8. Η μετατροπή τού ποταμού Αρσανία σε Ευφράτη τού Ξενοφώντος

<-7. Αναλογίες μεταξύ παρασάγγη και ώρας σταθμών αλλαγής 9. Από τον Άρπασο στο όρος Θήχης και την Τραπεζούντα->

Σε αρχαία ελληνικά, ρωμαϊκά, αρμενικά, αραβικά, βυζαντινά και οθωμανικά κείμενα, πηγές τού Ευφράτη είναι εκείνες τού ποταμού Φρατ (Καρασού, σήμερα «Δυτικού» Ευφράτη), που πηγάζει στα βόρεια τού Ερζερούμ. Όμως στον σχολιασμό τής Κύρου Ανάβασης συνήθως ως Ευφράτης τού Ξενοφώντος που διασχίζεται από τούς Μύριους όχι μακριά από τις πηγές του λαμβάνεται ο παραπόταμος Αρσανίας (Μουράτ, σήμερα Ανατολικός Ευφράτης). Εξετάζουμε εδώ αν αυτή η επιλογή τεκμηριώνεται.1

Ο Ευφράτης και ο παραπόταμός του πριν από την εποχή τού Ξενοφώντος

Εὐφράτης είναι το παραδοσιακό όνομα τού ποταμού γνωστού ως Περάθ στα εβραϊκά, Πουράτ στη γλώσσα των Ασσυρίων και Ουφράτους στην περσική σφηνοειδή γραφή. Από αυτό το τελευταίο όνομα προέρχεται ίσως το ελληνικό Ευφράτης, γνωστό και ως Aλ Φουράτ στα αραβικά, Γιεπράτ στα αρμενικά και Φουράτ ή Φρατ στα τουρκικά.2 Ο νοτιοανατολικός παραπόταμός του –ονομαζόμενος σήμερα Ανατολικός Ευφράτης ή Μουράτ τσάι– ήταν γνωστός τουλάχιστον από την εποχή τής Νεο-Ασσυριακής αυτοκρατορίας ως Αρσανίας.

Ο Μαύρος Οβελίσκος, που ανακαλύφθηκε το 1846 από τον αρχαιολόγο Χένρυ Λέιαρντ κατά τις ανασκαφές του στη θέση τής αρχαίας ασσυριακής πρωτεύουσας Κάλου (Νιμρούντ), ο οποίος βρίσκεται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο, δοξάζει τα επιτεύγματα τού βασιλιά Σαλμανασάρ Γ’ (βασ. 858-824 π.Χ.). Μέρος τού σφηνοειδούς κειμένου τού οβελίσκου γράφει:

«[604] Από την Ενζίτε διέσχισα τον ποταμό Αρσανία. Πλησίασα στη χώρα τής Σούμε. Κατέλαβα το Ουάσταλ, το προπύργιό της».3

Το σφηνοειδές κείμενο στον Μαύρο Οβελίσκο αναφέρεται επίσης στον Ευφράτη ως ποταμό διαφορετικό από τον Αρσανία:

«[558] Τον πρώτο χρόνο τής βασιλείας μου διέσχισα τον Ευφράτη στην πλημμύρα του… [559] … τον Ευφράτη πέρασα στην πλημμύρα του… [560] πέρασα τον Ευφράτη…».4

Ο Ξενοφών και οι Έλληνες στον στρατό τού Κύρου τού Νεότερου συνάντησαν για πρώτη φορά τον Ευφράτη κατά τη διάρκεια τής Ανάβασής τους, στον δρόμο τους από τις Σάρδεις προς τη Βαβυλωνία και τη μάχη στα Κούναξα. Έφτασαν στον ποταμό στη Θάψακο (Ανάβ. 1.4.11), πέρασαν στην ανατολική του όχθη (1.4.16) και βάδισαν κατά μήκος του μέχρι τη συμβολή του με τον ποταμό Χαμπούρ (1.4.19) και από εκεί στην ερημωμένη πόλη Κορσωτή (1.5.4), στις Πύλες (1.5.5), απέναντι από την πόλη τής Χαρμάνδης (1.5.10) και στη Βαβυλωνία (1.7.1). Ο θάνατος τού Κύρου στη μάχη στα Κούναξα (1.8.1-29) υπήρξε η αιτία τής Καθόδου τους. Μετά τη σύγκρουσή τους με τούς Πέρσες τού Τισσαφέρνη το σχέδιό τους ήταν να περάσουν τα μεγάλα ποτάμια κοντά στις πηγές τους, επειδή

καθώς πλησιάζεις εκεί, γίνονται διαβατά, χωρίς καν να βρέξεις τα γόνατά σου, ακόμη κι αν είναι αδιάβατα σε απόσταση από τις πηγές.5

Μάλιστα οι Μύριοι κατά την Κάθοδό τους

προχώρησαν από εκεί … στον Ευφράτη ποταμό και τον διέσχισαν βρεχόμενοι μέχρι τη μέση,6

ενώ

τούς είπαν ότι οι πηγές του δεν ήσαν πολύ μακριά από εκεί.7

Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι ο Ξενοφών χρησιμοποιεί για τον ποταμό το όνομα Ευφράτης σύμφωνα με την πληροφόρηση που είχε. Όμως, καθώς δεν υπάρχει ακόμη συναίνεση για τη λύση του πολύπλοκου γρίφου τής διαδρομής, των παρασαγγών και τής χρονολόγησης τής Κύρου Ανάβασης, ιδιαίτερα τής Καθόδου των Μυρίων, οι απόψεις ότι ο Ξενοφών έκανε λάθος δεν είναι σπάνιες. Διατυπώνονται επιχειρήματα ότι δεν μπορούμε να μεταφέρουμε εύκολα στα σύγχρονα ποτάμια τα ονόματα των ποταμών που προσφέρονται από τον Ξενοφώντα, ή ότι η υπόψη περιοχή τού άνω Ευφράτη ήταν εντελώς άγνωστη στον Ξενοφώντα και, επιπλέον, ότι δεν ξέρουμε τι είδους πληροφορίες πήρε επιτόπου και πόσες από αυτές υπήρχαν ακόμη στο μυαλό του αργότερα, όταν κατέγραψε τις αναμνήσεις του από την εκστρατεία. Υπάρχει λοιπόν μακρά παράδοση καταλογισμού λαθών στον Ξενοφώντα και θεμελίωσης σε προσωπικές υποθέσεις των προτάσεων για τη διαδρομή, τούς παρασάγγες και τη χρονολόγηση τής Κύρου Ανάβασης.

Θα ξεκινήσουμε με κάποιες πληροφορίες που έχουν ήδη δοθεί. Αφού τις εμπλουτίσουμε, θα προχωρήσουμε σε μεταγενέστερες. Έχουμε λοιπόν αναφέρει ότι την εποχή τού Ξενοφώντος η μόνη γραπτή πληροφορία στη διάθεσή του ήταν εκείνη τού Ηροδότου, αλλά δεν βοηθά. Πριν από την είσοδο τού Ευφράτη στη Μεσοποταμία, ο Ηρόδοτος αναφέρει μόνο ότι ο Ευφράτης ρέει από τη γη των Αρμενίων και χύνεται στην «Ερυθρά» Θάλασσα, δηλαδή στον Περσικό κόλπο.8 Στους επόμενους αιώνες την άποψη αυτή επαναλαμβάνουν ο Πολύβιος, ο Διονύσιος Περιηγητής, ο Πρισκιανός, ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης και ο Νικηφόρος Βλεμμύδης.

Ο Πολύβιος (203-120 π.Χ.),9 Έλληνας ιστορικός τής ελληνιστικής περιόδου, γράφει:10

Ο Ευφράτης ξεκινά την πορεία του στην Αρμενία και ρέει μέσω τής Συρίας και των παρακειμένων χωρών στην κατεύθυνση τής Βαβυλωνίας. Υποτίθεται ότι χύνεται στον Περσικό κόλπο, αλλά αυτό δεν συμβαίνει, γιατί τα κανάλια που οδηγούν σε διάφορες περιοχές τής χώρας εξαντλούν τα νερά τού ποταμού πριν χυθεί στη θάλασσα. Έχει λοιπόν φύση αντίστροφη από εκείνη των περισσότερων ποταμών. Στην περίπτωση άλλων ποταμών η ροή αυξάνεται όσο περισσότερη χώρα διασχίζουν, ενώ είναι μεγαλύτεροι τον χειμώνα και μικρότεροι το κατακαλόκαιρο. Όμως ο Ευφράτης έχει την υψηλότερη στάθμη του κατά τη μεγίστη ανύψωση τού Σείριου [19 Ιουλίου] και η ροή είναι μεγαλύτερη στη Συρία και μικραίνει όσο προχωράει. Ο λόγος είναι ότι η αύξηση των υδάτων του δεν οφείλεται στη συρροή των χειμερινών βροχών αλλά στο λιώσιμο τού χιονιού, ενώ η μείωσή του οφείλεται στην εκτροπή τής ροής στη γη και στην υποδιαίρεσή του για αρδευτικές ανάγκες.11

Ο Διονύσιος Περιηγητής ήταν συγγραφέας περιγραφής τού τότε γνωστού κόσμου σε ελληνικό εξάμετρο στίχο.12 Πιστεύεται ότι ήταν από την Αλεξάνδρεια και ότι έζησε την εποχή τού Αδριανού (βασ. 117–138 μ.Χ.) αν και ορισμένοι χρονολογούν τη ζωή του στα τέλη τού 3ου αιώνα. Ο Διονύσιος, ακολουθώντας τον Ηρόδοτο, γράφει για τον Ευφράτη:13

Από τα απότομα προς την ανατολή βουνά
φαίνεται η ροή τού τεράστιου ποταμού Ευφράτη,
που τρέχει αρχικά από το όρος Αρμένιον
επί μεγάλου μήκους προς νότο και ύστερα,
στρέφοντας προς τον ήλιο,
περνώντας από το κέντρο της Βαβυλώνας,
χύνεται στα ορμητικά κύματα τού Περσικού κόλπου,
εκβάλλοντας τελικά κοντά στην Τερηδόνα.
14

Ο Πρισκιανός, φιλόλογος που δίδασκε λατινικά στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές τού 6ου αιώνα, μετέφρασε στα λατινικά σε εξάμετρα την έμμετρη γεωγραφική έρευνα τού Διονυσίου Περιηγητή. Για τον Ευφράτη γράφει:15

Ο Ευφράτης τρέχει κατά μήκος των ανατολικών συνόρων
με δύναμη, κατεβαίνοντας τα απόκρημνα βουνά
τής Αρμενίας, εκτεινόμενος προς νότο, και από εκεί,
στρέφοντας προς τον ήλιο, χωρίζει την πόλη τής Βαβυλώνας.
Έπειτα ορμώντας, τα κύματα διαπερνούν την ακτή τής Περσίας.
Το πιο μακρινό μέρος τού ποταμού αγγίζει την περιοχή
τής Τερηδόνας.
16

Κατά τον 12ο αιώνα ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, στις Παρατηρήσεις για τον Διονύσιο Περιηγητή,17 αναφέρεται με τα ίδια λόγια στον Ευφράτη:18

Ανατολικά τής Καππαδοκίας ο τεράστιος Ευφράτης ποταμός ρέει επί μεγάλου μήκους από το Αρμένιον όρος, αρχικά προς νότο, κι έπειτα στρέφοντας προς την ανατολή και περνώντας μέσα από τη Βαβυλώνα, χύνεται στον Περσικό κόλπο, κοντά στην Τερηδόνα, περσική πόλη, περνώντας από τη Μεγάλη Αρμενία μέχρι τη Μικρή.19

Τέλος ο Νικηφόρος Βλεμμύδης (1197-1272), ο κατ’ εξοχήν σοφός τής προ-Αναγεννησιακής περιόδου τής αυτοκρατορίας τής Νικαίας (1205-61)20 μεταφέρει στον 13ο αιώνα τις γεωγραφικές πληροφορίες τού Ηροδότου και τού Διονυσίου Περιηγητή:21

Η Αρμενία, η Μεσοποταμία και η Μηδία ανήκουν όλες στην Αρμενία. Εμφανίζεται αυτή προς την ανατολή από το μεγάλο βουνό που ονομάζεται Αρμένιον (και λέγεται Αρμένιον επειδή το κατοικούν Αρμένιοι), από το οποίο έχει πάρει το όνομά του και ο ποταμός Ευφράτης. Ο οποίος πορεύεται επί μεγάλου μήκους προς νότο και στρίβει στη συνέχεια αντίθετα από τον ήλιο. Περνώντας από τη μέση τής Βαβυλώνας χύνεται στον Περσικό κόλπο προχωρώντας κοντά από την πόλη τής Τερηδόνας. Και η Τερηδών είναι παραθαλάσσια περσική πόλη.22

Αφού λοιπόν δεν βοηθούσε η μόνη στη διάθεσή του γραπτή πληροφορία, εκείνη τού Ηροδότου, ο Ξενοφών πρέπει να βασίστηκε σε προφορική πληροφόρηση όσον αφορά το όνομα τού ποταμού που ο ίδιος αποκαλεί Ευφράτη στην Κάθοδο των Μυρίων. Άραγε εννοούσε τον «Δυτικό» Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) ή τον «Ανατολικό Ευφράτη» (Αρσανία, Μουράτ); Οι πηγές αυτών των ποταμών, δηλαδή η πιθανή περιοχή διάσχισης τού Ευφράτη από τούς Μύριους, βρίσκονται σε απόσταση. Έτσι, αν θεωρήσουμε ότι ο Ξενοφών εννοεί ότι διέσχισαν τον Αρσανία (Μουράτ) ως «Ευφράτη», είτε στην περιοχή των πηγών του23 ή δύο εκατοντάδες χιλιόμετρα πιο κάτω (στα δυτικά),24 τότε πρέπει να παρουσιάσουμε αποδεικτικά στοιχεία ότι ο ποταμός αυτός (Αρσανίας, Μουράτ) ήταν ποτέ γνωστός ως «Ευφράτης», πολύ περισσότερο επειδή ο βορειοδυτικός (Καρασού) εξακολουθεί να φέρει αυτό το όνομα (Φρατ).

Ο Ευφράτης και ο παραπόταμός του στις αρχαίες πηγές μετά τον Ξενοφώντα

Στις αρχαίες πηγές γίνεται διάκριση ανάμεσα στον Ευφράτη (Φρατ, αργότερα Καρασού) και στον Αρσανία (αργότερα Μουράτ). Έχουμε αναφέρει ότι σύμφωνα με τον Στράβωνα (11.12.3) ο Ευφράτης, με τις πηγές του στην βόρεια περιοχή τού Ταύρου, ρέει δυτικά μέσω τής Μεγάλης Αρμενίας, προς τη Μικρή Αρμενία, έχοντας την τελευταία στα δεξιά του και την Ακιλισηνή (δηλαδή την περιοχή τού Ερζιντζάν) στα αριστερά:

Ο Ευφράτης είναι ο μεγαλύτερος από τούς δύο [Ευφράτη και Τίγρη] και διασχίζει μεγαλύτερη έκταση, λόγω των πολυάριθμων ελιγμών που διαγράφει. Έχει τις πηγές του στο βόρειο τμήμα τού Ταύρου, κατευθύνεται δυτικά μέσω τής αποκαλούμενης Μεγάλης Αρμενίας προς τη Μικρή Αρμενία, έχοντας την τελευταία στα δεξιά του και την Ακιλισηνή στα αριστερά. Στη συνέχεια στρέφεται προς νότο και στη στροφή του ενώνεται με τα όρια τής Καππαδοκίας. Aφήνοντας αυτά και την περιοχή τής Κομμαγηνής στα δεξιά και την Ακιλησηνή, τη Σωφηνή και τη Μεγάλη Αρμενία στα αριστερά, προχωράει προς τη Συρία.25

Αυτό σημαίνει ότι ο Ευφράτης τού Στράβωνος είναι ο Φρατ/Καρασού. Μια δεύτερη περιγραφή στον Στράβωνα (11.14.2) θα μπορούσε να παρερμηνευθεί και παρερμηνεύθηκε κατά τον 18ο αιώνα:

Πάνω από το Μάσιον όρος, πολύ προς τα ανατολικά, απέναντι από τη Γορδυηνή, βρίσκεται το όρος Νιφάτης και έπειτα το όρος Άβος, από το οποίο ρέουν τόσο ο Ευφράτης όσο και ο Αράξης, ο πρώτος προς τα δυτικά και ο δεύτερος προς τα ανατολικά.26

Το όρος Άβος εκτείνεται από την περιοχή τού Ερζερούμ στα δυτικά προς την περιοχή νότια από τα Αρτάξατα στα ανατολικά.27 Ο Πλίνιος (βλέπε πιο κάτω), λέει ότι οι πηγές τού Αράξη και τού Ευφράτη βρίσκονται κοντά. Μάλλον αυτό εννοεί εδώ και ο Στράβων, δηλαδή ότι ο Ευφράτης του είναι και πάλι ο Φρατ (Καρασού). Άλλοι κατάλαβαν ότι ο Ευφράτης πηγάζει από την ίδια οροσειρά, αλλά από την άλλη της άκρη στα νοτιοανατολικά. Έτσι ερμήνευσαν εδώ ότι Ευφράτης τού Στράβωνος είναι ο Μουράτ.28 Ωστόσο, για μια ακόμη φορά, περιγράφοντας τον Πόντο και την Παφλαγονία, ο Στράβων (12.3.28) αναφέρεται σαφώς στον Καρασού ως Ευφράτη:

Τελικά, όταν ο Πομπήιος εισέβαλε στη χώρα, ο Μιθριδάτης βρήκε καταφύγιο σε αυτά τα πιο απομακρυσμένα μέρη τού βασιλείου τού Πόντου. Κατέλαβε ένα καλοποτιζόμενο βουνό κοντά στα Δάστειρα, στην Ακιλισηνή. Εκεί κοντά βρισκόταν επίσης ο Ευφράτης, που χωρίζει την Ακιλισηνή από τη Μικρή Αρμενία. Έμεινε εκεί μέχρι που πολιορκήθηκε και αναγκάστηκε να διαφύγει πέρα από τα βουνά στην Κολχίδα και από εκεί στον [Κιμμέριο] Βόσπορο.29

Έχουμε επίσης αναφέρει ότι σύμφωνα με τον Πλίνιο Ευφράτης είναι ο Καρασού, 30 επειδή

πηγάζει από την Καρανίτιδα, νομό τής Μεγάλης Αρμενίας, όπως έχουν καταγράψει δύο από εκείνους που τον έχουν δει πρόσφατα. Ο Δομίτιος Κόρβουλων τον τοποθετεί στο όρος Άγα και ο Λικίνιος Μουκιανός στα χαμηλά βουνού που ονομάζουν Καπότης, δώδεκα μίλια πάνω από τη Ζιμάρα. Στις αρχές του είναι γνωστός ως Πυξαράτης.31

Σε πρόσφατο έργο,32 υπό την επικρατούσα άποψη (η οποία αμφισβητείται σε αυτό το κεφάλαιο) ότι και οι δύο κλάδοι (Καρασού και Μουράτ) ήσαν από την αρχαιότητα γνωστοί ως Ευφράτης, γίνεται η παρακάτω ατελέσφορη προσπάθεια να προσδιοριστεί σε ποιου Ευφράτη τις πηγές αναφέρονται οι αρχαίοι συγγραφείς:

«Η ίδια η Κάρανις, το κέντρο τής Καρανίτιδος ή μάλλον Καρηνίτιδος, είναι το σημερινό Ερζερούμ, κοντά στο οποίο πηγάζει ο βραχύτερος, βορειότερος κλάδος τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού). Ο νότιος κλάδος (Μουράτ) πηγάζει πιο ανατολικά, κοντά στο Ντιγιαντίν. Ένα ερώτημα είναι ποιον από τούς δύο κλάδους εννοούσε καθεμία από τις δύο αυθεντίες [Στράβων και Πλίνιος]. Θα ήταν ικανοποιητικό να είχαμε διαφωνία ως προς το ποιος κλάδος ήταν η πραγματική πηγή τού ποταμού, παρά μια πιο ασήμαντη διαφορά ως προς το από πού ερχόταν το νερό κάποιου κλάδου. Για το όρος Άγα, το οποίο τοποθετείται στον Barrington Atlas μάλλον νότια των Σατάλων και δυτικά τής Ελεγείας, παρά δυτικά τής Καρηνίτιδος, έχει προταθεί το όρος Άβας (Πτολ. Γεωγρ. 12.5.2), ενώ το όρος Άβος λέγεται από τον Στράβωνα (11.14.2) ότι είναι η πηγή τού Αράξη και τού Ευφράτη. Ο Σάιμ δέχεται Άβος.33 Ο Μπαουμγκάρτνερ34 ταυτίζει το όρος Άβος με το Μπινγκιόλ Νταγ, νότια τού Ερζερούμ. Αυτό θα ταίριαζε με τη νότια πηγή τού ποταμού. Η περιγραφή τού Μουκιανού «στα πόδια» (sub radicibus) ταιριάζει επίσης με τη διαμόρφωση των ποταμών στο νότιο άκρο τού Μπινγκιόλ Νταγ, αλλά αυτά τα δύο δεν πρέπει να είναι το ίδιο βουνό, ενώ ο Μουκιανός δίνει στο δικό του διαφορετικό όνομα: Καπότης. Ο Άντερσον το τοποθετεί βορειοανατολικά τής Ελεγείας,35 ίσως όμως στη βάση τού παραπάνω εδαφίου. Τίποτε άλλο δεν είναι γνωστό. Ο Πλίνιος την τοποθετεί δώδεκα μίλια πάνω από τα Ζίμαρα, η θέση των οποίων έχει προσδιοριστεί στον ρέοντα προς νότο Ευφράτη, στο νοτιότερο τμήμα τής Μικράς Αρμενίας.36 Σε αυτό οφείλεται ίσως η χωροθέτηση τού όρους Καπότης στον Barrington Atlas, δυτικά τού Ευφράτη. Αυτό είναι απίθανο ως πηγή. Ενδεχομένως εννοείται Σίναρα σε έναν από τούς παραποτάμους τού βόρειου κλάδου, που επιβεβαιώνεται κατά τα άλλα μόνο στην ύστερη αρχαιότητα, αλλά τα Ζιμάρα εμφανίζονται επίσης στην επόμενη φράση, αλλά ως σταθερό σημείο».

