Σπάρτη ανέλαβε την προστασία των ελληνικών πόλεων τής Μικράς Ασίας.185 Ο Θίβρων διορίστηκε διοικητής, τού δόθηκαν χίλιοι στρατιώτες Σπαρτιάτες πολίτες και πήρε εντολή να στρατολογήσει από τούς συμμάχους όσα στρατεύματα έκρινε σκόπιμο. Προσκάλεσε λοιπόν στην Κόρινθο στρατιώτες από τούς συμμάχους, πήγε σε αυτή την πόλη και σάλπαρε από εκεί για την Έφεσο με όχι περισσότερους από πέντε χιλιάδες στρατιώτες. Εκεί στρατολόγησε περίπου δύο χιλιάδες ακόμη και προέλασε με συνολική δύναμη περισσότερων από επτά χιλιάδες. Όταν έφτασε ο Τισσαφέρνης με ισχυρές δυνάμεις ιππικού, ο Θίβρων αποσύρθηκε για ασφάλεια στην Έφεσο. Την άνοιξη τού έτους 399 π.Χ. στην Πέργαμο, ενσωμάτωσε στον στρατό του το διασωζόμενο τμήμα των Μυρίων.186

Συμπέρασμα

Τα ονόματα των ποταμών και λαών που αναφέρονται στην Κάθοδο των Μυρίων από τον Ευφράτη στο όρος Θήχης υποδεικνύουν μια διαδρομή, την οποία κάποιοι είχαν σκεφτεί εδώ και πολύ καιρό, αλλά δεν μπορούσαν να την αποδείξουν με την αναφερόμενη από τον Ξενοφώντα διάρκεια τής πορείας (πέντε ημέρες) από την πόλη Γυμνιάς στο όρος Θήχης. Δεδομένου ότι ο Διόδωρος, η μόνη άλλη πηγή για την Κάθοδο, αναφέρεται σε πορεία δεκαπέντε ημερών, αυτή η διαδρομή θα μπορούσε να επαληθευτεί, αν τα στοιχεία χρόνου και απόστασης αποδεικνύονταν συμβατά. Αυτή η κυκλική διαδρομή ήταν το αποτέλεσμα τής λάθος παραδοχής ότι οι πηγές τού Αράξη κοντά στο Ερζερούμ ήσαν οι πηγές τού κολχικού ποταμού Φάσι και ότι ακολουθώντας την πορεία αυτού τού ποταμού οι Μύριοι θα έφταναν στις εκβολές του στον Εύξεινο Πόντο, στην πλούσια πόλη τής Φάσης. Είχαν ήδη πορευτεί μάταια την τεράστια απόσταση από τις Σάρδεις μέχρι την περιοχή τού Ερζερούμ μέσω Συρίας και Ιράκ και πίστευαν ότι δικαιούνταν κάποιαν αποζημίωση.

Έμαθαν ότι η παραδοχή τους ήταν λανθασμένη. Ο Ξενοφών λοιπόν, όταν έγραφε την ιστορία αυτών των γεγονότων, αποφάσισε να παραλείψει από την αφήγησή του αυτό το σκέλος τής Καθόδου. Στη διάρκεια των δεκαπέντε μηνών τής ανάβασης και τής καθόδου, καθώς και στη διάρκεια των επιπλέον μηνών μέχρι την άφιξή του στην Πέργαμο, είχε συγκεντρώσει μεγάλο όγκο πληροφοριών. Θα μπορούσε να διαχειριστεί αυτές τις πληροφορίες προκειμένου να αποκρύψει το δυσάρεστο γεγονός. Από την άλλη πλευρά, ήθελε να φέρει στο φως την περιγραφή του για την γεωγραφία τής τεράστιας περιοχής που είχε διατρέξει. Άλλαξε λοιπόν μια απόσταση, παρέλειψε δύο περιόδους ανάπαυσης, μπέρδεψε σκόπιμα δύο ονόματα λαών (Χάλυβες, Χαλδίους), παρουσίασε το έθνος των Σκυθηνών σε δύο διαφορετικές τοποθεσίες (ανατολικά τού Άρπασου και νότια τής Τραπεζούντας) και άφησε χωρίς όνομα ένα λαό (Εσπερίτες/Σάσπειρες, τούς εχθρούς των Σκυθηνών), τον οποίο, αν κατονόμαζε, θα αποκάλυπτε τη διαδρομή που ήθελε να αποκρύψει. Αυτή ήταν η αφήγησή του για το κοινό. Όμως για εκείνους που ήθελαν να μπουν στις λεπτομέρειες, πρόσφερε ενδείξεις αναφέροντας τούς Χαλδίους και τούς Εσπερίτες και παραλείποντας τούς Σκυθηνούς ή γράφοντάς τους παρεφθαρμένα ως Κοίτους (Σκυτίνους;) στην καταληκτική παράγραφο τής Κύρου Ανάβασης. Επίσης, σε τρεις παραγράφους τού έργου του πρόσφερε αθροιστικές πληροφορίες χρόνου και διάνυσης, απέναντι στις οποίες θα μπορούσαν να αξιολογηθούν οι αναλυτικές που αφθονούν στο βιβλίο. Ο Ξενοφών λοιπόν είχε καλούς λόγους για να διατυπώσει τις εν λόγω τέσσερις παραγράφους (2.2.6, 5.5.4, 7.8.25 και 7.8.26) με τον τρόπο που τις διατύπωσε. Κατά πάσα πιθανότητα δεν ήταν παρεμβολή, αλλά δική του προσπάθεια να προσφέρει ενδείξεις για τον προσδιορισμό μιας διαδρομής, την οποία είχαν καταστήσει ακατανόητη οι σκόπιμες παραλείψεις και τροποποιήσεις του.