Ας προχωρήσουμε όμως. Ο Πλίνιος μιλά για τις γειτονικές πηγές τού Αράξη και τού Ευφράτη, δηλαδή τού Καρασού:37

Ο Αράξης πηγάζει από τα ίδια βουνά με τον Ευφράτη, σε απόσταση από αυτόν έξι μόνο μιλίων.38

Ο Σολίνος συμφωνεί, χωρίς να προσδιορίζει απόσταση:39

Αλλά ο Αράξης πηγάζει σε μικρή απόσταση από τον Ευφράτη και στη συνέχεια οδηγείται στην Κασπία Θάλασσα.40

Ο Στράβων (11.14.2) είπε πιο πάνω ότι από το ίδιο βουνό με τον Ευφράτη πηγάζει επίσης και ο Αράξης. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Στέφανος Βυζάντιος αποκαλεί τον Αράξη «αδελφό τού Ευφράτη», δηλαδή αδελφό τού Φρατ/Καρασού:41

Αυτός [ο Ευφράτης] και ο Αράξης αποκαλούνταν αδελφοί, επειδή πηγάζουν από ένα βουνό τής Αρμενίας.42

Ο Πλίνιος, όπως έχουμε αναφέρει, λέει επίσης ότι ο Ευφράτης (Καρασού), που πηγάζει από την Καρανίτιδα στη Μεγάλη Αρμενία,43

παραλαμβάνει κατά την πορεία του τούς ποταμούς Λύκο, Αρσανία [δηλαδή τον Μουράτ] και Άρσανο.44

Σε ένα τρίτο απόσπασμα ο Πλίνιος κάνει και πάλι διάκριση μεταξύ Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) και Αρσανία (Μουράτ):45

Ο Κλαύδιος Καίσαρ μάς πληροφορεί ότι στην περιοχή τής Αρρηνής [ο Τίγρης] ρέει τόσο κοντά στον ποταμό Αρσανία, που όταν τα νερά τους φουσκώνουν, συναντιούνται και ρέουν μαζί, αλλά χωρίς να αναμιγνύονται. Γιατί εκείνα τού Αρσανία, όπως λέει, όντας ελαφρύτερα, επιπλέουν στην επιφάνεια τού Τίγρη επί μήκους τεσσάρων περίπου μιλίων, ενώ στη συνέχεια διαχωρίζονται και ο Αρσανίας χύνεται στον Ευφράτη».46

Ο Πλούταρχος λέει ότι47

όταν ο Λούκουλλος βάδισε εναντίον αυτής τής πόλης [Αρτάξατα], ο Τιγράνης δεν μπορούσε να το ανεχθεί, αλλά μπήκε επικεφαλής των δυνάμεών του και την τέταρτη μέρα στρατοπέδευσε απέναντι από τούς Ρωμαίους, κρατώντας ανάμεσα σε αυτόν και εκείνους τον ποταμό Αρσανία, τον οποίο έπρεπε αναγκαστικά να διαβούν οι Ρωμαίοι για να πάρουν τον δρόμο προς τα Αρτάξατα.48

Προφανώς Αρσανίας εδώ είναι ο Μουράτ. Ο Τιγράνης είχε στρατοπεδεύσει νότια τού ποταμού, προς την πρωτεύουσά του, τα Τιγρανόκερτα (βλέπε Χάρτη 6.5 Κεφαλαίου 6). Ο Πλούταρχος λέει επίσης49 ότι ο Πομπήιος

τον έφτασε έπειτα [τον Μιθριδάτη] κοντά στον Ευφράτη ποταμό και στρατοπέδευσε εκεί κοντά. Και φοβούμενος μήπως ο βασιλιάς αποκτήσει απέναντί του πλεονέκτημα διασχίζοντας τον Ευφράτη, έβαλε τον στρατό του σε παράταξη μάχης και τον οδήγησε εναντίον του τα μεσάνυχτα.50

Ευφράτης εδώ είναι ο Καρασού, επειδή οι μάχες μεταξύ τού Ρωμαίου στρατηγού Πομπήιου και τού βασιλιά τού Πόντου Μιθριδάτη δόθηκαν στο βασίλειο τού Μιθριδάτη.

Ο Αππιανός αναφέρεται επίσης στη διαφυγή τού Μιθριδάτη μέσα από τις πηγές τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) προς τον ποταμό Άψαρο (Τσορούχ) και την Κολχίδα.51 Ο Μιθριδάτης

παίρνοντας μαζί του έξι χιλιάδες τάλαντα έσπευσε στις πηγές τού Ευφράτη, για να περάσει από εκεί στην Κολχίδα. Καθώς η πορεία του δεν συνάντησε εμπόδια, διέσχισε τον Ευφράτη την τέταρτη μέρα. Τρεις ημέρες αργότερα έβαλε σε τάξη και εξόπλισε τις δυνάμεις που τον συνόδευαν ή είχαν ενωθεί μαζί του και μπήκε στη Χωτηνή Αρμενία.52 Εκεί οι Χωτηνοί και οι Ίβηρες προσπάθησαν με βέλη και σφεντόνες να τον εμποδίσουν να μπει, αλλά προέλασε και προχώρησε μέχρι τον Άψαρο ποταμό.53

Σύμφωνα με τον Τάκιτο,54 όπως έχουμε αναφέρει, ο Ρωμαίος Παίτος

έριξε γέφυρα πάνω από τον ποταμό Αρσανία [Μουράτ], που κυλούσε κοντά στο στρατόπεδο, προφανώς με σκοπό να διευκολύνει την πορεία του.55

Ο Ευφράτης στον Πτολεμαίο

Ο Πτολεμαίος56 περιγράφει και τούς δύο ποταμούς, αλλά χρησιμοποιεί επίσης το όνομα Ευφράτης μόνο για τον πρώτο, για εκείνον από το Ερζερούμ:57

Οι ποταμοί που ρέουν σε αυτή τη χώρα [την Αρμενία] είναι ο Αράξης …και εκείνο το τμήμα τού Ευφράτη ποταμού μεταξύ τής προαναφερθείσας στροφής προς τα ανατολικά μέχρι τις πηγές…58

Το μέρος τού Ευφράτη (Φρατ/Καρασού) «προς τα ανατολικά μέχρι τις πηγές» περιγράφεται από τον Πτολεμαίο στην Καππαδοκία,59 η οποία συνορεύει

ανατολικά με τη Μεγάλη Αρμενία κατά μήκος τού Ευφράτη, από το προαναφερθέν τμήμα τού όρους Άμανος μέχρι εκείνο το σημείο όπου, ερχόμενος από βορρά, εκτρέπεται από τα ανατολικά…60

Σημειώνουμε και πάλι ότι μέχρι πρόσφατα το ατελές κείμενο σε χειρόγραφο τού Πτολεμαίου (5.13.7) το οποίο αναφερόταν στον Αρσανία (Μουράτ), θεωρείτο παραδοσιακά ότι δεν εννοούσε ποταμό αλλά βουνά [ὄρη].61

Οι Χάρτες 8.1 και 8.2 είναι αντίγραφα των σελίδων που απεικονίζουν την πορεία τού Ευφράτη σε λατινικό χειρόγραφο τού 15ου αιώνα τής Γεωγραφικῆς Ὑφηγήσεως τού Πτολεμαίου.62

Image

Xάρτης 8.1: Ο Ευφράτης δεξιά, χωρίς Αρσανία, σε χειρόγραφο τής Γεωγραφίας τού Πτολεμαίου.
Πηγή: Bibliothèque-médiathèque de Nancy, ms. 354 (στο bmn-renaissance.nancy.fr).

Image

Χάρτης 8.2: Ο Ευφράτης αριστερά, χωρίς Αρσανία, σε χειρόγραφο τής Γεωγραφίας τού Πτολεμαίου.
Πηγή: Bibliothèque-médiathèque de Nancy, ms. 354 (στο bmn-renaissance.nancy.fr).

Ευφράτης είναι ο Καρασού (Φρατ) που πηγάζει κοντά στο Ερζερούμ. Κινείται δυτικά και στρέφεται προς νότο, προς τη Συρία, παραλαμβάνοντας από τα δυτικά, ως παραπόταμο, τον Μέλανα (Μαύρο) ποταμό των αρχαίων,63 τον ποταμό Τόχμα.64 Δεν υπάρχει ο Αρσανίας (Μουράτ) ως ανατολικός παραπόταμος τού Ευφράτη στους Χάρτες 8.1 και 8.2 επειδή, κατά την εσφαλμένη ερμηνεία τού εδαφίου 5.13.7 τού Πτολεμαίου, θεωρείται ότι ο αρχαίος γεωγράφος δεν αναφέρει τον ανατολικό παραπόταμο στο κείμενό του.

Η παράδοση τής κατανόησης τού εδάφιου 5.13.7 τού Πτολεμαίου ως αναφερόμενου σε βουνά (ὄρη) και όχι στον ποταμό Αρσανία (Μουράτ) συνεχιζόταν για αιώνες.65 Αργότερα, όπως έχουμε αναφέρει, η μοναδική μέχρι τώρα πλήρης αγγλική μετάφραση τού 1932 θεωρεί ότι το εδάφιο αυτό όντως αναφέρεται σε ποταμό:

«Υπάρχει κι άλλος αξιόλογος ποταμός που χύνεται στον Ευφράτη».66

Όμως η μετάφραση αυτή έχει επικριθεί, αφενός επειδή δεν αναφέρει την πρωτότυπη πηγή και αφετέρου επειδή υπάρχουν σφάλματα στην αγγλική απόδοση ελληνικών γεωγραφικών ονομάτων, τα οποία σφάλματα προέρχονται προφανώς από λατινική μετάφραση τού πρωτότυπου.67

Πρόσφατα μια νέα έκδοση τού κειμένου τού Πτολεμαίου βασίστηκε στον Κώδικα Seragliensis που ανακαλύφθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1927, δηλαδή μετά την έκδοση τού Νόμπε. Το ελληνικό κείμενο εδώ διαφέρει από εκείνο τής έκδοσης Νόμπε σε περισσότερα από 1.000 εδάφια.68 Αυτή τη φορά δεν υπάρχουν βουνά και ο Πτολεμαίος διαβάζεται ως εξής:69

Υπάρχει επίσης και άλλος πιο αξιόλογος παραπόταμος τού Ευφράτη, τού οποίου η συμβολή με τον Ευφράτη έχει συντεταγμένες 71°30’ και 40°30’, ενώ οι πηγές του 77° και 41°.70

Έτσι οι γεωγραφικές συντεταγμένες τής συμβολής και των πηγών αφορούν την ἑτέρα ἀξιολογωτέρα ἐκτροπή από τον Ευφράτη, δηλαδή τον Αρσανία (Μουράτ). Τριακόσια σχεδόν χρόνια πριν από αυτή την αποκατάσταση, οι χαρτογράφοι τού 18ου αιώνα είχαν πειστεί ότι αυτό εννοούσε ο Πτολεμαίος. Ίσως κάποιοι από εκείνους είχαν διαβάσει σε ανατολικές πηγές τις λεπτομέρειες τής πορείας τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) και τού παραποτάμου του (Αρσανία, Μουράτ).

Ο Ευφράτης και ο παραπόταμός του σε πηγές τής ύστερης αρχαιότητας

Ο Πευτιγγεριανός Πίνακας (Tabula Peutingeriana, χάρτης τού Πόιτινγκερ) είναι εικονογραφημένος σχηματικός οδικός χάρτης σε κύλινδρο περγαμηνής. Χρονολογείται στον 5ο μ.Χ. αιώνα71 και είναι παραμορφωμένος, ιδιαίτερα στην κατεύθυνση ανατολή-δύση. Ο Χάρτης 8.3 είναι απόσπασμα,72 που απεικονίζει (υπογραμμισμένους) τούς ποταμούς Ευφράτη και Τίγρη.

Image

Χάρτης 8.3: Δεν υπάρχει Αρσανίας στο διασωζόμενο αντίγραφο τού Πευτιγγεριανού Πίνακα.
Πηγή: Tabula Peutingeriana, στο peutinger.atlantides.org

Παρά την παραμόρφωση, ο χάρτης δείχνει καθαρά ότι Ευφράτης εδώ είναι και πάλι ο Φρατ/Καρασού που πηγάζει από την Ποντική οροσειρά, δηλαδή από τα όρη τού Παρυάδρη (Mons Parverdes στον χάρτη).73

Μια σύγκριση με τον Χάρτη 8.17 πιο κάτω σε αυτό το κεφάλαιο (ή με τον Χάρτη 6.1 σε προηγούμενο κεφάλαιο) δείχνει ότι ο Αρσανίας έπρεπε να απεικονίζεται βόρεια τής γραμμής από τη Μελιτηνή (κοντά στον Ευφράτη) προς τα Τιγρανόκερτα (κοντά στις πηγές τού Ανατολικού Τίγρη).

Η Μελιτηνή επισημαίνεται στον Πευτιγγεριανό Πίνακα ως Melentenis και τα Τιγρανόκερτα ως Triganocarten. Όμως αντί για τον ποταμό Αρσανία ένα βουνό απεικονίζεται κατά μήκος τής διαδρομής του. Πρόκειται μάλλον για απόδειξη τής πτολεμαϊκής προέλευσης τού Πευτιγγεριανού Πίνακα, καθώς και τού γεγονότος ότι το εδάφιο 5.13.7 τού Πτολεμαίου είχε παρερμηνευθεί ήδη από τον 5ο αιώνα.

Η Γεωγραφία που αποδιδόταν στον Αρμένιο ιστορικό τού 5ου (;) αιώνα74 Μωυσή τής Χόρεν (Μόβσες Χορενάτσι)75 μιλά για τον Καρασού (Φρατ) ως Ευφράτη:

«[355] Η πρώτη Αρμενία είναι ανατολικά τής πρώτης Καππαδοκίας και εφαπτόμενη στην τρίτη Αρμενία. Ο Ευφράτης είναι το όριο προς την ανατολή. … Η δεύτερη Αρμενία είναι ανατολικά τής Καππαδοκίας, εκτεινόμενη κατά μήκος τού Ευφράτη. … [359] Η Μείζων Αρμενία είναι ανατολικά τής Καππαδοκίας και τής Ελάσσονος Αρμενίας, στις όχθες τού Ευφράτη…. Προς βορρά συνορεύει με την Αλβανία, την Ιβηρία76 και την Κολχίδα, μέχρι το σημείο όπου ο Ευφράτης στρέφει προς νότο».77

Ο ίδιος ο Χορενάτσι μιλά για τον Καρασού (Φρατ) ως Ευφράτη στην Ιστορία του:78

«Όταν ο στρατηγός Ανατόλιος πήρε εντολή από τον αυτοκράτορα [Θεοδόσιο], ήρθε στη χώρα μας και ταξίδεψε σε πολλές περιοχές, μέχρι που τελικά επέλεξε να θέσει τα θεμέλια μιας πόλης [Θεοδοσιούπολις] στην επαρχία τού Γκάριν [Καρηνίτις], που είναι εξαιρετικά εύφορη, πλούσια, καλά τροφοδοτούμενη με νερό και φαίνεται να βρίσκεται στη μέση πεδιάδων, όχι μακριά από τούς τόπους μερικών από τις πηγές τού Ευφράτη, που ρέει αργά στην αρχή, αυξάνεται σε μέγεθος καθώς προχωρεί και σχηματίζει ένα είδος λίμνης γεμάτης ψάρια…»

Ο Προκόπιος αναφέρεται επίσης στον Καρασού ως Ευφράτη στην περιοχή τού Ερζερούμ:79

Αυτά τα έργα έχτισε [ο Ιουστινιανός] στην Αρμενία που βρίσκεται στα δεξιά [δυτικά] τού ποταμού Ευφράτη [δηλαδή τού Καρασού]. Και θα συνεχίσω λέγοντας τι έκανε ο ίδιος στη Μεγάλη Αρμενία [δηλαδή ανατολικά τού ποταμού]. Όταν ο Θεοδόσιος, ο αυτοκράτορας των Ρωμαίων, κατέλαβε την επικράτεια τού Αρσάκη, όπως περιέγραψα πριν από λίγο, έχτισε φρούριο σε έναν από τούς λόφους, το οποίο ήταν εύκολο να καταληφθεί από τούς επιτιθέμενους και το οποίο ονόμασε Θεοδοσιούπολη [το Ερζερούμ].80

Ο Προκόπιος καθιστά σαφές ότι ο Ευφράτης (Φρατ, Καρασού) παραλαμβάνει τον παραπόταμο Άρσινο ή Αρσίνη (Αρσανία, Μουράτ):81

Από την Ταυρική Αρμενία και τη χώρα τής Ακιλησηνής, ο ποταμός Ευφράτης, ρέοντας προς τα δεξιά [προς τα δυτικά], κυκλώνει εκτεταμένη επικράτεια και ενώνονται με αυτόν πολλοί ποταμοί μεταξύ των οποίων και ο Αρσανίας, τού οποίου το άφθονο ρεύμα κατεβαίνει από τη χώρα των λεγομένων Περσαρμενίων, γίνεται φυσικά μεγάλος ποταμός και ρέει στη γη τού λαού που αρχικά ονομάζονταν Λευκόσυροι, αλλά τώρα είναι γνωστοί ως Μικροί Αρμένιοι…82

Στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχει επίσης αναφορά στον Ευφράτη:83

Ένας ποταμός ρέει από την Εδέμ για να ποτίσει τον κήπο τού παραδείσου και από εκεί χωρίζεται σε τέσσερις κλάδους. Το όνομα τού πρώτου είναι Φισών [Ινδός;] και είναι εκείνος που διατρέχει ολόκληρη τη χώρα τής Ευιλάτ, όπου υπάρχει χρυσάφι. Και το χρυσάφι εκείνης τής χώρας είναι καλό. Ρετσίνι και πέτρα όνυχα υπάρχουν εκεί. Το όνομα τού δεύτερου ποταμού είναι Γεών [Νείλος;]. Είναι αυτός που διατρέχει ολόκληρη τη χώρα τής Αιθιοπίας. Τρίτος ποταμός είναι ο Τίγρης, ο οποίος ρέει ανατολικά τής Ασσυρίας. Και ο τέταρτος ποταμός είναι ο Ευφράτης.84

Σε αρμενικό χειρόγραφο που αναπτύσει την πιο πάνω αναφορά τής Παλαιάς Διαθήκης υπάρχει Σημείωση για τούς Τέσσερις Ποταμούς τού Παραδείσου και για Σαρανταδύο Άλλους Διάσημους και Μεγάλους Ποταμούς. Διακρίνει τον Ευφράτη από τον Αρσανία:

Ο Ευφράτης βγαίνει επίσης από τον Παράδεισο, έρχεται στη γη και πηγάζει από την Αρμενία, προς τη χώρα τού Πακρεβάντ και προς τα βουνά τού Γκάριν, που γειτονεύουν με την πόλη τού Άρτζεν [Ερζερούμ]. Ο Αρατζάνι [Αρσανίας] πηγάζει από το κεντρικό μέρος τής Αρμενίας και ενώνεται με τον Ευφράτη. Ο Ευφράτης έρχεται από το Γκάριν [Καρηνίτις, η περιοχή τού Ερζερούμ], περνάει από το Χαγνταρίτζ [;], διασχίζει την επαρχία τού Εγκεγέατς [Ακιλησηνή, η περιοχή τού Ερζιντζάν], κατεβαίνει στο Τζορεμπιόν [;], περνάει από τη Ράκκα [το αρχαίο Νικηφόριον], στη συνέχεια από τη Βαβυλώνα, ενώνεται με τον Τίγρη, χωρίζεται στη Βασόρα και χύνεται στην Ινδική θάλασσα.85

Στην Ιστορία των Αρμενίων που αποδίδεται στον Φαύστο τού Βυζαντίου, Αρμένιο τού 5ου μ.Χ. αιώνα,86 υπάρχουν αναφορές στον Ευφράτη.87 Κατά τον 19ο αιώνα θεωρήθηκε ότι σε μια από αυτές ο Φαύστος αναφερόταν στον ποταμό Μουράτ (Αρσανία) ως Ευφράτη:

Ύστερα από αυτό ο Χαΐρ μαρντπέτ [αρχιευνούχος] έφυγε από τα ιερά μέρη και κατέβηκε στις όχθες του ποταμού Ευφράτη, σε μια κοιλάδα γεμάτη με δάση από άγριες δαμασκηνιές, κοντά στη συμβολή δύο ποταμών, εκεί όπου την αρχαία εποχή ο βασιλιάς Σανατρούκ είχε χτίσει την πόλη που ονομαζόταν Μτσουρν.88

Εδώ η αναγνώριση τού ποταμού συνδέεται με εκείνη τής πόλης Μτσουρν στο κείμενο τού Φαύστου. Η πόλη αυτή παραμένει ακόμη μυστήριο για τούς ερευνητές.89 Καταστράφηκε από σεισμό κατά την αρχαιότητα.90 Ήδη από τον 6ο μ.Χ. αιώνα η Μτσουρν αποτελούσε θολή ανάμνηση.91 Υπάρχουν πολλές προτάσεις για τη χωροθέτησή της. Ο Αρμένιος ιστορικός Μόβσες Χορενάτσι θεωρεί ότι Μτσουρν είναι η Μτσμπιν-Νίσιβις και αναφέρει την ανακατασκευή αυτής τής πόλης από τον Σανατρούκ.92 Φαίνεται ότι αυτό επιβεβαιώνεται από τον ιστορικό τού 7ου μ.Χ. αιώνα Σέμπεος, ο οποίος αναφέρει ανάκτορο τού βασιλιά Σανατρούκ στη Μτσμπιν-Νίσιβι.93 Ο Μαναντιάν, σημειώνοντας ότι ο Μόβσες Χορενάτσι ταυτίζει τη Μτσουρν με τη Μτσμπίν-Νίσιβι που ανοικοδομήθηκε από τον Σανατρούκ ύστερα από καταστροφικό σεισμό, γράφει:

«Η πληροφορία για τον σεισμό και την καταστροφή στη Νίσιβι μάλλον εφευρέθηκε από τον ίδιο τον Μόβσες».94

Ο Σεν Μαρτέν, που εξετάζεται πιο κάτω σε αυτό το κεφάλαιο, τοποθετεί τη Μτσουρν στα βόρεια τού Μαλαζγκίρτ (Μαντζικέρτ) και τού ποταμού Μουράτ.95 Ο Μαναντιάν γράφει ότι

«κατά τον Μάρκβαρτ η Μτσουρν βρισκόταν δίπλα στον Αρσανία και τον αριστερό του παραπόταμο Καρασού [το ποτάμι τής Μους]».96

Ο Tübinger Atlas97 τοποθετεί τη Μτσουρν στο Χόσνεκ,98 μεταξύ Μαζγκίρτ και Ερζερούμ. Η σχέση τής Μτσουρν με τον Ευφράτη εξετάζεται πιο κάτω σε αυτό το κεφάλαιο.

Κατά τον 10ο αιώνα ο Ευφράτης είναι ακόμη Ευφράτης και ο Αρσανίας είναι Άρσινος ή Αρσίνης στο χρονικό των συνεχιστών τού Θεοφάνη,99 που περιγράφει την εκστρατεία τού αυτοκράτορα Βασιλείου Α’ τού Μακεδόνος (βασ. 867–886):

Ξεκινώντας από εδώ με όλο του τον στρατό, προχωρούσε στον δρόμο που οδηγεί στη Μελιτηνή. Όταν όμως έφτασε στις όχθες τού Ευφράτη, μόλις τον είδε καλοκαιριάτικα φουσκωμένο και φαρδύ, θεωρώντας φτηνό και αναντίστοιχο με τη δική του δύναμη να παραμείνει στη διάβαση και να περιμένει να χαμηλώσει η στάθμη τού ποταμού, αποφάσισε να τον δαμάσει με γέφυρα και ετοίμαζε επιμελώς όλα τα σχετικά με το έργο αυτό. Θέλοντας μάλιστα να ενθαρρύνει την προσπάθεια των δικών του στρατιωτών και να τούς πείσει να αναλάβουν πρόθυμα την εργασία, αλλά και ο ίδιος να καταπονηθεί με τη θέλησή του σε εργασίες, ώστε αν συμβεί να χρειαστεί να το κάνει χωρίς τη θέλησή του, να μη τού φανεί παράξενο ούτε να βρεθεί άμαθος, συμμετείχε στη δουλειά μαζί με τούς στρατιώτες πολύ πρόθυμα, ενώ σήκωνε τα μεγαλύτερα βάρη στους δικούς του ώμους και τα μετέφερε προς τη γέφυρα. Μπορούσε τότε να δει κανείς βάρος ίδιου μεγέθους με εκείνο που κουβαλούσε με ευκολία ο αυτοκράτορας, να μεταφέρεται με δυσκολία από τρεις στρατιώτες μαζί.100

Αφού πέρασε τον Ευφράτη με αυτόν τον τρόπο, εκπόρθησε αμέσως το φρούριο που ονομάζεται Ραψάκιον. Ειδικότερα, αφού έδωσε εντολή στους στρατιώτες από τη Χαλδία και την Κολώνεια να κάνουν επιδρομή στην περιοχή ανάμεσα στον Ευφράτη και τον Αρσανία, απέσπασε μέσω αυτού τού στρατού πολλά λάφυρα και δούλους, ενώ κατέλαβε το φρούριο τού Κουρτικίου, καθώς και το Χαχόν και το Άμερ, όπως και εκείνο που ονομάζεται Μουρινίξ, καθώς και το Άβδελα. Ο ίδιος μάλιστα, επιτιθέμενος στη Μελιτηνή, που είχε τότε πολλούς καλούς άνδρες καθώς και μεγάλο πλήθος βαρβάρων, οι οποίοι, παραταγμένοι μπροστά στην πόλη, τον αντιμετώπιζαν με βαρβαρικούς αλαλαγμούς και σφυρίγματα, επέδειξε τη δική του αρετή, με αποτέλεσμα να εντυπωσιαστούν ιδιαιτέρως από την ανδρεία και την ετοιμότητά του όχι μόνο οι δικοί του αλλά και οι εχθροί.101

Στην επόμενη ενότητα φαίνεται ότι σύμφωνα με τούς Άραβες γεωγράφους ο Αρσανίας διατηρούσε το όνομά του μέχρι τον 13ο αιώνα. Μια εξέταση τής αραβικής πεζογραφίας και ποίησης τής εποχής θα μπορούσε να αποδειχθεί χρήσιμη. Για παράδειγμα ο Άραβας ποιητής Άμπου Φίρας αλ-Χαμντάνι (932-968) παρατίθεται ως αναφερόμενος σε μάχη που έγινε κοντά στον Αρσανία και σε «ελληνικό αίμα που χυνόταν στο ποτάμι»:102

«Η αναφορά τού Άμπου Φίρας υπονοεί ότι η νίκη τού Σαΐφ [αλ-Ντάουλα] επί τής βυζαντινής φάλαγγας που τον καταδίωκε έλαβε χώρα κοντά στο κάστρο Σαλάμ και ότι το κάστρο βρισκόταν πάνω στον Αρσανία ή κοντά σε αυτόν. Η θέση λοιπόν τού Σαλάμ πρέπει να αναζητηθεί στα βορειοανατολικά, είτε στην πεδιάδα που ανοίγεται από την κοιλάδα τού Αρσανία, είτε, πιο πιθανά, στο όρος Μασντάρ Νταγ, το οποίο χωρίζει την Ανζιτηνή από τη γειτονική πεδιάδα των Αρσαμοσάτων. Το μεγάλο οχυρό που ονομάζεται Σιτάρ Καλέ, το οποίο βλέπει από ψηλά την πεδιάδα προς Χαρπούτ [Ελαζίγ] από θέση 300 μέτρα πάνω από το Ίτσμε (İçme) και δεσπόζει τής κοιλάδας τού Αρσανία, είναι πολύ πιθανός υποψήφιος».

Ο Ευφράτης και ο Αρσανίας των Αράβων γεωγράφων

Σύμφωνα με τον Άραβα λόγιο τού 10ου αιώνα Ιμπν-Σεραπίωνα (Σουχράμπ),103 η πηγή τού Ευφράτη [Φρατ, δηλαδή τού Καρασού] είναι στο όρος Ακραντχίς.104 Ύστερα περνά από την πόλη Καμχ [Κεμάχ]105 και στη συνέχεια, έχοντας περάσει από τη Μαλάτεια, που απέχει δύο μίλια από τις όχθες του, έρχεται στην πόλη Σούμαϊσατ [Σαμόσατα], στο Τζισρ Μανμπίτζ [Ζεύγμα], στη Μπαλίς [Βαρβαλισσό] …106 Για τον Αρσανία ο Ιμπν-Σεραπίων λέει ότι ποταμός που ονομάζεται Αρσάνας χύνεται στον Ευφράτη και αυτός είναι ο ποταμός τού Σάμσατ [Αρσαμόσατα]. Η πηγή του βρίσκεται σε βουνό στα όρια τής χώρας Ταρόν.107 Κυλάει κοντά στην πύλη τής πόλης Σάμσατ και ύστερα περνά κοντά από την πύλη φρουρίου που ονομάζεται Χισν Ζιγιάντ [Χαρπούτ].108 Τελικά χύνεται στον Ευφράτη σε απόσταση πορείας δύο περίπου ημερών πάνω από τη Μαλάτεια και στην ανατολική του πλευρά.109

Ο Μασούντι,110 Άραβας ιστορικός και γεωγράφος τού 10ου αιώνα, λέει111 ότι ο Ευφράτης πηγάζει από την περιοχή τού Καλίκαλα [Ερζερούμ],112 παραμεθόριας πόλης τής Αρμενίας. Ξεκινά από τα βουνά Αφραντόχος,113 σε απόσταση βαδίσματος μιας ημέρας από την πόλη. Διασχίζει τη χώρα των Ρουμ [Ρωμαίων, «Βυζαντινών»] μέχρι να φτάσει στη Μαλάτεια. Ένας από τούς ομόθρησκους τού Μασούντι, που ήταν αιχμάλωτος ανάμεσα σε χριστιανούς, τον διαβεβαίωσε ότι ο Ευφράτης, κατά την πορεία του μέσα από τη χώρα των Ρουμ, παραλαμβάνει πολλούς παραπόταμους, περιλαμβανομένου και ενός ποταμού που πηγάζει από τη λίμνη Ελ Μαρζεμπούν, τη μεγαλύτερη λίμνη σε αυτή τη χώρα. Ίσως αναφέρεται εδώ ο Μουράτ (Αρσανίας), αν λίμνη Ελ Μαρζεμπούν είναι η λίμνη Βαν (που είναι η μεγαλύτερη λίμνη στην περιοχή), παρά το γεγονός ότι ο Μουράτ, που κυλά παράλληλα και βόρεια τής λίμνης Βαν (βλέπε Χάρτες 6.5, 8.16 και άλλους), δεν πηγάζει από αυτή τη λίμνη.

Κατά τον 11ο αιώνα ο Μπάκρι,114 μουσουλμάνος γεωγράφος και ιστορικός από την Ανδαλουσία, γράφει Αράσνας αντί για Αρσανίας.115

Ο Φρατ (Καρασού) τού Ερζερούμ είναι επίσης ο Ευφράτης τού Ιντρίσι,116 μουσουλμάνου γεωγράφου και χαρτογράφου τού 12ου αιώνα, που λέει ότι ο Ευφράτης πηγάζει από την καρδιά τής επικράτειας των Ρουμ [Ρωμαίων], όχι μακριά από τα Κάζαλα, από τα βουνά τού Καλίκαλα [Ερζερούμ].117 Στη συνέχεια, διασχίζοντας τις περιοχές των Ρουμ, ρέει μέχρι το Κεμάχ και από εκεί στη Μαλάτεια, σε απόσταση δύο μόνο μιλίων από αυτή την πόλη. Από εκεί κατεβαίνει στα Σαμόσατα απ’ όπου είναι πλωτός μέχρι τη Βαγδάτη. Ο Ιντρίσι εννοεί εδώ μέχρι τη Βαγδάτη μέσω καναλιών προς τον Τίγρη, αφού ο Ευφράτης δεν περνά από τη Βαγδάτη. Επιβεβαιώνει επίσης το όνομα που διατηρούσε ακόμη ο Αρσανίας κατά την εποχή του, καθώς αναγνωρίζει τόπο ονομαζόμενο Τελ Αρσάνας στις όχθες αυτού τού ποταμού, τον οποίο ξεχωρίζει σαφώς από τον Ευφράτη:

«Από εκεί [Μαλάτεια] είναι 12 μίλια μέχρι το Τελ Αρσάνας, μέρος που βρίσκεται στις όχθες σημαντικού παραπόταμου τού Ευφράτη, παραπόταμου που χύνεται στον ποταμό κάτω από τη Σίμσατ [Αρσαμόσατα]».118

Ο Αρσανίας ονομάζεται επίσης «Ποταμός των Αρσαμοσάτων» τόσο από τον Ιμπν-Σεραπίωνα τού 10ου αιώνα, όπως είδαμε, όσο και από τον Άραβα γεωγράφο Αμπουλφέντα τού 14ου αιώνα, όπως θα διαβάσουμε πιο κάτω σε αυτή την ενότητα.

Στον Ρογηριανό Πίνακα (Tabula Rogeriana), τον παγκόσμιο χάρτη που σχεδίασε ο Ιντρίσι το 1154, έργο που τού ανέθεσε ο Νορμανδός βασιλιάς Ρογήρος (Roger) Β’ τής Σικελίας, υπάρχει σχετικά ακριβής απεικόνιση τού Ευφράτη και των παραποτάμων του. Όπως φαίνεται σε λεπτομέρεια από τον χάρτη τού Ιντρίσι (Χάρτης 8.4), πρόκειται για μια από τις τελευταίες αναφορές στον ποταμό Αρσανία (Μουράτ, Άρσας στον χάρτη).

Image

Χάρτης 8.4: Αλ-Ιντρίσι: Λεπτομέρεια με τα ονόματα τού Ευφράτη (al frat), τού Αρσανία (arsas) και τού Τίγρη (digla), με τον βορρά κάτω, σε ενοποίηση και μεταγλώτιση τού Konrad Miller (1927).
Πηγή: Βιβλιοθήκη Αμερικανικού Κογκρέσου (memory.loc.gov).

Κατά τον 13ο αιώνα ο Αρσανίας ονομαζόταν ακόμη Αρσάνας, όπως επιβεβαιώνει ο Γιακούτ αλ Χαμάουι119 στο έργο του Λεξικό των Χωρών,120 ο οποίος αναφέρεται στη μεγάλη ψυχρότητα των υδάτων του.121

Σύμφωνα με τον Αμπουλφέντα,122 Άραβα γεωγράφο τού 14ου αιώνα, Ευφράτης [Ναχρ αλ Φοράτ] είναι πάλι ο Φρατ (Καρασού)123 που πηγάζει από την περιοχή τού Ερζερούμ. Περνάει κοντά από την πόλη τής Μαλάτειας και φτάνει στα Σαμόσατα. Από εκεί κατευθύνεται ανατολικά περνώντας από το Κάστρο των Ρουμ,124 ονομασία οχυρωμένου τόπου νοτιοδυτικά τού ποταμού. Ο Αμπουλφέντα λέει ότι ο Ευφράτης παραλαμβάνει πολλούς ποταμούς και συντελεί στη δημιουργία πολλών καναλιών. Μεταξύ των ποταμών που χύνονται στον Ευφράτη αναφέρει πρώτο τον Αρσανία (Μουράτ) με το όνομα Ποταμός των Αρσαμοσάτων [Ναχρ Σέμσατ], που περνά από το Σέμσατ [Αρσαμόσατα], στη συνέχεια από το Ζιγιάντ Χισν [Κάστρο Ζιγιάντ], γνωστό αλλιώς ως Χαρτ-Μπερτ [Χαρπούτ] και χύνεται στον Ευφράτη πάνω από τη Μαλάτεια.

Η απουσία τού Αρσανία από τούς πρώιμους σύγχρονους χάρτες στην Ευρώπη

Η λανθασμένη ερμηνεία τού εδαφίου 5.13.7 τού Πτολεμαίου ήταν ο λόγος για τον οποίο δεν εμφανιζόταν ο Αρσανίας (Μουράτ) στους πρώτους σύγχρονους χάρτες που σχεδιάστηκαν στην Ευρώπη.

Στον Παγκόσμιο Χάρτη (1489) τού Ενρίκους Μαρτέλλους (Henricus Martellus),125 απόσπασμα τού οποίου παρουσιάζεται ως Χάρτης 8.5 και ο οποίος βασίζεται στην εργασία τού Πτολεμαίου, ο Ευφράτης (Φρατ, Καρασού) απεικονίζεται να πηγάζει από την περιοχή τού Ερζερούμ, κοντά στις πηγές τού Αράξη (που κατευθύνεται ανατολικά προς την Κασπία). Στρέφεται προς νότο και διασχίζει τη Συρία και τη Μεσοποταμία προχωρώντας προς τον Περσικό κόλπο. Ο Τίγρης (τόσο ο δυτικός όσο και ο ανατολικός κλάδος) απεικονίζονται επίσης ανατολικά τού Ευφράτη. Ο Μουράτ (Αρσανίας) απουσιάζει. Στη θέση του απεικονίζονται βουνά.

Image

Χάρτης 8.5: Δεν υπάρχει Αρσανίας στον παγκόσμιο χάρτη τού Ενρίκους Μαρτέλλους (1489).
Πηγή: Βρετανική Βιβλιοθήκη (στο prints.bl.uk)

Ο Αρσανίας δεν υπάρχει ούτε στον Χάρτη τής Πρώτης Ασίας (Τουρκίας) τού Μάρτιν Βαλντζεμύλλερ (Χάρτης 8.6.1).126 Ο Ευφράτης (Φρατ, Καρασού) στρέφει προς νότο στην περιοχή τού Ερζιντζάν και ρέει προς τη Συρία. Βουνά απεικονίζονται εκεί όπου έπρεπε να υπάρχει ο Αρσανίας (Μουράτ), δηλαδή δεξιά (ανατολικά) τού Ευφράτη. Οι κορυφαίοι χαρτογράφοι τού 16ου αιώνα δεν απεικόνιζαν τον ποταμό Αρσανία (Μουράτ) στους χάρτες τους. Αυτό ισχύει στην περίπτωση τού χάρτη τής Μικράς Ασίας (1564) τού Γκαστάλντι,127 παραλλαγή τού οποίου εκδόθηκε στη Βενετία το 1570 (Χάρτης 8.6.2). Επίσης δεν υπάρχει Μουράτ (Αρσανίας) στον χάρτη τής Ανατολίας τού Άμπραχαμ Ορτέλιους (Χάρτης 8.6.3), όπως δημοσιεύτηκε το 1572/73 σε γερμανική έκδοση τού δικού του έργου Theatrum Orbis Terrarum.128

Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο «Ευφράτης» (εννοώντας τον Μουράτ) εμφανίζεται στους χάρτες τού Γκαστάλντι και τού Ορτέλιους, αλλά αργότερα παραλείφθηκε από τούς Μερκάτορ και Χόντιους.129 Αυτό δεν ισχύει. Δεν υπάρχει Μουράτ στον χάρτη τού Ορτέλιους (Χάρτης 8.6.3). Επίσης ο ποταμός που εμφανίζεται στον χάρτη τού Γκαστάλντι να χύνεται στον Φρατ (Καρασού) στην περιοχή τού Ερζιντζάν (Χάρτης 8.6.2) είναι ένας υποτιθέμενος παραπόταμος τού Καρασού.130 Ο Μουράτ (Αρσανίας), αν υπήρχε στον χάρτη, έπρεπε να εμφανίζεται πιο νότια, στην περιοχή τού Χαρπούτ.

Image

Χάρτης 8.6: Δεν υπάρχει ανατολικός παραπόταμος (Αρσανίας, Μουράτ) τού Ευφράτη κατά τούς κορυφαίους χαρτογράφους των 16ου και 17ου αιώνων

Η παράλειψη τού Μουράτ (Αρσανία) συνεχίστηκε και στην χαρτογραφία τού 17ου αιώνα. Αυτό είναι προφανές (Χάρτης 8.6.4) στην έκδοση 1623 τού χάρτη τού 1606 τού Γιόντοκους Χόντιους (1563-1612).131 Η ίδια αντίληψη (Χάρτης 8.6.5) βρίσκεται στον χάρτη τού 1632 τού Γκέραρντ Μερκάτορ (1512-1594)132 και επαναλαμβάνεται (Χάρτης 8.6.6) στον χάρτη τού 1635 τού Γιοάν Μπλάου (1586-1673).133

Image

Χάρτης 8.7: Αναπαραστάσεις τού Αρσανία σε χάρτες των 16ου έως 18ου αιώνων

Όμως από καιρό σε καιρό εμφανίζονταν επίσης χάρτες που έδειχναν έναν ανατολικό παραπόταμο στα δεξιά τού Ευφράτη και βασίζονταν κατά κανόνα στον Πλίνιο (HN 5.83–84).

Έτσι, σε χάρτη τού Σερβέτ (1511-1553) έτους 1535, ένα βουνό και ένα ανώνυμο ποτάμι απεικονίζονται κατά μήκος τής πορείας τού Αρσανία (Χάρτης 8.7.1).134 Το ίδιο ισχύει (Χάρτης 8.7.4) για τον Χάρτη τής Τρίτης Ασίας (1579) από τη Γεωγραφία τού Μερκάτορ.135 Στον χάρτη τού 1655 τού Σανσόν (1600-1667), βασιλικού γεωγράφου των βασιλέων Λουδοβίκου ΙΓ’ και Λουδοβίκου ΙΔ’, έχουμε απεικόνιση τού Ευφράτη και των παραποτάμων του (Χάρτης 8.7.2) βασισμένη στον Πλίνιο.136 Στον χάρτη τού 1720 που δημοσιεύτηκε από τον Βάιγκελ (1654–1725) απεικονίζεται ένας μακρύς ανώνυμος παραπόταμος δεξιά τού Ευφράτη (Χάρτης 8.7.3), που χύνεται στο κύριο ρεύμα στα νότια τής Μαλάτειας.137 Τέλος (Χάρτης 8.7.5), στο κάτω μέρος τού χάρτη τού Λιεμπώ (1729) ο Αρσανίας χύνεται στον Ευφράτη.138

Στην Εικόνα 8.1, που προέρχεται από λατινική έκδοση (έτους 1535) τής Γεωγραφικής Υφηγήσεως τού Πτολεμαίου, περιλαμβάνεται και πάλι το επίμαχο εδάφιο 5.13.7. Εδώ επίσης αναφέρονται βουνά και όχι ο ποταμός Αρσανίας:139

Υπάρχουν και άλλα άξια αναφοράς βουνά στην εκτροπή (;) τού Ευφράτη ποταμού. Το τέλος εκείνου που ενώνεται με τον Ευφράτη έχει συντεταγμένες 71ο 30’ 40ο 30’. Το τέλος εκείνου που είναι κοντά στις πηγές [έχει] 77ο 41ο.140

Image

Εικόνα 8.1: Βουνά στη θέση τού Αρσανία σε λατινική έκδοση τής Γεωγραφίας τού Πτολεμαίου (1535).
Πηγή: Claudii Ptolemaei Alexandrini Geographicae enarrationis libri octo (Lugduni, MDXXXV), σελ. 93.