Οι πρόσθετες ημέρες πορείας στην αφήγηση τού Διόδωρου αποδεικνύονται πολύτιμες για τον εντοπισμό των Σκυθών εκεί όπου τούς τοποθετούν οι ιστορικοί και οι αρχαιολόγοι. Επίσης για να εξηγήσουν τον λόγο για τον οποίο οι Μύριοι χρειάζονταν οδηγό στην πόλη Γυμνιάς. Αν η Γυμνιάς βρισκόταν στη Μπαϊμπούρτ, η μόνη βοήθεια που χρειάζονταν ήταν η πληροφορία, ότι παίρνοντας τον δρόμο των καραβανιών προς τα βορειοδυτικά θα έφταναν στην Τραπεζούντα και τον Εύξεινο (και πουθενά αλλού) στον χρόνο περίπου που τούς πήρε για να πορευτούν, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, από την πόλη Γυμνιάς στο όρος Θήχης.

Με τον ίδιο τρόπο, υιοθετώντας την πορεία διάρκειας δεκαπέντε ημερών τού Διόδωρου αποφεύγουμε τη μάταιη αναζήτηση ομαλής πεδιάδας στο Γιουσουφέλι, γιατί τέτοια πεδιάδα δεν υπάρχει εκεί, όπως φαίνεται στην Εικόνα 5.1. Η πεδιάδα βρισκόταν και εξακολουθεί να βρίσκεται στη σημερινή Αρμενία. Σχεδόν σε κάθε τουριστικό οδηγό, φωτογραφίες τραβηγμένες από ψηλά σημεία τού Ερεβάν δείχνουν την πεδιάδα στους πρόποδες τής πόλης, να διασχίζεται από τον ποταμό-σύνορο Αράξη και να εκτείνεται μέχρι το όρος Αραράτ στα νοτιοδυτικά, στη σημερινή Τουρκία, όπως φαίνεται στην Εικόνα 5.2.

Image

Εικόνα 5.1: Το Γιουσουφέλι επί τού Τσορούχ, αμέσως μετά τη συμβολή του με τον Όλτου. Κατά τις επικρατούσες απόψεις, από το σημείο αυτό (όπου δεν υπάρχει πουθενά πεδιάδα) οι Μύριοι βάδισαν σε ομαλή πεδιάδα επί τέσσερις ημέρες (120 χλμ). Πηγή: https://www.flickr.com/photos/jries/246785320.

Image

Εικόνα 5.2: Η πεδιάδα τού Ερεβάν, με τον ποταμό-σύνορο Αράξη στη μέση τής εικόνας και το όρος Αραράτ (ύψους 5.137 μ.) στο βάθος, στην Τουρκία. Πηγή: Serouj Ourishian από Wikimedia Commons

Για δύο τουλάχιστον αιώνες δεν επιχειρήθηκε διασταύρωση των δεδομένων τού Ξενοφώντος με τη χρήση εκείνων τού Διόδωρου. Αυτό έγινε στο παρόν κεφάλαιο και το αποτέλεσμα είναι μια προτεινόμενη διαδρομή καθώς και ένα υπόδειγμα σχετικής χρονολόγησης. Το υπόδειγμα αυτό χρησιμοποιήθηκε για να καταλήξουμε στην απόλυτη χρονολόγηση των γεγονότων. Αποδείχθηκε ότι η καθυστερημένη έναρξη τής εκστρατείας είναι σχεδόν βέβαιη. Το κομμάτι που λείπει από την αφήγηση τού Ξενοφώντος ισούται με τον επιπλέον χρόνο που προσφέρεται από τον Διόδωρο. Το χάσμα κλείνει και δεν απαιτείται πρόσθετη περίοδος «κενού τού χιονιού».

Εισαγωγή στο επόμενο κεφάλαιο

Δείξαμε λοιπόν ότι οι πρόσθετες ημέρες πορείας και στάθμευσης τού Διόδωρου κλείνουν τα κενά στη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος, καθιστώντας συμβατές τις αναλυτικές πληροφορίες τού βιβλίου με τις αντίστοιχες αθροιστικές.

Στο επόμενο κεφάλαιο θα εξετάσουμε αν οι πρόσθετες ημέρες πορείας τού Διόδωρου καθιστούν επίσης συμβατές τις αναλυτικές πληροφορίες τού βιβλίου για τις διανύσεις (σε παρασάγγες) με τις αντίστοιχες αθροιστικές.

Αν συμβαίνει και αυτό, τότε βρισκόμαστε πολύ κοντά στην επίλυση τού γρίφου τού Ξενοφώντος, αφού καμία από τις δεκάδες προτάσεις που έχουν μέχρι σήμερα διατυπωθεί, δεν έχει κατορθώσει να πετύχει τέτοιου είδους αντιστοίχιση.

<-4. Πρώτη προσέγγιση τής διαδρομής 6. Διαδρομή και παρασάγγες->
Review Your Cart
0
Add Coupon Code
Subtotal

 
error: Content is protected !!