Ο Γιάκομπους Γκόλιους (1596-1667), καθηγητής μαθηματικών και ανατολικών γλωσσών στο Λάιντεν τής Ολλανδίας, μετέφρασε και σχολίασε εκτεταμένα την Εισαγωγή στην Αστρονομία, γραμμένη από τον Αλφεργκάν, Άραβα αστρονόμο τού 9ου αιώνα. Στο έργο του141 δεν ρίχνει φως στον άνω Ευφράτη και τούς παραποτάμους του.

Εξετάζει τη Σέμσατ (Αρσαμόσατα) τού Αμπουλφέντα και τον ποταμό της (δηλαδή τον Αρσανία/Μουράτ), αλλά δεν λέει τίποτε περισσότερο από το ότι ο ποταμός αυτός δεν τού φαίνεται ότι είναι ο Μέλας των αρχαίων.142 Θα ανέμενε κανείς να υπήρχαν στο έργο του ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον άνω Ευφράτη, κυρίως επειδή κατά τον 18ο αιώνα οι αρχικές απόψεις τού ντ’ Ανβίλ (βλέπε πιο κάτω) είχαν επικριθεί ως εξής σε σχέση με τον Γκόλιους:

«Σχεδόν όλα όσα είναι πολύτιμα στο βιβλίο «Ο Ευφράτης και ο Τίγρης» τού ντ’ Ανβίλ είναι παρμένα από τον Γκόλιους, ενώ όσα είναι λάθος είναι τού ίδιου τού ντ’ Ανβίλ».143

Ο Ευφράτης των Οθωμανών γεωγράφων και περιηγητών

Χατζή Χαλίφα (1609-1657)

Το Τζιχάν-νουμά (Djihan-numa, Καθρέφτης τού Κόσμου) είναι έργο τού Οθωμανού ιστορικού και γεωγράφου Χατζή Χαλίφα (Hadji Khalifa, 1609-1657). Η πρώτη του μορφή κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα και έφτασε στην Ευρώπη τον 18ο αιώνα. Τυπώθηκε σε οθωμανικό κείμενο και εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον Ιμπραήμ Μουτεφερίκα (Müteferrika) το 1732, ενώ η λατινική του μετάφραση εκδόθηκε στην Ευρώπη το 1818: «Τζιχάν-νουμά Γεωγραφία της Ανατολής, που αποδόθηκε από τα τουρκικά στα λατινικά από τον Ματίας Νόρμπεργκ (Λουντ 1818)».144 Στον πρόλογο αυτής τής λατινικής έκδοσης διαβάζουμε:

«Εκτύπωση, στην πραγματικότητα επιμέλεια, από τον Ιμπραήμ Εφέντη, το Έτος Εγείρας 1145, 698 σελίδες Κωνσταντινούπολης όπως ονομάζονται».145

Έτος Εγείρας 1145 είναι το έτος 1732 και Ιμπραήμ Εφέντης είναι ο εκδότης, ο Ιμπραήμ Μουτεφερίκα.

Ο Χατζή Χαλίφα κάνει διάκριση μεταξύ των ποταμών Μουράτ (Αρσανία) και Φρατ (Ευφράτη, Καρασού):146

Ο ποταμός Μουράτ έχει δύο αρχές. Η μία από αυτές είναι στο όρος Άλα, όπου γεννιέται ο ποταμός, αλλά στη συνέχεια μεγαλώνει σε μέγεθος και με τον παραπόταμό του, ο οποίος ονομάζεται Τσαρμούρ, χωρισμένος σε τέσσερα κανάλια, περνά κάτω από μεγάλη πέτρινη γέφυρα που ονομάζεται Γκενταμενσάχ και ενώνεται με το ρεύμα τού Μαλαζγκίρτ [Μαντζικέρτ]. Η άλλη είναι στις μεγάλες θερινές λίμνες, απ’ όπου ξεχύνεται προς τα νότια και ενώνονται μαζί του ποτάμια, το πιο αξιοσημείωτο από τα οποία είναι ο [«μικρός»] Καρασού, που πηγάζει από τα λιβάδια τής Μους.147 Περνώντας από το Κενέτζ [Γκεντς], τη Τζαζατζούρ [Τζαμλιγιούρτ;] και το Πάλου, [ο Μουράτ] ενώνεται με τον Ευφράτη στην περιοχή των Ρεσβάν.148

Ο ποταμός Ευφράτης γεννιέται στην κοιλάδα Σούγκνι, ανάμεσα στα βουνά τού Καλίκαλα [Ερζερούμ].149 Περνώντας πρώτα από το Τερτζάν, το Ερζιντζάν, το Κεμάχ, το Κουρουτσάι, το Αγίν και τούς Ρεσβάν, όπου ενώνεται με τον ποταμό Μουράτ, προχωράει περνώντας επίσης κοντά από το Χεκιμχάν. Παραλαμβάνοντας τον ποταμό Κιρκ Γκεττζίντ [Τόχμα]150 από τη Μαλάτεια, κυλάει μέσα από το πέρασμα Νουσάρ προς τα Σαμόσατα,151 το Τούρουμ [;], το Μπιρετζίκ και τη Ράκκα,152 όπου συμβάλλει ο ποταμός Ρούχα. Ύστερα από αυτό ενώνεται ο ποταμός Χαμπούρ,153 στον τόπο δυτικά τού οποίου βρίσκονται οι πόλεις Ντιρ154 και Ραχάμπα.155 Ύστερα [ο Ευφράτης] συνεχίζει προς το Μάκαμ Αλή156 και το Χαμάς,157 όπου αποκόπτει το όρος Χάμαρ και κατευθύνεται στην Ανάχιτζετ158 και τη Χάντιθα.159 Περνάει την είσοδο τού καναλιού Σαχ Σολιμάν που έχει σκαφτεί στην Κέρμπελα,160 συναντάει την είσοδο τού καναλιού Ακαρκούκ που φαίνεται ότι ξεκινάει από τον Ευφράτη και τελικά περνάει ανατολικά από τη Χάλλα161 και από τα στόμια των ποταμών Σάχι και Ρουμάχια.162 Περνώντας από τη Σεμάβατ163 ενώνεται με τον Τίγρη στην επαρχία τού Γκεβαζέρ.164 Από εδώ και πέρα οι δύο ποταμοί προχωρούν ως ένας τεράστιος, επίσης με πολλά κλαδιά, που δημιουργούν διάφορα νησιά, ενώ όταν φτάνει η πορεία τους στη Βασόρα, χύνονται στον Περσικό κόλπο κοντά στο χωριό Γκέντιντα.165 Από την άλλη πλευρά στις πηγές, στην αρχή τού Ευφράτη, που βρίσκονται κοντά στο Ερζερούμ, αυτοί που πλένονται στις πηγές, δεν θα αρρωστήσουν στη διάρκεια τού έτους. Αξίζει επίσης να αναφερθεί η λίμνη Ντεστ Ερζέν με περίμετρο τρεις παρασάγγες, που έχει γλυκό νερό και πολλά ψάρια.166

Έτσι ο Καρασού (Φρατ) τού Ερζερούμ είναι ο Ευφράτης και τού Χατζή Χαλίφα. Ο Χάρτης 8.8 υπογραμμίζει την κύρια διαφορά με τις ευρωπαϊκές αντιλήψεις εκείνης τής εποχής: o ανατολικός παραπόταμος (αριθ. 2, Αρσανίας, Μουράτ) απεικονίζεται.167

Image

Χάρτης 8.8: Σχολιασμένο απόσπασμα από χάρτη τού Ιράν τού Ιμπραήμ Μουτεφερίκα (1729).
Πηγή: alamy.com

Εβλία Τσελεμπή (1611–μετά το 1682)

Επίσης ο δεύτερος από τούς δέκα τόμους τού Σεγιαχάτναμε (Seyahatname, Bιβλίο Ταξιδιών), γραμμένου από τον Οθωμανό περιηγητή και συγγραφέα Εβλία Τσελεμπή (Evliya Çelebi, 1611–μετά το 1682), περιλαμβάνει το παρακάτω απόσπασμα για τον Ευφράτη:

Ο μεγάλος ποταμός Ευφράτης ρέει στη μέση τής πεδιάδας τού Ερζερούμ. Η πηγή του είναι στο κάτω μέρος τού προσκυνήματος τού Ντουμλούμπαμπα, έχοντας στα ανατολικά τη Γεωργία. Ρέει προς τα δυτικά, δημιουργώντας στον δρόμο του πολλά έλη και κανάλια.

Περνάει μπροστά από το χωριό Χαν, το κάστρο του Κεμάχ και μέσα από το οροπέδιο (γιαγλά) των Χιλίων Λιμνών [Μπινγκιόλ] που κατοικείται από τούς Κούρδους Ιζολί. Ενώνεται με τον Μουράτ (το όνομα τού οποίου παίρνει),168 και περνά σαν θάλασσα από την περιοχή τής Μαλάτειας προς τα Σαμόσατα, το Ρούμκαλε, το Μπιρετζίκ, τη γέφυρα τής Μπομπούτς,169 τη Μπαλίσσα,170 το Τζαμπέρ,171 τη Ράκκα, τη Ράχμπα, την Καρκεσσία,172 την Άνια, τη Χιτ, την Ανμπάρ,173 την Tακούκ [;], τη Χέλλε174 και την Κούφα.175 Ενώνεται στην Καβέρνα176 με τον Σατ αλ-Άραμπ (Τίγρη) και έτσι γίνεται πάρα πολύ μεγάλο ποτάμι, το οποίο ανεβαίνουν ινδικά πλοία από τη Βασόρα. Ολόκληρο το μήκος, με όλες τις περιελίξεις του, είναι τετρακόσιοι παρασάγγες. Περνάει από τετρακόσιες πόλεις και χωριά. Στην πεδιάδα τού Ερζερούμ το νερό του είναι πολύ γλυκό και εύγευστο και άξιζε να καταγραφεί στο Κοράνι με τον στίχο «Σάς δώσαμε να πιείτε από το νερό τού Ευφράτη». Εκτός από τον Ευφράτη, άλλα εβδομηνταδύο ποτάμια κατεβαίνουν από τα βουνά τού Ερζερούμ και τού Ντιγιάρμπακιρ. Ο Μακρισί λέει ότι ο Τίγρης και ο Ευφράτης σκάφτηκαν από τον Δανιήλ με τη βοήθεια αγγέλων. Ο Τίγρης είναι ο ποταμός [σατ στα αραβικά], που πηγάζει ανατολικά τού Ντιγιάρμπακιρ, μεταξύ Τεργίλ177 και Μιγιαρφακίν,178 παραλαμβάνει τεράστιο αριθμό πηγών και κατευθύνεται στο Χασάνκεϊφ και τη Μοσούλη. Αυτό το ποτάμι ενώνεται με τον Άνω και τον Κάτω Ζαμπ και γίνεται τεράστιο και θορυβώδες ρεύμα, που ονομάζεται Τρελός Ζαμπ. Για τον ποταμό Ευφράτη αναφέρεται ότι είχε πει ο προφήτης: «Ω κάτοικοι τής Κούφα, ο ποταμός σας Ευφράτης καταλαμβάνει δύο κανάλια τού Παραδείσου». Αναφέρεται ότι ο Ιμάμης Τζαφέρ είχε δηλώσει επαινώντας τον ποταμό: «Αν οι κάτοικοι της Μεσοποταμίας (Ιράκ) και του Ρουμ γνώριζαν όλες τις εξαιρετικές ιδιότητες τού ποταμού, θα έχτιζαν ένα τείχος σε κάθε πλευρά του. Όποιος πλένεται μεσα σε αυτόν τρεις φορές, μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα θεραπευτεί από πολλές ασθένειες».179 Μια άλλη παράδοση για τον Ευφράτη αναφέρεται από τον Άμπου Χορέιρι ως εξής: «Η τελευταία μέρα δεν θα φτάσει, μέχρι να κυλίσει ο Ευφράτης από χρυσό βουνό, στο οποίο οι άνδρες θα σκοτώνουν ο ένας τον άλλο. Κάθε εκατό ανθρώπους θα σκοτώνονται οι ενενηνταεννιά και παρ’ όλα αυτά καθένας θα λέει «ίσως είμαι εγώ εκείνος που θα σωθεί». Ο Ευφράτης και ο Ορόντης είναι τα μόνα δύο ποτάμια που ακουμπούν στα σύνορα των Αγίων Τόπων. Ο Ευφράτης παγώνει τον χειμώνα κι έτσι στη διάρκεια δύο μηνών τον διασχίζουν πολλά καραβάνια, αλλά δεν παγώνει ποτέ νότια τού Ερζερούμ. Έχει γλυκό, καθαρό νερό, μεγάλη ευκολία για τούς κατοίκους τού Ερζερούμ, παρά το γεγονός ότι αυτοί έχουν μέσα από τα τείχη τους την κρήνη που ονομάζεται Πηγή τού Παραδείσου».180

Από την αρχαιότητα λοιπόν μέχρι τον Εβλία Τσελεμπή, ως Ευφράτης (Φρατ) ήταν πάντοτε γνωστός ο ποταμός που πηγάζει από την περιοχή τού Ερζερούμ. Πηγές τού Ευφράτη στα κείμενα είναι πάντοτε οι πηγές τού Φρατ/Καρασού. Τι άραγε συνέβη και θεωρούμε σήμερα ως πηγές τού Ευφράτη τις πηγές τού Αρσανία (Μουράτ); Ποιος εισήγαγε τούς όρους «Ανατολικός» και «Δυτικός» Ευφράτης γι’ αυτούς τούς ποταμούς; Ποιος άραγε πρότεινε πορεία των Μυρίων από την περιοχή τής Μους προς τις πηγές τού Αρσανία (Μουράτ) στην ανατολή, αντί για πορεία προς τις πηγές τού Φρατ (Καρασού) στον βορρά, που ήταν μάλιστα πορεία προς τη θάλασσα, τον Εύξεινο Πόντο;

Ο Ευφράτης των Γάλλων χαρτογράφων τού 17ου-18ου αιώνα

Ντυβάλ (1618–1683)

Ένας ενδιαφέρων χάρτης σχεδιάστηκε περί το έτος 1653 από τον Πιέρ Ντυβάλ (1618–1683), γεωγράφο των βασιλέων τής Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΓ’ και Λουδοβίκου ΙΔ’. Αντικείμενό του ήταν η Διαδρομή των Μυρίων.181 Ο Χάρτης 8.9 είναι λεπτομέρεια από τον χάρτη τού Ντυβάλ στην περιοχή τού Ευφράτη και τού παραποτάμου του.

Image

Χάρτης 8.9: Λεπτομέρεια από τον χάρτη “Διαδρομή των Μυρίων” τού Ντυβάλ (περ. 1653).
Πηγή: Εθνική Βιβλιοθήκη Γαλλίας (gallica.bnf.fr)

Ο Τηλεβόας τού Ξενοφώντος (Teleboe fluvius) απεικονίζεται στη θέση τού Αρσανία (Μουράτ). Επίσης, κάτι συνηθισμένο μέχρι εκείνη την εποχή αλλά και ξεκάθαρα απεικονιζόμενο στον χάρτη, είναι ότι οι κατά Ξενοφώντα πηγές τού Ευφράτη (Fons Euphratis) είναι εκείνες τού Φρατ/Καρασού (Euphrates fluvius).

Απεικονίζονται επίσης οι πηγές τού Ανατολικού Τίγρη (Fons Tigris), καθώς και μια προς βορρά πορεία από τις πηγές τού δεύτερου αυτού ποταμού προς εκείνες τού πρώτου, η οποία διασχίζει τον «Τηλεβόα» (Αρσανία, Μουράτ). Όμως δεν είναι σαφές αν αυτή η απεικόνιση τού Αρσανία (Μουράτ) επί τού χάρτη ήταν τεκμηριωμένη, αποτελώντας κάτι περισσότερο από καλλιτεχνική εντύπωση. Το τελευταίο είναι πιθανό. Πρώτον, επειδή ο Ντυβάλ στην Παγκόσμια Γεωγραφία του δεν αναφέρει τις πηγές τού Ευφράτη και των παραποτάμων του.182 Και δεύτερον, επειδή στον χάρτη του Τουρκία στην Ασία183 απεικονίζονται διαφορετικές πορείες των παραποτάμων.

Ντελίλ (1675-1726)

Η «επανανακάλυψη» τού Αρσανία (Μουράτ), τού νοτιοανατολικού παραπόταμου τού Ευφράτη, από τον Γκυγιώμ Ντελίλ (Guillaume de Lisle, 1675-1726), τον κορυφαίο χαρτογράφο τής εποχής του, μάλλον δεν συνδέεται με προσφυγή σε αραβικά ή οθωμανικά κείμενα:

«[Ο Ντελίλ] είχε ανακαλύψει από τον Πτολεμαίο, ότι ο πιο ανατολικός κλάδος τού Ευφράτη [ο Μουράτ] πήγαζε πενήντα λεύγες νοτιοανατολικά των πηγών [τού Φρατ/Καρασού] πάνω από το Ερζερούμ».184

Image

Χάρτης 8.10: Απόσπασμα από τον χάρτη “Τουρκία, Αραβία, Περσία” τού Ντελίλ (1701).
Πηγή: The David Rumsey Map Collection στο davidrumsey.com

Οι αρχικές απόψεις τού Ντελίλ απεικονίζονται σε χάρτη τού 1701 με τίτλο Χάρτης τής Τουρκίας, τής Αραβίας και τής Περσίας,185 απόσπασμα τού οποίου παρουσιάζεται εδώ ως Χάρτης 8.10. Ο Ευφράτης πηγάζει και πάλι από την περιοχή τού Ερζερούμ. Βόρεια τής Μαλάτειας παραλαμβάνει από τα δυτικά ποταμό που ονομάζεται Καρά (Μαύρος). Δεν πρόκειται για σύγχυση με τον Καρασού (Φρατ), αλλά για αναφορά στον αρχαίο Μέλανα, τον ποταμό Τόχμα.186 Ο Μουράτ (Αρσανίας) παρουσιάζεται επίσης στον χάρτη, νότια τού Χαρπούτ (Carputh στον χάρτη) και βόρεια των Αρσαμοσάτων (Ximxat), να ρέει από τα ανατολικά και να χύνεται στον Ευφράτη. Όμως ο Μουράτ απεικονίζεται με επιφύλαξη, χωρίς όνομα, βραχύτερος και λεπτότερος, λιγότερο σημαντικός από το κύριο ρεύμα.

Στις 23 Απριλίου 1721 ο Ντελίλ παρουσίασε στην Ακαδημία τής Γαλλίας τη διατριβή του επί τής πορείας τής Κύρου Ανάβασης και τής Καθόδου των Μυρίων.187 Εξηγούσε με σαφήνεια την αιτία τής εμπλοκής του σε αυτό το εγχείρημα:

«Καθώς ο βασιλιάς, κατά την πρόοδο των σπουδών του, έχει φτάσει στη μελέτη τού Ξενοφώντος, οι επιφανείς άνθρωποι που φροντίζουν για την εκπαίδευση τής μεγαλειότητάς του μού ζήτησαν έναν χάρτη, με τον οποίο θα μπορούσε να ακολουθήσει αυτόν τον ιστορικό με μεγαλύτερη ακρίβεια απ’ όση με τούς συνηθισμένους χάρτες. Προσπάθησα να εκπληρώσω την επιθυμία τους και είχα την τιμή να παρουσιάσω στον βασιλιά αυτόν τον χάρτη, τού οποίου δίνω εδώ το περίγραμμα, ενώ θα αναφέρω στην Ακαδημία τούς λόγους που με οδήγησαν να υιοθετήσω απόψεις διαφορετικές από τις γενικά καθιερωμένες».188

Image

Χάρτης 8.11: Ο χάρτης τού Ντελίλ (1721) για την Κύρου Ανάβαση τού Ξενοφώντος,
όπως επισυνάπτεται στη διατριβή του στην Ακαδημία τής Γαλλίας.
Πηγή: Εθνική Βιβλιοθήκη Γαλλίας (gallica.bnf.fr)

Ο χάρτης τού Ντελίλ (Χάρτης 8.11) παρουσιάζεται όπως ακριβώς συνοδεύει τη διατριβή του. Έγινε το πρότυπο τής πορείας τής Κύρου Ανάβασης και εικονογραφεί ακόμη σχετικά βιβλία και άρθρα. Περιοριζόμενοι στον Ευφράτη και τις πηγές του, ας επαναλάβουμε με τα λόγια τού ίδιου τού Ντελίλ την επανανακάλυψη τού ανατολικού παραποτάμου (Αρσανία/Μουράτ):

«Εξετάζοντας αρχαίους συγγραφείς πριν και μετά τον Ξενοφώντα, για να δω αν υπήρχε κάτι διφορούμενο σχετικά με τις πηγές και τις πορείες αυτών των ποταμών, βρήκα ότι ο Στράβων τοποθετεί τις πηγές τού Ευφράτη και εκείνες τού Τίγρη σε μεταξύ τους απόσταση 2.500 σταδίων, ενώ ο Ξενοφών ορίζει αυτή την απόσταση σε 1.350 στάδια. Ο κύριος Τουρνεφόρ διακρίνει δύο πηγές αυτού τού ποταμού, που σχηματίζουν δύο διαφορετικούς κλάδους, μεταξύ των οποίων βρίσκεται η πόλη τού Ερζερούμ, οι οποίοι όμως βρίσκονται πολύ κοντά ο ένας στον άλλο για χρήση σε αυτή την εξήγηση. Ωστόσο ο Πτολεμαίος, στην περιγραφή του τής Αρμενίας, περιγράφει έναν τρίτο και πολύ μακρύ κλάδο τού Ευφράτη και τοποθετεί την απομακρυσμένη πηγή πενήντα περίπου λεύγες νοτιοανατολικά των πρώτων πηγών. Αυτός ο τελευταίος κλάδος μού φάνηκε ότι είναι ο επίμαχος στον Ξενοφώντα, ιδιαίτερα επειδή βρίσκεται επίσης στα βόρεια των Καρδούχων, όπως υποδηλώνει ο συγγραφέας».189

Ύστερα από δύο χρόνια (1723) ο Ντελίλ δημοσίευσε λεπτομερή Χάρτη τής Καθόδου των Μυρίων (Χάρτης 8.12), ίσως παρόμοιο (ή πανομοιότυπο) με εκείνον που είχε παρουσιάσει στον βασιλιά.190 Όπως στον χάρτη που επισυναπτόταν στη διατριβή του στην Ακαδημία τής Γαλλίας (Χάρτης 8.11), ο Ντελίλ ονομάζει κι εδώ Ευφράτη όλους τούς κλάδους: πρώτα τον Καρασού κοντά στο Ερζερούμ, ύστερα τον Μουράτ και τελικά τον ποταμό μετά τη συμβολή. Βάζει τούς Μύριους να περνούν κοντά στις πηγές τού Μουράτ, οι οποίες απεικονίζονται ως πηγές τού Ευφράτη (Fons Euphratis). Είχαν περάσει από τις πηγές τού Ανατολικού Τίγρη (Fons Tigridis) και είχαν διασχίσει το τοπικό ποτάμι τής Μους (τον «μικρό» Καρασού) ως Τηλεβόα τού Ξενοφώντος.

Image

Χάρτης 8.12: Απόσπασμα από τον χάρτη “Κάθοδος των Μυρίων” τού Ντελίλ (1723).
Πηγή: The David Rumsey Map Collection στο davidrumsey.com

Οι ίδιες ονομασίες των ποταμών εμφανίζονται μετά τον θάνατο τού Ντελίλ (1726) στον χάρτη του για την Αυτοκρατορία και Εκστρατεία τού Αλέξανδρου (1731).191 Πιθανότατα πρόκειται για την πρωιμότερη απεικόνιση τής επικρατούσας άποψης για αυτό το σκέλος τής διαδρομής τής Καθόδου των Μυρίων.

Η άποψη αυτή επαναλαμβάνεται (με παραλλαγές) σε όλες σχεδόν τις προτάσεις μέχρι τη δημοσίευση τού βιβλίου τού Λέντλε το 1995. Ίσως ο Λέντλε (1995) που επανέφερε την πρόταση τού Κίπερτ από το 1857 (βλέπε πιο κάτω, Χάρτη 8.18), κατάλαβε ότι ήταν λάθος να βάζουν τούς Έλληνες να πορεύονται προς την ανατολή, προς τις πηγές τού Μουράτ, στην περιοχή τού Βαγιαζήτ και τού Ντιγιαντίν, ακολουθούμενους σε απόσταση από τον σατράπη τής Δυτικής Αρμενίας (Τιρίβαζο), ο οποίος έτσι πορευόταν όχι στη δική του Δυτική Αρμενία αλλά στην Αρμενία τού Ορόντα.

Προτείνει λοιπόν πορεία προς βορρά από την περιοχή τού Μπουλανίκ, αλλά δεν αποφεύγει το λάθος. Βάζει τούς Έλληνες να διασχίζουν τον Μουράτ ως «Ευφράτη» σε σημείο όπου δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι το ποτάμι ήταν διαβατό (βλέπε Κίνεϊρ πιο κάτω σε αυτό το κεφάλαιο). Επίσης τούς βάζει να διασχίζουν τον Μουράτ ως «Ευφράτη» όχι κοντά στις πηγές του (όπως γράφει ο Ξενοφών), αλλά 200 χλμ πιο κάτω. Παρ’ όλα αυτά η προσέγγιση τού Λέντλε ακυρώνει την ακατανόητη άποψη για πορεία τής Καθόδου των Μυρίων από την περιοχή τής Μους προς το νοτιοανατολικό άκρο τής σύγχρονης Τουρκίας. Όμως ο Λέντλε, αποφεύγοντας εντελώς την επακολουθήσασα ανατολική παρέκκλιση τής Καθόδου, άφησε ανεξήγητα κενά στη χρονολόγηση και τούς παρασάγγες τής Κύρου Ανάβασης.

Στον Ντελίλ πρέπει να πιστωθεί η επανανακάλυψη τού «χαμένου» ανατολικού παραπόταμου (Αρσανία) τού Ευφράτη, επειδή συνειδητοποίησε ότι το εδάφιο 5.13.7 τού Πτολεμαίου αναφερόταν σε παραπόταμο (ἐκτροπή) και όχι σε βουνά. Όμως, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, εφαρμόζει σε αυτόν το όνομα Ευφράτης, ενώ ο Πτολεμαίος είναι σαφής:

«Υπάρχει επίσης και άλλος πιο αξιόλογος παραπόταμος τού Ευφράτη, τού οποίου η συμβολή με τον Ευφράτη έχει συντεταγμένες 71°30’ και 40°30’, ενώ οι πηγές του 77° και 41°».

Ο Μουράτ (Αρσανίας) λοιπόν δεν είναι Ευφράτης τού Πτολεμαίου. Το επιχείρημα τού Ντελίλ δεν είναι πειστικό:

«Αυτός ο τελευταίος κλάδος [ο Μουράτ] μού φάνηκε ότι είναι εκείνος που αναφέρει ο Ξενοφών, ιδιαίτερα επειδή βρίσκεται επίσης στα βόρεια των Καρδούχων».

Μα ύστερα από τη διάσχιση τού Κεντρίτη (Μποτάν), όλοι οι ποταμοί στην Κάθοδο των Μυρίων βρίσκονταν στα βόρεια των Καρδούχων.

Ντανβίλ (1697-1782)

Ο Ζαν Μπατίστ Μπουργκινιόν ντ’ Ανβίλ (Jean Baptiste Bourguignon d’ Anville, 1697-1782) ανήκε στην επόμενη γενιά κορυφαίων Ευρωπαίων χαρτογράφων. Οι χάρτες του για την αρχαία γεωγραφία επηρέασαν τούς σχολιαστές τού Ξενοφώντος. Το 1779, στο βιβλίο του για τον Ευφράτη και τον Τίγρη, ο Ντανβίλ αναφέρεται σε χειρόγραφο Γεωγραφίας, που είχε μεταφραστεί από τα τουρκικά στα γαλλικά. Είχε διαβάσει τον Καθρέφτη τού Κόσμου (Τζιχάν-νουμά) τού Χατζή Χαλίφα (βλέπε πιο πάνω). Γαλλική του μετάφραση υπήρχε διαθέσιμη στο Παρίσι από το 1744:

«Το Τζιχάν Νουμά ή Καθρέφτης τού Κόσμου είναι Παγκόσμια Γεωγραφία, που γράφηκε στα τουρκικά το 1648, τυπώθηκε για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη το 1732 και μεταφράστηκε στα γαλλικά από τον Αρμαίν το 1744 από εκείνη την έκδοση τής Κωνσταντινούπολης. Η μετάφραση τού Αρμαίν, ίδια με την έκδοση Κωνσταντινούπολης από την οποία έγινε, περιλαμβάνει μόνο την Ασία, η οποία αποτελεί το πρώτο μέρος τού Τζιχάν Νουμά. Το μέρος αυτό είναι στην πραγματικότητα το μόνο που έχει ενδιαφέρον για εμάς. Ο Χατζή Χαλίφα περιέγραψε με μεγάλη λεπτομέρεια τις διάφορες ασιατικές επαρχίες τής Τουρκικής Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένης τής Μικράς Ασίας. Αυτή η περιγραφή τής Μικράς Ασίας τυπώνεται για πρώτη φορά με μετάφραση τού Αρμαίν στο Παράρτημα τού παρόντος τόμου».192

Όμως, σε σχέση με τις περιγραφές και τις ονομασίες των ποταμών στην περιοχή τής Αρμενίας τού Ξενοφώντος, οι παραδοχές τού Ντανβίλ δεν φαίνεται να δικαιολογούνται πάντοτε:

«Στον Ευφράτη που έχει ήδη αναφερθεί ότι πηγάζει κοντά στο Ερζερούμ προστίθεται κι άλλος κλάδος, οι πηγές τού οποίου, που ονομάζονται στη χώρα Μπινγκιόλ ή Χίλιες Λίμνες, σχηματίζουν ποτάμι που φαίνεται να είναι εκείνο που ονομάστηκε Λύκος».193

Ο Ντανβίλ κάνει λάθος εδώ στην ταυτοποίηση τού ποταμού Μπινγκιόλ με τον Λύκο τού Πλίνιου (HN 5.83–84, βλέπε πιο πάνω). Αυτό το ποτάμι δεν ρέει προς τα δυτικά αλλά προς τα ανατολικά. Δεν είναι παραπόταμος τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού), αλλά τού Αράξη. Συνεχίζει:

«Το ποτάμι που ξεκινά από την ένωση αυτών των δύο ρευμάτων ονομάζεται ιδιαιτέρως Φρατ. Αλλά υπάρχει ακόμη ένας Ευφράτης, ο οποίος, έχοντας τις πηγές του ακόμη πιο μακριά, γίνεται πιο σημαντικός από τον προηγούμενο στη συμβολή του. Αυτός ο Ευφράτης είναι εκείνος, τον οποίο ακριβώς με αυτό το όνομα πέρασαν οι Μύριοι κατά την επιστροφή. Και είναι ο ίδιος για τον οποίον ο Κόρβουλων, στον οποίο την εποχή τού Νέρωνος ανατέθηκε η διεξαγωγή τού πολέμου στην Αρμενία, αναφέρει ότι πηγάζει από περιοχή που ονομάζεται Καρανίτις, σύμφωνα με την αναφορά τού Πλίνιου».194

Ο Κόρβουλων και ο Πλίνιος δεν αναφέρονται στον Μουράτ (Αρσανία) ως Ευφράτη, αλλά στον Φρατ (Καρασού), δηλαδή στον ποταμό που πηγάζει από την περιοχή Καρανίτις (η Καρηνῖτις τού Στράβωνος), που είναι η περιοχή τού Ερζερούμ (στα αρμενικά Γκάριν). Όπως θα φανεί αργότερα, ο Ρένελ ακολούθησε τον Ντανβίλ σε αυτή τη λανθασμένη υπόθεση. Ο Ντανβίλ συνεχίζει:

«Υπάρχουν συνθήκες που επιτρέπουν την εφαρμογή σε αυτόν τού ονόματος Αρσανίας, όνομα το οποίο διεκδικεί αναμφισβήτητα κι άλλος ποταμός. Είναι εκείνος τον οποίο οι Τούρκοι ονομάζουν Μουράτ τσάι, που σημαίνει Νερό τής Επιθυμίας».

Ο Ντανβίλ εννοεί εδώ ότι ο Αρσανίας δεν ήταν ο Μουράτ, δηλαδή ο «Ευφράτης» του στην Κάθοδο των Μυρίων, αλλά διαφορετικό ποτάμι (βλέπε Χάρτη 8.13). Και συνεχίζει:

«Ο Πτολεμαίος αναγνωρίζει έναν διπλό Ευφράτη, πράγμα για το οποίο οι σύγχρονοι μελετητές εκδηλώνουν αμηχανία, την οποία θα αφαιρέσει η περαιτέρω γνώση τής χώρας».

Μετά τον Ντελίλ, αυτή είναι η δεύτερη σύγχρονη ρητή αναγνώριση ότι ο Πτολεμαίος έχει καταγράψει τη ροή αυτού τού παραπόταμου τού Ευφράτη. Όμως, όπως δείξαμε πιο πάνω, ο Πτολεμαίος δεν εφαρμόζει σε αυτόν το όνομα «Ευφράτης». Το συγκεκριμένο απόσπασμα είναι ενδιαφέρον, επειδή ο Ντανβίλ πιστεύει ότι η άποψή του για «δεύτερο Ευφράτη», τον οποίο παίρνει ως τον σωστό, εκείνον που αναφέρει ο Ξενοφών, θα προκαλούσε αμηχανία στους μελετητές τής εποχής του. Στην πραγματικότητα ήξερε ότι μετονόμαζε τούς ποταμούς στην περιοχή, αλλά παραδόξως οι μελετητές δεν ένιωσαν αμηχανία.

Οι αρχικές απόψεις τού Ντανβίλ απεικονίζονται σε χάρτη που σχεδίασε το 1764 με τίτλο Χάρτης τής Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Χάρτης 8.13),195 ο οποίος περιλαμβάνει: (α) την απόσπαση τής περιοχής Καρηνίτις (Caranitis στον χάρτη) από το Ερζερούμ (Theodosiopolis) και τη μετάθεσή της προς τα ανατολικά, προς τις πηγές τού Μουράτ. (β) Τη ροή τού ποταμού Μπινγκιόλ (Lycus) προς τον Ευφράτη (Euphrates) και όχι προς τον Αράξη (Araxes). (γ) Τον επανανακαλυφθέντα δεύτερο Ευφράτη (Μουράτ) στη θέση τού αρχαίου Αρσανία. Και (δ) έναν άλλο ποταμό Αρσανία (Arsanias) νότια τού Μουράτ. Οι απόψεις αυτές μπέρδεψαν τον Σεν Μαρτέν, όπως θα δείξουμε πιο κάτω.

Image

Χάρτης 8.13: Απόσπασμα από τον χάρτη “Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία” τού Ντανβίλ (1764).
Πηγή: The David Rumsey Map Collection στο davidrumsey.com

Ύστερα από μερικά χρόνια, ο Ντανβίλ βελτίωσε τις απόψεις του με τον χάρτη Η Τουρκία στην Ασία (Χάρτης 8.14).196 Πρόκειται για τον πρώτο κοντά στην πραγματικότητα χάρτη που σχεδιάστηκε από Ευρωπαίο τής σύγχρονης εποχής για την περιοχή τού άνω Ευφράτη, αλλά ακόμη με σημαντικά σφάλματα: Απεικονίζει δυτική ροή τού ποταμού Μπινγκιόλ (Bing-gheul) προς τον Ευφράτη. Επίσης απεικονίζει λανθασμένα το Μαντζικέρτ (Malazkerd) και τον ποταμό του βόρεια τού Μουράτ, ενώ βρίσκονται νότια. Πάνω απ’ όλα, η ονομασία «ποταμός Μουράτ ή Ευφράτης» (Morad chai ou Euphrates) παραμένει αυθαίρετη.

Image

Χάρτης 8.14: Απόσπασμα από τον χάρτη “Η Τουρκία στην Ασία” τού Ντανβίλ (1794).
Πηγή: The David Rumsey Map Collection στο davidrumsey.com

Η σύγχυση από τον νέο ορισμό τού Ευφράτη

Η σύγχυση που προκλήθηκε από αυτόν τον νέο ορισμό τού Ευφράτη είναι προφανής στο λεξικό τού 1841, το οποίο καταλαμβάνει μέρος τού δεύτερου τόμου τής γαλλικής μετάφρασης τής Ιστορίας τής Αρμενίας τού Μόβσες Χορενάτσι. Ξεκινάει λέγοντας ότι ο Ευφράτης των αρχαίων, ο Φρατ των Τούρκων, έχει τις πηγές του στα βουνά τής νότιας Αρμενίας, κοντά στο Ντιγιαντίν, κάτω από το όνομα Μουράτ. Στη συνέχεια παραθέτει το χωρίο 3.59 τού Χορενάτσι,197 ο οποίος αναφέρεται στον Φρατ/Καρασού ως Ευφράτη. Συνεχίζει χρησιμοποιώντας άλλη πηγή, με αποτέλεσμα ο Ευφράτης (που είναι ο Φρατ/Καρασού, αλλά λαμβάνεται ότι είναι ο Μουράτ) να φαίνεται να παραλαμβάνει κατά την πορεία του τον ποταμό Μουράτ. Για να αυξήσει περισσότερο τη σύγχυση, ο ίδιος συγγραφέας, στο ίδιο βιβλίο, αλλά σε διαφορετική ενότητα γράφει ότι ο Ευφράτης πηγάζει από τα βουνά Μπινγκιόλ κοντά στο Ερζερούμ.198

Αργότερα αυτός ο νέος ορισμός τού Ευφράτη αντικατοπτρίστηκε στο εκτεταμένο άρθρο (έτους 1907) για τον Ευφράτη στη γερμανική Εγκυκλοπαίδεια Κλασικής Αρχαιολογίας.199 Συζητώντας τις πηγές τού Ευφράτη (σελ. 1196-1199), ο συγγραφέας σημειώνει:

«Το ίδιο ισχύει και για τούς πολλούς παραποτάμους που στέλνονται στον ποταμό [Ευφράτη] από τα βουνά, συμπεριλαμβανομένου τού μεγαλύτερου, τού Αρσανία, τον οποίο η νεότερη Γεωγραφία θεωρεί ως την άλλη πηγή τού τωρινού Ευφράτη».200

Είχε ερμηνεύσει τον Πτολεμαίο (5.13.7) σωστά:

«Ο μη κατονομαζόμενος [από τον Πτολεμαίο] ανατολικός παραπόταμος δεν μπορεί να είναι άλλος από τον Αρσανία. Ο Πτολεμαίος τοποθετεί τις πηγές του 10 λεπτά τής μοίρας νότια τού όρους Άβος».201

Νωρίτερα, αμφισβητώντας την άποψη ότι ως πηγές τού Ευφράτη εννοούνταν από κάποιους αρχαίους συγγραφείς εκείνες τού Αρσανία (Μουράτ), σημειώνει:

«Το όνομα Καρανίτις είναι στο Κάριν, την αρμενική ονομασία που πήρε από τη γειτνίαση με το Ερζερούμ. Η Θεοδοσιούπολις πρέπει να αναζητηθεί είτε στο ίδιο το Ερζερούμ ή στο άμεσο περιβάλλον του. Η απόσταση που υποδεικνύει ο Προκόπιος (42 στάδια) ταιριάζει αρκετά καλά. Αντίθετα, τα βουνά των πηγών τού Μουράτ, στη σχέση τους με τις πηγές τού Τίγρη, είτε εδώ είτε στο Άλα Νταγ, δεν βγάζουν νόημα».202

Η γενικευμένη μετατροπή τού ποταμού Αρσανία σε Ευφράτη τού Ξενοφώντος

Οι Ντελίλ και Ντανβίλ πρόσφεραν στους Ευρωπαίους τη σύγχρονη γεωγραφική αντίληψη, που χαρακτηριζόταν από μια πολύτιμη καινοτομία: την επανανακάλυψη τού Αρσανία, τού χαμένου παραπόταμου τού Ευφράτη, καθώς και την τοποθέτησή του επί τού χάρτη. Όμως η εκ μέρους τους ταύτιση τού Αρσανία (Μουράτ) με τον Ευφράτη τού Ξενοφώντος δεν βασιζόταν σε στέρεο έδαφος. Αντανακλούσε μάλλον υποκειμενική ερμηνεία τού κειμένου τής Κύρου Ανάβασης χωρίς περαιτέρω αιτιολόγηση. Στα χρόνια που ακολούθησαν, στα πρώτα χρόνια τού 19ου αιώνα, έγιναν πολυάριθμες προσπάθειες για τον προσδιορισμό τής διαδρομής τής Καθόδου των Μυρίων, στο σκέλος της που σχετίζεται με τη διάσχιση τού Ευφράτη «όχι μακριά από τις πηγές του» (Ανάβ. 4.5.2). Οι καινοτόμοι χάρτες και απόψεις των Ντελίλ και Ντανβίλ χρησιμοποιήθηκαν από τούς κορυφαίους σχολιαστές τής Κύρου Ανάβασης εκείνης τής εποχής.

Η πιθανή ευθύνη τού Ρένελ για τη σύγχυση που εξακολουθεί να επικρατεί, έχει συζητηθεί. Λέει αρχικά ότι

«αυτό το ποτάμι [ο Τηλεβόας] ανταποκρίνεται στον Αρσανία τού Πλουτάρχου, στον οποίο ήρθε ο Λούκουλλος κατά την τέταρτη πορεία από τούς βόρειους πρόποδες τού Ταύρου».203

Έτσι ταυτίζει τον Τηλεβόα με τον Μουράτ (Αρσανία). Αργότερα όμως μπερδεύει τις πηγές τού Μουράτ (σύμφωνα με τον Χατζή Χαλίφα) με τις κατά Πλίνιο πηγές τού Ευφράτη (Καρασού) και συνεχίζει συμπεραίνοντας ότι:

«Ο Μουράτ είναι επίσης ο Ευφράτης τού Στράβωνος. Έτσι οι αρχαίοι εφάρμοζαν στον ανατολικό κλάδο το κοινό όνομα τού ποταμού μετά τη συμβολή, όπως οι ντόπιοι εφαρμόζουν το όνομα Φρατ [Ευφράτης] στον δυτικό κλάδο».204

Ο Κίνεϊρ και η συντροφιά του ταξίδεψαν στην περιοχή το έτος 1814 προερχόμενοι από το Ερζερούμ.205 Διέσχισαν τον Μουράτ μεταξύ Καρααγίλ [ο Κίνεϊρ γράφει Καραγκούλ] προς βορρά και Ερέντεπε [Λιζ]206 προς νότο τού ποταμού. Έβαλαν τα άλογα να κολυμπήσουν απέναντι και οι ίδιοι πέρασαν πάνω σε σχεδία, που επέπλεε με τη βοήθεια προβιών φουσκωμένων με αέρα (σελ. 378). Ο Κίνεϊρ πιστεύει ότι οι Έλληνες διέσχισαν τον Μουράτ πιο ανατολικά, πιο κοντά στις πηγές του, επειδή στην περιοχή όπου πέρασε αυτός, ο Μουράτ δεν ήταν πουθενά διαβατός (σελ. 489).

Όμως, όχι πολύ αργότερα από την εποχή τού Κίνεϊρ, σε τέσσερις τουλάχιστον δημοσιεύσεις207 έχει αναφερθεί η διάβαση τού Μουράτ στα βόρεια τής Μους, δυτικά τού σημείου όπου τον πέρασε ο Κίνεϊρ. Μια παλιά ετοιμόρροπη γέφυρα, η γέφυρα Σουλούχ βόρεια τής Μους, 14ου αιώνα «αρχαία γέφυρα με δεκατέσσερα τόξα»,208 στεκόταν (και στέκεται ακόμη) εκεί, δίπλα στο σημείο διέλευσης, υποδεικνύοντας το ίχνος τού δρόμου των καραβανιών μεταξύ βορρά και νότου.

Αυτές οι απόψεις τού Κίνεϊρ για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων και τις συνεπαγόμενες ονομασίες των ποταμών απεικονίζονται στον χάρτη του, τον οποίο σχεδίασε ο Άροουσμιθ.

Image

Χάρτης 8.15: Σχολιασμένο απόσπασμα από τον χάρτη τού Άροουσμιθ (1813).
Πηγή: The David Rumsey Map Collection στο davidrumsey.com

Ο ποταμός μετά τη συμβολή ονομάζεται Φρατ ή Ευφράτης. Ο Καρασού ονομάζεται Δυτικός Φρατ και ο Μουράτ αποκαλείται Ανατολικός Φρατ. Πηγές τού Ευφράτη είναι οι πηγές τού «Ανατολικού Φρατ» (Χάρτης 8.15).209

Αυτού τού είδους η ονομασία εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ακόμη και μάλιστα όχι μόνο σε εργασίες που έχουν σχέση με την Κάθοδο των Μυρίων. Τώρα, σε κάθε δημοσίευμα, πριν από τη συμβολή οι ποταμοί ονομάζονται Δυτικός και Ανατολικός Ευφράτης αντίστοιχα. Μάλιστα καθώς ο Μουράτ είναι μακρύτερος από τον Φρατ/Καρασού από τις πηγές τους μέχρι τη συμβολή,210 το συνολικό μήκος τού Ευφράτη (3.000 περίπου χλμ) υπολογίζεται με αφετηρία τις πηγές τού Μουράτ.

Σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, αυτό θα ήταν το ισοδύναμο τού να αποκαλούσε κανείς Ανατολικό Ρήνο τον ποταμό Μάιν ή να αποκαλούσε Νότιο Δούναβη τον ποταμό Ιν, καθώς, μέχρι τη συμβολή στο Μάιντς, ο Μάιν (529 χλμ) είναι μακρύτερος από τον Ρήνο (485 περίπου χλμ από τη Λίμνη Κωνσταντίας μέχρι το Μάιντς μέσω Βασιλείας), ενώ επίσης, μέχρι τη συμβολή στο Πάσαου, ο Ιν έχει μεγαλύτερη μέση ροή και σχεδόν το ίδιο μήκος (517 χλμ) με τον Δούναβη (553 χλμ από τις πηγές του στο Ντοναουέσινγκεν μέχρι το Πάσαου).

Η υποτιθέμενη «απόδειξη» ότι ο Μουράτ ήταν ο αληθινός Ευφράτης των Αρμενίων

Παρά το γεγονός ότι οι επικρατούσες απόψεις για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων κατά τον 19ο αιώνα, στην πραγματικότητα μέχρι σήμερα, θεωρούσαν τον Αρσανία (Μουράτ) ως τον Ευφράτη τού Ξενοφώντος, τα αποδεικτικά στοιχεία αυτής τής επιλογής εξακολουθούσαν να απουσιάζουν. Οι σχολιαστές εφεξής αποδέχθηκαν ότι ο Ξενοφών εννοούσε εδώ τον ποταμό Αρσανία (Μουράτ) και, εκτός από τον Ρένελ που προαναφέρθηκε, δεν ασχολήθηκαν με την αιτιολόγηση αυτής τής επιλογής τους. Σύμφωνα με τον Μπάμπερι, Ευφράτης τού Ξενοφώντος είναι προφανώς ο Μουράτ τσάι ή ανατολικός κλάδος τού ποταμού, επειδή

«Αρμένιοι συγγραφείς εφαρμόζουν το όνομα τού Ευφράτη και στα δύο σκέλη και η ίδια χρήση μάλλον επικρατούσε ανάμεσα στους ντόπιους την εποχή τού Ξενοφώντος».211

Ο Μπάμπερι δεν αναφέρει τα ονόματα και τα έργα αυτών των Αρμενίων συγγραφέων. Την άποψή του αναπαρήγαγε ο Τόζερ, επίσης χωρίς ονόματα.212

Μισό αιώνα πριν από τούς Μπάμπερι και Τόζερ, ο Σμιθ είχε σημειώσει ότι αυτός ο ποταμός [ο Φρατ, Καρασού] θεωρούνταν ο κανονικός Ευφράτης από τούς Έλληνες και Ρωμαίους συγγραφείς, αλλά «οι Αρμένιοι δίνουν αυτή την τιμή στον Μουράτ τσάι».213 Ο Σμιθ προσφέρει μια παραπομπή: «St. Martin, τομ. 1, σελ. 42».

Παρά την ευθύνη του για τη σύγχυση επί τού Μουράτ ως τού πραγματικού Ευφράτη των Αρμενίων, η οποία περιγράφεται στη συνέχεια, η συνεισφορά τού Σεν Μαρτέν ήταν αναμφισβήτητη. Εκτός από το έργο του για την Αρμενία, ο ίδιος υπήρξε η αφετηρία τής έρευνας για τον πολιτισμό των Ουραρτού:

«Το 1823 ένας Γάλλος μελετητής, ο Ζαν Σεν Μαρτέν, εντόπισε απόσπασμα στην Ιστορία τής Αρμενίας τού Αρμένιου ιστορικού τού 5ου μ.Χ. αιώνα Μωυσή τής Χορέν (Μόβσες Χορενάτσι), το οποίο προκάλεσε την περιέργειά του…. Με πρότασή του η γαλλική κυβέρνηση ανέθεσε σε νεαρό Γερμανό καθηγητή, τον Φρίντριχ Έντβαρντ Σουλτς, να πάει στο Βαν να ερευνήσει. Στο Τοπράκ Καλέ, λόφο ύψους 400 περίπου ποδιών, κοντά στο Βαν, ο Σουλτς ανακάλυψε, σκαλισμένες στο λείο τείχος αρχαίας ακρόπολης, επιμήκεις σφηνοειδείς επιγραφές, τις επιγραφές τής Βαν. Η πρώτη χρονολογείται από τον 9ο π.Χ. αιώνα. Αν και ο ίδιος δεν μπορούσε να διαβάσει σφηνοειδή γραφή, ο Σουλτς μπόρεσε να φτιάξει ακριβή αντίγραφα για να τα πάρει μαζί του πίσω στο Παρίσι…. Τα αντίγραφα των επιγραφών τής Βαν από τον Σουλτς δημοσιεύθηκαν στο Παρίσι, στο Journal asiatique, το 1840. Γνωρίζουμε πλέον ότι η σύγχρονη πόλη Βαν βρίσκεται στη θέση τής Τούσπα, τής πρωτεύουσας τού βασιλείου των Ουραρτού (ή Αραράτ)».214

Οι Ουραρτού ήσαν άγνωστοι στους ανθρώπους τής εποχής τού Σεν Μαρτέν, αλλά άγνωστοι και στους σχολιαστές τής Κύρου Ανάβασης τού Ξενοφώντος, οι οποίοι συνέχεαν (και ίσως εξακολουθούν να συγχέουν) τούς Χαλδίους (Ουραρτού) τού τέταρτου βιβλίου με τούς Χάλυβες τού πέμπτου. Φαίνεται όμως ότι ο ίδιος ο Σεν Μαρτέν είχε παρασυρθεί από τις ονομασίες που έδιναν οι επιφανείς γεωγράφοι τής εποχής του, ο Ντελίλ και ο Ντανβίλ. Μάλιστα η πιο πάνω παραπομπή τού Σμιθ δεν είναι στη σελίδα 42 του τόμου Ι τού Σεν Μαρτέν αλλά λίγο πιο κάτω. Εδώ (I, 42) ο Σεν Μαρτέν γράφει:

«Επίσης, στα βουνά που περιβάλλουν το Ερζερούμ έχουν τις πηγές τους ορισμένα από τα ποτάμια που χρησιμεύουν για να σχηματιστεί ο Ευφράτης. Αυτό το ποτάμι ονομάζεται Εφράντ στα αρμενικά. Σχηματίζεται από την ένωση μεγάλου αριθμού ποταμών που προέρχονται από διάφορα μέρη τής Αρμενίας. Το βόρειο τμήμα τού ποταμού Ευφράτη έχει την πηγή του στην επαρχία τού Γκάριν, κοντά στη σημερινή πόλη τού Ερζερούμ. Τα βουνά στην περιοχή αυτής τής πόλης ονομάζονται τώρα, όπως έχουμε ήδη πει, Μπινγκιόλ, δηλαδή «των χιλίων λιμνών», λόγω τού μεγάλου αριθμού πηγών και μικρών λιμνών που βρίσκονται εκεί. Αυτά ακριβώς τα διάφορα συμπλέγματα νερού σχηματίζουν την αρχή ενός τμήματος τού Ευφράτη».215

Ο Σεν Μαρτέν παρουσιάζει τις απόψεις τού Στράβωνος και τού Πλίνιου και συνεχίζει:

«Όλοι οι Ανατολικοί γεωγράφοι συμφωνούν στην τοποθέτηση των πηγών τού Ευφράτη στην περιοχή τού Ερζερούμ. … Ο Ευφράτης [Φρατ, Καρασού] περνά από τις πόλεις Ερζιντζάν, Κεμάχ και Αγίν. Ύστερα παραλαμβάνει έναν πολύ σημαντικό ποταμό που έρχεται από την ανατολική πλευρά, από το κέντρο τής Αρμενίας, ποταμό που φαίνεται να είναι ο Αρσανίας τού Πλίνιου. Οι Τούρκοι τον ονομάζουν Μουράτ τσάι και οι Αρμένιοι θεωρούν ότι είναι ο πραγματικός Ευφράτης (3)».216

Η υποσημείωση (3) γράφει:

«Σαμίρ, κεφάλαιο vi, σελ. 134. Τζιχάν-νουμά, σελ. 426-27».217

Ο Σαμίρ ήταν Αρμένιος έμπορος που δημοσίευσε το 1775 στο Μαντράς τής Ινδίας ένα βιβλίο 148 σελίδων με τον τίτλο Το υπόλοιπο τής ιστορίας τής Αρμενίας και τής Γεωργίας (Le restant de l’histoire de l’Arménie et de la Géorgie). Περιείχε τη ζωή τού Αγίου Ναρσή, πατριάρχη τής Αρμενίας, γραμμένη από τον Μεσρόμπ Ερέτζ, καθώς και σύντομη ιστορία τής Γεωργίας και τής Αρμενίας, γραμμένη από τον Αρμένιο χρονικογράφο τού 13ου αιώνα Στέφανο Ορμπελιάν (περ. 1250-1305),218 η οποία περιλαμβάνεται στο βιβλίο τού Σεν Μαρτέν στα αρμενικά με γαλλική μετάφραση.219 Δεν έχει καμία απολύτως αναφορά σε ποτάμια. Στην πραγματικότητα ο Σεν Μαρτέν δεν αναφέρεται σε αυτό το βιβλίο τού Σαμίρ που περιέχει αρμενικές μεσαιωνικές πηγές, επειδή σε προηγούμενη υποσημείωση διαβάζουμε:

«Προτροπή προς τούς Αρμενίους από τον Ελεάζαρ Σαμίρ στα αρμενικά, Μαντράς, 1772. Εκτός από προτροπή στους Αρμενίους για να τούς ξεσηκώσει να αποτινάξουν τον ζυγό των καταπιεστών τους, το βιβλίο περιέχει επίσης ιστορική περίληψη τής Αρμενίας μαζί με γεωγραφική περιγραφή».220

Υπήρχε λοιπόν προηγούμενη δημοσίευση τού Σαμίρ.221 Πιθανώς η γεωγραφική περιγραφή τής Αρμενίας στο βιβλίο τού 1772 περιείχε αναφορά στον ποταμό Μουράτ (τον Αρσανία των αρχαίων) ως Ευφράτη. Η αναφορά αυτή είτε προερχόταν από δυτικοευρωπαϊκές σύγχρονες πηγές ή, πράγμα που είναι πιο πιθανό, ο Σαμίρ είχε συμπεριλάβει στο βιβλίο του κείμενο παρόμοιο με την αρμενική εκκλησιαστική γεωγραφία γραμμένη το έτος 1721, αν όχι το ίδιο το κείμενο αυτής τής γεωγραφίας.222

Το Τζιχάν-νουμά (Καθρέφτης τού Κόσμου) τού Χατζή Χαλίφα είναι η δεύτερη παραπομπή τού Σεν Μαρτέν. Σε υποσημείωση (Ι, 33) προηγούμενη από αυτήν που εξετάζουμε εδώ (Ι, 46), ο Σεν Μαρτέν αναφέρεται στην έκδοση Κωνσταντινούπολης έτους 1732 τού Ιμπραήμ Μουτεφερίκα. Όπως αναφέρθηκε, η λατινική μετάφραση τού έργου αυτού εκδόθηκε το 1818, την ίδια χρονιά με το βιβλίο τού Σεν Μαρτέν. Ο Σεν Μαρτέν δεν θα μπορούσε να θεωρεί τον Χατζή Χαλίφα, τον οποίο επικαλείται συχνά, ως έναν από τούς Αρμενίους που θεωρούν ότι ο Μουράτ είναι ο πραγματικός Ευφράτης. Πρώτον, επειδή ο Χατζή Χαλίφα δεν ήταν Αρμένιος. Και, δεύτερον, επειδή ο Χατζή Χαλίφα όχι μόνο δεν λέει ότι ο Μουράτ είναι ο Ευφράτης, αλλά επειδή ο Ευφράτης του είναι αναμφισβήτητα ο Φρατ/Καρασού που πηγάζει από την περιοχή τού Ερζερούμ.

Για να κατανοήσουμε την παραπομπή τού Σεν Μαρτέν στον Χατζή Χαλίφα, υπήρξε απαραίτητη η εξέταση όλων των αναφορών στο βιβλίο του σε αυτό το ποτάμι. Έτσι, σε εκτεταμένο απόσπασμα, ο Σεν Μαρτέν (Ι, 50-52) χρησιμοποιεί την περιγραφή τού Χατζή Χαλίφα για τον Μουράτ και την αναμιγνύει με λανθασμένες αρχικές απόψεις τού Ντανβίλ, καθώς και με γεωγραφικά στοιχεία που δεν μπορούν να εντοπιστούν στα έργα των Αρμενίων συγγραφέων που έχουν μεταφραστεί και περιλαμβάνονται στους δύο τόμους τού Σεν Μαρτέν. Η εκτεταμένη παράθεση τού κειμένου του (Ι, 50-52) στη συνέχεια είναι αναγκαία, επειδή ο Σεν Μαρτέν αποτελεί τη μόνη υποτιθέμενη «απόδειξη» εκείνων που υποστηρίζουν ότι ο Μουράτ ήταν ο πραγματικός Ευφράτης των Αρμενίων:

«Από αυτά τα βουνά πηγάζει ο ποταμός τον οποίο οι Αρμένιοι θεωρούν ως τον αληθινό Ευφράτη, που φαίνεται να είναι ο Αρσανίας τού Πλίνιου. Σήμερα είναι γνωστός στους Τούρκους με το όνομα Μουράτ τσάι».223

Πρόκειται για τον δεύτερο ισχυρισμό τού Σεν Μαρτέν ότι οι Αρμένιοι θεωρούν τον Μουράτ ως τον αληθινό Ευφράτη,224 ακόμη χωρίς αιτιολόγηση. Συνεχίζει με περιγραφή τού Μουράτ που προέρχεται από τον Χατζή Χαλίφα, παρά τις κάποιες παρανοήσεις:

«[Ο Μουράτ] σχηματίζεται από πολλά μικρά ποτάμια που κυλούν από διάφορα σημεία, τα δύο κύρια από τα οποία από τα βόρεια και τα ανατολικά ενώνονται στην πεδιάδα τής Μους. Το πρώτο, που έχει ειδικότερα το όνομα Μουράτ τσάι, πηγάζει από το όρος Ντζαχτζέ,225 σε μέρος που ονομάζεται Όσγκιχ στην επαρχία τού Τζαγκόντν.226 Αρχικά σχηματίζεται από διάφορα ρεύματα τα οποία, μετά τη συμβολή, χωρίζονται σε μέρος που ονομάζεται Τσαρμούρ σε τέσσερα σκέλη, που ενώνονται και πάλι και τα οποία, αφού διασχίσουν μεγάλη απόσταση, σμίγουν με το ποτάμι τού Μελαζκέρντ (Μαντζικέρτ), το οποίο έρχεται από τον βορρά, από τα βουνά Μπινγκιόλ. (1)»227

Ο Χατζή Χαλίφα μάς έχει πει πιο πάνω, ότι η μία από τις δύο αρχές τού ποταμού Μουράτ, μαζί με τον παραπόταμό του που ονομάζεται Τσαρμούρ, χωρίζονται σε τέσσερα κανάλια, περνούν κάτω από μεγάλη πέτρινη γέφυρα και ενώνονται με το ποτάμι τού Μαντζικέρτ (Μελαζκέρντ, Μαλαζγκίρτ).228 Όμως αυτό το ποτάμι δεν χύνεται στον Μουράτ από τον βορρά αλλά από τον νότο. Ακόμη και σε λιγότερο λεπτομερείς χάρτες (βλέπε Χάρτη 8.16) είναι προφανές ότι η θέση τού Μαντζικέρτ (Μαλαζγκίρτ) είναι στα νότια τού Μουράτ. Προφανώς ο Σεν Μαρτέν παραπλανήθηκε εδώ από το σφάλμα στον χάρτη τού Ντανβίλ (Χάρτης 8.14), που δείχνει το Μαντζικέρτ (Μαλαζκέρντ, Μαλαζγκίρτ) στα βόρεια τού Μουράτ και το ποτάμι του να χύνεται στον Μουράτ από τον βορρά. Η υποσημείωση (1) στον Σεν Μαρτέν (Ι, 51) γράφει:

«Ιωάννη πατριάρχη, Ιστορία Αρμενίας, κεφ. 8, σελ. 55 (αρμ. χειρόγραφο αριθ. 91). Βλέπε εφεξής τη Γεωγραφία τού Βαρτάν. Τζιχάν-νουμά, σελ. 426, 427».229

Η υποσημείωση αυτή παραπέμπει στην Ιστορία τής Αρμενίας γραμμένη από τον πατριάρχη Ιωάννη ΣΤ’ Καθολικό (Yovhannēs Drasxanakertc’i, 1203-1221),230 ο οποίος αναφέρει ότι θανατώθηκαν οι Χριστιανοί που ζούσαν στις πηγές τού Ευφράτη μαζί με τον ηγέτη τους Όσκι:

«Σαραντατρία χρόνια μετά τον θάνατο τού ευλογημένου απόστολου Θαδδαίου, την εποχή τού βασιλιά τής Αρμενίας Αρτάση, οι μαθητές τού άγιου απόστολου, που ζούσαν στις πηγές τού Ευφράτη ποταμού και των οποίων ο ηγέτης ονομαζόταν Όσκι, προσηλύτισαν και βάφτισαν κάποιους Αλανούς, που σχετίζονταν με τη βασίλισσα Σατενίκ, σύζυγο τού Αρτάση. Επειδή οι βαφτισμένοι γίνονταν καθημερινά πιο αποφασισμένοι στην πίστη τους στον [Χριστό τον] Λόγο τής Ζωής, ο γιος τής Σανατρίκ ενοχλήθηκε από αυτούς και πέρασε τον ευλογημένο Όσκι και τούς αγίους συντρόφους του από το σπαθί».231

Ο Σεν Μαρτέν αποδέχεται τη σύνδεση αυτού τού τόπου με το Όσγκιχ, που τοποθετείται από τον Βαρτάν στις πηγές τού Μουράτ και θεωρείται ότι αποδεικνύει ότι ο Μουράτ ήταν ο Ευφράτης στην ιστορία τού πατριάρχη των Αρμενίων.232 Και συνεχίζει:

«Αυτός ο δεύτερος ποταμός, που ρέει από βορρά προς νότο, φέρει επίσης μεταξύ των Αρμενίων το όνομα Ευφράτης. Κατεβαίνει από την περιοχή γύρω από την αρχαία πόλη τής Μεντζούρχ στην άνω Αρμενία και στην επαρχία Μεντζούρ» (Ι, 50-51).

Image

Χάρτης 8.16: Οι επαρχίες τής Άνω Αρμενίας το έτος 387 μ.Χ.

Η σχέση τής Μεντζούρχ (τής Μτσουρν τού Φαύστου τού Βυζαντίου) με την επαρχία Μεντζούρ δεν προκύπτει από παραπομπές. Η μόνη παραπομπή στη Μεντζούρχ στο Ευρετήριο τού Σεν Μαρτέν (II, 508) είναι στο παραπάνω απόσπασμα (I, 51). Όσο για την επαρχία Μεντζούρ, η παραπομπή στο Ευρετήριο τού Σεν Μαρτέν (II, 508) είναι στη Γεωγραφία του Χορενάτσι.233 Βλέπε και Χάρτη 8.16.

Μια προσεκτική εξέταση αποκαλύπτει ότι η άγνωστη πηγή τού Σεν Μαρτέν δεν αναφερόταν εδώ στο Μαλαζγκίρτ (Μαντζικέρτ) αλλά στο Μαζγκίρτ.234 Αν και το όνομα τού ποταμού κοντά στο Μαζγκίρτ είναι Μουνζούρ και όχι Ευφράτης, ο ποταμός αυτός:

Πρώτον, πηγάζει από τα όρη Μπινγκιόλ, δηλαδή από τον «ορεινό όγκο που εκτείνεται νοτίως τού Ερζερούμ διαμέσου των βιλαετιών τού Ερζερούμ, τής Μους και τού Μπινγκιόλ»235 και επομένως δεν έχει καμία σχέση με το Μαλαζγκίρτ (βλέπε Χάρτη 8.16).

Δεύτερον, διασχίζει την Άνω Αρμενία, οι εννέα επαρχίες τής οποίας παρουσιάζονται στον Χάρτη 8.16.236 Αυτές είναι237 οι Ταρανάγι (δυτικά τού Φρατ/Ευφράτη), Αριούτζ, Μεντσούρ, Εγκεγέατς (Ακιλισηνή, η περιοχή τού Ερζιντζάν), Μανανάγι (η κοιλάδα τού ποταμού Τούζλα), Τερτζάν, Σμπερ (Ισπίρ), Σαγαγκόμ (η υπερυψωμένη περιοχή μεταξύ των πεδιάδων τής Μπαϊμπούρτ και τού Άσκαλε-Ερζερούμ) και Γκάριν (Καρηνίτις, Ερζερούμ).

Τρίτον, περνά από την επαρχία Μεντσούρ στην Άνω Αρμενία τού 4ου μ.Χ. αιώνα, την υπ’ αριθ. 3 στον Χάρτη 8.16, επαρχία η οποία ονομάστηκε στη συνέχεια Μουζουρών (κλίμα Μουζουρῶν) στη Ρωμαϊκή («Βυζαντινή») αυτοκρατορία των αρχών τού 7ου αιώνα.238

Ο Σεν Μαρτέν συνεχίζει με περιγραφή τής αρχαίας πόλης Μεζντούρχ από τον Φαύστο τού Βυζαντίου, η οποία αναφέρθηκε ήδη πιο πάνω στο κεφάλαιο αυτό:

«Ιδού με ποιον τρόπο ο Φαύστος τού Βυζαντίου, Αρμένιος ιστορικός τού 4ου αιώνα, μιλά για τα περίχωρα αυτής τής πόλης: “Ο αρχιευνούχος [μαρτμπιέντ] Χαΐρ ήρθε στους ιερούς τόπους, κατέβηκε στην όχθη τού ποταμού Ευφράτη σε πεδιάδα σκεπασμένη από πυκνό δάσος, στη συμβολή δύο ποταμών, σε άλσος από δαμασκηνιές, στον τόπο όπου υπήρχε παλαιότερα πόλη που είχε ιδρυθεί από τον βασιλιά Σαναντρούγκ και η οποία ονομαζόταν Μεζντούρχ”. Αυτό το ποτάμι ενώνεται με το άλλο σκέλος τού Ευφράτη κοντά στην πόλη Μαντζγκέρντ (Μαντζικέρτ) ή Μελαζκέρντ στα τουρκικά».239

Ο Σεν Μαρτέν νομίζει ότι αυτό το απόσπασμα αποδεικνύει ότι κατά τον 5ο αιώνα ο Φαύστος τού Βυζαντίου αποκαλούσε Ευφράτη τον ποταμό Μουράτ. Το νομίζει αυτό επειδή, όπως φαίνεται πιο κάτω στη συνέχεια τού κειμένου του, εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο παραπόταμος που αναφέρεται πιο πάνω δεν ήταν ο ποταμός τού Μαζγκίρτ αλλά εκείνος τού Μαντζικέρτ (Μαλαζγκίρτ). Το σφάλμα του είναι προφανές, επειδή συνεχίζει περιγράφοντας τον Μουράτ που παραλαμβάνει ακόμη πιο δυτικά τον «μικρό» Καρασού τής Μους (βλέπε Χάρτη 8.16). Όμως στην κατεύθυνση τής ροής τού Μουράτ η Μους είναι μετά το Μαντζικέρτ και πριν από το Μαζγκίρτ. Το σφάλμα αυτό επαναλαμβάνεται σε μεταθανάτιο έργο τού Σεν Μαρτέν:240

«Οι τόποι προς τις πηγές τού Ευφράτη ήσαν κάτω από την κυριαρχία τού Σαναντρούγκ σύμφωνα με τον Φαύστο τού Βυζαντίου. Αυτός ο ηγεμόνας ίδρυσε την πόλη Μεζντούρχ στις ορεινές και σκεπασμένες από δάση επαρχίες, στην περιοχή των πηγών τού νότιου τμήματος τού Ευφράτη, που σήμερα ονομάζεται Μουράτ τσάι».

Αν ο Σεν Μαρτέν είχε καταλάβει ότι ο ποταμός τού Μαζγκίρτ και όχι ο ποταμός τού Μαντζικέρτ είναι εκείνος που πηγάζει από τα βουνά Μπινγκιόλ και κατεβαίνει από την περιοχή γύρω από την αρχαία πόλη Μεζντούρχ προς την Άνω Αρμενία και την επαρχία τής Μεντσούρ (βλέπε Χάρτη 8.16), τότε θα είχε ο ίδιος τοποθετήσει την αρχαία πόλη Μεζντούρχ κοντά στον άνω ρου τού ποταμού τού Μαζγκίρτ, κοντά στον Φρατ (Καρασού), δηλαδή τον Ευφράτη στην όχθη τού οποίου κατέβηκε ο Χαΐρ Μαρτμπιέντ σύμφωνα με τον Φαύστο τού Βυζαντίου.

Ο Σεν Μαρτέν συνεχίζει με περιγραφή, η οποία επαναλαμβάνει το αρχικό σφάλμα τού Ντανβίλ (βλέπε Χάρτη 8.14) ότι ο Μουράτ («Ευφράτης») και ο Αρσανίας (Αρατζάνι) ήσαν δύο διαφορετικά ποτάμια:241

«Ο Ευφράτης ή Μουράτ τσάι κυλά στη συνέχεια προς τα δυτικά για να ενωθεί με τον άλλο Ευφράτη που έρχεται από το Ερζερούμ. Αυτός [ο Μουράτ] παραλαμβάνει κατά την πορεία του, αφού περάσει από το αρχαίο οχυρό Ογναγκάν, τον ποταμό Αρατζάνι [Αρσανία], που είναι ίσως ο [“μικρός”] Καρασού των σημερινών ανθρώπων. Ο Αρατζάνι είναι πολύ φουσκωμένος από τα νερά διάφορων ποταμών, που κατεβαίνουν από τα βουνά των Κούρδων και διασχίζουν τη χώρα Νταρόν, σήμερα Μους. Υπάρχει πολλή συζήτηση γι’ αυτόν τον ποταμό [Αρατζάνι, Αρσανία] στην ιστορία τής Αρμενίας. Οι κύριοι ποταμοί που παραλαμβάνει είναι ο ποταμός Μέγντι, κοινώς ονομαζόμενος Μεγρακέντ, που έρχεται από την πόλη Μέγντι στην επαρχία Νταρόν, και ο ποταμός Αλντζάν, που ποτίζει κοιλάδα με αυτό το όνομα στα σύνορα τής ίδιας επαρχίας».242

Έτσι, σύμφωνα με τον Σεν Μαρτέν εδώ, η «πολλή συζήτηση για τον ποταμό Αρατζάνι [Αρσανία] στην ιστορία τής Αρμενίας» αφορούσε το τοπικό ρέμα τής Μους. Είναι λυπηρό, αλλά ο Σεν Μαρτέν συνεχίζει με ακόμη πιο απίθανο επιχείρημα: ο «Ευφράτης» (Μουράτ) χάνει το όνομά του όταν παραλαμβάνει τον [διαφορετικό] Αρσανία, αλλά παίρνει και πάλι αυτό το όνομα ύστερα από τη συμβολή του με τον Ευφράτη (Φρατ, Καρασού):243

«Φαίνεται ότι ο Αρατζάνι [Αρσανίας], αφού ενωθεί με τον Ευφράτη [Μουράτ], περνά το όνομά του σε εκείνον, ο οποίος το διατηρεί, μέχρι να ενωθεί με το βόρειο παρακλάδι τού Ευφράτη [Φρατ, Καρασού] και φαίνεται να αντιστοιχεί με τον Αρσανία τού Πλίνιου, που ενώνεται με τον ίδιο ποταμό περίπου στο ίδιο σημείο. Πριν τη συνάντηση αυτών των δύο ποταμών, ο Μουράτ τσάι ή Αρατζάνι παραλαμβάνει στην αριστερή του πλευρά τον Μαμουσέγ, που τώρα ονομάζεται Μαμούς, ο οποίος έρχεται από τον νότο, από τα σύνορα τής Σοφηνής».244

Δυστυχώς έτσι κατανοεί ο Σεν Μαρτέν τον Ευφράτη και τον Μουράτ (Αρατζάνι, Αρσανία) σε αυτό το μέρος τού βιβλίου του (Ι, 50-52). Αργότερα όμως επιστρέφει στην προηγούμενη γνώμη του (Ι, 47, βλέπε πιο πάνω) και υποστηρίζει:

«Προκειμένου να πάει κανείς στα Αρτάξατα, που βρίσκονται στο κέντρο τής Αρμενίας, είναι απαραίτητο να διασχίσει τον ποταμό Αρσανία, ο οποίος αντιστοιχεί με τον Αρατζάνι των Αρμενίων και είναι ο νότιος Ευφράτης ή Μουράτ τσάι».245

Ο Σεν Μαρτέν προσπαθούσε να συμβιβάσει δύο απόψεις: (α) την περιγραφή τού Χατζή Χαλίφα στο Τζιχάν-νουμά, η οποία ήταν σαφής και ξεκάθαρη, με τον Ευφράτη (Φρατ) να κατεβαίνει από τον βορρά και να παραλαμβάνει τον Μουράτ από τα ανατολικά και (β) τις απόψεις τού Ντανβίλ που ήσαν λιγότερο από σαφείς (βλέπε Χάρτες 8.13 και 8.14) και ήσαν προκατειλημμένες προς έναν Μουράτ («Ευφράτη») που θα ταίριαζε με προς ανατολάς πορεία τής Καθόδου των Μυρίων.

Το γεγονός ότι ο Σεν Μαρτέν είχε διαβάσει τις απόψεις τού Ντανβίλ είναι προφανές στο απόσπασμά του (I, 44), όπου επικρίνει την κατά Ντανβίλ απόσπαση τής περιοχής Καρηνίτις από τη Θεοδοσιούπολη (Ερζερούμ) και τη μετατόπισή της στα ανατολικά, προς τις πηγές τού Μουράτ (πρβλ. Χάρτη 8.13 πιο πάνω):

«Ο μορφωμένος Ντανβίλ έσφαλλε επομένως πιστεύοντας ότι ο Πλίνιος ήθελε να αναφερθεί στο κάτω μέρος τού Ευφράτη και κατά συνέπεια έκανε λάθος τοποθετώντας την περιοχή Καρανίτις στο κεντρικό τμήμα τής Αρμενίας, στις πηγές τού άλλου Ευφράτη».246

Μπορεί βέβαια οι περίπλοκες απόψεις τού Σεν Μαρτέν για τον Ευφράτη και τούς παραποτάμους του να μην είναι πειστικές, αλλά παραμένει αναπάντητο ένα ερώτημα. Υπήρχαν άραγε Αρμένιοι συγγραφείς, που πίστευαν ότι ο Μουράτ (Αρατζάνι, Αρσανίας) ήταν ο πραγματικός Ευφράτης; Ο ίδιος ο Σεν Μαρτέν έχει παράσχει αρμενικές αποδείξεις περί τού αντιθέτου. Έχει μεταφράσει και δημοσιεύσει τον Μόβσες Χορενάτσι. Έχει μεταφράσει τον Φαύστο τού Βυζαντίου και έχει παραπέμψει σε αυτόν, ακόμη και με την αναφερθείσα παρανόηση. Έχει μεταφράσει και δημοσιεύσει το αρμενικό χειρόγραφο με τούς Ποταμούς τού Παραδείσου. Μέχρι τώρα η μόνη αναφορά σε Αρμένιο που ίσως πίστευε ότι ο Μουράτ ήταν ο πραγματικός Ευφράτης ήταν στον προαναφερθέντα έμπορο-εκδότη τού 18ου αιώνα στο Μαντράς.

Έχουμε όμως πει, ότι ο Σεν Μαρτέν μετέφρασε και δημοσίευσε το έργο ενός δεύτερου Αρμένιου που θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι η πηγή τού πρώτου. Η Γεωγραφία τού Βαρταμπιέντ Βαρτάν (1721) στον Σεν Μαρτέν (II, 435), λαμβάνοντας ως δεδομένο τον συσχετισμό μεταξύ τόπου που ονομάζεται Άγιος Όσκι (Osgik’h) στις πηγές τού Μουράτ από τη μία πλευρά, και τής διαμονής κατά τον 1ο-2ο μ.Χ. αιώνα τού ευλογημένου Όσκι και των οπαδών του στις πηγές τού Ευφράτη από την άλλη, όπως διατυπώνεται στη γραμμένη τον 13ο αιώνα ιστορία τού πατριάρχη, αναφέρει:

«Ύστερα έρχεται ο ποταμός Ευφράτης που κατεβαίνει από την επαρχία τού Εγκεγέατς [Ακιλισηνή/Ερζιντζάν, βλέπε πιο πάνω]. Αλλά ο αληθινός Ευφράτης είναι εκείνος που πηγάζει στον Άγιο Όσκι, περνά από τη Νταρόν [Μους, βλέπε πιο πάνω] και πηγαίνει στη Συρία».247

Φαίνεται λοιπόν ότι αυτό είναι το αποδεικτικό στοιχείο που υπονοούν οι Σμιθ, Μπάμπερι και Τόζερ. Είναι το μόνο «αποδεικτικό στοιχείο» εκείνων που υποστηρίζουν πορεία των Μυρίων προς τις πηγές τού Μουράτ, παρά το γεγονός ότι κανένας δεν βασίζει πλέον ρητά στο μπερδεμένο απόσπασμα τού Σεν Μαρτέν (Ι, 50-52) την επιλογή αυτού τού ποταμού ως Ευφράτη τού Ξενοφώντος. Αντίθετα, έχει εφευρεθεί η λύση τής μετονομασίας τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) και τού Αρσανία (Μουράτ) σε Δυτικό και Ανατολικό Ευφράτη αντίστοιχα. Συνήθως λοιπόν θεωρείται ότι ο Ξενοφών εννοεί ότι οι Μύριοι πέρασαν κοντά από τις πηγές τού «Ανατολικού Ευφράτη». Μια διάβαση κοντά στις πηγές τού «Δυτικού Ευφράτη» θα ήταν συζητήσιμη, αν κάποιος την προτιμούσε. Έτσι κι αλλιώς, με αυτή την εκδοχή ξαναγραμμένης ιστορίας και αρχαίας γεωγραφίας, οι δύο ποταμοί θεωρείται ότι ήσαν γνωστοί εδώ και αιώνες με αυτό το όνομα.

Ο Μουράτ (Αρσανίας) και το σύνορο ανάμεσα στις δύο σατραπείες τής Αρμενίας

Ξαναδιαβάζοντας το κείμενο τού Ξενοφώντος χωρίς προκατειλημμένες απόψεις για το ποιος από τούς δύο ποταμούς (Φρατ/Καρασού ή Μουράτ/Αρσανίας) ήταν (ή δεν ήταν) ο δικός του Ευφράτης στην Κάθοδο των Μυρίων, ίσως δεν θα ήταν άσκοπο να κρατάμε στο μυαλό, ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριακοσίων ετών βασίζουμε τις απόψεις μας σε χάρτη που έφτιαξε ο Ντελίλ το 1721, ενδεχομένως βιαστικά, ύστερα από αίτημα των αυλικών, με στόχο να διευκολυνθούν οι διαλέξεις που δίνονταν στον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΕ’ για την Κύρου Ανάβαση.

Κατά τον Ξενοφώντα (Aνάβ. 4.3.1) νότιο σύνορο τής Αρμενίας ήταν ο Κεντρίτης που ταυτίζεται με τον ποταμό Μποτάν. Αυτό το ποτάμι χώριζε την Αρμενία από τη χώρα των Καρδούχων. Το ξημέρωμα οι Μύριοι είδαν ιππείς και πεζούς κατά μήκος τού ποταμού, έτοιμους να τούς αρνηθούν τη διέλευση. Ήταν ο στρατός τού Ορόντα (4.3.3-4), που ήταν γαμπρός τού Μεγάλου Βασιλιά (2.4.8) και συνήθως θεωρείται ως πρόγονος των Οροντιδών τής Αρμενίας.248 Ας επαναλάβουμε εδώ περιληπτικά την προτεινόμενη διαδρομή. Οι Μύριοι διέσχισαν τον ποταμό, σκόρπισαν τούς εχθρούς τους και μπήκαν στην Αρμενία στις 8 Φεβρουαρίου 400 π.Χ.249 Ο Ορόντας δεν ξαναεμφανίζεται στο κείμενο τής Κύρου Ανάβασης. Προχώρησαν προς βορρά για πέντε παρασάγγες και έφτασαν σε μεγάλο χωριό με παλάτι. Βρίσκονταν στη Σιρτ.250 Από εκεί βάδισαν δέκα παρασάγγες, μέχρι που πέρασαν τις πηγές τού [Ανατολικού] Τίγρη (4.4.3). Βρίσκονταν στο Μπιτλίς.

Η διαφορά ανάμεσα στην απόσταση που αναφέρει ο Ξενοφών (10 παρασάγγες) και την πραγματική απόσταση μεταξύ Σιρτ και Μπιτλίς (99 χλμ ή 17,2 παρασάγγες) έχει οδηγήσει σε προτάσεις για πορεία απευθείας προς βορρά από τη Σιρτ στη Μους. Κάποιοι διαφωνούν με αυτή την εναλλακτική.251 Ο Κίνεϊρ όμως ταξίδεψε από το Μπιτλίς στη Σιρτ όχι κατά μήκος τού ίχνους τού σημερινού δρόμου, αλλά από διαδρομή πιο άμεσα βορρά-νότου.252 Πέρασε από το Ασάγι Γιολέκ (Κάτω Γιολέκ) που είναι το δικό του Γιουλάκ. Aπό το Σεϊχτζουμά (Σεκ Τζαμά στον Κίνεϊρ), που μετονομάστηκε σε Τσελτικλί μετά το 1928.253 Aπό το Επρ (Σέρπα στον Κίνεϊρ), που μετονομάστηκε σε Ντίκμε μετά το 1928.254 Aπό το Γιουρέκ/Γιορέκ (Γιουράκ στον Κίνεϊρ), που μετονομάστηκε σε Γκιοζλουτζέ μετά το 1928.255 Aπό το Τασίλ, που μετονομάστηκε σε Καρατζά κιόι μετά το 1928.256 Aπό το Μίσκιν (Τίσκιν στον Κίνεϊρ), που μετονομάστηκε σε Σογανλί μετά το 1928257 και από το Χελέσαν (Χαλάσνι στον Κίνεϊρ), που μετονομάστηκε σε Καπιλί.258 Οι Μύριοι συνέχισαν για 15 παρασάγγες και έφτασαν στον ποταμό Τηλεβόα. Ήταν όμορφο ποτάμι, αν και όχι μεγάλο, ενώ υπήρχαν πολλά χωριά γύρω του (4.4.3). Βρίσκονταν στην περιοχή τής Μους.259 Η περιοχή ονομαζόταν Δυτική Αρμενία (4.4.4). Υπο-σατράπης της (ὕπαρχος) ήταν ο Τιρίβαζος, φίλος τού Μεγάλου Βασιλέα.260 Ο Τιρίβαζος συνήψε συνθήκη με τούς Έλληνες (4.4.6).

Έτσι, από την περιγραφή τού Ξενοφώντος, νότιο όριο τής Αρμενίας ήταν ο Κεντρίτης (Μποτάν). Επίσης κοντά στον Τηλεβόα ήσαν τα σύνορα μεταξύ Αρμενίας (διοικούμενης από τον Ορόντα) και Δυτικής Αρμενίας (διοικούμενης από τον Τιρίβαζο), επειδή ο Τιρίβαζος εισέρχεται στην σκηνή κοντά σε αυτό το ποτάμι και, μετά τη συνθήκη, ακολουθεί τούς Έλληνες από απόσταση με τον στρατό του (4.4.7). Ο ποταμός Τηλεβόας δεν αναφέρεται από άλλους συγγραφείς. Οι περισσότεροι σχολιαστές συμφωνούν ότι ο Ξενοφών εννοεί εδώ τον «μικρό» Καρασού, το τοπικό ρέμα τής Μους που χύνεται στον Μουράτ (Αρσανία) λίγα χιλιόμετρα βόρεια αυτής τής πόλης.

Αν αυτός ο μικρός ποταμός αποτελούσε τμήμα τού ορίου μεταξύ των δύο σατραπειών τής Αρμενίας, τότε η Δυτική Αρμενία δεν βρισκόταν δυτικά και νότια τού «μικρού» Καρασού, επειδή από αυτή την κατεύθυνση είχαν έρθει οι Έλληνες, αφού διέσχισαν τον Κεντρίτη ποταμό και σκόρπισαν τον στρατό τού Ορόντα (βλέπε Χάρτη 8.17). Επομένως η χώρα νοτιοδυτικά τού «μικρού» Καρασού ήταν η Αρμενία τού Ορόντα. Συνεπώς, αν ο «μικρός» Καρασού αποτελούσε το σύνορο, τότε η Δυτική Αρμενία τού Τιρίβαζου βρισκόταν βορειοανατολικά του.

Με αυτή την κατανόηση τού συνόρου, σύμφωνα με τις περισσότερες προτάσεις,261 οι Έλληνες, αφού πορεύτηκαν για λίγο κατά μήκος τής δεξιάς (ανατολικής) όχθης αυτού τού ποταμού, στράφηκαν προς τα ανατολικά, προς τις πηγές τού «Ευφράτη» (Μουράτ). Τούς ακολουθούσε ο Τιρίβαζος, ο σατράπης τής Δυτικής Αρμενίας, ο οποίος πορευόταν μέσα στη δική του επικράτεια.

Image

Χάρτης 8.17: Οι δύο σατραπείες τής Αρμενίας περί το έτος 400 π.Χ.

Ο Χάρτης 8.17 έχει σχεδιαστεί σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη ότι ο «μικρός» Καρασού αποτελούσε τμήμα των βορείων συνόρων τής Αρμενίας τού Ορόντα. Οι λεπτομέρειες αυτής τής άποψης απεικονίζονται:

(α) Νότιο σύνορο τής σατραπείας Ανατολική Αρμενία των Αχαιμενιδών, διοικούμενης από τον Ορόντα, ήταν ο ποταμός Κεντρίτης/Μποτάν. Πέρα από τη συμβολή Κεντρίτη και Τίγρη, το νότιο σύνορο συνέχιζε προς τα δυτικά φτάνοντας στον Ευφράτη (βλέπε Χάρτη 8.17). Ο Ευφράτης ήταν το δυτικό σύνορο τής (Ανατολικής) Αρμενίας, τής οποίας το βόρειο σύνορο αποτελούσε αρχικά ο Μουράτ [από το σημείο συμβολής του με τον Ευφράτη μέχρι το σημείο συμβολής του με τον «μικρό» Καρασού] και στη συνέχεια ο «μικρός» Καρασού (Τηλεβόας). Μετά τον «μικρό» Καρασού, από τη βορειοανατολική γωνία τής λίμνης Βαν, το βόρειο σύνορο αναπτυσσόταν προς βορρά, προς τον Καύκασο.262 Αυτό σημαίνει (βλέπε Χάρτη 8.17) ότι στο ενδιάμεσο τμήμα, δηλαδή από τις πηγές τού «μικρού» Καρασού μέχρι τη βορειοανατολική γωνία τής λίμνης Βαν, το βόρειο σύνορο τής (Ανατολικής) Αρμενίας σχηματιζόταν από τη βόρεια όχθη αυτής τής λίμνης.

(β) Αντιστοίχως, η ανατολική και η νότια πλευρά τής Δυτικής Αρμενίας τού Τιρίβαζου ταίριαζαν στη γωνία που άφηνε ανοιχτή η σατραπεία τής (Ανατολικής) Αρμενίας. Στον βορρά σύνορο τής Δυτικής Αρμενίας ήταν ο Καύκασος και στα βορειοδυτικά η Μαύρη Θάλασσα. Βόρεια τής συμβολής τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) και τού Μουράτ, το δυτικό σύνορο τής Δυτικής Αρμενίας αναπτυσσόταν βόρεια-βορειοδυτικά προς τη Μαύρη Θάλασσα, φτάνοντας στην ακτή αμέσως δυτικά των Κοτυώρων.263

Στον Χάρτη 8.17 απεικονίζονται οι πιο πάνω λεπτομέρειες, αλλά έχει διαφοροποιηθεί χρωματικά η ενδιάμεση περιοχή. Φαίνεται ότι αυτή η περιοχή βόρεια τής λίμνης Βαν και νότια τού Μουράτ (Αρσανία) έχει θεωρηθεί ότι ανήκει στη Δυτική Αρμενία, μόνο και μόνο για να δικαιολογείται το πέρασμα των Ελλήνων από εκεί, ακολουθούμενων από τον Τιρίβαζο, στην πορεία τους προς τις πηγές τού «Ευφράτη» (Αρσανία, Μουράτ). Κατά τα άλλα, καθώς το Βασπουράκαν, η περιοχή γύρω από τη λίμνη Βαν, αποτελεί την ιστορική καρδιά τής Αρμενίας, θα ήταν πιο λογικό να υποτεθεί ότι αυτή η ενδιάμεση περιοχή ανήκε στην Αρμενία τού Ορόντα. Στην περίπτωση αυτή σύνορο μεταξύ των δύο Αρμενιών θα ήταν ο Αρσανίας (Μουράτ, βλέπε Χάρτη 8.17) και οι προτάσεις για ανατολική πορεία, επί τού υποτιθέμενου εδάφους τής Δυτικής Αρμενίας, προς τις πηγές τού Μουράτ, δεν θα ευσταθούσαν. Όμως η διαδρομή προς τις πηγές τού Ευφράτη όλων των ιστορικών και γεωγράφων, τού Φρατ/Καρασού, δεν επηρεάζεται από τη σατραπική δικαιοδοσία επί αυτής τής ενδιάμεσης περιοχής.

Οι Έλληνες δεν πέρασαν ποτέ στην ανατολική όχθη τού «μικρού» Καρασού. Πέρασαν στην επικράτεια τού Τιρίβαζου κοντά στη συμβολή αυτού τού ποταμού με τον Μουράτ. Οι δύο πιθανές ερμηνείες τού Τηλεβόα τού Ξενοφώντος (Μουράτ ή «μικρός» Καρασού) δεν επηρεάζουν τη διαδρομή και έχουν μόνο σχέση με το ποιός από τούς δύο ποταμούς εννοείται με αυτό το όνομα. Πριν από τη μετατροπή τού Μουράτ σε «Ευφράτη», ο Τηλεβόας τού Ξενοφώντος θεωρούνταν συνώνυμος με τον Αρσανία (Μουράτ):

«Αρσάνιος (Αρσανίας, Αρσάμετος, Τηλεβόας), ποτάμι τής Μεγάλης Αρμενίας που πηγάζει από το όρος Άβος και χύνεται στον Ευφράτη από τα αριστερά, κάτω από τα Αρσαμόσατα».264

Επομένως ή ο Τηλεβόας τού Ξενοφώντος ήταν ο ίδιος ο Μουράτ, τον οποίο διέβησαν στα βόρεια τής Μους κοντά στη συμβολή τού «μικρού» Καρασού, ή ο Ξενοφών δεν αναφέρει τον Μουράτ και αναφέρει ως Τηλεβόα τον «μικρό» Καρασού στη συμβολή του και δίπλα στο σημείο διάβασης.

Image

Χάρτης 8.18: Η κατά Κίπερτ (1857) Κάθοδος των Μυρίων.
Πηγή: The David Rumsey Map Collection στο davidrumsey.com

Κατά τον 19ο αιώνα διέβησαν τον Μουράτ στα βόρεια τής Μους. Στα ανατολικά αυτού τού περάσματος στέκεται ακόμη μια γέφυρα τού 14ου αιώνα. Η κατασκευή της πάνω στη διαδρομή βορρά-νότου, κοντά στη Μους, μαρτυρά το ίχνος τής αρχαίας διαδρομής. Αν αυτή η διαδρομή καραβανιών διέσχιζε παραδοσιακά τον Μουράτ κάπου αλλού, για παράδειγμα στο Γιοντζαλί, στα βόρεια τού Μπουλανίκ, όπως προτείνει ο Λέντλε ακολουθώντας την άποψη τού Κίπερτ που αποτυπώνεται στον Χάρτη 8.18,265 τότε η γέφυρα θα βρισκόταν εκεί.266

Έχουμε αναφερθεί σε λεπτομερή περιγραφή τής διάβασης τού Μουράτ κοντά στη συμβολή του με τον «μικρό» Καρασού:267

«[Ο Μουράτ] φαινόταν να ρέει σε δύο κανάλια, μέσα σε κοίτη που είχε πλάτος 200 μέτρα ή περισσότερα. Αφού περάσαμε τον πρώτο από αυτούς τούς κλάδους… προχωρήσαμε πάνω σε αμμουδιά προς τον δεύτερο κλάδο… με το νερό να φτάνει στα γόνατα των αλόγων… Ετοιμαζόμασταν να αποχαιρετίσουμε τον Μουράτ. Νιώσαμε μεγάλη έκπληξη συναντώντας ένα τρίτο και υπέροχο ποτάμι να κατευθύνεται προς εμάς από ανεξάρτητη κοίτη!…

Η συμβολή τού Καρασού, του ρεύματος που συλλέγει την αποστράγγιση τής πεδιάδας τής Μους, βρισκόταν σε μικρή απόσταση πάνω από το πέρασμα».

Ο ίδιος συγγραφέας παραπέμπει σε προγενέστερη περιγραφή τής παλαιάς γέφυρας από άλλον περιηγητή:268

«Στο Σουλούχ, σχεδόν οκτώ ώρες από τη Μους,269 από την οποία βρισκόταν βόρεια και 15° ανατολικά, ήρθαμε σε επαφή με τον Μουράτ Σου, τον οποίο διασχίσαμε από γέφυρα μήκους 500 ποδιών270 και αποτελούμενη στο παρελθόν από δεκατέσσερις αψίδες, από τις οποίες οι παλαιότερες είναι σε στρογγυλό ή ρωμαϊκό στιλ και οι νεώτερες σε μυτερό ή σαρακηνικό. Τα τμήματα στα οποία είχαν πέσει οι αψίδες διασχίζονταν από σανίδες, πάνω στις οποίες είχαν τοποθετηθεί πλάκες από ασβεστόλιθο, οι οποίες περιείχαν αποτυπώματα ποδιών γερανών και πολλά μύδια ποταμών (anodontae), προφανώς ίδια με εκείνα που βρίσκονται στον Μουράτ Σου και σήμερα. Δεν μπόρεσα να βρω αυτά τα είδη επί τόπου, αλλά συνέκρινα τα σημάδια με πρόσφατες πατημασιές στη λάσπη τού ποταμού. Συνέκρινα και το απολίθωμα με το τωρινό και συνηθισμένο δίλοβο όστρακο τού ποταμού. Περάσαμε τη νύχτα στο Κιράβι.271 O προς το μέρος μας κλάδος τού Μουράτ Σου ήταν σχεδόν στεγνός και η κοίτη ήταν γεμάτη γερανούς, χήνες, πάπιες, κιρκίρια και φαλαρόποδες. Σκοτώσαμε αρκετά τέτοια πουλιά».

Αυτό λοιπόν το «υπέροχο ποτάμι», «σε μικρή απόσταση πάνω από το πέρασμα», ίσως είναι το «πανέμορφο ποτάμι, αν και όχι μεγάλο» τού Ξενοφώντος (Ανάβ. 4.4.3). Η συμβολή του με τον Μουράτ σηματοδοτεί το σημείο περάσματος στη Δυτική Αρμενία τού Τιρίβαζου και επιτρέπει τη συνέχιση των βορείων συνόρων τής (Ανατολικής) Αρμενίας προς τα ανατολικά, κατά μήκος τού Μουράτ (βλέπε Χάρτη 8.17). Ο «μικρός» Καρασού δεν αποτελούσε μέρος αυτών των συνόρων. Για την ακρίβεια το μόνο μέρος τού «μικρού» Καρασού που αποτελούσε μέρος των βορείων συνόρων τής (Ανατολικής) Αρμενίας ήταν η συμβολή του με τον Μουράτ.

Η Κάθοδος των Μυρίων προς τις πηγές τού Ευφράτη

Όπως έχουμε αναφέρει, οι Μύριοι διέσχισαν τον Μουράτ κοντά στη συμβολή του με τον «μικρό» Καρασού και μπήκαν στη Δυτική Αρμενία. Η πορεία τους (με τον Τιρίβαζο να τούς ακολουθεί από κάποια απόσταση) δεν ήταν προς τα ανατολικά τής Μους, προς το Μπουλανίκ, το Μαντζικέρτ και πιο πέρα. Ήταν προς τα βόρεια τής Μους, προς τη Χουνούς και το Ερζερούμ, πάνω στο έδαφος τής Δυτικής Αρμενίας (Χάρτης 8.17). Οι Έλληνες δεν κατευθύνονταν στις πηγές τού Μουράτ (Αρσανία) στα ανατολικά, αλλά στις πηγές τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού) και στη Μαύρη Θάλασσα στον βορρά. Ο αποπροσανατολισμός τους, τον οποίο υπονοεί μια ανατολική πορεία, δεν δικαιολογείται από το κείμενο τού Ξενοφώντος. Ας επαναλάβουμε ότι ύστερα από τη διέλευση τού Κεντρίτη και την είσοδο στην Αρμενία, βρίσκονταν σε ευνοϊκές συνθήκες. Πέρασαν από πολυπληθείς τόπους, από τη Σιρτ (4.4.2), από τη Μους (4.4.3), αργότερα από τη Χουνούς (4.4.7). Είχαν λοιπόν περισσότερες από μια φορά την ευκαιρία να επιβεβαιώσουν τη διαδρομή. Είχαν κάνει συνθήκη με τον Τιρίβαζο (4.4.6) κι έτσι πορεύονταν μέσα από φιλική χώρα.272 Αργότερα, κατά την πορεία τους μέσα από τα χιόνια τής Αρμενίας, είχαν πολλούς οδηγούς.273

Οι λεπτομέρειες τής πρότασης για την πορεία των Μυρίων μετά τη διάβαση τού Τηλεβόα και τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού), μέχρι την άφιξή τους στα αρμενικά χωριά με τα υπόγεια σπίτια (4.5.22), έχουν παρουσιαστεί.274 Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι οι Μύριοι είχαν χάσει τον δρόμο τους. Οδηγούμενοι από πολλούς οδηγούς, έφτασαν εκεί όπου ήθελαν να φτάσουν: στους πρόποδες τής οροσειράς Κοπ, στο σημείο (ή κοντά στο σημείο) από το οποίο ο θερινός δρόμος από Ερζερούμ ανέβαινε προς τη Μπαϊμπούρτ και την Τραπεζούντα.275 Είχαν όμως φτάσει εκεί στα τέλη Φεβρουαρίου.276 Ο ορεινός δρόμος μέσα από την οροσειρά Κοπ προς Μπαϊμπούρτ ήταν αποκλεισμένος από το χιόνι. Ήσαν περισσότεροι από δέκα χιλιάδες. Ύστερα από παραμονή οκτώ ημερών, έπρεπε να φύγουν. Τα χωριά ήσαν σκεπασμένα από το χιόνι και, κατά πάσα πιθανότητα, ξέμεναν από τρόφιμα. Δύο επιλογές ήσαν διαθέσιμες: να ακολουθήσουν τον μεγάλο δρόμο των καραβανιών προς τα δυτικά, στην κοιλάδα τού Ευφράτη (Φρατ, Καρασού), ή να ακολουθήσουν τον ίδιο μεγάλο δρόμο προς τα ανατολικά, προς το Ερζερούμ και πέρα από αυτό, στην κοιλάδα τού Αράξη (Φάσι, Αράς). Επέλεξαν το δεύτερο.

Εδώ ξεκινά η ανατολική τους πορεία προς τούς Φασιανούς, τούς Ταόχους, τούς Χαλδίους (Ουραρτού), τον ποταμό Άρπασο (Άρπα τσάι), τούς Σκυθηνούς (Σκύθες) στη σημερινή Αρμενία και την πόλη Γυμνιάς (Γκυουμρί). Αυτή η ανατολική πορεία δεν είχε τίποτε να κάνει με τη διέλευση τού Αρσανία (Μουράτ) κοντά στις πηγές του ως «Ευφράτη». Στην πραγματικότητα είχαν διαβεί τον Ευφράτη (Φρατ) όλων των γνωστών ιστορικών και γεωγράφων κοντά στις πηγές του, στην περιοχή τού Ερζερούμ, όπου όλοι αυτοί οι ιστορικοί και γεωγράφοι, από την αρχαιότητα μέχρι τον 18ο αιώνα, τοποθετούν τις πηγές τού μοναδικού ποταμού γνωστού ως Ευφράτη.

Συμπέρασμα

Σε όλα τα αρχαία ελληνικά, ρωμαϊκά, αρμενικά, αραβικά, βυζαντινά και οθωμανικά κείμενα, πηγές τού Ευφράτη είναι αυτές τού Φρατ (Καρασού) που πηγάζει κοντά στο Ερζερούμ. Δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο ποταμός Αρσανίας (Μουράτ) ήταν ποτέ γνωστός ως Ευφράτης. Η λανθασμένη ερμηνεία ενός κατεστραμμένου αποσπάσματος από χειρόγραφο τής Γεωγραφικής Υφηγήσεως τού Πτολεμαίου είχε ως αποτέλεσμα την παράλειψη τού Αρσανία, τού νοτιοανατολικού παραπόταμου τού Ευφράτη, από τούς ευρωπαϊκούς χάρτες τής πρώιμης σύγχρονης εποχής. Η παράλειψη αυτή διήρκεσε μέχρι τον 18ο αιώνα. Τότε, τον 18ο αιώνα, ο Αρσανίας εμφανίζεται επιτέλους στους χάρτες, μετατρεπόμενος όμως αυθαίρετα σε Ευφράτη τού Ξενοφώντος, με μοναδικό σκοπό να εξυπηρετήσει ορισμένες απόψεις για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων.

Η αιτιολόγηση αυτής τής μετονομασίας αναζητήθηκε εκ των υστέρων. Παρά το γεγονός ότι η αιτιολόγηση αυτή παραπέμπει σε αρμενικές πηγές, μία μόνο τέτοια πηγή υπάρχει: η εκκλησιαστική γεωγραφία τής Αρμενίας, γραμμένη κατά το έτος 1721. Θεωρεί ότι ένας τόπος Άγιος Όσκι, κοντά στις πηγές τού Αρσανία (Μουράτ), σηματοδοτεί τον τόπο διαμονής των μαθητών τού Αποστόλου Θαδδαίου και τού ηγέτη τους, τού Όσκι, κατά τον 1ο-2ο μ.Χ. αιώνα. Τον συνδυάζει με απόσπασμα από την Ιστορία τού πατριάρχη των Αρμενίων κατά τον 13ο αιώνα Ιωάννη ΣΤ’, σύμφωνα με την οποία οι μαθητές τού Θαδδαίου ζούσαν στις πηγές τού Ευφράτη. Και ισχυρίζεται ότι ο Αρσανίας (Μουράτ) είναι ο «πραγματικός Ευφράτης» των Αρμενίων. Η υποκειμενική αυτή ταύτιση είναι ανεπαρκής. Πόσο μάλλον όταν σταθμίζεται απέναντι στα στοιχεία που προσφέρουν γραπτές πηγές, από τη Νεο-Ασσυριακή αυτοκρατορία τού 9ου π.Χ. αιώνα μέχρι την Οθωμανική Αυτοκρατορία τού 17ου αιώνα, συμπεριλαμβανομένων και αρμενικών κειμένων.

Δεν δικαιολογείται η διαιώνιση τής άποψης ότι Ευφράτης τού Ξενοφώντος στην Κάθοδο των Μυρίων ήταν ο Αρσανίας (Μουράτ). Μέχρι να προσφερθούν επαρκείς αποδείξεις περί τού αντιθέτου, Ευφράτης ήταν πάντοτε (και εξακολουθεί να είναι) ο Φρατ (Καρασού). Πιθανότατα οι προτάσεις για τη διαδρομή τής Καθόδου των Μυρίων προς τις πηγές τού Ευφράτη πρέπει να επανεξεταστούν. Επίσης, παρά τη σύγχρονη αναφορά στον Φρατ (Καρασού) και στον Μουράτ (Αρσανία) ως «Δυτικό» και «Ανατολικό Ευφράτη», δεν φαίνεται ότι οι άνθρωποι που έζησαν και/ή ζουν στην περιοχή υιοθέτησαν ποτέ αυτή την αυθαίρετη μετονομασία.

Εισαγωγή στα επόμενα κεφάλαια

Στα κεφάλαια που προηγήθηκαν δείξαμε ότι οι πρόσθετες ημέρες πορείας και στάθμευσης τού Διόδωρου κλείνουν τα κενά στην αφήγηση τού Ξενοφώντος και καθιστούν συμβατές τις αναλυτικές πληροφορίες χρόνου και διανύσεων στην Κύρου Ανάβαση, με τις αθροιστικές πληροφορίες σε τρεις παραγράφους τού ίδιου βιβλίου, οι οποίες θεωρούνται συνήθως «παρεμβολές».

Δείξαμε επίσης ότι ακόμη και σε πολύ μεταγενέστερους χρόνους ο παρασάγγης τού Ξενοφώντος, ο περσικός φάρσανγκ, εξέφραζε την απόσταση που διανυόταν σε μια ώρα, απόσταση η οποία ήταν επομένως εξ ορισμού μεταβλητή: επί κυρίων οδών ο παρασάγγης, η ωριαία διάνυση, αντιστοιχούσε στα 30 στάδια τού Ηροδότου, δηλαδή σε 6 περίπου χλμ, αλλά έξω από κύριους δρόμους καθώς και κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες η διάνυση αυτή μειωνόταν σημαντικά.

Τέλος δείξαμε ότι δεν υπάρχει καμία ουσιαστικά θεμελίωση τής άποψης ότι Ευφράτης τού Ξενοφώντος στην Κάθοδο των Μυρίων ήταν ο ποταμός Αρσανίας τής αρχαιότητας, που ονομάζεται σήμερα Μουράτ ή Ανατολικός Ευφράτης. Ως Ευφράτης ήταν πάντοτε γνωστός ο ποταμός Φρατ, που ονομάζεται σήμερα Καρασού ή Δυτικός Ευφράτης και έχει τις πηγές του στην περιοχή τού Ερζερούμ, δηλαδή στην περιοχή από την οποία έπρεπε να περάσουν οι Μύριοι για να κατευθυνθούν στον Εύξεινο Πόντο.

Με αυτά τα δεδομένα ο γρίφος τού Ξενοφώντος έχει πρακτικά επιλυθεί. Η ολοκληρωμένη λύση παρουσιάζεται και συνοψίζεται στο κεφάλαιο 11. Προηγούνται δύο ακόμη κεφάλαια. Στο κεφάλαιο 9 παρουσιάζονται οι λεπτομέρειες τής πρότασής μας για την Κάθοδο των Μυρίων από τον ποταμό Άρπασο, στην πόλη Γυμνιάς, το όρος Θήχης και την Τραπεζούντα, ενώ στο κεφάλαιο 10 εξετάζεται το τελευταίο σκέλος τής Καθόδου από την Τραπεζούντα στα Κοτύωρα.

<-7. Αναλογίες μεταξύ παρασάγγη και ώρας σταθμών αλλαγής 9. Από τον Άρπασο στο όρος Θήχης και την Τραπεζούντα->
Review Your Cart
0
Add Coupon Code
Subtotal

 
error: Content is protected !!